Αίτηση ακύρωσης της απόφασης του υπουργείου Πολιτισμού, με την οποία εγκρίθηκε η μελέτη προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο προσέφυγαν ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, η Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων, ο Ενιαίος Σύλλογος Υπαλλήλων Υπουργείου Πολιτισμού και Εποπτευομένων από αυτό ΝΠΔΔ και δημοσίων υπηρεσιών Αττικής, Στερεάς Ελλάδος και νομών Κυκλάδων, Λέσβου, Χίου και Σάμου, ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων, το Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού Υπουργείου Πολιτισμού, η Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και 21 πολίτες, μεταξύ των οποίων η πρώην γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Βλαζάκη και ο τέως δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης.
Τι υποστηρίζουν
Στην αίτηση ακύρωσης οι προσφεύγοντες επικαλούνται ότι δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία για την ανάθεση της σχετικής μελέτης, ότι δεν πρόκειται περί οριστικής μελέτης, ούτε μελέτης εφαρμογής, αλλά περί προμελέτης, για την οποία απαιτούνται πολλές συμπληρώσεις, ότι η απόφαση για τα στοιχεία με τα οποία συμπληρώνεται η μελέτη πρέπει να λαμβάνεται κατόπιν γνωμοδότησης του ΚΑΣ, κάτι που δεν έγινε, ότι η μελέτη δεν εκπονήθηκε σύμφωνα με τις απαιτήσεις του αρχαιολογικού νόμου και ότι παραβιάζεται το άρθρο 24 παρ. 1 & 6 του Συντάγματος ως προς την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος.
Οι προσφεύγοντες κάνουν λόγο για πρωτοφανές εγχείρημα απόσπασης ενιαίου αρχαιολογικού χώρου, το οποίο αποτελεί παγκόσμιο πείραμα, καθώς δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενου μετακίνησης αρχαιολογικού χώρου, παρά μόνο μεμονωμένου ή μεμονωμένων μνημείων. Μεταξύ άλλων επισημαίνουν ότι «οι εργασίες απόσπασης και επανατοποθέτησης θα λάβουν χώρα σε έναν κλειστό χώρο, αφού έχει ήδη κατασκευαστεί η πλάκα οροφής του Σταθμού Βενιζέλου. Η εμπειρία ως τώρα σε αποσπάσεις, αλλά και επανατοποθετήσεις αρχαιοτήτων αφορά αποκλειστικά σε ανοιχτούς, κατά κανόνα υπαίθριους χώρους». Επίσης, σημειώνουν ότι λόγω των δεσμεύσεων του κατασκευαστικού έργου (πλάκα οροφής, φρεάτια, στάθμη έδρασης της πλάκας επιπέδου -1, στάθμη υποδομής, ο τρόπος κοπής και η στάθμη κοπής των αρχαιοτήτων καθορίζεται από τις αναγκαιότητες του τεχνικού έργου και όχι από τις ανάγκες των ίδιων των αρχαιοτήτων, κάτι που δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στην διαδικασία της απόσπασης, την ακεραιότητα των αρχαιοτήτων και προσθέτει ειδικές τεχνικές απαιτήσεις για τη μελέτη.
«Συνάγεται, λοιπόν, το συμπέρασμα από τα προαναφερόμενα, ότι επιχειρείται ένα εγχείρημα αν όχι παντελώς ανέφικτο επιστημονικά και τεχνικά αδύνατο σε κάθε περίπτωση, όμως, με απρόβλεπτες δυσκολίες και επισφάλειες και δη για σπουδαίες αρχαιότητες και ότι επί ματαίω αυτές θα αποσπαστούν με τρόπο που συνεπάγεται την αναπόφευκτη και αναπόδραστη καταστροφή τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία επισημαίνεται ότι η μελέτη εκπονείται είτε απευθείας από το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό των αρμόδιων υπηρεσιών, είτε με ανάθεση από την υπηρεσία σε ιδιώτες μελετητές που έχουν τα κατά νόμο απαραίτητα προσόντα. Ωστόσο, η μελέτη που εγκρίθηκε με την προσβαλλομένη, αν και είναι αρχαιολογικής φύσης, ούτε εκπονήθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ ούτε ανατέθηκε από αυτές σε ιδιώτη μελετητή. «Σε κάθε δε περίπτωση, η συγκεκριμένη Μελέτη που κατατέθηκε δεν είναι σε επίπεδο Οριστικής Μελέτης ούτε Μελέτης Εφαρμογής, αλλά σε επίπεδο Προμελέτης. Άρα και εξ αυτού του λόγου οι προσβαλλόμενες είναι ακυρωτέες», επισημαίνεται.
Πηγή: voria.gr