Έξι ηθοποιοί συναντιούνται σε έναν θεατρικό χώρο για να παρουσιάσουν κομμάτια της «ελληνικότητας» όπως τα γνωρίζουμε μέσα από την καφενειακή λογική αντλώντας σκηνικό υλικό από υπαρκτά πρόσωπα της εργατικής τάξης. Οι ηθοποιοί θα βρεθούν στο ίδιο τραπέζι για να γλεντήσουν, να καταγγείλουν, να συγκρουστούν πολιτικά, να εκτονώσουν την βία τους. Μιλήσαμε με τους ηθοποιούς της παράστασης για τη σύγχρονη Ελλάδα και τα αφηγήματα που συνοδεύουν την «ελληνικότητα». Τι κρύβεται πίσω από την περίφημη φέτα, το εξαίρετο ελαιόλαδο και το παινεμένο γιαούρτι;
Η παράσταση φτιάχνει έναν κόσμο βουτηγμένο μέσα στο κρασί, το ελαιόλαδο και την υπερωρία. Τι σας γοήτευσε σε αυτόν τον κόσμο;
«Τι πιο γοητευτικό στη σύγχρονη Ελλάδα από το ελαιόλαδο (πόσο πήγε το λίτρο;), το κρασί και την εκλεκτή ελληνική απλήρωτη υπερωρία;», λέει ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης, ενώ η Πένυ Ελευθεριάδου προσθέτει: «Αρχικά, με ιντρίγκαρε η θεματολογία της παράστασης. Οι χαρακτήρες εφορμούνε από συνεντεύξεις ανθρώπων που ανήκουν στην εργατική τάξη της Ελλάδας – κειμενικά χρησιμοποιούμε αυτούσια τα λόγια τους. Μοιραία, λοιπόν, το περιεχόμενο αφορά πραγματικές καταστάσεις όπως τις έζησαν οι γονείς μας, όπως τις κληροδότησαν στη δική μας γενιά και όπως εμείς προσπαθούμε να τις διαχειριστούμε. Η κυριολεξία των όσων ειπώνονται, η σκληρότητα των σχέσεων, ο συναισθηματισμός του κάθε χαρακτήρα αλλά και η ανάδειξη της ωμότητας αυτών των ανθρώπων είναι αυτά που εν τέλει μου φαίνονται γόνιμα για την έναρξη μιας ουσιαστικής αναμέτρησης με την οποιαδήποτε ελληνική παθογένεια». Ο Κωνσταντίνος Δαλαμάγκας υποστηρίζει: «Είναι αυτά που μας κάνουν να νιώθουμε ότι κάτι μας ενώνει όλους, αυτά που μας κάνουν να ξεχνάμε ότι υπάρχουν ιδεολογικές και ταξικές διαφορές. Διάφορες που δεν συμφέρει πάντοτε το κράτος να θυμόμαστε. Για μένα ο μηχανισμός αυτός είναι τα στερεότυπα. Συμπεριφορές, αντιλήψεις, προκαταλήψεις. Τα κομμάτια αυτά με τα οποία διαπραγματευόμαστε στο Π.Ο.Π».
Η παράσταση έχει «μοναδικό σκοπό να ερεθίσει, ξανά και ξανά, έναν παγιωμένο μηχανισμό καθημερινής σκέψης και πράξης». Ποιος είναι αυτός ο μηχανισμός και πως συνδέεται με όσα συμβαίνουν σήμερα;
Ο Δημήτρης Καστανιάς τονίζει: «Εκείνη η άυλη πολιτιστική κληρονομιά, που συντηρεί το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι. ΟΥπαρκτός Σουρεαλισμός, στον οποίο ζούμε. Η απάντηση στην ερώτηση, πως γίνεται να έχουμε υπουργούς καρικατούρες και δημάρχους τραμπούκους; Η απόσταση που χωρίζει, τον μπάρμπα του “Α σου πω εγώ” και του “Εγώ στην ηλικία σου τις πήδαγα δυό – δυό” με μια δολοφονία σε δημόσια θέα, που θα συγκαλυφθεί, είναι ούτε ένα τσιγάρο δρόμος.
«Και στη χώρα μας είναι παγιωμένη η μόλυνση των συνειδήσεων των εργαζομένων: Η κατάσταση είναι αυτή, δεν αλλάζει, θα πάμε έτσι “κι όπου βγει”. Μπορεί να ερεθιστεί αυτό το μπετόν αρμέ; Αν ναι, τα πήγαμε καλά!», λέει ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης, ενώ ο Κωνσταντίνος Δαλαμάγκας προσθέτει:
«Μίλησα προηγουμένως για μοτίβα. Τα μοτίβα αυτά κρύβουν μια ψυχοπαθολογία, κάποιο σύμπλεγμα, μια εμμονή. Ο μικρομεγαλισμός του Έλληνα, ο νεοπλουτισμός που αποδείχτηκε μάταιος στην κρίση που προηγήθηκε, η ανάγκη να νιώσει σημαντικός, για την ιστορία του, για το χωριό του, για τις θάλασσες του, για την κουζίνα του κτλ, είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας. Εμείς φροντίζουμε να τα καταδείξουμε, να τα “γελάσουμε”, να τα αμφισβητήσουμε, να τα αποδεχτούμε για να πάμε παρακάτω».
Με ποιον τρόπο αντιλαμβάνεστε τα κομμάτια «της ελληνικότητας» που θίγονται στο κείμενο;
«Ποτέ δεν δήλωσα ή ένιωσα πατριώτης με κανέναν τρόπο. Νιώθω, ωστόσο, αυτή την ελληνικότητα σαν κομμάτι του χαρακτήρα μου. Την καταλαβαίνω πιο έντονα στις προηγούμενες γενιές, αλλά υπάρχει και σε εμένα και σε ανθρώπους μικρότερους από εμένα. Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά που δεν μου αρέσουν και παλεύω με αυτά και άλλα που μπορώ να τα αγκαλιάσω και να τα αποδεχτώ με τρυφερότητα. Αυτό είναι το σημαντικό της παράστασης. Πολλά από τα φάλτσα της ελληνικότητας θίγονται και κρίνονται επί σκηνής χωρίς απαραίτητα να κατακρίνονται», υποστηρίζει ο Κωνσταντίνος Δαλαμάγκας.
«Πίσω από την “ελληνική αυταρέσκεια” για μύθους και αφηγήματα, κρύβεται η σύγχρονη “ιστορική ένδεια” (και όχι μόνο) και πίσω από την περίφημη φέτα, το εξαίρετο ελαιόλαδο και το παινεμένο γιαούρτι, κρύβονται οι εργαζόμενοι που δεν μπορούν εύκολα να τα αγοράσουν», απαντάει ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης. Η Πένυ Ελευθεριάδου θεωρεί ότι είναι η νοοτροπία της αποποίησης των ευθυνών. «Αυτή ξεκινά κυρίως από ανθρώπους που κατέχουν θέσεις εξουσίας. Αυτή η νοοτροπία επεκτείνεται σαν τρόπος σκέψης και λειτουργίας σε όλη την ελληνική κοινωνία. Πιο αποκαρδιωτικό όμως μου φαίνεται το γεγονός ότι η απόδοση των ευθυνών γίνεται κάθε φορά σε κάποιο συμβάν (πλημμύρες, φωτιές, καταστροφές) ή σε κάποιον (πολιτικό ή οικείο πρόσωπο) το οποίο εκλαμβάνεται, σχεδόν μεταφυσικά, σαν ένα γεγονός ή μια κατάσταση με τα οποία ο συσχετισμός μας δε μπορεί να αλλάξει. Καταλήγουμε στη μίμηση τρόπων και μηχανισμών που κατά τα άλλα καταδικάζουμε».
Ο Δημήτρης Καστανιάς πιστεύει ότι «στη παράσταση παρελαύνει η Dream Team της ελληνικότητας. Αδιαφορία, αδράνεια, ΠΑΣΟΚ, σεξισμός, ρατσισμός, φέτα, ΠΑΣΟΚ, εργασία και όχι χαρά, πατριαρχία, ΠΑΣΟΚ τηλεπαιχνίδια, πλαστικές καρέκλες και πάει λέγοντας». Η Άκηστις Πολυχρονιάδη επισημαίνει: «Ιστορία, Τέχνη, Γλώσσα, Φαγητό, Θρησκεία. Είναι μερικά από τα κομμάτια ενός παζλ που συνθέτουν μια εθνική ταυτότητα- την όποια εθνική ταυτότητα. Τα έθνη κράτη δεν υπήρχαν, δημιουργήθηκαν. Για να μπορέσουν να ενοποιήσουν διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες, σε μια κοινή γεωγραφική περιοχή, έπρεπε να επινοήσουν ένα κοινό αφήγημα, έναν κοινό πολιτισμό, ένα Έθνος Κράτος. Τα παραπάνω, λοιπόν, αποτελούν κομμάτια της ελληνικότητας στην δραματουργία του Π.Ο.Π. Είναι αυτά που μας κάνουν να νιώθουμε ότι κάτι μας ενώνει όλους, αυτά που μας κάνουν να ξεχνάμε ότι υπάρχουν ιδεολογικές και ταξικές διαφορές: διάφορες που δεν συμφέρει πάντοτε το κράτος να θυμόμαστε».
INFO:
Π.Ο.Π
Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης του Θανάση Κριτσάκη
ΑΠΑΡÄΜΙΛΛΟΝ, Παράσχου 87, Γκύζη
Παραστάσεις: 2, 3, 4, 9, 10, 11 Νοεμβρίου 2023