Χρήστος Δάντης: «Λέτε να μην είμαστε θυμωμένοι μ’ αυτή την κυβέρνηση που μας αγνόησε;»

Ένα λαϊκό παιδί της Καισαριανής, ο Χρήστος Δάντης, γνώρισε την επιτυχία του pop star, βάζοντας τη μοναδική «soul» φωνή του σε τραγούδια που αγαπήθηκαν από ένα mainstream κοινό. Αυτή εδώ είναι μία διαφορετική συνέντευξη απ' όλες όσες έχει δώσει τα 30 χρόνια που υπάρχει στο χώρο. 

DSC 2721

Ο Χρήστος Δάντης – κατά κόσμον Χρήστος Βλαχάκης – είναι άλλη μία μοναδική περίπτωση στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού. Ξεκίνησε κι αυτός, όπως τόσοι άλλοι, από τα εφηβικά rock συγκροτήματα για να γίνει επαγγελματίας τραγουδιστής σε νεαρότατη ηλικία και πολύ σύντομα να πραγματοποιήσει το όνειρο του. Διόλου τυχαίο που ο «international» Demis Roussos, αναφερόμενος σε ιδιαίτερες φωνητικές χροιές από τη χώρα μας, είχε δηλώσει το εξής: «Διεθνή καριέρα από την Ελλάδα μπορούν να κάνουν μόνο η Ελευθερία Αρβανιτάκη και ο Χρήστος Δάντης»!

Ομολογώ πως δεν τον «είχα» ως καλλιτέχνη, κάτι που γνώριζε και ο ίδιος, προτού βρεθούμε για τη συνέντευξη. Ανήκα κι εγώ στους σκληροπυρηνικούς (μια φορά κι ένα καιρό) φαν του «έντεχνου», που δεν έβλεπαν με καλό μάτι όλο αυτό το «σταριλίκι» – τους καλλιτέχνες, για την ακρίβεια, που «δεν μπορούν να κοιτάζουν στο απέναντι μπαλκόνι», όπως του’χε πει κάποτε κατ’ ιδίαν ο Θάνος Μικρούτσικος. 

Με τον Μικρούτσικο, μάλιστα, ο Δάντης επρόκειτο να συνεργαστεί, κάτι που εξομολογείται για πρώτη φορά. Και δεν είναι το μόνο, για το οποίο ο δημοφιλής καλλιτέχνης μιλάει για πρώτη φορά δημόσια: Αναφέρεται ακόμη στους γονείς του, στον ετεροθαλή αδερφό του, τον αξιόλογο ηθοποιό Σάββα Αξιώτη, ο οποίος είναι «εξαφανισμένος» σήμερα, στην καριέρα του, που κινήθηκε μεταξύ «εμπορικού» και «ποιοτικού», στον εθισμό του στο αλκοόλ, στα παιδιά που λατρεύει, ενώ δεν διστάζει να ξεσπαθώσει κατά της κυβέρνησης για την κακοδιαχείριση της στα θέματα του πολιτισμού. 

Κι αν η αφορμή για τη συνάντηση μας ήταν το τελευταίο τραγούδι του, που προξένησε σάλο στα social media, ο Χρήστος Δάντης δηλώνει πάντα έτοιμος για να υπερασπιστεί τις θεμελιώδεις ανθρώπινες αξίες και τα δικαιώματα όλων των μειονοτήτων. Ακολουθεί ευθύς αμέσως η πιο «αντι – life style» μέχρι σήμερα συνέντευξη του, στην οποία μπορείτε να μάθετε τα πάντα γι’ αυτόν και με τον καλύτερο τρόπο, πιστεύω. 

Ομολογώ ότι μία συνέντευξη μαζί σας την ήθελα, μα και την απέφευγα. Είστε ένας καλλιτέχνης με μεγάλη προβολή από τα life style ΜΜΕ, επομένως δεν ήξερα αν είχε νόημα μία μεταξύ μας συζήτηση.

Εγώ, πάλι, πιστεύω ότι θά’χε νόημα και την ήθελα πολύ αυτή τη συνέντευξη. Είναι πολύ λίγες οι ουσιαστικές συνεντεύξεις που έχω κάνει στη ζωή μου και δε μιλάω γι’ αυτές περί του τι έχω κάνει τα δυο τελευταία χρόνια. Μιλάω γενικά, για τη ζωή μου. Όλοι ρωτάνε τα ίδια και τα ίδια, εστιάζοντας στο life style που είπατε, στους γάμους μου δηλαδή, στις γυναίκες και περισσότερο στα προσωπικά μου. Καμία εμβάθυνση, να το πω αλλιώς. 

Σας είδα πρόσφατα σε μία τηλεοπτική εκπομπή κι έτσι σας προσέγγισα. Μου δώσατε την εντύπωση ενός καλλιτέχνη που ήταν ο εαυτός του, δεν πήγε δηλαδή στην τηλεόραση κι έβαλε τα καλά του, αν με καταλαβαίνετε. 

Είμαι ένας αντισυστημικός μέσα στο σύστημα!

Και δεν σας δυσκόλεψε στην πορεία σας;

Α, πάρα πολύ! Δεν με πήγε εκεί που ήθελα ή εκεί που έπρεπε.

Αυτό μ’ ενδιαφέρει.

Αν ρωτήσετε τη γνώμη κάποιου για μένα θα σας πει ότι φαίνομαι σαν να είμαι αδικημένος. Μπορεί εγώ ν’ αδίκησα τον εαυτό μου, πρώτα απ’ όλα με την προσκόλληση μου σ’ αυτό που είμαι, στην ταξική μου συνείδηση. Εγώ δεν έφυγα ποτέ απ’ την Καισαριανή κι απ’ τη νοοτροπία του λαϊκού ανθρώπου που πάει στο μανάβη ή στο μπακάλη. Δεν ήθελα ποτέ να μείνω εγκλωβισμένος στις ανέσεις και στις βολές ενός σπιτιού και να μην είμαι κοινωνικός. Έτσι, δεν δούλεψα πολύ το λεγόμενο PR στο χώρο αυτό, με αποτέλεσμα ν’ ακούγεται: «Ο Δάντης που έπαιζε στα μπουζούκια». Όχι, δεν έπαιξα πολύ στα μπουζούκια, έπαιξα ελάχιστα! 

Εγώ πάλι θυμάμαι τη Δήμητρα Γαλάνη σε παλιότερη συνέντευξη μας να σας αποκαλεί «Ο Χρηστάκης», με μία σχεδόν μητρική αγάπη. 

Μ’ αγαπούσε πολύ η Δήμητρα και στο πλευρό της Δήμητρας ξεκίνησα, στο «Ταμπού, μαζί και με την Τσανακλίδου και τον Χατζηνάσιο. Η Δήμητρα ήταν η πρώτη που με παρότρυνε να μείνω αξύριστος και μου έλεγε: «Να είσαι ο Έλληνας George Michael, αυτό σου πάει»!

Έξυπνο!

Ναι, όντως. Εκείνη μου’λεγε ν’ αφήσω ένα γενάκι τριών ημερών κι εγώ της απαντούσα πως ακόμη δεν έχω βγάλει γένια. Δίναμε μεγάλο βάρος στην εμφάνιση τότε, αφού βρισκόμασταν στην εποχή του φαίνεσθαι. Ερχόμασταν απ’ τη δεκαετία των eighties, μην ξεχνάτε, που ήταν όλο το glam…

Μαζί με ένα κιτς, βέβαια.

Ακριβώς, μόνο που στα nineties αυτό άρχισε ν’ αλλάζει. Θέλαμε ένα συγκερασμό του glam με το λίγο πιο rock. Είχαν σκάσει κι οι Nirvana τότε, το grunge, οι Pearl Jam, που έφερναν κάτι νέο στα πράγματα. 

Είστε γεννημένος το 1966, άρα μιλάμε για ένα παιδί 24 ετών τότε που ήταν λογικό να επηρεάζεται απ’ τα στυλ και τις μόδες.

Όταν γίνονταν αυτές οι συζητήσεις με τη Γαλάνη, ήμουν στα 20, μιλάμε για τα μέσα προς τέλη του ’80. Είχα μπει πολύ νωρίς στη δουλειά. 

Και ποιο όνειρο κυνηγούσατε, αν μπορείτε να το περιγράψετε;

Ξεκίνησα απ’ τα rock συγκροτήματα, που τότε τα λέγαμε art rock, επηρεασμένοι από το progressive rock. Μιλάω για τους θρυλικούς Apocalypsis του Γιάννη Παλαμίδα και του Βασίλη Ντερτιλή, ένα φοβερό σχήμα – τέτοια ακούγαμε. Είχα φτιάξει μια μπάντα που λεγόταν Νάρκισσος και παίζαμε με τον Θέμη Συμβουλόπουλο, υπό την επιρροή του αδερφού του, Ανδρέα Συμβουλόπουλου, που ήταν ένας τεράστιος πιανίστας. Μαζί μας ήταν ακόμη ο Πάνος Τζιροζίδης και δυο – τρία άλλα άτομα. Μας προσέγγισαν, θυμάμαι, ο Μάνος Νεόφυτος και ο Άκης Λαδικός που είχε κάνει μάλιστα την πρώτη παραγωγή των Μουσικών Ταξιαρχιών. Μας πήγαν στην EMI, όπου διευθυντές παραγωγής ήταν ο Θοδωρής Σαράντης και ο Μάνος Ξυδούς. Όταν με άκουσε ο Ξυδούς, γύρισε και μου είπε: «Μαγκάκο, εσύ μοιάζεις με τον Stevie Wonder. Από που ήρθες;» Του απάντησα ότι είχα ζήσει κάποια χρόνια στην Αμερική κι είχα ακούσματα από soul χωρίς να ξέρω καν ποιος ήταν ο Stevie Wonder. Όλα αυτά γίνονταν όταν ήμουν 17 ετών, ακόμη σχολείο πήγαινα. Ο Μάνος μ’ έβαλε στο τριπάκι να ακούσω Stevie Wonder και μάλιστα γύρισε κι είπε κάποια στιγμή του Νεόφυτου: «Πάρ’το, ρε συ, το παιδάκι από δω γιατί αυτοί θα το καταστρέψουν. Δεν έχουν ιδέα»! Μας πρότειναν να κάνουμε κάποια πράγματα ο Λαδικός με τον Σαράντη, κάποιες διασκευές βασικά, τις οποίες απορρίψαμε ως κάτι πολύ εμπορικό. Θέλανε μάλλον να μας ρίξουν περισσότερο στο new wave της εποχής.

