Τα Χριστούγεννα του 1998 ο Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες είχε κάνει την πρώτη του εκδοτική επιτυχία µε τη «Βρόµικη τριλογία της Αβάνας» και είχε ταξιδέψει στην Ευρώπη όπου θα περνούσε λίγους µήνες προκειµένου να παρουσιάσει το βιβλίο του. Είκοσι χρόνια µετά ξεφυλλίζοντας το ηµερολόγιό του από εκείνη την εποχή επιχείρησε να ανασυνθέσει τα γεγονότα τα οποία κατέγραψε στο βιβλίο «Ηµερολόγιο επιβίωσης» (µτφρ. Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, Εκδόσεις Μεταίχµιο). Μέσα από αυτή την καταγραφή µαθαίνουµε για τα εφηβικά χρόνια του, τα βιβλία που αγάπησε, τις καταχρήσεις, τη θυελλώδη σχέση του µε τις γυναίκες, τις σκέψεις του πάνω στην πολιτική, τη ζωή και στον θάνατο.
Για χρόνια διαβάζω για τον Γκουτιέρες ότι θεωρείται ο Μπουκόφσκι της Καραϊβικής ή ο Χένρι Μίλερ της Αβάνας, στο πλαίσιο των χαρακτηρισµών που προκύπτουν όταν κάποιος προκειµένου να κατανοήσει κάτι το τοποθετεί σε οικείο πλαίσιο. Προφανέστατα η οµοιότητα αυτή που αποδίδεται µε καλή πρόθεση είναι άδικη. Η ωµή ειλικρίνεια µε την οποία γράφει ο Γκουτιέρες δεν είναι αποκλειστικό προνόµιο ενός ή δύο σπουδαίων συγγραφέων, αλλά ίδιον όσων όχι µόνο διαθέτουν το ταλέντο της γραφής αλλά φλέγονται από την ανάγκη να κατανοήσουν τον άνθρωπο και να συνδεθούν σε βάθος. Αφορµή για την επικοινωνία µας ήταν η κυκλοφορία του βιβλίου του στα ελληνικά πριν από λίγες µέρες.
Σε ποιο σηµείο της Αβάνας ζείτε;
Ζω στο κέντρο της πόλης.
Πώς είναι η καθηµερινότητά σας;
Απόλυτα φυσιολογική… τίποτε το εξαιρετικό.
Πόση σχέση έχουν αυτά που περιγράφετε στα βιβλία σας µε την πραγµατικότητα της Κούβας;
Κάνω ό,τι κάνει κάθε συγγραφέας: βασίζοµαι λιγάκι στην πραγµατικότητα που µε περιστοιχίζει και της προσθέτω λίγη φαντασία. Όλα αναµειγνύονται µε τρόπο οργανικό, λειτουργικό και ποιητικό µέχρι που αναδύεται µια νέα πραγµατικότητα.
Η «Βρόµικη τριλογία της Αβάνας» εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της οικονοµικής κρίσης που πέρασε η Κούβα στα µέσα της δεκαετίας του 1990. Πώς ήταν τότε η κατάσταση;
Φρικτή. Πείνα και δυστυχία από το 1991. Μια καταστροφή. Κράτησε πολλά χρόνια, ώσπου στο τέλος η οικονοµία έφτιαξε κάπως, όµως υπάρχουν κοινωνικές και πολιτιστικές απώλειες που ακόµη δεν έχουν ανακτηθεί.
Τι έχει αλλάξει από τότε µέχρι σήµερα;
Τα πάντα. Πιστεύω πως σήµερα έχει µεγαλύτερη σηµασία η ατοµική οικονοµία του καθενός. Το επίπεδο ζωής είναι καλύτερο και υπάρχουν περίπου 2 εκατοµµύρια Κουβανοί µετανάστες σε σχέση µε τα 11 εκατοµµύρια που ζουν στο νησί.
Πώς αντιµετωπίσατε το γεγονός ότι λόγω της «Βρόµικης τριλογίας της Αβάνας» σας ανακοινώθηκε η απόλυσή σας από την εφηµερίδα όπου εργαζόσασταν;
Στην αρχή έµεινα άναυδος, γιατί δεν ήθελαν να µου πουν ανοιχτά τον λόγο, που ήταν η έκδοση του βιβλίου τρεις µήνες νωρίτερα στην Ισπανία. Μερικές µέρες αργότερα αντέδρασα µε θετικό και ευέλικτο τρόπο και αφιερώθηκα στη συγγραφή των βιβλίων µου. Είχα πολλά να πω. Από τότε (1998) έχω γράψει και εκδώσει 25 βιβλία: µυθιστορήµατα, διηγήµατα και ποίηση.
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε;
Στα 18 µου είχα διαβάσει ήδη πολύ και αποφάσισα στα καλά καθούµενα ότι αυτό που ήθελα περισσότερο απ’ όλα ήταν να γίνω συγγραφέας. ∆ιάβασα το «Πρόγευµα στο Τίφανις» του Τρούµαν Καπότε και µου άρεσε τόσο που είπα: «Θέλω να γίνω συγγραφέας και να γράφω έτσι, µε αυτό τον τρόπο».
Παρότι η αξία σας αναγνωρίζεται διεθνώς, ελάχιστα βιβλία σας έχουν εκδοθεί στη χώρα σας. Για ποιον λόγο;
Η πλειονότητα των εκδοτών κάνει σαν να µην υπάρχω. ∆εν µε αναφέρουν. ∆εν υπάρχω. Είναι δυσάρεστο, όµως έτσι είναι. Υπάρχουν ελάχιστοι ερευνητές και συγγραφείς που µε λαµβάνουν υπόψη. ∆εν µε ενδιαφέρει. Ετσι είµαι πιο ήσυχος.
Από µικρός έχετε κάνει πολλές δουλειές προκειµένου να εξασφαλίσετε την επιβίωσή σας. Ποιο επάγγελµα ήταν πιο κοντά σ’ εσάς;
Του δηµοσιογράφου. Παλαιότερα πίστευα ότι θα γίνω αρχιτέκτονας, όµως από καθαρή τύχη άρχισα να δουλεύω ως δηµοσιογράφος και συνέχισα. Αποφοίτησα από το Πανεπιστήµιο της Αβάνας και δούλεψα ως δηµοσιογράφος για 26 χρόνια.
Πώς ασκείται η δηµοσιογραφία στη χώρα σας;
∆εν θα ήθελα να εκφράσω την άποψή µου πάνω σε αυτό το θέµα. Αρκεί να πω ότι δεν έχει καθόλου ή έστω ελάχιστη σχέση µε δηµοσιογραφία.
Παρότι είστε δηµοσιογράφος και από τα βιβλία σας είναι προφανές ότι γνωρίζετε πολύ καλά την κοινωνία όπου ζείτε, στις συνεντεύξεις σας αποφεύγετε να απαντήσετε για την πολιτική κατάσταση της Κούβας. Γιατί;
∆ιότι στην Κούβα όλα, τα πάντα, συνδέονται µε την πολιτική. Εάν αρχίσω να εκφράζω πολιτικές απόψεις, θα σταµατήσω να µιλάω για τη λογοτεχνία και τα βιβλία µου, που είναι αυτά για τα οποία ενδιαφέροµαι περισσότερο. Η πολιτική είναι πολύ σηµαντική και έχει απευθείας αντίκτυπο στη ζωή των ανθρώπων˙ αυτό το ξέρω. Όµως προτιµώ να µιλάω για τα βιβλία µου.
Στο «Ηµερολόγιο επιβίωσης» ο ήρωάς σας λέει: «Ο καπιταλισµός είναι µια µαλακία και ο σοσιαλισµός ακόµη χειρότερος». Θα θέλατε να µιλήσετε γι’ αυτό;
Πιστεύω πως εκεί τα έχω πει όλα.
Ζούµε στην εποχή της πολιτικής ορθότητας. Τα δικά σας βιβλία µόνο πολιτικώς ορθά δεν µπορούν να χαρακτηριστούν. Ποιες είναι οι σκέψεις σας πάνω στην έννοια του πολιτικά ορθού;
Η πολιτική ορθότητα είναι µια µαλακία της µόδας, ένας τρόπος ακόµη να περιοριστούν και να λογοκριθούν οι συγγραφείς και οι στοχαστές. Και κάθε µέρα εξαπλώνεται όλο και περισσότερο. Υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που στο συµβόλαιο απαιτούν απερίφραστα να µην καταθέσεις χειρόγραφο στο οποίο να προσβάλλεται, να συκοφαντείται ή να παρενοχλείται κάποιος ήρωας εξαιτίας της φυλής, της θρησκείας ή των σεξουαλικών του προτιµήσεων.
Συχνά οι κριτικοί σας «χρεώνουν» το γεγονός ότι το έργο σας βρίθει ερωτικών σκηνών. Τι σκέφτεστε όταν διαβάζετε κάτι τέτοιο, ειδικά σήµερα που το σεξ είναι πιο ελεύθερο από ποτέ;
Καθένας διαβάζει µε τον δικό του τρόπο κάθε βιβλίο. Κάποιοι βλέπουν την πολιτική εκεί που άλλοι βλέπουν ένα δηµοσιογραφικό άρθρο, άλλοι βιογραφία ή κοινωνιολογική µελέτη. Έτσι είναι. Εγώ κάνω το 50% της δουλειάς, το άλλο 50% το βάζει ο αναγνώστης µε τις ιδέες, τις προκαταλήψεις, τα µίση, τις αγάπες, τους φόβους του.
Συνηθίζετε να λέτε ότι δεν ανήκετε σε λογοτεχνικούς κύκλους. Το αποφεύγετε;
Πάντα το απέφευγα και κάθε µέρα που περνάει όλο και περισσότερο. Μένω µακριά από τέτοιες κλίκες.
Στο «Ηµερολόγιο επιβίωσης» γράφετε: «Οι περισσότεροι συγγραφείς, ιδίως αν έχουν και την παραµικρή επιτυχία, το παίρνουν πολύ στα σοβαρά. Το εγώ τους εκτοξεύεται και γίνονται ανυπόφοροι». Πώς βλέπετε εσείς την τέχνη της συγγραφής;
Υπάρχουν συγγραφείς που βλέπουν το επάγγελµά τους ως καριέρα. Πρέπει να είναι διάσηµοι, να εκδίδουν ένα βιβλίο κάθε χρόνο, να πηγαίνουν σε όλες τις εκθέσεις και τα συνέδρια, να συµπεριφέρονται σαν κλόουν για να διατηρήσουν µια δηµόσια εικόνα και να µην τους ξεχάσει το κοινό. Συνήθως αυτό που γράφουν είναι µια µαλακία, όµως επιµένουν σε όλη αυτή την προώθηση και έτσι το εγώ τους φουσκώνει όλο και περισσότερο. Είναι αφόρητοι.
Θερμές ευχαριστίες στη Δέσποινα Δρακάκη για τη βοήθειά της στη μετάφραση της συνέντευξης από τα ισπανικά.
INF0
Το βιβλίο «Ημερολόγιο επιβίωσης» του Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες κυκλοφορεί σε μετάφραση της Κλεοπάτρας Ελαιοτριβιάρη από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο