Τα καθ’ υστέρησιν του Κυριάκου Μητσοτάκη και τα εν αφθονία του Αλέξη Τσίπρα (Μέρος Β)

Πάντα η ανθρωπότητα ερχόταν αντιμέτωπη με τη μοιραία στιγμή που ένας ανόητος, ανίκανος, άνους, αγύρτης, ακραίος εξουσιαστής ή ακόμη και κάποιος παράφρων, αναλάμβανε τις τύχες ενός λαού

artworkalex koul

Διατρέχοντας τον κίνδυνο να κουράσω με το μακροσκελές άρθρο μου, θεωρώ, παρ’ όλα αυτά, ότι πρέπει να γίνει κατανοητή η διαχρονικότητα της ύπαρξης ανόητων επικεφαλής και ανούσιων πολιτικών στη δημόσια σφαίρα, οι οποίοι ανέκαθεν λειτουργούσαν ως ανδρείκελα, καθιστώντας μια ανάλυση επιβεβλημένη στο βαθμό πάντα που επηρέαζαν τις ζωές πολλών ανθρώπων. Δεν αποτελεί καινοτομία ή έκπληξη η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη θέση της διαχείρισης της εξουσίας. Πάντα η ανθρωπότητα ερχόταν αντιμέτωπη με τη μοιραία εκείνη στιγμή, που ένας ανόητος, ανίκανος, άνους, αγύρτης, ακραίος, κενός, ανέντιμος, υπερβολικός, παράωρος, συναισθηματικά και πνευματικά στερημένος, δεκάρικος πρωθυπουργός ή άλλος εξουσιαστής ή ακόμη και κάποιος παράφρων, αναλάμβανε τη διαχείριση ενός κράτους και τις τύχες ενός λαού. Ευτυχώς για εμάς αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο, το μεγαλείο της αριστοτελικής φιλοσοφίας αποδεικνύεται μια εξαιρετική μεθοδολογία ανάδειξης της αξίας και αποκάλυψης της αλήθειας, αλλά και κρίσης όσων εμφανίζονται στη δημόσια σφαίρα.

Συνεχίζοντας το διάγραμμα του Αριστοτέλη, το οποίο για όσους επιθυμούν να το διαβάσουν και να το επεξεργαστούν ενδελεχώς βρίσκεται στα Ηθικά Νικομάχεια, θα δούμε επιπλέον παραμέτρους αναφορικά με τις υπερβολές, τις ελλείψεις και την ηλοσύνη του ελαφρόνου και οκνηρού Κυριάκου Μητσοτάκη και την μεσότητα του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω είναι ο μόνος μαζί με το Facebook και το Twitter που κάνουν αντιπολίτευση. Ο Αριστοτέλης μας λέει λοιπόν, ότι υπάρχουν και άλλες τρείς μεσότητες, οι οποίες μπορεί εκ πρώτης όψεως να έχουν αρκετές ομοιότητες, στην πραγματικότητα όμως διαφέρουν, καθώς αναφέρονται κυρίως στη σχέση που αναπτύσσουμε με τα λόγια και τις πράξεις. Η διαφορά τους βρίσκεται στο ότι η μία από αυτές έχει να κάνει με την αλήθεια, που υπάρχει στα λόγια και στις πράξεις μας, ενώ οι άλλες δύο με την ευχαρίστηση που υπάρχει μέσα σ᾽ αυτά. Ας μιλήσουμε λοιπόν και γι’ αυτές τις περιπτώσεις, για να διακρίνουμε ακόμη καλύτερα, ότι η μεσότητα είναι σε όλες τις περιπτώσεις επαινετή, ενώ τα άκρα δεν είναι ούτε επαινετά ούτε ορθά, αλλά ψεκτά.

Σε σχέση με την αλήθεια το μέσον είναι ο ειλικρινής και η ειλικρίνεια, ενώ τα άκρα είναι η καυχησιά και η υποκριτική κρυψίνοια. Σε σχέση με την ευχαρίστηση στις κοινωνικές διασκεδάσεις, μέσος ονομάζεται ο χαριτολόγος, ενώ η υπερβολή του Μητσοτάκη χαρακτηρίζεται από τον Αριστοτέλη κυριολεκτικά «καραγκιοζλίκι» και ο ίδιος ο άνθρωπος που έχει την ιδιότητα αυτή είναι ο «καραγκιόζης», ενώ ο ελλιπής είναι ο «χωριάτης» και η ιδιότητα είναι η «χωριατιά» (μτφρ. Λυπουρλή). Επιπλέον, μέσος είναι ο ντροπαλός, ο οποίος επαινείται, ενώ ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο και ντρέπεται για τα πάντα είναι υπερβολικός. Ο ελλιπής Κυριάκος, που δεν αισθάνεται την παραμικρή ντροπή χαρακτηρίζεται ως αναίσχυντος. Μια σημαντική παράμετρος στο διάγραμμα του Αριστοτέλη είναι η νέμεση. Αυτή η ιερά αγανάκτηση που χαρακτηρίζει τον κανονικό άνθρωπο και όχι τον ακραίο, είναι η μεσότητα μεταξύ φθόνου και επιχαιρεκακίας. Και οι τρεις τους αναφέρονται στη χαρά και στη λύπη, που αισθάνεται κανείς για όσα συμβαίνουν στους άλλους. Ο νεμεσητικός, λυπάται, όταν βλέπει ανθρώπους, που ευτυχούν ενώ δεν το αξίζουν, ο φθονερός, ξεπερνώντας τον νεμεσητικό, λυπάται για κάθε επιτυχία του άλλου και τέλος ο επιχαιρέκακος όχι μόνο δεν λυπάται για το κακό που συμβαίνει στον άλλον, αλλά επιπλέον χαίρεται κιόλας.

Μιλώντας λοιπόν ο Αριστοτέλης για την κοινωνική συμβίωση κάνει λόγο για τους ανθρώπους, που στις κοινωνικές τους σχέσεις προκαλούν στους άλλους ευχαρίστηση ή λύπη. Κατά την κοινή λοιπόν αντίληψη ο καυχησιάρης θέλει να φαίνεται, ότι έχει πράγματα, που δίνουν στον άνθρωπο αξία και καλό όνομα (που στην πραγματικότητα δεν τα έχει), ή ότι έχει περισσότερα από αυτά που πράγματι έχει· ο κρυψίνους, από την άλλη, και ο υποκριτής αρνείται, ότι έχει αυτά που έχει, ή μειώνει την αξία τους· τέλος, ο μέσος —ένας άνθρωπος, θα έλεγε κανείς, που λέει τα πράγματα με το όνομά τους —είναι ειλικρινής στις πράξεις της καθημερινής του ζωής και στα λόγια του και παραδέχεται, ότι έχει αυτά που πράγματι έχει: ούτε περισσότερα ούτε λιγότερα.

Το άτομο που προσποιείται ότι έχει περισσότερα από αυτά που έχει, δίνει την εντύπωση ότι είναι κατώτερος άνθρωπος, αλλιώς δεν θα έβρισκε ευχαρίστηση στην ψευτιά· πιο πολύ, πάντως, δίνει την εντύπωση μωρού και ανόητου ανθρώπου… παρά κακού. Αν όμως το κάνει αποβλέποντας σε κάτι συγκεκριμένο, τότε η καυχησιά του δεν είναι πολύ αξιοκατάκριτη· αν όμως το κάνει για χρήματα ή για πράγματα που αποφέρουν χρήματα, τότε η περίπτωση είναι πιο επαίσχυντη. Ακριβώς όπως ένας είναι ψεύτης γιατί τον ευχαριστεί το ψέμα, και ο άλλος είναι επαίσχυντος, γιατί επιθυμεί να κερδίσει είτε καλό όνομα είτε χρήματα. Αυτοί λοιπόν που καυχώνται για να κερδίσουν ένα καλό όνομα, καυχώνται ότι έχουν ιδιότητες, που κερδίζουν τον έπαινο ή τα συγχαρητήρια των ανθρώπων. Αυτοί που αποβλέπουν στο κέρδος καυχώνται, ότι έχουν ιδιότητες από τις οποίες μπορούν να επωφεληθούν οι συνάνθρωποί τους. Αυτός είναι ο λόγος που ο Κυριάκος προσποιείται ότι έχει την ιδιότητα του πρωθυπουργού και καυχιέται γι’ αυτήν αλλά στην πραγματικότητα γνωρίζει ότι κανένας δεν τον αναγνωρίζει ως τέτοιον παρά μόνο μερικοί όπως ο Άρης Πορτοσάλτε, ο Άδωνις Γεωργιάδης και κάμποσοι άλλοι εθελόδουλοι.

Αντιθέτως, ο Τσίπρας παρόλο που είναι αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναγνωρίζεται ως ο πραγματικός πρωθυπουργός της χώρας, κυρίως από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι του επιρρίπτουν ευθύνες ακόμη και τώρα. Γιατί ως γνωστόν, ευθύνες έχει αυτός που ουσιαστικά κυβερνά.

Όσο για τους ανθρώπους της υποκριτικής κρυψίνοιας, αυτοί, μειώνοντας τις πραγματικές τους ιδιότητες, δημιουργούν μια κομψότερη και πιο εκλεπτυσμένη εικόνα στα μάτια των ανθρώπων· δημιουργούν στους άλλους την εντύπωση ότι μιλούν όπως μιλούν όχι επειδή κυνηγούν το κέρδος, αλλά για να αποφύγουν τα μεγαλεία και την επίδειξη· αυτοί αρνούνται ότι έχουν τις ιδιότητες που θεωρούνται ότι προσπορίζουν στον άνθρωπο ένα καλό όνομα. Όσοι όμως αρνούνται ότι έχουν κάποιες μικρές και ασήμαντες ιδιότητες, καθώς και ιδιότητες που ολοφάνερα τις έχουν, αυτοί χαρακτηρίζονται με τη λέξη βαυκοπανούργοι (ασήμαντοι ψευτοπαληκαράδες) και είναι πιο καταφρονητέοι. Πολλές φορές μάλιστα αυτό δεν είναι παρά μια ολοφάνερη καυχησιά, κάτι σαν τις γραβάτες που φορά η ταπείνωση που βρέθηκε στην εξουσία. Η υπερβολή και η μεγάλη έλλειψή της είναι ο κομπασμός και η καυχησιά της. Αυτοί όμως που χρησιμοποιούν μέτρια την υποκριτική προσποίηση, αποκρύπτοντας πράγματα εμφανή και κατάδηλα, φαίνονται άνθρωποι κομψοί και εκλεπτυσμένοι. Είναι, πάντως, φανερό ότι ο καυχησιάρης Κυριάκος είναι ο κυρίως αντίθετος στον άνθρωπο της ειλικρίνειας και της αλήθειας· γιατί αυτός είναι χειρότερος και ο πιο άνους από όλους τους λειψούς εντός και εκτός κυβέρνησης που ακολουθούν τους εθνικιστές, ρατσιστές και χουντοφασίστες της ΝΔ ασπαζόμενοι το «δόγμα Μπάμπη» για τη σοβαρή Χρυσή Αυγή, που διαχειρίζεται τη χώρα και το λαό σήμερα.

«Γιατί δεν είναι δυνατόν, ώ άνδρες Αθηναίοι, όχι δεν είναι δυνατόν, ένας άνθρωπος που αδικεί, που επιορκεί και ψεύδεται, να αποκτήσει σταθερή δύναμη· για μια φορά και για λίγο καιρό μια τέτοια δύναμη αντέχει· αν μάλιστα η τύχη τη βοηθήσει, δημιουργώντας ελπίδες φουντώνει· αλλά με τον καιρό ξεσκεπάζεται και όλα καταρρέουν γύρω της. Όπως ακριβώς δηλαδή τα θεμέλια ενός σπιτιού, ενός πλοίου και κάθε άλλης παρόμοιας κατασκευής πρέπει κατά τη γνώμη μου να είναι πάρα πολύ γερά, έτσι και η αφετηρία και η βάση των πολιτικών πράξεων επιβάλλεται να είναι ειλικρινείς και δίκαιες. Κάτι τέτοιο όμως δεν υπάρχει σήμερα στις πολιτικές ενέργειες (σ.σ του Κυριάκου)» θα μας πει ένας άλλος σπουδαίος αρχαίος, ο Δημοσθένης.

Τα καθ’ υστέρησιν του Κυριάκου Μητσοτάκη και τα εν αφθονία του Αλέξη Τσίπρα, για την αριστερά δεν πρέπει να είναι η πολυτέλεια που την ωθεί στην αδράνεια περιορίζοντας την σε ευχολόγια, στείρες αλτρουιστικές φανφάρες και σποτάκια με παλαιστινιακά keffiyeh, περιμένοντας την ακροδεξιά να πέσει από μόνη της. Οι αριστεροί θα φαίνονται τότε σαν καιροσκόποι οι οποίοι μιλάνε με απαξιωτικό και υπεροπτικό ύφος… του τύπου «εμείς σας τα λέγαμε» ή «Μητσοτάκη δεν θέλατε, λουστείτε τον», θεωρώντας μετά αυτονόητο, ότι ο λαός θα αναγνωρίσει το λάθος του και συνεκδοχικά θα προστρέξει στον κάθε τυχάρπαστο αυτοαποκαλούμενο αριστερό. Η αριστερά πρέπει να δράσει με συγκεκριμένα βήματα, λαμβάνοντας συγκεκριμένα μέτρα. Όχι μόνο να δείχνει αλλά και να είναι αποφασιστική, ρεαλιστική και πρακτική. Χρειάζεται θάρρος πραγματικό και όχι θράσος όπως αυτό της υστέρησης που κυβερνά. Είναι γνωστή η ευαισθησία της αριστεράς για τον άνθρωπο, αλλά έτσι όπως εξελίσσεται η κρίση του προσφυγικού, και κάθε κρίση, σε λίγο θα εκφράζεται μόνο σε μνημόσυνα, τα οποία στο λαό θα φαντάζουν υποκριτικά αν όχι γραφικά. Οι άμεσες πρωτοβουλίες είναι η ευθύνη, που τόσα χρόνια από φόβο και δισταγμό δεν αναλάμβανε.

Ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας μαζί με τους ευρωβουλευτές του Σύριζα, χρειάζεται να επιδιώξει πολιτική στήριξη και να πρωτοστατήσει στην Ευρώπη, σε συνεργασία με την Ευρωομάδα της Αριστεράς, των Σοσιαλιστών και των Πρασίνων, προτείνοντας άμεσες λύσεις και επικοινωνώντας τις πραγματικές διαστάσεις του προσφυγικού ζητήματος. Τα ΜΜΕ της Ευρώπης δεν είναι ούτε του Βαγγέλη Μαρινάκη, ούτε του Γιάννη Αλαφούζου, αλλά ούτε και ελέγχονται από το επιτελικό κράτος του αβέλτερου και μωρόφρονου γόνου. Η αμβλύνοια και ελαφράδα του Κυριάκου θα παραμείνουν οι βασικές αιτίες που επιτρέπουν τους ρατσιστές και τους ακροδεξιούς να χαϊδεύουν τα αυτιά των εθνικιστών, τις γάτες Ιμαλαΐων και ό,τι άλλο τους φέρνει πιο κοντά στη διαπλοκή, που τον μεν ένα τον έκανε «πρωθυπουργό», τους δε άλλους τους ξαμόλησε στην κοινωνία ρυπαίνοντας το λαό και τον πολιτισμό του, βιαιοπραγώντας αδιακρίτως σε βάρος βιοπαλαιστών, αγανακτισμένων Ελλήνων και εξαθλιωμένων ξένων. Γιατί αν ήταν τίποτα πλούσιοι ή κανένας παράσιτος ξυπόλητος πρίγκηψ σαν το Σάφα, ο Κυριάκος και ο Άδωνις, όπως παλιότερα ο Βενιζέλος, στα πλαίσια τόσο της υστέρησης όσο και της υπερβολής, θα φορούσαν φερετζέ και σε μια εβδομάδα θα μάθαιναν το κοράνι σε όλες τις αραβικές διαλέκτους.

ΥΓ: Στη συνέντευξη που έδωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο MEGA (03/03/2020), οι «δημοσιογράφοι» τον ρωτούσαν επανειλημμένα, με απόγνωση και αγωνία τι θα έκανε αν δεν ήταν «πρωθυπουργός» ο βραδύνους Κυριάκος. Αναρωτιέται λοιπόν ο τηλεθεατής αν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι έχουν τρομοκρατηθεί πραγματικά με τις αποφάσεις του Μητσοτάκη ή απλά τον ρωτούσαν για να ακούσει το τρίο στούτζες της ωχράς ευήθειας (Μητσοτάκης, Χρυσοχοΐδης, Μηταράκης) τι πρέπει να κάνει. Πόσες και πόσες φορές η Δώρα Αναγνωστοπούλου δεν ρώτησε, σχεδόν εκλιπαρούσε τον Τσίπρα, να βάλει πλάτη και να λύσει το πρόβλημα, γιατί φοβήθηκε και αυτή πως ο ανίκανος κουφόνους θα μας βάλει σε μεγάλους εθνικούς μπελάδες. Είναι λογικό να έχει λούσει ο κρύος ιδρώτας όσους έχουν άμεση ενημέρωση για τις επόμενες κινήσεις της απρόσφορης κυβέρνησης, τη στιγμή μάλιστα που από την αρχή υπήρξε φοβική και ενδοτική στον Ερντογάν. Η Ελλάδα ακόμη μια φορά έχει απομονωθεί και είναι ο παρίας της Ευρώπης και του κόσμου όλου λόγω Μητσοτάκη. Ακόμη και η κωμωδία που στήθηκε στον Έβρο, ήταν μια στάση των ευρωπαίων στο χάνι της Ευρώπης, λίγο πριν πάνε να υπογράψουν συμβόλαια και να χαϊδέψουν τον απρόβλεπτο Ερντογάν, αφήνοντας ένα χαρτζιλίκι στον προβλέψιμο παραγιό, που συνεχίζει τις διακοπές του στα λιβάδια της υστέρησης και της υπερβολής.

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr