Όσο κρατάει ένας καφές με τη μουσικό Μαρίκα Κλαμπατσέα

Τη βοκαλίστρια, μουσικό και συνθέτρια Μαρίκα Κλαμπατσέα τη γνωρίζει ένα μάλλον «ψαγμένο» κοινό. Στις συναυλίες της είναι η μοναδική ωστόσο που με μια τρομερή ευελιξία μπορεί να τραγουδάει από άριες του Bizet και του Verdi μέχρι Janis Joplin και Klaus Nomi. Μου είχε μιλήσει γι' αυτήν πριν από αρκετά χρόνια ο ποιητής Αντρέας Παγουλάτος, που υπήρξε φίλος της αδερφής της, της τεχνοκριτικού Άντας Κλαμπατσέα. «Ν' ακούσεις την Ελληνίδα Diamanda Galas» θυμάμαι χαρακτηριστικά τα λόγια του! Κάπως έτσι, με ένα σωρό προσομοιώσεις για την περίπτωση της, ξεκίνησε και η ακόλουθη κουβέντα μας. 

thumbnail 1

Η Μαρίκα Κλαμπατσέα φτάνει ελαφρώς καθυστερημένη στο ραντεβού μας, ταλαιπωρημένη από μία εποχική ίωση. Το πρώτο πράγμα που της λέω είναι ότι αν ζούσε η Janis Joplin σήμερα, θα μάθαινε ότι στην Ελλάδα υπάρχει ο σωσίας της, μία συνάδελφός της μουσικός. Γελάει, αφού της τό’χουν πει κι άλλοι. Παραδέχεται ότι είναι όμορφο να μοιάζει εξ όψεως τουλάχιστον με μία καλλιτέχνιδα που θαύμαζε και άκουγε από τα νεανικά της χρόνια. Το θέμα είναι, όμως, ότι πάντα στα live της η Κλαμπατσέα ερμηνεύει τραγούδια της Joplin ή προσπαθεί – σύμφωνα με την ίδια – να τα τραγουδήσει σαν κι αυτήν: Το «Summertime» και το «Move over» που τα αγαπάει ιδιαιτέρως. Διαβλέπει και τη δυσκολία τους, καθώς ως σοπράνο είχε πάρει άλλη παιδεία. Της ξεφεύγει μάλιστα και η λέξη «δυστυχώς» πριν τον αυτοπροσδιορισμό της ως «σοπράνο» και γι’ αυτό σπεύδει να μου απολογηθεί: «Στο Ωδείο μας προσανατόλιζαν σε έναν άλλο τρόπο ερμηνείας και όχι στο πως θα μπορούσαμε να βγάζουμε τη φωνή από το λαιμό ελεύθερα, αυτοσχεδιαστικά. Με κούρασε να προσπαθώ να έχω αυτή τη βραχνάδα της φωνής της Joplin, που είναι και το πιο φανταστικό στοιχείο της». Παράλληλα βέβαια με τις κλασικές μουσικές σπουδές της, τη βοήθησαν όλα αυτά τα ακούσματα, η Joplin, οι Beatles και ο Freddy Mercury με τους Queen. Κι αν δεν ήρθαν σε σύγκρουση μεταξύ τους, σίγουρα ήταν δύο διαφορετικοί κόσμοι, που τους αγάπησε εξίσου στην προσπάθεια της να αποκτήσει μιαν άλλη χροιά φωνής απ’ αυτήν των ωδείων. 

Η Μαρίκα Κλαμπατσέα γεννήθηκε μέσα σε μία καλλιτεχνική οικογένεια. Η μητέρα της ήταν τραγουδίστρια της όπερας, η περίφημη Νινή (Ειρήνη) Κλαμπατσέα με την «πολύ ωραία φωνή» που έδινε ρεσιτάλ στη φιλολογική αίθουσα «Παρνασσός», όποτε δηλαδή δεν τραγουδούσε στο σπίτι τους. Η γιαγιά της ήταν βιρτουόζος στο μαντολίνο, το ίδιο και η προγιαγιά της στο πιάνο. Από τη μητέρα της που τραγουδούσε καθημερινά άριες από την «Τραβιάτα» του Verdi, η μικρή Μαρίκα έμαθε απ’ έξω το συγκεκριμένο ρεπερτόριο. Έτσι οι γονείς διέβλεψαν το ταλέντο της, κάτι που η ίδια θεωρεί σημαντικό, την επιβεβαίωση δηλαδή από τους ανθρώπους που την έφεραν στον κόσμο, δίνοντας της ταυτόχρονα ένα κίνητρο για να συνεχίσει. Αδερφή της είναι η Άντα Κλαμπατσέα, σκηνοθέτιδα, εικαστικός, συγγραφέας, τεχνοκριτικός. Μέσω αυτής ήρθε σε επαφή με έναν κύκλο αβάν γκαρντ διανοουμένων από τους χώρους της ποίησης, του κινηματογράφου και της μουσικής. 

Από παιδούλα είχε έφεση στο πιάνο. Πήγαινε στο σινεμά με τους γονείς της κι όταν επέστρεφαν σπίτι, καθόταν κι «έβγαζε» στο πιάνο τη μελωδία που είχε ακούσει. Αυτό συνέβη χαρακτηριστικά με τη μουσική του Maurice Jarre από το «Dr. Zhivago» (1965). Ήταν φυσικό κι επόμενο, λοιπόν, να έμπαινε στο Ελληνικό Ωδείο και αμέσως μετά, τη δεκαετία του 1970, να ακολουθούσε «σπαστές» σπουδές σε Γερμανία, Γαλλία και Αγγλία. 

Τη ρωτάω πότε πρωτοτραγούδησε επαγγελματικά μπροστά σε κοινό. Γελάει πάλι, καθώς έχει να καταθέσει μία άγνωστη κωμική ιστορία: Θέλοντας να βιοποριστεί από τη μουσική στα 20 της, έψαξε και βρήκε ένα piano – bar κάπου στην Πατησίων, «το οποίο δεν ήταν και τόσο αξιοπρεπές». «Top Hat» λεγόταν κι εκείνη είχε πάει καλοντυμένη με την παρτιτούρα της. «Εντάξει, εντάξει» της είπαν, «δεν χρειάζονται τόσα…» κι όταν τραγούδησε για ένα κόσμο που δεν ήταν ότι ακριβώς της ταίριαζε, το κατάλαβε εκ των υστέρων κι έφυγε. Τι είχε ο συγκεκριμένος κόσμος, όμως; «Κάτι μοναχικοί τύποι ήταν που κάθονταν στο μπαρ και με κερνούσαν συνέχεια ποτά κι επειδή εγώ ούτε ποτέ έπινα, ούτε ήξερα και τι σήμαινε αυτό, τα άφηνα πάνω στο πιάνο». Πέραν αυτού, ο χώρος ήταν όμορφος και το πιάνο με ουρά που υπήρχε ήταν το μόνο που την ενδιέφερε.

