Η ηθοποιός Δήμητρα Χατούπη δίνει την πιο ψυχαναλυτική της συνέντευξη!

Η Δήμητρα Χατούπη δεν περνάει και την καλύτερη φάση της ζωής της, μετρώντας μεγάλες απώλειες. Ίσως γι' αυτό να καταπιάνεται με τον «εγκεφαλικό» Στρίντμπεργκ και ίσως γι' αυτό τελικά να εξέλαβε τη συνομιλία μας σαν μία άτυπη ψυχανάλυση και όχι σαν ακόμα μία συνέντευξη. 

Χατούπη 1

Ήρθε στο ραντεβού μας στην πλατεία Βικτωρίας ελαφρώς καθυστερημένη. Ήταν ντυμένη κατάμαυρα σαν γυναικεία beatnik φιγούρα. Ήθελε πολύ να μιλήσει ή, για την ακρίβεια, να αφεθεί σε μία κουβέντα που δεν θα τη μονοπωλούσε η επικαιρότητα. Πάντα, άλλωστε, η Χατούπη είναι δραστήρια και κάνει πολλά πράγματα ως ηθοποιός, ως σκηνοθέτις και ως δασκάλα υποκριτικής. Σύντομα, όπως θα διαπιστώσετε, η συνέντευξη ξέφυγε από τα τετριμμένα και μετατράπηκε σε ένα ενδιαφέρον λεκτικό πινγκ πονγκ μεταξύ μας. Την είδα να κουράζεται σε πολλές φάσεις, να κάνει μεγάλες παύσεις σαν να ήθελε να ανασυγκροτήσει τη σκέψη και το λόγο της. Τα κατάφερε άψογα, θα έλεγα. Απολαύστε την!

Ξέρετε τι συμβαίνει με σας, κυρία Χατούπη; Όταν είπα σε φίλους ότι θα μου δώσετε συνέντευξη, οι περισσότεροι σχολίασαν με το εξής: «Είναι καλή αυτή. Ασχολείται με τα δικά της, αλλά έχει και μια σχολή θεάτρου».

Η σχολή υπάρχει εδώ και 15 χρόνια και ξεκίνησε μάλλον τυχαία, αφού δεν είχα στο μυαλό μου ποτέ να εκπαιδεύσω άλλους. Βέβαια θεωρώ ότι έχει να κάνει και με τη δική μου κουλτούρα και παιδεία, γιατί οι γονείς μου ήταν δάσκαλοι και οι δύο. Μόλις άνοιξε η σχολή συνειδητοποίησα τι είχα κάνει, αν και με τα περισσότερα πράγματα στη ζωή αυτό συμβαίνει. Δίδασκα σε κάποια σχολή κι όταν έφυγα, κάποια παιδιά μ’ ακολούθησαν. Είπαμε «Γιατί δεν κάνουμε μια δικιά μας σχολή;» και σκέφτηκα να το προχωρήσω, χωρίς να έχω επίγνωση του τι συνεπάγεται.

Εννοείτε το γραφειοκρατικό κομμάτι.

Ναι, ένα κομμάτι που δεν ήξερα και δεν ξέρω, όπως και οι περισσότεροι από μας. Πρέπει νά’χει κάποιος τους κατάλληλους ανθρώπους δίπλα του για να μπορέσει να διατηρήσει τ’ όνειρο του. Δε θα μπορούσα να τα βγάλω πέρα με τα φοροτεχνικά – λογιστικά, αλλά φαίνεται πως με συνεπήρε η όλη ιστορία. Για μένα η εκπαίδευση είναι και μια σοβαρότατη υπόθεση, όχι μόνο η θεατρική, αν και στην Ελλάδα η θεατρική εκπαίδευση είναι σε πάρα πολύ χαμηλό επίπεδο. Αυτό ξεκινά από την κρατική μέριμνα στις δραματικές σχολές. Τα πτυχία είναι ακόμη «ανένταχτα» χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Με σπουδές τριετίας, οι σχολές αυτές δεν μπορούν να υπαχθούν ούτε στα ΑΕΙ, αλλά ούτε και στα ΙΕΚ. 

Άρα, το λέω κυνικά λίγο τώρα, στις σχολές αυτές τα παιδιά ικανοποιούν το «ψώνιο» τους και αν τους παρουσιαστούν ευκαιρίες και μπουν στο χώρο, έχει καλώς. Διαφορετικά δεν υπάρχει κανένα μέλλον.

Ακριβώς. Θεωρώ, όμως, ότι υπάρχουν κάποιες καλές σχολές οι οποίες στηρίζονται στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Εκεί τα παιδιά περνάνε από οντισιόν και μπορούν να βρουν δουλειά. Εμείς, πάλι, όπως γνωρίζετε, κάνουμε και παραστάσεις με τους μαθητές μας.

Και υψηλού επιπέδου, θα πρόσθετα.

Ναι, θέλω να πω ότι τα παιδιά κάνουν μια αρχή, αλλιώς είναι πάρα πολύ δύσκολο…Τελειώνουν μια σχολή κι αρχίζουν και τρέχουν σε οντισιόν, που οι περισσότερες είναι «μαϊμού», το γνωρίζουμε όλοι!

Γιατί να γίνεται μία οντισιόν, άμα είναι «μαϊμού»;

Ένα κομμάτι είναι διαφημιστικό κόλπο, ν’ ακουστεί δηλαδή μία παράσταση που πρόκειται να γίνει. Ένας άλλος λόγος είναι ο εξής: Αφού η οντισιόν είναι «κλειστή», ξέρουμε από πριν δηλαδή ποιους θα πάρουμε, ας την κάνουμε εμείς «ανοιχτή» για να μην καταλάβει κανείς τίποτα. Δεν είναι έτσι;

Δεν τό’χα σκεφτεί, το ομολογώ. Σας αρέσει τόσο το μαύρο χρώμα; Είστε ντυμένη στα μαύρα από πάνω ως κάτω, μέχρι και τα νύχια σας μαύρα τά’χετε βάψει.

Τα νύχια τά’χω βαμμένα για την παράσταση (γέλια), αλλά ναι, μ’ αρέσουν τα μαύρα. 

Μπορείτε να μου πείτε το λόγο;

Από πολύ μικρή τό’χα αυτό το κουσούρι. Αν ανοίξετε τη ντουλάπα μου, μια μαυρίλα θα βρείτε. Δεν μου αρέσουν τα χρώματα, σαν να μην είναι κάτι δικό μου νιώθω. Αν έβαζα ένα κόκκινο τώρα, δεν θα ήμουν εγώ.

Δεν επηρεάζει το μαύρο την ψυχολογία σας;

Φαντάζομαι, ναι. Τι να κάνω; (γέλια)

Γελάτε παρόλα αυτά. Δεν είστε κατσούφα. 

Νομίζω πως δεν είμαι κι ελπίζω να μη γίνω ποτέ. Το χιούμορ παίζει μεγάλο ρόλο για μένα.

Βάζετε χαλινάρι στο συναίσθημα σας;

Φυσικά, πλάκα κάνετε; Το πρώτο πράγμα ειν’ αυτό! Δυστυχώς, αλλά το κάνω! Πως να τ’ αφήσεις ελεύθερο το συναίσθημα και που να πάει…

Δεν θα βρίσκατε τον κατάλληλο αποδέκτη;

Ανήκει στο μεγάλο κομμάτι του φόβου. Να φανταστείτε, αυτό ακριβώς που με ρωτήσατε, το δουλεύω πολύ με τα παιδιά στη σχολή μου. Τα παιδιά είναι σαν να μην έχουν καθόλου συναίσθημα, σαν να έχουν ένα τοίχο μπροστά τους. Η δουλειά μας είναι το «φτυάρι», αφού προσπαθείς να «σκάβεις» συνέχεια μέσα τους. Απ’ την άλλη, εγώ η ίδια, αυτό που διδάσκω, δεν το κάνω. Ναι μεν στη σκηνή, αλλά όχι στη ζωή.

Και ποιο το κόστος στη ζωή;

Έχω χάσει ανθρώπους που θα μπορούσαν να ήταν στη ζωή μου, φίλους, συντρόφους, συνεργάτες, κι έπειτα νομίζω πως έχω κάνει πολύ κακό στον εαυτό μου. Υπήρξαν στιγμές με ανθρώπους που τις άφησα να περάσουν…

Μετανιώσατε ή είπατε «πάμε γι’ άλλα»;

Δεν μου αρέσει η λέξη «μετάνοια», ήμουν εγώ τότε και είμαι εγώ τώρα. Η μετάνοια ανήκει στην εκκλησία, να πας, να μετανοήσεις, να κάνεις και μια εξομολόγηση. Εκεί τελειώνει η ιστορία και νομίζεις πως έχεις «καθαρίσει».

Εσείς δεν κάνετε δηλαδή εξομολογήσεις; Πως θα τη «βγάλουμε» σήμερα; 

(γέλια) Κάνω, ναι, στην πολυαγαπημένη μου αδερφή. 

Είστε πολύ δεμένες;

Πολύ, ναι, ειδικά μετά και το θάνατο του μπαμπά μας. Η ζωή μου αυτή τη στιγμή είναι να μαθαίνω να διαχειρίζομαι μια τεράστια απώλεια. Είμαι γεμάτη απώλειες…Πώς διαχειρίζεται κανείς την απώλεια; Δεν έμενα με τους γονείς μου, αλλά ήμασταν κάθε μέρα μαζί. Πρώτη έφυγε η μάνα μου και ενάμισι χρόνο μετά ο πατέρας μου. Ένα μήνα πριν τον πατέρα μου έχασα και τον Ιγκόρ, το αγαπημένο μου λυκόσκυλο στα 13 του…Στους γονείς μου οφείλω τη σχολή μου.

Σας είχαν χρηματοδοτήσει;

Τα πάντα! Και ψυχολογική, και οικονομική υποστήριξη! Ο μπαμπάς μου ήταν πάντα δίπλα μου στα όνειρα μου. Είχε έρθει στην πρεμιέρα της «Βιρτζίνια Γουλφ» και την άλλη μέρα πέθανε! Είχε «βαρύνει», αφού τον τελευταίο καιρό έκανε αιμοκαθάρσεις…

Το ίδιο πένθος νιώθει κι η αδερφή σας;

Ναι, μόνο που εκείνη το διαχειρίζεται καλύτερα. Τα καταφέρνει, γιατί μπορεί κι εκφράζεται επ’ αυτού…

Κι απέναντι στην απώλεια, ο εαυτός σας δεν έχει τίποτα να σας προτείνει; Την καλλιτεχνική εγρήγορση, ας πούμε;

Δεν έχει τρόπο να αντιμετωπιστεί η απώλεια…Δεν πιστεύω πως η καλλιτεχνική εγρήγορση είναι ένας τρόπος, γιατί μετά σου τα «σκάει» πιο έντονα. Είναι σαν φυγοπονία, να μεταθέτεις τον πόνο για να τον αποφύγεις…Ο καθένας θέλει τον τρόπο του και το χρόνο του κι εγώ, ξέρετε, δεν έχω ξαναμιλήσει σε συνέντευξη για την απώλεια των δικών μου. Πρώτη φορά μιλάω…

Υπήρξατε παντρεμένη με τον σκηνοθέτη Τάσο Ψαρρά.

