Newsroom

Newsroom

Άρειος Πάγος: Σύγκληση της Ολομέλειας για την παράταση των ορίων ηλικίας

Συγκαλείται η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με πρωτοβουλία της Προέδρου του ανωτάτου δικαστηρίου Βασιλικής Θάνου για την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να γνωμοδοτήσει για το θέμα της παράτασης των ορίων ηλικίας των ανώτατων δικαστικών που έχει προκαλέσει αντιδράσεις στο νομικό και τον πολιτικό κόσμο.

5894c9231dc5245e238b4924

Η ανακοίνωση του Αρείου Πάγου

Συγκαλείται, στις 8 Φεβρουαρίου 2017 ημέρα Τετάρτη και ώρα 12.30 (μετ΄ αναβολή από την 26-1-2017), η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατά το άρθ. 14 παρ. 2 και παρ. 4 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Ν. 1756/1988) στην αίθουσα Διασκέψεων της Ολομέλειας, 2ος όροφος, προκειμένου τα μέλη της, μετά από συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων, να καταλήξουν σε πόρισμα επί των ζητημάτων που είχαν ήδη τεθεί με το υπ’ αριθμ. 101/18-1-2017 έγγραφο της Προέδρου. Ειδικώς τα ερωτήματα υπό στοιχ. 3 & 5 συμπληρώνονται και ενοποιούνται σε ένα ως εξής:

Το ίδιο το Σύνταγμα παρέχει εγγυήσεις για τη Δικαστική Εξουσία, με διατάξεις, που περιέχουν θεμελιώδεις αρχές, ιδίως τις αρχές της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και της ισοβιότητας (άρθ. 87 παρ. 1 και 88 παρ. 1 του Συντάγματος).

Η αρχή της ισοβιότητας θεσπίζεται με την παρ. 1 του άρθ. 88 Συντ. και εξειδικεύεται με την παρ. 5 του ιδίου άρθρου.

α) Ο Συντακτικός νομοθέτης αντιλαμβάνεται την έννοια της ισοβιότητας, όχι μόνο με τη στενή του όρου έννοια, δηλαδή σε αντιδιαστολή προς τον όρο «μόνιμος» που χρησιμοποιεί στο άρθ. 103 παρ. 4 του Συντάγματος για τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά και κατά την κυριολεξία της έννοιας της ισοβιότητας.

Το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή ο συντακτικός νομοθέτης αντιλαμβάνεται διαχρονικά τον όρο «ισόβιοι» κατά κυριολεξία αποδεικνύεται από το ότι με τα Συντάγματα του 1844 και 1864 καθιερώθηκε η δικαστική ισοβιότητα, χωρίς να προβλέπεται ρητά όριο ηλικίας αποχώρησης από την υπηρεσία. Επίσης, στο Σύνταγμα του 1911, η ηλικία αποχώρησης των Ανώτατων Δικαστών ήταν το 75ο έτος, όταν το προσδόκιμο ζωής ήταν πολύ μικρότερο και συνεπώς ταυτιζόταν με την κατά κυριολεξία ισοβιότητα, διότι εκάλυπτε το τότε προσδόκιμο ζωής και επίσης στο Σύνταγμα του 1952, το 70ο έτος, όριο που επίσης ήταν πολύ κοντά στο τότε προσδόκιμο ζωής.

Η διάσταση μεταξύ της αρχής της ισοβιότητας που θεσπίζεται στο άρθ. 88§1 Συντ. και εκείνης που εξειδικεύεται στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου, προκύπτει στο Σύνταγμα του 1975, στο οποίο, όπως είναι κοινό μυστικό, το όριο μειώθηκε στο 67ο, για να αποχωρήσουν ενωρίτερα ορισμένοι ανώτατοι Δικαστές και Εισαγγελείς, που είχαν συνεργασθεί με την Δικτατορία. Παρά τη μείωση του ορίου, ακόμη και τότε (το 1975) το όριο των 65 και 67 ετών αντίστοιχα, βρισκόταν κοντά στο προσδόκιμο ζωής.

(Βλ. Φ. Σπυρόπουλος, Εισαγωγή στο Συνταγματικό Δίκαιο, 2006, σελ. 440 επ.) «επειδή η ισοβιότητα αποτελεί θεσμική εγγύηση, τίθεται το ζήτημα της εναρμόνισης της διάταξης της παρ. 1 με εκείνη της παρ. 5 του άρθ. 88 Συντ.».

β) Επίσης, το όριο αποχώρησης των Δικαστών, διαχρονικά σε όλα τα Συντάγματα ήταν σταθερά υψηλότερο από όλους στο Δημόσιο Τομέα (με εξαίρεση τους Καθηγητές των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, για τους οποίους, ως δημόσιους λειτουργούς, προβλέπεται το ίδιο όριο με τους Ανώτατους Δικαστές, μέχρι την έκδοση σχετικού νόμου, άρθρ. 16§6 Συντ.). Ακόμη και μετά τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης, με το Σύνταγμα του 1975, διατηρήθηκε το υψηλότερο όριο συνταξιοδότησης των Δικαστών σε σχέση με τα τότε ισχύοντα γενικά όρια συνταξιοδότησης.

Η διατάραξη της εναρμόνισης μεταξύ της θέσπισης της αρχής της ισοβιότητας στην παρ. 1 του άρθ. 88 Συντ. και της εξειδίκευσης αυτής στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου, η οποία (διατάραξη), όπως προαναφέρθηκε προκλήθηκε με το Σύνταγμα του 1975, έχει γίνει πολύ πιο έντονη σήμερα, διότι μετά την πάροδο σαράντα δύο (42) χρόνων από το Σύνταγμα του 1975, το προσδόκιμο ζωής είναι κατά πολύ ανώτερο από τα όρια τα οριζόμενα στο άρθ. 88 παρ. 5 Συντ. Κατέστη δε ακόμη εντονότερη (και αυτό ήταν και η αφορμή για να τεθεί το ζήτημα από τους Δικαστές και να αναζητηθεί άμεση λύση) από το γεγονός ότι, με πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις (Ν. 4369/2016, άρθ. 41 παρ. 2 και άρθ. 59 παρ. 2 και Ν. 4336/2015 άρθ. 1 παρ. 1β) αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης όλων των εργαζομένων στο Δημόσιο, στα ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, Τράπεζες κ.λπ από το 65ο στο 67ο έτος. Έτσι, πέραν του ότι η ηλικία συνταξιοδότησης των Δικαστών (67ο και 65ο αντίστοιχα) είναι πολύ κατώτερη από το προσδόκιμο ζωής και για τον λόγο αυτόν, όπως προαναφέρθηκε, η παρ. 5 του άρθ. 88 Συντ. βρίσκεται σε μεγάλη διάσταση με την θεσπιζόμενη στην παρ. 1 του ίδιου άρθρου θεμελιώδη αρχή της ισοβιότητας, όπως διαχρονικά την ήθελε να εφαρμόζεται ο Συντακτικός νομοθέτης, επί πλέον εξαλείφθηκε η προς τα άνω διαφοροποίηση («εύνοια»), την οποία είχαν οι Δικαστές, σύμφωνα με την διαχρονικά σε όλα τα Ελληνικά Συντάγματα εκπεφρασμένη βούληση του Συντακτικού νομοθέτη. Εξέλιπε, δηλαδή, εν τοις πράγμασι η σταθερή και βασική συνιστώσα της εκάστοτε συνταγματικής ρύθμισης που ήταν η προς τα άνω διαφοροποίηση της ηλικίας συνταξιοδότησης των Δικαστών και μάλιστα κατά τρόπο που προκαλείται «δυσμένεια» εις βάρος των Δικαστών, αφού οι μεν Δικαστές μέχρι τον βαθμό του Εφέτη, που είχαν την ίδια

ηλικία συνταξιοδότησης με όλους τους λοιπούς εργαζόμενους του Δημόσιου τομέα, τώρα πλέον είναι οι μόνοι που αποχωρούν στο 65ο έτος, οι δε ανώτατοι Δικαστές, οι οποίοι πάντοτε και με βάση τη σταθερή συνταγματική ρύθμιση όλων των Ελληνικών Συνταγμάτων, είχαν την προς τα άνω διαφοροποίηση, τώρα πλέον εξισώνονται με όλους τους Δημοσίους Υπαλλήλους. Η κατάληξη αυτή επιφέρει καταφανώς σοβαρό πλήγμα και στο κύρος των Δικαστών, το οποίο (κύρος) βρίσκεται σε προφανή συνάρτηση με την διαφύλαξη της ανεξαρτησίας τους, την οποία, επίσης, θεσπίζει ως θεμελιώδη αρχή ο συντακτικός νομοθέτης, στο άρθ. 87 Συντ. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τον κοινό νομοθέτη, όλοι οι Δημόσιοι υπάλληλοι και ειδικώς οι Δικαστικοί Υπάλληλοι, ο οποίοι απασχολούνται στον ίδιο τομέα απασχόλησης με τους Δικαστές, διαθέτουν τις ικανότητες (σωματικές και πνευματικές) μέχρι τη συμπλήρωση του 67ου έτους. Αντίθετα, εάν κάποιος με εμμονική ακαμψία επιμένει στην γραμματική διατύπωση του άρθ. 88 παρ. 5 Συντ., αρνούμενος να αποδεχθεί την κοινωνική πραγματικότητα και τις εξελίξεις, τότε οι μεν Δικαστές, κατά τη γραμματική διατύπωση της διάταξης, μέχρι τον βαθμό του Εφέτη είναι «ανίκανοι προς εργασία» δύο χρόνια ενωρίτερα από τους υπαλλήλους (δηλ. στο 65ο έτος), οι δε ανώτατοι Δικαστές, εξισώνονται με τους υπαλλήλους (ακόμη και της Μέσης Εκπαίδευσης) με περαιτέρω αρνητική συνέπεια να μην αξιοποιείται η αποκτηθείσα εμπειρία τους στον ανώτατο βαθμό, κάτι που αποτελεί στόχο του συντακτικού νομοθέτη και αιτιολογεί την διαχρονικά συνταγματική πρόβλεψη για την προς τα άνω διαφοροποίηση της ηλικίας συνταξιοδότησής τους.

