Γιώργος Καρκάς: «Ένιωσα σαν να’ μαι εγώ μέσα και έξω να καταστρέφεται η ζωή μου ερήμην μου»

Η περίπτωση του ηθοποιού Γιώργου Καρκά είναι μοναδική στα ελληνικά δικαστικά χρονικά. Πέρασε ήδη στην ιστορία για την ανάδειξη των πολυεπίπεδων δυσλειτουργιών στην απονομή δικαιοσύνης. Μιλάει ο ίδιος στο koutipandoras.gr, έτσι όπως δεν έχει ξαναμιλήσει, για μία υπόθεση που τον έστειλε άδικα στη φυλακή.   

DSC 2564

Ένας νέος άνθρωπος πέρασε ενάμισι χρόνο στη φυλακή, παρουσιάστηκε από τα ΜΜΕ ως ο «μανιακός βιαστής των ταξιτζήδων», βλέποντας ταυτόχρονα να καταρρέουν οι αιτήσεις του για αποφυλάκιση, αλλά ταυτόχρονα καθάρισε από τα ναρκωτικά και πλέον διεκδικεί το όνειρο του στο σανίδι του θεάτρου. Η ιστορία του μοιάζει με σενάριο του Νίκου Φώσκολου, κοινώς περιέχει τα πάντα και συμφέρει (τα καθωσπρέπει δελτία ειδήσεων και τα φτηνιάρικα κουτσομπολίστικα έντυπα): Σεξ μεταξύ ανδρών, μικροποσότητες ναρκωτικών, πιάτσες της νύχτας, διεφθαρμένη αστυνομική και δικαστική εξουσία, αποκαλύψεις που σκάνε η μία μετά την άλλη, μέχρι και εμπλοκή εταιρειών ταξί. Πιστεύω πως κάποια στιγμή η περίπτωση του θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο σαν ένα ευφάνταστο δικαστικό θρίλερ. Ή σαν μία θεατρική πράξη, βασισμένη στα αστυνομικά δελτία της περιόδου 2018 – 2020 και ενδεχομένως στη συνέντευξη που μόλις θα διαβάσετε. Σύμφωνα με τον ίδιο, άλλωστε, η καταγραφή της συζήτησης μας σε ορισμένα σημεία πήρε τη μορφή μιας πιο εκτεταμένης κατάθεσης του ενώπιον του ανακριτή.

Δεν έχω να γράψω κάτι άλλο έναντι προλόγου. Ευχαριστώ τον Γιώργο Καρκά για την εμπιστοσύνη, του εύχομαι να υλοποιήσει όλα όσα ονειρεύεται στο χώρο του θεάτρου και του αφιερώνω ένα εδάφιο από το «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο», παραφράζοντας – ειδικά για την περίπτωση του – τον δημιουργό Διονύση Σαββόπουλο:

Δεν είχε μάρτυρες εκτός τ’ αφεντικό και την νοικοκυρά του/ Οι δικηγόροι λέγαν «ανώμαλη ψυχή, κοιτάξτε τα χαρτιά του»/ Γιώργο, χωριό συσκοτισμένων/ Γιώργο, ποιοι σ’ έχουν κυκλωμένο;/ Ο ίδιος ξέγραψε απ’ αρχής τον εαυτό του, το είπε «πρέπει να πεθάνω»/ Μπήκε στον κόπο δηλαδή τον δικαστών, μα αυτοί δεν μπήκαν στον δικό του/ Καθώς διηγόταν την ζωή του, θαρρούσα δε θ’ αντέξω/ Η δίκη εξελισσόταν μέσα, μα η δικαιοσύνη ήταν απ’ έξω

Γιώργο, θα ξεκινήσουμε με μια σύντομη ιστορία που θα σου πω: Το 2001 δούλευα σ’ ένα ντοκιμαντέρ και κάναμε γυρίσματα μεσ’ στις φυλακές Κορυδαλλού. Το όλο σκηνικό μ’ αρρώστησε κανονικά. Όταν λίγες μέρες μετά είχαμε γύρισμα σε δημόσιο ψυχιατρείο, μου φάνηκε σαν να ήταν παιδική χαρά, συγκριτικά με τις φυλακές. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, πως εσύ, ένα νέο παιδί, που βρέθηκε απ’ το πουθενά στη φυλακή για ενάμισι χρόνο, την «πάλεψες» εκεί μέσα;

Εγώ το τι ήμουν και τα όσα έχασα, τα απλά πράγματα δηλαδή, τα συνειδητοποίησα ένα δίμηνο αφότου μπήκα φυλακή. Επειδή είχε «παίξει» πολύ το θέμα της δημοσιοποίησης των στοιχείων μου, μέχρι τότε δεν είχα εστιάσει στο που κοιμάμαι, στο ποιος κοιμάται δίπλα μου, στο αν είχα ζεστό νερό- που δεν είχα ή στο τι θα φάω, αλλά ασχολιόμουν με τις μαλακίες που έλεγαν οι άλλοι έξω για μένα. Και να προσπαθώ ταυτόχρονα να εξασφαλίσω τη σιγουριά ότι είναι καλά κι η οικογένεια μου, γιατί το πραγματικό σκατό εκείνοι το τρώγανε. Έτσι, στο δίμηνο απάνω κατάλαβα ότι «συζούσα» μ’ έναν έμπορο ναρκωτικών, OK, τίτλος είναι, τρομαχτικός μεν, ένας άνθρωπος δε που έκανε κάτι παράνομο όμως. Να σου πω ότι στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ ήμουν μαζί και με τον γιο μιας αστρολόγου, αν θυμάσαι, που ήταν μπλεγμένος σ’ ένα κύκλωμα αναβολικών. Είχαν σκάσει μαζί οι υποθέσεις μας. Σκέψου ότι στη ΓΑΔΑ ήμουν επίσης μαζί μ’ έναν ταξιτζή που τον είχαν πιάσει για χρέη. Σαν να με κυνηγούσαν οι ταξιτζήδες…

Μέχρι βέβαια να σε πάνε στις φυλακές της Τρίπολης, όπου εκεί «συζούσες» με κατηγορούμενους για «σεξουαλικά εγκλήματα».

Ακριβώς, με παιδεραστές, βιαστές κλπ. Πιο πολύ με υπόδικους, όπως ήμουν κι εγώ, γιατί στην Ελλάδα δεν μπαίνει ο καταδικασμένος σ’ άλλη φυλακή απ’ τον υπόδικο. Βαρυποινίτης, ισοβίτης, αποδεδειγμένα δολοφόνος ή χιλιοβιαστής είναι στην ίδια πτέρυγα με σένα, που μπορεί να σ’ έμπλεξε κάποιος με όλο το πλαίσιο των κινδύνων. Έσφιξα τα δόντια κι άρχισε να μη με νοιάζει η καθημερινότητα στα βασικά…Έκανα μπάνιο με κρύο νερό, κοιμόμουν σε κρεβάτια που τα σίδερα μού τρύπαγαν την πλάτη, προσπάθησα να βρω ανθρώπους που να μπορώ να λέω τα βασικά και κατιτί παραπάνω κι από κει και πέρα έβαλα προτεραιότητα ν’ αρχίσω σταδιακά να φεύγω απ’ τα ναρκωτικά.

Σωστά. Το’χες πει ότι στη φυλακή μπήκες όντας χρήστης ουσιών. Δεν είχες πρόβλημα με το θέμα της χαρμάνας;

Όχι, γιατί δεν ήμουν στην πρέζα. Εγώ έπινα crystal meth, μια συγκεκριμένη ουσία που συνδέεται με συγκεκριμένα πράγματα. Κι αν δεν είχα θέμα χαρμάνας, είχα θέμα συνειδητοποίησης του κακού που’χα προξενήσει στη ζωή μου. Χωρίς τα ναρκωτικά μεσ’ στη φυλακή, άρχισα να βλέπω το τραγικό της όλης κατάστασης.

Αναφέρεσαι στην ταύτιση ναρκωτικών με το σεξ, μία κατάσταση ευρέως διαδεδομένη. 

Επιδημία είναι. Αυτό παρατηρείται περισσότερο στις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ανδρών, αλλά όχι ότι δεν υπάρχει και γενικά, ούτε και απαραίτητα μόνο μεταξύ ζευγαριών. Αυτό που έκανε σε μένα η crystal meth, όπως το βλέπω εγώ κοινωνικά, όντας μέλος της κοινωνίας, ήταν να νιώσω την ανελευθερία του κόσμου. Μπορεί θεωρητικά να λέμε ότι είμαστε ελεύθεροι ή ότι έχουμε τα δικαιώματα μας, όμως ο κόσμος δεν νιώθει ελεύθερος πρακτικά, δεν μπορεί δηλαδή ένας γκέι άνδρας ν’ αφομοιώσει τη σεξουαλικότητα του ως κάτι φυσιολογικό στον κοινωνικό του περίγυρο. 

Μου λες δηλαδή ότι στην crystal meth οδηγήθηκες λόγω καταπιεσμένης σεξουαλικότητας; Δεν μου φαίνεσαι για τέτοιος άνθρωπος.

Εγώ προσωπικά, όχι, αλλά καταλήγω σ’ αυτό το ασφαλές συμπέρασμα απ’ όλους όσους γνώρισα. Η crystal meth σε κάνει, εννοώ, να νομίζεις ότι φτάνεις στα ουράνια μ’ αυτόν που έχεις εκείνη την ώρα μπροστά σου, τον οποίο μπορεί να’χεις γνωρίσει πριν μία ώρα ή μισή, να νομίζεις ότι είναι ο έρωτας της ζωής σου και να’σαι όσο πιο συναισθηματικός και δοτικός δεν πάει, πολύ απλά για να θες να ζήσεις μέσα σε μια νύχτα ότι δεν έζησες σ’ όλη τη ζωή σου! Αυτό κάνει η κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη, σε πάει στα ουράνια αφού δεν έχεις αφομοιώσει τον εαυτό σου τον ίδιο μεσ’ στη ζωή σου. 

Πόσων ετών είσαι, Γιώργο;

Είμαι 30. Τα έκλεισα μεσ’ στη φυλακή, εκεί άλλαξα δεκαετία. Ξεκίνησα με τις ουσίες στα 26 και τις είχα ελεγχόμενες, απλά για τη διασκέδαση μου. Στα 27 μου ξεκίνησα τη «βούτα» κι εκεί που έπαιρνα δυο φορές το μήνα, έγινα καθημερινός χρήστης. Τότε έσκασαν μέσα μου πολλά, τα οποία προφανώς έκρυβα κάτω απ’ το χαλί. Μιλάω για προσωπικά και όχι οικογενειακά, γιατί η οικογένεια μου είναι η καλύτερη του κόσμου. Δεν μπορώ να πω τίποτα για την οικογένεια μου! 

Πες μου κάποια απ’ αυτά τα «πολλά» που έσκασαν μέσα σου.

Είχε να κάνει με μία έκρηξη αναφορικά με το πως έβλεπα τον εαυτό μου στον κόσμο χωρίς να σχετίζεται με καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία. Ήταν το μόνο που δεν κουβαλούσα…Σχετιζόταν μ’ αυτά που εγώ ήθελα να δίνω και που ήταν ελάχιστα συγκριτικά με όσα έπαιρνα απ’ τους άλλους. Ήταν και η περίοδος που άρχιζα να μη βλέπω το θέατρο έτσι όπως τα είχα ονειρευτεί ξεκινώντας. Κυρίως, όμως, στα του Γιώργου εστιαζόταν όλη η ιστορία.

Και τώρα; Τα έλυσες, πιστεύεις, τα του Γιώργου;

Δεν θα σου πω ότι έχω αράξει, αν κι έχω καταλάβει πολλά για τον εαυτό μου. Έχω γίνει ένα ρομπότ…Μεσ’ στη φυλακή κατέγραφα ημερολογιακά κάθε μου σκέψη και έψαχνα να βρω τις καταβολές των σκέψεων μου. Είχε καταρρεύσει μέσα μου ένα ολόκληρο σύστημα κι ήμουν τελείως λάθος. Ένας τύπος…(σ.σ. ψάχνει τη λέξη)

Ανερμάτιστος;

Δεν ξέρω αν μπορώ να το πω αυτό. Θα έλεγα αποπροσανατολισμένος με μία μόνιμη ψυχολογία σαν να θέλω να αποδείξω όλη την ώρα την καλή μου διάθεση, το ότι είμαι και λίγο ο καλός ο άνθρωπος…

Είναι μια κάπως χριστιανική λογική.