Ναι, δέκα χρόνια παντρεμένοι και άλλα τέσσερα χρόνια σχέση. Από μικρά παιδιά μαζί…

Η απώλεια ή η έλλειψη ενός συντρόφου δεν διογκώνει το τωρινό πένθος σας;

Σαφώς, όπως και, αντίθετα, το νά’χες ένα παιδί. Μια νέα ζωή που συνεχίζεται. Εγώ δεν έχω ισορροπία αυτή τη στιγμή. Νιώθω πάνω σ’ ένα πατίνι και γέρνω συνέχεια από δω κι από κει. Φαντάζομαι, μαθαίνεις να ζεις με την απώλεια ή με το να σκέφτεσαι τους γονείς σου δίπλα σου. Δεν ξέρουμε και τι γίνεται, που βρίσκονται, που πήγαν…

Μεταφυσικές ανησυχίες ακούω.

Έχω μεταφυσικές σκέψεις χωρίς να ξέρω που στηρίζονται ακριβώς. Μπορεί να’ναι μια ελπίδα, δε μπορεί;

Πριν λίγο καιρό είχε κυκλοφορήσει μια είδηση για πτώματα που δεν θάβονταν, αλλά στην ουσία φυτεύονταν κι από πάνω τους φύτρωνε ένα ολόκληρο δέντρο…

Κι αυτό είναι οδυνηρό. Μπορείς να μιλάς σ’ ένα δέντρο, να το αγκαλιάζεις, να το φιλάς; Τελικά αυτό είναι ο άνθρωπος, αυτό είμαστε: Οι απώλειες μας! Η διαχείριση της απώλειας μάς ορίζει.

Δεν γίνεται να μην υπάρχει κάτι άλλο. Η δημιουργία.

Φυσικά, αυτό όμως είναι και η δημιουργία, αν καταφέρεις να κάνεις κάτι τελικά. 

Να πάμε πολύ πίσω καλύτερα. Γεννηθήκατε στη Θεσσαλονίκη.

Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, έμεινα μέχρι τα δέκα μου στα Γιαννιτσά και μετά οι γονείς μου διορίστηκαν στην Αθήνα, οπότε ήρθαμε οικογενειακώς.  Πέρασα στο Θέατρο Τέχνης επί Κουν, αλλά ο ίδιος δεν δίδασκε πλέον.

Θα ήταν τα ίδια χρόνια που σπούδασε στο Τέχνης και η Όλια Λαζαρίδου. Μήπως ήσασταν συμμαθήτριες;

Όχι, αλλά θα σας πω κάτι: Η Όλια ήταν φίλη κάποιας φίλης και μου βρήκε μονόλογο για να έδινα εξετάσεις. Η Όλια με βοήθησε, μου έδωσε την Άλμα από το «Καλοκαίρι και καταχνιά». Δεν ξέρω, η αλήθεια είναι, αν η ίδια το θυμάται. 

Πως ήταν το κλίμα στο τότε Θέατρο Τέχνης;

Όχι πολύ καλό. Εγώ ήμουν τότε με τον «Ριζοσπάστη» στο χέρι και τον «Οδηγητή». Ήμουν κνίτισσα και αντιμετώπιζα διάφορα θέματα εκεί μέσα.

Πάλι μαύρα φορούσατε ως κνίτισσα;

Σχεδόν, γιατί έβαζα και κάνα χρωματιστό κρόσσι στην άκρη της φούστας μου. Και ταγάρι κρατούσα ανελλιπώς. Τραγουδούσα τότε σε ένα συγκρότημα που το λέγανε Venceremos. Μιλάω για το ’78 περίπου, τα χρόνια της σχολής.

Κατάλαβα, αντάρτικα, μπουάτ, Πάνος Τζαβέλλας και δεν «συμμαζεύεται».

Ναι, τον είχα γνωρίσει τον Τζαβέλλα, όπως και το Ταμπούρι, το Λημέρι, κάτι άλλα αντάρτικα συγκροτήματα.

Είχατε και το μικρόβιο του τραγουδιστή.

Βέβαια. Μετά πέρασα στη Φιλοσοφική, στην αγγλική φιλολογία, και ασχολήθηκα λίγο με τις θεατρικές σπουδές. Αμέσως μετά μπήκα στο Τέχνης. 

Το τραγούδι, πάντως, ήταν η πρώτη ανάγκη έκφρασης.

Όχι, πάντα το θέατρο ήταν. Το τραγούδι τό’βρισκα ημιτελές, ενώ στο θέατρο υπήρχαν τα πάντα, μουσική, χορός, κίνηση. 

Εγώ θά’λεγα τα πάντα υπάρχουν στον κινηματογράφο κι εσείς παίξατε σε πολλές και σε καλές ταινίες.

Έχω πολύ καιρό να κάνω ταινία…

Γιατί έτσι;

Δεν υπάρχουν ρόλοι όταν μεγαλώνει κάποιος. 

Ακούγεται λίγο σκληρό.

Πραγματικότητα είναι. Δεν βρίσκεις ρόλους στον κινηματογράφο, όπως έβρισκες πιο παλιά. Ακόμη και στο θέατρο, τα περισσότερα έργα είναι με ανδρικό feeling, παρόλο που η θέση της γυναίκας σήμερα είναι σαφώς πιο ενισχυμένη. 

Μπορεί, μα πως είπα και πριν, ζήσατε την περίοδο, εσείς, η Λαζαρίδου, η Μπαζάκα, η Φέστα, που ήσασταν περιζήτητες στο ελληνικό σινεμά.