Για τους ως άνω λόγους (υπό στοιχ. α και β), τίθεται πλέον επιτακτικά το ζήτημα της άμεσης εναρμόνισης μεταξύ της παρ. 1 του άρθ. 88 Συντ. και της παρ. 5 αυτού;

γ) Θεμελιώδης αρχή της δικαστικής ανεξαρτησίας και ηλικία αποχώρησης

Είναι σαφές ότι η κύρια ratio της συνταγματικής κατοχύρωσης της ηλικίας αποχώρησης της 88§5 είναι προκειμένου να αποτελέσει εγγύηση υπέρ των ιδίων των Δικαστικών Λειτουργών. Ο κοινός νομοθέτης εμποδίζεται να χρησιμοποιεί τη μεθόδευση της μείωσης της ηλικίας για να απαλλαγεί από ανεπιθύμητους Δικαστές, όπως συνέβη σε ανώμαλες περιόδους του παρελθόντος. Σημειωτέον ότι τέτοια περίπτωση (μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης) έκριναν ως αντισυνταγματική οι υπ’ αριθμ. ολομ. 44/1946 και ολομ. 370/1946 αποφάσεις του ΣτΕ. Εξάλλου, δεν τίθεται θέμα αυθαίρετης αύξησης του ορίου ηλικίας από την Κυβέρνηση, για να παραμείνουν «οι αρεστοί», αλλά αντίθετα το ζήτημα τίθεται από τους ίδιους τους Δικαστές, ως γενικό αίτημα, ώστε να αρθεί η εις βάρος τους δημιουργηθείσα κατάσταση, λαμβανομένης υπόψη της κοινωνικής πραγματικότητας και των εξελίξεων.

Πρέπει να επισημανθεί ότι μία άλλη «γκρίζα» πλευρά, που συνδέεται με την ιστορία της διάταξης της παρ. 5 του άρθ. 88 Συντ. είναι και το ότι, όπως αποτελεί «κοινό μυστικό», παρότι δεν θα ήταν δυνατόν να αναγραφεί στα

πρακτικά της Βουλής ή στην αιτιολογική έκθεση, ο κρυφός στόχος του συντακτικού νομοθέτη του 1975, για τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης (από το 70ο στο 67ο) ήταν η συντομότερη συνταξιοδότηση ορισμένων Ανωτάτων, που είχαν συνεργασθεί με τη Δικτατορία.

Και για τους λόγους αυτούς τίθεται κατά τρόπο επιτακτικό το ζήτημα της άμεσης εναρμόνισης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης των Δικαστών με τις θεμελιώδεις αρχές της ισοβιότητας και της Δικαστικής ανεξαρτησίας;

Εισηγητές για το ενοποιημένο αυτό ερώτημα, καθώς και για την ειδικότερη επί του υπό συζήτηση ζητήματος νομολογία του ΣτΕ: η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κα Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου και ο Αντιπρόεδρος κ. Γεώργιος Σακκάς.

Παρακαλείσθε να προσέλθετε για να λάβετε μέρος στη συνεδρίαση της Διοικητικής (Γνωμοδοτικής) Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου

Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου

Ολλανδία: Οι ποδοσφαιριστές της Φίτεσε δωρίζουν τους μισθούς τους για να σώσουν την ομάδα

ΦΙΤΕΣΕ

Ολλανδία: Οι ποδοσφαιριστές της Φίτεσε δωρίζουν τους μισθούς τους για να σώσουν την ομάδα

Η Φίτεσε υποβιβάστηκε εφέτος από την πρώτη κατηγορία για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια,…