Ο πρώτος της δίσκος, το «La Saradua» (αυτοσχεδιαστική λέξη που σημαίνει «έρωτας»), βγήκε στις αρχές του 1994. Ο δεύτερος ήρθε το 2001, σε πιο ώριμη ηλικία. Τίτλος του: «Calamity Jane: Γράμματα στην κόρη της (1877 – 1902)». Θεωρούσε δύσκολο να βρισκόταν μία εταιρεία που θα υποστήριζε μία αντιεμπορική μουσική. Τα κατάφερε τότε με τη «Musica Viva», μία μικρή και ανεξάρτητη εταιρεία, η οποία βοηθούσε τους κλασικούς μουσικούς και τραγουδιστές. Όλο αυτό, βέβαια, εμένα μου φανερώνει πως στην ουσία επρόκειτο για μία μουσικό κάπως αποκομμένη από το εδώ συνάφι της. Συμφωνεί και μου εξηγεί: «Ο τρόπος που εγώ δουλεύω είναι πολύ μοναχικός και δεν είμαι πολύ ανοιχτή στις σχέσεις μου γενικότερα». Θυμάται όμως πως για το ντεμπούτο άλμπουμ της, το «La Saradua», στις αρχές του ’90, είχε έρθει σε επαφή με ορισμένους πολύ σπουδαίους μουσικούς. Συγκεκριμένα, βρισκόταν στο Παρίσι και σπούδαζε φωνητικό αυτοσχεδιασμό. Με τον ερχομό της στην Ελλάδα θέλησε να δισκογραφηθεί η δουλειά της. Την έστειλε στον Νίκο Κυπουργό, αυτός την έδωσε στον Γιώργο Κουρουπό και από του Κουρουπού τα χέρια έφτασε και στον Μάνο Χατζιδάκι, που του είχε αρέσει. Το ότι τίποτα δεν έγινε τελικά, οφειλόταν στη διάθεση που είχε για να φύγει στο εξωτερικό. «Δεν μου άρεσε καθόλου η Ελλάδα» λέει στο σημείο αυτό η Κλαμπατσέα, «με θύμωνε η συμπεριφορά των ανθρώπων, όπως εξακολουθεί να με θυμώνει. Πιεζόμουν από πολλά πράγματα και ο σκοπός μου ήταν να φύγω έξω». Όλα αυτά συν τη δειλία της νεανικής ηλικίας, την έκαναν να αρνηθεί την πρόταση του Γιώργου Κουρουπού για να τραγουδούσε σε μία όπερα στο νεοϊδρυθέν τότε Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. 

Από τη Γερμανία κρατάει τις λιγότερο ενδιαφέρουσες μνήμες. Δεν της άρεσε η «τετράγωνη λογική» των Γερμανών που υπήρχε παντού, ακόμα και στα ωδεία τους. Αυτή η νοοτροπία της πειθαρχίας που ανέκαθεν την εγκλώβιζε. Στη Γαλλία, πάλι, στη σχολή jazz αυτοσχεδιασμού, δεν βρήκε το ελεύθερο κομμάτι που ονειρευόταν, αυτό το «Ελάτε και παίξτε και τραγουδήστε όπως αισθάνεστε». Μα ούτε και στην Αγγλία! Ο Μάρκος Αλεξίου στην Ελλάδα, αυτός ο σημαντικός jazz πιανίστας, της «άνοιξε τα μάτια». Έκανε κάποια ιδιαίτερα μαθήματα κοντά του και μια μέρα τον ρωτάει με όλο το θάρρος: «Μα πως τα καταφέρνετε και παίζετε τόσο ωραία και ελεύθερα;» Γυρνάει και της απαντάει ο Αλεξίου: «Να, κάθομαι στο πιάνο και παίζω»! Η Κλαμπατσεά ακόμη θυμάται πως ήταν το πρόσωπο του εκείνη τη στιγμή. Ένα πρόσωπο φωτεινό, αλλά στην κοσμάρα του, αφού έπαιζε αυτό που αισθανόταν. Της είχε δώσει ερήμην του την καλύτερη σπρωξιά για να ασχοληθεί κι αυτή με τον αυτοσχεδιασμό. Γύρισε στο σπίτι της και της βγήκαν ήχοι αυτοσχεδιαστικοί στο πιάνο. Τότε ένιωσε για πρώτη φορά την απελευθέρωση του μουσικού

Η Κλαμπατσέα πιστεύει πως «συγγενεύει» με τη Diamanda Galas, περισσότερο από θέμα καταγωγής ίσως, αφού αμφότερες κατάγονται από τη Μάνη. Μοιάζουν ακόμη στην εσωτερικότητα που αναδύεται από τις φωνές τους, αν και την ανακάλυψε αργά, αφού είχε κάνει κάποια «παράξενα πράγματα» με τη δική της φωνή. Στη Γαλλία, μάλιστα, την είχαν ρωτήσει: «Μήπως ανήκετε στη σχολή που ανήκει και η Diamanda Galas;» Την άκουσε και διαπίστωσε ότι, όντως, είχαν κοινά στοιχεία. Σήμερα θεωρεί σημαντικότερο να κρατάει δικά της στοιχεία παρά να επηρεάζεται. «Το να ερμηνεύω κάτι που βγαίνει από μένα είναι το ζητούμενο μου, αν και σίγουρα έχω επηρεαστεί από πολλές γυναικείες φωνές – ατέλειωτος ο κατάλογος: Billie Holiday, Edith Piaf, Janis Joplin, Diamanda Galas. Όλες αυτές υπάρχουν μες τη μνήμη σου και απλά όταν τραγουδάς πηγαίνεις απ’ τη μία χροιά στην άλλη».

