Αυτό ανέφερε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ο υπουργός υγείας Ανδρέας Ξανθός από το Ρέθυμνο τονίζοντας πως: «Πρέπει να γίνει κατανοητό στην κοινωνία ότι η ηγεσία του υπουργείου Υγείας και όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς στην υγεία που ασχολούνται με τους μετανάστες είναι προσηλωμένοι στον στόχο τους που δεν είναι άλλος από το να διαχειριστούμε τα ζητήματα υγείας, πρόνοιας, ασφάλειας και προστασίας των μεταναστών σε συνάρτηση πάντα με τις τοπικές κοινωνίες οι οποίες έχουν δείξει το αληθινό ανθρώπινο πρόσωπο τους μακριά από παρεκκλίσεις και φωνασκίες».
Ως χώρα, σύμφωνα με τον υπουργό, παρά το ότι έχουμε διαχειριστεί αυτό το μείζον κοινωνικό πρόβλημα με τη μεγαλύτερη ροή πληθυσμών από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που διχάζει την Ευρώπη, προκαλώντας πολιτικές ανατροπές και ανακατατάξεις σε όλες τις χώρες, «… η Ελλάδα κατάφερε μέσα στην κρίση, μέσα σε περιορισμούς και περιβάλλον λιτότητας να διαχειριστεί το ζήτημα το μεταναστευτικό, με έναν τρόπο αξιοπρεπή, με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα, τήρηση των διεθνών συμβάσεων και από πλευράς του υγειονομικού κομματιού με βάση τα διεθνώς ισχύοντα και τις οδηγίες του ΠΟΥ. Αποτέλεσμα αυτής της στάσης και διαχείρισης ήταν να μην επιτρέψουμε το πρόβλημα αυτό να μετατραπεί σε πρόβλημα δημόσιας υγείας. Κάναμε πολύ σημαντικές και ουσιώδεις παρεμβάσεις υγειονομικής ασφάλειας και προστασίας της δημόσιας υγείας συνολικά για τη χώρα. Είχαμε εμβολιάσει καθολικά όλο τον παιδικό πληθυσμό των μεταναστών και προσφύγων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι δεν είχαμε κρούσματα όταν υπήρξε επιδημική έξαρση της ιλαράς στη χώρα. Είχαμε 3.500 κρούσματα ιλαράς φέτος και κανένα δεν αφορούσε σε προσφυγικό πληθυσμό, ακριβώς διότι υπήρξε η έγκαιρη παρέμβαση, πρόληψη, με καθολικό εμβολιασμό».
Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ξανθός: «Επτακόσια άτομα από διάφορες ειδικότητες υγείας και πρόνοιας ενίσχυσαν τις δομές, τα νοσοκομεία που είχαν επιβαρυνθεί και τους υγειονομικούς πυρήνες που αφορούν τους μετανάστες που βρίσκονται στη χώρα μας. Η Ελλάδα είναι υγειονομικά ασφαλής, δεν υπάρχει καμία υγειονομική βόμβα, οι πολίτες και οι κοινωνίες μπορούν να αισθάνονται ότι στην υγειονομική πλευρά η διαχείριση που υπάρχει είναι αξιόπιστη και αποτελεσματική. Αυτό που προέχει είναι να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων αυτών και αυτή η παρέμβαση θα είναι η πιο αποτελεσματική στο κομμάτι της πρόληψης».