Τίνα Σακελλάριου: «Δεξιός και συγγραφέας γίνεται;»

Η Τίνα Σακελλάριου, χήρα και πνευματική κληρονόμος του Αλέκου Σακελλάριου, μιλάει γι' αυτόν όπως δεν έχει ξαναμιλήσει ποτέ! 

cover

Ο Αλέκος Σακελλάριος φέτος έχει την τιμητική του στις θεατρικές σκηνές της Αθήνας. Τρία διαφορετικά και από τα πλέον γνωστά έργα του, δημοφιλή μέσα από τις αντίστοιχες κινηματογραφικές ταινίες, παίζονται και προκαλούν το κοινό σε μια αναμέτρηση με τις μνήμες και τα συναισθήματα του – ειδικά σε ανθρώπους της δικής μου γενιάς που μεγάλωσαν κυριολεκτικά με τις μορφές της Βουγιουκλάκη και του Παπαμιχαήλ, του Χατζηχρήστου και του Ηλιόπουλου, του Κωνσταντάρα και του Παπαγιαννόπουλου. Οι ίδιοι χαρακτήρες υπάρχουν – σε πορτραίτα στους τοίχους πια – μέσα στο διαμέρισμα της Τίνας Σακελλάριου, στην ίδια πολυκατοικία που έζησε για μία 15ετία σχεδόν μαζί με τον δημιουργό τους, τον σημαντικότατο θεατρικό συγγραφέα, δημοσιογράφο, σκηνοθέτη και στιχουργό. Πως έγινε η πρώτη γνωριμία τους; Ήταν ή όχι τελικά ένας «συντηρητικών πεποιθήσεων» καλλιτέχνης ο Σακελλάριος; Άφηνε τους ηθοποιούς να αυτοσχεδιάζουν, «καταπατώντας» συχνά τα σενάρια που τους δίνονταν, όπως λέγεται μέχρι σήμερα; Για ποιο λόγο είχαν έντονη κόντρα με τον παλιό συνεργάτη του, τον Μάνο Χατζιδάκι; Τι γνώμη είχε ο Πάπας του εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο; Πως ήταν οι δυσάρεστες τελευταίες μέρες του στον κόσμο των ανθρώπων; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα δέχτηκε να μου απαντήσει πρόθυμα η Τίνα Σακελλάριου, χαλαρή και ευγενική, ανοίγοντας το σπίτι της και το πλούσιο αρχείο της αποκλειστικά για το koutipandoras.gr

Σας συναντώ στην πολυκατοικία της οδού Ευελπίδων στην Κυψέλη, στην είσοδο της οποίας γυρίστηκαν σκηνές πολλών ελληνικών ταινιών.

Η πόρτα αυτής της πολυκατοικίας παίζει, πράγματι, σε πολλές ταινίες, πιο πολύ απ’ όλες στο «Δόλωμα». Τελευταία σε μια προβολή τυχαία του «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες», παρατήρησα να έχει παίξει κι εκεί, κάτι που ομολογώ ότι δεν το είχα προσέξει.

Βέβαια, αν αφήσουμε το έξω και έρθουμε στο μέσα, σε πιάνει η αύρα του Αλέκου Σακελλάριου με το που μπαίνεις στο διαμέρισμα.

Τώρα βρισκόμαστε στον δεύτερο όροφο, εμείς όμως μέναμε στον πέμπτο. Τα διαμερίσματα ήταν ίδια ακριβώς, ίδια τετραγωνικά, ίδια διαρρύθμιση, αλλά μεγαλύτερη σημασία έχει πως εδώ βρίσκεται ολόκληρο το αρχείο του Σακελλάριου μαζί με την αγάπη μου και νομίζω και με την αγάπη του για μένα, από εκεί που είναι. Τι να σας πω, πολλές φορές τον νιώθω κι εγώ κοντά μου χωρίς ν’ακούγεται άρρωστο αυτό που λέω. Ειδικά αυτή την εποχή που επανεξετάζονται τα έργα του στο θέατρο, βρίσκω πολύ θετικό το όλο κλίμα.

Αν ισχύει αυτό που λένε για τη μνήμη…

Σίγουρα! Λένε πως άμα πάψεις να σκέφτεσαι έναν άνθρωπο, τότε πεθαίνει οριστικά. Εμένα δεν υπάρχει μέρα στη ζωή μου από τότε που έφυγε, που να μην περάσει από το μυαλό μου.

Λογικό, αν και βέβαια τον Σακελλάριο δεν τον «σκέφτεστε» μόνο εσείς ή εγώ. Τον «σκέφτεται» και μια χώρα ολόκληρη κάθε φορά που παίζονται οι ταινίες του.

Δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει αυτό και για να λέμε και του στραβού το δίκιο, ενισχύθηκε από τα ιδιωτικά κανάλια. Και η ΕΡΤ έπαιζε, αλλά στο πλαίσιο του «ελληνικού του Σαββάτου», που το περιμέναμε σαν τρελοί να το δούμε – ακόμη κι εγώ ως πιτσιρίκα κινηματογραφόφιλη. Η αλήθεια είναι πως αντίθετα με το σινεμά, το θέατρο δεν το αγαπάει η τηλεόραση.

Η κρατική τηλεόραση, παλιά τουλάχιστον, το αγαπούσε πιο πολύ.

Και σήμερα υπάρχουν τα μεγάλα κανάλια που κάνουν χορηγίες, μεταδίδουν τρέιλερς κλπ., ενώ υποτίθεται ότι μαγνητοσκοπούν και το έργο. Δεν το βάζουν καν, όμως, στο πρόγραμμα τους. Δεν μιλάμε φυσικά για το Θέατρο της Δευτέρας που ήταν εσωτερική παραγωγή της ΕΡΤ, συγκεκριμένο και φτιαγμένο για την τηλεόραση. Σήμερα οι παραστάσεις που μαγνητοσκοπούνται και παίζονται φαίνεται ότι δεν έχουν καμία σκηνοθεσία.

Σε κάποιες επιθεωρήσεις θα αναφέρεστε.

Μα αυτές παίζονται μόνο.

Ποια θα ήταν η γνώμη του Αλέκου Σακελλάριου για τον Σεφερλή, του οποίου οι επιθεωρήσεις προβάλλονται κατά κόρον;

Εγώ δε μπορώ να πάρω θέση για τον Σεφερλή, γιατί δεν τον παρακολουθώ καθόλου. Δεν υπάρχει επιθεώρηση και η μόνη εξαίρεση στον κανόνα είναι αυτός, πως να το κάνουμε τώρα; Επιθεωρήσεις κανονικές δεν ανεβαίνουν και είναι άξιο απορίας με όλα αυτά που συμβαίνουν. Θα έπρεπε να έχουμε τουλάχιστον τρεις επιθεωρήσεις το χρόνο. Αυτή τη στιγμή δηλαδή ο Σακελλάριος και όλοι οι μεγάλοι του είδους, θα πέταγαν τη σκούφια τους! Απ’ όσο γνωρίζω μάλιστα, αντιμετώπιζαν τη συγγραφή κειμένων όπως πάμε εμείς σήμερα στο φούρνο για ψωμί: Πάντα φρέσκο, όχι χθεσινό. Υπήρχε ένας καμβάς και ανάλογα με τα τρέχοντα γεγονότα, τα νούμερα γράφονταν την ίδια μέρα. Δεν μπορούσαν να μη σχολιάσουν την παραίτηση ενός Υπουργού λίγες ώρες μετά την κοινοποίηση της παραίτησης!

Πάμε να πιάσουμε το νήμα της γνωριμίας και της κοινής σας ζωής με τον Αλέκο Σακελλάριο. Πόσων ετών ήσασταν όταν γνωριστήκατε;

Ήμουν ακριβώς δεκαεννιάμισι ετών κι εκείνος ήταν 64. Εγώ τότε σπούδαζα στη δραματική σχολή και παράλληλα δούλευα σε ένα θέατρο της λεωφόρου Αλεξάνδρας που δεν υπάρχει πια, του Μπουρνέλη. Ρολάκι είχα, όχι τίποτα ιδιαίτερο. Μιλάμε για το 1978. Έπαιζα σε μία επιθεώρηση με τον Κώστα Χατζηχρήστο, που ναι μεν είχε πάθει το εγκεφαλικό, αλλά ήταν δραστήριος ακόμα. Τα κείμενα είχαν γράψει ο Ηλίας Λυμπερόπουλος και ο Ναπολέων Ελευθερίου. Μια μέρα, συζητώντας με τον Ναπολέοντα, έμαθα πως είναι φίλοι με τον Σακελλάριο. Προθυμοποιήθηκε να μου τον γνωρίσει, όταν του είπα πόσο τον θαυμάζω. Κάθε φορά που τον έβλεπα, τον ρώταγα: «Πότε θα μου γνωρίσεις τον Σακελλάριο;» Κάποια στιμή μου λέει «Θα τον δω μια απ’ αυτές τις μέρες, γιατί κάτι ετοιμάζουμε για την τηλεόραση», στην τότε ΕΡΤ 2. Ευκαιρία ήταν μπας κι έπαιζα κι εγώ κάπου. Χτυπάει το τηλέφωνο στο πατρικό μου μία Δευτέρα. Ο Ναπολέων: «Σε δύο ώρες έχω ραντεβού με τον Σακελλάριο στο σπίτι του. Θέλεις να έρθεις να τον γνωρίσεις;» Όντως, ντύθηκα, φτιάχτηκα και χτύπησα το κουδούνι της πολυκατοικίας που μπήκατε κι εσείς πριν. Να προσθέσω ότι ο Σακελλάριος δεν είχε αλλού το σπίτι του κι αλλού το γραφείο του. Εδώ ζούσε και έγραφε, ήταν ο προσωπικός του χώρος από τα τέλη της δεκαετίας του 1950.

Πείτε μου ποια ήταν η πρώτη σκέψη σας όταν επιτέλους τον είδατε.

Είχα πολύ τρακ! Τον σεβόμουν και τον εκτιμούσα απεριόριστα, γνώριζα και το έργο του ως νεαρή θεατρίνα, ένα τι παραπάνω δηλαδή από μια οποιαδήποτε άλλη κοπέλα στη θέση μου. Μου άνοιξε η οικονόμος του σπιτιού, μια γυναίκα που την είχα κι εγώ μετά για πολλά χρόνια, μπαίνω μέσα και βλέπω τον Σακελλάριο στο γραφείο και παραπέρα τον Ναπολέοντα. «Καθίστε» μου λέει ευγενικά, «θα μας ετοιμάσει κάτι η Γεωργία να φάμε έξω στη βεράντα». Καλοκαιράκι ήταν, 3 Ιουλίου, το θυμάμαι σαν νά’ναι τώρα. Όντως, μας περιποιήθηκε και αρχίσαμε να μιλάμε για το θέατρο και τους ηθοποιούς.

Για να μην το πω «έλξη», νιώσατε ότι υπήρχε ιδιαίτερη συμπάθεια απέναντι σας;

Ναι, το ένιωσα. Εγώ σ’ αυτά δεν είμαι και πολύ «πονηρή», είχα έρθει για να γνωρίσω τον Σακελλάριο, ούτε για να τον παντρευτώ, ούτε τίποτα τέτοιο. Τού’χε πει και ο Ελευθερίου ότι με ενδιέφερε το θέμα της τηλεόρασης, οπότε μου είπε να ξαναβρεθούμε κάποια στιγμή για να με «ακούσει». Όταν κάναμε να φύγουμε, γυρνάει και λέει: «Μισό λεπτό να βάλω σακάκι, να πάρουμε το αμάξι απ’ το γκαράζ και να σας πάω στα σπίτια σας». Κατεβαίνουμε κάτω και μου λέει ο Ναπολέων: «Να σου πω, εγώ κάνω τόσα χρόνια παρέα με τον Σακελλάριο και πρώτη φορά είπε να με γυρίσει σπίτι μου»! Ο Αλέκος οδήγησε, αφήσαμε τον Ναπολέοντα στη Νέα Σμύρνη και μετά εμένα στο πατρικό μου στο Καλαμάκι. Στη διαδρομή μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων. «Χάρηκα», «Χάρηκα, θα σου τηλεφωνήσω εντός των ημερών». Έρχεται η επόμενη, η Τρίτη, λέω «Αυτός θα με πάρει». Τίποτα! Τετάρτη, τίποτα! Πέμπτη, τίποτα! Παρασκευή χτυπάει το τηλέφωνο: «Τι κάνεις απόψε;» με ρωτάει. Πέρασε και με πήρε και πήγαμε σ’ ένα πολύ ωραίο μαγαζί στη Βούλα, το «Πάμελα». Τραγουδούσε, θυμάμαι, η Κωνσταντίνα η Κύπρια μαζί με τον Δώρο Γεωργιάδη στο πιάνο. Καθόμασταν έξω, όλο γκαζόν γύρω μας. Και το πιάνο έξω ήταν.

Εκεί, λοιπόν, πλέχτηκε το ειδύλλιο;

Άρχισε να με φλερτάρει εκεί.

Πως ήταν το φλερτ του Σακελλάριου, παλαιάς κοπής που λεν;

Ακριβώς, παλαιάς κοπής! Δεν άπλωσε χέρι, αν ρωτάτε αυτό.

Όχι, δε ρωτάω αυτό. Με ενδιαφέρει αν θυμάστε κάποια φράση του.

Το μόνο που θυμάμαι ήταν το πόσο ωραία ήταν όλα, έτσι ραφινάτος άνθρωπος που ήταν. Ξέχναγες και τη φαλάκρα του και τα γυαλιά του κι έβλεπες έναν πολύ γοητευτικό άντρα. Με καταλαβαίνετε;

Απόλυτα.

Εκείνο το μαγαζί έγινε στέκι μας για όλο το καλοκαίρι του ’78. Τα φτιάξαμε μετά από τρεις – τέσσερις φορές που βγήκαμε. Μου μίλησε ευθέως: «Σε θέλω δίπλα μου». Στο τέταρτο – πέμπτο ραντεβού, μάλιστα, ζήτησε να με παντρευτεί, σε λιγότερο από δύο εβδομάδες. «Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ» του απάντησα, «αλλά πως θα γίνει αυτό; Ακόμα σε λέω Αλέκο»…«Έχεις δίκιο, θα σου δώσω χρόνο, αλλά να ξέρεις ότι θέλω να σε παντρευτώ»!

Πόσο καιρό είχε χωρίσει με την ηθοποιό Νίκη Λινάρδου, την πρώτη του γυναίκα;

Δυο – τρία χρόνια πριν.

Είχαν επαφές;

Όχι. Είχαν χωρίσει κακήν κακώς. Τέλος πάντων, το πρώτο μας ταξίδι σαν ζευγάρι ήταν στη Ρόδο. Αρχές Ιουλίου γνωριστήκαμε, Δεκαπενταύγουστο φύγαμε για Ρόδο. Μάλιστα, επειδή ακόμα κι αυτός σκεφτόταν κάποια θέματα, όπως τη μεγάλη διαφορά ηλικίας, πήγε πρώτα μόνος του με φίλους του. Μου τηλεφώνησε: «Πάρε τ’ αεροπλάνο κι έλα»! Ταξίδεψα, θυμάμαι, με την πρώτη πρωινή πτήση ανήμερα Δεκαπενταύγουστου.

Ήταν γαλαντόμος σαν άνθρωπος; Να κεράσει και όλα αυτά.

Πάρα πολύ! Και όχι μόνο στη γυναίκα του, αλλά σε όλους! Έλεγε «Τα λεφτά είναι σαν τα ψάρια, πρέπει να τρώγονται φρέσκα». Αυτό ήταν το μότο του! Πήγα στη Ρόδο, εκεί γνώρισα τον κουμπάρο μου. Κάναμε ένα δεύτερο ταξίδι στη Βιέννη, Χριστούγεννα – Πρωτοχρονιά, και μετά παντρευτήκαμε στη Ρόδο. Ταξιδεύαμε συχνά με τον Αλέκο στο Παρίσι, στη Βιέννη…Του άρεσαν πολύ τα ταξίδια του Αλέκου, όπως και οι ωραίες γυναίκες – ως γνωστόν – και το καλό φαγητό.

Εσείς ως μικρή κοπέλα είχατε καμία ανασφάλεια; Όχι για το πως σας έβλεπε εκείνος, αλλά οι άλλοι δίπλα του.

Να σας πω ότι δεν πέρναγε καθόλου απ’ το μυαλό μου; Είμαι έτσι και σαν άνθρωπος, να περνάω εγώ καλά, άρα απ’ τη στιγμή που περνούσα καλά με τον Σακελλάριο δεν με ενδιέφερε τι θα λέει ο υπόλοιπος κόσμος. Τελικά δεν έκανα καθόλου λάθος, διότι η ζωή μου δίπλα στον Σακελλάριο ήταν μια βόλτα στον Παράδεισο! Δεν στερήθηκα το παραμικρό και έμαθα πολλά. Ήταν απίστευτη πηγή γνώσης, γι’ αυτό ίσως μπορώ τώρα να διαχειρίζομαι ότι μου άφησε. Εκτός του ότι ήταν ο άντρας μου κι ο σύντροφος μου, ήταν κι ο δάσκαλος μου, αν θέλετε.

Με την απόσταση τόσων χρόνων από το θάνατο του, πιστεύετε πως σας επέλεξε για γυναίκα του, ξέροντας πως είστε η πλέον κατάλληλη για να «πάει» το έργο του;

Φαντάζομαι πως ναι, γιατί όταν γνωριστήκαμε με σταμάτησε από το θέατρο. Με τα χρόνια, διαπίστωσα πως ναι μεν παντρεύτηκα τον Σακελλάριο, αλλά δεν μου έμεινε κανένα απωθημένο που δεν συνέχισα το επάγγελμα του ηθοποιού. Ζούσα πιο πολύ μες το θέατρο ως γυναίκα, όπως και τώρα ως χήρα Σακελλάριου, παρά ως ηθοποιός.

Φαντάζομαι πόσες ιστορίες θα σας είχε διηγηθεί, έτσι;

Πάρα πολλές! Θα μπορούσα να ξέρω πολλά πράγματα, αλλά κουτσομπόλη δεν θα τον έλεγες.

Άλλο είναι να μιλάς δεξιά κι αριστερά κι άλλο με τον άνθρωπο σου.

Ούτε κι εγώ κατά βάσει είμαι κουτσομπόλα, παρότι έχω κάνει στα κουτσομπολίστικα της Τατιάνας, της Λαμπίρη και του Μικρούτσικου. Γνωρίζω φυσικά καταστάσεις από το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Καταστάσεις, οι οποίες θα κατέβαζαν σε επίγεια επίπεδα μυθικά πρόσωπα σαν τον Αυλωνίτη και τη Βασιλειάδου, ας πούμε;

Σίγουρα! Κοιτάξτε, πάντα στη δουλειά υπάρχει μια αγωνία για το πως θα παν τα πράγματα, αλλά ο Σακελλάριος τους είχε όλους με το χαλινάρι. Φαίνεται αυτό στις ταινίες του! Εκείνοι που ξέρουν, θα καταλάβουν τι εννοώ. Δεν άφηνε τους ηθοποιούς να κάνουν τα δικά τους, τους έλεγε «Εγώ είμαι ο σκηνοθέτης και εγώ έχω τον πρώτο λόγο».

Και δεν τους άφηνε να αυτοσχεδιάζουν;

Μην ακούτε αυτά που λένε! Να σας δώσω ένα σενάριο από τα τόσα εδώ μέσα, να δείτε μετά και την ταινία, και να καταλάβετε ότι δεν υπάρχει καμία προσθήκη. Η Βλαχοπούλου μόνο όταν έπαιζε την καμαριέρα στη «Θεία μου τη χίπισσα» κι έπεφτε κάτω με τον κουβά, αυτό, ναι, ήταν δικό της. Και πάλι όχι στο λόγο, όμως, αλλά στην κίνηση της. Το είδε ο Σακελλάριος που έβγαζε γέλιο, του άρεσε και τ’ άφησε. Κατά τα άλλα, ειδικά όταν ήταν και σκηνοθέτης, δεν άφηνε κανέναν να κάνει τα δικά του. Είχε πει σε κάποιους: «Αν νομίζετε ότι γράφετε καλύτερα από μένα, γράψτε ένα σενάριο, πηγαίνετε το στον Φίνο και γυρίστε το ταινία». Ήταν σκληρός ίσως, αλλά γι’ αυτό έβγαινε και αυτό το αποτέλεσμα!

Έχετε κάποιο παράδειγμα συγκεκριμένο που να «τα πήρε στο κρανίο»;

Είχαν γίνει διάφορα με την Αλίκη. Η Αλίκη ήθελε νά’χει τον έλεγχο των πάντων και προπαντός του πλάνου και του φωτισμού της.

Θα μου πείτε την ιστορία που απαίτησε να ξαναγυριστεί σκηνή από «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» επειδή θεώρησε ότι στα πλάνα φαινόταν περισσότερο η Νίκη Λινάρδου;

Μπορεί, τι να σας πω, γιατί η Αλίκη είχε θέματα με τη συχωρεμένη τη Λινάρδου επειδή ήταν κοντά στον Αλέκο. Είχε συμβεί κάτι με τη Λινάρδου στην «Αλίκη στο Ναυτικό» που δεν είναι πολύ γνωστό: Στο γύρισμα του «Τράβα μπρος», στο χορό, πήγε η Αλίκη και νόμιζε ότι ο Αλέκος είχε βάλει τη Λινάρδου στη θέση της. Τσακώθηκαν και ο Σακελλάριος δήλωσε ότι σταματά την ταινία, καθώς δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να τό’κανε αυτό στην Αλίκη. Υποχώρησε η Αλίκη τελικά, ενώ μπήκε στη μέση κι ο Φίνος καθώς αυτή η ταινία ήταν συμπαραγωγή Φίνου – Δαμασκηνού.

Τα βρήκαν τελικά…

Πάντα τσακώνονταν ο Αλέκος με την Αλίκη, αλλά ταυτόχρονα είχαν μια σχέση αγαπησιάρικη. Εγώ τη συμπαθούσα πολύ την Αλίκη κι αυτή με συμπαθούσε. Ένας απλός άνθρωπος ήταν, μη φανταστείτε τίποτα τρομερό. Δεν ξέρω τι έκανε και στο σπίτι της, αλλά όποτε βρισκόμασταν εδώ ή έξω ήταν μια χαρά. Ξέρετε, λόγου χάριν, ότι η Αλίκη δεν ήθελε να παίξει στο «Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο» και εξ αιτίας του Μάριου Πλωρίτη το δέχτηκε; Είχαν έρθει καλή ώρα εδώ, όπως καθόμαστε εμείς τώρα, και ο Πλωρίτης της κάνει ενώπιον του Αλέκου: «Είσαι τρελή και δε θες να παίξεις σ’ αυτή την ταινία;» Σήμερα, λοιπόν, με τις όσες γνώσεις έχω εκ των έσω, αλλά και σαν απλός θεατής του ελληνικού κινηματογράφου, νομίζω πως αν δεν έπαιζε η Αλίκη στο «Ξύλο…», δεν ξέρω και αν θα γινόταν η Εθνική μας Σταρ. Διότι πριν με τη «Μουσίτσα» και το «Κορίτσι με τα παραμύθια», δεν…

Συμφωνώ απόλυτα, κυρία Σακελλάριου.

Δεν είναι τυχαίο που όταν η Αλίκη μπήκε στο Ιατρικό Κέντρο, πήγε ως Λίζα Παπασταύρου. Μόνο αυτό να σκεφτεί κανείς, αντιλαμβάνεται πως το συγκεκριμένο έργο καθόρισε τη ζωή της. Και εδώ να προσθέσω πως αφού κλείστηκε η Αλίκη για το ρόλο, το πρώτο ανδρικό πρόσωπο που θέλανε για καθηγητή της ήταν ο Χορν. Δεν δέχτηκε ο Χορν, το απέρριψε λόγω Αλίκης Βουγιουκλάκη, την σνόμπαρε. Του είχε αρέσει πολύ ο ρόλος, έλεγε του Αλέκου, και μπορεί να τό’κανε αν έπαιζε κάποια άλλη. Έτσι ο Αλέκος θυμήθηκε τον Παπαμιχαήλ που είχαν κάνει την «Κυρά μας τη μαμή» και τον φώναξε για το ρόλο. Και για τον Δημήτρη, νομίζω, ήταν σταθμός η ταινία αυτή! Στα δε γυρίσματα, η Αλίκη έλεγε του Αλέκου να μην κάνει πολλά πλάνα του Δημήτρη. «Μα είναι δυνατόν να μη δείξω τον συμπρωταγωνιστή σου;» της απαντούσε αυτός.

Υπάρχουν κι άλλες ταινίες του Σακελλάριου, κλάσης ανώτερες: Ο «Ένας ήρως με παντούφλες», τα «Χαμένα όνειρα»…

Ξέρετε ότι τα «Χαμένα όνειρα» ήταν ο πρώτος ρόλος της Μελίνας στο θέατρο σε ελληνικό έργο, έτσι; Στο «Ρεξ Κοτοπούλη» το έπαιξαν μαζί με τον Μυράτ! Όχι με τη μουσική του Χατζιδάκι, γιατί δεν πρέπει να είχαν γνωριστεί ακόμα με τον Αλέκο. Ξέρω, όμως, ότι η μουσική του Χατζιδάκι για την ταινία γράφτηκε μέσα σε ταξί. Είχε πάει ο Σακελλάριος να πάρει τον υπναρά Χατζιδάκι και πήγαν στη Χίου, στη Φίνος. Τη μελωδία την έγραψε μες το ταξί ο Χατζιδάκις.

Και με πρώτο βιολί τον Βύρωνα Κολάση, όπως θυμάμαι.

Ήταν συμμαθητές ο Αλέκος με τον Βύρωνα Κολάση στο σχολείο. Την Αντιγόνη Βαλάκου, που είχε παίξει στην ταινία, την αγαπούσε πολύ ο Αλέκος, είχαμε κάνει και παρέα.

Είχε άλλη ποιότητα η Βαλάκου;

Α, πολύ, πολύ! Και τη Χατζηαργύρη την αγαπούσε πολύ! Είχαν κάνει και μία ταινία, λεγόταν «Ο Άλλος», με τη Χατζηαργύρη και τον Γιώργο Παππά, που καταστράφηκαν οι κόπιες της. Στον Αλέκο άρεσαν εξίσου και οι κωμωδίες και τα δράματα. «Σατιρικό δράμα» χαρακτήριζε το «Οι Γερμανοί ξανάρχονται». Ούτε κωμωδία μπορείς να πεις ότι ήταν ο «Ένας ήρως με παντούφλες»…Γιατί, το «Λατέρνα, φτώχια και γαρίφαλο» που πρωτόβγαλε τη Τζένη Καρέζη; Μία παλιά ηθοποιός, η Λευκή Παπαζαφειροπούλου, φίλη με τον Αλέκο, πήγε μια μέρα στο σπίτι του: «Ξέρεις, έχω μια καλή φίλη, που πάει η κόρη της στο Εθνικό Θέατρο. Θα ήθελα να τη δεις». Ήρθε η Καρέζη και ξετρελάθηκε ο Σακελλάριος.

Η φιλία τους με την Καρέζη διατηρήθηκε μέχρι το θάνατο του Σακελλάριου;

Όχι, είχανε τυπικές σχέσεις. Εκείνα τα πρώτα χρόνια, όμως, υπήρξαν κολλητοί.

