Γιατί Ποτάμι και ΚΙΝΑΛ πνίγονται στις Πρέσπες

Το λεγόμενο «μακεδονικό ζήτημα», σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, δημιουργήθηκε όταν ο Αντώνης Σαμαράς έκανε δύο πράγματα: έβαλε την υπογραφή του κάτω από κείμενο που αποκαλούσε την πΓΔΜ «Μακεδονία» (2 Δεκεμβρίου 1991, έγγραφο Νο 3567) και δεν έθεσε ως ΥΠΕΞ της χώρας κανέναν όρο προκειμένου να συμφωνήσει στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.

φώφησταύρος

Το μακεδονικό, που αναμφίβολα είναι εθνικό θέμα, υπήρξε ταυτόχρονα και πολιτικό εργαλείο. Ο ίδιος ο Σαμαράς έκανε καριέρα ως μακεδονομάχος εγγονός της Πηνελόπης Δέλτα και είναι αυτός που σήμερα επέλεξε και επέβαλε στον Κυριάκο Μητσοτάκη να χρησιμοποιήσει το μακεδονικό ως πεδίο αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση, ως πολιτικό εργαλείο δηλαδή, ενώ η ΝΔ επί τουλάχιστον δέκα χρόνια είχε διαμορφωμένη θέση υπέρ της σύνθετης ονομασίας.

Τη δεκαετία του ’90, όπως έχουν ομολογήσει τουλάχιστον δύο ιστορικά στελέχη της ΝΔ, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο πρώην ΥΠΕΞ Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, το κόμμα ήταν όμηρος της «πατριωτικής φιλολογίας». Ο Σαμαράς κατηγορούσε τη ΝΔ για προδοσία και κανένας στο κόμμα δεν τολμούσε να ομολογήσει ότι χρειάζεται μια ψύχραιμη ματιά στο μακεδονικό για να μην τον εγκαλέσουν για προδοσία.

Την ίδια εποχή το ΠΑΣΟΚ, παρότι ως σοσιαλιστικό κόμμα είχε διαφορετική προσέγγιση στο μακεδονικό, κράτησε ψηλά τους «εθνικούς τόνους» (προχώρησε ακόμη και σε εμπάργκο στην πΓΔΜ την εποχή ίσως που χρειαζόταν μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη συνεργασία με τη γείτονα χώρα) γιατί αυτό του έδινε τη δυνατότητα να επικρατεί επί της Δεξιάς, η οποία μαστιζόταν από τον εμφύλιο για το ίδιο ζήτημα.

Πέρασαν σχεδόν 30 χρόνια και το μακεδονικό παρέμενε άλυτο. Τα κόμματα του γαλαζοπράσινου δικομματισμού δεν ήθελαν να μιλήσουν με ειλικρίνεια για το ζήτημα, φοβούμενα το εκλογικό ακροατήριο που τα ίδια είχαν διαμορφώσει με όρους συναισθηματικού πατριωτισμού για να είναι έτοιμο στο πολιτικό κάλεσμα με βάση τα παβλοφικά αντανακλαστικά.

Στο παρασκήνιο ωστόσο υπήρχαν έντονες διαβουλεύσεις. Από τις προτάσεις για «Ορεινή Μακεδονία» της κυβέρνησης Σημίτη ως τη «Βόρεια ή Ανω ή Νέα Μακεδονία» του Κώστα Καραμανλή, η πΓΔΜ ήταν σε κάθε περίπτωση Μακεδονία. Από το 2008 έως το 2018 το μακεδονικό έμοιαζε με θέμα του οποίου έχει σταματήσει η πολιτική χρήση και επικρατούσε η σχεδόν διακομματική εθνική θέση που προέβλεπε μεικτή ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για κάθε χρήση. Η μη επίλυση του προβλήματος δεν οφειλόταν στην άρνηση της Ελλάδας να επιτρέψει τη χρήση του όρου Μακεδονία, αλλά στην αδιαλλαξία της τότε ηγεσίας των Σκοπίων.

Η απόφαση της σημερινής κυβέρνησης να κλείσει το βασικό εθνικό θέμα σχετίζεται κυρίως με την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να συμπεριφερθεί ως πρωθυπουργός του οποίου ευθύνη είναι η επίλυση των προβλημάτων, άρα και του μακεδονικού, τον καταλυτικά θετικό ρόλο του ομολόγου του Ζόραν Ζάεφ αλλά και τις διεθνείς συγκυρίες.