Ούτε αυτό το ξέρω, εγώ βάζω σε λέξεις αυτό που έβλεπα να συμβαίνει ακόμη και πριν τις ουσίες. Η φυλακή με έκανε να καταλάβω τι με έριξε με τα μπούνια σ’ αυτές. Γύρισα να δω τι είχε γίνει στο ξεκίνημα των σπουδών μου, της ζωής μου σε σχέση με τα όνειρα μου, τι είχε επαληθευτεί, τι είχα καταφέρει και δεν έβλεπα τίποτα. Υπήρχε μία ματαιότητα.

Όλα αυτά γίνονταν στην Αθήνα, έτσι; Είχες αφήσει το πατρικό σου στο Κερατσίνι.

Είχα επιστρέψει στο πατρικό μου τον τελευταίο καιρό, γιατί πολύ απλά όταν μπήκα σαν πρεζάκιας μεσ’ στις ουσίες, κατέληξα να φάω μέσα σε δύο χρόνια όσα λεφτά είχα βάλει στην άκρη για μία δεκαετία. Από τα 16 μου ως τα 26 μου δηλαδή δούλευα στην οικογενειακή μας επιχείρηση. Ήμουν ένας άνθρωπος που για να πληρώσει το ρεύμα του, το νοίκι του και για να κάνει τα ναρκωτικά του, σήκωνε απ’ την τράπεζα λεφτά! Έτσι, τελειώσανε…Δεν ήμουν εισοδηματίας, απλώς έτρωγα αυτά που τα ‘χα δουλέψει. 

Τότε θα παράτησες και το θέατρο, φαντάζομαι.

Αποτραβήχτηκα απ’ την αρχή της εμπλοκής μου με τις ουσίες. Φέρθηκα σοφά με το θέατρο, δεν τα σκάτωσα. Στην τελευταία παράσταση που συμμετείχα, ερχόταν η μέρα που θα πήγαινα να παίξω και τό’βλεπα σαν αγγαρεία. 

Άσχημο αυτό…

Όχι άσχημο, ξεφτίλα ήταν. Η πλήρης ματαίωση! Ξεκινούσε η παράσταση στις 9.15 κι εγώ πήγαινα δέκα λεπτά πριν. Οι συνάδελφοι άρχισαν να την ψυλλιάζονται, αλλά δεν υπήρξε φορά που να μην πήγα και κυρίως που να μην είμαι σωστός επί σκηνής. 

Λογικό, όμως, να συζητιόσουν.

Φυσικά, όχι ακριβώς με υπονοούμενα, αλλά μ’ είχε πιάσει και μου’χε μιλήσει πολύ εμπιστευτικά ο σκηνοθέτης της παράστασης, όπως και η Φαναριώτη που παίζαμε μαζί. Γενικότερα, είχανε καταλάβει και ήταν υποστηρικτικοί. 

Ήσουν σε κάποια σχέση μέχρι να συμβεί η ιστορία με τον ταξιτζή ή απλά άλλαζες ερωτικούς συντρόφους;

Το μόνο που έκανα ήταν να πίνω ναρκωτικά για να μου «ξυπνήσουν» αυτά που ήξερα ότι «ξυπνάνε» κάθε φορά ώστε να έβρισκα κάτι για τις επόμενες 3 – 4 μέρες. Περίμενα τη μέρα που θα έρθει για να «πιω» και δεν μ’ ένοιαζε οτιδήποτε άλλο. Συντρόφους έβρισκα μέσω των εφαρμογών. Κοίταξε, εμένα μ’ αρέσει η ευθύτητα και το λέω απ’ την πρώτη στιγμή που μπήκα φυλακή. Όσες φορές είχα συναναστραφεί με κάποια κοπέλα, γιατί είχα σχέσεις με κορίτσια μέχρι τα 22 μου, ο τρόπος προσέγγισης ήταν διαφορετικός. Λίγο μετά είχα περιστασιακές σχέσεις και με τα δύο φύλα, αν και περισσότερο με άντρες. Με τους άντρες ήταν πιο εύκολο το πράγμα όταν έλεγα ποιος ήμουν και τι ήθελα. Έμπαινα στις εφαρμογές κάργα μαστουρωμένος, έχοντας φτιάξει το ιδεατό μεσ’ στο μυαλό μου. Ανοιγόμουν σε συζήτηση μ’ όποιον νά’ναι, έμπαινα σε επικίνδυνες περιοχές κι άμα μου ψιλοάρεσε κάποιος, του πρότεινα να βρεθούμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Συχνά ήμουν μαστουρωμένος για μιάμιση – δυο μέρες, όπου εκεί «φαίνεσαι» και δε μπορείς να κρύψεις τίποτα, συναντιόμουν μ’ έναν άνθρωπο και δεν του’λεγα καν ότι παίρνω ναρκωτικά. Ερχόταν ο άνθρωπος αυτός στο ραντεβού κι έβλεπε ένα ζόμπι.

Και καθόταν ή την «έκανε» με ελαφρά;

Οι περισσότεροι κάθονταν, αλλά πολλές φορές θα μιλάγαμε μόνο, θα πιάναμε την κουβέντα. Τους έβγαινε το προστατευτικό, του στυλ «Επ, τι κάνεις εσύ εδώ;» κλπ. Βρισκόμασταν κυρίως στο δικό μου χώρο, αλλά όταν επέστρεψα στους δικούς μου, πήγαινα και την άραζα μόνος μου στα ξενοδοχεία. Έτσι απλά! Έπαιρνα τα ναρκωτικά μου και πήγαινα στο ξενοδοχείο για να περάσω καλά. Μιλάμε για τρομερή έκθεση στον κίνδυνο.

Δεν με εκπλήσσει, για πολλούς ανθρώπους η αίσθηση του κινδύνου είναι το απόλυτο διεγερτικό.

Εγώ δεν είχα ποτέ τη δυσκολία να γνωρίσω έναν άνθρωπο και να τον εντάξω στη ζωή μου. Δεν κράτησα ποτέ απολογητική στάση απέναντι στην κοινωνία που ζω. Δεν περιμένω να με αποδεχτείς, γιατί πολύ απλά είσαι υποχρεωμένος να μ’ αποδεχτείς κι εγώ πάλι να σεβαστώ εσένα. Αυτό το «Αποδέξου με», ποτέ δεν το κατάλαβα σαν σκεπτικό. Πολλά πράγματα μου είχαν συμβεί, αλλά επίγνωση κινδύνου δεν θα έλεγα ότι είχα. Θα μπορούσαν να μου’χαν στοιχίσει και τη ζωή μου ακόμη! 

Όπως;

Είχε τύχει, ας πούμε, να’μαι σε φάση τριήμερης σερί μαστούρας. Όποτε πήγαινα στα ξενοδοχεία, δε σήμαινε και ότι θα συναντούσα κάποιον. Πολλές φορές την πέρναγα μόνος μου, «πίνοντας». Μέχρι εκεί! Μια φορά φεύγω, αφήνω το δωμάτιο με χάλια όψη, αλλά δεν ήθελα να γυρίσω στο πατρικό μου για να μη με δουν οι δικοί μου. Γυρνούσα στους δρόμους, άυπνος, γιατί το κάνει κι αυτό η crystal meth, όντας σε κατάσταση πανικού. Να μη θέλω να πάω σπίτι μου, να μη θέλω να επιστρέψω στο ξενοδοχείο, αλλά ταυτόχρονα να μου κόβονται και τα πόδια μου απ’ την κούραση. Να μην ξέρω που να πάω μ ένα αίσθημα ανικανοποίητου, όχι σεξουαλικό. Κάθομαι σ’ ένα παγκάκι, νταγκλάρω και με παίρνει ο ύπνος για ένα τρίωρο. Δεν με κούνησε κανένας απ’ τις 11 το βράδυ ως τις 2 το πρωί, μία επικίνδυνη σχετικά ώρα, και σε μία περιοχή κάπου πίσω απ’ το Μεταξουργείο. Ξυπνάω σε μια στιγμή και βλέπω μπροστά μου μηχανή της ομάδας ΔΙΑΣ. Με είδαν ότι τρόμαξα, αφού πάνω μου θα’χα σίγουρα γραμμάρια ουσιών, αλλά οι άνθρωποι ήταν ευγενέστατοι: «Κύριε, είστε καλά;» με ρώτησαν αρχικά και μετά «Είστε χρήστης;»…«Ναι» απάντησα…Με ρώτησαν το όνομα μου και αν θυμάμαι που μένω, αλλά χωρίς να ζητήσουν ταυτότητα. «Φιλαράκο, είσαι χάλια, γύρνα στο σπίτι σου καλύτερα» μου είπαν μόνο και φύγανε. Μπράβο τους και σ’ αυτούς, ας πούμε, γιατί να μην πω μπράβο;

Ναι, συμφωνώ.

Πόσο μάλλον όταν εκεί που ήμουν, θα μπορούσαν να μ’ έχουν σφάξει για να με κλέψουν! Και με είχαν κλέψει μάλιστα! Μιαν άλλη φορά όταν ξύπνησα είχε εξαφανιστεί η τσάντα μου. Το μόνο που θυμόμουν, μεσ’ στη μαστούρα μου, ήταν να με τραβολογάνε. 

Και στο σπίτι πως σε αντιμετώπιζαν οι δικοί σου;

Οι φουκαράδες είχαν πάει σε προγράμματα συμβουλευτικά για τους συγγενείς χρηστών, στο ΚΕΘΕΑ συγκεκριμένα. Αντιμετώπισαν την κατάσταση με τις καλύτερες προθέσεις ως προς εμένα, αλλά τελικά λειτούργησε ανάποδα πάνω μου λόγω χαρακτήρα. Κι αυτή τη στιγμή, έτσι όπως είμαι, ούτε μεσ’ στη φυλακή παρακολούθησα κάποιο πρόγραμμα απεξάρτησης. Σαν χαρακτήρας δηλαδή κάπου αυτά τα προγράμματα με κάνουν να κλοτσάω. Η πρόθεση τους ήταν απλά να περιμένουν τι άλλο θα μου τύχαινε έως ότου θα τους τηλεφωνούσαν για να τους έλεγαν ότι βρέθηκα κάπου νεκρός. 

Είναι η κλασική αγωνία γονέα με παιδί στα ναρκωτικά.

Σου είπα μόνο ένα περιστατικό μεμονωμένο. Υπήρξε φορά που γύρισα σπίτι χτυπημένος χωρίς να μ’ έχει χτυπήσει κάποιος. Εγώ είχα πέσει, μόνος μου… 

Απ’ την άλλη σκέφτομαι ότι οι γονείς σου αυτή τη στιγμή έχουν το παιδί τους «καθαρό» και συνειδητοποιημένο. Η χαρά τους ενδεχομένως νά’ναι μεγαλύτερη συγκριτικά με τη θλίψη για όσα πέρασες. Μπορεί να κάνω και λάθος.

Κι εγώ το πιστεύω αυτό και χαίρομαι που το λες! Οι δικοί μου μού συμπαραστάθηκαν σε όλα τα επίπεδα και αυτή τη στιγμή πραγματικά έχουν γίνει οικογένεια για πολλούς άλλους! Δεν έχουν υιοθετήσει παιδιά (σ.σ. γελάει)

Εννοείς έχουν γίνει παράδειγμα για «πρωταγωνιστές» παρεμφερών ιστοριών…

Ποιων παρεμφερών, μωρέ; Υπάρχει άλλη τέτοια παρεμφερής ιστορία;

Εδώ που τα λέμε, τά’χεις τα δίκια σου τώρα.

Έχουμε γίνει σημείο αναφοράς κι εκείνοι, αλλά κι εγώ με τη στάση μου και δεν τα λέω μόνος μου, αλλά απ’ αυτά που εισπράττω απ’ τον κόσμο. Όσο ήμουν στη χρήση, δεν επικοινωνούσαμε συνειδητά. Ήταν μια φάση αλληλοτροφοδοτούμενου αρνητισμού. Τους έλεγα: «Δεν είσαι εσύ τώρα η μάνα μου και ο πατέρας μου! Είσαι η καθοδήγηση που σου δίνουν από το πρόγραμμα απεξάρτησης». Κι η δική τους απάντηση ήταν: «Κι εσύ δεν είσαι το παιδί μας, έτσι όπως έχεις γίνει». Ακραία κατάσταση!

Μέχρι πότε έπαιζες στο θέατρο;

Μέχρι τα τέλη του ’16. Γύριζα για δυο χρόνια, όπως είπα, και στα 29 μου μπήκα φυλακή. Αξιοπρέπεια στο μηδέν, έτσι; Μαζί με αφραγκία κιόλας (παύση) Ρώτα με ότι θες, Αντώνη, ελεύθερα, πάμε να σου ξεράσω τη ζωή μου…

Ας πάμε, λοιπόν, σε εκείνο το βράδυ με τον ταξιτζή και τη μοιραία κούρσα.

Ναι, σε εκείνο το φαντασμαγορικό βράδυ!  Ήμουν πάλι μετά από τριήμερη χρήση κι είχα καταφύγει για λίγο στο σπίτι ενός φίλου μου για να ηρεμήσω, να μην «πιω». Το βράδυ είχα ραντεβού μ’ έναν άλλο φίλο να πάμε σε ξενοδοχείο να περάσουμε καλά. Ούτως ή άλλως ούτε κι αυτός έμενε μόνος του. Ήταν ένα παιδί που είχαμε βρεθεί, είχαμε πιει τα ποτά μας, είχαμε φάει και θα’ταν η πρώτη φορά που θα περνάγαμε μαζί το βράδυ. Ήθελα να τον συναντήσω- εννοείται- μαστουρωμένος. Μόνο που ποτέ δεν τον συνάντησα, γιατί με συλλάβανε και πολύ απλά με είδε αυτός από την τηλεόραση. 

Συγγνώμη, αλλά είναι κομματάκι αστείο αυτό.

(γελάει) Εμ, δεν είναι; Ευτυχώς τον είχε ειδοποιήσει μέσω facebook η αδερφή μου, του στυλ «Κάπου έμπλεξε ο Γιώργος» κλπ. Πάμε πίσω στην ιστορία: Παραγγέλνω εγώ ταξί για να με πάει από ένα sex shop και να πάρω διάφορα πράγματα: Ένα πόπερ συγκεκριμένα και κάτι άλλα ματζαφλάρια. Ο ταξιτζής ήταν ένας τύπος 1.90 και 130 κιλά, ενώ τη δική μου σωματική διάπλαση τη βλέπεις τώρα, έτσι; Μπαίνω στο ταξί και λόγω «καψίματος» απ’ τα drugs, ήμουν υπερεπικοινωνιακός. Πιάσαμε συζήτηση, «Που πας;», «Σ’ ένα sex shop πίσω απ’ του Μπακάκου», «Δεν το ξέρω» κλπ. 

Με το χέρι στην καρδιά κι έτσι όπως ήσουν, «κόκαλο», θεώρησες διεγερτικό το ενδεχόμενο της απρόσμενης φάσης μ’ έναν άγνωστο ταξιτζή;

Κοίταξε, όλα τα στερεότυπα είναι διεγερτικά και αφροδισιακά. Εκείνη τη στιγμή, όμως, όχι, αφού ετοιμαζόμουν για ένα ραντεβού που το περίμενα πολύ. Σε επέκταση αυτού που με ρωτάς και που είναι λογικό, θα σου απαντήσω πως αν πάρεις τους τίτλους από χαρντ κορ τσόντες, έχουν όλοι να κάνουν με παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και γενετήσιας αξιοπρέπειας: «Πουτανάκι γαμιέται, γουστάρει αυτό! Πουστάρα ξεφτιλίζεται» κλπ. Μπορεί να μην είχε να κάνει με τον ταξιτζή, αλλά μ’ έναν άγνωστο σ’ ένα οποιοδήποτε τυχαίο μέρος. 

Μια παρένθεση έκανα. Συνέχισε την ιστορία.

Η διαδρομή μέχρι το sex shop θα ήταν λίγα λεπτά. Σ’ αυτόν, που δεν ήξερε το μέρος, του είπα να πάμε μέχρι Ομόνοια και θα του εξηγούσα που να μ’ άφηνε. Με ρωτάει τι ειν’ αυτό το sex shop, λες και δεν ήξερε, όπου εγώ του λέω ότι πάω να βρω μερικά σεξουαλικά βοηθήματα για να συναντηθώ μ’ ένα φίλο μου – τόσο απλά! Να πω ότι υπήρχε μια τάση, ακόμη και απ’ τους δικαστικούς, μέσα στα βουλεύματα, να θεωρούν το ότι του είπα πως είχα ραντεβού με το φίλο μου σαν να ήθελα να του πω κάτι άλλο. Μία ποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας ως παρεκκλίνουσα συμπεριφορά με σεξουαλικά βοηθήματα σε πάρκα γνωριμιών ομοφυλόφιλων – έτσι έλεγαν τα βουλεύματα! Ακραία και παρεκκλίνουσα συμπεριφορά! 

Σαν να είμαστε στη δεκαετία του 1950.

Στη δεκαετία του 1950, ναι, και καλό θα’ναι να πάνε στο βόθρο τους κάποιοι που ξεφτιλίζουν τις αρχές και τους θεσμούς! Τέλος πάντων, μέχρι να φτάσουμε στο sex shop, λέγαμε διάφορα χαζά. «Θα περιμένεις ή θα φύγεις και θα πάρω άλλον;» τον ρωτάω έξω απ’ το μαγαζί. «Όχι, θα περιμένω» μου απαντάει κι εκεί του ζητάω ν’ αφήσει ανοιχτό το ταξίμετρο. Εδώ πρέπει να πω ότι στις μαστούρες μου και όντας ασυνεπής, είχαν βρει ότι για μια διαδρομή ταξί, είχα κάνει 18 αναζητήσεις στην εφαρμογή. Επειδή υπήρχαν κι οι φωτογραφίες των ταξιτζήδων, θεωρήθηκε αυτό ότι εγώ έψαχνα ποιον θα βιάσω…Μπαίνω στο sex shop, ξεχνιέμαι για κάνα τέταρτο- εικοσάλεπτο, ψωνίζω, βγαίνω έξω, κάνω νόημα στον ταξιτζή του στυλ «Έρχομαι», αυτός ήταν ακόμη εκεί και μπαίνω σ’ ένα μαγαζί με ρούχα, όπου αγόρασα ένα μπουφάν και μια φόρμα, που ήθελα. Επιστρέφω στο ταξί, μπαίνω μέσα και βλέπω το ταξίμετρο κλειστό. Απολογήθηκα που άργησα και μετά τον ρώτησα γιατί έκλεισε το ταξίμετρο, νομίζοντας πως μπορεί να’χε φύγει κιόλας. Του ζήτησα να το ξανανοίξει και μου απάντησε: «Όχι, όχι, μην αγχώνεσαι, τις ξέρω τις διαδρομές». Στη συνέχεια, πιάνουμε κουβέντα – είχε αρχίσει και με «έκοβε» πείνα λόγω της χρήσης προφανώς. Εκεί του ζήτησα να κάνει στάση σ’ ένα σαντουιτσάδικο για να πάρω κάτι να φάω. Φτάνουμε, αλλά κατά τη διαδρομή με ρωτούσε αν τελικά μου έστειλε μήνυμα ο φίλος μου για να βρεθώ μαζί του κλπ. (σ.σ. η φωνή του κομπιάζει) Συγγνώμη, ταράζομαι όταν τα θυμάμαι…

Χαλάρωσε, πάρε το χρόνο σου.

Δεν έχει να κάνει με σένα αυτό, απλά η μνήμη…

Θες ένα χυμό μανταρίνι;

Ναι, θα ήθελα (σ.σ. πάω και γεμίζω ένα ποτήρι με χυμό. Συνεχίζεται η αφήγηση του) Αυτός, εν τω μεταξύ, άρχισε να μου λέει ότι έχει κοπέλα, αλλά κάνει και τα διάφορα του, ομαδικό σεξ με φίλους του κλπ. Σαν να ήθελε να δηλώσει ότι κι αυτός είναι των δικών μου προτιμήσεων, αλλά όχι και τόσο. Εννοείται πως δεν με εξίταρε, απλά ήταν μία κουβέντα δύο νέων ανδρών – έτσι το έβλεπα. Μία κουβέντα του στυλ «Εγώ ειμ’ αυτό, εσύ εισ’ αυτό», δεν καταλαβαίνω γιατί να μη μπορούμε να την κάνουμε. Ήταν λάθος μου αυτή η άνεση μου από το Μοναστηράκι μέχρι το ταχυφαγείο στου Ψυρρή. «Μισό λεπτό, περίμενε να πάρω κάτι να φάω» του κάνω κι αυτός μου λέει ότι θα κατέβει επίσης για να κατουρήσει. Τι πιο φυσιολογικό; Το τονίζω γιατί μετά αυτός είπε ότι τον δελέασα με σάντουιτς για να βγει απ’ το ταξί κι εγώ να πάω να του ρίξω κάτι στον καφέ του. Δεν είπε ότι βγήκε να κατουρήσει, αλλά πάλι καλά που τον διέψευσαν οι κάμερες του ταχυφαγείου, αφού τον έδειξαν να πηγαίνει στην τουαλέτα. Άκου τώρα να δεις μπέρδεμα! Εδώ αρχίζει η ιστορία με την πουτάνα!

Έχει και πουτάνα η ιστορία;

Όχι, τον ταξιτζή λέω (σ.σ. έχουμε σκάσει στα γέλια). Μπαίνουμε στο μαγαζί, πάει αυτός τουαλέτα, εγώ κοιτούσα τι θα φάω, παραγγέλνω, βγαίνει αυτός απ’ την τουαλέτα και πάω εγώ. Πλύθηκα λίγο, γιατί συνερχόμουν κιόλας. Όταν βγήκα έξω, τον είδα να περιμένει και να κοιτάει τα σάντουιτς. Το ταξίμετρο κλειστό, έτσι; Έχει σημασία, γιατί δεν είχα κάνα λόγο να βιάζομαι. Του’πα να παραγγείλει κι αυτός άμα ήθελε και καθόμαστε μαζί έξω. Τρώω και μου’ρχεται η επιθυμία για τσιγάρο παρότι δεν ήμουν συστηματικός καπνιστής. Είχα αφήσει το σακίδιο με τα συμπράγκαλα μου μεσ’ στο ταξί του, που ήταν στα τρία μέτρα παρκαρισμένο. Πάω στη μεριά του συνοδηγού, ανοίγω την πόρτα κι αρχίζω να ψάχνω μανουριασμένα την τσάντα μου για τα τσιγάρα. Δεν τα έβρισκα. Κλείνω την πόρτα, γυρίζω, «Δεν τα βρήκα τα τσιγάρα» του κάνω, αλλά δεν με πολυένοιαζε γιατί όπως σου είπα δεν κάπνιζα κανονικά. Έρχεται η στιγμή της πληρωμής, βγάζω εγώ την κάρτα μου κι εκεί αυτός προτείνει ένα χαρτονόμισμα, νομίζω πενηντάρικο: «Δεν έχω ρέστα» λέει ο σαντουιτσάς, οπότε προθυμοποιούμαι να πληρώσω τελικά με την κάρτα και να τα αφαιρέσουμε απ’ τη διαδρομή. Έτσι κι αλλιώς, σκέφτηκα, η ώρα που με περίμενε έξω απ’ το sex shop θα’ χε γράψει παραπάνω απ’ τα τρία ευρώ που κόστιζε το σάντουιτς του. Όλο αυτό, όμως, μεταφράστηκε στο ότι εγώ τον κέρασα σάντουιτς για να τον δελεάσω, να του ρίξω κάτι στον καφέ του και να συνεχίσουμε μαστουρωμένοι κι οι δύο! 

Η ιστορία νομίζω πως ουσιαστικά ξεκινάει εκεί που πήγες να ψάξεις για τα τσιγάρα.

Ακριβώς, για να πει πως εκεί του έριξα κάτι ώστε να αποποιηθεί της ευθύνης του για τη συνέχεια της βόλτας μας στο πάρκο! Ότι τάχα μου εκεί πήγαμε, αλλά αυτός δεν καταλάβαινε πως οδηγούσε κλπ. Στο μεταξύ, ένα πόπερ απ’ αυτά που’χα αγοράσει, είχε χυθεί μεσ’ στο ταξί. Βρώμαγε το αμάξι…Το’χα πατήσει προφανώς με το πόδι μου, μπροστά μου, αλλά άντε πες πως ένα πόπερ το χύνεις μόνο αν θες να πετάξεις είκοσι ευρώ ή αν θες να κάνεις έναν χώρο να βρωμάει…Για τίποτα άλλο! Του λέω, λοιπόν, να φάει το σάντουιτς του με το πάσο του, γιατί δεν είχα λάβει ακόμη μήνυμα απ’ τον φίλο μου. Με τα πολλά, εκεί πέρασε άλλο ένα εικοσάλεπτο – μισάωρο και η κουβέντα συνεχίστηκε. Αυτός μου’λεγε «Έχουν δει πολλά τα μάτια μου με το ταξί που γυρνάω τα βράδια», εγώ πάλι του μίλησα για ένα πάρκο γνωριμιών κάπου κοντά και μου κάνει: «Που λες; Στην Αγίας Άννης;» Την ήξερε την Αγίας Άννης, καταλαβαίνεις; «Όχι, δε λέω αυτό» συνεχίζω εγώ, «αλλά ένα άλλο, που’χω πάει κάποιες φορές και γίνεται χαμός». Του εκμυστηρεύτηκα μάλιστα ότι κάποτε εκεί είχα και μία εμπειρία κι αυτός το χρησιμοποίησε στο δικαστήριο για να πει «Κοιτάξτε τον αλήτη και κοιτάξτε και μένα που’μαι με την κοπέλα μου! Με βλέπετε;»…Κατά τ’ άλλα δεν θυμόταν τίποτα απ’ την ουσία που του’χα ρίξει. Θυμόταν τι είχα πει εγώ, αλλά φυσικά δεν θυμόταν τι μου’χε πει αυτός, ότι ξύριζε τα σκέλια του για να μην ενοχλούν τη γκόμενα οι τρίχες του και όλα αυτά. Μπαίνουμε πάλι στο ταξί και του προτείνω να πάμε να ρίξουμε μια ματιά απ’ το πάρκο που του’λεγα. «Ναι, αμέ, ξέρω γω, πάμε» μου απαντάει αυτός, αν και του ξεκαθάρισα πως όταν πάρω μήνυμα απ’ τον φίλο μου, θα φύγουμε. Να σκέφτομαι εν τω μεταξύ και το πόπερ που μύριζε, γι’ αυτό ζήτησα ν’ ανοίξω το παράθυρο του αυτοκινήτου.

Τραβάτε με κι ας κλαίω ήταν ο ταξιτζής.

Φτάνουμε στο πάρκο, την αράζουμε και μου έλεγε πως πρώτη φορά έρχεται ενώ – επαναλαμβάνω – ήξερε την Αγίας Άννης. Ήμασταν για κάνα τέταρτο σταθμευμένοι αρχικά, αλλά στα βουλεύματα το έκαναν εικοσάλεπτο ώστε να φαίνεται λογικός χρόνος βιασμού! Δίπλα μας ήταν άλλα δυο αμάξια σταθμευμένα και κάτι τύποι με μηχανάκια πηγαινοέρχονταν, όλοι προφανώς εκεί για τον ίδιο λόγο. Παραπέρα ήταν ένας τύπος με μούσια και ένα μπεζ μπουφάν και μας κοιτούσε. Έκανα καλά που τον ανάφερα απ’ την πρώτη μου κατάθεση, αλλά ποια πρώτη; Μία κατάθεση έδωσα όλη κι όλη και με χώσανε στη φυλακή! Ακολουθεί ο διάλογος μου με τον ταξιτζή:

– Αυτός εκεί νομίζω πως μας κοιτάει.

– Ναι, έτσι μοιάζει…

– Καλός φαίνεται.

– Μμμ, ναι, καλός είναι…

Μας πλησιάζει αυτός που μας έκανε σινιάλο με τα μάτια, λέμε ένα γεια…«Τι κάνετε εδώ με το ταξί;» ρωτάει, «Για κόζι ήρθαμε» του απαντάω εγώ και βγαίνουμε απ’ το όχημα με τον ταξιτζή με διαφορά ενός δίλεπτου. Αυτός με το μπεζ μπουφάν ψηνόταν να κάναμε φάση οι τρεις μας, εγώ είπα πως δεν ψάχνομαι, όπου αυτός μετά έπιασε για λίγα λεπτά κουβέντα με τον ταξιτζή. Δεν ξέρω τι είπανε…Ωστόσο μια χαρά τον έβλεπα τον ταξιτζή και μάλλον ο άλλος θα του έκανε ανάλογη πρόταση. Τέλος πάντων, αυτός μας κάνει: «Καλά, παιδιά, εγώ πάω μεσ’ στο πάρκο να βρω κάναν άλλον» και έφυγε. Αμέσως μετά λέω του ταξιτζή: «Καλά, τι σού’λεγε; Πάντως, σε βρίσκω άνετο για άτομο που δεν έχει ξανάρθει ποτέ εδώ». Χασκογελούσε αυτός, σαν να συμφωνούσε. Του προτείνω στη συνέχεια να πάμε μια βόλτα μέσα στο πάρκο να κόψουμε κίνηση. Δέχτηκε πρόθυμα. Βλέπουμε κατευθείαν τον τύπο με το μπεζ μπουφάν νά’χει γνωρίσει στο πεντάλεπτο δυο άλλους και να «παίζουν» οι τρεις τους. «Περίμενες ποτέ να το δεις αυτό; Γουστάρεις;» ρωτάω τον ταξιτζή. «Καλά είναι, ωραία» απαντάει με χαμόγελο αυτός. Κάτσαμε εκεί ούτε ολόκληρο δεκάλεπτο και συνεχίσαμε την πορεία μεσ’ στο πάρκο. Ξαφνικά, στο επόμενο δίλεπτο, εγώ γυρίζω κι αυτόν τον έχω χάσει. Σκέφτηκα αμέσως τα πράγματα μου μεσ’ στο ταξί του: Τα εξαρτήματα, τα ρούχα, το πορτοφόλι μου…Ευτυχώς είχα πάνω μου το κινητό μου. Βρίσκω το νούμερο του απ’ την εφαρμογή, του τηλεφωνώ και αρχικώς δεν το σηκώνει. Μετά από εφτά λεπτά, μου τηλεφωνεί αυτός. «Έλα, ο Θωμάς δεν είσαι;» του λέω.

Το πλήρες ονοματεπώνυμο του το γνώριζες;

Ναι, αλλά δεν θα ήθελα να το πω.

Δεν πειράζει, μια και ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος το έβγαλε στη φόρα απ’ τη δεύτερη κιόλας μέρα, το ξαναλέω κι εγώ από δω: Θωμάς Χαρίτος λέγεται. Παμ’ παρακάτω!

Μου κάνει «Ναι, ο ταξιτζής είμαι»…«Έρχομαι, περίμενε με» και βγαίνω για να τον βρω απ’ την έξω μεριά του πάρκου, κυρίως για να μην ξαναπεράσω από μέσα και χάσω χρόνο. Άσε που είχαν σκαλώσει όλοι οι δικαστές με το πάρκο! «Τι ειν’ αυτό το πάρκο;»…«Και τι γινόταν εκεί;»…Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι οι άνθρωποι γαμιούνται και έξω! Πως είναι τα Λιμανάκια, το Σκιστό ή το Πεδίον του Άρεως; Πως είναι μέρη που απλά οι άνθρωποι δεν σκοτώνουν και δεν βιάζουν, αλλά πάνε απλά για να γαμηθούνε στα όρθια από αυθόρμητη καύλα; Θεωρούσαν ότι κάτι επικίνδυνο κρύβεται πίσω απ’ αυτό κι έλα στη θέση μου που έψαχνα και ευγενικές λέξεις για να τους πω στο δικαστήριο! Να έλεγα εν ολίγοις το ψωνιστήρι «χώρο γνωριμιών» και να’μαστε σαν τις κυρίες με το σεμεδάκι. Γυρίζω στο ταξί και τον βρίσκω αυτόν να ψάχνει κάτι στο πορτ παγκάζ. Μη σκας, είχε κι αυτός την εμπλοκή του με τη δικαιοσύνη, όπως αποδείχτηκε. Με βοηθάει λίγο να φτιάξω τα πράγματα μου μπροστά μου κι εκείνη την ώρα μιλάω εγώ με το φίλο μου. Κάθομαι κανονικά στη θέση του συνοδηγού, βάζω και τη ζώνη μου ως νομοταγής βιαστής και ορίζω το ραντεβού μου σε 40 λεπτά στο σταθμό Αττικής. Λέω του ταξιτζή να με πάει εκεί και καθώς ξεκινάμε, νταγκλάρω, έχοντας φάει κιόλας πριν. Ρίχνω το κεφάλι μου πίσω και κοιμάμαι. Το μόνο που θυμάμαι είναι που άνοιξα κάποια στιγμή τα μάτια μου έξω απ’ το μπουζουξίδικο «Βοτανικός», σαν να προσπαθούσα να το δω, και τον ταξιτζή να με ρωτάει: «Γιώργη, είσαι καλά;» Εγώ μούγκρισα λίγο κι όταν ξανάνοιξα τα μάτια μου, βρισκόμουν σ’ ένα χώρο που δεν ήξερα τι ήταν. Το Ιπποκράτειο! Κοίταζα γύρω τους άλλους που με παρατηρούσαν σαν να έλεγαν «Για δες τον πρεζάκια». 

Εκεί τι είπες; Κατάλαβες πως τη ντάγκλα σου αυτός την εξέλαβε ως κωματώδη κατάσταση και σε οδήγησε φοβισμένος στο νοσοκομείο;

Βασικά είπα «Για δες, μ’ έφερε σε νοσοκομείο! Τι ξεφτίλα»…Δεν ήθελα να εξεταστώ, γιατί απλά ήθελα να φύγουν όλοι από πάνω μου και να φύγω κι εγώ για τη δουλειά μου, ήθελα δηλαδή να ηρεμήσω το συμβάν.

Κι αυτός που ήταν εκείνες τις στιγμές;

Τον έβλεπα ξαφνικά ν’ αρχίσει να ουρλιάζει: «Αλήτες, τι μου κάνανε! Αλήτη, τι μου’κανες»! Σηκώνω το χέρι μου για να του δείξω: «Έλα, χαλάρωσε, συνήλθα,είμαι καλά», αλλά έρχεται και μου σκάει κλοτσιά εδώ πάνω (σ.σ. δείχνει το σβέρκο του). Τον τράβαγαν οι άλλοι ενόσω μου φώναζε τα ίδια: «Τι μού’κανες, αλήτη» κλπ. Στο μεταξύ, είχε ήδη κληθεί η αστυνομία κι αυτός το ήξερε! Όταν έσκασε η αστυνομία, αυτός το άλλαξε το ποίημα: «Γιατρέ, δε νιώθω καλά, μούδιασαν τα πόδια μου, μου έριξε σπρέι μάλλον στον καφέ! Βοήθεια, σώστε με, σβήνω, χάνομαι»…Η αστυνομία μου κάνει υποτυπώδη σωματικό έλεγχο, ψάχνουν την τσάντα μου και με συλλαμβάνουν χωρίς να υπάρχει αδίκημα!

Ανακεφαλαιώνω: Ξυπνάς μετά από χρήση ουσιών σ’ ένα νοσοκομείο, τρως κλοτσιά απ’ τον ταξιτζή που σε μετέφερε ως εκεί, η αστυνομία έρχεται κι αντί να σας πάνε και τους δύο στο τμήμα, επειδή αυτός έκανε σκηνικό κιόλας, συλλαμβάνουν μόνο εσένα. 

Ακριβώς! Η αστυνομία συνέλαβε μόνο εμένα και όχι για κατοχή ενάμισι γραμμαρίου ναρκωτικών, ας πούμε, γιατί τα ναρκωτικά τα βρήκανε μετά στο τμήμα. Εκεί δεν υπήρχε αδίκημα, πέραν της παρέμβασης σ’ ένα καυγά. Σημειωτέον, όσο εγώ ήμουν λιπόθυμος στο Ιπποκράτειο, ο ταξιτζής είχε ρίξει μπουνιά και σ’ έναν σεκιουριτά του νοσοκομείου. Είχε σκάσει με κόρνες μέσα στο προαύλιο του νοσοκομείου και τα’χε κάνει όλα πουτάνα! Μάλιστα, αρχικά φώναζε, όπως ειπώθηκε: «Βοήθεια, σώστε το παιδί, αν πάθει τίποτα θα σας σκοτώσω» και κάτι τέτοια. 

Τέτοια σχιζοφρενική συμπεριφορά είναι, πραγματικά, ακατανόητη.

