Χριστίνα Μουστακλή: «Μα σε τράπεζα θα μπω, μα σε ταξί, όλοι θα με ρωτήσουν ”Έχετε συγγένεια με τον Σπύρο Μουστακλή;”»

Η κυρία Χριστίνα, η χήρα του αείμνηστου Σπύρου Μουστακλή, με ένα βιβλίο χαρίζει τη φωνή στον ήρωα στρατιωτικό, που του τη στέρησαν οι απριλιανοί πραξικοπηματίες, και δίνει μία σπάνια συνέντευξη.

5521197
Στην πόρτα με υποδέχτηκε η 82χρονη κυρία Χριστίνα, χήρα του οσιομάρτυρα Σπύρου Μουστακλή, του στρατιωτικού που βασανίστηκε ανηλεώς από την απριλιανή δικτατορία, επειδή ακριβώς ήταν στρατιωτικός, «δικός τους» δηλαδή και αντιφρονών. Περάσαμε σ’ ένα διαμέρισμα γεμάτο από κούτες και κουτιά. Άλλα γεμάτα με χιλιάδες φωτογραφίες απ’ όλες τις περιόδους της ζωής του και άλλα με στρατιωτικά έγγραφα και πολύτιμο αρχειακό υλικό, «διεθνούς ενδιαφέροντος», όπως σχολίασε και η κυρία Χριστίνα. Η γυναίκα αυτή δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα της, αφού εκτελέστηκε από αντάρτες στον Εμφύλιο. Στην πορεία βίωσε το μισανθρωπισμό των χουντικών που βύθισαν τον σύζυγο και πατέρα της μοναχοκόρης τους στην ανημπόρια και την αφασία. Σήμερα, 36 χρόνια μετά το θάνατο του Σπύρου Μουστακλή, η Χριστίνα Δημητρακάκη – Μουστακλή, παραδίδει ένα αριστουργηματικό βιβλίο – ντοκουμέντο («Σπύρος Μουστακλής – Ένας Ελεύθερος Πολιορκημένος»), με ένα χαρακτικό του Τάσσου στο εξώφυλλο, δίνοντας στην ουσία τη φωνή στον άνθρωπο της, ένα από τα βασικά στοιχεία που του στέρησε ο φρικτός βασανισμός του.
 
 
 
 
Κυρία Μουστακλή, σας συναντώ σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο Παγκράτι. Μένατε εδώ όλα τα χρόνια;
 
Στο Παγκράτι μέναμε, αλλά όχι στον ίδιο δρόμο. Λίγο παρακάτω, στην πλατεία Πλαστήρα ήμασταν κι εδώ ήρθαμε μετά το θάνατο του Σπύρου και μετά τη συνταξιοδότηση μου ως οδοντιάτρου.
 
Σας το ρώτησα, γιατί μες το βιβλίο σας το Παγκράτι χαρακτηρίζεται σαν ένα άντρο χουντικών, εκείνα τα χρόνια τουλάχιστον.
 
Ακριβώς έτσι ακούγονταν και ο κόσμος έλεγε, ότι όλες οι συνωμοσίες και οι συγκεντρώσεις των χουντικών εδώ πέρα γίνονταν. Ήταν βολικό το Παγκράτι, πολύ κοντά στο κέντρο και στις δημόσιες υπηρεσίες, γι’ αυτό και το κατοικούσαν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι, στρατιωτικοί και πολιτικοί.
 
Κυρία Χριστίνα, μένετε σ’ ένα διαμέρισμα γεμάτο από φωτογραφίες του Μουστακλή, αποκόμματα εφημερίδων, ακόμη και τις στολές του. Δεν είναι τεράστιο συναισθηματικό βάρος αυτό;
 
Οπωσδήποτε ναι, αλλά φαίνεται ότι μου’χει γίνει συνήθεια πια. Ένα βίωμα, που δεν μπορώ να αποχωριστώ τα προσωπικά του αντικείμενα, μπήκαν κι αυτά στο είναι μου. Δεν θα μπορούσα με τίποτα να μοιράσω, ας πούμε, τα ρούχα του. Πέραν του συναισθηματικού κομματιού, υπάρχει και το ιστορικό ενδιαφέρον, αφού εδώ μέσα φυλάσσονται στολές από μάχες, όπως στην Κύπρο και την Κορέα. Και μια και το βιβλίο είναι ιστορικό, όλα αυτά διαφυλάσσουν την ιστορική μνήμη θαρρώ.
 
Θα μπορούσε να ιδρυθεί ένα «Μουσείο Σπύρου Μουστακλή»;
 
Βεβαίως. Ο Μουστακλής αντιπροσωπεύει τη νεότερη ιστορία από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι το ’86 που έφυγε. Ο Σπύρος συμμετείχε ως αντιστασιακός στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό του Ζέρβα από τα 17 του χρόνια. Ακολούθησε η θητεία του στον Εμφύλιο, στην Κορέα, στην Κύπρο, είχε μια συνεχόμενη στρατιωτική δράση. Ο βίος του καλύπτει γεγονότα διεθνούς ενδιαφέροντος, όχι μόνο εγχώριου.
 
Θα μπορούσε αυτό το ογκώδες βιβλίο να αντιπροσωπεύει τη φωνή του Μουστακλή, που του στέρησαν οι βασανιστές του;
 
Θα σας απαντήσω με κάτι που γράφω μέσα στο βιβλίο: Το αφιερώνω στον πατέρα που δεν γνώρισα και στον άντρα που δεν έζησα. Αυτοί οι δύο άνθρωποι της ζωής μου, οι Έλληνες, δεν μπόρεσαν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους. Ποτέ. Τον μπαμπά μου τον σκότωσαν οι κομμουνιστές στον Εμφύλιο χωρίς καν να περάσει από δίκη. Τον άντρα μου τον βασάνισαν οι ακροδεξιοί τόσο ώστε να μη μπορεί να μιλήσει, ήταν αφασικός. Κάθε άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να υπερασπίσει τον εαυτό του για καθεμία κατηγορία που του αποδίδουν. Αφού οι δύο αυτοί άνθρωποι δεν μπόρεσαν να μιλήσουν, δεν έπρεπε κάποιος να τους υπερασπίσει; Ο κάποιος αυτός στον έναν ήταν το παιδί του και στον άλλον η σύντροφος του. Τα υπόλοιπα είναι θέματα της Πολιτείας και για μένα ήταν ένα πολύ μεγάλο χρέος όχι μόνο απέναντι τους, αλλά και απέναντι στην Ιστορία. Εφόσον έχω ζήσει γεγονότα και καταστάσεις, δεν τα άκουσα από διηγήσεις, έπρεπε να τα καταγράψω όσο κι αν δεν μου ήταν ιδιαιτέρως ευχάριστο.
 
Τι παράξενη συνθήκη, πάντως, να σκοτώνουν τον πατέρα σας οι αντάρτες και να βασανίζουν τον σύζυγο σας οι φασίστες.
 
Ο μπαμπάς μου ήταν δάσκαλος, ούτε καν με τους δοσίλογους που υπήρχαν στο χωριό. Μάλιστα, όταν άρχισε ο Εμφύλιος, θυμάμαι σαν όνειρο να του λένε οι συγγενείς μας στην Αθήνα, να έρθει κι εκείνος εδώ με την οικογένεια του. Η απάντηση του ήταν: «Δεν μπορώ να έρθω. Αφενός έχω δυο μικρά παιδιά, αφετέρου είμαι ένας δημόσιος υπάλληλος και δεν μπορώ να αφήσω στραβά τα παιδιά του κόσμου».
 
Πριν εσείς να ενωθείτε με τον Μουστακλή, η εκτέλεση του πατέρα σας από τους αντάρτες έβαλε μέσα σας ένα αντικομμουνιστικό συναίσθημα, μία απέχθεια ενδεχομένως για τους κομμουνιστές; Θυμίζω πως η Αλίκη Βουγιουκλάκη δήλωνε μια ζωή δεξιά μόνο και μόνο γιατί οι αντάρτες είχαν εκτελέσει τον πατέρα της.
 
Μα ο πατέρας μου ήταν μαζί με τον πατέρα της Βουγιουκλάκη όταν τον συνέλαβαν, Συναντήθηκαν σ’ ένα χωριό στην Τρίπολη. Ήξερα ότι αυτοί που θα μπορούσαν να είχαν βοηθήσει τον πατέρα μου, όπως ο πρόεδρος του χωριού, δεν το έκαναν, ακόμη κι όταν η μητέρα μου τους παρακαλούσε, γιατί οι αντάρτες ζητούσαν χαρτιά. Εγώ αυτούς τους ανθρώπους τους έβλεπα κάθε μέρα. Πηγαίναμε με την αδερφή μου, μικρές, σε σπίτια και όλοι μας μιλούσαν για τον μπαμπά μου. Είχα έναν πόνο, αλλά όχι μίσος. Ακόμη και στο πανεπιστήμιο, που με συμβούλευαν να ψηφίσω, απείχα απ’ όλο αυτό. Ευτυχώς μικρή βρέθηκα στην Κομοτηνή, σ’ ένα άλλο περιβάλλον, να μη βλέπω τους δολοφόνους του πατέρα μου, παρόλο που πάντα με βασάνιζε το θέμα του πατέρα μου. Άκουγα να μιλάνε για πολιτική απ’ όλες τις πλευρές και προσπαθούσα μόνη μου να δω τι συνέβαινε πραγματικά. Μίσος, πάντως, δεν μπορούσα να έχω.
 
 
Μίσος για τους κομμουνιστές δεν είχατε, πως νιώσατε όμως όταν αντικρίσατε στο στρατοδικείο τους βασανιστές του συζύγου σας;
 
Τους γνώριζα προσωπικά τους περισσότερους. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να παρευρεθώ στο στρατοδικείο. Δεν ήξερα καν τι σήμαινε δικαστήριο και προτού γίνει η δίκη, επειδή στον Τύπο δημοσιεύονταν οι μάρτυρες με τις ημερομηνίες κατάθεσης, είχα πάει στην αδερφή μου για σαββατοκύριακο στην Τρίπολη. Είχε οριστεί να καταθέσω την ερχόμενη Τρίτη. Ενδεικτικά σας λέω ότι ρώτησα έναν θείο μου: «Μπαρμπα – Μιχάλη, τώρα που θα πάω στο στρατοδικείο, που θα κάθομαι, που θα κοιτάζω;» Η ημερομηνία άλλαξε, εγώ δεν είχα ακούσει ραδιόφωνο, κι όταν γύρισα Κυριακή, έψαχναν να με βρουν ο Μήνης και ο στρατηγός Βαρδουλάκης. Έγινε ένα μπέρδεμα, με βρήκαν το βράδυ, είχα αφήσει όμως τον Σπύρο στο νοσοκομείο στο ΚΑΤ. Ενημερώθηκα ότι η μέρα κατάθεσης μου ήταν η Δευτέρα τελικά, οπότε σηκώθηκα πρωί – πρωί να βγάλω τον Σπύρο από το νοσοκομείο. Δεν ήταν απλό θέμα να τον έπαιρνα από κει, χρειάζονταν χαρτιά και άδεια. Μετά έπρεπε να τον φέρω σπίτι, να τον κάνω μπάνιο, όλα αυτά. Ειδοποίησα τον Μήνη: «Είμαι στο ΚΑΤ και δεν θα προλάβω να’μαι στην ώρα μου, κάνε κάτι». Τηλεφώνησε εκείνος στο στρατοδικείο και μου έδωσαν μία δίωρη αναβολή. Πέρασε ο Μήνης με τη γυναίκα του με το αυτοκίνητο και μας πήραν. Φτάνοντας στο ΡΟΥΦ, ρωτάω τον Μήνη: «Τάσο, τι θα λέω εγώ εκεί πέρα;» Μου απαντάει: «Τώρα ξύπνησες, Χριστίνα; Τόσο καιρό δεν μπορούσες να με ρωτήσεις;» Διαλύθηκα! Πήγα κι όταν ήρθε η σειρά μου, είπα αυτά ακριβώς που είχα ζήσει. Δεν μίλησε κανένας! Ούτε οι στρατοδίκες, ούτε οι κατηγορούμενοι. Σιωπή μεγάλη έπεσε. Εκτός απ’ τον Μήνη, είχα τηλεφωνήσει και σ’ έναν φίλο γυμνασιάρχη που βρισκόταν στην Παιανία. «Πάω στο στρατοδικείο, ελάτε να με βοηθήσετε να κρατάει κάποιος τον Σπύρο». Μου απάντησαν: «Θα είμαστε κι εμείς εκεί», μια φράση που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ο εκπαιδευτικός αυτός είχε κάνει στην Κορέα με τον Σπύρο, ήμασταν σαν οικογένεια. Σε μια στιγμή ο Σπύρος αγρίεψε, σηκώθηκε και σήκωσε το χέρι του για να δείξει τα τραύματα του. Το παράδοξο είναι, βάσει νόμου, ότι τα θύματα της χούντας δεν είχαν δικαίωμα να εκπροσωπηθούν από δικηγόρους σε αντίθεση με τους κατηγορούμενους που είχανε δικηγόρους. Θυμάμαι τον Αλφαντάκη σαν έναν απ’ τους υπερασπιστές των χουντικών, αλλά σίγουρα θα ήταν κι άλλοι.
 
Ο Σπύρος Λέλος, που υπήρξε συμμαθητής του Μουστακλή, γράφει στο βιβλίο σας ότι καμία τιμητική βράβευση, εκδήλωση ή βιογραφία δεν δύναται ν’ αναπληρώσει τον άδικο θάνατο του. Ποια είναι η δική σας γνώμη;
 
Συμφωνώ. Όταν βασανίζεις ανθρώπους και δεν τους δίνεις και το δικαίωμα της υπεράσπισης…Γι’ αυτό έχουμε πολιτισμό και Πολιτεία, για να υπάρχουνε δικαστήρια και νόμοι, διαφορετικά θα ήμασταν ζούγκλα. Πως θεωρούμαστε πολιτισμένοι εφόσον έχουμε δημιουργήσει όλες αυτές τις υπηρεσίες; Δεν θα πάμε πίσω, όταν έχουμε έναν άδικο βασανισμό και τελικά θάνατο.
 
Όταν γνωρίσατε τον Μουστακλή, είχατε ιδέα για τη στρατιωτική αντιστασιακή του δράση;
 
Εγώ τον γνώρισα στην Κομοτηνή. Οι θείοι μου ήταν οδοντίατροι και τους επισκέφτηκε μια μέρα που πόνεσε το δόντι του. Κάναμε πολλή παρέα με στρατιωτικούς οικογενειακώς. Εμάς μας έλεγαν χαμουτζήδες, γιατί δεν καταγόμασταν από την Κομοτηνή. Τον Σπύρο τον παντρεύτηκα το 1967, λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα.
 
Είχατε την επίγνωση πως δεν θα κάνετε μία ιδιαίτερα ήσυχη συζυγική ζωή ούσα στο πλάι ενός τέτοιου ανθρώπου;
 
Βεβαίως. Προτού παντρευτούμε, ερχόταν στο πανεπιστήμιο και μου έλεγε πόσο πολύ κυνηγούσαν στο στρατό τους δημοκρατικούς. Άκουγα και μάθαινα πολλά πράγματα. Ήταν πολύ δύσκολο το θέμα μας, γιατί είχα μόλις πάρει το πτυχίο μου κι έπρεπε να ανοίξω ιατρείο. Εκείνος πάλι είχε μόλις γυρίσει από Κύπρο και με βοήθησε πάρα πολύ. Ανοίξαμε ιατρείο στην πλατεία Πλαστήρα, που ανέκαθεν ήταν το στέκι του Σπύρου και τον ήξεραν όλοι. Έπρεπε να βρούμε διαμέρισμα και να προμηθευτώ τον εξοπλισμό μου.
 
Ως σύζυγος του, τον εμψυχώνατε;
 
Έβλεπα την ταλαιπωρία του προτού παντρευτούμε. Ήταν τόσο στενοχωρημένος που μου έλεγε πως θα αποχωρήσει οικειοθελώς από το στράτευμα. Πίστευε πως τον είχαν ταλαιπωρήσει πολύ. Με την αφέλεια μου, του είπα: «Γιατί να φύγεις από το στρατό; Έχεις μία στρωμένη δουλειά». Ξέρετε τι μου απαντούσε; Ότι δεν θα γινόταν βαθμοφόρος, δεν θα προχωρούσε η καριέρα του. Επιπλέον, ήταν αποφασισμένος, δεν μπορούσες εύκολα να του αλλάξεις κάτι. Δεν γινόταν, έτσι εγώ απλά έβλεπα και με στενοχωρούσε η έλλειψη αξιοκρατίας στη χώρα μου.
 
Αγαπούσε τον Διονύσιο Σολωμό, σωστά τα λέω;
 
Ως Μεσολογγίτης, τον αγαπούσε τον Σολωμό, πράγματι. Ο παππούς του ήταν προσωπικός και αδερφικός φίλος του Κωστή Παλαμά. Υπάρχει αλληλογραφία του παππού Μουστακλή με τον Παλαμά. Το περιβάλλον του παππού του ήταν φιλότεχνο, οπότε αναγκαστικά επηρεάστηκε και ο Σπύρος. Πιστεύω, πάντως, πως και τα άλλα ενδιαφέροντα του, όπως η αγάπη του για τα ζώα, ήταν προϊόν μιας γενικότερης ευαισθησίας του. 
 
Τη στιγμή που πήγατε στο νοσοκομείο και αντικρίσατε τον άνθρωπο σας σε άθλια κατάσταση, οι στρατιωτικοί γιατροί σας αντιμετώπισαν εχθρικά, σαν να είχατε λέπρα, όπως γράφετε χαρακτηριστικά στο βιβλίο.
 
Με βλέπανε σαν κάτι το παράξενο, το παρείσακτο και μένα ο νους μου πήγε στην ιατρική. Είπα μέσα μου: «Χανσενική είμαι;» Ούτε με κοίταζαν, ούτε μου μιλούσαν. Αυτό έγινε το 1973, πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όταν ο Σπύρος βρισκόταν στην Πολυκλινική Αθηνών. Φανταστείτε πόσο πωρωμένοι ήταν οι άνθρωποι αυτοί για να αντιμετωπίζουν έτσι τη γυναίκα ενός βασανισμένου φρικτά ανθρώπου. Προηγουμένως, για 47 μέρες πέρναγα από τα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ με την κόρη μας μωρό στα χέρια μου και οι ΕΣΑτζήδες μου λέγανε: «Δεν έχουμε εδώ κάνα τέτοιο όνομα». Το ίδιο και όταν τους τηλεφωνούσα. Και στο μεταξύ ο Σπύρος είχε ήδη φύγει από το ΕΑΤ-ΕΣΑ χωρίς εγώ να το ξέρω. Να πω εδώ ότι στη σύλληψη του για τη συμμετοχή του στο κίνημα «Ελεύθεροι Έλληνες», δεν τον πείραξαν καθόλου, παρότι ο ίδιος ζητούσε να τον ανακρίνουν. Τηλεγραφούσε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ να τον περάσουν από ανάκριση, αλλά ποτέ δεν τον κάλεσαν. Ούτε και στην Ασφάλεια στη Μπουμπουλίνας τον πείραξαν, που πήγαινα συνέχεια και δεν μ’ άφηναν να τον δω. Αυτό γινόταν το 1969, όταν ήρθαν και τον πήραν απ’ το σπίτι μας. Στη Μπουμπουλίνας μίλαγα με τον Μπάμπαλη. «Δεν μπορείτε να τον δείτε» μου έλεγε, «περάστε αύριο, μεθαύριο και βλέπουμε». Μια μέρα του είπα: «Ανησυχώ αν είναι καλά» και με διαβεβαίωσε πως είναι καλά, γιατί είναι συνάδελφός τους και τον προσέχουν. Τελικά ζήτησα να δω τον Μάλλιο. Μαζί μου είχα και την κουνιάδα μου, την αδερφή του Σπύρου, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι για να τον έβλεπε κι αυτή. Μ’ άφησαν και πέρασα στο γραφείο του Μάλλιου: «Έχω την αγωνία, γιατί ακούγονται πολλά για εδώ μέσα» του είπα, εννοώντας φυσικά τη Ντόιτσε Βέλε και τις ξένες ανταποκρίσεις. «Δεν μπορώ, κύριε Μάλλιο, να έρχομαι και να μου λέτε ”Βλέπουμε”. Έχω ιατρείο και δεν μπορώ να αφήνω μέρα μεσημέρι τους ασθενείς μου». Με διαβεβαίωνε κι αυτός πως ο Σπύρος ήταν καλά. «Εγώ σας πιστεύω» του έκανα, «αλλά ακούμε πολλά». Σε μια φάση η καημένη η κουνιάδα μου ύψωσε τη φωνή της κι αυτός τότε της είπε απειλητικά προφανώς: «Κυρία μου, ξέρετε ότι βρίσκεστε στην Ασφάλεια Αθηνών αυτή τη στιγμή»! Δεν άντεξα και του είπα κι εγώ: «Αλίμονο αν δεν νιώθουμε ασφαλείς μέσα στην Ασφάλεια Αθηνών»! Μ’ άφησε τελικά και τον είδα για δύο λεπτά, αυτό μόνο.
 