Του στυλ Dreamer & The Fullmoon;

Μπράβο! Τότε είχε σκάσει το «Sandrina» σε παραγωγή του Ξυδούς πάλι. Εγώ τότε άκουγα οτιδήποτε έπεφτε στα χέρια μου, αλλά επειδή θαύμαζα πολύ τον Παλαμίδα και τους Apocalypsis, τον αναζήτησα και τον βρήκα στην παραγωγή που λεγόταν «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος και της Μαριανίνας Κριεζή. Είχα «αρπάξει» πολύ μ’ αυτό το δίσκο, πάρα πολύ! Με τους στίχους, αλλά και με τις μελωδίες που ήταν πολύ παράξενες για τον ελληνικό χώρο. Μέχρι τότε άκουγες Σιδηρόπουλο, classic rock, ως εκεί πήγαινες! Classic rock με βάση το blues. Εμένα, όμως, ο Ξυδούς μ’ έβαλε στη φάση soul και Stevie Wonder κι εκεί ανακάλυψα το στοιχείο μου ώστε σήμερα να λέω ότι ηχητικά οι καταβολές μου είναι rock, αλλά η αισθητική μου είναι τα blues και η soul. 

Πέρα όμως απ’ τις αισθητικές κατευθύνσεις, είχατε – έχετε και μία μοναδική χροιά, την πλέον «soul φωνή» στην Ελλάδα μαζί μ’ αυτή του Βλάση Μπονάτσου.

Υπήρχαν κι άλλοι καλοί soul τραγουδιστές, αδικημένοι, που δεν ακούστηκαν…Τον ξέρετε τον Γιώργο Μισίκο; Μεγάλος είναι πια, αλλά θα παθαίνατε πλάκα αν τον ακούγατε! Εμένα μ’ ενδιέφερε να διαφέρω ερμηνευτικά, έχοντας μεγαλώσει με τις ντουντούκες της ΚΝΕ έξω απ’ το σπίτι μου. Με θυμάμαι να σκαρφαλώνω στα κιγκλιδώματα του γηπέδου της Νήαρ Ηστ που έκανε τότε το Γυμνάσιο εκδηλώσεις με τον Νταλάρα, την Αλεξίου και τη Βίσση στο ξεκίνημα της. Θαύμαζα πάρα πολύ τον Νταλάρα και τον Καζαντζίδη, αυτά ήταν τα ακούσματα μου. Λάτρευα το λαϊκό τραγούδι, αλλά ήθελα και να διαφέρω σαν έφηβος, πόσο μάλλον όταν είχα φάει και πολύ bullying για το λαϊκό, γύρω στα 12 – 13 μου. 

Απ’ τα άλλα παιδιά τρώγατε bullying;

Φυσικά, αφού δεν ήμουν «in», δεν ήμουν της παρέας. Αυτοί ήταν ροκάδες και η στάση τους με οδήγησε ν’ ανακαλύψω τους Dire Straits και σιγά – σιγά τη rock μουσική. Η ανάγκη να διαφέρω με έφερε σε επαφή με το rock.

Κι όλα αυτά, να υποθέσω, μέσα σε μια κλασική αριστερή οικογένεια της Καισαριανής;

Μισοί – μισοί, όχι όλοι τους. Εγώ είμαι μοναχοπαίδι απ’ το γάμο των δύο γονιών μου. Η μάνα μου καταγόταν από αριστερή οικογένεια και μόνο ένας είχε «ξεφύγει» και ψήφιζε δεξιά. Ο πατέρας μου, πάλι, καταγόταν από δεξιά οικογένεια που μόνο ένας «ξέφυγε» και ψήφιζε ΚΚΕ. Ήμασταν αναμιγμένοι, όπως καταλάβατε. Δεν ζουν οι δικοί μου πια και θα ήταν πολύ μεγάλοι σήμερα. Από τον πρώτο γάμο της μάνας μου έχω τρία ετεροθαλή αδέρφια, δύο αδερφές κι έναν αδερφό, τον ηθοποιό Σάββα Αξιώτη. Από τους επόμενους δύο γάμους του πατέρα μου έχω άλλα τρία αδέρφια που ζουν στην Αμερική. 

Είστε κάπως σκορπισμένοι.

Ισχύει, εγώ είμαι απλά το μοναδικό παιδί της σύζευξης του πατέρα μου με τη μητέρα μου. 

Ίσως είναι νωρίς να βάλουμε τον ηθοποιό αδερφό σας στην κουβέντα μας, αλλά δεν είναι λίγοι αυτοί που με ρώτησαν, με αφορμή τη συνέντευξη μας, τι κάνει και πως είναι πλέον στη ζωή του. 

Το θέατρο του Σάββα ήταν ένα από τα πρώτα περιφερειακά – περιθωριακά θέατρα στο Μεταξουργείο. Πριν απ’ αυτό της Ξενουδάκη, υπήρχε το θέατρο «Αποθήκη» μαζί με το θέατρο του αδερφού μου. Ήταν ένα παλιό εγκαταλειμμένο αρχοντικό, επί της Μεγάλου Αλεξάνδρου, που μπήκαμε μέσα και το γκρεμίσαμε. Εγώ ήμουν 16 ετών τότε και μας θυμάμαι με τον Σάββα και δυο φίλους να πετάμε μπάζα για να φτιάξουμε τη σκηνή, την οποία σκηνή τελικά έφτιαξε μόνος του ο Σάββας. Εκεί ξεκίνησε τις παραστάσεις του με πρώτη τη «Μπαλάντα της φυλακής» του Όσκαρ Ουάιλντ. Ταυτόχρονα ο Σάββας μ’ έβαζε να του βγάζω φωτογραφίες ως promo. Του άρεσε τόσο το μάτι μου, όπως μου έλεγε, ώστε με χρησιμοποίησε ως φωτογράφο στις περισσότερες απ’ τις παραστάσεις. Αν εξαιρέσεις δηλαδή την τελευταία του παράσταση, εγώ δούλευα ως αποκλειστικός φωτογράφος του. Κάποια στιγμή, έκανα και τον τεχνικό ήχου, έπαιζα δηλαδή μουσικές όπου χρειάζονταν. Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, είχε ανεβάσει κάποια αποσπάσματα της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη και τότε, ξέρετε, στα σχολικά rock συγκροτήματα όλοι είχαμε κάποια παρατσούκλια λίγο gothic. Εγώ σκάλισα στην τσάντα μου το όνομα «Christian Dante». Αργότερα έμεινε μόνο το «Dante», μπερδεύοντας κάπου τον Μεσαίωνα με το goth ώσπου επικράτησε το τελικό «Δάντης». Πήγα, θυμάμαι, την οντισιόν με τον Χατζηνάσιο για το σχήμα με Γαλάνη, Τσανακλίδου, Θεοδόση κλπ. Όταν είπα του Χατζηνάσιου ότι έκανα το «Βλαχάκης», «Δάντης», είπε το φοβερό: «Και καλά έκανες! Αυτό είναι όνομα, τ’ άλλο είναι για τα κλαρίνα της Βάρης»! Τέλος πάντων, αφού θέλετε να μάθετε για τον αδερφό μου, θα σας μιλήσω όπως δεν το’χω ξανακάνει: Πέρασε δύσκολα… Ψυχολογικά…«Ξέφυγε» λίγο με το αδιέξοδο της δουλειάς…Ο Σάββας ήταν ένας άνθρωπος που δεν έμπαινε στο σύστημα, δεν έκανε παραχωρήσεις, δεν έκανε ρόλους ενώ πολλοί προσπάθησαν να τον βοηθήσουν, όπως ο Σταμάτης Φασουλής, που ήταν πολύ φίλος του. Ο Φασουλής, ξέρετε, είναι ένας άνθρωπος δοτικότατος και κάποια στιγμή, στα δύσκολα του, πήγε και τον βρήκε. Δυστυχώς ο Σάββας δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι η πορεία του αυτή μέσα στο χώρο χρειαζόταν νερό στο κρασί του…Είχε μείνει στα περασμένα μεγαλεία και όλο αυτό τον κοντράρισε με τον εαυτό του και του έβγαλε πάρα πολλά και σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Πρέπει να έπαιξε μεγάλο ρόλο και το δέσιμο που είχε με τη μάνα μου…

Κι όταν εκείνη πέθανε;

Τότε το Κακό με τον Σάββα παράγινε…Ακόμη συχνάζει κάπου εκεί κοντά, πηγαίνει και πίνει καφέ για να’ναι κοντά στο περιβάλλον της μάνας του…

Έχετε επαφές μαζί του;

Προσπαθώ. Μιλάμε σπάνια στο τηλέφωνο…Κοιτάξτε, όλα αυτά που έχω σαν άνθρωπος και που θα πρέπει ν’ ακουστούν σ’ αυτή τη συνέντευξη, τα χρωστάω στον αδερφό μου. Αν ρωτήσετε τον Γρηγόρη Βαλλιανάτο, είμαι πολύ ανοιχτός άνθρωπος και υποστήριξα το σύμφωνο συμβίωσης, το θεμελιώδες δικαίωμα ενός ανθρώπου να είναι με τον σύντροφο του. Όπως επίσης υποστήριξα και την υιοθεσία των παιδιών…

Την τεκνοθεσία λέτε μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών.

Την τεκνοθεσία, καλά το λέτε εσείς, γιατί η υιοθεσία μάλλον θα πρέπει ν’ απαγορευθεί σαν λέξη! Δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούμε μονομερείς εκφράσεις στα πάντα. Όλα αυτά εμένα μου τα δίδαξε ο αδερφός μου, ο Σάββας! Ο αδερφός μου ήταν ο μύστης μου, ο αδερφός μου μού έμαθε την εναλλακτική μουσική, τους Atomic Rooster να πούμε, όταν εγώ άκουγα μόνο Νταλάρα και Καζαντζίδη. 

Έχετε πολλά χρόνια διαφορά;

Ο Σάββας είναι 14 χρόνια μεγαλύτερος μου. Μεγάλη διαφορά, αυτός όμως μου έμαθε τον Brecht, τον Kurt Weill! Ο Σάββας με πήρε απ’ το χέρι και με πήγε σε κάποιες παραστάσεις κι έτσι έμαθα κι εγώ το θέατρο. Γι’ αυτό σας λέω ότι τον έχω σαν μύστη, σαν μέντορα μου.

Και λογικά θα σας στενοχωρεί η τωρινή του κατάσταση.

Βεβαίως με στενοχωρεί και θα ήθελα να τον δω να στέκεται στα πόδια του, όμως καμιά φορά πρέπει να το θέλουμε κι εμείς οι ίδιοι αυτό για να γίνει. Επειδή προσπάθησαν να τον βοηθήσουν πολλοί άνθρωποι, σας λέω, σαν την Άννα Φόνσου επίσης, δεν ήθελε…Ο Σάββας είναι κατά του συστήματος! Τέλος! 

Εσείς αυτή τη στιγμή έχετε τρία δικά σας παιδιά. Αναρωτιέμαι αν αισθάνεστε ότι κουβαλάτε ακόμη τα οικογενειακά βάρη του παρελθόντος…

Οι αδερφές μου, επίσης μεγαλύτερες μου, απ’ τον πρώτο γάμο της μάνας μου, δεν μ’ απασχόλησαν ποτέ. Είναι δύο γυναίκες, για τις οποίες είμαι ο «Χρηστάκης» κι αυτό δεν έχει αλλάξει. Τους άλλους, όμως, τους επηρέασε πάρα πολύ το ότι ξαφνικά έγινα ο Δάντης κι έπαψα να είμαι ο Βλαχάκης (σ.σ. Βλαχάκης είναι το πραγματικό επίθετο του Δάντη). 

Θετικά ή αρνητικά;

Νομίζω ότι οι άνθρωποι ταυτίζονται μ’ αυτό που είσαι, νομίζοντας πως κι αυτοί είναι το ίδιο! Βασιλικότεροι του βασιλέως, σαν να λέμε. 

Κάτι, όμως, που θα τους οδήγησε και σε μία απογοήτευση.

Πολύ σωστό…Είδα τον πατέρα μου να έρχεται απ’ την Αμερική 55 ετών και να προσπαθεί να κάνει καριέρα στο τραγούδι. Ήταν κάποτε λαϊκός τραγουδιστής, αλλά δεν του «έκατσε» ποτέ του ανθρώπου.

Έχετε κάποια συγγένεια με την Μαρίνα Βλαχάκη, την παρτενέρ του Στράτου Διονυσίου;

Όχι, καμία σχέση, απλή συνωνυμία.

Μία παρένθεση ήταν, συνεχίστε σας παρακαλώ με τον πατέρα σας. 

Ήθελα να πω ότι προσπάθησε να κάνει νέα καριέρα, ορμώμενος απ’ την επιτυχία του γιου του, εμού δηλαδή.

Πρωτότυπο, αν μη τι άλλο. Συνήθως τα παιδιά ακολουθούν τους γονείς επαγγελματικά, όχι το αντίστροφο.

Έτσι είναι. Ο πατέρας μου τό’κανε με πρόσχημα «Να, μωρέ, έβγαλα έναν δίσκο, νά’χω κάτι να παίζω κι εγώ»…Σας λέω, πολλούς επηρέασε η φάση η δική μου. Η γιαγιά μου συχωρεμένη δεν ήθελε να με βλέπει μέχρι κάποια ηλικία κι όταν έκανα ότι έκανα, έβγαινε και μοίραζε αυτόγραφα στην Καισαριανή. 

Ωραίο ειν’ αυτό…Ή, μάλλον, όχι και τόσο ωραίο…

Το έπαιρνα σαν αστείο λίγο. Αν σε καμαρώνει η μάνα σου, το δέχεσαι, γιατί η μάνα σου είναι πάντα δίπλα σου. Μπορεί να σ’ έχει βαρέσει, να σ’ έχει απορρίψει, αλλά σ’ έχει μεγαλώσει, σου’χει δώσει πνοή, είναι η μάνα σου. Είναι ο άνθρωπος που σ’ έχει δει σ’ όλες τις φάσεις σου, ότι και να σου πει, δεν θα την παρεξηγήσεις. Για όλους τους άλλους, όμως, που μπορεί να σ’ έχουν διαγράψει και ξαφνικά σ’ αγαπάνε, ε ναι, είναι κάπως οξύμωρο. 

Παρόλα αυτά έμοιαζε σαν να εκπληρωνόταν το όνειρο ενός λαϊκού παιδιού, έτσι;

Ισχύει, γιατί ξεκινάς από’ να περιβάλλον, το οποίο είναι στιγματισμένο και δεν σ’ αφήνουν να σηκώσεις και πολύ κεφάλι.

Που αναφέρεστε;

Στους Καισαριανιώτες. Θυμάμαι τη μάνα μου να παίρνει ταξί, όταν εγώ ήμουν έξι ετών, μεσ’ στη δικτατορία, κι έλεγε στον ταξιτζή: «Παγκράτι». Συνέχιζε «Λίγο πιο πάνω» και «Λίγο πιο πάνω» για να τον φτάσει στο γήπεδο Νήαρ Ηστ. Που να’λεγε «Καισαριανή»; Θα γύριζαν και θα της σχολίαζαν: «Στο Στάλινγκραντ;»

Δεν περίμενα να τ’ ακούσω αυτό.

Μιλάω για ένα περιβάλλον πολύ αριστερό, απ’ το οποίο δε γινόταν να ξεμυτίσεις.

Να, όμως, που εσείς, απ’ αντίδραση αν θέλετε, δεν γίνατε ποτέ αντι – αριστερός.

Όχι, καθόλου. Γενικά εγώ είμαι ένας άνθρωπος υπέρ του ανθρώπου κι αυτή η ιδεολογία και φιλοσοφία ήταν πάντα πολύ κοντά στον άνθρωπο. 

Δεν έχω λόγο να μη σας πιστέψω, καθώς στο διαβόητο δημοψήφισμα υποστηρίξατε τη δική σας θέση. 

Σωστά, ειδικότερα τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, που τον έβλεπα σαν ένα νεοτερίστικο κίνημα. Από μικρός ήμουν στο Ρήγα, να ξέρετε, τότε που οι άλλοι μας φώναζαν «Αναθεωρητές». 

Σκηνικά είπατε ότι ξεκινήσατε δίπλα στη Γαλάνη. Δισκογραφικά, όμως, κάνατε φωνητικά στα περίφημα pop τραγούδια του Μιχάλη Ρακιντζή. Σωστά;

Σωστά, γιατί τότε ανήκα στη «Ria Records» του Άκη Γκολφίδη, της οποίας τα singles κυκλοφορούσαν από την Sakkaris Records. Σημειωτέον, τότε που ήμουν στο «Ταμπού» με τη Δήμητρα και την Τάνια, είχα κάνει και το πρώτο μου αγγλόφωνο single. Απ’ αυτό, όμως, και μετά, δεν έβρισκα εύκολα δουλειά. Σαν να μην είχα αφομοιώσει τον ελληνικό στίχο, αφού από τα 13 μου μέχρι τα 20 πάτησα αποκλειστικά στον αγγλόφωνο στίχο. Είχα ξεχάσει πως είναι να τραγουδάς στα ελληνικά, πέραν αυτών που παίζαμε από Σιδηρόπουλο και των δικών μας κομματιών με τους Νάρκισσος και λίγο πιο πριν με τους Πλανόδιους. 

Οι Πλανόδιοι ήταν ακόμη ένα σύντομο σε διάρκεια γκρουπ;

Ακριβώς, μιλάμε τώρα για τα πρώτα γκρουπ με μικρή διάρκεια ζωής. 

Όλα αυτά δεν κράτησαν πολύ, αφού το 1990 ήρθε η επιτυχία με τα «Δακτυλικά αποτυπώματα».

Ο δίσκος αυτός ήταν ένα «one man off». Είχα υπογράψει με τη SONY και τον Γιάννη Καραλή, αλλά δεν ήξεραν τι να με κάνουν. Ο Πολυχρονίου, ας πούμε, έλεγε: «Αυτός πρέπει να τραγουδήσει αγγλόφωνα, να τον κάνουμε λίγο James Brown, να του δώσουμε το ρεπερτόριο του Terence Trent d’ Arby». Τέτοιο αντίστοιχο ρεπερτόριο, βέβαια, δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Έτσι, προσπαθήσαμε με τον Καραλή να φέρουμε σε πιο σύγχρονη φόρμα κάποια λαϊκά του τραγούδια. 

Τα οποία δεν προορίζονταν εξ αρχής για τη φωνή σας;

Όχι, αφού αρχικά ήταν να τα πουν η Χαρούλα με τον Νταλάρα. Μέχρι και η Λίτσα Διαμάντη τα δοκίμασε τότε στο στούντιο κι εκείνη είπε του Γιάννη: «Ρε συ, δωσ’ τα στο παιδί, κρίμα είναι, αφού του πηγαίνουν! Τι κάθεσαι και δοκιμάζεις με μένα; Εγώ είμαι λαϊκή τραγουδίστρια, δεν είμαι για να τα πω αυτά τα τραγούδια». Έτσι, κάναμε ένα πρώτο pop τραγούδι με μένα και πάνω σ’ αυτό χτίστηκαν και τα υπόλοιπα. Το «μπαμ» που έγινε ήταν απίστευτο – ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα! Κυκλοφόρησε ο δίσκος 10 Ιουνίου, αν θυμάμαι καλά, και μέχρι τον Σεπτέμβριο τα πιτσιρίκια με είχαν Θεό! 

Βλέπατε τις συνέπειες αυτού ακόμη και στο δρόμο, στις εξόδους σας;  

Μόνο; Τα αυτοκίνητα πήγαιναν με χίλια στην Εθνικής Αντιστάσεως κι έπαιζαν τα κομμάτια, ενώ κι εγώ έβλεπα ξαφνικά ν’ ανεβαίνει το κασέ μου στα μαγαζιά. Εκεί είπα «Άρα κάτι γίνεται, κάτι ”παίζει” εδώ»! 

Παραδοθήκατε στις υλικές απολαύσεις ενός pop star; 

Άνετη ζωή έκανα! Ξόδευα συνέχεια και δεν αποταμίευα τίποτα! Μόνο ξόδευα! Βοηθούσα φίλους που είχαν ανάγκη και συνέχεια, όποτε βγαίναμε, έλεγα «Κερνάω εγώ». Έχοντας περάσει τέτοια στέρηση μικρός, δεν ξέχασα ότι η παρέα μου έβαζε ρεφενέ για να πιω κι εγώ ένα καφέ. 

Μου λέτε δηλαδή ότι, όντας διάσημος πια, συνεχίσατε να βλέπετε τα φιλαράκια απ’ την Καισαριανή.

Εννοείται! Μ’ έναν – δύο απ’ αυτούς, σαν τον Δημήτρη Φροσύνη, ο οποίος τώρα παίζει μπάσο με τον Μουζουράκη, αν θυμάμαι καλά, και τον Αποστόλη Κόλλια, συνεχίσαμε να είμαστε μαζί για άλλα δέκα χρόνια, μέχρι τα τριάντα μας. Τώρα, αν με ρωτήσετε μήπως την είχα ψωνίσει, θα σας απαντήσω «Βεβαιότατα»! Έφτασα στο σημείο να λέω «Ποιος είσαι, ρε μάγκα; Πας στις τράπεζες, στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ και σου κάνουν χώρο να περάσεις». Ξέρετε που δεν την ψώνισα; Στους συναδέλφους! Ξεκίνησα με τη Μαντώ, λόγου χάριν, η οποία τότε ήταν πολύ πιο ψηλά από μένα στη «σκάλα».

Παρεμπιπτόντως, η Μαντώ δεν ήταν ανακάλυψη του Τζίμη Πανούση; Μπορεί να κάνω λάθος τώρα.

Ναι, όταν ήταν 15 – 16 ετών, αλλά έχετε υπόψιν πως ο Πανούσης την πήρε απ’ τον Μίμη Πλέσσα την Μαντώ. Την είχε βγάλει στο «Jesus Christ Superstar», όπου υποδυόταν τη δεύτερη εναλλακτική Μαγδαληνή. Γνώρισα, ας πούμε, πολύ κόσμο στη δουλειά αυτή, που μετά «καβάλησα», βγήκα από πάνω δηλαδή: Την Κλεοπάτρα, την Πέννυ Ξενάκη, την οποία αγαπώ πολύ, τον Διονύση Θεοδόση, έναν τραγουδισταρά! Ξαφνικά εγώ απέκτησα το hype, αλλά ποτέ δεν σνόμπαρα κανέναν, παλιότερο, σύγχρονο ή νεότερο μου καλλιτέχνη. Ποτέ δε σήκωσα ψηλά τον αμανέ, για μένα πάντα οι παλιότεροι ήταν οι πρώτοι στην ιεραρχία. Εδώ τώρα, μιας και το φέρνει η κουβέντα, θέλω να πάμε στο «Καριόλα σε μισώ» και στο «Δεν υπάρχει Θεός» που με είπαν κι ακόμη με λένε σεξιστή και άθεο. Ακόμη χειρότερα, ακούω το εξής: «Ο Δάντης εφευρίσκει τρόπους για να’ναι στην επικαιρότητα».  

Σας θυμώνει αυτό; Για ποιο λόγο;

Γιατί δε χρειάζομαι να’μαι στην επικαιρότητα! Κανένας καλλιτέχνης δεν φεύγει απ’ την επικαιρότητα, διότι τα τραγούδια του θα υπάρχουν ες αεί. Με τα τραγούδια μας μεγάλωσαν άνθρωποι που τα αναμοχλεύουν συνεχώς και τά’χουν στο μυαλό τους. Χωρίς να προσβάλλω κανέναν Έλληνα συνάδελφο, θα ήθελα να προσθέσω το εξής: «Ο Rod Stewart δεν θα πάψει ποτέ να’ναι ο Rod Stewart όσο και να μην έχει ένα hit στην αγορά. Έχει, όμως, έναν κατάλογο πίσω του, ο οποίος είναι βαρύς»! Έτσι κάπως είμαστε όλοι στη δουλειά αυτή. 

Βγήκατε σε μία δεκαετία που μεσουράνησε το έντεχνο, δηλαδή απ’ τη μια ακούγονταν τα δικά σας τραγούδια μαζί με τη «Φωτοβολίδα» του Περίδη και την «Αγορά του Αλ Χαλίλι» με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη…

Πράγματι, τότε έσκασαν όλοι αυτοί, γύρω στο ’93 – ’94, μαζί σκάσαμε δηλαδή. Κι ήμουν και φαν τους!

Αντιμετωπίσατε ένα είδος ρατσισμού, του στυλ «εμείς οι έντεχνοι κι εσείς του εμπορικού»;

Απ’ τους ανθρώπους αυτούς, όχι, απ’ τους οπαδούς τους, ναι! Οι φαν βάζουν τις ταμπέλες. Ποτέ δεν αντιμετώπισα ρατσισμό από καλλιτέχνες σαν τον Πορτοκάλογλου ή τον Αλκίνοο – τον δε Αλκίνοο δεν τον ήξερα τον άνθρωπο, τον συνάντησα όμως το ’98 σ’ ένα αεροδρόμιο και μού’δωσε την εντύπωση ενός άγιου, ενός κοσμοκαλόγερου. Ήμασταν φίλοι με τον Μπάμπη Στόκα, αφού όταν ξεκινούσαν οι Πυξ Λαξ παίζαμε μαζί και με τη Μαντώ στο «Κεντρί», ήμασταν δηλαδή όλοι ένα. Κανένας δεν με σνόμπαρε…

Ευχάριστο ειν’ αυτό. Θυμάμαι τώρα μια μαρτυρία της Αλέξιας που μου’χε εξομολογηθεί πως όταν συνεργάστηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη, την ψιλοσνόμπαραν τραγουδιστές σαν τον Νταλάρα και τη Φαραντούρη, του στυλ «Μη μιλάς καθόλου» ή «Νά’σαι και τυχερή που σε επέλεξε ο Θεοδωράκης».

Συγγνώμη, αλλά θα συμφωνήσω με τον Νταλάρα και τη Φαραντούρη, όχι για την Αλέξια φυσικά, αλλά γενικά. Το να σε επιλέξει ο Μίκης είναι επίτευγμα για κάθε τραγουδιστή. Μιλάμε για έναν τεράστιο μουσουργό, ισάξιο του Bach! Μα είναι τρεις οι μεγάλοι δημιουργοί: Ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος και end of story!

Ο Σαββόπουλος;

Ναι, δεν το συζητάω, απλά ο Σαββόπουλος δεν είναι μουσουργός, είναι song writer.

Προσπαθώντας να μπω στην ψυχολογία ενός pop star, δεν βλέπατε πως ενώ θαυμάζατε τους συνθέτες που αναφέρατε, ο δικός σας δρόμος σας έβγαζε σ’ ένα εμπορικό mainstream ρεπερτόριο;

Ναι, το έβλεπα και πάντα με πείραζε. Υπάρχει ένα τραγούδι μου, το «Τίποτα» του Γιάννη Καραλή, που ήταν μια απόπειρα να προσεγγίσουμε αυτή τη σκηνή. Το κομμάτι αυτό έκανε μεγάλη επιτυχία στην Τουρκία με τη Σεζάν Ακτσού, η οποία έβαλε και το «φάγανε», δηλαδή το χρέωσαν σε άλλο συνθέτη, επειδή προφανώς ο Καραλής θα ζήτησε μεγάλη προκαταβολή. Το γνωστό σύστημα των εταιρειών. Για νά’μαι ειλικρινής, ωστόσο, τώρα που τα σκέφτομαι, υπήρχαν κάνας δυο απ’ τους έντεχνους τραγουδοποιούς, μερικούς που βγήκαν στα τέλη των 90s κι έκαναν μια επιτυχιούλα, οι οποίοι με σνόμπαραν. Οι καλλιτέχνες αντικειμενικής αξίας, όμως, δεν με σνόμπαραν ποτέ! Δεν μπορώ να πω τίποτα για κανέναν άλλον! Ο Κότσιρας, ας πούμε, είπε τραγούδι μου μια χαρά και θα ξαναπεί τώρα, απ’ ότι ξέρω. Οπότε, τι να λέμε;

Κι ενώ, λοιπόν, σας πείραζε το mainstream, το «ισοφαρίζατε» με την αναγνωρισιμότητα και τα χρήματα;

Ναι, αλλά είχα πάντα μέσα μου ένα σκουλήκι που μ’ έτρωγε και διαφωνούσε και με τις δύο οδούς. Όντας φαν του ηλεκτρικού ήχου, ήθελα να χώσω την ηλεκτρική κιθάρα μεσ’ στα τραγούδια διαφορετικά απ’ ότι τό’κανε ο Αντώνης Βαρδής. Αποσκοπούσα σε μία καινοτομία, διότι εξ αιτίας του Βαρδή ακούμε ηλεκτρική κιθάρα στα τραγούδια, έτσι; Και κάποιων επίσης καινοτόμων προ Βαρδή, σαν τον Μάνο Λοΐζο, που έβαλε τον Γιάννη Σπάθα να παίξει σε τραγούδια του, όπως το «Κι αν είμαι rock» με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. 

Καλά, ο Σπάθας εκτός Socrates είχε παίξει μ’ όλους τους μεγάλους συνθέτες και τραγουδιστές.

Ναι, βέβαια, όπως και με τον Θεοδωράκη, τον οποίο Θεοδωράκη δεν τον ακουμπάμε καν, είναι ένας πλανήτης από μόνος του. Το σάουντρακ του «Serpico» ν’ ακούσεις μόνο, φτάνει! Τέλος πάντων, η δική μου επιθυμία ήταν να πειράξω το mainstream με τις ηλεκτρικές κιθάρες. Ο Prince, λόγου χάριν, ήταν ένας τέλειος rock κιθαρίστας, ενώ το στυλ του ήταν πιο funky. Επειδή έτσι ένιωθα κι εγώ, ποτέ δεν εντάχθηκα στη μία πλευρά ή στην άλλη. Αισθανόμουν μια ζωή middle of the road.

Φαντάζομαι τότε πόσο μεγάλη χαρά θα ήταν η δισκογραφική συνεύρεση με καλλιτέχνες σαν τον Λάκη Παπαδόπουλο, τη Δήμητρα Γαλάνη κ.α.

Τον κυνήγησα πάρα πολύ αυτό το δίσκο, η αλήθεια είναι. Μιλάμε για μία μεταβατική περίοδο, αφού η παραγωγή ξεκίνησε το 1997 και ο δίσκος βγήκε το ’99. Μόλις είχε σκάσει ο Φοίβος και άλλαζε πολύ το τοπίο του mainstream τραγουδιού. Αν και τον Φοίβο τον θαύμαζα, εγώ δεν ήθελα να κάνω αυτό.

Ο Φοίβος, μας αρέσει – δεν μας αρέσει, είναι ταλαντούχος, κακά τα ψέματα.

Μα, ναι, είχε κάποια τραγούδια που τα άκουγα κι έλεγα «Πως το σκέφτηκε αυτό, ρε γαμώτο;», συνθετικά και στιχουργικά! Μ’ άρεσε πολύ η πλοκή του στίχου του, παρόλα αυτά όμως εγώ μπήκα στον πειρασμό και είπα «Είσαι σ’ ένα τέλμα, φίλε Χρήστο! Τι κάνουμε τώρα;» Πάνω κει βρήκα τον Καραγιάννη, ο οποίος είχε υπογράψει ανεπίσημα, χωρίς να φαίνεται τ’ όνομα του, πάρα πολλές παραγωγές, όπως αυτή της «Λεωφόρου Β» με Νικολακοπούλου, Πρωτοψάλτη, Αρβανιτάκη κλπ. Ο Καραγιάννης μου πρότεινε αντί να σκέφτομαι τι κάνει ο Δημήτρης Κόκοτας, να βάλω τη φωνή μου σε κάτι άλλο…«Άσε να μιλήσω στη Γαλάνη» μου’χε πει χαρακτηριστικά, «ξέρεις πόσο θέλει η Δήμητρα να σου δώσει τραγούδια;»…«Έλα, ρε συ, η Γαλάνη μπορεί ν’ ακούει τα τραγούδια μου και να κάνει εμετό η γυναίκα»…

Τόσο χαμηλή αυτοπεποίθηση κι εσείς τελικά;

Εννοούσα με το ρεπερτόριο μου, αφού οι φαν του έντεχνου, που λέγαμε πριν, μ’ είχαν κάνει να νιώθω άσχημα. «Σιγά μη μου γράψουν εμένα τραγούδια η Γαλάνη κι ο Ανδρικάκης» έλεγα του Καραγιάννη κι αυτός μου απαντούσε: «Βάζεις στοίχημα; Μου δίνεις δύο εβδομάδες;»…«Πάρ’ τες» του είπα κι έτσι ξεκίνησε ο δίσκος, τον οποίο πάλι ο Καραγιάννης δεν υπέγραψε, ενώ αυτός βρισκόταν ουσιαστικά από πίσω. 

Προς τιμήν σας που αναφέρετε τους αφανείς ήρωες της δισκογραφίας. 

Και τι δισκογραφία! Ήταν μέσα ο Λάκης Παπαδόπουλος, ο Τουρνάς, ο Μπουσούνης με τον Γκίνη, η Γαλάνη με τον Ανδρικάκη, αλλά και εγώ ο ίδιος ως τραγουδοποιός. Η Δήμητρα τό’χε πάρει πολύ πάνω της, τη θυμάμαι να παίρνει τηλέφωνο τον Μαχαιρίτσα και να του λέει: «Ρε συ Λαυρέντη, γράφω τραγούδια στον Δάντη. Γουστάρεις να μπεις κι εσύ μέσα;» 

Και σας έδωσε τελικά τραγούδια ο Μαχαιρίτσας;

Όχι, δεν μού’δωσε…Ο Λαυρέντης φοβόταν τότε, της είχε πει: «Τον γουστάρω, βρε Δήμητρα, να του γράψω. Αλλά μήπως το ”στρίψει” πάλι μετά;» Ο Λαυρέντης ήταν της σχολής Θάνου Μικρούτσικου, που πάντα έλεγε ότι υπάρχει διαφορά στο τραγούδι και απέναντι μπαλκόνια. 

Ξέρω ότι με τον Θάνο είχατε καλή σχέση.

Τον θαύμαζα πάρα πολύ, ειδικά με το Ευαγγέλιο που λέγεται «Ο Σταυρός του Νότου». Δηλαδή ακόμη κι όταν με έκραξε για τα τραγούδια μου…Εντάξει, όχι ακριβώς εμένα, την Πέγκυ Ζήνα είχε κράξει. Είχε πει δημόσια «Άλλο εμείς και άλλο το εμπορικό», κάτι που επίσης μου’χε πει κατ’ ιδίαν. Με είχε πιάσει μια φορά: «Φίλε, είναι πολύ καλά και τα δύο είδη, το εμπορικό και το έντεχνο. Το έντεχνο υπηρετεί έναν πιο έντεχνο στίχο, έναν πιο έντεχνο λόγο. Αποφάσισε ποιο απ’ τα δύο είσαι και μην κοιτάς στα απέναντι μπαλκόνια»! 

Σας παίδεψε η ατάκα αυτή του Μικρούτσικου;

Ίσως, με την έννοια ότι ακριβώς εκεί πήρα την απόφαση να ανήκω στα πιο φωτεινά πράγματα με αποτέλεσμα να κάνω το δίσκο με τον Γιώργο Θεοφάνους.

Μάλιστα. Μιλάμε για την ίδια περίοδο που ο Θεοφάνους έδινε τραγούδια του και στην Αλεξίου.

Ο Θεοφάνους πέρασε από πάνω όλων μας! Πολύ μεγάλος δημιουργός που θα αναγνωριστεί απ’ όλες τις κάστες του τραγουδιού μετά από χρόνια! 

Πιστεύετε ότι ακόμη δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα του άξιζε; Εγώ θα τολμούσα να πω ότι «χάθηκε».

Έχει αναγνωριστεί απ’ τη φωτεινή πλευρά του τραγουδιού, δεν το συζητάω! Όλοι πιστεύουμε, να σας το πω διαφορετικά, πως ο Γιώργος είναι ο μεγαλύτερος απ’ όλους εμάς.

Και γιατί πήγατε στον Θεοφάνους και όχι κατευθείαν στον Μικρούτσικο; Εδώ η απάντηση μπορεί να’ναι ότι δεν σας το πρότειναν ποτέ και οι ίδιοι.

Αντιθέτως! Ο Θάνος μου’χε δώσει μια κασέτα να τη μελετήσω με αγγλόφωνα τραγούδια του. Τον ντρεπόμουν τότε τον Θάνο. Πολύ…

Σοβαρολογείτε; Θα τραγουδούσατε αγγλόφωνα τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου;

Ναι, αγγλόφωνα, τα οποία είχε γράψει για την Ιταλίδα τη Milva.

Συγγνώμη, και είπατε όχι;

Είπα όχι, όντας σε μια κρίσιμη στιγμή που έπρεπε να πάρω μιαν απόφαση. Είπα πως αν το κάνω αυτό, θα πρέπει να συνεχίσω να το κάνω! 

Και γιατί να μην το κάνατε, αφού αυτό κατά βάθος θέλατε;

Γιατί ήξερα ότι θα με τρώει πάντα η φωτεινή μου πλευρά!

Υπήρχε πιο φωτεινή πλευρά από καλλιτεχνικής άποψης;

Όχι, τα τραγούδια αυτά του Μικρούτσικου ήταν πιο σκοτεινά, πιο αντεργκράουντ. 

Μάλλον θεωρήσατε πως ένα «πάντρεμα» με τον Μικρούτσικο, θα σας έδιωχνε απ’ την «καλή», που την είχατε πιάσει απ’ τα μαλλιά τόσα χρόνια…

Εντελώς ισχύει αυτό! Ήταν ένα τόλμημα που δεν το τόλμησα ποτέ! Αντέδρασα όπως τότε με την Αμερική που μου έστειλαν φιρμάνι: «Υπογράφεις, τα παρατάς όλα πίσω σου κι έρχεσαι εδώ»! 

Το ίδιο μπορεί να έκανε οποιοσδήποτε άλλος στη θέση σας, αλλά δεν μπορώ να μη σχολιάσω πως γενικά υπήρξατε ένας άτολμος καλλιτέχνης την περίοδο της ακμής σας.

Θα σας πω…Στα τραγούδια αυτά του Θάνου ομολογώ πως δεν «άκουσα» μέσα τη φωνή μου. Κάποια στιγμή που επίσης μου’χε δώσει τραγούδια του ο Νίκος Αντύπας, πάλι δεν με «άκουσα» μέσα τους και δεν προχώρησε η δουλειά.

Αυτό είναι καθ’ όλα σεβαστό. 

Είμαι ειλικρινής, γιατί το πιο σημαντικό είναι να νιώθεις τι τραγουδάς κάθε φορά. Μπορεί το «Παλιό μου παλτό» να διαφέρει απ’ το «Ένα τραγούδι ακόμα» σαν άλμπουμ, όμως τη δεδομένη στιγμή που τα τραγούδησα, τα ένιωσα όλα στον ίδιο βαθμό.

Με πήγατε μόνος σας στο «Παλιό μου παλτό», ένα all time classic πια ελληνικό τραγούδι.

Νομίζω πως είναι μέσα στα 100 ωραιότερα ελληνικά τραγούδια! Το λέω δίχως ίχνος έπαρσης, αφού δεν το’χω γράψει εγώ, δε θέλω να ευλογήσω τα γένια μου. Ο Λάκης με τη Sunny Μπαλτζή το γράψανε. Το μεγαλείο του τραγουδιού αυτού είναι η απλότητα του. Δεν υπερβάλλω, αλλά η απλότητα του θυμίζει αυτή των τραγουδιών των Beatles. 

Ποια ήταν η αίσθηση του πρώτου ακούσματος;

Τρελάθηκα, ανατρίχιασα! Γι’ αυτό το τραγούδι μ’ έστειλε συστημένο η Κατερίνα Παπαδοπούλου, η γυναίκα του Λάκη, που τότε δούλευε στην BMG: «Πήγαινε πάρε απ’ τον Λάκη αυτό το τραγούδι, γιατί σου πάει και θα πάρει μαζί του κι όλο το δίσκο»! 

Ο Λάκης Παπαδόπουλος, να ένας καλλιτέχνης που δεν έχει στεγανά και τον έχουν τραγουδήσει απ’ τον Πουλικάκο μέχρι τον Ρουβά.

Και μόνο καλό του έκανε στην καριέρα του! Πήγα, λοιπόν, αλλά μ’ απέφευγε ο Λάκης. Εγώ να του λέω «Για παίξε λίγο, ρε συ, αυτό το ”Παλιό μου παλτό”»…«Δεν σου πάει» μου απαντούσε, αλλά κάποια στιγμή βρήκε την κασέτα και μου’βαλε να τ’ ακούσω, όπου με φαντάστηκα αμέσως να το τραγουδάω! Του προτείνω να το κάνω ένα demo κι άμα δεν του αρέσει, να μου το πάρει πίσω το κομμάτι. Το κάνω κι αυτός πάλι μου απάντησε πως δεν του αρέσει…«Να το πεις σε δικό μου δίσκο άμα το τραγουδήσεις» ήταν τα λόγια του, γι’ αυτό και μετά το κάναμε ντουέτο. Ήταν κάπως σαν απωθημένο του. Τηλεφωνώ της Κατερίνας: «Τι να κάνω; Δεν μου το δίνει το τραγούδι»…Και λέει η Κατερίνα το φοβερό: «Άκου να δεις, ο Λάκης είναι ψυχοπονιάρης! Πάρ’τον τηλέφωνο και πες του ότι έχεις πάθει διάτρηση στομάχου»! Έτσι κι έγινε! Παίρνω τον Λάκη και του λέω ότι είμαι στο νοσοκομείο κι έχω πάθει ζημιά γιατί δεν μου δίνει το τραγούδι κλπ. «Έλα, εντάξει, δε γαμιέται, πάρ’ το» απεφάνθη ο Λάκης τότε (γέλια). 

Η επιμονή σας βγήκε σε καλό. Το «Παλιό μου παλτό» σας έχει στιγματίσει.

Θυμάμαι ένα απ’ τα παιδιά των Στέρεο.Νόβα, νομίζω ο Μιχάλης Δέλτα ήταν. Είχε έρθει στον «Σταυρό του Νότου» που τραγουδούσα, με πιάνει και μου λέει: «Αδερφέ, αυτό το τραγούδι θα’ναι η στάμπα σου για μια ζωή. Δεν θα σ’ αφήσει ποτέ»!

Από κει και μετά, όμως, τι έγινε;

Συνέχισα, έκανα το «Δωμάτιο», αλλά κάπου εκεί ένιωσα ότι προδόθηκα. 

Από ποιον;

Απ’ τους ανθρώπους του έντεχνου, των οποίων περίμενα τη στήριξη. Μία συνεργασία…Τα πήρα στο κρανίο κι όταν μου τηλεφώνησε ο Νότης Σφακιανάκης για να δουλέψουμε μαζί, είπα ΟΚ. Άλλα περίμενα εγώ απ’ αυτούς τους δύο δίσκους που είχα κάνει…Περίμενα να συνεργαστώ με καλλιτέχνες που γούσταρα πολύ, εκείνοι όμως με απέφυγαν. 

