Θυμάμαι τον Θάνο Μικρούτσικο να μου μιλάει για μια νέα ανακάλυψη του, την ερμηνεύτρια Ρίτα Αντωνοπούλου, πριν ακόμη βγει ο πρώτος κοινός τους δίσκος. Ήταν στα τέλη του 2006 και ο συνθέτης, με τη γνωστή γενναιοδωρία του, αναφερόταν με ενθουσιασμό στην «καινούργια Μαρία Δημητριάδη» και σε «ένα κορίτσι με καταπληκτική άρθρωση και έκφραση». Όταν μάλιστα βγήκε εκείνος ο δίσκος τους, παρά το τολμηρό του εγχειρήματος, συνειδητοποίησα πως, πράγματι, παρουσιάστηκε στο ελληνικό τραγούδι ένα νέο πρόσωπο με όλα τα εχέγγυα ώστε να μας απασχολήσει και τα επόμενα χρόνια – όπως και συνέβη!
Με σκληρή δουλειά και κυρίως με ένα ακριβό γούστο στις επιλογές των συνεργατών και του ρεπερτορίου της, η Ρίτα Αντωνοπούλου παρέμεινε και παραμένει στις επάλξεις του έντεχνου τραγουδιού: Συναυλίες, δισκογραφία, τηλεοπτικές εμφανίσεις, αλλά και η πίστη σε μια αριστερή ή ουμανιστική, όπως θέλει να λέει η ίδια, ιδεολογία.
Τη συνάντησα με αφορμή τα «Νησιά», το ολοκαίνουργιο τραγούδι της που κυκλοφορεί από το ogdoo, διαδικτυακά σε ένα πρώτο στάδιο. Μελοποίηση του ομότιτλου ποιήματος του Κώστα Ουράνη από την εικαστικό και συνθέτρια Χάρις Τσεκούρα. Μιλήσαμε γι’ αυτό, όπως και για τη συναυλία της, την Τρίτη 9 Ιουλίου, στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής. Πάνω απ’ όλα, στη συνέντευξη – πορτραίτο της Ρίτας Αντωνοπούλου, που ακολουθεί αμέσως, μεγάλο μέρος κατέλαβε ο μέντορας της, Θάνος Μικρούτσικος – πως να γινόταν αλλιώς; -, η κατάσταση που επικρατεί σήμερα με τα ραδιόφωνα, οι πιο προσωπικές της στιγμές, η πολιτική, καθώς και ένα είδος χρονικού της σημαντικής ήδη πορείας της στο ελληνικό τραγούδι.
Ας ξεκινήσουμε από την εμφάνιση σας στην πρόσφατη συναυλία του Θάνου Μικρούτσικου στο Ηρώδειο. Υπήρξαν άνθρωποι που έγραψαν στα social media πως ήσασταν καταπληκτική.
Με χαροποιεί να ακούω καλά σχόλια για τη δουλειά μου, κάτι που δεν θεωρώ και αυτονόητο, αλλά αυτό που μου αρέσει περισσότερο είναι όταν ακούω ότι προόδευσα, ότι ήμουν καλύτερη απ’ την προηγούμενη φορά.
Μου δίνετε ωραία «πάσα», καθώς, πράγματι, έχει φανεί πόσο έχετε προοδεύσει μετά τη συνεργασία σας με τον Μικρούτσικο.
Η πρόοδος στην ερμηνεία μου έχει να κάνει με την πρόοδο στις κινήσεις μου, στις συνεργασίες μου – το ένα φέρνει τ’ άλλο. Θεωρώ ότι οι κατάλληλες συνεργασίες μπορούν σε απελευθερώσουν δημιουργικά, να σε κάνουν να βρεις καινούργια πατήματα. Είναι πολύ σημαντικό το ποιον έχεις δίπλα σου και με ποιον συνεργάζεσαι. Ένα μικρό σχολείο είναι για μένα η καθεμία συνεργασία και φροντίζω να παίρνω, να κερδίζω.
Κάτι που δεν παύει ποτέ.
Ποτέ. Κι αυτό ομολογώ ότι έχει να κάνει και με προσωπική δουλειά. Πάντα υπάρχει μέσα μου η επιθυμία και το άγχος κάθε επόμενο που θα παρουσιάσω νά’ναι καλύτερο από το προηγούμενο. Έχω μια τέτοια «λόξα», με απασχολεί πάρα πολύ αυτό.
Κάποτε, ο Θάνος Μικρούτσικος σας χαρακτήρισε με τη γνωστή γενναιοδωρία του, «καινούργια Μαρία Δημητριάδη». Δεν θα ήταν δύσκολο να την έχετε «ψωνίσει».
Δεν θα ήταν δύσκολο να με πετροβολήσουν, όχι να την «ψωνίσω»! Με άγχωναν ανέκαθεν τα μεγάλα λόγια, καθώς έπρεπε όποτε ήμουν στη σκηνή να αποδείξω κάτι, που δεν ήξερα αν είμαι. Φόβο δεν είχα, άγχος υπήρχε, ειδικά με την πρώτη μου δισκογραφική δουλειά το 2007: Εγώ σε τόσο νεαρή ηλικία με Καμεράτα και να λέω Δημητριάδη, Νταλάρα, Αλεξίου, ήτανε λίγο του στυλ «που πας τώρα, κουκλίτσα μου;» Κάπως κράτησα την αναπνοή μου και έπεσα στα βαθιά, αφού αυτός που τα είχε κάνει, πίστευε ότι αυτό έπρεπε να γίνει. Γιατί εγώ να έλεγα όχι;
Κι αν δεν ήσασταν τότε υπό τη σκέπη του Μικρούτσικου, πιστεύετε ότι θα σας είχε ασκηθεί κριτική για ένα παρεμφερές πρώτο άλμπουμ;
Πολύ πιθανό, δεν ξέρω και δεν το έχω σκεφτεί, αλλά νομίζω πως δεν θα επεδίωκα ποτέ να κάνω κάτι τέτοιο. Εμένα δεν ήταν επιλογή μου, το έκανα καθαρά επειδή το ήθελε ο Θάνος ο Μικρούτσικος. Αν εγώ είχα προσωπική επιλογή, θα ήθελα να ξεκινήσω με καινούργια τραγούδια. Δεν είμαι φαν των διασκευών, σπάνια μου αρέσουν, για να είμαι ειλικρινής. Στη συγκεκριμένη δουλειά, υπήρχε το άλλοθι της διασκευής σε συνάρτηση με την Καμεράτα, ένα άλλο δηλαδή πράγμα, άλλες ενορχηστρώσεις με τα τραγούδια να έχουν πάρει ήδη από μόνα τους μία άλλη διάσταση.
Που γεννηθήκατε, κυρία Αντωνοπούλου;
Στο «Υγεία» (γέλια)
Είστε βέρα Αθηναία, λοιπόν.
Ακριβώς. Η μάνα μου έχει καταγωγή από Αθήνα και ο πατέρας μου από Πελοπόννησο, από τον Πύργο Ηλείας, να κάνω και στον σταυρό μου τώρα. Μοναχοκόρη, αλλά όχι μοναχοπαίδι, αφού έχω κι έναν αδερφό. Δεν ήταν ιδιαίτερα φιλότεχνοι οι γονείς μου, ούτε είχαν ιδιαίτερες μουσικές αναζητήσεις. Ευτυχώς για μένα, όμως, η μουσική που ακουγόταν στο σπίτι και στο αυτοκίνητο, ήταν Παπακωνσταντίνου, Μικρούτσικος, Νταλάρας, Αλεξίου, Γαλάνη, είχαν ένα κριτήριο ποιότητας, αυτά τους άρεσαν.
Και πότε μπήκατε στο τραγούδι με τα πρώτα εφηβικά γκρουπάκια, όπως διάβασα;
Μετά το σχολείο. Ποτέ δεν είπα ότι θα γίνω τραγουδίστρια.
Ήσασταν δειλό παιδί, συνεσταλμένο;
Μπορεί να έβγαινα να έλεγα ένα ποίημα στο σχολείο, αλλά η ψυχούλα μου τό’ξερε. Υπήρχε μια φοβερή πάλη μέσα μου, αλλά ήμουν και πάρα πολύ ντροπαλή. Χαρακτηριστικά θυμάμαι πώς κάποτε στη σχολή, όταν συνάντησα ξανά μια συμμαθήτρια μου απ’ το σχολείο, το πρώτο πράγμα που με ρώτησε ήταν αν κοκκινίζω ακόμη! Ήταν κάτι τόσο κραυγαλέο που με θυμάμαι κι εγώ, να μου λες καλημέρα και να κοκκινίζω. Παρόλα αυτά, έβγαινα και τραγουδούσα στις σχολικές γιορτές. Το τραγούδι ήταν η λατρεία μου, η έκφραση μου, αλλά δεν υπήρχε ως προοπτική, λόγω οικογένειας. Έπρεπε να πάρω το πτυχίο μου, να βρω μια καλή δουλειά…
Έναν καλό σύζυγο…
(γέλια) Εντάξει, πιο ήπια πράγματα, γιατί αυτό θεωρούσαν καλό, ενώ οποιαδήποτε καριέρα στη μουσική, τους φαινόταν τελείως στο έλεος του Θεού, ότι δεν θα έχω καμιά σιγουριά.
Και τώρα, σχεδόν 20 χρόνια μετά, είναι ικανοποιημένοι;
Ε ναι! Φυσικά χαίρονται!
Δηλαδή θα τηλεφωνήσει η μαμά στη θεία να πει «απόψε έχει τη Ρίτα μας στην τηλεόραση»;
Συνήθως η θεία θα τηλεφωνήσει, γιατί η μαμά δεν το ξέρει. Έτσι είμαι κι εγώ, πολλές φορές ούτε εγώ ξέρω πότε παίζει μια εκπομπή με μένα καλεσμένη, είμαι τελείως «γεια σου» μ’ όλα αυτά, δεν τό’χω καθόλου. Οι άλλοι ενημερώνουν τους δικούς μου, λοιπόν, όπως και μένα (γέλια)
Το «Ρίτα» βγαίνει από το «Μαργαρίτα»;
Όχι, βγαίνει από το «Αριστέα», που δεν με φώναξαν ποτέ έτσι κι από μωρό ήμουν η «Ρίτα». Αριστέα έλεγαν τη γιαγιά, τη μητέρα του μπαμπά μου.
Δεν θα ήταν άσχημο το «Αριστέα Αντωνοπούλου».
Δεν ξέρω αν θα γύριζα στο όνομα αυτό, δεν το νιώθω δικό μου.
Σωστά, καλύτερα, γιατί ο νους πάει στη Γεωργία Βασιλειάδου και δεν συνάδει με ένα όμορφο κορίτσι.
Έχω την εντύπωση πως ήταν κι ένας λόγος αυτός για να μη με φωνάζουν Αριστέα. Δεν τους πήγαινε, καθώς το είχαν συνδυάσει με μια γυναίκα τύπου Βασιλειάδου. Βρέθηκε, λοιπόν, το Ρίτα που έχει όλα τα γράμματα παρμένα μέσα από το Αριστέα.
Τελειώνοντας το σχολείο, πως εκδηλώσατε το τραγουδιστικό ταμπεραμέντο σας;
Έχοντας βγει ένα βράδυ με φίλους σε ένα μαγαζί με live μουσική, στο «Δίχτυ», ένα ρεμπετάδικο στο Κουκάκι. Ένας φίλος είχε γενέθλια και μου ζήτησαν να πω ένα τραγούδι, έτσι, για την παρέα. Μετά είπα κι άλλο, κι άλλο, κι ακόμη ένα, ώσπου στο τέλος της βραδιάς, καθώς έφευγα, η υπεύθυνη του χώρου με έπιασε και μου έδωσε ένα φάκελλο με χρήματα. «Εμείς σε θέλουμε εδώ κι απ’ αύριο» μου είπε.
Τι ωραία φάση!
Εγώ έφυγα αποσβολωμένη και σε όλη τη διαδρομή, σκεφτόμουν πως θα το πω στο μπαμπά μου. Δεν θα με άφηνε με την καμία, αν και ήμουν 18 ετών. Δεν ξέρω με ποιο μαγικό τρόπο με άφησε τελικά, ίσως με όλο αυτό το μπλα – μπλα που παιζόταν πίσω απ’ την πλάτη μου απ’ τους ανθρώπους, οι οποίοι του έλεγαν μέσα στα χρόνια: «Ρε συ, το παιδί έχει ταλέντο». Δεν ήθελε να το ακούει, εννοώ δεν ήθελε να το ακούω κι εγώ, μην πάρουν τα μυαλά μου αέρα.
Τελικά ήταν εκείνο το ρεμπετάδικο το σημείο εκκίνησης σας;
Ναι, αφού από τότε δεν σταμάτησα να τραγουδάω.
Και πως φτάσατε στην πρώτη συνεργασία σας με τον Μίμη Πλέσσα;
Μετά από το ρεμπετάδικο, μπήκα σ’ ένα σχήμα και τραγουδούσα πολύ ξένο ρεπερτόριο, κυρίως rock: Melissa Etheridge, Gary Moore, Patti Smith, τέτοια. Ο τότε φίλος μου συνεργαζόταν με έναν μουσικό του Πλέσσα, που κάναμε κολλητή παρέα, αλλά εγώ δεν είχα πει τίποτα. Δεν ήξερε καν ότι τραγουδούσα. Με τον Πλέσσα ήθελα να συνεργαστώ, γιατί έβλεπα ότι συνέχεια είχε νέα παιδιά μαζί του. Ντρεπόμουν πάρα πολύ, ωστόσο, να ζητήσω να μου έκλεινε ένα ραντεβού. Κάποια στιγμή, το έκανε ο φίλος μου για μένα. Ήρθε αυτός και μου είπε: «Παιδί μου, είσαι τρελή; Γιατί δεν μου λες τόσο καιρό ότι τραγουδάς; Μπορώ να κανονίσουμε έστω να σ’ ακούσει ο Πλέσσας»! Τέλος πάντων, το κανόνισε, πήγα απ’ τον Πλέσσα, με συνόδεψε στο πιάνο και μου είπε, θυμάμαι: «Κορίτσι μου, έχεις όλα τα χαρακτηριστικά που κάνουν έναν καλό τραγουδιστή».
Ήταν μεγάλη ώθηση αυτή, έτσι;
Για μένα ήταν, όπως και μεγάλο σχολείο. Τραγούδησα με μεγάλη ορχήστρα, παίξαμε σε σημαντικά μέρη, είχε μεγάλη σημασία για την ηλικία που βρισκόμουν. Τότε είπα ότι ανήκω στο τραγούδι, αλλά εδώ πρέπει να πω και το εξής: Την πρωινή μου δουλειά τη σταμάτησα το 2006 με τον Θάνο. Μέχρι τότε δούλευα τα πρωινά.
Σε τι δουλειά, αν επιτρέπεται;
Δούλευα από τα ρούχα «Glou», αν θυμάστε, στο τμήμα παραγωγής μέχρι το site kariera.gr, όπου δεν έγραφα, αλλά συνεργαζόμασταν με διάφορες εταιρείες για να τους βρούμε προσωπικό. Δουλειά γραφείου, ας πούμε. Δεν ήταν να μη χάσω το άγχος της μονιμότητας σε μια δουλειά, αλλά είχε να κάνει μ’ αυτό που έλεγα πριν: Ο τρόπος που μεγάλωσα για να μην πάρουν τα μυαλά μου αέρα, του στυλ «Ποια νομίζεις ότι είσαι, κοπελιά; Τώρα θα κάνεις συναυλίες; Πρέπει να βρεις μια κανονική δουλειά, όπως όλος ο κόσμος»…Οπότε μπήκα σ’ αυτή τη διαδικασία και, μάλιστα, απ’ την πρώτη μέρα που το σκέφτηκα, την επόμενη είχα πιάσει δουλειά σε εκδοτικό οίκο. Δούλευα, λοιπόν, ανελλιπώς τα πρωινά. Ήθελα να είμαι και αυτόνομη, αφού εγώ δεν έπαιρνα χρήματα απ’ τους δικούς μου απ’ το σχολείο και μετά. Ήταν κάτι δικό μου που δεν ήθελα να το αφήσω.
Πιστεύετε ότι είστε άνθρωπος που ότι χτίσατε, το καταφέρατε αποκλειστικά με τις δικές σας δυνάμεις;
Εντελώς! Μου βγάζω το καπέλο σ’ αυτό!
Κι από τον Μίμη Πλέσσα στον Σταμάτη Κραουνάκη. Πως προέκυψε η δεύτερη αυτή μεγάλη συνεργασία;
Είχα κάνει ένα demo, για να υπάρχει, με τέσσερα – πέντε τραγούδια. Θυμάμαι ότι ανάμεσα τους ήταν η «Φαίδρα», το «Πάτωμα» και το «Αυτή η νύχτα μένει». Κάποια στιγμή, ένας φίλος φίλης που έγραφε σε ένα free press, ζήτησε μια νέα τραγουδίστρια. Πήγαμε απ’ τα γραφεία της εφημερίδας και αφήσαμε ένα CD. Το πήραν και κάπου θα το παραπέταξαν. Δεν το βρήκε ποτέ η κοπέλα, η φίλη μας, το βρήκε όμως κάποιος άλλος, ο οποίος το άκουσε και αποφάσισε ότι εγώ θα έπρεπε να συνεργαστώ με τον Σταμάτη. Ήταν ο Μάκης Μηλάτος!
Μάλιστα, κατά μία έννοια δηλαδή ο Μηλάτος υπήρξε ένα κομβικό πρόσωπο στην πορεία σας.
Ακριβώς. Μια μέρα, έτσι, μίλησα στο τηλέφωνο με τον Σταμάτη Κραουνάκη. Δεν το πίστευα καν! Πήγα και είδα την παράσταση της Σπείρα – Σπείρα. Είχα ζηλέψει πάρα πολύ! Ήθελα τόσο πολύ ν’ ανέβω κι εγώ πάνω να δω τι θα βγει από μένα! Με την πρώτη ευκαιρία, όταν ο Σταμάτης έκανε τα σεμινάρια των «Χορικών», με φώναξε κι απ’ τα «Χορικά», με πήρε και με ενέταξε στη Σπείρα – Σπείρα, όπου και παρέμεινα για δυόμισι χρόνια.
Μιλήστε μου λίγο για τη μαθητεία δίπλα στον Κραουνάκη.
Τον συνάντησα προχθές στο αεροπλάνο…Τι να σας πω, είναι ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος ο Σταμάτης. Είναι ένας ευφυής δημιουργός, μοναδικός στο είδος του, με μία ικανότητα να βγάζει το συναίσθημα στην ερμηνεία σου, όπως αυτός ξέρει!
Νομίζω, σε soundtrack του Κραουνάκη έγινε και η πρώτη δισκογραφική έξοδος σας.
Ναι, στο ίδιο soundtrack που συμμετείχαν ακόμη η Νατάσσα Μποφίλιου και η Ερωφίλη.
Ωραία όλα αυτά, αλλά πιστεύετε ότι ενδεχομένως να μη συνέβαινε τίποτα στην καριέρα σας αν δεν συναντιόσασταν με τον Θάνο Μικρούτσικο;
Από τη Σπείρα – Σπείρα εγώ κέρδισα πολλά, γιατί αν κάτι θες να μάθεις από τον Σταμάτη, οι ατάκες και οι συμβουλές του μπορούν να σε τροφοδοτούν για πάντα. Του χρωστάω πάρα πολλά. Μέχρι και τη συνεργασία μου μαζί του, δεν ήμουν πολύ μακριά ερμηνευτικά απ’ όταν ξεκίνησα. Η εξελικτική μου φάση στην ερμηνεία γίνεται τα τελευταία χρόνια, έχω την εντύπωση, που δουλεύω περισσότερο μόνη μου και το ψάχνω.
Ασκείτε τη φωνή σας;
Το ερευνώ, ας πούμε, το ψάχνω πολύ μέσω internet. Υπάρχουν άπειροι δάσκαλοι στο internet, απ’ όλα τα μέρη του πλανήτη, και μπορείς είτε να κάνεις προσωπικά μαθήματα μαζί τους μέσω skype, είτε να τους παρακολουθείς free.
Έχετε κάνει μαθήματα φωνητικής, δηλαδή, μέσω skype;
Ναι.
Από ποια χώρα;
Ένας ήταν από Αμερική και τώρα είμαι έτοιμη να συνεχίσω με κάποιον δάσκαλο από το Ισραήλ.
Με τον Μικρούτσικο, μια οντισιόν σας έφερε σε επαφή;
Ουσιαστικά δεν έγινε έτσι. Φεύγοντας από τον Σταμάτη, είχα την επιθυμία να συνεργαστώ με τον Θάνο, καθώς πίστευα ότι ταιριάζω στη μουσική του. Δεν τον ήξερα, δεν με ήξερε προφανώς, ήξερα όμως τον Γιάννη Κούτρα, γιατί ήμασταν μαζί στον Πλέσσα. Είχαμε κρατήσει επαφές, οπότε εκείνο το καλοκαίρι του 2006, του είχα πει να με έχει στο νου του σε περίπτωση που ο Θάνος ζητήσει νέα τραγουδίστρια. Τον Σεπτέμβρη του 2006 είχαν μια συναυλία στην Ηλιούπολη και όλως τυχαίως τηλεφώνησα του Γιάννη. «Έλα σήμερα» μου είπε, «να σε συστήσω και να του πούμε να σε ακούσει». Πήγα, εκείνη τη μέρα γνώρισα τον Θάνο και αποδείχτηκε σημαδιακή μέρα, καθώς γνώρισα επίσης και τον μελλοντικό μου σύζυγο και πατέρα της κόρης μου, τον ντράμερ Άκη Γαβαλά. Ο Θάνος μου είπε πως θα μου τηλεφωνήσει μετά από μία εβδομάδα. Μου έβαλε ένα τεράστιο ερωτηματικό, καταλαβαίνετε, έλεγα «σιγά μην με θυμηθεί»…Κι όμως, μου τηλεφώνησε ακριβώς μετά από μία εβδομάδα και την ώρα ακριβώς που μου είχε πει! Εγώ στο μεταξύ, μια και ξενυχτούσα, την ώρα εκείνη κοιμόμουν, πρέπει να ήταν έντεκα το πρωί. Σηκώνω το τηλέφωνο, κάνω ένα αργόσυρτο «ναι» κι ακούω μια σοβαρή φωνή: «Θάνος Μικρούτσικος. Καλημέρα». «Καλημέρα» του λέω έκπληκτη, «Κοιμάσαι;» με ρωτάει…«Όχι, δεν κοιμάμαι»…«Κοιμάσαι. Θα σε ξαναπάρω σε λίγη ώρα» και μου το κλείνει! «Ωχ, Θεέ μου» έλεγα, «δεν θα με ξαναπάρει». Πράγματι, μετά από μια ώρα με ξαναπήρε, μιλήσαμε λίγο και προσπάθησε να με αποφύγει, του στυλ να του στείλω κάτι ν’ ακούσει. Ήξερα και δεν ήθελα, επέμεινα, «Σας παρακαλώ να με δείτε από κοντά, αν γίνεται» του πρότεινα. Μου έκανε το χατήρι και μου ζήτησε να ετοιμάσω τέσσερα τραγούδια με το σκεπτικό ότι θα με διάλεγε ανάμεσα από 200 άλλους τραγουδιστές! Άντε εγώ τώρα, φίλε μου, να ψάχνω κομμάτια και να τα προβάρω για δύο εβδομάδες. Διάλεξα δικά του, το «Καραντί», τον «Σταυρό του Νότου», την «Ελένη» κι ακόμη ένα της Αλεξίου. Τον συνάντησα τρεμάμενη στο σπίτι – στούντιο του στο Μετς. Μου έκανε πρόλογο μιας ώρας για τα σημερινά μουσικά δρώμενα κι όταν του είπα ποια κομμάτια του είχα διαλέξει, μου έκανε: «Μάλιστα. Αν σου έλεγα να μην πεις κανένα απ’ αυτά, ποιο θα μου τραγουδούσες;» Σκέφτηκα «Ωχ, πάνε οι δυο εβδομάδες…» και του απάντησα: «Το ”Αυτή η νύχτα μένει”». Έκατσε στο πιάνο, με ρωτάει «Πως πάει;», ενώ το ήξερε σίγουρα, αλλά ήθελε να τσεκάρει τη μουσικότητα μου, το πιάσαμε μαζί κι άρχισα να τραγουδάω. Στα μισά του τραγουδιού σταματάει, παίρνει την πίπα του, με κοιτάει και μου λέει: «Εντάξει, κορίτσι μου, θα συνεργαστούμε». Βγήκα απ’ το σπίτι του σε κατάσταση trans, αφού εκεί συνειδητοποίησα πως δεν υπήρχε PLAN B για μένα!
