Πρωτομπήκα στο διαμέρισμα της το 2011. Έμενε τότε σε ένα κομψό διαμέρισμα πίσω από τη Συγγρού, απέναντι από τις «Κούκλες», παρέα με δύο σκυλάκια. Θα μου έδινε συνέντευξη για ένα free press που έχει σταματήσει να βγαίνει εδώ και αρκετά χρόνια, το οποίο «έτρεχε» από τη Θεσσαλονίκη ο ακτιβιστής φίλος Γιώργος Τσιτιρίδης. Ήταν η πρώτη τρανς που θα συναντούσα, γνωστή από τις εκπομπές της trash TV, τις οποίες δεν έβλεπα ποτέ και ως εκ τούτου δεν γνώριζα και την ίδια. Άλλο, βέβαια, αν σήμερα πιστεύω ακράδαντα πως το θρυλικό «Ερωτοδικείο» με τη Βίκυ Μιχαλονάκου έχει πολύ μεγαλύτερη αξία συγκριτικά με τα άθλια δελτία ειδήσεων του ΣΚΑΪ και τα αποχαυνωτικά μεσημεριανάδικα. Φορούσε πιτζάμες, θυμάμαι, κάτσαμε σε έναν καναπέ και για ένα δίωρο μου αφηγήθηκε τα μύρια όσα, ένα κανονικό αντεργκράουντ παραλήρημα, όπως το φανταζόμουν. Όντας συγκλονισμένος με το ηχογράφημα που είχα στα χέρια μου, λίγο πριν φύγω την ευχαρίστησα που, ερήμην της, μου είχε χαρίσει έναν πλούσιο θεατρικό μονόλογο. Ιδέα δεν είχα τότε…
Ένα χρόνο αργότερα, ήθελα μια τρανς γυναίκα να διαβάσει στο ντοκιμαντέρ για την Κατερίνα Γώγου ένα συγκεκριμένο ποίημα. Αυτό, που η Γώγου είχε γράψει για μιαν άλλη τρανς της δεκαετίας του ’80, φίλη του Νικόλα Άσιμου και μέλος του αναρχοαυτόνομου θιάσου των Εξαρχείων. Τη λέγανε Σόνια και η ιστορία λέει πως κάποιος πελάτης τη σκότωσε και την πέταξε σαν σκυλί στα βράχια. Ποτέ δεν τον βρήκαν…Πέρασα πάλι από τις «Κούκλες», βρήκα την Κουμαριανού και μιλήσαμε. Της εξήγησα πως θα έπρεπε να βγει απεριποίητη στο φακό, όπως ξυπνάει το πρωί, χωρίς στρας και φρου-φρου. Το δέχτηκε κι αυτό με εντυπωσίασε, καθώς ήξερα πόσο κοκέτες είναι οι τρανς γυναίκες και δύσκολα τσαλακώνονται δημοσίως. Είναι αυτό που’χε πει κάποτε η Πάολα Ρεβενιώτη: «Εμείς ένα ψέμα πουλάμε και οφείλουμε να το υπερασπιζόμαστε». Τέλος πάντων, φτάνουμε στο γύρισμα. Εκείνη τη μέρα στο διαμέρισμα της Κουμαριανού βρέθηκε και ο Αντώνης Καφετζόπουλος, εφόσον τους είχαμε «γκρουπάρει» μαζί. Ενόσω στήναμε φώτα κλπ., η Κουμαριανού μου σκάει το παραμύθι: «Δεν το έμαθα το ποίημα, δεν μπόρεσα να το διαβάσω. Δεν έχω πάει σχολείο και δεν ξέρω να διαβάζω»…Παραδόξως, δεν θύμωσα μαζί της, ούτε έχασα την ψυχραιμία μου. Είπα του βοηθού μου, του Θρασύβουλου, να πάνε σ’ ένα άλλο δωμάτιο μόνοι τους και όσο εμείς θα «τραβάμε» τον Καφετζόπουλο, να προσπαθήσει να της το μάθει παπαγαλία, με το στόμα, παράγραφο – παράγραφο. Ύστερα από μία ώρα περίπου, η Κουμαριανού έρχεται και μου λέει: «Το έμαθα! Πάμε κατευθείαν λήψη». Πραγματικά, το είπε το ποίημα ολόκληρο, παρά την έκταση του και τις ασυνήθιστες λέξεις του – λέξεις που μάλλον θα έβγαιναν για πρώτη φορά από τα χείλη της. Μάλιστα, δεν το είπε απλά καλά, το είπε καταπληκτικά! «Την ίδια ώρα που οι κόκκινες φαλτσέτες τους διαφορετικούς σκοτώνουν» είχε γράψει η Γώγου και ήταν σκέτο ποίημα, ένα άλλο δεύτερο ποίημα, να τους ακούς τους στίχους της από την Κουμαριανού!
Στα χρόνια που ακολούθησαν, συχνά έκανα αναδρομές στη συνέντευξη μας. Το καλοκαίρι του 2015 έκατσα κι έδωσα στη συνέντευξη την υφή ενός θεατρικού μονολόγου, όπως ακριβώς τό’χα πει και της ίδιας, φεύγοντας από το σπίτι της. Δεν ήταν εύκολο. Έπρεπε να ισοσταθμιστεί το κωμικό και το τραγικό στοιχείο. Δεν μπορώ να γνωρίζω πολλά απ’ τη ζωή μιας μέσης τρανς γυναίκας, η ζωή της Εύας Κουμαριανού πάντως ήταν το άκρον άωτον της κωμωδίας και της τραγωδίας μαζί. Πρώτα ενημέρωσα τη Μαριλού Φραγκιαδάκη, την ιδιοκτήτρια του κλαμπ «Κούκλες», που γνώριζε την Κουμαριανού τριάντα χρόνια. «Είσαι τρελός; Που να μάθει απ’ έξω η Εύα 25 σελίδες κείμενο; Θα σε κρεμάσει και θα σου σπάσει τα νεύρα»…Το ίδιο μου είπαν και πολλοί φίλοι, απ’ άλλη σκοπιά όμως: «Είσαι τρελός; Μετά τη Φλέρυ Νταντωνάκη και την Κατερίνα Γώγου, πας να μπλέξεις με το trash; Θα υποστείς χοντρή κριτική»…Η Λένα Πλάτωνος ήταν η μόνη θετική εξ αρχής: «Να το κάνεις» με συμβούλεψε. «Πάντα επιλέγεις ακραία πρόσωπα κι αυτό είναι το κατεξοχήν ακραίο πρόσωπο, αλλά έχεις αποδείξει πως χειρίζεσαι καλά τις ζωές των ανθρώπων»…
Πέρασε ένας χρόνος, το ζύγισα καλά μέσα μου, δώσαμε ένα ακόμη ραντεβού με την Κουμαριανού στο Κουκάκι, με την οποία είχα πολύ καιρό να συναντηθώ, κι εκεί της έκανα την πρόταση. Ήταν επιφυλακτική, αλλά και ειλικρινής. Φοβόταν πως, όντως, δεν θα μπορούσε να αποστηθίσει το κείμενο. Κι ας ήταν η ίδια της η ζωή. Συμφωνήσαμε να ξεκινήσουμε πρόβες. Βλέποντας και κάνοντας. Στις αρχές μαρτυρήσαμε κανονικά! Αποφάσισα να γίνει το ίδιο, όπως τότε με το ποίημα της Γώγου. Ο Θρασύβουλος τη συναντούσε καθημερινά στο διαμέρισμα της και της μάθαινε το κείμενο παπαγαλία. Σε ένα δίμηνο το είχε μάθει στην εντέλεια! Είχε τέτοια θέληση που καμιά φορά, στις πρόβες που ακολούθησαν, διόρθωνε και μένα που κρατούσα το ρόλο του δημοσιογράφου – εξομολογητή: «Τώρα μπαίνεις» ή «Μη βιάζεσαι, έχω κι άλλη ατάκα».
Από τότε μέχρι σήμερα, που η παράσταση «Την λένε Εύα» παίζεται για τέταρτη χρονιά στον πολυχώρο Vault στο Γκάζι, περάσαμε πολλά με την Εύα, τόσα ώστε να τη θεωρώ μέλος της δικής μου οικογένειας, να την αγαπώ και να την «προσέχω». Αλλάξαμε πολλά θεατράκια, παραγωγούς και θεατρώνηδες, παίξαμε στη Θεσσαλονίκη, στην Κρήτη, στην Κω, στην Πάτρα, στην Κύπρο επίσης, με αποκορύφωμα τη μία μας παράσταση στο Λονδίνο τον Οκτώβρη του 2016 μέσα στον πολυπολιτισμικό θρησκευτικό χώρο της Sainte Ethelbourga. Εκεί, όπως γράφτηκε κιόλας, ήταν η πρώτη φορά που μια Ελληνίδα τρανς γυναίκα έπαιζε ως ηθοποιός εκτός συνόρων. Αλλού βγάλαμε λεφτά, αλλού μας εκμεταλλεύτηκαν κανονικότατα και μέναμε άφραγκοι, αλλά όλα τα αντιμετωπίζαμε με χιούμορ και καλή διάθεση. Η Εύα, ούτως ή άλλως, έχει ένα καλό: Δεν είναι καθόλου κυκλοθυμική. Πάντα με το γέλιο και το χαβαλέ, από την ώρα που θα ξυπνήσει μέχρι που θα ξανακοιμηθεί.
Πολλά και τα αστεία της, ανεξάντλητα! Μια φορά ταξιδεύαμε αεροπορικώς και είχε κενά αέρος. «Πολύ κουνάει το γαμημένο» γυρνάω και της λέω. «Μη φοβάσαι. Θάλασσα έχει από κάτω. Το πολύ – πολύ να σου δώσω τα βυζιά μου για σωσίβιο, πλαστικά είναι»…Μιαν άλλη φορά, εν ώρα παράστασης, άνοιγε συνέχεια μια πόρτα. Την κλείνει η Εύα μία φορά, ξανανοίγει, την κλείνει δεύτερη, το ίδιο, οπότε λέει στον κόσμο: «Η Χρυσούλα Διαβάτη θά’ναι, θα μας έστειλε την αστυνομία θεάτρου»…Ως γνωστόν, ο αυτοσαρκασμός αποτελεί ίδιον των ευφυών ανθρώπων και η Εύα είναι η αποθέωση του αυτοσαρκασμού. Σε μια από τις παραστάσεις πάλι, που πάντα στο τέλος βγάζει την περούκα και μένει με το κεφάλι της ξυρισμένο, παρατήρησα πως δεν είχε αφιερώσει ιδιαίτερο χρόνο στο ξύρισμα. Στο καμαρίνι της έβαλα κατσάδα. «Τι πρόβλημα έχεις; Απ’ έξω γκόμενα κι από μέσα…Λαυρέντης Διανέλλος»!
Φέτος στο Vault η Εύα έχει προσθέσει πολλά δικά της. Πάντα το έκανε δηλαδή, παρακολουθώντας την επικαιρότητα, αλλά τώρα έχει πολιτικοποιηθεί ο λόγος της. Η παράσταση ανοίγει, ας πούμε, με εκείνη να μιλάει στο τηλέφωνο – υποτίθεται – με μια τρανς φίλη της. «Τίποτα δεν έχει από δουλειά» ακούγεται να λέει, «και τώρα μ’ αυτούς που βγήκαν, άμα αρχίσουν και τα κυνηγητά, την ”κάτσαμε” άσχημα»…Σε άλλη στιγμή, πλησιάζει τον δημοσιογράφο που κάθεται απέναντι της κι αυτός τραβιέται. «Μην κάνεις έτσι, δεν κολλάει! Άκουσες κι εσύ τις μαλακίες του Γιακουμάτου μάλλον»…Το δε μπεστ είναι, όμως, όταν απευθύνεται στο κοινό: «Κάποτε είχα πάρει μέρος στα καλλιστεία τραβεστί της Αλόμας στη Θεσσαλονίκη και βγήκα Μις Μακεδονία! Εμένα έπρεπε να βάλουν στο Σύνταγμα δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη, όχι που πήγε και χώθηκε η Αφροδίτη Μάνου»…Και δώσ’ του η αίθουσα να σείεται από τα γέλια!
* Η παράσταση «Την λένε Εύα» σε κείμενο – σκηνοθεσία Αντώνη Μποσκοΐτη, με την Εύα Κουμαριανού, παίζεται στο θέατρο Vault (Μελενίκου 26, Γκάζι). Κάθε Τετάρτη & Πέμπτη στις 21.00. Εισιτήρια από τη viva.gr: https://www.viva.gr/tickets/theater/polyxoros-vault/tin-lene-eva/
** Η παράσταση θα παιχτεί στη Θεσσαλονίκη, στο θέατρο «Αμαλία» (Αμαλίας 71) τη Δευτέρα 11 και την Τρίτη 12 Νοεμβρίου. Ώρα έναρξης: 21.00