Για ποιο λόγο άραγε; Μήπως φοβήθηκαν μην πάρετε κομμάτι απ’ την πίτα τους;

Πιστεύω για τον ίδιο λόγο που με απέφυγαν και οι καλλιτέχνες του εμπορικού. Για ποιο λόγο…Τι να σας πω; Για το ότι ήμουν απρόβλεπτος; Για το ενδεχόμενο να’μουν ανταγωνιστικός πάνω στο stage; 

Ή το ότι νιώθατε ανένταχτος.

Μπορεί, ναι, μπορεί κι αυτό! Ήταν ελάχιστοι οι άνθρωποι που την έψαξαν και τελικά αυτοί κέρδισαν. Καλλιτέχνες που ήταν σίγουροι για τον εαυτό τους και δεν είχαν τίποτα ν’ αποδείξουν. Ο Ρέμος, π.χ.! Δεν φοβήθηκε ποτέ τίποτα! Τι έχει να φοβηθεί; Έχει στήσει μια κατάσταση και δεν τον κουνάει κανείς και τίποτα απ’ αυτή! Είναι τραγουδιστής μιας δυναμικής.

Συγκεκριμένης βέβαια.

Συγκεκριμένης! Κοιτάξτε, ο Αντώνης είναι φαν του Νταλάρα, φαίνεται απ’ τις εκτελέσεις του. Τον ξέρω από μικρό, κάναμε παρέα. Τον γούσταρε πολύ τον Νταλάρα και τον έχει μελετήσει πολύ. Πιο πολύ απ’ ότι έχει μελετήσει τον Πάριο, σας διαβεβαιώνω. 

Όλα αυτά που μου λέτε φανερώνουν και ότι είχατε την ψυχική υγεία να αντιμετωπίζετε ότι σας προέκυπτε καλλιτεχνικά.

Δεν κινδύνευσα να χάσω το δρόμο μου, ισχύει, αλλά πάντοτε έπασχα από έναν διπολισμό. 

Και πως έβγαινε αυτός ο διπολισμός;

Στο τραγούδι. Άμα ακούσετε τις δουλειές μου όλες, δεν έχουν καμία συνοχή. Μου έλεγε ένας φίλος ψυχίατρος ότι εκ φύσεως είμαι διπολικός, αλλά αυτό με βοηθά στη δουλειά μου, άρα δεν είναι κάτι που πρέπει να το θεραπεύσω. Με κάνει να είμαι αυτό που είμαι στην τελική.

Κι έτσι γίνεται υγεία.

Ακριβώς. 

Πως και δεν μπλέξατε ποτέ με τις καταχρήσεις; Δεν έχει ακουστεί κάτι τόσα χρόνια.

Ότι έμπλεξα, έμπλεξα…Μέχρι και πριν τέσσερα χρόνια, έπεσα σοβαρά στο αλκοόλ. Αυτά τα λέω πρώτη φορά σε σας, δεν τά’χω ξαναπεί. Δεν έτρωγα καν, να φανταστείτε! Έπινα μόνο κι είχα αδυνατίσει πάρα πολύ…

Μιλάμε για πρόσφατα κιόλας.

Μέχρι πριν τέσσερα χρόνια, αλλά τα τελευταία δύο τό’χω κάνει καλά το θέμα. 

Φοβηθήκατε για τη ζωή σας;

Στην αρχή δεν μ’ ενδιέφερε καθόλου η ζωή μου…Όταν συνειδητοποίησα ξαφνικά ότι έχω αυτοκτονικές τάσεις, δεν μου άρεσε καθόλου. Σκέφτηκα το ότι έχω παιδιά που με χρειάζονται…Ίσως όλο αυτό να είχε να κάνει με με μια τελευταία μου απελπισμένη προσπάθεια να κάνω μία οικογένεια, όπως τη φανταζόμουν, μέχρι να πεθάνω…

Μα τόση ανισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής;

Βέβαια…Μεγάλη! Οι καλλιτέχνες κανονικά δεν πρέπει να παντρεύονται, ούτε να κάνουν παιδιά! Δεν πρέπει να εγκλωβίζονται! Έλα, όμως, που εγώ τ’ αγαπάω τα παιδιά! Έχω τρέλα! Δηλαδή, αν μπορούσα νά’χα εφτά παιδιά, θα τα’χα κάνει, να τρέχουν, να παίζουν και να γίνεται της πουτάνας μεσ’ στο σπίτι. Κι εγώ να γράφω τραγούδια. 

Θα σας άρεσε τα παιδιά δηλαδή να μην προέκυπταν από τη σύζευξη με μία γυναίκα; Να πατάγατε ένα κουμπί, ας πούμε, και να έβγαιναν τα δικά σας παιδιά.

Πωω, σαν τρελός θα τό’θελα αυτό! Δεν το συζητάω…

Μα τι είναι αυτό που σας κάνει αρνητικό με τον έγγαμο βίο; Να μην τό’χατε κάνει κιόλας, να το καταλάβω.

Εγκλωβίζομαι με το που θα πέσει η υπογραφή! Νιώθω ότι κάπως αλλιώς πρέπει τώρα νά’μαι. 

Και γιατί δεν κρατάτε μια σύντροφο με παιδιά κανονικά χωρίς πράξη γάμου;

Εμ, εδώ είναι το θέμα! Έπρεπε να το κάνω τέσσερις φορές για να το καταλάβω (γέλια). Ήμουν ανεπίδεκτος μαθήσεως.

Και με κάτι τέτοια, απασχολείτε τα κουτσομπολίστικα. Με το που μπήκατε στο τραγούδι, παντρευτήκατε κατευθείαν μία συνάδελφο σας, τη Λίτσα Γιαγκούση.

Αυτό προέκυψε, υπήρξαμε ερωτευμένοι με τη Λίτσα. Αγαπιόμασταν πάρα πολύ κι είναι ένας απ’ τους ανθρώπους που μου έμειναν για πάντα σαν φιλική σχέση. Δεν κάναμε μαζί παιδιά, αλλά είμαστε πολύ φιλαράκια σήμερα, και μ’ αυτήν και με τον άντρα της. Ένας άνθρωπος σημαντικός στη ζωή μου! Με την Τοπάζη στη συνέχεια, επίσης τραγουδίστρια, κάναμε τον Χριστόφορο, τον μεγάλο μου γιο, 20 ετών σήμερα. 

Είχατε ανταγωνισμό με την Τοπάζη;

Ναι, βέβαια.

Με τη Γιαγκούση, όχι;

Όχι, τη Γιαγκούση εγώ την τράβαγα. Της έλεγα «Πάμε να κάνουμε ένα δίσκο» και μου απαντούσε «Γιατί δεν μ’ αφήνεις στην κουζίνα μου να τηγανίζω ψάρια; Μια χαρά είμαι, γουστάρω»…Με την Τοπάζη πάλι υπήρχε ανταγωνισμός, αλλά θα έλεγα στο πλαίσιο των καλλιτεχνών που είμαστε όλοι αρρωστάκια. Δεν κάνουμε εύκολα μ’ άλλον άνθρωπο. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που τα «βρήκαν» για χρόνια δύο καλλιτέχνες, ειδικά αν είναι και τραγουδιστές, μοιράζονται δηλαδή το ίδιο «όργανο». Είναι σαν να προσπαθούν να συζήσουν δύο μπουζουξήδες! Δεν γίνεται, αφού πάντα θα είναι δύο σολίστες! 

Ήταν έντονες οι ερωτικές σας σχέσεις;

Εντονότατες κι αυτό μου έβγαινε θετικά στο τραγούδι μου, όπως σας εξήγησα. Να πω ότι τα παιδιά δεν ήταν ένα τυχαίο απόκτημα μου. Το κυνήγησα, τό’θελα! Αγαπάω τα παιδιά και χαίρομαι που τώρα, μετά απ’ τη δική μας συνάντηση, θα τρέξω να δω τα δυο μικρά μου και μετά θα μου’ρθει ο μεγάλος να δουλέψει στο στούντιο.

Τα βλέπετε τα παιδιά σαν τη φυσική σας συνέχεια μάλλον.

Μάλλον τα βλέπω σαν τον μπαμπά μου, που του’χα μεγάλη αδυναμία και τον στερήθηκα. Τώρα εγώ είμαι ο πατέρας, όμως, εκπληρώνοντας το χρέος του. 

Είναι ώρα να πάμε στα δύο διαβόητα τραγούδια σας, το λίγο παλιότερο «Καριόλα σε μισώ» και το ολοκαίνουργιο «Δεν υπάρχει Θεός».

Κακώς θεωρήθηκε μισογύνικο το πρώτο! Καταρχάς δεν είχε να κάνει μ’ όλες τις γυναίκες, αλλά με μία συγκεκριμένη.

Και μία γυναίκα σ’ ένα τραγούδι δεν εκπροσωπεί και το φύλο της;

Ε, όχι βέβαια! Τα τραγούδια είναι μια διαπροσωπική αφήγηση. Τα ερωτικά, ειδικά, ασχολούνται με το τι συμβαίνει μεταξύ δύο ανθρώπων. 

Ξέρετε τι, αυτό μου ακούγεται σαν να παρακολουθεί κάποιος έναν άλλο να δέρνει τη γυναίκα του και να μην αντιδράσει, να πει «Άσ’ τους αυτούς, μωρέ, ζευγάρι είναι»…

Εγώ αυτό που απάντησα σε όσους μου την «είπαν», είναι πως αν ήμουν γυναίκα, το τραγούδι θα λεγόταν «Καριόλη, σε μισώ»! Αν ήμουν γκέι, που θα’ μουν δηλωμένος γκέι, διότι έτσι είμαι σαν άνθρωπος, το τραγούδι πάλι θα έλεγε «Καριόλη σε μισώ». 

Κατανοητό.

Ξέρετε ότι μια φίλη τραγουδίστρια, που ζει στο Λονδίνο, μου ζήτησε το play back για να το τραγουδήσει; «Βρε κοριτσάκι μου, τι θα πεις;» τη ρώτησα, «Καριόλα, σε μισώ;»…«Όχι, καριόλη σε μισώ θα πω, γιατί τον μισώ τον καριόλη»! Νομίζω ότι οι άνθρωποι κόλλησαν χωρίς λόγο, εκεί που ακούμε ένα σωρό μπινελίκια σε αγγλόφωνα τραγούδια απ’ το ’60 ήδη. Μπορείτε να φανταστείτε ότι το «All together now» των Beatles μιλάει για μία παρτούζα;

Απ’ την άλλη, η παρτούζα μεταξύ ενηλίκων είναι κάτι έως και υπέροχο, που αν μη τι άλλο δεν έχει καμία σχέση με το ν’ απειλείς ότι θα την κάψεις ζωντανή τη γκόμενα, έστω σ’ ένα τραγούδι. 

Γιατί; Δεν κατάλαβα…Δεν υπήρξαν τραγούδια που έλεγαν «Μ’ έκαψες που να καείς σαν το κεράκι της Λαμπρής»; Το «Να πεθάνουν οι γυναίκες, να πεθάνουνε» το ξεχάσαμε; Και κόλλησαν όλοι τώρα με το δικό μου τραγούδι, όπως και με το «Δεν υπάρχει Θεός». Υπάρχει το χασίσι, ας πούμε, υπάρχει κι ο Θεός! «Νά’σουνα, Θεέ μου, πότης να σωθεί η ανθρωπότης», που σημαίνει ότι αφού δεν είσαι πότης, δεν σώζεται. 

Τζάμπα Θεός κατά το τζάμπα μάγκας εν ολίγοις.

Ακριβώς! Υπάρχει και το «Που Θεός;» του Καζαντζίδη. 

Ίσως χτύπησε περισσότερο ο τίτλος – σλόγκαν και όχι τόσο το τραγούδι καθαυτό.

Φυσικά, γιατί το παίρνουν οι δημοσιογράφοι στα πρωινάδικα, το πετάνε σ’ έναν παπά και του λένε επιλεκτικά στίχους. Αφρίζει ο παπάς και κανείς δεν καταλαβαίνει ότι στην πραγματικότητα το τραγούδι λέει: «Πιστεύω στον Θεό, αλλά, ρε μπαγάσα, που είσαι να βάλεις μια τάξη στα πράγματα; Μήπως τελικά δεν υπάρχεις κι εγώ από φόβο και μόνο πιστεύω στην ύπαρξη σου;» 

Πιστεύατε ότι θα κάνει τόσο ντόρο το τραγούδι αυτό;

Όχι τόσο χαμό, δεν περίμενα τέτοιο φανατισμό! Δεν περίμενα να μου εύχονται να πεθάνουν τα παιδιά μου ή να είμαι με μηχανική υποστήριξη στο νοσοκομείο…

Απίστευτα πράγματα.

Σκοπεύω να τους τρολλάρω με ένα βίντεο όλους αυτούς, όπου θα υποδύομαι ότι έπιασαν οι κατάρες τους. Τους βλέπω κιόλας απ’ τις φάτσες τι άνθρωποι είναι! Πειραγμένοι, που δεν έχουν βήμα και κρύβονται πίσω απ’ την κουρτίνα των social media! Είμαι 100% σίγουρος πως αν με πετύχουν στο δρόμο, θα μου πουν: «Ωπ, μεγάλε, τι κάνεις; Εκείνο το τραγουδάκι, μωρέ, δεν έπρεπε να το βγάλεις, αλλά καλό είναι, δε γαμιέται, μας αρέσει κι αυτό»…

Είναι η πρώτη φορά που νιώσατε εκτεθειμένος στους haters του διαδικτύου;

Είναι η δεύτερη. Η πρώτη ήταν με το «Καριόλα σε μισώ». Σκεφτείτε ότι βγήκε μία κοπέλα και με κατηγορούσε δημόσια για το νεαρό της ηλικίας της πρωταγωνίστριας του βίντεο κλιπ. Η κοπέλα αυτή είχε ακριβώς ίδια ηλικία μ’ αυτήν του βίντεο και είχαμε κάνει σεξ λίγους μήνες πριν. Μία 25χρονη που με κατηγορούσε για την ηλικία της κοπέλας του κλιπ μου, συγκριτικά με μένα που’μαι μεγάλος άνθρωπος. 

Απαντήσατε στη συγκεκριμένη, την «ξεφωνίσατε»;

Όχι, τι να της έλεγα; «Κυρά μου, πριν τρεις μήνες μου έλεγες ότι δεν παίζει ρόλο η ηλικία;» Εντάξει τώρα, κουφά είναι όλα αυτά.

Η αλήθεια είναι πως απαντάτε στους haters, τα «χώνετε».

Με το «Καριόλα σε μισώ», ναι, τα «έχωσα». Μ’ αυτό τώρα δεν τα «χώνω», απλά τους δείχνω ποιοι είναι, τι λένε και ποιοι εκπροσωπούν τη θρησκεία. Όλοι αυτοί που επειδή έκατσαν δυο μήνες μεσ’ στο σπίτι, έβγαλαν όλη τους τη χολή με πρόσχημα τη θρησκεία τους. Και τι έγινε, ρε φίλε; Κι εμείς κάτσαμε, κι εμείς φάγαμε απ’ τα έτοιμα, κι εμείς δεν ξέρεις αν έχουμε να περάσουμε…Καλλιτέχνες είμαστε. Δεν είμαστε ούτε τραπεζίτες, ούτε λογιστές για να’χουμε κάνει καβάντζα. Μπορεί να τα’χουμε φάει, όπως όλοι οι άνθρωποι. Εμείς δεν είμαστε φοβισμένοι για το μέλλον; Λέτε να μην είμαστε θυμωμένοι μ’ αυτή την κυβέρνηση που μας αγνόησε; Που αγνόησε από εμάς μέχρι αυτούς που παίζουν κουκλοθέατρο;

Πιστεύετε, αλήθεια, ότι η Μενδώνη είναι άσχετη με τον πολιτισμό; Ή είναι και θέμα κακών συμβούλων;

Ναι! Είναι δυνατόν να στραβώνεις τη μούρη σου στον Ξαρχάκο; Το ότι εκεί μέσα δεν ξέρουν τι τους γίνεται, είναι το μόνο σίγουρο! Δεν είναι δυνατόν ν’ αφήνεις τόσο χύμα τον κόσμο και να μην ανοίγεις τα στάδια, ενώ υπάρχει πανελλήνιο πρωτάθλημα τον Αύγουστο! Ή να μην αφήνεις ανοιχτά τα πάντα έστω με 40%, κάτι που το βρήκα εξ αρχής παράλογο. Φέρνεις σε τέλμα τον επιχειρηματία. Πως θα βγάλει ένα σινεμά τα έξοδα του με 40% κόσμο; Αφού ξέρουμε όλοι ότι το κάθε μαγαζί απ’ το 70% και πάνω αρχίζει νά’χει κέρδος. Και δουλεύει το σινεμά το φουκαριάρικο, το θερινό, που είναι κι ένα στοιχείο πολιτισμού να το κρατάμε με νύχια και με δόντια στην Ελλάδα, επιτρέποντας του εσύ να λειτουργεί μόνο με το 40%. Τουλάχιστον, κάν’το από τώρα αυτό, που ανοίγεις τα πάντα, ώστε να μπούμε σιγά – σιγά στην «κανονικότητα» σου. Πως μας αφήνεις εκτεθειμένους και μας λες: «Παιδιά, συναυλίες από 15 Ιουλίου και βλέπουμε;» Και με το 40%, που τι σημαίνει; Ότι θα αμειβόμαστε με το 40% ή πρέπει να διπλασιαστεί με το εισιτήριο, να πάει δηλαδή στο 80%; Όλα αυτά δείχνουν ότι είσαι ανίδεος, δεν ξέρεις τι σου γίνεται και απλά κάνεις πρόβα! 

Μια πρόβα πάνω στις ζωές των ανθρώπων.

Και όχι μόνο! Πρόβα στην ψυχολογία του κόσμου, αφού χωρίς Τέχνη ο κόσμος θα χαθεί, είναι βέβαιο.

Σας βρήκε σύμφωνο η πρόταση του Φοίβου Δεληβοριά για καθολικό «μαύρο» στα έργα σας;

Δεν το συζητάω, είμαι 100% υπέρ της πρότασης αυτής, αλλά να το κάνουν όλοι, να γίνει απ’ όλους μας!

Την απάντηση την ξέρουμε.

Να το κάνω εγώ, να το κάνει ο Θεοφάνους, να το κάνει κι ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, και ο Σαμπάνης, και ο Χατζηγιάννης!

Γιατί λέτε μόνο αυτούς; Να το κάνει και ο Κραουνάκης, και ο Ξαρχάκος, και ο Θεοδωράκης ακόμη!

Θα σας πω γιατί λέω αυτούς! Αναφέρομαι στο mainstream ρεπερτόριο, που παίζεται αυτή τη στιγμή κατά κόρον. Εκεί πατάει η Μενδώνη και στραβομουτσουνιάζει, σου λέει: «Ε, δεν πα’να φωνάζουν, αφού δεν παίζονται αυτοί πια»!

Πολύ ενδιαφέρουσα η κατάθεση σας.

«Κάποτε παίζονταν τα τραγούδια των κουλτουροέντεχνων, όχι πια»… Αυτό σκέφτεται η Μενδώνη, καταλάβατε; Εδώ ειν’ η απαξίωση που έλεγα προηγουμένως, δεν έχουν θέμα κάποιοι καλλιτέχνες να είναι στην επικαιρότητα και θα μου επιτρέψετε να βάλω και τον εαυτό μου μέσα σ’ αυτούς, που λένε εδώ και λίγες μέρες: «Ο κόσμος έχει περάσει στιγμές με τα έργα μας, με τα τραγούδια μας, και πρέπει να με σέβεσαι, ρε φιλενάδα, όχι να στραβώνεις τη μουτσούνα σου»! 

Και τι πιστεύετε ότι θα γίνει;

Τίποτα, μας έχουν αφημένους. Δεν ξέρω…Οι πιέσεις ίσως…Εδώ ο Άδωνις βγήκε κι ειρωνεύτηκε τον Φοίβο Δεληβοριά. Δεν θέλω να μιλήσω βαριά, γιατί είναι παντρεμένος και με μία γυναίκα που υποτίθεται ότι υπηρετούσε τη μουσική. Έχει πει πολλές χοντράδες στο παρελθόν αυτός! Δηλαδή έτσι να βγούμε κι εμείς να πούμε ότι κάναμε τον τηλεπλασιέ εκπρόσωπο της κυβέρνησης μιας χώρας! Θ’ ακουστώ ρατσιστής ως προς το επάγγελμα των πλασιέ, αλλά για μισό λεπτό: Εσύ ειρωνεύεσαι τον Φοίβο Δεληβοριά; Ο Δεληβοριάς θα πεθάνει, όπως θα πεθάνουμε όλοι μας, αλλά θα υπάρχει ες αεί. Εσύ, Άδωνι Γεωργιάδη, πως θα υπάρχεις; Με το εγχειρίδιο κατά της μαλακίας; 

Τη στάση της Αντιπολίτευσης πως την κρίνετε;

Με κάτι πολύ απλό: Πως να υπάρξει Αντιπολίτευση όταν οι άλλοι έχουν όλα τα κανάλια με το μέρος τους; Ούτε ένα κανάλι δεν υπάρχει υπέρ της! Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε πιο σκληρή αντιπολίτευση όταν δεν ήταν στην κυβέρνηση και λογικά θα έπρεπε τώρα να λυσσάει. Πέντε χρόνια τον ξεσκίσανε! Δε νομίζω ότι υπήρξε κυβέρνηση, όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, με χειρότερη αντιπολίτευση στην ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας. Δεν περίμεναν καθόλου! Ξαφνικά έφταιγε ο Τσίπρας έως και για τα 5 σεντς που δίναμε για την πλαστική σακούλα! Τα οποία 5 σεντς ακόμη πληρώνουμε, ενώ δεν πληρώνουμε π.χ. για τα πλαστικά γάντια! Δεν έχει αρθεί το μέτρο, καταλάβατε; Τό’χουν ξεχάσει και τα παίρνουν ακόμα! Ξέρετε τι έσοδα είναι, με 5 σεντς απ’ τον καθένα; Εδώ υπάρχουν χάκερς στην Αμερική που έχουν πλουτίσει, αφαιρώντας 10 σεντς από κάθε λογαριασμό. 

Πριν, πάντως, που σας ρώτησα τι μέλλει γενέσθαι, εννοούσα με εσάς τον ίδιο, προσωπικά. 

Τι να σας πω, βλέπω περίεργα πράγματα…Εγώ που έχω υπηρετήσει ένα εμπορικό ρεπερτόριο, με το οποίο έχουν έως και χορέψει πολλοί δεξιοί, λέω αυτά που σας λέω! Και κάποιοι που στήριξαν την Αριστερά με το έργο τους, αυτή τη στιγμή βγαίνουν και μιλάνε υπέρ της κυβέρνησης. 

Τον Σαββόπουλο εννοείτε προφανώς.

Δεν θα σας πω για τον Σαββόπουλο, γιατί τον σέβομαι απεριόριστα σαν καλλιτέχνη.

Δεν έχουν δικαίωμα οι άνθρωποι ν’ αλλάζουν μέσα στα χρόνια;

Ναι, τό’χουν αυτό το δικαίωμα! Και θρησκεία μπορείς ν’ αλλάξεις άμα θες! 

Σε μία πρόσφατη τηλεοπτική σας εμφάνιση, ας πούμε, αναφερθήκατε στην Άλκηστη Πρωτοψάλτη ως μία αριστερή καλλιτέχνιδα, πράγμα που δεν το νομίζω…

Στην πραγματικότητα, την Πρωτοψάλτη ΠΑΣΟΚ τη θεωρούσα, όχι αριστερή, όσο αριστερό βέβαια μπορεί να ήταν το ΠΑΣΟΚ κάποτε. Η Πρωτοψάλτη έχει τραγουδήσει πολλά αριστουργήματα, αλλά ακριβώς λόγω ρεπερτορίου θα την ήθελα λίγο πιο «μαζεμένη»; Μα και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν την είχε προτείνει για υπουργοποίηση, νομίζω; Κι αυτή πάλι, θα μου πείτε, το’χε το δικαίωμα…Τι να πω μ’ αυτή την κυβέρνηση…Επιφυλάσσομαι…

Τι επιφυλάσσεστε, που τους πήρατε παραμάζωμα στη συνέντευξη αυτή…

(γέλια) Να σας ρωτήσω κάτι άλλο εγώ τώρα: Η κυβέρνηση αυτή δεν αποτελείται από ανθρώπους που ψήφισαν κατά του Συμφώνου Συμβίωσης; Δεν αποτελείται από ανθρώπους που δεν έδιναν ελληνική ιθαγένεια, σε ανθρώπους σαν τον Αντετονκούμπο και μετά τους έδιναν συγχαρητήρια; 

Ισχύει.

Ε, τότε, πως εγώ θα τους εμπιστευθώ; Δεν γίνεται! Είναι κατά των βασικών μου ιδεωδών, της ελευθερίας και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

Καταγγείλατε και μία λογοκρισία που σας έγινε στην τηλεόραση προ ημερών.

Γενικά στη ζωή μου το τι έχω ακούσει: «Πάρε τους Σύρους στο σπίτι σου», «Είσαι πούστης και γαμιέσαι και μάλλον γαμιέται κι ο γιος σου και γι’ αυτό τους υποστηρίζεις» και τέτοια! Δεν μπορεί ο άλλος να δεχτεί εμένα, έναν δηλωμένο στρέιτ άνθρωπο, υποστηρικτικό στους γκέι! Και δεν το διατυμπανίζω κιόλας, στα αρχίδια μου που’μαι στρέιτ, και δεν αποκλείω και τίποτα, έτσι; Δεν αποκλείω τίποτα στη ζωή μου! (με θυμό) Δεν μπορώ να εγγυηθώ για τίποτα, σας λέω, εκείνο όμως για το οποίο μπορώ να εγγυηθώ είναι το ότι πάντα θα υπερασπίζομαι το ανθρώπινο δικαίωμα! Και το θεμελιώδες δικαίωμα λέει να μπορείς να παντρεύεσαι τον σύντροφο σου και άμα θες παιδιά, να σου δίνει το κράτος την άδεια να τα έχεις! Που ξέρεις δηλαδή αν δοθεί άδεια τεκνοθεσίας σε μια γυναίκα, ότι αυτή θα βγει και καλή μάνα; Δεν είναι προτιμότερο ένα παιδί να μεγαλώσει με δύο μπαμπάδες ή με δύο μαμάδες παρά να μεγαλώσει στο ορφανοτροφείο; Τώρα, για την τηλεόραση που με ρωτήσατε, το μόνο που είπα ήταν ότι εγώ διαφωνώ με την κυβέρνηση, δεν είμαι ΝΔ, αλλά δεν αμφισβητώ τις καλές προθέσεις του Δήμου Αθηναίων. Αυτό κόψανε και δεν ακούστηκε ποτέ στον αέρα!

Θυμώσατε;

Το βρήκα λίγο αστείο. Είπα «Και γιατί με καλέσατε; Για να κάνω τον ωραίο, τώρα που πήρα και 10 κιλά απ’ την καραντίνα;»  (γέλια) 

Μιλάμε για την εκπομπή της Ελεωνόρας Μελέτη, ομολογουμένως συμπαθέστατη, τόσο η ίδια, όσο και η εκπομπή της μέχρι που έμαθα πως στο παρελθόν είχε φιλοξενήσει Χρυσαυγίτες. Αυτά μένουν, ξέρετε. 

Γιατί, μόνο η Μελέτη; Ο Γιώργος Παπαδάκης, που υπήρξε πρωτεργάτης στους αγώνες του ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν μπροστά στα χαστούκια στην Κανέλλη; Κανονικά δεν θα έπρεπε να δίνεται βήμα σ’ αυτούς τους πουσταράδες, τη στιγμή που η δημοκρατία τους έδωσε το δικαίωμα να βγαίνουν και να λένε τη γνώμη τους, εχθρική προς το δημοκρατικό πολίτευμα. Σκέφτομαι, βέβαια, μήπως καμιά φορά καλό κάνει αυτό, αφού βγαίνουν και λένε τόσες πολλές μαλακίες, ώστε τελικά εκτίθενται οι ίδιοι. Τόσα ατοπήματα καλό είναι να φαίνονται.

Κύριε Δάντη, είστε νέος άνθρωπος…

Νέος δεν είμαι, μεσήλικας είμαι. 

Έχω την αίσθηση, θέλω να πω, ότι θα την κάνετε την καλλιτεχνική έκπληξη!

Σας είπα, δεν αποκλείω τίποτα! Αυτό κολλάει στα πάντα! Εγώ θα παίζω όσο θα μπορώ να παίζω. Σίγουρα έχω τάσεις φυγής, γιατί έχω κουραστεί 30 χρόνια σ’ αυτή τη δουλειά. Υπάρχουν μέρες σαν τη σημερινή που λέω να’μουν στην Κούβα, να φόραγα σαλβάρι και σαντάλια και να περιφερόμουν στο δρόμο. Να υπάρχω απλά για να υπάρχω και να μην κάνω τίποτα. 

Κι αυτό στη φύση του καλλιτέχνη είναι. 

Με συγχωρείτε, αλλά ένας καλλιτέχνης για να σκαρώσει ένα τραγούδι τριών λεπτών – επαναλαμβάνω, τριών λεπτών – που του άλλου θα του στιγματίσει τη ζωή, μπορεί να δουλεύει για 20 χρόνια. Πως θα γίνει; Δουλεύει συνέχεια το μυαλό, αλλά και το σώμα, τα χέρια που παίζουν ένα όργανο. 

Έχετε κατά νου κάτι καινούργιο να κάνετε;

Θέλω να τραγουδήσω αυθεντικά λαϊκά τραγούδια, καψούρικα.

Σύγχρονα ή επανεκτελέσεις;

Και επανεκτελέσεις!

Πείτε μου ένα λαϊκό τραγούδι που θέλετε να το ηχογραφήσετε.

Το «Πάρε τα χνάρια μου»! Τα θέλω τα λαϊκά, γιατί τα στερήθηκα, με το φόβο να μη δυσαρεστούσα τους γύρω μου. Δεν σπούδασα ηθοποιός, επειδή ο αδερφός μου έκανε αυτή τη δουλειά και δεν δικαιώθηκε. Είχα φόβο να μη δικαιωθώ εγώ και εκείνος έμενε ο αδικημένος. Δεν υπηρέτησα το λαϊκό, τις καταβολές μου δηλαδή, για να μην ξεπεράσω σε αναγνωρισιμότητα και επιτυχία τον πατέρα μου, που προσπαθούσε για χρόνια και δεν τα κατάφερνε. Τώρα που μεγάλωσα, μου έφυγαν αυτά και θέλω να πω λαϊκά τραγούδια. 

Είστε εν ολίγοις ένας καταπιεσμένος λαϊκός τραγουδιστής και ηθοποιός.

Θα σας πω αμέσως τι είμαι: Είμαι ένας καθαρόαιμος λαϊκός τραγουδιστής που μπορεί να τραγουδήσει και όλα τα άλλα είδη. 

Κύριε Δάντη, εύχομαι να είστε πάντα καλά, γερός, δημιουργικός, και σας ευχαριστώ πολύ γι’ αυτή την έξω απ’ τα δόντια συνέντευξη. 

Εγώ απλά θα πω ότι όποιος θέλει να μάθει ποιος πραγματικά είμαι και με τον καλύτερο τρόπο, να διαβάσει αυτή τη συνέντευξη, που μόλις σας έδωσα! 

 

O γνωστός ράπερ Εθισμός «σπάει κόκκαλα» με το νέο του τραγούδι – Η αναφορά στον Κώστα Βαξεβάνη και στις υποκλοπές

433140002 767928198614916 439479898267640574 n

O γνωστός ράπερ Εθισμός «σπάει κόκκαλα» με το νέο του τραγούδι – Η αναφορά στον Κώστα Βαξεβάνη και στις υποκλοπές

Ο Εθισμός μέσα από τους στίχους του θίγει συχνά υποθέσεις που απασχολούν έντονα την ελληνική…