Ναι, είδες ο καλός ο άνθρωπος; Αυτή τη μεταστροφή στη συμπεριφορά του, οι αστυνομικοί την απέδωσαν στην ουσία που του’χα ρίξει εγώ – υποτίθεται – στον καφέ του…Κι εγώ να’μαι ψόφιος μεσ’ στο ταξί του για τουλάχιστον μισή ώρα ως το Ιπποκράτειο. Το λάθος μου ήταν που του’χα πει ότι είχα κάνει χρήση κι έτσι ήξερε πως το νταγκλάρισμα μου ήταν προϊόν μαστούρας. Στην ουσία, ήξερε πως μετέφερε έναν τύπο λιώμα με ένα γραμμάριο πάνω του. Βάλε τώρα και το ότι είχε χυθεί το πόπερ στο αμάξι και μύριζε. Οι αστυνομικοί πίστεψαν πως ένα πόπερ σε κάνει να οδηγείς χωρίς να ξέρεις που πας ή να γυρνάς σε ένα πάρκο για μισή ώρα! Και δε μιλάμε μόνο γι’ αυτούς, αλλά και για τις εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές μιας χώρας. Δεν είναι όπως τα λέμε μεταξύ μας, σαν να συνέβη σ’ ένα φίλο μας, αλλά για μιαν ασχετοσύνη που εκπροσωπούν οι επίσημες κρατικές αρχές. Η όλη ιστορία ξεκίνησε απ’ το αστυνομικό τμήμα Αμπελοκήπων, στο οποίο αυτός ήταν γνωστός τους. Στο τμήμα, αφού μου βρήκαν τη μικροποσότητα ναρκωτικών, ερχόταν η μπατσίνα και με ρώταγε τι ήταν τα ερωτικά βοηθήματα. «Τι είναι αυτό, κύριε;» με ρώταγε για ένα επίχρισμα πέους που είχα, ένα σαν κλουβάκι που το φοράς στο πέος σου για να μη μπορείς να τ’ αγγίξεις όταν ερεθίζεσαι. Ήμουν στη φάση να της απαντήσω: «Βγάλε με απ’ το κρατητήριο, να σου δείξω τι είναι αυτό, ηλίθια»! Είχα και κάτι βιταμίνες μαζί μου, που τις γράψανε ως «Χάπια αγνώστου προελεύσεως». Όταν φτάσαμε στο επίμαχο χημικό, το πόπερ, άρχισαν να με ρωτάνε επίμονα:

– Τι είναι αυτό;

– Ένα πόπερ! 

– Μα, κύριε, αυτό βρωμάει!

– Ναι, έτσι είναι το πόπερ, δεν ξέρω πως να σας το εξηγήσω!  

Πω, πω μπλέξιμο, το κεφάλι μου μ’ έπιασε, ειλικρινά σου μιλάω. 

Άσε! Με πέταξαν σ’ ένα κρατητήριο – γάμησε τα, μου έδωσαν και μία κουβέρτα κι εγώ ν’ αρχίσω να βαράω παράνοιες φρικαρισμένος. Την άλλη μέρα έρχεται η πουτάνα (σ.σ. εννοεί τον ταξιτζή) με την κοπέλα της και δίνουν κατάθεση. Μ’ ανεβάζουν και μένα απάνω, όπου ακούω την αφήγηση του. Μέχρι ενός σημείου, έλεγε ότι είχε συμβεί, μετά όμως τα άλλαξε. Είπε ότι του πρότεινα να τον κεράσω σάντουιτς και ότι με ακολούθησε για να πάω λίγο μετά στο ταξί και να ρίξω κάτι στον καφέ του. Πετάγομαι εγώ: «Τι λέει ο μαλάκας;»…«Σιωπή! Θα τα πεις μετά εσύ» μου κάνει αυστηρά μία αστυνομικίνα. 

Η γκόμενα του τι έκανε;

Τίποτα, καθόταν εκεί κι άκουγε. Συνέχισε αυτός: «Μετά με πήγε σ’ ένα πάρκο, αλλά σταμάτησα να τον ακούω, γιατί κατάλαβα που το πήγαινε». Πρώτα απ’ όλα ήθελε ν’ αποποιηθεί οποιαδήποτε υπόνοια ομοερωτικής επιθυμίας δικής του, ακόμη και κουβέντας. Η κουλτούρα του ετεροφυλόφιλου πούστη, που λέω εγώ και που έχουμε γεμίσει από δαύτους! Μετά είπε πως ξαφνικά ένιωσε κάτι, αλλά κατά την εκδοχή του αυτός δεν είχε βγει καθόλου απ’ τ’ αμάξι στο πάρκο. Αργότερα το απέδειξαν τα GBS και έγινε ρόμπα, βέβαια! Έλεγε ότι εγώ τον κοίταζα πίσω από κάτι θάμνους και ότι άρχισε να χάνεται και να ζαλίζεται απ’ αυτό που του’χα ρίξει. Μετά είπε πως ενώ εγώ ήμουν έξω απ’ το όχημα, ξαφνικά βρέθηκα δίπλα του, μέσα, και του τσίμπαγα τη ρόγα. Εκεί άκουσα τον αστυνομικό να τον ρωτάει: «Θέλετε ιατροδικαστή;»…«Ναι» απαντάει αυτός με μία τρομερή ευκολία. Πρόσεξε: Δεν τον ρώτησε ο αστυνομικός, άμα ήταν μια νορμάλ κατάθεση, μήπως είχε συμβεί και κάτι άλλο, για το οποίο θα έπρεπε ν’ ανησυχεί. Όχι! Τίποτα δεν τον ρώτησε, κατευθείαν έθεσε θέμα ιατροδικαστή.

Αυτό τι σήμαινε κατά την άποψη σου;

Ότι αυτός δεν είχε κοιμηθεί πουθενά ώστε ν’ αμφέβαλε αν είχε πάθει κάτι. Απ’ τη στιγμή που απάντησε «Ναι» για ιατροδικαστή, σημαίνει πως η ερώτηση ήτανε κανονισμένη. Τον στέλνουν σ’ έναν ιατροδικαστή, όπου αυτός βρίσκει ότι υπάρχει «ένδειξη εισόδου αμβλέως τινός οργάνου», περιγράφοντας έναν τραυματισμό στον πρωκτό του των 0, 4 εκατοστών, κάτω του μισού πόντου δηλαδή! Σκέψου ότι δώσαμε στους ενόρκους τέσσερις κόλλες χαρτί για να δουν που αντιστοιχούν τα 0,4 εκατοστά! Η ιατροδικαστίνα, να πούμε, έκανε σωστά τη δουλειά της. Περιέγραψε έναν τραυματισμό, που προκλήθηκε από ένα αμβλύ όργανο, αλλά κι από χίλια δυο άλλα πράγματα. Εννοείται πως όλη η Ιατροδικαστική Αθηνών που πήγα εγώ την εξέταση του ταξιτζή, απεφάνθη πως δεν είναι δυνατό αυτό να συνιστά βιασμό. Κι η ίδια η ιατροδικαστής το είπε αυτό στον πατέρα μου! Όταν στέλνουν από αστυνομικό τμήμα ένα περιστατικό στον ιατροδικαστή, λένε «Θεωρούμε ότι έγινε αυτό» και ο ιατροδικαστής βγάζει πόρισμα τραυματισμό, αλλά με τη λέξη «Ενδείξεις» μπροστά, ώστε να είναι καλυμμένος. Δεν υπάρχουν αποδείξεις, υπάρχουν μόνο ενδείξεις! Στις 15 βγήκε η ιατροδικαστική απόφαση και εδώ θες να σου πω το κορυφαίο; Το σκεπτικό της αστυνομίας, με το οποίο με έστειλαν στον Εισαγγελέα και δημοσιοποιήθηκαν τα στοιχεία μου, έλεγε: «Με διάφορα τεχνάσματα, τον παρέσυρε με σκοπό να του ρίξει στον καφέ του διάφορες ναρκωτικές ουσίες με σκοπό τελικό να τον οδηγήσει σε σκοτεινό μέρος και να προβεί σε ασελγείς πράξεις πάνω του, όπως αποδείχτηκε από ιατροδικαστική εξέταση»! «Αποδείχτηκε», ακούς; Το δε διαβιβαστικό το έγραψαν στις 14 του μήνα, η ιατροδικαστική όμως βγήκε στις 15! Κοινώς, μια μέρα πριν την ιατροδικαστική «ένδειξη», αυτοί «απέδειξαν» βιασμό και ρίψη ουσιών. Οι δε τοξικολογικές και τα DNA, που βγήκαν 25 μέρες αργότερα, ήταν όλα καθαρά! 

Να σου πω την αλήθεια, όταν έσκασε η υπόθεση σου και τη διάβασα, θεώρησα τρομερά κωμική την ιστορία του ταξιτζή. Που να’ξερα ότι θα σου’τρωγε ενάμισι χρόνο απ’ τη ζωή σου και υπό τις χειρότερες συνθήκες…

Εγώ δεν είχα πρόσβαση στο τι λεγόταν στα social media, αλλά μου τα’λεγε ο πατέρας μου…

Ξέρεις, ήταν και μια ιστορία που πούλαγε πολύ: Σεξ, που ούτως ή άλλως πουλάει πάντα, κλπ.

Ξέρω, σεξ μεταξύ αντρών, παρκάκια, βιασμοί…

Ήταν σαν ένα καλοστημένο κίτρινο ή ροζ, αν θες, αφήγημα που όμως πήγε να καταστρέψει έναν άνθρωπο. 

Όχι, δεν τον κατέστρεψε, αλλά αν ήταν άλλος θα μπορούσε να’χει φουντάρει. 

Πως ένιωσες με τη δημοσιοποίηση των στοιχείων σου;

Ήμουν ήδη μια βδομάδα στη φυλακή, στο Μεταγωγών στην Τρίπολη, για τα σεξουαλικά εγκλήματα. Με είδα στον Χατζηνικολάου που έλεγε «Για να μην υπάρξουν κι άλλα θύματα του»! Δεν το κατάλαβα στην αρχή. Ακούω την είδηση και σαν να μην καταλάβαινα ότι ήταν για μένα, αφού δεν είχα συνειδητοποιήσει για ποιο λόγο βρισκόμουν στη φυλακή. 

Οι δικοί σου πότε ενημερώθηκαν για πρώτη φορά;

Τους ειδοποίησα εγώ δυο μέρες αφότου με είχανε πιάσει. Ήθελα ένα δικηγόρο πριν την ανάκριση. Τους τα’πα όλα, θυμάμαι τον πατέρα μου να λέει: «Εντάξει, μωρέ μαλάκα, νομίζω πως κατάλαβα πως έμπλεξες». Είδα τα στοιχεία μου να δημοσιοποιούνται όσο ήμουν στην Τρίπολη κλειδωμένος, στις 8.30 το βράδυ, γιατί εκεί μας κλείδωναν απ’ τις 5.30 το απόγευμα. Με είδα στο δελτίο του Χατζηνικολάου μ’ αυτό το κόκκινο που φορούσα κι ήμουν σαν σκατά με φράουλες, με κάτι μάτια χάλια απ’ τα drugs. Έπεσε μια παγωμάρα μεσ’ στο θάλαμο, γιατί εκείνη την ώρα ήμουν σοκαρισμένος. 

Εκεί πρωτοείπες «Εδώ έχω μπλέξει τώρα για τα καλά»;

Δεν πήγαινε ο νους μου ακόμα στη διάσταση που θα’παιρνε η ιστορία και στο πόσο θα τραβούσε χρονικά. Εγώ ήξερα ότι είχα μπει φυλακή και ότι θα έβγαινα σύντομα, εφόσον επρόκειτο για μία παρεξήγηση. Έλεγα «Εντάξει, μωρέ, θα βγω»…Οι συγκρατούμενοι, να σου πω την αλήθεια, ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Οι μισοί γελάγανε. 

Λογικό το βρίσκω. 