Με το χέρι στην καρδιά, όταν μάθατε πως η 17Ν δολοφόνησε τον αρχιβασανιστή Μάλλιο, πως νιώσατε, τι σκεφτήκατε;
 
Εκτός απ’ τον Μάλλιο, νομίζω πως δολοφόνησαν τον Μπάμπαλη και μερικούς άλλους, έτσι δεν είναι; Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν: «Αυτοί έκαναν τόσα βασανιστήρια, βασάνισαν αλύπητα κόσμο και κοσμάκη στην ταράτσα της Μπουμπουλίνας», τι να έλεγα; Ότι δεν τους άξιζε; Ένας τέτοιος θάνατος τους άξιζε, όχι παράσημα! Αδικοσκοτωμένους θα τους έλεγα; Αυθόρμητα ήταν αυτά, τα αισθήματα και οι σκέψεις μου και το βρίσκω λογικό.
 
 
Υπάρχει κάποια σημαντική ιδιωτική στιγμή με τον σύζυγο σας απ’ τον βασανισμό του και μετά που να μην την καταθέσατε στο βιβλίο;
 
Ο Σπύρος έφευγε το πρωί και γύρναγε το μεσημέρι κι εγώ έκανα όλες τις δουλειές, του μαγείρευα κλπ. εκτός από το ιατρείο που είχα. Καταλάβαινα ότι ήταν πάρα πολύ νευρικός και ανήσυχος. Τον έβλεπα που έπαιρνε το τουφέκι και μου έλεγε πως πήγαινε για κυνήγι κοντά, στην Κόρινθο. Μια φορά με πήρε και μένα μαζί στη Λάρισα. Κάθε μέρα τότε γίνονταν συλλήψεις κι εγώ τόλμησα να πω για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, που δεν άντεξε τα βασανιστήρια και κατέδωσε συνεργάτες του: «Κι αυτός πια, έπρεπε να τα πει όλα τώρα; Κουταμάρα» Με κοιτάει και μου λέει: «Μη μιλάς! Όταν φτάνεις στο σημείο αυτό, δεν ξέρεις. Μην κατηγορείς»!
 
Τρομερό να το λέει αυτό ο Μουστακλής που έπαθε ό,τι έπαθε επειδή ακριβώς δεν μαρτύρησε.
 
Δεν μου μίλαγε εμένα γι’ αυτά. Συναντιόμασταν με Παγκρατιώτες φίλους του στην πλατεία Πλαστήρα και πάντα με τον Απόστολο Κακλαμάνη, που ήταν η βασική παρέα μας. Τα έλεγαν για τη χούντα και μένα μου μιλούσε μόνο για το κυνήγι. Θυμάμαι μιαν άλλη φορά που πήγαμε στο Άργος και μου κάνει: «Εσύ κάτσε εκεί στο δέντρο, Μην το κουνήσεις! Εγώ θα πεταχτώ μέχρι απέναντι να ψάξω για τρυγόνια». Προφανώς δεν πήγαινε για κυνήγι, αλλά συναντούσε ανθρώπους και έκαναν δράσεις. Μα κάθε πρωί να μου λέει πως πήγαινε για κυνήγι στην Κόρινθο; Κοντά μας καθότανε και ο ηθοποιός ο Σταύρος Παράβας. Αυτός τον αγαπούσε πολύ τον Σπύρο. Ήτανε φίλοι πραγματικοί. Πάντα μας καλούσε στις παραστάσεις του ο Στέφανος Ληναίος, μας είχε πρόσκληση. Ο Σπύρος πάντα ήθελε να βγαίνουμε έξω στα καλύτερα εστιατόρια και μαγαζιά. Ξέρετε ποιαν άλλη τον αγαπούσε τρομερά; Η Πατρινιά τραγουδίστρια η Πόλυ Πάνου, που ένα βράδυ έβγαλε και του χάρισε μια σειρά από χρυσές αλυσίδες που φόραγε. Ο Μάνος Κατράκης επίσης, που μου τον γύριζε κατά τις εφτά το πρωί απ’ τα ξενύχτια τους. «Καλά, δεν θα μου πεις και τίποτα εμένα; Όλο με τους καλλιτέχνες και με τους στρατιωτικούς τους φίλους σου θα τα λες;» τον ρώτησα σε κάποια στιγμή. «Τι να σου πω εσένα» μου απάντησε, «άμα σε συλλάβουν, με το πρώτο σκαμπίλι που θα φας, θα τα μαρτυρήσεις όλα»! «Καλά λες, εντάξει» έκανα κι εγώ…
 
Φαντάζομαι πόσο θα είχε πέσει και ψυχολογικά, εκτός από σωματικά ο άνθρωπος.
 