Πιθανώς σ’ αυτό να έπαιξαν ρόλο οι διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις τους: Αριστερή η Καρέζη, δεξιός ο Σακελλάριος.

Δεξιός και συγγραφέας γίνεται; Δεν ξέρω αν στέκει. Αριστερός ήταν ο Σακελλάριος φυσικά, παρόλο που ψήφιζε Καραμανλή. Και αντιχουντικός επίσης, απλώς μπήκε σε μια περιπέτεια…Μία «διαμάχη» που είχαμε ήταν αυτή η ιστορία με τον «Ελεύθερο Κόσμο».

Πείτε μου, με ενδιαφέρει.

Επειδή πολλά ξέρουν όλοι και πολλά λένε, θα σας πω πώς έχουν τα πράγματα: Πριν φύγει ο Καραμανλής εξόριστος στο Παρίσι, μαζί με τον Σάββα Κωνσταντόπουλο, που ήταν συμμαθητές, θέλησαν να κάνουν μια εφημερίδα, τον «Ελεύθερο Κόσμο». Μιλάμε για το ’63 – ’64, προ χούντας. Γίνεται η εφημερίδα. Η χούντα έρχεται και ο Καραμανλής φεύγει έξω. Ο Κωνσταντόπουλος το «γύρισε» στη χουντική προπαγάνδα! Ας έρθει ένας άνθρωπος τώρα, που ο Σακελλάριος εκεί δημοσίευε κάθε μέρα ένα χρονογράφημα, να μου δείξει ένα κείμενο του υπέρ της χούντας! Έγραφε λοιπόν για τα πουλιά και την άνοιξη, έχοντας το άγχος της επιβίωσης πέραν της αγάπης του για τη δημοσιογραφία. Βασικά πάντα ο Σακελλάριος έλεγε: «Πρώτα είμαι δημοσιογράφος και μετά όλα τα άλλα»! Δεχόμενος πιέσεις, προσέλαβε έναν άλλο μεγάλο συγγραφέα να έγραφε εκείνος υπέρ της χούντας, να έκανε τη «λάντζα» που λέμε…Όταν γνώρισα εγώ τον Σακελλάριο ακόμη δούλευε στον «Ελεύθερο Κόσμο», που εξακολουθούσε να κρατά μια ακροδεξιά στάση. Πριν παντρευτούμε το 1981, τον πίεζα να φύγει. Και επιτέλους είχε φτάσει στα χρόνια της συνταξιοδότησης!

Λογικό κάπου, το ’81 ήρθε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και δεν θα τού’κανε καλό η εμπλοκή σε ένα ακροδεξιό έντυπο.

Ακριβώς και μην ξεχνάμε ότι και επί ΠΑΣΟΚ είχαμε τους «πρασινοφρουρούς» και όλα αυτά τα «ωραία» που τελειώσανε κάποια στιγμή. Υπήρξαν θέματα με πολλούς ανθρώπους του χώρου από τη γενιά του Αλέκου. Κλείσανε οι πόρτες της ΕΡΤ και δε μπορούσαν να μπουν με τίποτα. Ευτυχώς το ΠΑΣΟΚ σεβάστηκε απόλυτα τον Σακελλάριο και μάλιστα το ’82 πήρε και σήριαλ, έκανε τον «Αττίκ». Απ’ την εφημερίδα βέβαια είχε ήδη φύγει και μετά από λίγο έκλεισε κιόλας. Ποτέ φυσικά δεν πήρε τα χρωστούμενα λεφτά μιας ολόκληρης ζωής…

Εδώ θα ήθελα να πούμε το εξής: Προσωπικά θεωρώ το «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» μια απ’ τις σημαντικότερες ελληνικές ταινίες. Κάποιοι αριστεροί, ωστόσο, δεν είδαν με καλό μάτι εκείνη τη σκηνή με τον Λογοθετίδη, τον κομμουνιστή Φωτόπουλο και τον τρελό Τσαγανέα. Ήταν σαν να μας έλεγε ο Σακελλάριος «καλύτερα με τον τρελό παρά με τον κομμουνιστή»…

Επειδή τό’χαμε συζητήσει αυτό, εγώ αναρωτιέμαι τώρα: Μήπως μίλαγε για τις υπερβολές; Ο Σακελλάριος θεωρούσε κακό πράγμα τον φανατισμό, είτε είσαι αριστερός, είτε δεξιός, πολύ χριστιανός, ποδοσφαιρόφιλος κλπ. Έλεγε ότι ο φανατικός ίσον ηλίθιος…Να υποστηρίζεις κάτι, αλλά να δέχεσαι και την άποψη του άλλου. Και οι Έλληνες, ξέρετε, ανέκαθεν είχαν φανατισμό στα πάντα.

Αληθεύει το ότι έσκισε το κοστούμι του σε ένδειξη διαμαρτυρίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όταν στη Μεταπολίτευση γέμισε από σκηνοθέτες με αμπέχωνα, μαλλιά και μούσια;

Δεν το ξέρω, θα σας πω κάτι άλλο όμως: Όταν πέθανε ο Φίνος και τίμησε τη μνήμη του το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το 1978, βγήκε να μιλήσει ο Σακελλάριος. Από τον εξώστη άρχισαν τα γιουχαΐσματα. Σταμάτησε να μιλάει. Οι άλλοι αναρωτήθηκαν το λόγο. Τους είπε τότε το εξής: «Εμένα, εντάξει, ας μη με σέβεστε. Αυτή τη στιγμή, όμως, από το πανί περνάνε άνθρωποι, φίλοι μου, που έχουν φύγει από τη ζωή και θα πρέπει να τους σέβεστε». Σηκώθηκαν όλοι και τον χειροκροτούσαν όρθιοι! Πρέπει να σας πω ότι και με τη Μελίνα αγαπιόταν πολύ ο Αλέκος από παλιά, από το θέατρο. Είχαν μια όμορφη σχέση και πάντα τον καλούσε να προεδρεύσει σε επιτροπές του φεστιβάλ κλπ. Σεβόταν τον αντιδικτατορικό αγώνα της και τις επαφές της με την Ευρώπη και την Αμερική. Η Μελίνα γνώριζε τους πάντες άλλωστε. Μια μέρα λοιπόν είχαν πάει να δουν τον Λογοθετίδη στο θέατρο μαζί με τη στενή της φίλη Δέσπω Διαμαντίδου – και δική μου φίλη αργότερα – και τον συγγραφέα Μαρσέλ Ασάρ. Ήταν ένα έργο των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, μια κωμωδία όχι από τις επιτυχημένες του διδύμου: «Τα λιονταράκια» που μετά έγιναν ταινία από τον Λάσκο. Πάνε να χαιρετίσουν, λέει η Μελίνα στον Ασάρ «Από δω οι συγγραφείς του έργου», ούτε να τους φτύσει ο Ασάρ! Την επόμενη χρονιά ο Λογοθετίδης ανεβάζει πάλι των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, το «Οι δικοί μας άνθρωποι». Ξαναπάει ο Ασάρ! Δεν έδωσε καμία σημασία στον Λογοθετίδη, αλλά μόνο στον Σακελλάριο!

