Τότε λοιπόν στις κωμοπόλεις λίγα παιδιά κατείχαν δικά τους ποδήλατα, γι΄αυτό η πιο συνηθισμένη φράση στον παιδόκοσμο ήταν «θα μου δώσεις να κάνω λίγο;». Αυτό το καθαρό αίτημα είχε μέσα του μεγάλο φορτίο ειλικρίνειας. Απενοχοποιούσε τη φτώχεια και δεν την άφηνε να γίνει κοινωνική ρετσινιά.
Λίγες δεκαετίες αργότερα, η φτώχεια κρύφτηκε. Με τα in και out (δεν ήταν μόνο ο Κωστόπουλος που ξεβλάχεψε τη χώρα, προηγήθηκαν οι στήλες του περιοδικού Ταχυδρόμος), με τις επώνυμες μπράντες να γίνονται οικόσημα και το ζεστό ρούχο να μην αρκεί να είναι ζεστό αλλά να είναι και φίρμα, η φτώχια, ανεπισήμως, ήταν ανεπίτρεπτη. Ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν στην Ελλάδα φτωχοί άνθρωποι, απλά το κοινωνικό must επέβαλε να διαθέτεις και να το δείχνεις. Οι αγορές αγαθών δεν είχαν να κάνουν με την εγγλέζικη αρχή «είμαι φτωχός, αγοράζω ακριβά», δηλαδή παίρνω κάτι καλό για να κρατήσει. Είχε να κάνει με την κοινωνική προμετωπίδα του καθενός. Τότε ήρθαν στη ζωή μας οι απομιμήσεις των ακριβών επώνυμων αγαθών. Δεν είχε σημασία αν τα αγαθά οφθαλμοφανώς ήταν απομιμήσεις. Αυτό που μετρούσε ήταν η φαντασιακή συμμετοχή στην ευημερία. Ο εξορκισμός της φτώχειας.
Τις απομιμήσεις η καπιταλιστική αγορά, υποτιμητικά, τις αποκάλεσε «μαϊμούδες». Το παρατσούκλι αυτό εξέφραζε την περιφρόνηση του πλούσιου κόσμου προς αυτούς που καταδεχόντουσαν να προσποιούνται κάτι που δεν είναι. Ανεξάρτητα από την κατανοητή εμπορική ζημία των μεγάλων οίκων, υπήρξε μια απαξίωση σε όσους δεν σεβόταν την κοινωνική τους τάξη και «μαϊμούδιζαν». Η οικονομία που επέβαλε τον σιδηρούν κανόνα του φαίνεσθαι και κομμάτι της κοινωνίας που τον ασπάστηκε, κατέκριναν όσους καταδέχονταν τις απομιμήσεις, ανίκανοι να εννοήσουν ότι όλοι οι ενήλικες κουβαλάμε την παιδική επιθυμία: να κάνω κι εγώ λίγο;
Τα χρόνια της ευδαιμονίας έκαναν το κύκλο τους κι η ανέχεια χτύπησε τις πόρτες των ανθρώπων με τον πιο επιθετικό τρόπο. Η φτώχεια αποενοχοποιήθηκε ως κατάσταση και κανείς δεν ντρεπόταν να πει ότι δεν έχει. Όλοι στον ίδιο παρονομαστή. Αλλά οι μαϊμούδες δεν έφυγαν από τη ζωή μας. Συνεχίζουν να υπάρχουν και να αγοράζονται. Αυτή τη φορά ως αναμνηστικά ευμάρειας και μιας ζωής που στηρίχτηκε εν πολλοίς «στην ακριβή εικόνα».
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr