Μια επεισοδιακή συνέντευξη με τη Marianne Faithfull

Τον Σεπτέμβρη του 2016 ήρθε στο email μου η αναγγελία της κυκλοφορίας του καινούργιου τότε δίσκου της Marianne Faithfull. «Give my love to London» ο τίτλος του.

AP Faithfull

Το σκέφτηκα λίγο, όχι πολύ η αλήθεια είναι, κι έστειλα ένα απαντητικό email στη Χριστιάννα Φινέ, ζητώντας της να μάθει και να μου πει αν η Faithfull θα έδινε συνεντεύξεις στο Παρίσι ή στο Λονδίνο ή στην Ιρλανδία, κάποια απ’ τις τρεις χώρες δηλαδή που ήξερα ότι μοιράζει το χρόνο της. Η Χριστιάννα ρώτησε, έμαθε πολύ σύντομα και μου απάντησε πως, όντως, η Faithfull θα έδινε μια σειρά συνεντεύξεων στο σπίτι της στο Παρίσι. Συγκεκριμένη ημέρα και ώρα, βέβαια, και όχι πάνω από 30 λεπτά τον κάθε δημοσιογράφο! Τα έβαλα κάτω, τα ζύγισα, είχα κάτι λεφτά στην άκρη και είπα: «Πάμε τώρα, λοιπόν, να συναντήσουμε τη Marianne Faithfull, έναν θρύλο της εφηβείας»! 

Παραδόξως, φαινόταν πως η Marianne Faithfull με…κυνηγούσε! Λίγα χρόνια πριν, το 2011, είχε παίξει στο αρχαίο στάδιο της Ρόδου και τη συναυλία της θα άνοιγε ο τραγουδοποιός Λόλεκ. Εκείνο τον καιρό, λοιπόν, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον Δημήτρη Μίχαλο, που ασχολείται με τον πολιτισμό στα Δωδεκάνησα, ο οποίος με κάλεσε να πάω στο νησί, να καλύψω τη συναυλία της Faithfull και να της έπαιρνα μάλιστα και συνέντευξη, όπως και συνέβη. 

Θυμάμαι πως μέναμε στο ίδιο ξενοδοχειακό συγκρότημα με τη ροκ σταρ. Τη βλέπαμε κάθε πρωί να διαβάζει στην ξαπλώστρα της μπροστά στην πισίνα τυλιγμένη σε μια μεγάλη καφέ πετσέτα. Φάγαμε και παρέα ένα – δυο μεσημέρια, στο ίδιο τραπέζι δηλαδή, όπου τα μεγάλα γυαλιά ηλίου έκρυβαν το ύφος της δυσαρέσκειας της όταν κάθε φορά έρχονταν άνθρωποι να τη χαιρετίσουν ή να της πουν δυο λόγια.  

Θυμάμαι ακόμη την πρώτη μας τετ – α – τετ συνάντηση της στο δωμάτιο της. Ήταν εμφανώς κουρασμένη, αλλά σίγουρα δεν είχε καμία σχέση με τη…μέγαιρα που θα μου έμελλε να γνωρίσω για τα καλά από κοντά τα επόμενα χρόνια. Ένα δεκάλεπτο είχε διαρκέσει η πρώτη μας καταγραμμένη συνομιλία σε κασέτα μάλιστα, η οποία δυστυχώς κάπου θα παράπεσε με τις μετακομίσεις. Είπαμε λίγα πράγματα, αλλά σημαντικά. Στο τέλος, κιόλας, μου είπε ότι μπορώ να τραβήξω σε βίντεο τη συναυλία της κι άμα ήθελα να ανέβαινα πάνω στο stage, ενόσω θα έπαιζαν οι μουσικοί της κι εκείνη θα τραγουδούσε με τη βραχνή κροταλίσια φωνή της και το τσιγάρο στο χέρι. Τέλος, μου σύστησε να μην «ψαρώσω» αν ο μάνατζερ της και τότε γκόμενος της, ένας 50άρης Γάλλος με χαβανέζικο πουκάμισο, μου απαγόρευε τη βιντεοσκόπηση. 

Το τριήμερο είχε τελειώσει, η Faithfull θ’ αναχωρούσε απόγευμα από Ρόδο κατευθείαν για Βιέννη, όπου είχε κλεισμένη άλλη συναυλία, αλλά πριν να φύγει, είχα κάτι να της δώσω: Με δική μου πρωτοβουλία, ζήτησα από τη Λένα Πλάτωνος, εν όψει της συνάντησης μου με τη Faithfull, να της δίναμε ένα αγγλόφωνο τραγούδι – συγκεκριμένα μια ανέκδοτη μελοποίηση της Λένας στον Dylan Thomas με «ντεμαρισμένη» τη φωνή του Γιάννη Παλαμίδα. Μαζί θα χάριζα και στη Marianne μια κόπια με το ντοκιμαντέρ μου για το «Κύτταρο» και την ελληνική ροκ σκηνή των 70s. «Σε παρακαλώ, δεν θέλω δώρα» μου είπε η Marianne, όταν της τηλεφώνησα από τη ρεσεψιόν, νομίζοντας προφανώς πως θα της πρόσφερα καμιά παλιά γκραβούρα της Ρόδου ή κάποιο βιβλίο με τοπικές μαγειρικές – την είχε συνηθίσει ο δήμαρχος μάλλον σε τέτοιου είδους δώρα – σουβενίρ. Όπως έμαθα, φεύγοντας η Marianne για το αεροδρόμιο, παρέλαβε στα χέρια τον φάκελλο μου. Έκτοτε δεν την ξανάδα. Μέχρι το 2016!

Δε θα ξεχάσω με τι χαρά έκλεισα το αεροπορικό μου εισιτήριο για Παρίσι. Κι επειδή δεν υπήρχαν χρήματα να νοίκιαζα ξενοδοχείο για δύο βραδιές, ευτυχώς που βρέθηκε η καλή μου φίλη από τη χατζιδακική οικογένεια, η κιθαρίστρια Κατερίνα Φωτεινάκη, η οποία μου παραχώρησε το διαμέρισμα μιας φίλης της στον λόφο της Μονμάρτρης. Μαζί μου ήταν και ο Γιάννης Παπαπαναγιώτου, που δραστηριοποιείται στις καλλιτεχνικές παραγωγές στην πόλη που ζει, το Λονδίνο. Καλός φίλος ο Γιάννης, ήταν ότι έπρεπε να παραστεί στη συνέντευξη με τη Faithfull και να με βοηθήσει με τα άψογα αγγλικά του σε μία εκ βαθέων συζήτηση. Ούτως ή άλλως, γι’ αυτόν δεν ήταν μεγάλη δουλειά να πάρει ένα αεροπλάνο και νά’ρθει απ’ το Λονδίνο στο Παρίσι, χώρια που ήθελε πολύ να γνωρίσει από κοντά κοτζάμ Marianne Faithfull. Ανάθεμα την ώρα…

Ήπιαμε, θυμάμαι, ένα γρήγορο καφέ έξω απ’ το μουσείο του Λούβρου, καλέσαμε ένα ταξί ούμπερ και σε ένα δεκάλεπτο είχαμε φτάσει έξω απ’ την πολυκατοικία της Marianne Faithfull σε μια ήσυχη γειτονιά. Είχα σημειωμένο στο κινητό μου τον αριθμό του συνδυασμού για να άνοιγε η πόρτα, αλλά απ’ έξω μας πέτυχε η γερμανίδα μάνατζερ της και ανεβήκαμε παρέα απάνω. 

Η Marianne μίλαγε στο τηλέφωνο εκείνη την ώρα και είχε ανοιχτό τον κομπιούτερ της στη σελίδα της στο facebook. Δεν γύρισε να μας κοιτάξει, μόνο η βοηθός της μας έκανε νόημα να περιμένουμε και να μην την ενοχλήσουμε. Ο Γιάννης κάθισε στο τραπέζι που θα γινόταν η συνέντευξη, εγώ πάλι έκανα μια μικρή βόλτα για να χαζέψω τον προσωπικό της χώρο. Τρομερά κομψό και γουστόζικο διαμέρισμα, ένας συνδυασμός κλασικού και μοντέρνου. Στους τοίχους, η αφίσα από το Rock and Roll Circus με την ίδια, τους Rolling Stones, τον John Lennon και τους Jethro Tull. Αλλού ασπρόμαυρα πορτραίτα της από όλες τις φάσεις της ζωής της.

