Θωμάς Κοροβίνης: «Είμαστε κατατρεγμένα πλάσματα, σπαραγμένα μέσα μας, ορφανά»

Το director' s cut της συνέντευξης με τον συγγραφέα Θωμά Κοροβίνη, που δημοσιεύθηκε στο Docville με το Documento της περασμένης Κυριακής

59305919 2519186721449021 2875538625385201664 n
Το καινούργιο βιβλίο του πολυπράγμονα Θωμά Κοροβίνη λέγεται «Θεσσαλονίκη Κωνσταντινούπολη Ανατολή» και μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα της Αθήνας. Περιλαμβάνει κείμενα «ποικίλου ειδολογικού χαρακτήρα, άρθρα, σύντομα δοκίμια, περιγραφές τοπίων και ιδρυμάτων, πορτραίτα λογοτεχνών και καλλιτεχνών, χαρακτηριστικά ενσταντανέ από τη γνωριμία του και τη σχέση του με εμβληματικές πνευματικές περσόνες, επιτομικές μονογραφίες προσωπικοτήτων και καθαρόαιμα μικρά ή μεγάλα διηγήματα». Όλα αυτά σχετιζόμενα με την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη, τις δύο πόλεις που αποτελούσαν ανέκαθεν πηγή δημιουργικής έμπνευσης του Κοροβίνη: Στη μεν Κωνσταντινούπολη έζησε για οχτώ χρόνια ως εκπαιδευτικός και μύστης παγανιστής της, στη δε Θεσσαλονίκη ακόμη ζει μόνιμα ως τον τόπο που τον διαμόρφωσε, που τον ελκύει και τον απωθεί ταυτόχρονα. Στη συνομιλία μας με τον ιδιοσυγκρασιακό συγγραφέα δεν μπορούσαν ν’ απουσιάσουν οι αναφορές στους μεγάλους δασκάλους του, στον έρωτα και στην πολιτική – η τελευταία διαπερνά κάθε έργο του, είτε γράφει για τον Κούδα, είτε για το θρύλο του Ασλάν Καπλάν.
 
 
Είστε πολυγραφότατος, σαν να ζείτε για την τέχνη της γραφής. Συμφωνείτε;
 
Όχι. Ζω για να ζω, για τη ζωή, απλώς μες τη ζωή έχω χτίσει τις παραλλαγές πάνω σε μια ηλιαχτίδα. Αν υποθέσουμε ότι η ζωή μου είναι μια αχτίδα ή ένα ποτάμι, βάλτε ότι θέλετε, έχει παραλλαγές. Οι παραλλαγές φτιάχνουν την προσωπικότητα κι εκεί εντάσσεται η γραφή. Συν τω χρόνω, έγινε σαν την αναπνοή. Είναι κάτι που το λένε πολλοί δημιουργοί, γλύπτες και ζωγράφοι. Η ηθοποιός Δέσπω Διαμαντίδου, με την οποία είχαμε μία μικρή φιλία, έλεγε: «Δεν πιστεύω ότι ζωή μου είναι το θέατρο. Όχι, μωρέ, η ζωή είναι και το θέατρο και το σπίτι, η βόλτα, το διάβασμα, το γκομένισμα». Αυτή την εκδοχή της Δέσπως ασπάζομαι κι εγώ. Δεν είμαστε ένα πράγμα!
 
Πάντως, η ζωή ενός συγγραφέα πολύ πιο εύκολα περικλείει όλα αυτά παρά ενός ηθοποιού, πάντα μέσα από το έργο τους.
 
Εγώ είμαι σαν το ψάρι, που δεν το βρίσκεις ποτέ εκεί που θες εσύ. Έζησα ανήσυχα, ήμουν πολύ ανήσυχος και ταραγμένος έφηβος, πολύ δε περισσότερο ως νέος, αν και ακόμη νιώθω έτσι μόνο που τώρα πια δεν μας δίνουν τα παλιά περιθώρια ζωής. Στο δικό μου θέατρο, λόγω ηλικίας και λόγω αλλαγής εποχών, έχει έλθει άλλος θίασος πλέον. Έζησα στα γεμάτα, στα βαρβάτα – αυτή είναι η έγνοια μου κι έχω και τον τρόπο, φαίνεται, διότι δεν κάνω τίποτα άλλο ακόμη κι αν γράφω δοκιμιακά, όπως στους «Ζεμπέκηδες Ασίκηδες», που αποτέλεσε μία δύσκολη χρονοβόρα μελέτη. Ατόφια σπαρταριστά κομμάτια ζωής προσπάθησα να μεταφέρω στο γραπτό μου, όπως ακριβώς συμβαίνουν, όχι σαν μίμηση της ζωής. Αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον για να το καταφέρνει κανείς, αφού δεν μπορεί η τέχνη να φτάσει το μεγαλείο της ζωής, ούτε το ζενίθ, ούτε το ναδίρ, ούτε τα πάνω της, ούτε τα κάτω της. Δεν πα’να’σαι ο Χένρι Μουρ, δεν πα’να’σαι ο Βελάσκεθ, ο Μινωτής ή όποιος άλλος…Ούτε η ομορφιά μπορεί να καλυφθεί από τη Μέριλιν Μονρόε, αυτά είναι αστεία πράγματα.
 
Ο κόσμος, πάντως, δεν τα σκέφτεται όλα αυτά. Μπορεί να εισπράττει απλά με τον τρόπο του την ομορφιά ενός κειμένου, ενός πίνακα, μιας ταινίας.
 
Εγώ συμφωνώ, αλλά θα σας πω ένα παράδειγμα με τους φίλους μου τους σινεφίλ, που εγώ ήμουν πιο σινεφίλ απ’ αυτούς τους φανατικούς, τους επικαιρικούς οπαδούς. Ήμουν από παιδί μες τα σινεμά, αλλά άρχισα να μην πολυπηγαίνω. Κάπου τα σνομπάριζα ή δεν μ’ άρεσε να στριμώχνομαι. Καθόμασταν, λοιπόν, σε μια ταβέρνα αμέσως μετά από Αϊζενστάιν και άρχιζαν να λένε του κόσμου τις παπαρδέλες! Τους έλεγα: «Δεν είναι καλύτερο να μην πιανόμαστε από την τέχνη, αφού η τέχνη πρέπει να σε κάνει λιγότερο ανόητο και περισσότερο άνθρωπο; Που είναι η καλλιέργεια σας;» Αυτά τους ρώταγα! Μπορείς να παρακολουθήσεις όπερα και να μην αντιλαμβάνεσαι το δράμα των ανθρώπων; Κι ας μην ακούς όπερα, ας μην ακούς την Κάλας να σπαράζει κορυφαία, όπως κανείς άλλος δεν σπαράζει μ’ αυτό τον τρόπο, τραγουδώντας και παίζοντας! Η τέχνη πρέπει να’ναι ανακούφιση, ψυχαγωγία, ανάγκη της ψυχής δηλαδή, μα και αφομοιώσιμη ώστε να αποτυπώνεται στην προσωπικότητα των ανθρώπων. Τι να το κάνω άμα έχεις δει όλο το σινεμά κι όλο το θέατρο και δεν σου βγαίνει; Τι έχεις πάρει απ’ όλο αυτό; Έρχεσαι και λες μαλακίες, έχεις γίνει ένας βάναυσος τύπος. Γιατί πας και βλέπεις τζάμπα τον Μπέκετ και μας πρήζεις τα ούμπαλα με τον κουλτουριαρισμό σου; Ο Μανώλης Αναγνωστάκης, ξέρετε, το έλεγε: «Άλλο κουλτούρα και άλλο κουλτουριαρισμός».
 
Νομίζω πως με τον όρο «κουλτουριαρισμός», ο Αναγνωστάκης αναφερόταν στους σκληροπυρηνικούς δεξιούς, οι οποίοι φόρεσαν στους αριστερούς τον όρο «κουλτουριάρης».
 
Δεν νομίζω ότι το έλεγε γι’ αυτό, δεν ξέρω, γιατί αυτοί που λέγονταν «κουλτουριάρηδες» έκαναν την κουλτούρα μόδα, ακόμη και μεγάλοι τραγουδιστές…
 
Ο Ζαμπέτας, π.χ., υποτιμητικά αναφερόταν στους «κουλτουριάρηδες».
 
Τον Ζαμπέτα δεν τον παρεξηγούσαμε, ήτανε σαν να το’λεγε η θεία μας. Ο Αναγνωστάκης αναφερόταν στο βιβλίο και την τέχνη γενικότερα, που έγιναν μόδα μετά τη Μεταπολίτευση και είχαν γνώμη για την κουλτούρα όχι μόνο δεξιοί, αλλά και αμαθείς, μικροαστοί, οι οποίοι κατέκριναν ακόμη και τραγουδιστές – δεν θέλω να αναφέρω το όνομα ενός μεγάλου πολύ γνωστού τραγουδιστή τώρα. Εγώ, ως εκπαιδευτικός κιόλας, προσπαθούσα ν’ ανοίξω τα μάτια των παιδιών. Να διευρύνω τους ορίζοντες τους ώστε να δράσουν πιο απελευθερωτικά σε σχέση με τους εαυτούς τους και το περιβάλλον τους. Τους έλεγα «διαβάστε εφημερίδα», δεν τους έλεγα «διαβάστε την Ελευθεροτυπία ή τον Ριζοσπάστη ή την Καθημερινή». Ερχόταν ο άλλος, που ενώ εμένα μ’ άκουγαν δέκα, αυτόν τον άκουγαν πέντε χιλιάδες, κι έλεγε: «Μεγάλη κουλτούρα έπεσε, να μη διαβάζουμε»! Βρε μπούφο, που μιλάς; Ο εχθρός είναι παντού κι εμένα αυτός είναι ο εχθρός μου. Δεν είναι μόνο το φασισταριό, είναι κι ένας στη γειτονιά που παριστάνει τον αριστερό κι είναι μπούφος συμπλεγματικός επειδή μισεί την τέχνη. Όλοι αυτοί φωλεάζουν σε σχήματα κοινωνικά καμουφλαρισμένοι. Αν η Αριστερά είχε αντιληφθεί τα μηνύματα των καιρών, όχι μετεμφυλιακά που ήταν δύσκολα, αλλά μετά τη Μεταπολίτευση, θα αποδεχόταν και θα αφομοίωνε τα κινήματα της ειρήνης, τα πρώιμα οικολογικά κινήματα, τα γκέι κινήματα κι αυτά της ερωτικής απελευθέρωσης, μα τελικά τίποτα δεν έγινε…Όπως έλεγε και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος «Σαν τους αριστερούς σας αγαπώ, αδέρφια μου, παρόλο που κι αυτοί μας κατατρέχουν». Τώρα φτάσαμε να ανεχόμαστε διάφορα, φτάνοντας στο σημείο κάθε μέρα να σκοτώνεται και μία γυναίκα. Δεν είχαμε προετοιμαστεί γι’ αυτό, ούτε εμείς, ούτε και η Αριστερά ως σώμα.
 
Κι ενώ βλέπουμε κάποιους να ενίστανται ακόμη και για τον όρο «γυναικοκτονία».
 
Μεγαλώνοντας μες τις εφημερίδες, θυμάμαι ότι είχαμε και πολλές «ανδροκτονίες», όχι με την ίδια συχνότητα. Η γυναικοκτονία είναι ανθρωποκτονία, συζυγοκτονία, μητροκτονία ή οτιδήποτε και παράλληλα είναι και γυναικοκτονία. Ο όρος υπερτονίζει την υποδεέστερη θέση της γυναίκας και την ευκολία της θυματοποίησης της. Σωστό είναι από μία πλευρά, αλλά θέλει κουβέντα πάλι.
 
 
Παρατηρώ ότι στη μέχρι τώρα κουβέντα μας, βάλατε ήδη μεγάλες προσωπικότητες από τη Μαρία Κάλας μέχρι τον Μανώλη Αναγνωστάκη. Το ίδιο υπάρχει στο βιβλίο σας, αλλά και στον τρόπο που ζείτε. Έχετε πολύ μεγάλη αγάπη και σεβασμό για τους ανθρώπους της τέχνης.
 
Ναι, σε όλους ανεξαιρέτως, αλλά κατά προτίμηση σε κάποιους, είτε γιατί το μεγαλείο της τέχνης τους μ’ έχει φέρει στον απόλυτο εκστατικό θαυμασμό, είτε επειδή συνδέομαι προσωπικά μαζί τους. Καλλιτέχνες, που η προσωπικότητα τους μ’ έχει κάνει να μην τους απομυθοποιήσω, γιατί υπάρχει ο κίνδυνος, πλησιάζοντας έναν καλλιτέχνη, να κατέβει τόσο πολύ από το βάθρο, εκεί που πριν τον θαύμαζες, ώστε να καταγκρεμιστείς μαζί του. Γνωρίζω ότι το έχετε ζήσει κι εσείς αυτό. Άμα λείπει το ήθος, γάμησε τα, χέσ’ τα και κουκούλωσ’ τα. Το ήθος κάνει μπαμ λίγα δευτερόλεπτα να δεις τον άλλον. Έχουμε ψηθεί, έχει φάει ο κώλος μας χώμα. Ο κακός, ξέρετε, είναι βλάκας. Άμα ήταν έξυπνος θα πάλευε για να γίνει καλός.
 
Ενδιαφέρον. Θα ήθελα να επεκταθείτε.
 
Ο άλλος, ας πούμε, είναι ένα χαμένο κορμί. Εσύ του μιλάς γλυκά, του δείχνεις ότι καταλαβαίνεις τι είναι και εξακολουθεί να παίζει το παιχνίδι του. Δεν πονηρεύεται, δεν λέει «Εδώ έχουμε έναν εντάξει άνθρωπο που ξέρει ότι είμαι κουμάσι», μα δεν φεύγει απ’ τη γάγγραινα της μοχθηρίας και της βρωμιάς, στην οποία είναι περιπλεγμένος.
 
Μου ακούγεται σαν να αναφέρεστε σε μία ερωτική σχέση, σαν να μου λέτε την πίκρα σας τώρα.
 
Έχετε δίκιο, στον έρωτα είναι πολύ σύνηθες αυτό. Στον έρωτα την πατάει κανείς, είτε είναι επικαιρικός, τρέχων έρωτας, αγοραίος, είτε πιο στέρεος, διότι πάντα επενδύει. Είμαστε σπαραγμένα πλάσματα, κατατρεγμένα μέσα μας, ορφανά. Τώρα χάνουμε και ανθρώπους σημαντικούς γύρω μας, όχι συγγενείς μας, με τρόπο φρικιαστικό. Θέλουμε όλοι κάπου ν’ ακουμπήσουμε. Έτυχε στους Χαιρετισμούς προ δύο ετών να θελήσω να πάω να τους ακούσω εδώ πάνω, στην Αχειροποίητο, μια καταπληκτική βυζαντινή εκκλησία. Λιτός ναός χωρίς πολλές εικόνες, αλλά επιβλητικός. Κάνω να μπω και βρίσκω έναν θεολόγο νέας κοπής: «Μην μπεις» μου κάνει, «είναι ένας Ταλιμπάν μέσα και κάνει κήρυγμα». «Βρε θα μπω!» του απαντάω. Μόλις μπαίνω, δύο αγοράκια 17χρονα με πλησιάζουν: «Κύριε, να σας δώσουμε ένα έντυπο;» Μου το δίνουν και τι έγραφε αυτό το έντυπο; Εναντίον των προγαμιαίων σχέσεων! Λέω «Σε μένα το έδωσαν, δεν με βλέπουν πως είμαι;Εδώ πήγαινα για τη δέκατη παρτούζα, αλλά δεν την είχα ολοκληρώσει» (γέλια) Ακούω, λοιπόν, το κήρυγμα που έλεγε τα εξής εκπληκτικά: «Όσοι εισέρχονται εις τον Οίκο του Κυρίου και είναι πόρνοι, μοιχοί, αρσενοκοίται, να αποχωρήσουν, δεν έχουν χώρο»! Τελειώνει το κήρυγμα, πάω στον Ταλιμπάν και του λέω: «Ελάτε, αδερφέ, εδώ λίγο να σας πω κάτι. Ποιον διώχνετε από την Αχειροποίητο; Είναι μες την απελπισιά του ο κόσμος, δεν έχει να φάει, τον πλάκωσαν στα Μνημόνια, μπαίνει εδώ μέσα γιατί θέλει κάπου ν’ ακουμπήσει, κι εσείς τον διώχνετε; Δικιά μας είναι η εκκλησιά κι εσείς είστε ένοικοι, περαστικοί»! Τον έκανα πέντε παρά δυό, το έραψε και αποχώρησε αυτός!
 
Πηγαίνοντας στο βιβλίο σας, έχετε ένα εκπληκτικό ταλέντο στο να συνδέετε τους τόπους με τους ανθρώπους.
 
Οι τόποι είναι οι άνθρωποι. Ο σκέτος τόπος δεν λέει τίποτα. Το βιβλίο αυτό το οφείλω στην ανθρωπογνωστική και ανθρωπογεωγραφική περιδιάβαση μου μέσα στη ζωή των πόλεων, που αποτελούν τους μύθους μου: Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη και Ανατολή, που’ναι στο πλάι της Πόλης, διότι και μ’ αυτήν συνδέομαι άμεσα. Η Θεσσαλονίκη είναι οι δάσκαλοι μου, άνθρωποι της ζωής μου: Ο Μαρωνίτης, ο Χριστιανόπουλος – όχι όλοι. Υπάρχει και ο άλλος μου δάσκαλος, ο Γ. Π. Σαββίδης, που θα του κάνω κάτι μεγάλο κάποια στιγμή. Δάσκαλοι μου είναι επίσης οι ταβέρνες και οι έρωτες μου. Στο τελευταίο κείμενο του βιβλίου περιγράφω ένα κυνηγητό λόγω της γνωριμίας μου μ’ έναν αξιωματικό που ο επιτελάρχης μας συνέλαβε να κοιτιόμαστε στα μάτια και να φιλιόμαστε. Όλα αυτά έγιναν στη Μυτιλήνη κι αυτός ο επιτελάρχης μού έριξε καμπάνα, γιατί ουσιαστικά είδα μέσα στα μάτια του το φθόνο για το αίσθημα δύο ανθρώπων. Ο συγγραφέας του δικού μου τύπου είναι ρεαλιστής και μεταγγίζει αισθήματα στον αναγνώστη μέσα από μία αβίαστη αμεσότητα. Εμένα η αμεσότητα δεν είναι επιδίωξη μου, άμα ψάχνεσαι να γράψεις άμεσα θα τα κάνεις θάλασσα. Ή τό’χεις ή δεν τό’χεις.
 
 
Το βιβλίο σας περιέχει εβδομήντα κείμενα, ήδη δημοσιευμένα μέσα στα χρόνια.
 
Σωστά, αρκετά είναι δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά. Διάφορα, αφηγήματα κυρίως. Έχω ένα θησαυρό κειμένων δημοσιευμένα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, αφήνοντας εκτός τα πολλά που έχω κάνει για το λαϊκό τραγούδι, τις μονογραφίες και τα αμιγώς αφηγήματα. Εδώ συμπεριέλαβα μερικά μόνο αφηγήματα, όσα αφορούν τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη.
 
Έχετε κείμενα και από το facebook. Πόσα τον αριθμό;
 
Δεν ήθελα να αδικήσω τον εαυτό μου, γιατί στο facebook δεν γράφω για να επικοινωνήσω, αλλά για να προσφέρω στον κόσμο κάτι από τον ανθό της ζωής μου. Να δώσω κάτι ωραίο, αλλιώτικο, αλλά και για να μιλήσω πολιτικά, μια και μ’ αρέσει να επεμβαίνω με τον τρόπο μου χωρίς να έχω κάποιον από πίσω για να με προστατεύσει. Δεν έχω πάρα πολλά, καμιά δεκαριά κείμενα κράτησα από το facebook.
 
Θα αναγνωρίζατε στο facebook την παροχή – ας την πούμε έτσι – μιας λογοτεχνικής δυνατότητας;
 
Ναι, αν το χρησιμοποιείς έτσι. Μπορεί να κάνεις και καλό κιόλας. Όταν η χρήση είναι λελογισμένη κι έχει την πρόθεση μιας ώριμης και εμπεριστατωμένης τοποθέτησης, πολιτικά και κοινωνικά, ίσως έχει λογοτεχνική αξία ως κείμενο καθαυτό, πέρα απ’ την παρρησία σου. Εγώ, φτάνοντας φαίνεται σε μια ωριμότητα, έχω παρατηρήσει πως μερικά κείμενα μου στο facebook ίσως έχουν μεγαλύτερη λογοτεχνική αξία απ’ άλλα, τα οποία είχα δουλέψει πολύ παραπάνω σε χρόνο.
 
Και με τα οποία ο αναγνώστης – follower πιθανώς να νιώσει μεγαλύτερη οικειότητα συγκριτικά με την αγορά ενός προϊόντος, ενός βιβλίου εν προκειμένω.
 
Κι αυτό ισχύει, αλλά δεν συμπεριέλαβα πολλά τέτοια κείμενα, όπως ήδη σας είπα. Πείτε μου, όμως, πως σας φάνηκε το εξώφυλλο του βιβλίου;
 
Έχει τη συγκεκριμένη αισθητική των εκδόσεων Άγρα και επίσης μ’ αρέσει που βασίζεται σε εικόνες σύγχρονες και όχι σε γκραβούρες, λόγου χάριν.
 
Δεν το θέλαμε πεθαμενατζίδικο, μνημειακό, μια και βρίσκομαι όλο μέσα στα παλιά. Κρατήσαμε τους περιπατητές στην παραλία της Θεσσαλονίκης μ’ ένα καράβι και μια βαρκούλα στον Θερμαϊκό, όπως και τους τρούλους απέναντι από τον πύργο του Γαλατά στην Κωνσταντινούπολη.
 
Παρεμβαίνετε στις διορθώσεις και στα εξώφυλλα των βιβλίων σας; Έχετε πάντα τον τελευταίο λόγο;
 
Για τα εξώφυλλα συμφωνούμε πάντα με τον εκδότη μου, τον κύριο Πετσόπουλο, ο οποίος είναι άνθρωπος υψηλού επιπέδου. Το πολύ – πολύ να του προτείνω κάτι και να καταλήγουμε κάπου από κοινού, τώρα πια όμως πέρασαν τα χρόνια και έχω βγάλει 18 βιβλία στην Άγρα. Είναι μεγάλη μου τιμή, καθώς είναι υψηλής αισθητικής εκδόσεις και πολλοί παρακαλάνε να βγάλουν εκεί ένα βιβλίο τους έστω. Μου έλεγε ένας παλιατζής κάποτε στην Αβησσυνίας ότι δεν έχει δει ποτέ στα σκουπίδια, είτε να πουλάνε, είτε να δίνουν δεύτερο χέρι εκδόσεις Άγρα. Όλους τους άλλους τους είχες δει.
 
Κύριε Κοροβίνη, είστε ένα πολιτικό ον κι αυτό φαίνεται σ’ όλα σας τα κείμενα, ακόμη κι αν γράφετε για τον Καζαντζίδη.
 
Είμαι, έχετε δίκιο. Ακόμη κι αν γράφω υποδόρια για την πολιτική, υπάρχει το κεντρί. Είμαι άμεσα καταγγελτικός επίσης, κατακέφαλα, όταν δεν γράφω υποδορίως πολιτικά.
 
 
Στο κείμενο σας, «Η Αθήνα ενός Θεσσαλονικού», αναφέρεστε σ’ αυτό το κράμα βυζαντινισμού της Θεσσαλονίκης. Ωραία όλα αυτά, μα εδώ είδαμε πρωθυπουργό να συμμετέχει σε συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου.
 
Παρακολουθώ την επικαιρότητα και τα είδα όλα. Αυτά είναι «σου δίνω – μου δίνεις», οι αλλαξοκωλιές των επιφανών και παρακαλώ έτσι να το γράψετε! Γίνονται σε κράτη που έχουν μικτό πολίτευμα, όπως στο δικό μας που έχουμε αβασίλευτη δημοκρατία. Εμείς έχουμε ένα ποσοστό μουσουλμάνων ή άθρησκων, αλλά πυρήνας θρησκευτικός μας είναι η Ορθοδοξία, άρρηκτα συνδεδεμένη με το κράτος μέσα απ’ τις δομές του. Υπάρχει η νοοτροπία του κόσμου, που επηρεάζεται από δοξασίες, εξ ου και έχουμε παρωχημένες αντιλήψεις σ’ ένα μεγάλο κομμάτι του λαού μας, πράγμα που μας πάει πίσω, μια και η νοοτροπία συνήθως είναι το τελευταίο που αλλάζει. Υπάρχει επίσης η Εκκλησία και τα συμφέροντα της που συνδέονται με το κράτος δομικά, όπως ανάφερα. Κακώς ο Τσίπρας που δεν έφτασε το μαχαίρι στο κόκαλο. Θα ήταν κάτι που θα μίλαγε στις ζωές μας κι ας κόστιζε σε ψήφους. Είχαν γίνει κάποιες προσπάθειες και επί ΠΑΣΟΚ με τον Τρίτση, αλλά του βάλανε χέρι και σταμάτησε. Ο Τσίπρας έπρεπε να το κάνει! Στο βιβλίο μου, «Όμορφη νύχτα», είχα γράψει πως στην Ελλάδα ακόμη και η αριστερά να κυβερνήσει, πάλι η δεξιά θα κυβερνάει – μου το θύμισε τις προάλλες ένας φαρμακοποιός. Δεν γίνεται αλλιώς! Και δεν εννοούσα ότι δεν υπάρχει αριστερά, απλά και να κυβερνήσει, ως δεξιά θ’ αναγκαστεί να το κάνει, πράγμα που δεν μας κολακεύει καθόλου.
 
Καμία ελπίδα δηλαδή;
 
Μα ποιος θα κάνει την ανατροπή; Ο Κεμάλ, αυτός ο διώκτης του ελληνισμού κατά τη μικρασιατική εκστρατεία, που προκάλεσε τόση συμφορά, είναι ο ανακαινιστής της Τουρκίας! Τον έκανε το διαχωρισμό! Είσαι Τούρκος πολίτης, θες να παντρευτείς; Πας στο δημαρχείο, δηλώνεσαι και τελείωσε το θέμα. Γεννάς ένα παιδάκι; Πας και το δηλώνεις, «είμαι ο Μουράτ και ο γιος μου λέγεται Ισμαήλ»! Θες να καλέσεις τον ιμάμη στο σπίτι να σ’ ευλογήσει; Κάλεσε τον, ελεύθερα. Μεγάλη υπόθεση! Εγώ έχω μεγάλο σεβασμό στην Ορθοδοξία, αλλά θα τον έχω εδώ τον ιεράρχη να μου λέει τι θα κάνω με την Αλβανία, τι θα κάνω με την Τουρκία ή με τα γεννητικά μου όργανα; Τι λες, καλέ; Δε σφάξανε! Κάποτε είπα: «Δεν χαρίζω την Παναγιά στον Πατέρα Άνθιμο. Η Παναγιά είναι όλων μας, και των άθεων». Κάποτε, επειδή και οι θεσμικοί διαχειριστές της τέχνης μας πικραίνουν ενίοτε, ένας απ’ αυτούς μου είπε: «Ξέρεις, είναι πολύ τολμηρό έργο, δεν μπορώ να τ’ ανεβάσω». Του απάντησα: «Τότε να σε βάλουμε να δουλέψεις δίπλα στον πατέρα Άνθιμο, όχι να διαχειρίζεσαι θεατρική σκηνή». Αν δεν είναι τόλμη η τέχνη, τότε τι είναι; Άμα φοβάσαι δηλαδή, δεν κάνουμε δουλειά.
 
Εκτός αυτού, δεν θέλουν να χάσουν τα εισιτήρια τους ή τις επιχορηγήσεις τους.
 
Ο Μπρεχτ όμως έλεγε πως η αλήθεια δεν πρέπει μόνο να πονάει, αλλά και να σφάζει ενίοτε.
 
Δεν σας είδαμε στην πρόσφατη έκθεση βιβλίου της Θεσσαλονίκης. Αποτραβηχτήκατε στο Πήλιο.
 
Το απέφυγα, αν και είχα οχτώ παρουσιάσεις βιβλίων, για τα οποία θα μίλαγα, πολλών και καλών συγγραφέων. Η έκθεση απέτυχε, τα είδατε κι εσείς. Όσα χρόνια γίνεται η έκθεση, είμαι ένα απ’ τα τσιράκια που εξυπηρετεί τους Αθηναίους εκδότες κι ας μην πληρώνουν τα έξοδα αλέ ρετούρ. Το κάνω για τους φίλους συγγραφείς, αλλά και για την έκθεση που δεν πρέπει να φύγει και να μείνει στη Θεσσαλονίκη. Είναι καλό να έρχεται ο κόσμος σε επαφή με το βιβλίο. Όταν όμως δεν έρχονται οι Αθηναίοι εκδότες για τους δικούς τους λόγους, γιατί εγώ να κάνω αυτή τη δουλειά; Σάμπως έχω τίποτα μετοχές στην έκθεση; Συνδέομαι με τους ανθρώπους της τέχνης κι όταν μου το ζητάνε, δεν μπορώ να πω όχι. Γι’ αυτό είμαστε, για να βοηθάμε ο ένας τον άλλον!
 
Στο βιβλίο σας, λέτε πως οι Αθηναίοι ναι μεν περνάνε καλά στη Θεσσαλονίκη, αλλά πάντα γυρίζουν στη δική τους μητρόπολη.
 
Μα οι δημιουργοί είναι στην Αθήνα, δεν είναι στη Θεσσαλονίκη. Μια φορά ήμουν μ’ ένα γνωστό τραγουδοποιό, πίναμε καφέ στην παραλία και μου κάνει «Πω, πω, πω»! Του κάνω: «Έλα να μείνεις εδώ» (γέλια). Τώρα που αναδιαμορφώνονται όλα και χωρίς σαφήνεια ταυτότητας, με τα πάνω – κάτω να έχουν έρθει και στην Αθήνα, κρατάω πιο πολύ τη διαμονή μου στην Κωνσταντινούπολη με τον τρόπο που έζησα και τις εμπειρίες που με βοήθησαν να ξεπεράσω τον επαρχιωτισμό μου απέναντι στην Αθήνα. Οι μη ζώντες στην Αθήνα έχουν λίγα κόμπλεξ, η αλήθεια είναι. Εγώ είχα τη δυνατότητα να ζω την Αθήνα και να λέω «χαμούρα, σ’ έχω αφήσει πίσω». Έγινα κοσμοπολίτης εκ των πραγμάτων. Δεν ζω στην Αθήνα, που έχει όμως το εξής μεγαλειώδες συγκριτικά με τη Θεσσαλονίκη: Είναι μεγαλούπολη, απελευθερωτική για τον άνθρωπο, δίνοντας του τη δυνατότητα να διαχειριστεί με μεγαλύτερη ευχέρεια την ανωνυμία ή την επωνυμία του. Και στη Θεσσαλονίκη γίνεται, αλλά σε μικρότερο βαθμό. Η Αθήνα πάλι με τις συνοικίες της δεν έχει καμιά προσωπικότητα, τρίχες κατσαρές δηλαδή, φιλοξενεί όμως προσωπικότητες, έχει κόσμο πολύ, ξεμπροστιασμένο κιόλας.
 
Σχολιάστε μου τη σύγχρονη δαιμονοποίηση της Αριστεράς, είναι μία εσκεμμένη προπαγάνδα. Γνώμη μου.
 
Πολλή συζήτηση έχει γίνει γι’ αυτό. Παγκοσμίως υπάρχει μία τάση να διώκεται ακόμη και η παραμικρή αναφορά στη λέξη αριστερά ή κομμουνισμός. Να διώκεται από τον επίσημο δημόσιο λόγο, ακόμη κι απ’ τις συνεντεύξεις που δίνουν κάποιοι. Να πρέπει να το πεις κάπως αλλιώς, αλλά όχι έτσι. Αν πούμε ότι δεν μας χρειάζεται η Αριστερά, εν πάση περιπτώσει, από που να ελπίσουμε έτσι που τά’χουν κάνει οι άλλοι; Πες ότι η Αριστερά δεν τα κατάφερε τόσο καλά ή καλά, οι άλλοι είναι ανύπαρκτοι όμως, δεν έχουν επαφή με τον κόσμο, δεν έχουν την ελπίδα να πάνε με το καλό της ανθρωπότητας. Επομένως εμείς με ποιους θα είμαστε; Παρά την «αποτυχία», αν θέλετε, ή την καθήλωση της αριστεράς στην ανθρωπότητα βάσει των μοντέλων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ή της Κίνας. Η ελπίδα παραμένει στην Αριστερά, δεν έχουμε άλλη ελπίδα, αν θέλουμε να’μαστε κοντά στον ταπεινωμένο λαό, τους λούμπεν και τη φτωχολογιά.
 
Σε πενήντα χρόνια από τώρα που δεν θα υπάρχετε εσείς, αλλά μόνο τα βιβλία σας και η αγάπη σας για τον Άνθρωπο, πως πιστεύετε ότι θα σας μνημονεύουν;
 
Εμένα μ’ αρέσει να σκέφτομαι πως στα ζωντανά μου βοήθησα λίγο έναν άνθρωπο, τον παρηγόρησα μέσα στην καταφρόνια και την ανασφάλεια του. Αν του έδωσα έναν κόκο ελπίδας, χαράς, ομορφιάς, αυτό είναι το σημαντικότερο. Αν τώρα έχω φύγει και το έργο μου μιλάει ακόμα στους ανθρώπους, αυτό είναι η μεγαλύτερη δόξα! Σπουδαίο είναι, γιατί η τέχνη αμείβεται ελάχιστα, όπως ξέρετε, κι έχεις την επίγνωση πως αγωνίστηκες για κάτι.
 
Είπατε στην αρχή πως όλοι είμαστε πλάσματα κατατρεγμένα, σπαρακτικά.
 
Έτσι είναι, αφού ο άνθρωπος ξέρει ότι είναι μοιραίο πλάσμα και πως θα πεθάνει. Κάποτε έκανα τον ζόρικο σ’ ένα πλάσμα και μου είπε: «Έλα, χάιδεψε με, αφού θα φύγουμε απ’ αυτόν τον κόσμο». Τι να έκανα κι εγώ, με σκλάβωσε αυτή η κουβέντα και υποχώρησα. Παραδόθηκα. 
 
 
* Το βιβλίο «Θεσσαλονίκη Κωνσταντινούπολη Ανατολή» του Θωμά Κοροβίνη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα

Στέφανος Κασσελάκης: «Αλέξη, έλα πάνω» – Η στιγμή που ο Τσίπρας ανεβαίνει στο βήμα (video)

ΤΣΙΠΡΑΣ ΣΥΡΙΖΑ

Στέφανος Κασσελάκης: «Αλέξη, έλα πάνω» – Η στιγμή που ο Τσίπρας ανεβαίνει στο βήμα (video)

«Πάμε μπροστά. Αλέξη, έλα πάνω», ανέφερε ο Στέφανος Κασσελάκης με αποδέκτη τον τέως αρχηγό του…

ΗΠΑ: Άνδρας αυτοπυρπολήθηκε έξω από το δικαστήριο την ώρα που εκδικαζόταν υπόθεση του Ντόναλντ Τραμπ (Video)

τραμπ πυρ

ΗΠΑ: Άνδρας αυτοπυρπολήθηκε έξω από το δικαστήριο την ώρα που εκδικαζόταν υπόθεση του Ντόναλντ Τραμπ (Video)

Ο άνθρωπος που αυτοπυρπολήθηκε έλαβε ιατρική βοήθεια και μεταφέρθηκε από την περιοχή