Ως αποκορύφωμα της έντασης που επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης ήρθε σήμερα η ανακοίνωση τριών πρώην προέδρων της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κι ενός ακόμη πρώην προέδρου της Ένωσης Εισαγγελέων, οι οποίοι βάλλουν κατά όσων συναδέλφων τους συμμετείχαν στην κατ’ αυτούς διάσπαση του κλάδου.
Την ανακοίνωση υπογράφουν ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου, οι Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος και Δημήτρης Κυριτσάκης και ο πρώην πρόεδρος της Ένωσης Εισαγγελέων και υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας με το Ποτάμι Βασίλης Μαρκής, οι οποίοι καταγγέλλουν προκαταβολικά όσους συναδέλφους προτίθενται να στελεχώσουν τη νέα Ένωση, εκφράζοντας θλίψη για την πρωτοβουλία σύστασης της, ανησυχία για την ενότητα και την περαιτέρω πορεία του δικαστικού και εισαγγελικού κλάδου και προβληματισμό για τη σκοπιμότητα και τους στόχους του εγχειρήματος.
Δικαστικοί κύκλοι πάντως καυτηριάζουν την πρωτοβουλία των τριών πρώην προέδρων της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και του κ. Μαρκή, υπογραμμίζοντας αφενός ότι η δημιουργία ίδρυσης Ενώσεων είναι αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα κάθε πολίτη και αφετέρου ότι οι τέσσερις υπογράφοντες την επιστολή ανήκουν στους «βολεμένους» του κλάδου και δεν δικαιούνται να κατακρίνουν και μάλιστα a priori τους συναδέλφους τους. Όπως σημειώνουν, είναι οι ίδιοι που θα έπρεπε να λυπούνται και να ντρέπονται όχι όμως για τους συναδέλφους τους που προτίθενται να συμμετάσχουν στη νέα Ένωση, αλλά για τους εαυτούς τους.
Πυρ ομαδόν κατά των υπογραφόντων την επιστολή
Εξάλλου, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους οι κ.κ. Αθανασίου και Κυριτσάκης έχουν παρελθόν συνδεδεμένο όχι με την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά με κομματικούς μηχανισμούς, ενώ ο Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος και ο Βασίλης Μαρκής έχουν εμπλακεί στο παρελθόν σε άλλες διασπάσεις δικαστικών ενώσεων. Ο κ. Λυμπερόπουλος δέχεται συγκεκριμένα τα πυρά συναδέλφων του οι οποίοι τον μέμφονται για την όψιμη αλλαγή στάσης του αναφορικά με τη δημιουργία ενώσεων. Όπως λένε άλλωστε πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που στο παρελθόν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ακόμη διάσπαση στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης, αφού υπήρξε εκ των ιδρυτικών μελών παλαιότερης Ένωσης ανώτερων και ανώτατων δικαστών.
Σημειώνουν δε πως, όταν ο Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος συνταξιοδοτήθηκε από το δικαστικό Σώμα στις αρχές της περασμένης δεκαετίας ανέλαβε διοικητική θέση στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, αντικαθιστώντας τον Παναγιώτη Δημόπουλο ο οποίος είχε δεχθεί σκληρή κριτική διότι κατείχε θέση διοικητικού στελέχους παρότι ήταν στο παρελθόν εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Αυτό ωστόσο, εξηγούν οι ίδιες πηγές, δεν εμπόδισε τον κ. Λυμπερόπουλου να αναλάβει διοικητική θέση σε μια ανώνυμη εταιρία και δη σ’ έναν δημοσιογραφικό οργανισμό.
Ο Βασίλης Μαρκής από την πλευρά του πρωταγωνίστησε στη θεμελίωση της Ένωσης Εισαγγελέων, της οποίας χρημάτισε επί χρόνια πρόεδρος. Έχει μάλιστα ενδιαφέρον ότι σε συνέντευξή του στα «Νέα» τον Απρίλιο του 2001, ο κ. Μαρκής χαρακτήριζε την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων την ενότητα της οποίας σήμερα υπερασπίζεται ως «ψευδώνυμη Ένωση».
Ταυτόχρονα, ο Λουκάς Λυμπερόπουλος, πατέρας του αντιπροέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Παναγιώτη Λυμπερόπουλου (απλή συνωνυμία με τον Κωνσταντίνο Λυμπερόπουλο) ο οποίος κατά καιρούς έχει συνυπογράψει ανακοινώσεις κατά της σύστασης της νέας Ένωσης υπήρξε επί αρκετό διάστημα Γενικός Γραμματέας της παλαιάς΄Ένωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών, στην οποία μετείχα και ο Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος.
Στο παρακάτω έγγραφο μπορείτε να δείτε τα ιδρυτικά μέλη της παλαιότερης Ένωσης στα οποία περιλαμβάνεται και το όνομα του Κωνσταντίνου Λυμπερόπουλου.
Στο παρακάτω αρχείο μπορείτε να δείτε την πρώτη και την τελευταία σελίδα του καταστατικού της παλαιάς Ένωσης το οποίο συνυπογράφει ο Λουκάς Λυμπερόπουλος, πατέρας του σημερινού αντιπροέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων.
Πυρά Θάνου κατά Λυμπερόπουλου – Μαρκή
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου αναφέρει σχετικά με τους κ.κ. Λυμπερόπουλο και Μαρκή: «Ο σεβαστός, κατά τα λοιπά, κ. Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος, εμφανιζόμενος μετά την από δεκαπενταετίας συνταξιοδότησή του, ελπίζει προφανώς ότι όλοι εμείς οι αρχαιότεροι εν ενεργεία Δικαστές του Ανώτατου και Ανώτερου βαθμού έχουμε λησμονήσει ότι ο ίδιος ήταν εκ των ιδρυτικών μελών της ιδρυθείσας το 1984 ΄Ένωσης (Σύνδεσμος) Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών, της οποίας παρέμεινε μέλος, μέχρι την εν τοις πράγμασι διάλυσή της κατά το έτος 2005, λόγω συνταξιοδότησης όλων των μελών της. Παρέμεινε μέλος της εν λόγω ΄Ένωσης, ακόμη και κατά το χρονικό διάστημα που υπήρξε Πρόεδρος της ΄Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, χωρίς ουδέποτε να τεθεί ζήτημα από οιονδήποτε και μάλιστα τόσον ο ίδιος όσον και ο τότε Γενικός Γραμματέας Χαράλαμπος Αθανασίου συνεργάζονταν αρμονικότατα με τα τότε μέλη του Προεδρείου της ΄Ένωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών (κ.κ. Χαράλαμπο Γεωργακόπουλο και Λέανδρο Ρακιντζή), τους οποίους, από κοινού με τις άλλες Δικαστικές Ενώσεις, προσκαλούσαν για να συμμετάσχουν σε όλες τις εκδηλώσεις των Ενώσεων».
Ο δε επίσης προ δεκαπενταετίας συνταξιοδοτηθείς Βασίλειος Μαρκής υπήρξε Πρόεδρος της ΄Ένωσης Εισαγγελέων, η οποία, κατά την ίδρυσή της (1985) κατηγορήθηκε από ορισμένους για διασπαστική κίνηση και κατά της οποίας, όπως και κατά της απόφασης αναγνώρισης της τότε ΄Ένωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών είχαν ασκηθεί ένδικα μέσα, τα οποία βεβαίως απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο, αφού το δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών να συμμετέχουν (παράλληλα) σε πλείονα μη κερδοσκοπικά Σωματεία και Ενώσεις κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα».
Καταγγελίες για σχέσεις με κόμματα
Πηγές από τον χώρο της Δικαιοσύνης επιμένουν εν τω μεταξύ ότι οι κ.κ. Αθανασίου και Κυριτσάκης ως πρόεδροι κατά το παρελθόν της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων δήλωναν υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, ενώ ταυτόχρονα συνδιαλέγονταν με τη ΝΔ ώστε να εξασφαλίσουν το μέλλον τους. Όπως λέγεται ο Χαράλαμπος Αθανασίου ως πρόεδρος της Ένωσης διαπραγματευόταν με τον Αντώνη Σαμαρά υπουργική θέση, την οποία κατέλαβε καταφέρνοντας στην πορεία να εκλεγεί βουλευτής συμμετέχοντας στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΝΔ. Ο κ. Αθανασίου, υπαινίσσονται δικαστικοί κύκλοι, δίδαξε στους δικαστές ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης περνάει μέσα από κομματικά γραφεία.
Πρόκειται δε, επισημαίνουν, για τον άνθρωπο ο οποίος κατά τη σύντομη θητεία του στο υπουργείο Δικαιοσύνης προκάλεσε ουκ ολίγα προβλήματα στον κλάδο με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες του αφού μεταξύ άλλων πέρασε (από λάθος όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε αργότερα) διάταξη η οποία απάλλασσε τους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις κατάχρησης δημοσίου χρήματος, την οποία τελικά έκρινε αντισυνταγματική ο Άρειος Πάγος, κατάργησε το δικαίωμα της Δικαιοσύνης να ζητεί άρση του τηλεφωνικού απορρήτου για υπόπτους για «ξέπλυμα» χρήματος, κατέθεσε ανακριβές πόθεν έσχες προκαλώντας την οργή των πολιτών κατά των δικαστών κ.ά.
Ο Δημήτρης Κυριτσάκης από την πλευρά του διορίστηκε πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού στην οποία παραμένει μέχρι σήμερα, με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου που εκδόθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 2009. Κατά διαβολική σύμπτωση, λένε πηγές της Δικαιοσύνης, την ίδια ημέρα ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε οδηγώντας τη χώρα σε πρόωρες εκλογές τις οποίες τελικά έχασε από τον Γιώργο Παπανδρέου στις 4 Οκτωβρίου. Μάλιστα ο διορισμός του στην κεφαλή της Επιτροπής Ανταγωνισμού ακολούθησε το τέλος της θητείας του στην προεδρία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Οι ίδιες πηγές διερωτώνται αναφερόμενες στους κ.κ. Αθανασίου και Κυριτσάκη, «για ποια δικαστή ανεξαρτησία μιλούν, όταν εξαγοράζουν την Ένωση για να αποκτήσουν αξιώματα».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Βασιλικής Θάνου
«Μετά από αίτημα μεγάλου αριθμού Δικαστικών Λειτουργών, θεώρησα ότι πρέπει να τονισθούν τα εξής: Ιδιαίτερη απογοήτευση, για τον τρόπο της συμπεριφοράς τους, έχουν προκαλέσει, στο μεγαλύτερο μέρος του Δικαστικού Σώματος, οι συνεχιζόμενες επιθέσεις των μελών του Προεδρείου της ΄Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, εναντίον των συναδέλφων τους, οι οποίοι ασκώντας το απόλυτα νόμιμο και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά τους, αποτέλεσαν τα ιδρυτικά μέλη της νεοσύστατης Δικαστικής ΄Ενωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστών και Εισαγγελέων, τους λόγους για την ίδρυση της οποίας, κατά τρόπο πειστικό εξηγούν τα μέλη της προσωρινής διοίκησης αυτής, σε πρόσφατη ανακοίνωσή τους. Και ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση, καθώς και έντονο προβληματισμό προκαλούν οι μεθοδεύσεις που χρησιμοποιούνται, για να αποτραπούν οι συνάδελφοι από την εγγραφή τους στη νέα ΄Ενωση, με τη συνεργασία και συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, οι ενέργειες και η επιστολή των οποίων κατά την άποψή μας, δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά, σε συνδυασμό και με τα κατωτέρω πραγματικά περιστατικά:
Ο σεβαστός, κατά τα λοιπά, κ. Κωνσταντίνος Λυμπερόπουλος, εμφανιζόμενος μετά την από δεκαπενταετίας συνταξιοδότησή του, ελπίζει προφανώς ότι όλοι εμείς οι αρχαιότεροι εν ενεργεία Δικαστές του Ανώτατου και Ανώτερου βαθμού έχουμε λησμονήσει ότι ο ίδιος ήταν εκ των ιδρυτικών μελών της ιδρυθείσας το 1984 ΄Ενωσης (Σύνδεσμος) Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών, της οποίας παρέμεινε μέλος, μέχρι την εν τοις πράγμασι διάλυσή της κατά το έτος 2005, λόγω συνταξιοδότησης όλων των μελών της. Παρέμεινε μέλος της εν λόγω ΄Ενωσης, ακόμη και κατά το χρονικό διάστημα που υπήρξε Πρόεδρος της ΄Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, χωρίς ουδέποτε να τεθεί ζήτημα από οιονδήποτε και μάλιστα τόσον ο ίδιος όσον και ο τότε Γενικός Γραμματέας Χαράλαμπος Αθανασίου συνεργάζονταν αρμονικότατα με τα τότε μέλη του Προεδρείου της ΄Ενωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών (κ.κ. Χαράλαμπο Γεωργακόπουλο και Λέανδρο Ρακιντζή), τους οποίους, από κοινού με τις άλλες Δικαστικές Ενώσεις, προσκαλούσαν για να συμμετάσχουν σε όλες τις εκδηλώσεις των Ενώσεων. Επίσης, ο κ. Λουκάς Λυμπερόπουλος, πατέρας του νυν μέλους του Προεδρείου της ΄Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και συνυπογράφοντος τις επιθετικές ανακοινώσεις, υπήρξε επί αρκετό διάστημα Γενικός Γραμματέας της ίδιας εκείνης ΄Ενωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών. Ο δε επίσης προ δεκαπενταετίας συνταξιοδοτηθείς Βασίλειος Μαρκής υπήρξε Πρόεδρος της ΄Ενωσης Εισαγγελέων, η οποία, κατά την ίδρυσή της (1985) κατηγορήθηκε από ορισμένους για διασπαστική κίνηση και κατά της οποίας, όπως και κατά της απόφασης αναγνώρισης της τότε ΄Ενωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών είχαν ασκηθεί ένδικα μέσα, τα οποία βεβαίως απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο, αφού το δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών να συμμετέχουν (παράλληλα) σε πλείονα μη κερδοσκοπικά Σωματεία και Ενώσεις κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα. Σημειωτέον ότι στο επικυρωθέν από το Δικαστήριο Καταστατικό της τότε ΄Ενωσης Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστικών Λειτουργών προβλεπόταν ότι μέλη αυτής εγγράφονται και Πρόεδροι Πρωτοδικών, οι οποίοι έχουν τη μισθολογική εξίσωση του Εφέτη.
Προφανώς λοιπόν, όλα τα ως άνω πρόσωπα θα έπρεπε να είχαν αποφύγει να απευθύνουν επιστολές προς τους εν ενεργεία συναδέλφους τους, με «υποδείξεις και παραινέσεις» σχετικά με την διαρραγείσα δήθεν ενότητα του δικαστικού συνδικαλιστικού κινήματος, δια της ιδρύσεως της νεοσυσταθείσας ΄Ενωσης.
Ας επιδείξουν, επομένως, όλοι τον απαιτούμενο σεβασμό προς την προσωπικότητα και τη νοημοσύνη των εν ενεργεία Ανωτάτων και Ανωτέρων Δικαστών και Εισαγγελέων, οι οποίοι ασφαλώς διαθέτουν τη σοβαρότητα και την ηλικιακή και υπηρεσιακή ωριμότητα, για να επιλέξουν οι ίδιοι, χωρίς επιρροές, δια μέσου επιθετικών και απρεπών ανακοινώσεων και δηλώσεων και δια μέσου επιστολών με «συμβουλές» να αποφασίσουν οι ίδιοι εάν επιθυμούν να εγγραφούν και στη νομίμως αναγνωρισθείσα νέα ΄Ενωση.
Υπό την ιδιότητά μου, ως εν ενεργεία Προέδρου του Αρείου Πάγου αλλά και ως έχουσας επί πολλά έτη υπηρετήσει τον δικαστικό συνδικαλισμό, θεωρώ ότι δικαιούμαι απευθυνόμενη προς όλους τους Δικαστικούς Λειτουργούς να καλέσω να επικρατήσει η ευπρέπεια και η αυτοσυγκράτηση την οποία ο Δικαστής επιβάλλεται να διαθέτει, καθώς και η ενότητα και συνεργασία μεταξύ όλων των Δικαστικών Ενώσεων».