Να τι κάνει πάντα ένα καλό έργο πίσω από τους πρωταγωνιστές.

Ακριβώς, αν και τον Λογοθετίδη ο Αλέκος τον θεωρούσε τον «top» Έλληνα ηθοποιό! Δεν έβαζε κανέναν πάνω απ’ αυτόν!

Πως έβλεπε ο Σακελλάριος τον ΝΕΚ, τον Αγγελόπουλο, τον Βούλγαρη;

Ο Σακελλάριος έλεγε πως ο κινηματογράφος είναι μια τέχνη για όλους τους ανθρώπους, από τον πιο μορφωμένο μέχρι τον πιο αμόρφωτο. Είχε ορισμένα θέματα. Εκτιμούσε τον Βούλγαρη και τον Αγγελόπουλο. Ειδικά ο Αγγελόπουλος είχε στις ταινίες του τραγούδια του Σακελλάριου, το «Θα ξανάρθεις» κ.α. Για να σας δώσω να καταλάβετε, μία ταινία του Αγγελόπουλου που αγαπούσε πάρα πολύ ήταν ο «Θίασος». Την εκτιμούσε πάρα πολύ ως κινηματογραφικό έργο. Βρισκόντουσαν τακτικά και κάτι που είχα ζήσει κι εγώ ήταν ο Σακελλάριος να προεδρεύει της επιτροπής με διαγωνιζόμενο τον Αγγελόπουλο. Τη χρονιά με τον «Μεγαλέξαντρο» ο Αγγελόπουλος δεν είχε πάρει βραβείο και άρχισε να βρίζει. Είχε στενοχωρηθεί πολύ ο Αλέκος…

Δε βαριέσαι, τά’κανε αυτά ο Αγγελόπουλος.

Μα δεν είχαν κανένα πρόβλημα μεταξύ τους. Ο Αλέκος αγαπούσε πολύ τον Κούνδουρο επίσης. Κάνανε πολύ παρέα ένα διάστημα. Εννοείται πως έβλεπε ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν να προτείνουν κάτι διαφορετικό καλλιτεχνικά. Ξαναλέω, πάντως, ότι ήταν αντίθετος να κάνουμε ταινίες για τους φίλους μας και, για να εξηγούμεθα, δεν εννοώ εδώ τον Βούλγαρη, τον Αγγελόπουλο, τον Κούνδουρο ή τον Κανελλόπουλο. Μιλάω για φεστιβαλικές ταινίες που βλέπαμε και που κατά ένα μεγάλο μέρος απευθύνονταν για «μεταξύ» τους, να χαίρομαι δηλαδή εγώ για σένα που έκανες μία ταινία με το ίδιο σκεπτικό με μένα. Απ’ την άλλη, πάντα ο Σακελλάριος ήταν υπέρ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δεν πίστευε στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και νομίζω δεν είχε άδικο επ’ αυτού: Λειτουργούσε παρεΐστικα και έδιναν τα λεφτά, πολλά λεφτά λέμε, μεταξύ τους…Εγώ έχω επιστολή απόρριψης του ΕΚΚ για σενάριο που είχε καταθέσει ο Αλέκος λίγα χρόνια πριν φύγει, το ’88 νομίζω. Τον «Ρήγα Φερραίο» είχε στείλει που ήταν το έργο ζωής του και δεν γυρίστηκε ποτέ!

Είχε πικραθεί μ’ αυτό;

Ναι, πολύ. Είχε κάνει κι ένα τηλεφώνημα στη Μελίνα, αλλά το ΠΑΣΟΚ κλυδωνιζόταν ήδη από τα πρώτα σκάνδαλα. Τον έγραφε δέκα χρόνια τον «Ρήγα Φερραίο», είχε πάει για έρευνα στη Βιέννη και στη Ρουμανία. Το σχεδίαζαν με τον Φίνο, αλλά δε πρόλαβαν και μετά τίποτα δεν έγινε.

Το 1978, πάντως, ο τότε πρόεδρος του ΕΚΚ κάλεσε τον Κούνδουρο, τον Δημόπουλο και τον Κακογιάννη και τους είπε να κάνουν εν λευκώ ότι θέλανε…

Αυτοί οι άνθρωποι στηρίζονταν κι απ’ αλλού. Και πολιτικά απ’ όλες τις μεριές, αλλά ήταν και μεγαλοαστοί, ως γνωστόν. Ο Αλέκος ο φουκαράς δεν είχε τέτοια πράγματα. Και τον Δημόπουλο, ο Αλέκος τον έκανε σκηνοθέτη, τού’χε δώσει την «Αστέρω» με τη Βουγιουκλάκη. Είχαν εκτίμηση μεταξύ τους.

Με τον Μίκη Θεοδωράκη είχαν καλές σχέσεις; Όταν είχε βγει το τραγούδι «Μαργαρίτα – Μαργαρώ», τον είχε ξεσκίσει στην επιθεώρηση. Το ίδιο και σε ταινίες του το σουρεαλιστικό κίνημα.

Α, καλά, στις επιθεωρήσεις έκανε πολλά ο Αλέκος. Είχαν εκτίμηση με τον Μίκη και μάλιστα μια φορά ήταν να συνεργαστούν, αλλά δεν ευοδώθηκε η συνεργασία. Του άρεσε να σατιρίζει τα μοντέρνα καλλιτεχνικά ρεύματα. Βέβαια, φιλία και αγάπη μεγάλη είχαν με τον Χατζιδάκι μέχρι που είχε γίνει κάτι και τσακώθηκαν άσχημα.

Θέλετε να μου πείτε τι είχε συμβεί;

Για την Αγνή Μπάλτσα! Τελικά είχε δίκιο ο Χατζιδάκις και μάλιστα έχω το κείμενο του Αλέκου που βγήκε και ζήτησε συγγνώμη. Έρχεται μια μέρα ο Σταύρος Ξαρχάκος, πολύ φίλος του Αλέκου: «Θέλει η Μπάλτσα να κάνει το ”Γαρίφαλο στ’ αυτί” και δεν την αφήνει ο Χατζιδάκις»! Ο Αλέκος τα πήρε στο κρανίο και άρχισαν ν’ ανταλλάζουν επιστολές με τον Χατζιδάκι στην Ελευθεροτυπία. Θυμάμαι ότι ένα βράδυ του τηλεφώνησε εδώ ο Σεραφείμ Φυντανίδης και του είπε: «Επιτέλους, βρείτε τα! Τι θα γίνει με εσάς τους δύο; Σταματήστε επιτέλους»! Ήταν Πάσχα, φύγαμε στη Βιέννη και ένας φίλος σε μια ελληνική ταβέρνα έβαλε το βινύλιο της Μπάλτσα. Το ακούει ο Αλέκος και φρικιάζει! Δεν υπήρχε πιο χάλια! Καλύτερα να ήταν φάλτσα δηλαδή παρά αυτό το πράγμα. Γυρίσαμε και κατευθείαν ο Αλέκος γράφει υπέρ του Χατζιδάκι, «Χίλια συγγνώμη, είχε δίκιο ο Χατζιδάκις». Αργότερα βρεθήκαμε με τον Χατζιδάκι σε μια ψαροταβέρνα χαμηλά στη Συγγρού, αλλά το κλίμα ήταν ψυχρό. Είχαν ανταλλάξει βαριές κουβέντες…Πάντως ο Αλέκος ανέκαθεν είχε μια υπερβολική αγάπη στον Χατζιδάκι, έδεσαν καλά και άφησαν από κοινού τόσο ωραία τραγούδια!

Σκέφτομαι τώρα πως παρότι είστε νέα γυναίκα, θα έχετε βιώσει τόσες και τόσες απώλειες δίπλα στον Σακελλάριο.

Δεν είναι μόνο οι απώλειες των γνωστών και διάσημων που εννοείτε. Απώλεια είναι να χάσεις και τους δύο σου γονείς, όπως τους έχασα εγώ. Απώλεια ήταν ο θάνατος του Αλέκου. Απώλεια ήταν αυτή της Λένας, της γυναίκας του Χρήστου Γιαννακόπουλου, που έμενε κι αυτή εδώ στο ισόγειο. Ήμασταν κάθε μέρα μαζί και δεθήκαμε απίστευτα. Μεγάλη γυναίκα σε σχέση με μένα, αλλά για μένα ήταν πνευματική μου μάνα. Ερχόταν τα βράδια και καθόμασταν, είχε απίστευτο χιούμορ. 

Τον Γιαννακόπουλο εσείς δεν τον προλάβατε, φαντάζομαι.

Όχι, πέθανε νέος, το 1963, από ιατρικό λάθος. Του κόστισε πάρα πολύ του Αλέκου, τον μνημόνευε ως το τέλος της ζωής του. Ήταν απίστευτη η χημεία τους, παρόλο που δεν είχαν κοινή ζωή. Ο Γιαννακόπουλος ήτανε και λίγο πότης, μποέμ. Ο Αλέκος ήταν πιο χαλαρός σαν άνθρωπος.

Γεγονός είναι όμως πως ο Γιαννακόπουλος έμεινε και λίγο στη σκιά του Σακελλάριου.

Ο Γιαννακόπουλος, απ’ ότι μού’χε πει ο Αλέκος, ήταν λιγομίλητος, low profile. Στο χαρακτήρα του οφειλόταν αυτό που λέτε.

Θα σας στενοχωρήσω τώρα, αλλά θέλω να πάμε στο τέλος του Αλέκου Σακελλάριου.

Ο Σακελλάριος είχε ζάχαρο και ήταν με χάπια μια ζωή. Στην ινσουλίνη καταφύγαμε τους τελευταίους μήνες. Πάθαινε πολλά πνευμονικά οιδήματα και κουραζόταν η καρδιά του. Ήμουν δίπλα του στην Εντατική του Ερυθρού Σταυρού και τά’χα δει όλα. Παρόλα αυτά τον έβγαλα όρθιο από κει, περπατώντας. Μετά από ένα χρόνο υποτροπίασε και κράτησε περίπου ένα τρίμηνο. Ήρθαμε εδώ και πέθανε στο σπίτι. Πριν τον είχα πάει στο «Υγεία», γιατί είχε σταματήσει να τρώει. 

Το χιούμορ του το διατήρησε ως το τέλος, απ’ ότι λέγεται;

Ναι, βέβαια, μου έλεγε «Μου γνέφουν τα κυπαρίσσια», τέτοια. Το ωραίο τό’χε πει στον Πλέσσα κι ήταν παρούσα και η Βουγιουκλάκη, νομίζω. Ήταν στον Ερυθρό Σταυρό με ορούς. «Σας ταΐζουν καλά εδώ» σχολίασε ο Πλέσσας για νά’λεγε κάτι. «Κάτσε να σου κάνουμε το τραπέζι» του απάντησε ο Σακελλάριος. Πιστεύω πως ο Αλέκος το ένιωθε ότι θα πεθάνει. Δεν θα μπορούσε να είναι ένας παππούς που θα καθόταν στο σπίτι του. Πέθανε όταν σταμάτησε να είναι νέος. Λες απ’ τη μία έφυγε, απ’ την άλλη όμως έτσι έπρεπε να φύγει αυτός ο άνθρωπος. Όρθιος! Σχετικά «έφυγε στα παπούτσια του», που λένε κι οι φίλοι μας οι Κινέζοι.

Θυμάστε μια σημαδιακή φράση του λίγο πριν το τέλος;

Ανησυχούσε για μένα. Τέλος πάντων, εγώ είμαι σκληρό καρύδι, δεν καταλαβαίνω. Όταν μπήκαμε στο Λαϊκό Νοσοκομείο, κάνα εξάμηνο πριν φύγει, έκανε τη διαθήκη του. Στην κηδεία του, παρόλο που έγινε τέλη Αυγούστου του ’91, είχαν έρθει 1.200 άτομα περίπου. Εκατό στεφάνια απ’ όλα τα κόμματα κι από φίλους του! Πιο πολύ έκλαψα στα σαράντα, παρά την ημέρα της κηδείας. Τότε συνειδητοποίησα την απώλεια! Ένιωσα ένα κενό σαν να έπεσα σε πηγάδι. 

Κάποια στιγμή, πολλά χρόνια μετά το θάνατο του Σακελλάριου, είχατε μια δικαστική διαμάχη με τον γιο του Μάνου Χατζιδάκι. Σήμερα βλέπω ότι τα βρήκατε μεταξύ σας.

Θέλαμε να κάνουμε παράσταση το «Λατέρνα, φτώχεια και γαρίφαλο» με τη μουσική φυσικά του Χατζιδάκι. Ο Γιώργος μου έκανε ασφαλιστικά μέτρα, εγώ τα κέρδισα και έγινε κανονικά η παράσταση. Μετά θελήσαμε να κάνουμε στο Παρκ το «Αλίμονο στους νέους», το ’99 νομίζω. Ξανά ασφαλιστικά μέτρα. Δεν ήρθε ποτέ στο δικαστήριο αυτός, μόνο εγώ πήγα. Στα πρώτα ασφαλιστικά μέτρα ήρθαν ως μάρτυρες κατηγορίας ο Κραουνάκης, από την πλευρά Χατζιδάκι, και υπεράσπισης, από τη δική μου πλευρά, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Κερδίσαμε εμείς πάλι και παίχτηκε το έργο. Εκεί το δικαστήριο είπε «Πρέπει να τα βρείτε μεταξύ σας». Φτάνει η στιγμή να συναντηθούμε και τότε…αγαπιόμαστε. Καταλάβαμε ότι υπήρχαν τρίτοι από τη δική του πλευρά που του έλεγαν ανυπόστατα πράγματα, δηλαδή εγώ από την αρχή είχα όλη την καλή διάθεση. Να σας πω και κάτι; Εμάς μας άφησαν τα έργα οι άνθρωποι οι δικοί μας, σε μένα ως χήρα Σακελλάριου και στον Γιώργο ως γιος του Χατζιδάκι, που για μένα ο Μάνος υπήρξε δυο φορές πατέρας του. Είναι άλλο να κάνεις ένα παιδί κατ’ επιλογήν και άλλο να παίρνεις ένα παιδί και να το μεγαλώνεις υπό την προστασία σου! Μας άφησαν τα έργα τους, λοιπόν, για να ζούμε αξιοπρεπώς και για να τα διαφυλάξουμε, να μην παίζονται δώθε και κείθε. Τα έργα ανήκουν στον ελληνικό λαό και όταν κι εγώ θά’χω φύγει από τη ζωή, μετά από 75 χρόνια από τότε που γράφτηκαν, όλα θα ανήκουν στο λαό. 