Αναγνωρίζω και σέβομαι την πειραματική διάθεση στην τέχνη της, θέλω να τη ρωτήσω όμως αν της βγήκε ποτέ η επιθυμία να τραγουδήσει κι ένα συμβατικό ελληνικό τραγούδι με τη συνθήκη «κουπλέ – ρεφρέν». Με ενημερώνει πως έχει μελοποιήσει ποιήματα του Καββαδία και του Καρυωτάκη, ενώ συχνά με την κιθάρα της τραγουδάει κομμάτια της Αρλέτας, αλλά και ρεμπέτικα. Τη συγκινούν τα νοσταλγικά ελληνικά ακούσματα και μάλιστα στο επερχόμενο τωρινό live της με τίτλο «La Saradua», θα κάνει μια αναδρομή από τα παιδικά της χρόνια μέχρι σήμερα. Εκεί θα «χωρέσουν» και η Αρλέτα, τα ρεμπέτικα, η διαδρομή εν ολίγοις της ζωής της.

Έχει τραγουδήσει σε αίθουσες του Μεγάρου, όπως και σε μικρές μουσικές σκηνές. Προτιμά τους μικρούς χώρους κατά το «όπου φτάνει κανείς, αφού αυτό που κάνει είναι στην ουσία κι αυτό που θα ήθελε». Ως στόχους της είχε θέσει από νωρίς το να μπορεί να συνθέτει και να τραγουδάει τη μουσική. Δεν ήθελε, ούτε την ενδιέφερε να γίνει «η γνωστή τάδε». «Ήθελα πάντα να ακολουθήσω το καλλιτεχνικό όραμα που με αντιπροσώπευε, παραβλέποντας την εμπορικότητα που για άλλους μουσικούς ήταν σημαντική. Δεν μου άρεσε αυτός ο τρόπος να πλασάρομαι και για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομα τους χρειάζεται και γι’ αυτό μία οικονομική υποστήριξη». Όταν της ζητάω να γίνει πιο συγκεκριμένη, μου εξηγεί πως οι εμφανίσεις της στο Μέγαρο δεν θα ήταν εφικτές αν δεν είχε σπόνσορες, καθώς το καθεστώς του Μεγάρου στηρίζει μόνο τους sold out καλλιτέχνες. Αρχίζει να βήχει. «Συγγνώμη, είμαι και κρυωμένη και όσο μιλάμε για το Μέγαρο, με πιάνει όλο και περισσότερο ο βήχας»Η Κλαμπατσέα, αν μη τι άλλο, έχει χιούμορ

Σε αντίθεση με τη Γερμανία, αγαπάει πολύ την Αγγλία και της «πηγαίνει» σαν τόπος διαβίωσης. Μέχρι πρότινος είχε σπίτι στο Μάντσεστερ και πηγαινοερχόταν. Τη νιώθει δεύτερη πατρίδα της και θα μπορούσε να ζει μόνιμα εκεί, αν δεν είχε τους φίλους και την οικογένεια της που την κρατάνε εδώ. 

Δυσκολεύεται να μου απαντήσει ποια είναι η σχέση της με τον καπιταλισμό και με το χρήμα. Καταλήγει στο ότι μία άνεση που είχε ώστε να μην εξαρτάται οικονομικά από τη δουλειά της, τη βοήθησε να δει κι αλλιώς τα πράγματα. «Αν είχα μεγαλύτερη ανάγκη ίσως να έβαζα νερό στο κρασί μου και να τραγούδαγα πράγματα που δεν θα με αντιπροσώπευαν. Το background μου με βοήθησε να πάω πιο κοντά σ’ αυτά που πιστεύω». Δεν ξεχνάει, ωστόσο, να μιλήσει και για έναν σπόνσορα που την στηρίζει αρκετά τα τελευταία χρόνια, χωρίς να λέει το όνομα και την ιδιότητα του. No problem. Παραδέχεται επίσης πως είναι ωραίο για κάθε καλλιτέχνη να ζει από την εργασία του, μολονότι η ίδια δεν υπήρξε ποτέ «sold out», αφού ούτε έτυχε της ανάλογης διαφήμισης, ούτε και το ήθελε.