Ένιωσα σαν εγώ να’μαι μέσα και έξω να καταστρέφεται η ζωή μου ερήμην μου…

Πως εξηγείς τώρα τη συμπεριφορά του ταξιτζή, που μπορεί να έπαιζαν γνωριμίες του με την αστυνομία, όπως δήλωσες;

Δεν έπαιζαν απλά γνωριμίες του, μου το είπαν ευθέως: «Ξέρουμε ποιος είναι, ξέρουμε και την κοπέλα του, που δουλεύει σ’ ένα μπαράκι 600 μέτρα παρακάτω απ’ το αστυνομικό τμήμα Αμπελοκήπων. Εκεί πάμε οι μπάτσοι και μεθάμε». Όταν μετά την ανάκριση κρίθηκα προφυλακιστέος, ήμουν για δυο μέρες πέρα δώθε στα τμήματα. Αυτά μου τα’πε, λοιπόν, ένας μπάτσος αφότου είχε εγκριθεί η προφυλάκιση μου. Ένα καλό παιδί μ’ έπιασε, γιατί δεν είναι σκάρτοι όλοι οι αστυνομικοί, στρέφοντας το ενδιαφέρον μου στο τι ήταν ακριβώς αυτός ο ταξιτζής. Παντού τα είπα αυτά! Και στα δικαστήρια τα είπα, αλλά οι δικαστές έκαναν ότι δεν τα άκουγαν, μην τυχόν και θίξουμε την αστυνομία! Το όλο θέμα με τον ιατροδικαστή ήτανε για να βρεθεί κάτι, αυτοί νόμιζαν δηλαδή ότι έχουν πιάσει κάποιον γκράντε εγκληματία! Εκεί αποδίδω τη δημοσιοποίηση των στοιχείων μου. Όσο ήμουν μέσα, η αστυνομία πρότεινε στην εισαγγελέα τη δημοσιοποίηση των στοιχείων μου κι αυτή το έκανε! Μία κυρία με ένα καρέ μαλλί, που απ’ τη μια μαγειρεύει τα φασολάκια στην κατσαρόλα κι απ’ την άλλη δημοσιοποιεί τα στοιχεία κάποιου! Δε μπορούσε να καταλάβει η κυρία αυτή ότι έξω υπήρχαν και σεξουαλικά βοηθήματα! «Ο άνθρωπος βρέθηκε βιασμένος» να μου λένε, «Κι εγώ τι φταίω;» να απαντώ, που πραγματικά δεν μπορούσα να μπω στην ανύπαρκτη λογική τους! 

Τι εννοούσες όταν μίλησες πριν για έναν «γκράντε εγκληματία» που νόμιζαν ότι έπεσε στα χέρια τους;

Θυμάσαι έναν που είχε δολοφονήσει δύο ταξιτζήδες στα βόρεια προάστια; Αυτός ακόμα κυκλοφορεί έξω και τον ψάχνουν. Το κίνητρο δεν ήταν η κλοπή, ενώ ακόμη ερευνούν γιατί επέλεξε ταξιτζήδες. Θα είπαν λοιπόν «Εδώ τώρα έχουμε έναν που κατηγορείται για βιασμό ταξιτζή. Μήπως και του αλλουνού το κίνητρο ήταν σεξουαλικό; Μήπως πιάσαμε αυτόν τελικά;» Και κάπως έτσι, μία κυρία υποδιευθυντού του αστυνομικού τμήματος Αμπελοκήπων, που συνέταξε το διαβιβαστικό, ήθελε να πάρει γαλόνια, προτείνοντας δημοσιοποίηση των στοιχείων ενός ανθρώπου με ότι αυτό συνεπάγεται. Και να γράφει για βιασμούς επειδή τους είχε δει στον ύπνο της μία μέρα πριν από την Ιατροδικαστική! Για τον δε συγκεκριμένο ταξιτζή, από γνωστό μου μεσ’ στην Αντιτρομοκρατική, έμαθα πως είναι ρουφιάνος τους, γι’ αυτό είναι έξω, αν κι έχει μπλεξίματα με το νόμο. 

Αυτά τα λες για πρώτη φορά;

Εμπλοκές με τη δικαιοσύνη! Έτσι το άκουσα ακριβώς στα μέσα κι εγώ για πρώτη φορά! Δεν θέλω να μιλάω έτσι για σύσσωμη την αστυνομία, αλλά μιλάω για το συγκεκριμένο αστυνομικό τμήμα, γιατί γουστάρω να’χω εμπιστοσύνη…

Εσύ καλά κάνεις και το λες, αλλά – ξέρεις – η εμπιστοσύνη όλων όσοι τα βλέπουμε απ’ έξω, κλονίζεται απέναντι στη δικαιοσύνη και την αστυνομία. 

Κι η δική μου έχει κλονιστεί και ξέρεις κάτι; Ούτε τώρα προσκυνάω, αν θες, αλλά όταν απέρριπταν τις αιτήσεις μου για αποφυλάκιση, το μόνο που έβλεπα ήταν συμπαράσταση στην αστυνομία απ’ τη δικαιοσύνη, λες και θα βγαίναμε για καφέ και τι θα λέγανε στην πλατεία του χωριού. Αυτό είναι το σκεπτικό των δικαστικών: Να προστατέψουμε το Σώμα! Είχαμε μια ανακρίτρια που με προφυλάκισε με κατηγορία ότι «μου έριξε κάτι και με γάμησε» με όλα αυτά να βγαίνουν καθαρά στα τεστ DNA και στις τοξικολογικές εξετάσεις. Και να μη με αποφυλακίζει! Να πιάνονται από κάτι αναζητήσεις μου σε εφαρμογή ταξί, δύο χρόνων πριν, οι οποίες ήταν πολλές επειδή εγώ ήθελα ντε και καλά να βιάσω κάποιον. Να χαζεύεις φωτογραφίες με τη λογική ότι οπωσδήποτε θα βιάσεις! Δεν είδα, βέβαια, παρόμοια ευαισθησία στη δημοσιοποίηση των στοιχείων μου! Κι εκεί, επίσης, είδαμε και την εμπλοκή του ΣΑΤΑ. Ο ταξιτζής, στο μεταξύ, είπε ότι στο δικαστήριο μίλησε με τη διευθύντρια, στο τμήμα Αμπελοκήπων, η οποία του πρότεινε να πάει σ’ έναν ιατροδικαστή κι έτσι δέχτηκε και πήγε. Όταν, όμως, εγώ άκουσα να τον ρωτάει ο αστυνομικός αν θέλει ιατροδικαστή, που σου έλεγα, η κυρία αυτή δεν ήταν μπροστά. Προφανώς είχαν συνεννοηθεί με τη διευθύντρια τι θα’λεγε, πριν κάτσει να δώσει κατάθεση. Τη διευθύντρια, ξαναλέω, που έδωσε το διαβιβαστικό στην εισαγγελέα για τη δημόσια διαπόμπευση μου! 

Απ’ όπου κι αν το πιάσεις, είναι να τρελαίνεσαι, ομολογώ ωστόσο, βάσει όσων μου λες, ότι λειτούργησες υπέρ σου σαν τον καλύτερο ντετέκτιβ.

Είναι δυνατόν εσύ να πιστεύεις ότι ένας 28χρονος βίασε έναν 26χρονο, του έβαλε κάτι στον κώλο του- συγγνώμη για τη φράση μου- μετά τον έντυσε και ο άλλος δεν κατάλαβε τίποτα παρά μόνο την επόμενη μέρα; Εσύ, λοιπόν, που’σαι εισαγγελέας, τι εντολή δίνεις; Να βγει στη φόρα η φωτογραφία του, για να δεις πόσοι άλλοι έχουν πάθει το ίδιο απ’ αυτόν; Όχι, πες μου, πόσοι άλλοι μπορούν να το πάθουν παγκοσμίως; Αν δεν ειν’ αυτά ρατσιστικά κίνητρα, δείχνουν τουλάχιστον ένα πνευματικό – νοητικό πρόβλημα. 

Απ’ την άλλη, ένα κίνημα μεγάλο προς συμπαράσταση σου άργησε λίγο να εμφανιστεί.  

Ήμουν χάλια…Δεν μπορούσα να καταλάβω το σκεπτικό των βουλευμάτων που έπαιρνα και που το ένα ήταν copy paste του άλλου. Έλεγαν ότι χρησιμοποιούσα την εφαρμογή για να επιλέξω τον συγκεκριμένο ταξιτζή που μου άρεσε και που εν συνεχεία τον πήγα στο sex shop για ν’ αγοράσω κάτι, που θα χρησιμοποιούσα πάνω του. Μου απέδιδαν όλο το τυχαίο σε προγραμματισμό. Μου είπαν ότι του έβαλα στον πρωκτό κάτι μικρότερο από μισό πόντο, που μετά το πέταξα για να μη βρεθεί, ενώ πάνω του δεν είχε βρεθεί ίχνος δικού μου DNA. Μα πως θα γινόταν η πράξη αυτή, δεν θα έπρεπε να αγγίξω τα οπίσθια του με τα χέρια μου; Απ’ τα δικά του κωλομέρια πήραν DNA άλλωστε. Το ρεζιλίκι ήταν όλο δικό του στην τελική, όπως φανέρωναν τα αληθινά στοιχεία ένα – ένα. Όχι δικό μου!

Θεωρώ ότι μετά τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, το δεύτερο περιστατικό που συσπείρωσε τη LGBTI κοινότητα ήταν το δικό σου.

Είναι το κύμα συμπαράστασης, που έλεγες πριν και που άργησε λίγο.

Γιατί πιστεύεις ότι άργησε;

Δεν τους κακολογώ! Στην αρχή ήταν λογικό να περίμεναν να δουν τα αντικειμενικά στοιχεία, δηλαδή τις τοξικολογικές εξετάσεις και το DNA. Το πρώτο δίμηνο πέρασε μ’ αυτά. Απ’ την άλλη, εγώ είχα πάρει μόνος μου ένα δρόμο σαν ένας Γιώργος, που πάλευε για τα δικά του δικαιώματα. Πρακτικά, δεν υπήρξα ποτέ ενεργός με σωματειακά, ακτιβιστικά κλπ. Δεν ξέρω και αν υπάρχει κάποια ανταλλακτική λογική σ’ αυτό, να υποστηρίζεται δηλαδή μόνο ένας άνθρωπος που ανήκει σε ομάδα. Το σκέφτηκα κι αυτό…Θεωρώ ότι άργησαν, αλλά όταν έγινε, συσπειρώθηκαν για τα καλά! Από την πρώτη στιγμή στάθηκε στο πλευρό το δικό μου και της οικογένειας μου ο Γρηγόρης ο Βαλλιανάτος.

Ο Βαλλιανάτος είχε σηκώσει κανονική παντιέρα στα social media, όπως και ο ηθοποιός Σπύρος Μπιμπίλας απ’ τη μεριά του σιναφιού σου, του θεάτρου δηλαδή. 

Πολλοί άνθρωποι με βοήθησαν. Ο Μπιμπίλας πρωτοστάτησε ως πρόεδρος του ΤΑΣΕΗ και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Πάνω σ’ ένα νομοσχέδιο που αναφερόταν στο τεκμήριο αθωότητας, κατάφερε και συγκέντρωσε για την υπόθεση μου, την συνεχιζόμενη δηλαδή παραβίαση του δικού μου τεκμηρίου αθωότητας, 400 αρχικά υπογραφές που σήμερα έχουν ξεπεράσει τις χίλιες! Βάλσαμο στην ψυχή μου το ένιωσα.

Είναι, πράγματι, συγκινητικό.

Από τα 400 ονόματα ηθοποιών, που ζητούσαν την αποφυλάκιση μου στην ουσία, ήταν αυτά του Πέτρου Φιλιππίδη, της Κάτιας Δανδουλάκη, του Παύλου Χαϊκάλη, του Γεράσιμου Σκιαδαρέση και πολλών άλλων, που τα διάβαζα μεσ’ στη φυλακή και δάκρυζα από χαρά. Οι υπογραφές αυτές στάλθηκαν στη Βουλή κι έτσι ψηφίστηκε το αργοπορημένο νομοσχέδιο για το τεκμήριο αθωότητας. Ήταν ορισμένο να ψηφιστεί από την Ευρώπη, αλλά εδώ το’χαν γραμμένο να μην πω που, επί ΣΥΡΙΖΑ κιόλας. Επίσης, να τα λέμε κι αυτά, εμένα τα στοιχεία μου δημοσιοποιήθηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ. Θέλω να’μαι δίκαιος, ανεξάρτητα απ’ τις συμπάθειες, τις αντιπάθειες και τις κομματικές επιλογές. Ωραία, ψήφισες το σύμφωνο συμβίωσης, αλλά τι να το κάνω που εμένα με έβγαλες στα κανάλια ως εγκληματία; Μπορώ να το λέω εγώ ως Γιώργος Καρκάς, είμαι ο only one που το έπαθε άλλωστε! 

Στο δικαστήριο, επίσης, σε στήριξαν πολλοί αξιόλογοι καλλιτέχνες και όχι μόνο, απ’ όσο γνωρίζω. 