Ας κλείσουμε με τις τρεις φετινές παραστάσεις έργων του Σακελλάριου. Σαν να έχει την τιμητική του!

Παίζονται συνολικά τρία έργα του συν ένα αφιέρωμα στα τραγούδια του που γίνεται τις Κυριακές στη μουσική σκηνή «Σφίγγα». Στο «Βέμπο» παίζονται οι «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» σε διασκευή των Ρέππα – Παπαθανασίου. Μου άρεσε όπως το κάνανε, γιατί έχω το σκεπτικό του Σακελλάριου: Και ο Σακελλάριος ήταν υπέρ των διασκευών και έκανε κι ο ίδιος. Από την ώρα που υπάρχει ένα θεατρικό έργο στο συρτάρι κι είναι δικό μου πια κατά ένα τρόπο, έχει κάποιος το δικαίωμα να το δει με μια άλλη ματιά. Σε άλλους μπορεί ν’ αρέσει πολύ, σε άλλους λιγότερο, σε άλλους καθόλου, το έργο όμως των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου υπάρχει και υπάρχει ατόφιο! Το έργο αυτό απαιτεί 27 άτομα επί σκηνής, άρα είναι δύσκολο να παρουσιαστεί έτσι ακριβώς. Κάποια στιγμή έγινε επί Κούρκουλου στο Εθνικό, με συμμετοχή μαθητών της σχολής, και σχηματίζονταν ουρές απ’ τον κόσμο! Συν τοις άλλοις τα παιδιά σήμερα έκαναν έναν Σακελλάριο – Γιαννακόπουλο μαζί με έναν Φεϊντό, Παρίσι – Αθήνα δηλαδή τρεις ώρες δρόμος. Με τη δε μουσική της Αφροδίτης Μάνου έπαθα πλάκα! Εξαιρετική! Τα «Χτυποκάρδια στα θρανία» ανέβηκαν σε σκηνοθεσία του Λαζόπουλου. Είχαν γνωριστεί και ο Αλέκος τον εκτιμούσε πάρα πολύ τον Λαζόπουλο. Τότε μάλιστα που είχε έρθει από τη Λάρισα κι είχε γίνει ένας χαμός με τη «Λυσιστράτη», ο Αλέκος τον είχε στηρίξει επωνύμως μέσα από την εφημερίδα. Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένη με την τωρινή παράσταση και η επίσημη πρεμιέρα θα δοθεί στις 13 Νοεμβρίου, ανήμερα των γενεθλίων του Αλέκου. Παίζουν οι πολύ έμπειροι ηθοποιοί, η Κοντού, ο Βουτσάς και ο Γαλανός, δίπλα στη Γερονικολού και τον Τζιόβα. Πολύ καλοί όλοι τους! Και το τρίτο έργο είναι με τον Μπέζο, δοκιμασμένος στα έργα των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, το «Υπάρχει και φιλότιμο». Εξαιρετικός στο ρόλο του Μαυρογιαλούρου! Θέλω να κλείσουμε με το εξής, για να εξηγούμεθα και να μην παρεξηγούμεθα: Ακούω να λένε ότι έγιναν μόδα οι θεατροποιήσεις των ελληνικών ταινιών, λόγω «Μαριχουάνα Στοπ» φέτος περισσότερο. Ο Σακελλάριος μπορεί να «έχει» τρεις διαφορετικές παραστάσεις αυτή τη σεζόν, αλλά κάθε χρόνο ανέβαινε τουλάχιστον ένα έργο του. Με ενόχλησε πάρα πολύ η λέξη «μόδα» που ακούω! Είναι μόδα ο Ψαθάς με τη «Μαντάμ Σουσού» της Παπαδοπούλου; Ελληνικό θέατρο σημαίνει Έλληνας συγγραφέας! Επειδή είμαστε κομπλεξικοί, γι’ αυτό και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζονται έτσι γιατί είχαν ελληνικό διαβατήριο.

Δεν το καταλαβαίνω αυτό που λέτε.

Αν είχαν ξένο διαβατήριο ο Σακελλάριος, ο Ψαθάς, ο Τσιφόρος, ο Γιαλαμάς, ο Πρετεντέρης, θα ήταν αλλιώς. Το πλήρωσαν αυτό και θα το πληρώνουν πάντα!

Και ο Ιάκωβος Καμπανέλλης ελληνικό διαβατήριο δεν είχε;

Τι διαφορετικό έχει ο Καμπανέλλης; Νομίζετε πως αν παίζονταν τρεις «Καμπανέλληδες» τώρα, δεν θα λέγανε ότι έγινε μόδα και ο Καμπανέλλης; 

Σωστά, ακόμα και για τον Μπρεχτ το ακούμε αυτό κατά καιρούς. Τα είπαμε όλα, νομίζω. Σας ευχαριστώ πολύ.

Εγώ σας ευχαριστώ! Να τα ξαναπούμε σε κάναν χρόνο (γέλια)

 

Μητσοτάκης: Σε πανικό στη Βουλή – Αντί για απαντήσεις, επίθεση και «δεν ντρέπεστε» στην αντιπολίτευση (video)

6167665

Μητσοτάκης: Σε πανικό στη Βουλή – Αντί για απαντήσεις, επίθεση και «δεν ντρέπεστε» στην αντιπολίτευση (video)

«Ουδέποτε, δόθηκε καμία εντολή για συγκάλυψη», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κοιτώντας τους συγγενείς των θυμάτων

Βουλή: Ο λόγος για τα άδεια έδρανα του ΚΚΕ και της Νέας Αριστεράς στην ομιλία της Κωνσταντοπούλου

6167422

Βουλή: Ο λόγος για τα άδεια έδρανα του ΚΚΕ και της Νέας Αριστεράς στην ομιλία της Κωνσταντοπούλου

Μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, οι βουλευτές των δύο κομμάτων επέστρεψαν στις…

Μητσοτάκης: Όλο το παρασκήνιο για τις εκκαθαρίσεις Μπρατάκου και Παπασταύρου

InCollage 20240328 205245331

Μητσοτάκης: Όλο το παρασκήνιο για τις εκκαθαρίσεις Μπρατάκου και Παπασταύρου

O Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται πως «παραίτησε» τους δύο στενούς του συνεργάτες προκειμένου να μην απολογηθεί…