Αληθινός πρεσβευτής της γαλλικής κουλτούρας, ήταν ο πιο γνωστός γάλλος τραγουδιστής στο εξωτερικό. Το αληθινό του όνομα ήταν Σανούρ Βαρινάγκ Αζναβουριάν και είχε γεννηθεί στο Παρίσι από αρμένιους γονείς. Στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του πούλησε περισσότερα από 100 εκατομμύρια άλμπουμ σε 80 χώρες.
Είχε επιστρέψει από μια περιοδεία στην Ιαπωνία, αφού το καλοκαίρι είχε αναγκασθεί να ματαιώσει συναυλίες του εξαιτίας κατάγματος στον βραχίονα έπειτα από πτώση. Επρόκειτο να εμφανισθεί στις 26 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες και τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο στο Παρίσι, ενώ στη συνέχεια θα έκανε μια μίνι περιοδεία στη Γαλλία.
Ο Σαρλ Αζναβούρ άρχισε τη σταδιοδρομία του στις δεκαετίες του 1940 και του 1950 δίνοντας τα τραγούδια του σε γάλλους καλλιτέχνες, όπως η Εντίτ Πιάφ, ο Μορίς Σεβαλιέ και ο Σαρλ Τρενέ.
Ανακάλυψε το ταλέντο του να γράφει τραγούδια κάνοντας παραστάσεις σε καμπαρέ με τον Πιέρ Ρος. Ο Ρος έπαιζε πιάνο και ο Αζναβούρ τραγουδούσε.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Εντίτ Πιάφ ξεχώρισε το ντουέτο και τους πήρε μαζί της σε μια περιοδεία στις ΗΠΑ και τον Καναδά, με τον Αζναβούρ να συνθέτει μερικές από τις πιο δημοφιλείς επιτυχίες της.
Ο νεαρός Αζναβούρ μεγάλωσε στο Παρίσι, στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα. Ο πατέρας του ήταν τραγουδιστής που εργαζόταν και ως μάγειρας και διευθυντής εστιατορίου, ενώ η μητέρα του ήταν ηθοποιός.
Οι πρώτες δημόσιες παραστάσεις του Αζναβούρ ήταν σε αρμενικές χοροεσπερίδες όπου τραγουδούσαν ο πατέρας του και η μεγαλύτερη αδελφή του, η Αΐντα, ενώ ο νεαρός Σαρλ χόρευε.
Γνωστός για τα μεγάλα τραγούδια του, όπως τα «La Boheme», «La Mamma» ή «Emmenez-moi», αλλά και για τη στράτευσή του υπέρ της Αρμενίας, έγραψε επίσης τραγούδια για τους μεγαλύτερους γάλλους τραγουδιστές, την Ζιλιέτ Γκρεκό, τον Ζιλμπέρ Μπεκό, την Εντίτ Πιάφ, η οποία τον υποστήριζε θερμά και υπήρξε ένα από τα «τέσσερα σημεία του ορίζοντά (της), μαζί με τον Σαρλ Τρενέ, τον Κονσταντίν Στανισλάφσκι και τον Μορίς Σεβαλιέ».
Ο Σαρλ Αζναβούρ έκανε επίσης σταδιοδρομία στον κινηματογράφο: έπαιξε σε περίπου 80 ταινίες και τον σκηνοθέτησαν μεταξύ άλλων ο Φρανσουά Τριφό («Πυροβολήστε τον πιανίστα»), ο Φόλκερ Σλέντορφ («Το ταμπούρλο»), ο Κλοντ Σαμπρόλ («Τα φαντάσματα του καπελά»).
Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ήταν μέγας θαυμαστής του Αζναβούρ και τραγουδούσε πολλές από τις επιτυχίες του σε βραδιές καραόκε με φίλους όταν ήταν φοιτητής, σύμφωνα με πρώην συμφοιτητές του.