Η απομάκρυνση από τα πέτρινα χρόνια του βαρέος συναισθηματισμού, η ευθυγράμμιση των κομμάτων πίσω από μια εθνική θέση τα τελευταία χρόνια δημιουργούσε την εντύπωση ότι το θέμα θα μπορούσε να λυθεί διακομματικά. Πόσο μάλλον όταν δύο πρωταγωνιστές της λύσης μέσω σύνθετης ονομασίας, ο Κώστας Καραμανλής και η Ντόρα Μπακογιάννη, είναι ενεργά στελέχη στη ΝΔ. Ξαφνικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να εκμεταλλευτεί πολιτικά το εθνικό θέμα, διατηρώντας ωστόσο άλλη στάση στο εξωτερικό, όπου εμφανίζεται ως Μητσοτάκης Εξωτερικού να μην απειλεί τη συμφωνία των Πρεσπών.

Η εκ νέου τοποθέτηση του μακεδονικού στη φτηνή πολιτική αντιπαράθεση συγκεντρώνει γύρω της εκτός από παραδοσιακούς μακεδονομάχους και αφηνιασμένους δεξιούς που προσδοκούν ρεσάλτο στην εξουσία. Αυτός ο σκοπός είναι που αγιάζει ακόμη και τα παρακρατικά μέσα και όχι οι επικλήσεις στον πατριωτισμό, τον Θεό και στην Παναγία.

Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν δύο ενδεχόμενα: ή η Ιστορία να επαναληφθεί ως φάρσα ή να βγάλει τη γλώσσα της σε όσους θεωρούν ότι παλιές μέθοδοι θα φέρουν γνωστά αποτελέσματα.

Οι ηγεσίες των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης επιχείρησαν να ακολουθήσουν τη ΝΔ, ενδεχομένως από κεκτημένη ταχύτητα που τους θέλει να συγκροτούν ακόμη και με ταυτόσημη ρητορική το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Αυτό ίσως ήταν το καθοριστικό λάθος που σήμερα οδηγεί κοντά στη διάλυση τουλάχιστον ΚΙΝΑΛ και Ποτάμι. Στελέχη αυτών των κομμάτων βλέπουν τις ηγεσίες τους να απομακρύνονται από την υπεύθυνη στάση για ένα εθνικό θέμα. Επιπλέον διακρίνουν ότι στην Ελλάδα ανοίγει εμφανώς η κερκόπορτα για τον εθνικισμό και η μισαλλοδοξία είναι έτοιμη να παρελάσει καβάλα στον Βουκεφάλα. Η κατάσταση που διαμορφώνεται είναι επικίνδυνη και πολιτικά κεφαλαιοποιείται μόνο από την ακροδεξιά. Προφανώς αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να αποδεχθεί κάθε στέλεχος του ΚΙΝΑΛ ή του Ποταμιού μόνο και μόνο επειδή είναι αντιΣΥΡΙΖΑ. Πόσο μάλλον που ο Τσίπρας είναι αυτός που επέλεξε να προωθήσει και δικές τους θέσεις χωρίς να λογαριάζει το πολιτικό κόστος.

Όσοι περίμεναν ότι η κυβέρνηση θα πνιγεί στις Πρέσπες διακρίνουν ότι Γεννηματά και Θεοδωράκης ήδη πιάνονται από τα μαλλιά τους σαν τους πνιγμένους. Η παρέμβαση του Γιώργου Παπανδρέου υπέρ της συμφωνίας, οι ανοιχτές διαφοροποιήσεις στελεχών του ΚΙΝΑΛ, της ΔΗΜΑΡ και του Ποταμιού δεν σηματοδοτούν συγκυριακή πολιτική διαφωνία αλλά είναι πιθανότερο να αποτελούν προπομπό ευρύτερων εξελίξεων.

Πιθανόν βρισκόμαστε στο σημείο όπου η συσσωρευμένη ποσότητα δημιουργεί ποιοτικές μεταβολές. Ούτε η Φώφη Γεννηματά ούτε ο Σταύρος Θεοδωράκης μπορούν να αντιληφθούν αυτήν τη διαλεκτική. Και σίγουρα όχι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μπρος γκρεμός και πίσω Πρέσπες.

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr

Στην αντεπίθεση περνά η Καϊλή: «Δεν με υπερασπίστηκαν το ΠΑΣΟΚ και η Ε.Ε., θα μετακομίσω στην Ιταλία»

5754833

Στην αντεπίθεση περνά η Καϊλή: «Δεν με υπερασπίστηκαν το ΠΑΣΟΚ και η Ε.Ε., θα μετακομίσω στην Ιταλία»

Τα παράπονα της προς το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε σε συνέντευξη η Εύα Καϊλή