Ήρθαν άνθρωποι στο δικαστήριο, που άλλους δεν τους ήξερα προσωπικά και μ’ άλλους είχα συνεργαστεί: Ο Τάσος Πιργιέρης, που είχαμε παίξει μαζί στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού, ο Γεράσιμος Μιχελής, πολλοί δικηγόροι που ήθελαν να παρακολουθήσουν τις έξι συνολικά φάσεις της δίκης, μια κι ήταν μοναδική στα ελληνικά δικανικά χρονικά, όπως και κάποιοι «διάσημοι», που δεν θέλησαν να διαφημίσουν το παρόν τους: Η Μάνια Παπαδημητρίου, ας πούμε, που υπήρξε δασκάλα μου στο Τέχνης, είχε έρθει ως συνήγορος υπεράσπισης μου και κατέθεσε ως μάρτυρας. Την ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό, καθώς το ήθος που με δίδαξε από το θέατρο φανέρωσε τελικά μια ευρύτερη στάση απέναντι στη ζωή. Αυτό τελικά μου έμαθε η συμπαράσταση της! 

Στ’ αλήθεια, τη φοβήθηκες καθόλου την έναρξη της δίκης;

Κάθε άλλο! Την περίμενα σαν τον πούστη αυτή τη μέρα! Είχα καταλάβει απ’ τα βουλεύματα ότι ήταν πια πολιτικό το θέμα και όχι θέμα στοιχείων…Ήτανε στην ουσία μία άτυπη και τυπική διαχείριση του δημόσιου εξευτελισμού τους. Διότι, πέραν απ’ τη υπόθεση καθαυτή, ποιος άλλος που του έβγαλαν στη φόρα τα προσωπικά δεδομένα του, θα το τράβαγε στα άκρα, μιλώντας ο ίδιος σε δημοσιογράφους; Πες μου μία δεύτερη υπόθεση σαν τη δική μου και έναν άλλο κατηγορούμενο στη θέση μου, που αποζήτησε τόσο τη δημοσιότητα! Δεν θα βρεις, γιατί δεν υπάρχει κι ελπίζω να μην ξαναϋπάρξει. Τι θα γινόταν αν εγώ έδινα μία συνέντευξη πριν από το δικαστήριο; Ήξεραν ότι θα την έδινα! Αν όλα αυτά που είπα στο δικαστήριο, τα έλεγα σε δημοσιογράφο, μπορεί να λειτουργούσαν τελείως ρεβανσιστικά απέναντι μου. Σκέψου ότι η ίδια η ανακρίτρια είπε κάποια στιγμή στον πατέρα μου: «Πολλή φασαρία και πολλές διαρροές, όμως»! Μία ανακρίτρια, την οποία εγώ θεωρώ αστοχία υλικού για τις δικαστικές αρχές, αποκαλυπτόταν σαν ένα ευθυνόφοβο ανθρωπάκι. Τέσσερις εισαγγελείς έστελναν τα ίδια βουλεύματα, αλλάζοντας σε μερικά σημεία τις φράσεις, χωρίς να υπάρχει τεκμηριωμένη θέση που να στοιχειοθετεί έγκλημα. Εν ολίγοις, στο τέταρτο και τελευταίο βούλευμα, ικανό να με κρατήσει στη φυλακή έξι μήνες παραπάνω, επί λέξει έγραψαν: «Πιθανολογείται σφόδρα ότι του έριξε κάτι στον καφέ»! Δηλαδή, μπορεί να μην έχουμε ναρκωτικά βάσει των τοξικολογικών, μα ούτε και καφέ έχουμε, εσύ όμως κάτσε άλλο ένα εξάμηνο στη φυλακή! Έτσι, από το δωδεκάμηνο με πήγε τυπικά στο δεκαοχτάμηνο, γιατί ταυτόχρονα είχε συμπέσει η δίκη και γι’ αυτό βγήκα λίγο νωρίτερα. 

Πότε άκουσες επιτέλους τη λέξη «Αθώος»;

Από το στόμα της προέδρου στις 3 Μαρτίου του 2020. Στις 4 Μαρτίου βγήκα από τη φυλακή, που είχα μπει από τις 13 Νοεμβρίου του 2018. Σκέψου ότι ήταν Τρίτη και 13 εκείνη του Νοέμβρη του ’18. Άντε να μη γίνεις προληπτικός… Το ότι πέρασα εκεί μέσα σε μια νέα δεκαετία της ζωής μου, το είδα σαν μια πόρτα αλλαγής απ’ τα ντρόγκια και απ’ τα επιφανειακά πράγματα, τα οποία είναι ωραία βέβαια και δεν τα κατακρίνω. Στο άκουσμα της λέξης «Αθώος», ένιωσα ένα πετάρισμα στην ψυχή, σαν να άνοιγε το στήθος μου και να έφευγαν πουλιά. Χαρά, συγκίνηση…Γύρισα και κοίταξα την αδερφή μου πίσω…Τρεις εβδομάδες πριν αποφυλακιστώ, είχε μάθει πως ήταν έγκυος κι εγώ δε μπορούσα να την πάρω μια αγκαλιά, αφού απαγορευόταν μονίμως να αγγίξεις τους συγγενείς σου, πέρα από ένα «Γεια» μαζί τους…Σκέφτηκα αστραπιαία πως πλέον θα μπορώ να σφίξω πάνω μου όλους όσοι με βοήθησαν χωρίς έναν μπάτσο από πάνω μου να μου λέει: «Έλα, έλα, πάμε»…Ξέρεις ότι με είχαν πάει με χειροπέδες στο Κρατικό της Νίκαιας για μία εξέταση; Κυκλοφορούσα σαν ξεφτίλας στους διαδρόμους και μια γιαγιά με αναγνώρισε, αφού μ’ είχε δει στην τηλεόραση. Περιφορά κανονική με ακάλυπτο πρόσωπο και σιδηροδέσμιος, όπως έκαναν στους μαύρους κάποτε. 

Φάση «Είμαι τεντιμπόης», Νόμος 4000.

Κάπως έτσι…

Δε μου λες, στους δικαστές ήσουν τόσο γλαφυρός, όσο σ’ αυτή τη συνομιλία μας;

Ήταν μία υπόθεση που δε μπορούσα να μην τους τα λέω γλαφυρά. Τους άρεσε – δεν τους άρεσε, ήταν υποχρεωμένοι να μ’ ακούσουν. Τα είπα όπως έπρεπε…Να προσθέσω ότι το «Αθώος» το άκουσα και με μία αδιαφορία, καθώς ήμουν όντως αθώος, φως-φανάρι. Η διαχείριση του υπόλοιπου πράγματος είχε σημασία, να έβγαινα δηλαδή αθώος λόγω αμφιβολιών ή να με βγάζανε, βάσει του νέου ποινικού κώδικα, ως ένοχος με αναστολή. Δηλαδή μπορούσε να’ χει γίνει κι αυτό, να’μαι σπίτι μου, αλλά για την κοινωνία ένοχος…Ωστόσο, οι τέσσερις ένορκοι που ψήφισαν αθώωση, ακολούθησαν την εισαγγελέα, η οποία πρότεινε πρώτη Ττην αθώωση: «Ότι και να λέει ο ένας και ο άλλος, δεν βρέθηκε DNA. Τέλος»! Μπράβο της, αλλά εγώ δεν καταλαβαίνω γιατί να μην ειπωθεί αυτό από το πρώτο δίμηνο; Και ταυτόχρονα οι δικαστές ψήφισαν ενοχή! Με απόσταση δύο μηνών, θα έλεγα ότι τους λυπάμαι, αφού με ρωτάγανε χαζομάρες με αυστηρό ύφος για να στηρίξουν τα αστήρικτα. Θεωρώ τελικά ότι οι δικαστές ασπάστηκαν την απόφαση της εισαγγελέως και των ενόρκων, για να τους καλύψουν και λίγο. Ο συνήγορος της εταιρείας ταξί είπε στο τέλος κατά την αγόρευση του: «Μα καλά, κύριοι δικαστές, τα τόσα βουλεύματα, που τον κρατάνε μέσα δεκάξι μήνες, θα τα πετάξετε στα σκουπίδια; Τόσοι δικαστές θα ακυρωθούν;» Ήταν σαν να έλεγε «Ναι, δεν υπάρχουν στοιχεία, αλλά θα μας ξεφτιλίσετε όλους;»…Έδειχναν να στέκονται στο πόσο ανώμαλος είμαι και στο να μην εκτεθούν τα δικαστικά συμβούλια με τους δικαστές στο τέλος να ψηφίζουν κατά ιδιότητα. Σκέψου ότι η Εισαγγελέας, μία Θεσσαλονικιά, σχεδόν γελούσε όταν άκουγε στη δίκη να μου έχουν βάλει ως κατηγορητήριο τις τσόντες που’χα αποθηκευμένες στον υπολογιστή μου. Κι εγώ να πετάγομαι και να λέω: «Ορίστε, αυτό ήταν το φετίχ μου, όχι οι ταξιτζήδες»! Γέλαγε η Εισαγγελέας με τη μία ένορκο, αλλά και όλη η αίθουσα. 

Οι τσόντες θα ήταν ένα πρωτότυπο, αν μη τι άλλο, επιβαρυντικό στοιχείο γι’ αυτούς.

Μα, από χίλιες τσόντες, αποθηκευμένες σε διάστημα δέκα ετών, κάποιες είχαν τίτλο «Taxi Driver» κι αυτό ήθελαν να το παρουσιάσουν ως βάσιμο κατηγορητήριο. Να προσθέσω ακόμη ότι σε περιπτώσεις βιασμών ενηλίκων και όχι φυσικά ανηλίκων, απαγορεύεται στις Αρχές να έχουν πρόσβαση στα ψηφιακά σου μέσα. Σε μένα το κάνανε διότι όταν έκανα ακόμη μία αίτηση αποφυλάκισης, μετά και από τις καθαρές τοξικολογικές, η ανακρίτρια έψαχνε να πιαστεί από κάπου. Έδωσε εντολή να ανοιχτεί ο σκληρός μου δίσκος, εν ολίγοις η κυρία αυτή εξομοίωσε την παιδεραστία με την ομοφυλοφιλία. Μιλάμε για απόγνωση, έτσι; Έγραφαν γιατί τον πήγε στο πάρκο, σημείο συνάντησης ομοφυλοφίλων; Δηλαδή, αν είχαμε πάει μπουρδελότσαρκα, π.χ., δεν θα έτρεχε τίποτα. Εννοείται πως αν είχα μόνο τσόντες στρέιτ και βιτσιόζικες, θα ήταν δείγμα μαγκιάς και νορμάλ συμπεριφοράς, ενώ τώρα είχα την πρόθεση να βιάσω…Και να βλέπω να υποστηρίζουν σοβαρά αυτά τα γελοία κατηγορητήρια τους…Μιλάμε για ιλαροτραγωδία! 

Σημαντική ερώτηση: Γιατί στράφηκε εναντίον σου και ένα ολόκληρο σωματείο ταξιτζήδων;

Εγώ είχα καλέσει την Taxibeat και ένας κατακαημένος συνδικαλιστής, που’θελε να πει τον νταλκά του κι αυτός, εκπροσωπούσε τη ΣΑΤΑ, το σωματείο που πριν τη δική μου υπόθεση είχε κάνει μανούρα στην Taxibeat. Έλεγε «Για ποιο λόγο να φαίνονται οι φωτογραφίες στην εφαρμογή; Οι ταξιτζήδες δεν είναι πουτάνες»! 

Έχω μείνει ενεός!

Συνέβη, λοιπόν, αυτό με μένα και ο ΣΑΤΑ πήρε την υπόθεση για να βγει και να πει: «Βλέπετε; Σας τα λέγαμε! Έχουμε βιασμό ταξιτζή, επειδή υπήρχε η φωτογραφία του». Ήρθε κι έκατσε η φάση εναντίον μου, κατέληξα να βρεθώ εκτεθειμένος ως μανιακός και υπεύθυνος σεξουαλικής βίας, επειδή οι εταιρείες ταξί είχαν ανταγωνισμό μεταξύ τους. Εδώ να πω ότι ο ΣΑΤΑ εκμεταλλεύτηκε και τον ταξιτζή, ο οποίος εκτός από πουτάνα, ήταν και μία ηλίθια, δεν είχε καταλάβει δηλαδή ότι απλά τον έσερναν για το δικό τους συμφέρον. Ο ταξιτζής, δασκαλεμένος απ’ το δικηγόρο του ΣΑΤΑ, είχε πάρει γραμμή να πει πως έπαθε ότι έπαθε εξ αιτίας της εφαρμογής της Taxibeat! Κι ένα άλλο: Όταν υπάρχει υπόνοια βιασμού σου και το DNA δεν υπάρχει, δεν λες: «Ουφ, ευτυχώς δεν με πείραξε»; Γιατί αυτός επέμενε ότι το έπαθε; Πιστεύω ότι επειδή το θέμα πήρε δημοσιότητα, αυτόν τον γράπωσε ο ΣΑΤΑ για να πετύχει τον δικό του σκοπό, που φυσικά είχε να κάνει με το κέρδος – με τι άλλο; Δε θυμάσαι που ο ΣΑΤΑ έδιωξε την Uber; Ε, πολύ απλά, ήθελε να κλείσει και την Taxibeat! 

Και δωσ’ του να σε παρουσιάζουν στον Τύπο ως ο «μανιακός των ταξιτζήδων»…

Η αλήθεια είναι πως και τις έξι φορές που γύρναγα από τη δίκη στη φυλακή, στην τηλεόραση κάτι θα μεταδιδόταν και στον Τύπο κάτι θα γραφόταν. Είχα και τους συγκρατούμενους να’ναι υποστηρικτικοί και να το διασκεδάζουμε όσο μπορούσαμε. Θυμάμαι και κάτι ακραίο που μου’χε αφηγηθεί ένας άνθρωπος, ο οποίος ήταν πολλά χρόνια στη φυλακή για ναρκωτικά: Όποτε γύρναγε από άδεια, τον πέταγαν γυμνό στην απομόνωση, όπου αφόδευε κι ερχόταν ένας φύλακας κι εξέταζε με ένα ξυλαράκι τα κόπρανα μήπως έβρισκε κάτι μέσα…Να’σαι γυμνός σαν το ζώο και νά’χεις τον άλλο να σε κοιτάει από πάνω σου σαν σαδιστής – έτσι μου τό’χε περιγράψει…

Μουσική άκουγες στη φυλακή;

Πάρα πολύ. Όταν μου χάλασε κι ένα mp3 που είχα, τα βιβλία κι η μουσική ήταν η ελευθερία μου. Άκουγα από Moby μέχρι Μπιθικώτση, μετά Χατζιδάκι και Madonna, αλλά κατέληγα στη Βίκυ Μοσχολιού. Πάντα με τα ακουστικά στ’ αυτιά για να μην ενοχλώ τους άλλους. Στο κελί ήμουν πότε μ’ άλλους δύο και πότε μ’ άλλους τρεις, ενώ στην Τρίπολη μας είχαν σε θαλάμους παλιού στρατοπέδου, 28 άτομα κλειδωμένα μέσα…Δεν θα ξεχάσω τις τρεις πρώτες νύχτες στην Τρίπολη που μ’ είχαν δείξει στην τηλεόραση. Κοιμόμουν κι έβλεπα εφιάλτες, ότι ήμουν δεμένος και μου έκαιγαν το πρόσωπο με οξύ. 

Ξέρεις ότι πυκνώνουν οι φωνές για να ζητήσεις αποζημιώσεις για όσα πέρασες;

Το γνωρίζω, αλλά είναι το μόνο μη ανακοινώσιμο από τη μεριά μου στην παρούσα φάση, γι’ αυτό- αν θες- ας περάσουμε στην επόμενη ερώτηση. Βέβαια, έχω κινηθεί σχετικά για όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα στον Τύπο. Δεν έχει σχέση μία αποζημίωση που μπορείς να ζητήσεις απ’ το κράτος με μιαν άλλη που θα απαιτήσεις απ’ τις εφημερίδες. Το «Πρώτο Θέμα» είχε χαρακτηρίσει «αφήγηση» ή «αφήγημα» την κατάθεση μου, αναφέροντας με ως «Ο δράστης» και όχι ως «Ο φερόμενος ως δράστης». Ας έγραφαν ότι θέλανε, αλλά δεν θα αφήσω έτσι όσους μείωσαν την προσωπικότητα μου για να με κατηγορήσουν και επίσης όσους υποβίβασαν το τεκμήριο αθωότητας μου. Όποιος έγραψε κάτι τέτοιο, θα τού’ρθει ραβασάκι. Ακόμη έχω το φύλλο της «Espresso» που έγραψε «Ο διεστραμμένος ηθοποιός που μερεμέτισε ταξιτζή»…

Ομολογώ πως θυμηθήκαμε κι ένα ξεχασμένο ρήμα, το «μερεμετίζω».

Ναι, δηλαδή δεν ήταν ακριβώς δουλειά, αλλά μερεμέτι…Και στο δε «Μακελειό» είχαν γραφτεί διάφορα, διαδικτυακά κυρίως. Κάπου αλλού γράφτηκε «Δεν είχε τελειώσει καν το Θέατρο Τέχνης», κατάλαβες; Απ’ την άλλη, όταν όλοι ενημερώνονται απ’ την αστυνομία, που να ξέρουν ότι στο αστυνομικό τμήμα Αμπελοκήπων υπήρχαν κάτι υπηρεσιακά λουμπεναριά; 

Πριν σε χαρακτήρισα ντετέκτιβ του εαυτού σου και το εννοώ. Το περίμενες να ανακαλύψεις αυτό το ταλέντο σου; Δεν θα το’χαν άλλοι στην περίπτωση σου.

Πολύ καλή ερώτηση! Ο ντετέκτιβ της υπόθεσης ήταν ο πατέρας μου! Πρώτα αυτός ήταν και μετά έρχονταν οι δικηγόροι. Έβρισκε στοιχεία, μου τά’φερνε στη φυλακή, τα βάζαμε κάτω κι οι δύο στα καρτοτηλέφωνα και στα επισκεπτήρια και ψάχναμε την άκρη του νήματος. Μαζί, φιλαράκια κανονικά, τα φτιάξαμε όλα! Σαν άνθρωπος άλλαξα, μπορώ να πω…Έμαθα ν’ αγαπάω τον εαυτό μου, έγινα καλύτερος στο ότι μάζεψα εμπειρίες για κάθε μελλοντικό κείμενο που θα πέσει στα χέρια μου ως καλλιτέχνης. Δε γουστάρω να μοιραστώ τις συναισθηματικές εμπειρίες μου και καλό είναι να βλέπετε όλοι το αποτέλεσμα μόνο. Έχω βιώματα που δεν τα’χουν άλλοι τριαντάρηδες, αλλά και πολλοί άνθρωποι γενικότερα. Φτάνω να πω ότι έγινα πιο στέρεος, πιο γήινος, γεννήθηκε ένα κύμα δυναμισμού μέσα μου. Έγινα πιο συμπονετικός επί της ουσίας εκεί που πριν ήμουν λίγο αγαθιάρης. Και, επίσης, ηθική υπάρχει και στη φυλακή! Την ηθική αυτή την κούμπωσα με όσα τώρα βιώνω και θα βιώσω έξω. Ένας ρόλος ήμουν μεσ’ στη φυλακή, αφού πολλές φορές έλεγα τ’ όνομα μου και δίπλα κόλλαγα τη φράση «Είμαι φυλακισμένος». Έβλεπα πως δεν μου κόλλαγε. 

Και ταυτόχρονα σε έβλεπες να μπαίνεις στην απεξάρτηση απ’ τις ουσίες.

Μ’ αυτό τρελαινόμουν από χαρά! Και με το ότι οι γονείς μου χαίρονταν απίστευτα που με παρακολουθούσαν να καθαρίζω. Μου έδινε δύναμη μέσα για να συνεχίσω και για τους έξω. Να ξεκαθαρίσω ότι όλα για μένα τα’κανα και για κανέναν άλλο, απλώς ήταν μία μεγάλη ικανοποίηση η χαρά των γονιών μου. Όσο περνούσε ο καιρός και καθάριζα, συνειδητοποίησα ότι δεν είχα ταΐσει καθόλου τον ψυχικό μου κόσμο, παρά μόνο τον σωματικό μου. Είχε ανοίξει μέσα μου μία αποθήκη συναισθηματικής πείνας που ολοένα μεγάλωνε. Δεν ήταν το σεξ που μου έλειψε, αλλά η αγκαλιά ενός ανθρώπου, να γυρίσω στο κρεβάτι μου και να τον κλείσω μέσα μου με τα χέρια και τα πόδια μου για να κοιμηθούμε μαζί. 

Δώσε μου τον δικό σου ορισμό της έννοιας «Ελευθερία».

(σκέφτεται αρκετά) Ελευθερία είναι η μόνιμη πάλη ανάμεσα στα ζωώδη ένστικτα και τον πνευματικό κόσμο. Μια αιώνια πάλη ανάμεσα στα ένστικτα και στην πνευματικότητα του ανθρώπου. Και τα ένστικτα, ξέρεις, σε οδηγούν σε πράγματα αναλώσιμα άμεσα.  

Κι αυτοί που λένε ότι πάσχουμε από την απώθηση των ενστίκτων;

Εγώ θα έλεγα και των συναισθημάτων. Όταν δεν υπάρχει το πνευματικό ζύγι ώστε να μη γνωρίζεις τι τελικά θ’απολαύσεις σε βάθος χρόνου, κάπου χάνεσαι. Απ’ την άλλη, το ένστικτο είναι κινητήριος δύναμη και δε μπορείς να κινείσαι μόνο βάσει πνευματικότητας.

Μιλάς λίγο σαν «καταραμένος» καλλιτέχνης τώρα.

Όλη αυτή η βούτα στα σεξουαλικά ένστικτα, όπως τη βίωσα, με κάνει να μη μετανιώνω για τίποτα μέσα μου. «Καταραμένος» καλλιτέχνης, μου λες…Αυτό ενέχει ένα φόβο να σε θυμούνται όλοι σε στυλ «Α, αυτός, μωρέ, που’χε κατηγορηθεί για βιασμό ταξιτζή»…Το μόνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να έρχονται να με βλέπουν στο θέατρο και να μη φεύγουν αυτοί καταραμένοι (γελάει). Νομίζω πως αν βγάζω τις εμπειρίες μου στη σκηνή θα’μαι ένας γοητευτικά καταραμένος καλλιτέχνης. Στην τελική, όλα όσα συνέβησαν μέσα μου, μόνο κατάρα δεν θα τα’λεγα, συνεπώς η καταστροφή έχει και το γοητευτικό στοιχείο της. 

Ανέκαθεν.

Θέλω να κάνω «παπάδες» στο θέατρο και θα τους κάνω, Αντώνη! Αν ήμουν ασυνεπής απέναντι στο θέατρο και φτυσμένος απ’ τους συναδέλφους μου για την ασυνέπεια μου, εγώ αυτή τη στιγμή δεν θα είχα κανένα κίνητρο ακόμη και για να συνεχίσω να ζω. Μετά την αποτοξίνωση, το μόνο που ήθελα ήταν να αποφυλακιστώ και να πιάσω τη ζωή και το θέατρο απ’ τα μαλλιά. 

Τι σχέδια έχεις επ’ αυτού;

Κοίταξε, μην ξεχνάς, μόλις βγήκα απ’ τη φυλακή πέσαμε στην καραντίνα και πολλές δουλειές σταμάτησαν. Έχω κάνει κάποιες επαφές και θέλω πάρα πολύ να ξαναβγώ στη σκηνή. Το λαχταράει η ψυχούλα μου, πως να σ’το πω…

Γιώργο Καρκά, σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ γι’ αυτή την κατάθεση ψυχής.

Μίλησα όπως δεν το έχω ξανακάνει, ένιωσα ότι έκανα ψυχανάλυση μαζί σου και θα’ναι η τελευταία φορά ίσως που μιλάω δημόσια για την όλη υπόθεση. 

Κι εγώ σου εύχομαι η επόμενη συνέντευξη μας να’χει αφορμή μία παράσταση που θα συμμετέχεις και όχι αυτή την τραγική ιστορία. 

Μακάρι. Το εύχομαι. Και θα γίνει! Χωρίς να κοιτάω πίσω και με το κεφάλι ψηλά! Σ’ ευχαριστώ!

 

Β. Καπερνάρος για υπόθεση Λυγγερίδη: «Θα υπάρξουν πιέσεις, για να κλείσουν στόματα» (video)

καπερναρος

Β. Καπερνάρος για υπόθεση Λυγγερίδη: «Θα υπάρξουν πιέσεις, για να κλείσουν στόματα» (video)

«Η Αστυνομία δέχεται συνεχώς επιθέσεις στα γήπεδα, αλλά πάντα περνούσαν στο ντούκου», παραδέχτηκε ο πρόεδρος…