Για πρώτη φορά, η επιτροπή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας πρότεινε νέα δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους σε βασικά φάρμακα υψηλής προτεραιότητας. Ωστόσο, το υψηλό κόστος και η χαμηλή διαθεσιμότητα των φαρμάκων, συνεχίζουν να αποτελούν εμπόδιο για πολλούς ασθενείς.
Προχωρώντας στη σύσταση ομάδας που διεξάγει έρευνα πάνω στις πολιτικές που διεκδικούν υψηλό κόστος σε φαρμακευτικά προϊόντα που θεωρούνται αναγκαία, αλλά δεν είναι επί του παρόντος οικονομικά προσβάσιμα σε ασθενείς, ο ΠΟΥ επιχειρεί να διασφαλίσει ένα ποιοτικότερο σύστημα υγείας με προσβασιμότητα σε όλους.
Η πρόταση έγινε με αφορμή την πρόσφατη Έκθεση που κατατέθηκε σε ό,τι αφορά θεραπείες/ φαρμακευτικές αγωγές που πρέπει να προστεθούν στη λίστα του ΠΟΥ με τα βασικά φαρμακευτικά προϊόντα. H συγκεκριμένη λίστα, η οποία ανανεώνεται κάθε δυο χρόνια, συμπεριλαμβάνει τα πιο αποτελεσματικά, ασφαλή σε χρήση και οικονομικά φαρμακευτικά προϊόντα για την αντιμετώπιση σοβαρών ασθενειών υψηλής προτεραιότητας με στόχο να βελτιωθεί η ποιότητα του συστήματος υγείας.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσίευσε τη νέα λίστα, «Βασικά Φαρμακευτικά Προϊόντα και Βασικά Φαρμακευτικά Προϊόντα για Παιδιά» (Model Lists of Essential Medicines and Essential Medicines for Children), στην οποία συγκαταλέγονται ακόμη και θεραπείες διαφόρων ειδών καρκίνου, αντλίες ινσουλίνης, νέες φαρμακευτικές αγωγές στόματος για διαβητικούς, νέες φαρμακευτικές αγωγές για ανθρώπους που θέλουν να κόψουν το κάπνισμα, έως και αγωγές για την αντιμετώπιση σοβαρών λοιμώξεων που προκαλούνται από μύκητες και βακτήρια.
Η λίστα αυτή, έχει ως στόχο να αντιμετωπιστούν παγκόσμια ζητήματα υγείας που αποτελούν προτεραιότητα, αναγνωρίζοντας ποια φάρμακα είναι τα καταλληλότερα, και ποια θα πρέπει να είναι προσβάσιμα – από πλευράς κόστους – και διαθέσιμα σε όλους. Η λίστα ασκεί μεγάλη επιρροή καθώς πολλές χώρες τη συμβουλεύονται προκειμένου να καθορίσουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το υψηλό κόστος και η χαμηλή διαθεσιμότητα συνεχίζουν να αποτελούν εμπόδιο για τους ασθενείς
Η επιτροπή που συστάθηκε ωστόσο από τον ΠΟΥ για την έρευνα και τον έλεγχο πολιτικών αύξησης τιμών σε φάρμακα υψηλής προτεραιότητας, επισήμανε πως μερικές φαρμακευτικές αγωγές/ θεραπείες για την αντιμετώπιση του καρκίνου δεν είχαν μπει στη λίστα – λόγω αμφιβολίας ως προς την οικονομική προσβασιμότητα σε αυτές. Μεταξύ αυτών, συμπεριλαμβάνονται θεραπείες για την αντιμετώπιση του πολλαπλού μυελώματος, του καρκίνου του στήθους και του καρκίνου του πνεύμονα. Η επιτροπή αναφέρθηκε σε φαρμακευτικές αγωγές όπως το “Keytruda” η οποία έχει καταχωρηθεί ως «απαγορευτικό φάρμακο υψηλού κόστους».
Το υψηλό κόστος πολλών φαρμακευτικών αγωγών, όπως αυτό της ινσουλίνης, συνεχίζουν να καθιστούν δύσκολη την πρόσβαση πολλών ασθενών σε αυτά, θέτοντας τις ζωές των ασθενών σε άμεσο κίνδυνο.
«Υπερβολικά πολλοί άνθρωποι που χρειάζονται ινσουλίνη αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες στην αγορά του προϊόντος, με πολλούς να μην προσπαθούν τελικά να αγοράσουν αντλίες και να πεθαίνουν. Το γεγονός ότι οι νέες αυτές λίστες του ΠΟΥ θα διαθέτουν εντός τους και φαρμακευτικά προϊόντα ινσουλίνης, σε συνδυασμό με προσπάθειες που γίνονται προκείμενου να καταστούν τα προϊόντα αυτά οικονομικά προσβάσιμα, αποτελούν ένα σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας και της προσβασιμότητας για όλους τους», είπε ο Dr Tedros Adhanom Ghebreyesus, ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Σύμφωνα με πρόσφατες μαρτυρίες ασθενών με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 – που είναι και ο πιο σοβαρός τύπος – όπως η μαρτυρία της Gail deVore, τα τελευταία χρόνια η τιμή της ινσουλίνης, έχει αυξηθεί έως και 600% στις ΗΠΑ.
