Το εγχειρίδιο, που εκδόθηκε τον Ιούνιο, περιείχε συγκρίσεις δημοσιογραφικών αντικειμένων με την κατασκοπεία ή την άσκηση άλλων επιθετικών ενεργειών από τον εχθρό. Υπό τη λογική αυτή, άφηνε ανοιχτό το περιθώριο κάποιοι από τους δημοσιογράφους να θεωρούνται «εχθρικοί» και «μη προνομιούχοι», υποβιβάζοντας το καθεστώς συμπεριφοράς των στρατιωτικών απέναντί τους σχεδόν στο επίπεδο των αιχμαλώτων πολέμου.
«Η δημοσιοποίηση λεπτομερειών για τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων, μπορεί να ισοδυναμεί με τη συλλογή πληροφοριών ή ακόμη και την άσκηση κατασκοπείας» ανέφερε χαρακτηριστικά μία παράγραφος του εγχειριδίου.
Με τον τρόπο αυτό, το εγχειρίδιο προκαλούσε σύγχυση μεταξύ της δημοσιογραφικής δράσης-κάλυψης και των μαχητών στο πεδίο μάχης, ενώ οι διοικητές των μονάδων μπορούσαν να συλλάβουν δημοσιογράφους χωρίς την απαγγελία κατηγοριών.
Η αναβαθμισμένη έκδοση του εγχειριδίου περιγράφει με περισσότερες λεπτομέρειες το νομικό πλαίσιο της δημοσιογραφικής δράσης και ξεκαθαρίζει ότι οι δημοσιογράφοι έχουν όλα τα δικαιώματα των πολιτών.