Η Marianne τελείωσε το τηλεφώνημα της, μας κάλεσε στο μπαλκόνι της – είχε ήλιο με δόντια – και μας έδειξε τα λουλούδια της στις γλάστρες, ένα απ’ τα οποία το φώναζε «Σαίξπηρ». Ύστερα μας πρότεινε να αφήσουμε σε μια γωνιά τα παλτά μας και πήραμε τις θέσεις μας για τη συνέντευξη. Είχαμε μισή ώρα μόνο και, όπως φάνηκε, η ίδια θα απολάμβανε σαδιστικά σχεδόν το ροκάνισμα του χρόνου. Πάνω στο τραπέζι υπήρχαν, θυμάμαι, ένα βιβλίο με στίχους του Bob Dylan, που μόλις είχε πάρει το Νόμπελ, μια μάσκα οξυγόνου, ένα μεγάλο ηλεκτρονικό τσιγάρο, ενώ παραδίπλα είχε μια βαλίτσα ανοιχτή μισογεμάτη με ρούχα. 

Δεν είχε καμία όρεξη για συζήτηση η Faithfull εκείνη τη μέρα! Μας κοιτούσε με ένα ύφος πριγκίπισσας των Αψβούργων – που από κει, όντως, κρατάει η σκούφια της – που είχε απέναντι της δυο φουκαράδες. Σε ότι, μα σε ότι κι αν τη ρωτούσα, πήγαινε κόντρα! Αν δηλαδή δεν διατηρούσα την ψυχραιμία μου, θα της είχα πει απ’ το πρώτο πεντάλεπτο ότι πρόκειται περί γαϊδούρας ολκής και το πολύ – πολύ να μας πέταγε έξω! Εδώ που τα λέμε, κι αυτό πλάκα θά’χε! 

Η αγένεια της ξεπέρασε κάθε όριο σε ορισμένες στιγμές και πολύ γρήγορα πέρασα κι εγώ στην αντεπίθεση. Έπαιζα στο γήπεδο της, άλλωστε. Η ταν ή επί τας! «Δεν τον γνωρίζω τον Καβάφη» μου είπε σε μια φάση, «Εσύ χάνεις» της απάντησα. «Έχεις καταλάβει ότι έχεις μόνο μισή ώρα;»…«Ναι, αν μ’ αφήσεις και μένα να κάνω τη δουλειά μου»…Σε τέτοιο ωραίο κλίμα εξελίχτηκε η κουβέντα μας! Η οποία κουβέντα, ωστόσο, όταν δημοσιεύθηκε στο μέσο που εργαζόμουν, έσπασε ρεκόρ αναγνωσιμότητας και έγινε θέμα μέχρι και στα google news! Τελικά δεν είχε βγει καθόλου άσχημη συνέντευξη, γι’ αυτό και συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο με τις συνεντεύξεις μου, τρία χρόνια μετά. Αντίθετα, ήταν υπόδειγμα – θεωρώ – συνέντευξης στην κόψη του ξυραφιού με μία ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα να την διαπερνά απ’ την πρώτη ως την τελευταία λέξη. 

Όταν βγήκαμε απ’ το σπίτι της, κοιταζόμασταν αμίλητοι με τον Γιάννη…Πάει ο μύθος της εφηβείας! Η αλλοτινή γκόμενα του Mick Jagger, το «Girl on a motorcycle» του swinging London, είχε γίνει μια αχώνευτη ξινόγρια που επειδή είχε σπάσει το ισχίο της στη Ρόδο το 2014, έπρεπε να την «πλήρωνα» εγώ, ένας Έλληνας δημοσιογράφος. Διόλου τυχαίο που ως τίτλος στη συνέντευξη είχαν μπει οι φράσεις της «Δεν θα ξαναπατήσω ποτέ στην Ελλάδα»! 

Εκείνη τη στιγμή, λίγα μέτρα έξω απ’ την πόρτα της, χτύπησε το κινητό μου. Ήταν η Μαρία Φαραντούρη από την Αθήνα, η οποία κανόνιζε κάποιο τραπέζωμα. «Ξέρεις που με πετυχαίνεις;» είπα στη Μαρία. «Μόλις βγήκα απ’ το σπίτι της Marianne Faithfull»«Ααα» έκανε η Μαρία, «να της δώσεις τα χαιρετίσματα μου. Είχαμε παίξει στο τάδε φεστιβάλ, το 1970τόσο, μαζί και με τη Μίριαμ Μακίμπα».Που νά’ξερες, Μαρία μου καλή! Άκουγε τη συνομιλία και ο Γιάννης, γυρνάει και μου λέει: «Ρε συ, Αντώνη, Φαραντούρη και ξερό ψωμί»! Τα χίλια δίκια είχε κι αυτός ύστερα από τόσα αρνητικά vibes που είχαμε δεχτεί κατάμουτρα! 

Για μένα, λοιπόν, η δεκαετία 2010 – 2020 ανήκει στη Marianne Faithfull. Εννοείται πως εξακολουθώ να την παρακολουθώ και ν’ ακούω τα νέα τραγούδια της, κυρίως στις συνεργασίες της με τον Nick Cave. Για μένα ήταν μια δημοσιογραφική επιτυχία σίγουρα. Όχι πως η Faithfull ήταν ποτέ η Madonna, εννοώ πως και πολλοί άλλοι Έλληνες συνάδελφοί της έχουν πάρει συνέντευξη και μάλιστα τους έχει μιλήσει πολύ πιο άσχημα και υποτιμητικά. Αυτό, όμως, το ότι μπήκα στον προσωπικό της χώρο, ήπια καφέ σε φλυτζανάκι των…προγόνων της, όπως μου είπε (για να πρόσεχα και να μην το έσπαγα – φαντάσου!) συν το ότι ήρθα σε ανοιχτή σύγκρουση με μια καλλιτέχνιδα, της οποίας τα βινύλια μάζευα από τα 16 μου, δεν το λες και μικρό πράγμα. 

Η Marianne Faithfull στις 29 Δεκεμβρίου, σε λίγες μέρες, γίνεται 73 χρονών. Αν και δεν πρόκειται να διαβάσει το κείμενο αυτό, την ευχαριστώ για τις δύο συναντήσεις μας μεσ’ στη δεκαετία που φεύγει, για την όλη εμπειρία εν ολίγοις, και της εύχομαι νά’ναι πάντα γερή και δημιουργική και νά’χει μια ευτυχισμένη καινούργια χρονιά.   

* Φωτογραφίες από το προσωπικό αρχείο του Αντώνη Μποσκοΐτη

Άστον Βίλα: Φίλαθλος έπαθε ανακοπή στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό – Η γυναίκα διασώστης που του έσωσε τη ζωή

Καταγραφή 2

Άστον Βίλα: Φίλαθλος έπαθε ανακοπή στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό – Η γυναίκα διασώστης που του έσωσε τη ζωή

Δραματικές στιγμές στο Villa Park πριν το παιχνίδι της Άστον Βίλα με τον Ολυμπιακό

Κρήτη: Βίντεο ντοκουμέντο «καίει» τον νονό που ασελγούσε στο βαφτιστήρι του – «Είμαι άρρωστος αλλά με προκάλεσε»

Krhtht

Κρήτη: Βίντεο ντοκουμέντο «καίει» τον νονό που ασελγούσε στο βαφτιστήρι του – «Είμαι άρρωστος αλλά με προκάλεσε»

Ο 50χρονος ισχυρίστηκε ότι τον προκάλεσε ο νεαρός και δήλωσε ότι είναι συντετριμμένος και άρρωστος

Γιάννα Τερζή: Απαντά μέσω ανάρτησης σχετικά με την κακοποίηση που υπέστη στην Eurovision – «Ναι, τώρα μπόρεσα…» (video)

image 7

Γιάννα Τερζή: Απαντά μέσω ανάρτησης σχετικά με την κακοποίηση που υπέστη στην Eurovision – «Ναι, τώρα μπόρεσα…» (video)

Ανάρτηση για την κακοποίηση που υπέστη πριν από 6 χρόνια έκανε η Γιάννα Τερζή