«Ήμουν αρκετά τυχερή να μπορώ να μιλήσω για το θέμα αυτό στο Λευκό Οίκο, με αφορμή τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις του Μπάιντεν στο Κογκρέσο για τη μείωση κόστους στα φάρμακα», είπε η κυρία deVore.
«Είμαι ασθενής Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 από τα 11 μου έτη, και η Ινσουλίνη για εμάς είναι σαν το νερό. Δίχως αυτή, πεθαίνουμε», όπως είπε η Gail deVore.
Στη συνέχεια πρόσθεσε, «η μεγάλη πρόκληση ωστόσο, ήταν πάντοτε η δυνατότητα αγοράς της Ινσουλίνης που το σώμα μου χρειάζεται προκειμένου να επιβιώσει. Συγκεκριμένα η Αντλία Ινσουλίνης “Novolog”, ο τύπος της ινσουλίνης που αγοράζω από τις τρεις διαθέσιμες επιχειρήσεις που πουλάνε ινσουλίνη, έχει κόστος παραγωγής 6 δολάρια….αλλά στην αγορά η τιμή φτάνει αυτή των 289 δολαρίων. Για κάθε μία αντλία. Το κόστος συνταγογράφησης φαρμάκων σε αυτή τη χώρα δεν είναι απλώς υψηλό, αλλά αδιανόητο».
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα με την τιμή ινσουλίνης
Περί τα 500 άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 δεν μπορούν να ξεκινήσουν θεραπεία με την αντλία ινσουλίνης. Ο λόγος; ο προϋπολογισμός που δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.
Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται από την επιστολή που προωθήθηκε από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Ιατρικών & Βιοτεχνολογικών Προϊόντων (ΣΕΙΒ) προς τη διοίκηση του ΕΟΠΥΥ αλλά και την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας.
Σύμφωνα με την έκθεση της Ένωσης Φαρμακευτικής Φροντίδας (PCMA) τον Μάιο του 2018, η τιμή ινσουλίνης αυξήθηκε κατά 10 φορές τα τελευταία χρόνια. Όπως υποστηρίζεται στην ίδια, οι τιμές των σκευασμάτων αυξήθηκαν από 25 δολάρια ανά συνταγή το 1985 σε περίπου 300 δολάρια ΗΠΑ το 2016. Επίσης, οι τιμές της ινσουλίνης μακράς δράσης αυξήθηκαν από περίπου 100 δολ ανά συνταγή το 2007 σε περίπου 400 δολ. ανά συνταγή το 2016.
Σύμφωνα με το Iatronet.gr, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα 3.000 άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1, κυρίως νέοι και παιδιά, χρησιμοποιούν αντλίες ινσουλίνης με πολύ καλά αποτελέσματα στη ρύθμισή τους. Σύμφωνα με τις επιδημιολογικές μελέτες για τον Σακχαρώδη Διαβήτη στην Ελλάδα, η διείσδυση της θεραπείας με αντλία ινσουλίνης ανέρχεται στο 6,3%, ενώ στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και την Αυστραλία η διείσδυση κυμαίνεται μεταξύ 15-35%. Μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί δεδομένο ότι η διάθεση αντλιών ινσουλίνης θα αυξάνεται τουλάχιστον κατά 15% ετησίως στην Ελλάδα.
Παρά τα πιο πάνω όμως στοιχεία, όμως, ο συνολικός προϋπολογισμός της υποκατηγορίας Λ4Γ του ΕΟΠΥΥ που αφορά αποκλειστικά τις αντλίες ινσουλίνης και τα αναλώσιμά τους, με βάση τις τιμές αποζημίωσης που όρισε σε ΦΕΚ ο Οργανισμός, καθορίστηκε για το έτος 2020 σε 8.000.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις του ΕΟΠΥΥ σχετικά με την υπέρβαση της δαπάνης της Λ4Γ για το 2020, η πραγματική δαπάνη του ανήλθε σε 9.174.400 ευρώ και αυτό δημιούργησε υπέρβαση δαπάνης κατά 20,31% στο Β΄ εξάμηνο του 2020. Αυτό σημαίνει ότι 400 ασθενείς σε ετήσια βάση δεν καλύφθηκαν από τον προϋπολογισμό της υποκατηγορίας Λ4Γ για τη θεραπεία με Αντλία Ινσουλίνης