Βάσει νομοσχεδίου, η θανατική ποινή θα επιβάλλεται μόνο σε όσους διαπράττουν εγκλήματα που συνδέονται με τη διακίνηση ναρκωτικών. Όσοι συλλαμβάνονται έχοντας στην κατοχή τους 500 γραμμάρια μαριχουάνα ή 10 γραμμάρια κοκαΐνης, ηρωίνης ή έκσταση κινδυνεύουν να καταδικαστούν στην εσχάτη των ποινών, όπως και οι καλλιεργητές και οι διακινητές ναρκωτικών.
Η θανατική ποινή θα μπορεί να επιβάλλεται και σε όσους καταδικάζονται για τη διάπραξη σοβαρών εγκλημάτων, όπως βιασμοί και φόνοι, υπό την επήρεια ναρκωτικών. Αντίθετα, όσοι διαπράττουν φόνους και βιασμούς νηφάλιοι θα κινδυνεύουν μόνο με ποινές κάθειρξης.
Το νομοσχέδιο αυτό αποτελεί μέρος του πολέμου που έχει κηρύξει ο Ντουτέρτε εναντίον των ναρκωτικών και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη μείωση της ηλικίας για την ποινική ευθύνη στα 9 έτη.
«Η απόφαση αυτή είναι απάνθρωπη, αισχρή και εντελώς ασεβής», δήλωσε ο πατήρ Ζερόμ Σεσιγιάνο, γραμματέας δημοσίων σχέσεων της Συνόδου καθολικών επισκόπων. «Οι εγκληματίες πρέπει να τιμωρούνται και τα θύματα να βοηθούνται, όμως η ποινή δεν πρέπει να είναι ο θάνατος. Εξαιτίας των δυσλειτουργιών και των ελλείψεων του ποινικού μας συστήματος οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι για τους αθώους που πέφτουν θύματα δικαστικών λαθών», πρόσθεσε.
Το 80% των Φιλιππινέζων είναι πιστοί καθολικοί και η εκκλησία πρωτοστάτησε στην εκστρατεία κατάργησης της θανατικής ποινής το 2006.
Ο πατέρας Σεσιγιάνο και βουλευτές της αντιπολίτευσης είναι επίσης αντίθετοι στις τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν για την ψήφιση του νομοσχεδίου: περιορισμός του χρόνου συζήτησης και απουσία ενός συστήματος που να διασφαλίζει τη μυστική ψηφοφορία.