Τι εννοείτε;
Είχα αφήσει έξω μια πρόταση επαγγελματική για πρωινή δουλειά με καλά λεφτά, θέλοντας να δώσω περισσότερα στο τραγούδι με προοπτική να μου δώσει κι αυτό, όμως! Αν μου έλεγε «όχι» ο Θάνος, δεν ξέρω ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα μου, ούτε είχα αφήσει τον εαυτό μου να το σκεφτεί μέχρι την ώρα που έφυγα απ’ το σπίτι του.
Ξεκίνησε αμέσως η συνεργασία σας;
Ξεκίνησε τον Οκτώβρη του 2006 με τις παραστάσεις στον «Σταυρό του Νότου» μαζί με τον Γιάννη Κούτρα, όπου εκεί ο Θάνος με σύστησε στο μεγάλο κοινό του. Κατευθείαν το 2007 βγήκε ο πρώτος μας κοινός δίσκος.
Στη Legend του Γιαννίκου ήταν αυτό.
Ναι…Που δεν ξέραμε τότε τι θα γινόταν μετά…
Πάντως, επωφεληθήκατε λίγο απ’ την κατάσταση. Υπήρχε το ALTER που όλους σας διαφήμιζε για τα καλά.
Σωστά, ναι, ωφελήθηκα στο ότι εκείνα τα χρόνια υπήρχε ένα κανάλι και συνέχεια έπαιζε μια τύπισσα που τραγουδούσε «Κι εσύ Ελένη και κάθε Ελένη». Έπλενε η άλλη τα πιάτα της κι από κάπου στο βάθος άκουγε και τη φωνή μου.
Τα καλά του μάρκετινγκ είναι αυτά.
Ναι, αν και τον φοβόμουν το δίσκο αυτό. Ήταν τέτοιο το προφίλ που είχε βγει προς τα έξω, ώστε έκλεινα ραντεβού για συνεντεύξεις και δεν ερχόταν να μου μιλήσει άνθρωπος. Όλοι νόμιζαν πως είμαι μια μεγαλοκοπέλα που απλά λέει αυτό το ρεπερτόριο. Έπιανα εγώ και ρώταγα: «Συγγνώμη, μήπως είστε ο τάδε δημοσιογράφος;» Θυμάμαι μια φορά που πέρασα απ’ τη Legend για να υπογράψω κάπου. «Ποια είστε;» με ρωτάνε στην είσοδο, «Η Ρίτα Αντωνοπούλου» λέω και μετά από λίγο ακούω να σχολιάζουν: «Μήπως είναι η κόρη της;» Και με το εξώφυλλο είχα στενοχωρηθεί που είχα βγει μεγάλη και σοβαρή, είχε χαθεί το νιάτο μου! Μου κάνει η μάνα μου: «Μη στενοχωριέσαι, αγάπη μου, θα πας 45 χρονών και θα λένε ”Αυτή δεν άλλαξε καθόλου”» (γέλια)
Πως έφτανε σε εσάς η γενναιοδωρία του Θάνου; Γνωρίζω πως είναι ακόμη ένα μεγάλο προσόν του, πέραν του ταλέντου του.
Όταν συνεργάζεται μαζί σου ο Θάνος, θεωρεί ότι είσαι ο καλύτερος που υπάρχει στον κόσμο! Το κάνει με την ψυχή του. Είναι έτσι, δεν ξέρω άλλον! Όλα πηγάζουν απ’ τη μεγάλη του αγάπη για τη μουσική, για τη δουλειά του, γι’ αυτό που κάνει.
Σας ζήτησε, τουλάχιστον στην αρχή της συνεργασίας σας, να μην δουλέψετε με άλλον συνθέτη;
Ποτέ. Δεν με δέσμευσε, αλλά και τα πράγματα ήταν αυτονόητα για κάποιο διάστημα. Απ’ τη στιγμή που συνδέθηκε τόσο άμεσα το όνομα μου με το έργο του, αρχίσαμε να οργώνουμε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό οι δυο μας μόνο, πιάνο – φωνή. Ήταν πολύ σπουδαίο για μένα και μέχρι σήμερα, παρόλο που κάνω τόσα πράγματα, η «στάμπα» υπάρχει κι εγώ έχω συνδεθεί μουσικά μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Είναι πολύ σημαντικό, ακόμη, το ότι με καλούν τρεις φορές να πάω στην Κύπρο φέτος για αφιέρωμα στον Καββαδία. Καλούν εμένα σαν πρέσβειρα της μουσικής του Θάνου πάνω στην ποίηση του Καββαδία, που είναι μια δουλειά αμιγώς τραγουδημένη από άνδρες. Το θεωρώ νίκη μου μέσα στα χρόνια.
Πως είναι η σχέση σας σήμερα με τον Θάνο;
Οικογενειακή, θα έλεγα. Του μιλάω ακόμη στον πληθυντικό. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με το σεβασμό, πάντως είμαι η μόνη που του μιλάει ακόμη στον πληθυντικό! Καμιά φορά θέλω να τον φωνάξω «Θάνο», αλλά τι θα του πω μετά, «Έρχεστε και λίγο εδώ;», κάπου δηλαδή καταντά γελοίο όλο αυτό…Μπορεί εκείνος να μου μιλάει χύμα, αλλά εγώ δεν μπορώ να του απευθυνθώ στον ενικό. Ούτε γελάμε μ’ αυτό, ούτε μου’χει πει ποτέ: «Βρε μαλάκα, μίλα μου στον ενικό». Δεν μου βγαίνει και δεν θέλω κιόλας να το κάνω αυτό. Για μένα είναι ο Θάνος Μικρούτσικος που είχα πάντα μέσα μου, με όλο το θαυμασμό μου για το έργο του και που, όμως, γνωρίζοντας μετά τον άνθρωπο, είδα πως πίσω απ’ το έργο του υπάρχει μια τεράστια προσωπικότητα και, το κυριότερο, μια καρδιά μεγάλη.
Απ’ την πρώτη στιγμή ο Θάνος Μικρούτσικος μίλησε ανοιχτά για τη δύσκολη πάλη του με τον καρκίνο. Πιστεύετε πως ενδεχομένως έτσι να βοηθήθηκαν και άνθρωποι που αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα;
Πιστεύω πως ναι, γιατί εγώ δεν έχω γνωρίσει άλλον άνθρωπο που να το αντιμετωπίζει με το σθένος του Θάνου. Είναι παράδειγμα προς μίμηση, ακόμη και σ’ αυτό πρέπει όλοι να υποκλιθούμε! Τώρα, τι συμβαίνει μέσα του τις ώρες πού’ναι μόνος του στο σπίτι του ή ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Όταν πάντως συναντιόμαστε και κάνουμε μουσική, βλέπουμε έναν άνθρωπο, που πιο συνειδητοποιημένος δεν υπάρχει, που ξέρει πάρα πολύ καλά και δεν φοβάται!
Μάθημα ζωής για όλους είναι αυτό, δικούς του ανθρώπους, συνεργάτες, ακόμη και για το κοινό του.
Είναι έτσι, αλλά εγώ για κάποιο λόγο τώρα δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτό (σ.σ. τα μάτια της έχουν βουρκώσει) Τις πιο πολλές φορές που δουλεύουμε, το αφήνουμε όλοι στην άκρη, σαν να μη συμβαίνει, σαν να μην υπάρχει, δε θέλουμε να το σκεφτόμαστε (σ.σ. κλαίει κανονικά και προσπαθεί να το ”καλύψει”)
Δεν ήθελα να σας στενοχωρήσω…
Δεν πειράζει, δεν είστε εσείς, η κατάσταση φταίει…
Ποιοι συνθέτες σας προσέγγισαν μετά τον Θάνο;
Αρχικά έκανα έναν προσωπικό πολυσυλλεκτικό δίσκο με τραγούδια του Ζούδιαρη, του Θηβαίου, του Τσακνή, του Καραμουρατίδη. Μετά ήμουν η ερμηνεύτρια σε έναν ολόκληρο δίσκο με τον Γιώργο Ανδρέου στη «Μικρή Άρκτο» κι αργότερα συνεργάστηκα με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Άνοιξαν οι πόρτες, θα έλεγα.
Για να αλαφρύνω λίγο το κλίμα, πως αισθάνεστε για τον εαυτό σας: Είστε πιο πολύ Μαρία Φαραντούρη ή Νατάσσα Μποφίλιου;
(γελάει δυνατά) Κάπου στη μέση είμαι, πιστεύω, αν και ποτέ δεν είχα συγκεκριμένα πρότυπα. Ποτέ δεν είπα «Α, εγώ είμαι σαν…», πάντα ήθελα να κοιτάξω εγώ που βρίσκομαι. Αυτό που κάνω θα ήθελα να είναι κάτι άλλο, κάτι δικό μου.
Σωστή απάντηση. Πάμε σ’ ένα άλλο θέμα: Υπάρχουν συναδέρφισσές σας, σαν τη Σοφία Παπάζογλου, που βγαίνουν και τα «χώνουν» στα ραδιόφωνα. Εσείς, ναι μεν ακουστήκατε πολύ μέσω Μικρούτσικου, δεν είχατε όμως ανάλογη τύχη με τον προσωπικό σας δίσκο.
Τίποτα δεν παίχτηκε! Δεν είναι δουλειά του παραγωγού να ενημερώνει; Όχι να πατάει απλά ένα κουμπί και να λέει το χορηγό του…
Ούτε και να τα «παίρνει»…
Υπάρχουν παντού αυτά, είναι κάτι που δεν συμβαίνει μόνο στη δική μας δουλειά. Αν γίνονταν όλα αξιοκρατικά και όμορφα ξαφνικά στο τραγούδι, θα ήταν μια περίεργη συνθήκη.
Σας είχε ενοχλήσει το ότι δεν ακούστηκε ο δίσκος σας;
Πάρα πολύ. Το είχα θεωρήσει μεγάλη αδικία. Γενικά, όμως, αν θες να μάθεις απ’ τα πράγματα, μαθαίνεις. Μαθήματα είναι όλα, γιατί αναγκάζεσαι να συνδιαλαγείς με τον εαυτό σου ώστε να δεις αν τελικά σε ενδιαφέρει όλο αυτό.
Πως να μην σας ενδιαφέρει; Τραγουδίστρια είστε, δίσκους θέλετε να κάνετε.
Εννοώ να βάζεις σε μια ζυγαριά τα εξής δύο: Τη δουλειά που κάνεις με το όποιο προσωπικό κόστος και τη συνδιαλαγή που θα πρέπει νά’χεις με κάποιον που δεν τον ξέρεις και δεν σε ξέρει. Θα κάτσω εγώ τώρα να συζητήσω μ’ αυτόν για το αν είναι καλή και αν αξίζει η δική μου δουλειά για να παιχτεί στο ραδιόφωνο του; Όχι!
Άρα μπαίνει, μου λέτε, ζήτημα προσωπικής αξιοπρέπειας.
Φυσικά! Δεν θέλω να συνδιαλέγομαι με τέτοιους ανθρώπους!
Κι αν αποκλειστείτε απ’ τα ραδιόφωνα;
Μα δεν παίζομαι, φίλε μου, στα ραδιόφωνα! Παίζομαι ελάχιστα και ακόμη ακούς το «Καραντί». Δεν μπορώ να μπω στη διαδικασία σκέψης τους, με τη σιγουριά αυτή – αν θέλετε – που λέει πως με παίζεις – δεν με παίζεις, ο κόσμος έρχεται στα live μου. Οπότε, εγώ κάνω ότι είναι να κάνω, είτε με τη δική σου βοήθεια, είτε με το δικό σου πόλεμο.
Υπάρχει εμπόλεμη κατάσταση στο ελληνικό τραγούδι;
Κοιτάξτε, όταν ο άλλος πληρώνει τα πάντα για να κάνει ένα δίσκο, σε πόλεμο δεν είμαστε; Τώρα είχα την τύχη να ξεκινήσω συνεργασία με το ogdoo, που έχει αναλάβει τα πάντα, εκεί που πάντα πλήρωνα για ότι έκανα. Και μετά ερχόμουν σε σένα, π.χ., για να ακούσω να μου λες «Βρε παιδί μου, δεν έχει το CD σου αυτό που με ”φτιάχνει”»!
Σας έχει συμβεί αυτό;
Φυσικά!
Και πως αντιδράσατε;
Είπα: «Μάλιστα, πολύ ωραία! Πόσο θες να βαθμολογήσουμε αυτό το τραγούδι; Θες να του βάλουμε πέντε; Θέλεις να συμφωνήσουμε μεταξύ μας ότι κάθε μέρα παίζεις τραγούδια που βαθμολογούνται με δύο;»
Μαγκιά!
«Ευχαριστώ πολύ, λοιπόν, ας μην ξαναμιλήσουμε για τα τραγούδια μου, ας μείνουμε φίλοι κι ας συζητάμε για άλλα»…
Και πως τα άκουσε όλα αυτά ο εν λόγω παραγωγός;
Κατά βάθος έχουν και κάποιες ενοχές απέναντι μου, αλλά δεν ξέρω και τι μπορούν να κάνουν έτσι που έχουν γίνει οι εποχές. Διευθυντής πολύ γνωστού ραδιοφώνου έχει πει την εξής ατάκα: «Όταν ο άλλος ακούει μουσική στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου του, δεν πρέπει να αλλάζει ο σφυγμός του, δεν πρέπει να ταράζεται, αλλά να είναι όλα ήπια, αλλιώς θα αλλάξει σταθμό. Δεν θέλω να ταράζεται η φλέβα»!
Αυτό, με συγχωρείτε τώρα, αλλά αν μη τι άλλο είναι ένα επιχείρημα, έχει μία άποψη δηλαδή.
Ναι, αλλά κι εγώ είπα: «Φίλε μου, θέλω να ταράζεται η φλέβα», τι να κάνουμε τώρα;
«Τα Νησιά», το καινούργιο τραγούδι της Ρίτας Αντωνοπούλου. Μουσική: Χάρις Τσεκούρα/ Ποίηση: Κώστας Ουράνης
Θα κάνατε έναν ηλεκτρονικό δίσκο ή μια σειρά από λαϊκά τραγούδια;
Θα το έκανα, δεν έχω πρόβλημα, δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες, αρκεί να ήθελα να το κάνω. Τα «Νησιά», τώρα, που έγραψε η Χάρις Τσεκούρα σε ποίηση Κώστα Ουράνη, έχουν ένα πιο παραδοσιακό χρώμα, που δεν είχα τραγουδήσει πριν κάτι παρεμφερές. Γούσταρα να το πω, γιατί με «έφτιαξε» το τραγούδι. Το ίδιο συνέβαινε και στη συνεργασία μου με τον Μανώλη Ανδρουλιδάκη σε τρία κομμάτια σε στίχους του Λέντζου.
Ακούσατε την επιτυχία του Κότσιρα με τον Ανδρουλιδάκη και τον Λέντζο; Τρομερό ότι το κομμάτι δύο «outsiders» δημιουργών έκανε τέτοιο σουξέ. Το έβαλε μέχρι και στο κανάλι της η MINOS.
Είναι και Κότσιρας, όμως! Αν ήταν σε δίσκο άλλης εταιρείας, δεν θα είχε την ίδια τύχη το κομμάτι κατά 90%. Οι συνδέσεις των εταιρειών με τους σταθμούς είναι μία κανονική επιχείρηση, τέλος!
Απολαμβάνετε την οικογενειακή ζωή;
Την απολαμβάνω, δεν το συζητώ, αλλά προσπαθώ κιόλας. Έχω όλες τις τύψεις μιας μαμάς που συχνά λείπει απ’ το παιδί της, αλλά προσπαθώ να το αναπληρώσω όταν είμαι εδώ, γιατί έχω κι αυτό το περιθώριο. Το χειμώνα, ας πούμε, εγώ θα πάω το παιδί μου στο σχολείο, εγώ θα το πάρω μετά, αλλά σίγουρα λείπω και πολύ. Όλο αυτό που συμβαίνει τώρα, θα φανεί αργότερα, αλλά ελπίζω πως χτίζουμε κάτι ισορροπημένο. Το λατρεύω το τραγούδι, μπορεί να ‘ναι η ψυχή μου, αλλά δεν θα το σύγκρινα με τη μητρότητα σε καμία περίπτωση.
Βιοπορίζεστε από το τραγούδι;
Εντάξει, καλά είναι, μια χαρά, αλλά όλα έχουν μία αφετηρία: Εγώ δεν είπα θα γίνω τραγουδίστρια για να βγάλω λεφτά, ούτε καν ότι θα γίνω τραγουδίστρια. Ξεκίνησα για να κάνω αυτό που αγαπάω. Το ότι εγώ πληρώνομαι για να κάνω αυτό που αγαπάω, είναι μία ευλογία. Άρα με θεωρώ πάρα πολύ τυχερή, ευτυχισμένη, με δυο λόγια έχω το παιδί μου, την υγειά μου, τη δουλειά μου και όλα πάνε καλά.
Η συνέντευξη μας αυτή θα δημοσιευθεί ένα 24ωρο πριν τις κρίσιμες εθνικές εκλογές. Τι λέει το ένστικτο σας;
Μα την Παναγία, δεν ξέρω τι συμβαίνει, ρε φίλε, σ’ αυτόν τον τόπο! Πως αποφασίζουν αυτοί οι άνθρωποι, με τι κριτήριο πάνε και ψηφίζουν, ειλικρινά με ξεπερνάει. Τόσο κοντή μνήμη; Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω! Φοβάμαι, φοβάμαι…
Πως σχολιάζετε την πτώση των ακροδεξιών κομμάτων τώρα που φορτσάρει η ΝΔ;
Υπάρχει καθαρό παιχνίδι στην πολιτική; Δεν υπάρχει! Δεν ξέρω τι διάολο γίνεται και ποιος κινεί τα νήματα..Πας να πιστέψεις σε ανθρώπους και τους βλέπεις να’ναι ανίσχυροι μπροστά στα συστήματα. Νιώθεις αβοήθητος, αλλά και τι να κάνεις; Θα καταθέσεις τα όπλα; Όχι, θα πας να ψηφίσεις με βάση την αξιοπρέπεια σου, την αίσθηση ευθύνης, την ιδεολογία σου. Εγώ έτσι θα κάνω και, τώρα, τι νόημα έχει τελικά…Η δική μου ιδεολογία είναι ουμανιστική, ανθρωποκεντρική. Που κουμπώνει αυτή η ιδεολογία; Με την Αριστερά, άρα έτσι το πάω! Εγώ είμαι με τον συνάνθρωπο και, φυσικά, με τον αδύναμο άνθρωπο. Δεν αντέχω από μικρό παιδάκι την αδικία και τις ανισότητες. Μακάρι να μη χρειαζόταν να κομματικοποιηθούμε και να μιλάγαμε μόνο για τον Άνθρωπο!
Φοβάστε είπατε πριν…
Πως να μη φοβάμαι; Μου έστειλε μήνυμα προχθές μια φίλη, που παίζει με το περιεχόμενο των τραγουδιών μου, το εξής: «Εγώ μαζί σου κι ας μας κάψουνε σαν μάγισσες στο Σύνταγμα» (γέλια)
Είστε πολύ νέα, αλλά ποιος λόγος θα σας κρατούσε μακριά απ’ το τραγούδι;
Σίγουρα η βιολογική φθορά.
Είναι πολύ δύσκολο.
Το ξέρω, αλλά θα ήθελα να έχω σώας τας φρένας και να αποσυρθώ. Δεν θέλω να λέω μεγάλα λόγια, αλλά εύχομαι να μπορώ να το κάνω και νά’χω την οικονομική δυνατότητα. Μετά νομίζω θα έπρεπε να γίνει κάτι πολύ άσχημο σε σχέση με το τραγούδι ώστε να το αφήσω. Να νιώσω ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα πια για μένα σ’ αυτόν τον τόπο. Να απογοητευθώ οικτρά και να πω ότι τα παρατάω όλα. Δεν θα ήθελα να φτάσω εκεί, γιατί θα πέρναγα πολύ άσχημα ψυχολογικά με τη στέρηση της επαφής με τον κόσμο.
Τι άλλο θα μπορούσατε να κάνετε ούσα γιαγιά η ίδια μετά από πολλά χρόνια;
(σκέφτεται) Ίσως να έπαιζα σε μία παράσταση.
Αναπολώντας τη ζωή σας;
Δεν ξέρω, αλλά το θέατρο με σαγηνεύει και θα ήθελα πολύ να ασχοληθώ. Κανονικά δεν είθισται, αλλά κάθε τραγουδιστής θα έπρεπε να αντιμετωπίζει το τραγούδι σαν ηθοποιός. Έτσι κάνω εγώ, θέλω να πιστεύω. Έχω κάνει ήδη μουσικοθεατρικά πράγματα στο θεατρικό σανίδι και θα ήθελα πολύ να το εξελίξω.
Την ερχόμενη Τρίτη εμφανίζεστε στον Κήπο του Μεγάρου…
Ναι, και δεν ξέρω τι θά’χουμε να γιορτάσουμε…
Είστε σίγουρη ότι θα γιορτάσετε;
Αυτό ακριβώς ερωτώ κι εγώ! Τι; Μπορώ να γιορτάσω εγώ προσωπικά την επιτυχία αυτής της παράστασης που ξεκίνησε πριν από δυο χρόνια και καταλήγει στο Μέγαρο Μουσικής.
Μήπως ο Κήπος του Μεγάρου γίνει λίγο ο Κήπος της…Γεθσημανής για το ακροατήριο σας αμέσως μετά τις εκλογές της Κυριακής;
Δεν ξέρω, ρε φίλε…Το φοβάμαι, γιατί δεν ξέρω και τι ψυχολογία θα έχει ο κόσμος ώστε να βγει. Είναι μια δύσκολη ημερομηνία, αλλά είχε κλειστεί από πολλούς μήνες πριν. Απ’ την άλλη, δεν θα τρελαθώ κιόλας. Δεν μπαίνω να δω προπώληση, όποιος είναι να έρθει, ας έρθει και καλά θα περάσουμε. Θα έχω κοντά μου τον πιανίστα Θοδωρή Οικονόμου, που είναι ανεπανάληπτος, σε μία παράσταση εμπνευσμένη απ’ τον Θάνο, όταν έσκασε το θέμα της υγείας του. Λίγο μετά ήμουν στη Σκιάθο με τον τωρινό μου σύντροφο, τον φωτογράφο Άκη Χρήστου, όπου υπήρχε ένα δέντρο τελείως γερμένο απ’ τον άνεμο. Βγάλαμε μια φωτογραφία για να τη δώσουμε στον Θάνο και τελικά έγινε και η αφίσα της παράστασης: Εγώ με ένα λευκό φόρεμα να τραβάω κόντρα τον κορμό του δέντρου. Πίσω απ’ τη φωτογραφία, εγώ παρέφρασα στίχους του Ναζίμ Χικμέτ που έλεγαν για τη σημασία ενός ανθρώπου, ο οποίος συνεχίζει να βαδίζει και δεν αλυσοδένεται.
Ένα μήνυμα ελπίδας είναι και η παράσταση σας, λοιπόν.
Ναι, είναι μια παράσταση για τον άνθρωπο που δεν το βάζει κάτω, που συνεχίζει να αγωνίζεται.
Σας ευχαριστώ πολύ, κυρία Αντωνοπούλου, γι’ αυτή την κουβέντα.
Εγώ σας ευχαριστώ! Πάρα πολύ!
* Η παράσταση των Ρίτας Αντωνοπούλου – Θοδωρή Οικονόμου με τίτλο «Χωρίς τίτλο…» θα γίνει την Τρίτη 9 Ιουλίου στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών με ώρα έναρξης τις 21.00. Τιμές: 10 ευρώ (προπώληση), 12 ευρώ (τη μέρα της συναυλίας)
** Οι φωτογραφίες είναι του Άκη Χρήστου