Ήταν πάρα πολύ νευρικός. Δεν μπορούσε να σταθεί πουθενά. Μετά τον βασανισμό του έκατσε πολύ καιρό στα νοσοκομεία. Τον επισκέπτονταν πάρα πολλοί άνθρωποι μέσα στη χούντα. Οι χουντικοί, απ’ την άλλη, έβαζαν δικούς τους ντυμένους γιατρούς, καθαρίστριες και νοσοκόμους για να τον παρακολουθούν. Εκεί συναντήσαμε τον Παναγούλη και ήταν μια σημαντική συνεύρεση των δυονών τους. Είχε παρακολουθήσει ακόμη και την εκπομπή εκείνη του Μαστοράκη με τους φοιτητές του Πολυτεχνείου. Έτυχε να έχουμε μια τηλεόραση, που του είχαν φέρει οι φίλοι του οι ναυτικοί. Στο μεταξύ είχε γίνει και το Πολυτεχνείο, στο Σύνταγμα έβλεπες παντού τανκς κι εγώ πήρα ειδική άδεια για να μπορώ να τον επισκέπτομαι στο νοσοκομείο. Ο Σπύρος άκουγε από την Πολυκλινική, που ήταν στην Πειραιώς 3, τι γινόταν στο Πολυτεχνείο και ενημερωνόταν. Γέμιζε από χαρά, γιατί πίστευε πολύ στα νέα παιδιά. Ένα βράδυ, ενώ μιλούσε περιστασιακά και με λίγες μόνο φράσεις, τις πρώτες μέρες του Πολυτεχνείου, τον ακούω να μου λέει: «Vivere Pericolosamente». Αναρωτήθηκα σε ποια ξένη γλώσσα μου μίλησε. Γύρισα και αμέσως ξύπνησαν τα λατινικά στο μυαλό μου. Ο Σπύρος πάλι νόμιζε πως δεν κατάλαβα, αφού δεν είναι αυτονόητο ότι όλοι γνωρίζουν λατινικά. Έτσι πρόσθεσε το εξής: «Ζην επικινδύνως». Μετέφρασε τη φράση του, φανταστείτε!
 
Απίστευτο για έναν άνθρωπο με σακατεμένο εγκέφαλο.
 
Ακριβώς. Ενώ δεν μπορούσε να μιλήσει, είπε «Vivere Pericolosamente», το εξήγησε τι σήμαινε – κάτι που δεν θα έκανε ούτε ο Αϊνστάιν! Είχε τόσο πολύ συγκινηθεί με τα παιδιά της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Πάντα περίμενε από τα νέα παιδιά, μου έλεγε «Σιγά – σιγά θα γίνουν όλα». Για να μου έδινε να καταλάβω καλύτερα τη φράση «Ζην επικινδύνως», σήκωσε το δεξί του ανάπηρο χέρι με το αριστερό και τ’ άφησε πάλι κάτω. Μου είπε στην ουσία: «Εγώ έπαθα ό,τι έπαθα γιατί έζησα επικίνδυνα και τώρα θέλω να πάω στο Πολυτεχνείο, αλλά δεν μπορώ». Μου έδειξε με κίνηση και με λόγο πόσο είχε καταλάβει την κατάσταση.
 
Όταν είδατε – εάν είδατε – τον Παττακό στην τηλεόραση, λίγο πριν πεθάνει, να λέει «καλά του κάναμε του Μουστακλή», τι αισθανθήκατε;
 
Τι να σας πω…Και έκανε και τον θρησκευόμενο ο Παττακός! Είδα για χιλιοστή φορά τι ήταν αυτοί οι άνθρωποι. Μόνο άνθρωποι δεν ήτανε! Κι αυτός ιδιαίτερα!
 
Εσείς νιώσατε να παρακολουθείστε από τη χούντα;
 
Έρχονταν πελάτες μου στο ιατρείο και έλεγαν συνεχώς ότι μας παρακολουθούν. Δεν έδινα ιδιαίτερη σημασία κι έβγαινα να κάνω τις δουλειές μου. Μπορεί να με παρακολουθούσαν, αλλά δηλώνω άγνοια. Και τι θα έκανα, άλλωστε;
 
Είδατε φίλους και συγγενείς να απομακρύνονται από φόβο;
 
Είχαμε στενούς φίλους στρατιωτικούς κι εγώ δούλευα, όπως σας είπα, στο ιατρείο πρωί και βράδυ. ΟΙ συγγενείς δεν μας εγκατέλειψαν, μα ούτε και οι ασθενείς μου. Δεν έδειξαν να φοβούνται λόγω των περιπετειών του Σπύρου.
 
 
Θέλω να σας πάω στη δίκη της χούντας. Μεταφέρετε και μένα, αν θέλετε, μέσα στην αίθουσα του στρατοδικείου.
 
Οι άνθρωποι αυτοί έβγαιναν στα διαλείμματα της δίκης και επιδείκνυαν τρομερό θράσος. Γύρισα και ρώτησα την Αμαλία Φλέμινγκ και την Αθηνά Παναγούλη: «Μα καλά, αυτοί εδώ είναι τόσο ζωηροί, που φαίνονται σαν κατήγοροι κι εμείς φαινόμαστε σαν κατηγορούμενοι». Θυμίζω πως έγινε και επεισόδιο κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος της δίκης, που χουντικοί χτύπησαν άσχημα έναν εξαίρετο δημοσιογράφο μπροστά στα μάτια μας, ο οποίος κάλυπτε τη δίκη.
 
Υπάρχει διοχετευμένο μίσος μέσα σας γι’ αυτούς τους ανθρώπους;
 
Βεβαίως και υπάρχει. Και γι’ αυτούς, και για τους συνεργάτες τους, αλλά και γι’ αυτούς που ακόμη τους ακολουθούν, που συνεχίζουν να είναι φασίστες. Τους θεωρώ κουτούς, αδιάφορους, χαμηλής νοημοσύνης, πωρωμένους, ντρέπομαι για λογαριασμό τους. 
 
Πιστεύετε πως η Πολιτεία τίμησε τον Σπύρο Μουστακλή όσο του άξιζε;
 
Δεν θα μπορούσα να μιλήσω επ’ αυτού. Δεν είμαι απ’ τους ανθρώπους που ζητάνε πράγματα. Το εφαρμόζω και στους φίλους μου, που μου λένε «Γιατί δεν μας ζητάς κάτι;» Εγώ περιμένω να δει κάτι κάποιος και να μου δώσει, δεν θέλω να το ζητήσω. Ο καθένας πρέπει να ξέρει τις υποχρεώσεις του και τα χρέη του. Με ρώτησε μια σπουδαία κοπέλα δημοσιογράφος από τη Βόρεια Ευρώπη αν έχω συγχωρέσει τους βασανιστές του συζύγου μου. Της απάντησα: «Δεν μοιράζω συγχωροχάρτια εγώ». Καλά δεν της είπα;
 
Πολύ καλά. Πάντως, αν αφήσουμε κατά μέρος την Πολιτεία, ο Μουστακλής εδώ και μισό αιώνα θεωρείται σύμβολο δημοκρατίας για τη χώρα μας κι αυτό είναι η μεγαλύτερη επιβράβευση.
 
Όπως όλοι οι συνάδελφοί του, πήρε τους βαθμούς του από την Πολιτεία. Πήραμε τιμής ένεκεν μια Μερσεντές – με έκπτωση δηλαδή, εμείς την πληρώσαμε – και του παραχώρησαν μερικά προτερήματα για δωρεάν βενζίνες και εισιτήρια. Δεν χρησιμοποιήσαμε τίποτα απ’ αυτά πέραν της βενζίνης για τις μετακινήσεις μας. Επίσης, αντί να έχουμε μια θεραπαινίδα που μας την παρείχαν, ζητήσαμε τα λεφτά που θα έδιναν γι’ αυτήν, να πήγαιναν στις πολλές φυσικοθεραπείες του και τον οδηγό μας. Έπρεπε μάλιστα να πηγαίνω εγώ στο ΡΟΥΦ για να εισπράττω.
 
Δόθηκαν λοιπόν στον Μουστακλή δικαιώματα που θα δικαιούταν κάθε ανάπηρος άνθρωπος.
 
Ακριβώς, αλλά μέχρι σήμερα, μα σε τράπεζα μπω, μα σε ταξί, όλοι θα με ρωτήσουν: «Έχετε σχέση με τον Σπύρο Μουστακλή;»
 
Δεν εκπλήσσομαι. Μεγάλωσα στο Κερατσίνι και θυμάμαι τους γονείς μου να μιλάνε με μεγάλο σεβασμό για την περίπτωση του αντιχουντικού Μουστακλή, σαν να ήταν ιερό πρόσωπο.
 
Αυτή, ναι, είναι η μεγαλύτερη τιμή. Δεν έχω κανένα παράπονο απ’ τον κόσμο που συνεχίζει να εκδηλώνει την αγάπη του. Ο Σπύρος ήταν μεγάλος δημοκράτης και όλο για την ελευθερία και τη δημοκρατία μιλούσε, δεν είχε κανένα άλλο θέμα.
 
Τι ήταν αυτό που έκανε εσάς να επιδοθείτε σ’ έναν κανονικό αγώνα με το που τον παραλάβατε σακατεμένο; Το δημοκρατικό σας φρόνημα, η αγάπη για τον σύζυγο, οι αρχές που πήρατε κοντά του;
 
Όλα αυτά μαζί. Πρωτίστως εξαιτίας των πιστεύω μου! Δεν θα μπορούσα να μείνω αδιάφορη μπροστά στη βία που δέχεται ένας άνθρωπος. Τι άλλο καλύτερο απ’ τη δημοκρατία; Ένας άνθρωπος που ξέρει στοιχειωδώς γράμματα και ιστορία, θα είναι με το μέρος της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτές είναι εμένα οι αρχές μου.
 
Με ένα τέτοιο υλικό που εκδώσατε, λειτουργήσατε ερήμην σας ίσως και σαν δημοσιογράφος.
 
Στο βιβλίο δεν είναι τα δικά μου κείμενα η βάση του. Εγώ παραθέτω μαρτυρίες και δεν αναλαμβάνω να πάρω κρίση πάνω στις μαρτυρίες, ούτε και πάνω στον άντρα μου. Γεγονότα παραδίδω γραπτώς, που τα βρήκα από ανθρώπους, οι οποίοι γνώρισαν και συναναστράφηκαν τον Σπύρο. Προσπάθησα να συγκεντρώσω ντοκουμέντα και δεν θα ήθελα εγώ να χαρακτηρίσω τον Μουστακλή. Θα το έκανα εφόσον είχα ζήσει τα γεγονότα σαν προσωπική ανάγκη. Δεν θα έγραφα για τον Μουστακλή διότι ως σύζυγος του προσπάθησα να μείνω αποστασιοποιημένη και να τον παραδώσω ατόφιο και ειλικρινή στην ιστορία. Σκέφτηκα να δώσω βήμα σε άτομα που γνώριζαν και τον επαγγελματικό προσανατολισμό του, αυτόν του στρατιωτικού, κάτι που εγώ, από μόνη μου, δεν θα ήμουν σε θέση να το κάνω. Τέλος, δεν θα ήθελα να γινόταν μία αγιογραφία για τον Σπύρο Μουστακλή όσο κι αν θα το ήθελα. Παραμέρισα τα συναισθήματα μου για να είμαι αντικειμενική απέναντι στην Ιστορία.
 
Αισθάνεστε μέρος της νεότερης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας; Όχι μόνο ως σύζυγος του Μουστακλή, μα ακόμη και με την έκδοση αυτού του σημαντικότατου βιβλίου.
 
(χαμογελάει) Συνήθως δεν έχω τέτοιες φιλοδοξίες. Δεν θέλω να προβάλλω τον εαυτό μου, απλά θέλω να λέω ότι έκανα το καθήκον μου με το κατά δύναμιν. Όσο γίνεται πιο ακριβοδίκαιη, έγραψα το βιβλίο αυτό για να πω «Ήμουν κι εγώ εκεί». Δεν ευαγγελίστηκε λαμπρές εποχές και γεγονότα η έκδοση του, αφού συνέπεσε με δικές μου ατυχίες, όπως με το ότι έσπασα το χέρι και το πόδι μου. Κυκλοφόρησε τελικά με τη βοήθεια του Θεού και των ανθρώπων που με βοήθησαν στο συγγραφικό κομμάτι. Πιστέψτε με, ακόμη κι αυτή τη στιγμή έχω μιαν αγωνία: Προσφέρει αυτά που έπρεπε το βιβλίο;

Τελευταία ερώτηση: Νομίζω πως υπήρξατε μία ήσυχη σύζυγος στο πλευρό μιας έντονης προσωπικότητας. Πιστεύετε ότι σας άλλαξε σαν άνθρωπο;

Εσείς τι λέτε; Δεν μπορεί να κάνει εύκολα άλματα ο άνθρωπος. Παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες. Ίσως λίγο να στενοχωριέμαι γιατί δεν έκανα αυτά που ήθελα να κάνω. Η ζωή αυτή μου στέρησε τη συνέχιση της ακαδημαϊκής καριέρας μου, λόγου χάριν. Όλα αυτά πήγαν χαμένα με το που ήρθε η χούντα.
 
Μετανιώσατε;
 
Όχι, δεν μπορώ να πω ότι μετάνιωσα. Αφού έγινε αυτό το πράγμα, τι να έκανα; Απόρροια των όλων όσων έζησα ως σύζυγος Μουστακλή είναι να επιθυμώ σήμερα την Ισότητα, τη Δικαιοσύνη και την Αξιοκρατία. Αυτά θα με απασχολούν ώσπου να κλείσω τα μάτια μου.
 
Είστε γλυκύτατη. Χίλια ευχαριστώ που με δεχτήκατε στο σπίτι σας και μου μιλήσατε.
 
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ μέσα από την καρδιά μου.
 
 
* Το βιβλίο «Σπύρος Μουστακλής – Ένας Ελεύθερος Πολιορκημένος» της Χριστίνας Δημητρακάκη – Μουστακλή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΛΕΙΜΩΝ

Πύρρος Δήμας: Ξεσήκωσε το Twitter αλλά όχι για κάποιο μετάλλιο – Τα σχόλια για τους φράχτες που έφεραν αντιδράσεις

Πύρρος Δήμας

Πύρρος Δήμας: Ξεσήκωσε το Twitter αλλά όχι για κάποιο μετάλλιο – Τα σχόλια για τους φράχτες που έφεραν αντιδράσεις

Μια φωτογραφία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μια υποψηφιότητα και δυο αναρτήσεις για τον φράχτη στον…

Βασιλικός αναλυτής για Μίντλετον: «Όλα δείχνουν ότι πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου»

Κέιτ

Βασιλικός αναλυτής για Μίντλετον: «Όλα δείχνουν ότι πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου»

Ο Βέλγος δημοσιογράφος αναφέρθηκε στη μορφή καρκίνου από την οποία πάσχει η πριγκίπισσα της Ουαλίας…

Πρωτοφανές κύμα οργής για τον Καραμανλή και τα χειροκροτήματα της ντροπής: «Για γερά στομάχια η ομιλία του» – Χιλιάδες αναρτήσεις

Καραμανλής

Πρωτοφανές κύμα οργής για τον Καραμανλή και τα χειροκροτήματα της ντροπής: «Για γερά στομάχια η ομιλία του» – Χιλιάδες αναρτήσεις

Δεν ξέρουμε τι ήταν χειρότερο, τα όσα είπε ο Καραμανλής ή τα χειροκροτήματα από τους…

Α. Μπίνης: Παραιτήθηκε ο πρόεδρος του οργανισμού διερεύνησης σιδηροδρομικών ατυχημάτων

240327221854 athanasios mpinis 270324 1024x574 1

Α. Μπίνης: Παραιτήθηκε ο πρόεδρος του οργανισμού διερεύνησης σιδηροδρομικών ατυχημάτων

Σύμφωνα με πηγές από το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, η παραίτηση του Αθανάσιου Μπίνη σχετίζεται…

Άγρια κόντρα Φαραντούρη με Πορτοσάλτε στο ΣΚΑΪ: «Να δείχνετε περισσότερο σεβασμό» (video)

profile player 960x540 26

Άγρια κόντρα Φαραντούρη με Πορτοσάλτε στο ΣΚΑΪ: «Να δείχνετε περισσότερο σεβασμό» (video)

Μετωπική κόντρα μεταξύ του Νικόλα Φαραντούρη και του Άρη Πορτοσάλτε στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΪ

«Θερμή» υποδοχή Μητσοτάκη από ακτιβίστρια στον Καναδά – «Θα έπρεπε να ντρέπεστε, 14.000 παιδιά είναι νεκρά στη Γάζα» (Video)

Screenshot 2 15

«Θερμή» υποδοχή Μητσοτάκη από ακτιβίστρια στον Καναδά – «Θα έπρεπε να ντρέπεστε, 14.000 παιδιά είναι νεκρά στη Γάζα» (Video)

«Θα έπρεπε να ντρέπεστε. Πώς κοιτάζετε τον εαυτό σας στον καθρέφτη».