Ναι, αλλά κι εγώ λέω πως δεν υπάρχουν σενάρια ή ρόλοι για μεγάλες πια ηλικίες. Και δεν είναι ελληνικό φαινόμενο αυτό, αλλά παγκόσμιο.

Ή θα θέλουν γυναίκες σε πολύ μεγάλες ηλικίες, άνω των 80 ας πούμε. 

Που είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο. Για τη δική μας τη γενιά, όμως, υπάρχει ένα gap, κάτι γίνεται…

Έχετε σκεφτεί πάλι ότι κι εσείς δεν είστε ακριβώς γυναίκα της ηλικίας σας, εμφανισιακώς; Δύσκολα θα σας προτιμήσει ένας σκηνοθέτης ως μία γυναίκα στην ωριμότητα της. 

Έχετε δίκιο, θα πρέπει να καβαλήσω τα 70 για ν’ αρχίσω να κάνω ρόλους στο σινεμά (γέλια)

Θα το θέλατε;

Ναι, γιατί όχι; (παύση) Θα κάνω τώρα μια ταινία του Κώστα Ζάπα. «Φρανκενστάιν REC» θα λέγεται.

Τι εννοείτε; Το μυθιστόρημα της Μαίρη Σέλλεϋ;

Ναι, διασκευασμένο σύγχρονα, στο σήμερα. Εγώ θα κάνω μία λεσβία, η οποία περιφέρεται μες τους αιώνες και τη βλέπουμε ξαφνικά μπροστά μας. Αντέλ είναι το όνομα της.

Τό’πιασα το σινεφιλικό υπονοούμενο. Είναι πρόκληση εσείς, μία στρέιτ, να υποδύεστε τη λεσβία;

Μ’ αρέσει πολύ! Καταρχάς πιστεύω πως όλοι μας εμπεριέχουμε ανδρική και γυναικεία πλευρά. Το θέμα είναι ποια απ’ τις δυο θα υπερισχύσει μέσα μας. Νομίζω συχνά πως εμένα αναδύεται αυτό το στοιχείο μέσα από τους ρόλους μου και απ’ αυτό που είμαι, το πιο ανδρικό στοιχείο εννοώ. Εδώ δεν θα υπάρχει ξεκάθαρη ερωτική σκηνή, αλλά θα είναι πασιφανής η ερωτική μου προτίμηση. 

Ο Ζάπας δηλαδή ετοιμάζει ταινία τρόμου ή παρωδία;

Τρόμου! 

Μάλιστα. Να που τελικά παίζετε στον κινηματογράφο πάλι.

Επιτέλους! Επιτέλους κάποιος με πήρε να παίξω σε ταινία του! Τώρα είμαστε σε πρόβες, τον Γενάρη θα ξεκινήσουμε γυρίσματα. Η ταινία είναι διεθνής συμπαραγωγή, γι’ αυτό θα παίζουν και ξένοι ηθοποιοί. Από Έλληνες παίζουν ακόμα ο Μπισμπίκης, η Λυδία Φωτοπούλου και ένα νέο κορίτσι. Ο δικός μου ρόλος, αν και όχι πρωταγωνιστικός, είναι μεγάλος. 

Δεν πάνε πολλά χρόνια επίσης που κάνατε άλλη μία ξένη ταινία.

Α, λέτε του Τζιβάν Αβεντισιάν, του Αρμένη. Ωραία ταινία ήταν αυτή! Άντε, να φύγουμε στο εξωτερικό να κάνουμε ταινίες.

Το γελάτε;

Καθόλου! Απλά θα πηγαινοερχόμουν για τη σχολή. Αν δεν φοβόμουν τόσο τ’ αεροπλάνο…

Κι εσείς, ε; Κι εγώ χαπακώνομαι πριν μπω στ’ αεροπλάνο.

Και μετά συνέρχεστε;

Ε ναι, δεν πέφτω και σε κώμα…

(γέλια) Προφανώς απλά δεν σωματοποιείται ο φόβος σας.

Αυτό ακριβώς. 

Θ’ ακολουθήσω κι εγώ το παράδειγμα σας, μου φαίνεται. Θα χρειαστεί, τον Ιούνιο πάμε με τον «Αίαντα» στη Νέα Υόρκη. Και ο Μπιμπής το φοβάται τ’ αεροπλάνο…Ο φόβος μεγαλώνει όσο περνάνε τα χρόνια, παλιά δεν μ’ ένοιαζε. Θά’χει να κάνει με το φόβο του θανάτου κι αυτό…

Προφανώς, γι’ αυτό ας αλλάξουμε κουβέντα. Στη σχολή του Πέλλου Κατσέλη πως βρεθήκατε;

Μετά το Τέχνης, δεύτερο έτος έβγαλα στου Κατσέλη και αυτή τη σχολή τέλειωσα. Θυμάμαι ότι στην επιτροπή για τα πτυχία ήταν η Ξένια Καλογεροπούλου, ο Κούρκουλος και ο Μαλαβέτας. Αμέσως μετά με πήρε ο Μαλαβέτας για μία παράσταση στον Λυκαβηττό και την επόμενη χρόνια η Ξένια για την παιδική σκηνή της. Μπήκα αμέσως στο χώρο. 

Καθιερωθήκατε ως ενζενί;

Ναι, αλλά ενζενί δεν υπήρξα ποτέ. Νομίζω πως γεννήθηκα ώριμη. Δεν είχα ποτέ την ιδιοσυγκρασία της ενζενί.

Κι αυτό πάλι δεν σας στέρησε μια ευτυχισμένη εφηβεία;

Ναι, έτσι είναι, αλλά τι νά’κανα; Αυτό ένιωθα…

Πως νιώθατε δηλαδή;

Καταθλιπτική…Όλο με μια κιθάρα ήμουν.

Τι τραγούδια παίζατε;

Αρλέτα, Beatles, τέτοια…

Βγαίνατε έξω ή την περνάγατε σπίτι;

Δεν έβγαινα πολύ. Δεν ήμουν κοινωνική, καθόλου…

Οι δικοί σας ανησυχούσαν;

Όχι, μάλλον όχι, δε νομίζω…Δεν είδαν και τίποτα περίεργο, δεν πήγα ν’ αυτοκτονήσω…Από τότε άρχισε να μ’ αρέσει το μαύρο…

Να βολευτήκατε.

Δεν ξέρουμε τι παιχνίδια μας παίζει ο εαυτός μας. 

Γίνεται να μην ξέρουμε τον εαυτό μας;

Τώρα ναι, τότε όχι. Στα 15 σου, στα 16 σου δεν τον ξέρεις, αλλά εγώ νομίζω πως γεννήθηκα μεγάλη. Με αντιμετώπιζα και ως παιδί, βέβαια. Κι εδώ να σας πω ότι πέρασα από μία οντισιόν όταν ήθελα να πάω στο ΚΘΒΕ, τελειώνοντας τη σχολή. Την έκανε ο Βουτσινάς για την «Τρελή του Σαγιό». Πήγαινα για το ρόλο μιας κοπελίτσας κι αυτός μου έδωσε το ρόλο μιας γυναίκας 75 ετών. Έκανα τη φίλη της Δέσπως Διαμαντίδου. Ήταν ο μόνος ο Βουτσινάς που είδε ότι υπήρχε κάτι άλλο σε μένα. Φοβερό; Μέγας δάσκαλος, μέγας!

Πως ήταν η Δέσπω Διαμαντίδου;

Τέλεια! Είχε «ζήσει» τους πάντες και τα πάντα. Υπέροχη! Στο ΚΘΒΕ έμεινα για μία τετραετία παίζοντας ρόλους ρεπερτορίου. Είχα νοικιάσει σπίτι στη Θεσσαλονίκη. Όταν ξανακατέβηκα Αθήνα, γνώρισα τον Ψαρρά.

Πείτε μου πως γνωριστήκατε.

Ο Τάσος έκανε κι αυτός οντισιόν. Είχα ακούσει ότι ήθελε μια μαθήτρια. Βάζω μια σχολική ποδιά και πηγαίνω. Με πήρε, εννοείται. Τα φτιάξαμε αμέσως σχεδόν. 

Τη νοσταλγείτε αυτή την περίοδο της ερωτικής συντροφικότητας;

Ήταν ωραία…

Περάσατε καλά δηλαδή.

Πολύ! Ήταν ωραία…

Παρόλο που λεν πως δύο καλλιτέχνες δεν κάνει να παντρεύονται;

Εμείς ήμασταν σε διαφορετικά κλιμάκια. Εγώ στο θέατρο, εκείνος στον κινηματογράφο, κάναμε και κάποιες ταινίες μαζί. Έκανα κι άλλα πράγματα εγώ, δεν ήμασταν μαζί συνέχεια…

Υπήρξε διάθεση παρεμβατικότητας του ενός στη δουλειά του άλλου;

Όχι ιδιαίτερη. Μου έλεγε και του έλεγα τη γνώμη μου. Αν δεν υπάρχει εκτίμηση και θαυμασμός στο ζευγάρι, δεν κρατιέται η σχέση. Πρέπει να θαυμάζεις τον άλλον και στη ζωή του και στην τέχνη του.

Ήταν επώδυνος χωρισμός ή έγινε ήρεμα και ομαλά;

Όχι, ομαλά και ήρεμα δεν έγινε. Κι αυτή μία απώλεια ήτανε, τεράστια…Εύκολο δεν ήταν, αλλά την παλέψαμε και οι δύο. 

Επικοινωνείτε σήμερα, έχετε καλές σχέσεις;

Έχουμε πολύ καλές σχέσεις. Μιλάμε, έρχεται στις παραστάσεις μου, πηγαίνω εγώ στις πρεμιέρες του. Θα ήταν γελοίο να είμαστε 15 χρόνια μαζί και να μην έχουμε καλές σχέσεις. Είναι πολλά τα 15 χρόνια, συνδέεις τη ζωή σου μ’ έναν συγκεκριμένο άνθρωπο.

Κάνατε και πολλή τηλεόραση.

Ισχύει. Ήταν μία περίοδος που δεν υπήρξα ακριβώς περιζήτητη, αλλά έκανα ταυτόχρονα θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση. Πάντα ήμουν επιλεκτική, αλλά σήμερα κατά ένα τρόπο είμαι περισσότερο επιλεκτική. Ίσως έγιναν πιο επιλεκτικοί κι οι άλλοι απέναντι μου. 

Γιατί το λέτε;

Ίσως με έχουν για απόμακρη και επιλεκτική για συγκεκριμένα πράγματα.

Και σνομπ;

Σνομπ, ναι, το διαισθανόμουν, που δεν είμαι σνομπ η κακομοίρα. Εσείς πως με βλέπετε;

Είστε ένας προσηνής και απλός άνθρωπος.

Βγάζω ένα ύφος σνομπ. Άμυνα…

Α, το λέτε με επίγνωση.

Τα γνωρίζω όλα, κύριε ψι μου (σ.σ. «ψι» σημαίνει «ψυχολόγος» σε συντομία), αλλά τίποτα δε μπορώ να κάνω.

Είναι απόρροια του χαρακτήρα σας;

Εντελώς. Είναι και ο τρόπος που μεγάλωσα, τα βιώματα μου.

Μήπως μια κατάθλιψη σας ακολουθεί από την εφηβεία σε μία διάρκεια ζωής;

Από ένα σημείο και μετά όλο αυτό το αντέστρεψα, το γύρισα. Μέσα από τη δουλειά, αλλά πλέον νομίζω ότι έχω σαν άνθρωπος και πολύ χιούμορ. Παλιά δεν με κέρδιζε αυτό το κομμάτι. Τώρα το θεωρώ πολύ μεγάλο κέρδος για τη ζωή μου. Αν κατάφερα κάτι σημαντικό τα τελευταία χρόνια είναι το αντιστάθμισμα αυτής της «σοβαρότητας» ή της κατάθλιψης, αν θέλετε, με ένα χιούμορ. Την ίδια αντίθεση επιθυμώ και στο θέατρο, θέλω να συνδυάζω το χιούμορ με τους ρόλους μου.

Σας είχα δει στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» και μάλλον καλά τα λέτε.

Ναι, δεν είχε χιούμορ «αυτή»; Και ο «Χορός του θανάτου» έχει χιούμορ, σας πληροφορώ. Και το έχω ανάγκη το χιούμορ, και το βλέπω και σαν άποψη.

Άρα το κατευθύνετε.

Ναι. 

Κι αν δεν το καλλιεργήσατε τόσα χρόνια για να μη φύγετε απ’ την εικόνα της ενζενί; Μια νέα όμορφη ηθοποιός, όταν παίζει με χιούμορ, εύκολα της κολλάνε την ταμπέλα της κωμίκας.

Μπορεί…Δεν το αποκλείω. Σάμπως ξέρουμε πότε παίζουμε ρόλους στη ζωή μας;

Ένα παράδειγμα;

Να είσαι κάτω από την επήρεια μίας κατάστασης, να μη θες να το δείξεις και να πηγαίνεις στην άλλη πλευρά, την αντίθετη. Όλα αυτά είναι πράγματα που έχουν να κάνουν με άμυνες στη ζωή μας.

Θέλατε ποτέ να τά’χετε καλά με όλους;

Όχι, είχα τις διαφωνίες μου.

Τις εκφράζατε;

Ναι. Όχι πάντα. Έπιανα τον εαυτό μου να το «μαζεύει» αυτό. Καλύτερα ήταν όταν το εξέφραζα. Όταν τ’ άφηνα, ξέρουμε τι γίνεται. Μαζεύεται, μαζεύεται και ξαφνικά γίνεται ένα βουνό…Ξεσπάει πάνω σου και στους άλλους, αδίκως τις περισσότερες φορές. Έχω κάνει έναν τέτοιο καυγά, βλακωδώς σας λέω! Αναθεώρησα μετά, ευτυχώς χωρίς να έχει περάσει χρόνος. Ο άλλος ήταν ώριμος κι έτσι δεν διαλύθηκε η σχέση μας. Προσπαθώ στα επαγγελματικά μου, πάντως, να είμαι καθαρή και να μη δημιουργώ εντάσεις. Δεν ειν’ ωραίο, δεν περνάς καλά εσύ ο ίδιος πρωτίστως. Τώρα, ας πούμε, με τον Άκη Βλουτή τά’χουμε βρει μια χαρά στην παράσταση. Υπάρχει μια εμπιστοσύνη κι ένας κώδικας επί σκηνής.

Αυτό που λέτε είναι μεγάλη κουβέντα. Έχω ακούσει να γίνονται τέρατα πάνω στη σκηνή την ώρα που παίζουν ηθοποιοί, οι οποίοι δεν πολυχωνεύονται μεταξύ τους.

Μα, φαντάζεστε; Το περνάς στη ζωή σου αυτό, να το περνάς και στη σκηνή; Δε λέει, μαλακία είναι! Εδώ πάλι παίζει ρόλο η παιδεία, το διάβασμα, κάτι που σε μένα είναι ατέρμονο. Δεν τελειώνει το διάβασμα. Ενημερώνομαι και διαβάζω για οτιδήποτε καινούργιο, αλλά τώρα με τον Στρίντμπεργκ έχω μπει στο λούκι των πιο κλασικών. 

Ο Στρίντμπεργκ είναι ένας διαχρονικός συγγραφέας. Τι γίνεται με τους νέους θεατρικούς συγγραφείς;

Πιστεύω πως αν παίρνουν ένα κομμάτι της σημερινής ζωής και το καταθέτουν στο κείμενο τους, δεν θα επιζήσουν. Η ποιότητα ενός κειμένου είναι στο αν διαπραγματεύονται αξίες διαχρονικές. Βρισκόμαστε σε μεταβατική φάση, στα πάντα, ακόμα και στη συγγραφή. Υπάρχουν καλά κείμενα, ας μην είμαι ισοπεδωτική. Παίρνω κείμενα, ακόμα και από ερασιτέχνες. Τα διαβάζω όλα και απαντάω πάντα! Δεν είναι θέμα ευγένειας, αλλά σεβασμού απέναντι στον εαυτό σου. Μέσα από την κατανόηση του άλλου, κατανοείς και τον εαυτό σου.

Κάνετε όνειρα;

Μερικές φορές φαίνεται σαν να μην πατάω στη γη, παρότι δεν είναι του χαρακτήρα μου. Και δε μιλάω για την τωρινή άσχημη φάση μου. Σαν να ζω σε άλλη πραγματικότητα…Κάνω όνειρα για το που θα μπορούσε να πάει όλο αυτό με την εκπαίδευση, θα ήθελα ανταλλαγές φοιτητών με το εξωτερικό. Να «πετάξει» όλο αυτό που κάνω.

Για να κρατιέστε εν ενεργεία ή για την υστεροφημία σας;

Μπορεί να συμβαίνει αυτό που λέτε και νά’ναι κρυμμένο. Δεν νομίζω νά’χει σημασία το τι θα λένε οι άλλοι για μας. Σκέφτομαι πολλές φορές να λειτουργήσω αλλιώς…

Και να κάνετε τι;

Να τα παρατήσω όλα και να είμαι στη θάλασσα. 

Θα βαρεθείτε! Σε μία, δύο, το πολύ σε δέκα μέρες θα θέλετε να επιστρέψετε.

Για φαντάσου να ζεις ήρεμα και μακριά απ’ όλα κοντά στη θάλασσα…Προϋποθέτει την ελευθερία σου! 

Δεν νιώθετε ελεύθερη; Κάνετε τις παραστάσεις σας, τα ταξιδάκια σας.

Όχι πάντα…Εννοώ την πλήρη ελευθερία. Φτιάχνουμε συχνά παγίδες μόνοι μας. 

Μαθαίνετε εύκολα τα λόγια σας στο θέατρο;

Ναι, είμαι οπτικός τύπος. Κι αυτό σημάδι ψυχαναγκασμού είναι, αν το γνωρίζετε. Ξέρω τι μου συμβαίνει! Κι αν τώρα δεν κάνω ψυχανάλυση, έχω κάνει στο παρελθόν. Όλοι οι άνθρωποι είμαστε έτσι, λίγο τρελοί. Εσείς όταν περπατάτε προσέχετε τα πατήματα σας, που θα πατήσετε;

Μόνο αυτό; Κοιτάζω, ας πούμε, να μην πατήσω ποτέ με τα δυο πόδια μια πλάκα πεζοδρομίου.

Α, μπράβο! Μ’ αυτή την έννοια όλοι ψυχαναγκαστικοί είμαστε! 

Οι τρελογιατροί λένε να μην καταπιέζουμε τα «τικ» μας, αφού δεν προξενούν κανένα κακό.

Σωστό! Μπορεί να φεύγουν μόνα τους τα «τικ» κατ’ ανάγκην. Εγώ νομίζω πως πάντα θα ελλοχεύει ο φόβος να μη χάσουμε την ευτυχία μας, ακόμη κι αν είναι στιγμιαία. Η ζωή από μόνη της είναι ένα άγχος και μία ανησυχία. Φυσικά έχει να κάνει και με τη «χαλασμένη» ατμόσφαιρα που υπάρχει στη χώρα μας τελευταία. Δεν ξέρω, αν μπορούσα να φύγω, να ταξιδέψω…

Προτιμάτε τα καλοκαίρια απ’ τους χειμώνες;

Εντελώς! Να βγαίνω έξω, να σκάει ο τζίτζικας και να σκάω κι εγώ, ιδρωμένη…Ναι, αυτό θέλω! Μακάρι να έμπαινα σε χειμερία νάρκη! Θέλω ήλιο, ζέστη! 

Οι άνθρωποι που αγαπούν τη ζέστη είναι κάπως νωθροί, σαν τις στειρωμένες γάτες μπροστά στη σόμπα.

Υπάρχουν στιγμές που το σώμα «πέφτει», θέλει αυτή την νωθρότητα.

Το σώμα ή το πνεύμα;

Δεν μπορώ να το ξεχωρίσω ειδικά στο κομμάτι της δουλειάς, του όγκου δουλειάς. Ίσως έχει να κάνει μ’ αυτό που έλεγα και που λέω, με το «να φύγω, να φύγω»…

Πως και δεν έχετε facebook;

Δεν ξέρω να το χειρίζομαι. Έχουν τα παιδιά τη σελίδα μου και μου ανεβάζουν διάφορα. Δε μπορώ να το μάθω το γαμημένο! 

Σοβαρολογείτε; Δεν επιτρέπεται εσείς να μην έχετε facebook. Πως θα σας κάνω tag σ’ αυτή τη συνέντευξη που μου δίνετε τώρα;

Έλα ντε! Δεν είναι, βρε παιδί μου, λίγο επικίνδυνη αυτή η έκθεση; Νομίζω θα σας ακούσω και θα φτιάξω κι εγώ! Στη σχολή υπάρχει μόνο υπολογιστής, αλλά βέβαια έχει κι η αδερφή μου ένα laptop στο σπίτι, που μένουμε μαζί τώρα. Δικό μου laptop, πάντως, δεν έχω.

Πείτε μου, λοιπόν, τι κάνετε αυτόν τον καιρό ώστε να ενημερωθεί από δω το κοινό σας.

Κάνω Στρίντμπεργκ, τον «Χορό του θανάτου», σε σκηνοθεσία του Άκι Βλουτή. Αμέσως μετά θα ανεβάσουμε τον «Πατέρα», θα γίνει δηλαδή μια τριλογία Στρίντμπεργκ, που θα κλείσει με τη «Σονάτα των φαντασμάτων». Αυτή ήταν η ιδέα της συνεργασίας μας με τον Βλουτή, να τελειώνει το ένα κείμενο και να ξεκινάμε πρόβες για τ’ άλλο. Ο «Πατέρας» προβλέπεται να ανέβει τον Μάιο του 2019. 

Τι ειν’ αυτό που θα κάνει έναν Αθηναίο να πάει να δει Στρίντμπεργκ στο θέατρο;

Ο Στρίντμπεργκ είναι κατ’εξοχήν πολιτικός και κοινωνικός συγγραφέας. Ασχολείται μεν με την πάλη των δύο φύλων, αλλά εμείς τον αντιμετωπίζουμε υπό την εξής λογική: «Μπορούμε να ζήσουμε λίγο καλύτερα, παιδιά, εδώ που είμαστε διότι μετά θάνατον δεν ξέρουμε τι σκατά θα κάνουμε;» 

Είναι σαν αυτό που είχε πει ο Μπέργκμαν για τον Ταρκόφσκι: «Που βλέπει ο Ταρκόφσκι τον Θεό όταν κοιτάει ψηλά κι εγώ δεν τον βλέπω;»

Τό’χε πει γιατί ήταν μεγάλος αυτός! Ο Μπέργκμαν είχε κάνει ταινία το «Ονειρόδραμα» του Στρίντμπεργκ έτσι που να λες «Αυτοί οι άνθρωποι ήταν μαζί, ζούσανε μαζί, ήταν σύγχρονοι;». Τέτοια νοήματα εμπεριέχει ο Στρίντμπεργκ, αλλιώς αν τον δεις μόνο «η πάλη των δύο φύλων», θά’ναι μία από τα ίδια. Αντιμετωπίζεται σοβαροφανώς ο Στρίντμπεργκ σήμερα κι είναι λάθος! Ο άνθρωπος είχε πάρα πολύ χιούμορ. 

Πιστεύετε πως το περιβόητο «Greek Weird Wave» στο σινεμά, πάσχει από χιούμορ; Είναι κάτι πού’χε επισημάνει ο Γιάννης Οικονομίδης για όλες αυτές τις ελληνικές ταινίες, στυλ Λάνθιμου, που διαπρέπουν έξω.

Ο Οικονομίδης έχει πολύ χιούμορ κι αυτό φαίνεται και στο θέατρο που κάνει. Το χειρίζεται καλά! Πας να γελάσεις και παγώνεις. Μετά, το αντίστροφο…Ο κάθε σκηνοθέτης μεταφέρει την ιδιοσυγκρασία του τελικά, αλλά δεν θέλω να πιστεύω πως χάσαμε το χιούμορ μας. Εγώ σας ερωτώ, ένας σκηνοθέτης κάνει μία ταινία. Μέχρι να ξανακάνει την επόμενη, πως ζει;

Βιοπορίζεται απ’ αλλού προφανώς. Τέλος πάντων. Εκτός από Στρίντμπεργκ, κάνετε και κάτι ακόμη.

Ναι, κάνω του Γκίντερ Γκρας, το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο». Σκηνοθετώ εγώ με μία ομάδα νέων ηθοποιών. Τώρα κοντά θ’ ανέβει στο θέατρο «Σημείο». Ευτυχώς επιχορηγηθήκαμε από το ΥΠΠΟ, ένα πολύ μικρό ποσό, αλλά είμαστε και 15 άτομα επί σκηνής. Υπερπαραγωγή (γέλια). Δεν το πολυψάχνω με τις επιχορηγήσεις και τις καταθέσεις φακέλλων, μπορεί να κάνω μια πρόταση κάπου, αλλά μέχρι εκεί. Αν δεν επιχορηγεί το κράτος, πως θα γίνουν οι πειραματισμοί στο θέατρο και στον κινηματογράφο; Θα υιοθετήσουμε έτσι αβασάνιστα, όλοι, το κομμάτι μιας εμπορικότητας; Θυμάστε τον Κώστα Σφήκα, τον Τορνέ; Ευγενέστατοι άνθρωποι και ιδιαίτεροι δημιουργοί, τους είχα γνωρίσει. Με ποιο τρόπο θα γίνονται πάλι τέτοιου είδους ταινίες; Εγώ δεν είμαι υπέρ του να γίνει κατεστημένη η διανοουμενίστικη τέχνη, αλλά παγκοσμίως οι πειραματισμοί πριμοδοτούνται. Πως θα ψαχτούν εδώ τα νέα παιδιά; Θα τους βάλουμε σ’ ένα άγριο παιχνίδι εμπορικότητας; Πως θα δοκιμάσουν πράγματα; 

Εσείς έχετε και μια Νέα Υόρκη να περιμένετε μες τη χρονιά που έρχεται.

Ναι, Πάσχα θα πάμε, μες τη Μεγάλη Εβδομάδα.

Ετοιμαστείτε για τη δική σας Εβδομάδα των Παθών με τ’ αεροπλάνο!

Ναι, θα σας τηλεφωνήσω: «Τώρα απογειωνόμαστε, πόσα xanax να πάρω;» (γέλια)

Κυρία Χατούπη, σας ευχαριστώ γι’ αυτή τη συνομιλία.

Ειλικρινά νιώθω πιο όμορφα μετά απ’ αυτή τη συνέντευξη. Πολύ σας ευχαριστώ! 

* Η παράσταση «Ο χορός του θανάτου» του Στρίντμπεργκ με τη Δήμητρα Χατούπη, τον Άκι Βλουτή και τον Βασίλη Ευταξόπουλο παίζεται κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στο θέατρο «Μεταξουργείο» (Ακαδήμου 14, Αθήνα). Σκηνοθετεί ο Άκις Βλουτής στη μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ. Κάθε Τετάρτη στις 20.00 και τις υπόλοιπες μέρες στις 21.00

Στέφανος Κασσελάκης: «Αλέξη, έλα πάνω» – Η στιγμή που ο Τσίπρας ανεβαίνει στο βήμα (video)

ΤΣΙΠΡΑΣ ΣΥΡΙΖΑ

Στέφανος Κασσελάκης: «Αλέξη, έλα πάνω» – Η στιγμή που ο Τσίπρας ανεβαίνει στο βήμα (video)

«Πάμε μπροστά. Αλέξη, έλα πάνω», ανέφερε ο Στέφανος Κασσελάκης με αποδέκτη τον τέως αρχηγό του…