Γεγονός είναι πως τα social media κοινωνικοποίησαν τη Μαρίκα Κλαμπατσέα. «Αυτό είναι ένα ερώτημα αναπάντητο» λέει σχετικά, χαμογελώντας, «αφού το facebook είναι μια περίεργη ιστορία. Νομίζουμε πως είμαστε κοινωνικοί, ενώ δεν είμαστε στις επαφές μας μέσα απ’ αυτό. Τι είδους κοινωνικότητα είναι αυτή με αόρατους ανθρώπους να πατάνε like σε ότι ανεβάζουμε;» Δεν διαφωνεί όμως με το ότι η ίδια και η μουσική της μαθεύτηκαν από πολύ περισσότερο κόσμο μέσω facebook: «Ναι, μου αρέσει πράγματι να μοιράζομαι κάποια κομμάτια μου με τους άλλους, μου δίνει χαρά κι έτσι γνωστοποιώ και τις συναυλίες μου»

Η συνύπαρξη συνθέσεων του Verdi με του Klaus Nomi στις συναυλίες της είναι κάτι στο οποίο καλείται συχνά να απαντήσει. «Πέρα απ’ τη δική μου φωνή, τις δικές μου διαθέσεις και το τι θέλω να κάνω, μου βγαίνει στα live μου κι η παρουσία αυτών των ανθρώπων. Τον Klaus Nomi, ας πούμε, τον θαύμαζα όπως τραγουδούσε το Total Eclipse ή εκείνη την άρια του Purcell. Κάπως έτσι, μου βγαίνει και ο Pavarotti, θέλοντας πάντα να μιμηθώ τη φωνή του τενόρου. Όποτε ακούω τον Pavarotti, θέλω να κάνω αυτό που κάνει ο Pavarotti. Το προσπαθώ! Στην Αγγλία που ήμουν, είχα βγάλει κάποιες άριες του».

Με ναι και όχι δηλώνει συντροφική. Ποτέ δεν ήταν μόνη της για μεγάλο διάστημα, έχοντας πάντα την ανάγκη ενός ανθρώπου κοντά της. Ακόμη δεν ξέρει αν καταφέρνει να βρίσκεται κι η ίδια πολύ κοντά στον άλλον. Ένα γάμο έκανε στα 19 της, χώρισε κι έκτοτε είχε διάφορους συντρόφους. Τα τελευταία χρόνια διατηρεί σοβαρή σχέση με έναν άνθρωπο, όπως μου εξομολογείται. Αντίθετη δεν είναι με το θεσμό του γάμου: «Μπορεί να μην έχω δικά μου παιδιά, αλλά στην ανιψιά μου που θέλει να παντρευτεί, δεν θα της βάλω σημαία Μην παντρεύεσαι. Θα με ενδιαφέρει μόνο να είναι ευτυχισμένη με ή χωρίς γάμο, εφόσον είναι μία συνθήκη που δεν επιβάλλεται».  

Η Μαρίκα Κλαμπατσέα δεν έχει θρησκευτικές πεποιθήσεις και το λέει μια κι όξω. Δεν πιστεύει σε τίποτα, εκτός του Ανθρώπου και των δικών του δυνάμεων. «Όλα ο Άνθρωπος τα καταφέρνει με την άμυνα που έχει στις διάφορες καταστάσεις και με το ψυχικό απόθεμα που διαθέτει αν κάτι δεν πάει καλά». Κι η ίδια έχει περάσει με την υγεία της διάφορες άσχημες καταστάσεις και ακόμη περνάει με το άσθμα που την ταλαιπωρεί. «Για μία τραγουδίστρια το άσθμα είναι καταστροφικό. Κι αν ευτυχώς δεν με έχει πιάσει ποτέ την ώρα που τραγουδάω, υπήρξαν άλλες φορές που είχα μόνο 30% αναπνευστική ικανότητα». Ποτέ δεν κάπνισε στη ζωή της, αλλά είχε το προτέρημα – ελάττωμα να είναι ευαίσθητη με τις ευαισθησίες αυτές να γίνονται τελικά κόμποι που της προξενούν προβλήματα. «Και το άσθμα ψυχοσωματική ασθένεια είναι»

Ποια είναι τα προσεχή σχέδια της; Επειδή έχει δώσει πολλές συναυλίες στην Αγγλία, θα ήθελε να κάνει ένα δίσκο με αποσπάσματα των έργων της. Ετοιμάζει κι ένα καινούργιο έργο, μα δεν θέλει να πει στην αρχή περί τίνος πρόκειται. «Δεν σου λέω, θα είναι έκπληξη». Τελικά μου λέει: Ένα έργο βασισμένο σε φωνές πρωτόγονες που θα περιέχει και φωνές ζώων. Θα κάνει μία μίξη της ανθρώπινης φωνής και των φωνών που προέρχονται από ζώα. Ενδιαφέρον! 

Η Μαρίκα Κλαμπατσέα ανήκει στον αστερισμό του Ζυγού. Δεν πιστεύει στα ζώδια, χωρίς να της φαίνεται γελοία μία συζήτηση επ’ αυτού. Καμιά φορά ακούει πράγματα που ταιριάζουν με το χαρακτήρα της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν την καθορίζουν. Γελάει όταν της λέω πως μάλλον στερείται κάθε μεταφυσικής. «Εγώ νομίζω το αντίθετο» με ενημερώνει, «αφού το να πετάω και να είμαι εκτός πραγματικότητας εμένα με καθορίζει. Φτάνω και σε μία ηλικία που θα έπρεπε να είμαι πιο γήινη απ’ αυτό που είμαι. Εξαρτάται βέβαια πως εννοεί κανείς τη μεταφυσική και πως την οριοθετεί. Βλέπω να υπάρχουν, ας πούμε, κάποιες ενέργειες και μου αρέσει να κινούμαι μέσα σ’ αυτή τη σφαίρα».

Με το χέρι στην καρδιά, μου μιλάει όμορφα για μια μεγαλύτερη καριέρα που δεν έκανε. Την προκαλώ κι εγώ όταν της λέω πως ενδεχομένως να μη συμπαθεί την Ελλάδα, επειδή δεν της έδωσε και την αναγνώριση που της άξιζε. «Ότι ήταν να πω καλλιτεχνικά, το είπα και συνεχίζω να το λέω» εξομολογείται με μία ηρεμία στο λόγο της. Θέλοντας να ελαφρύνω το κλίμα, η επόμενη ερώτηση έχει να κάνει με το όνομα της: Γιατί Μαρίκα και όχι Μαρία; «Το Μαρίκα μου άρεσε όπως το πρόφεραν οι Άγγλοι. Δεν το έβλεπαν όπως το βλέπουμε εμείς στην Ελλάδα. Τη γιαγιά μου έλεγαν Μαρίκα και για μένα Μαρίκα ίσον Μαρίκα, δεν υπάρχει κάτι άλλο». Το θέμα το κλείνει η ίδια, επιστρατεύοντας και πάλι το χιούμορ της: «Είχα ένα comment στο facebook από κάποιον που μου έγραψε: Είστε πολύ καλή, αλλά αυτό το όνομα, το Κλαμπατσέα, δεν σας βοηθάει να κάνετε μεγάλη καριέρα. Έχω και τη φωτογραφία από την εποχή του La Sarandua, μάλλον θα νόμιζε πως είμαι πιτσιρίκα». Έχουμε σκάσει στα γέλια. Δεν παρεξηγήθηκε με το comment του τύπου, ίσα – ίσα το βρήκε γλυκό, εξ ου και πάτησε «καρδούλα». Πάντως, παλιότερα που της είχαν πει να βγει στο εξωτερικό με το επίθετο «Κλάμπσον», το είχε θεωρήσει αστείο εντελώς. 

Σημαντική ήταν στη ζωή της η συνάντηση της με τον Μάνο Χατζιδάκι. Αρχικά είχαν τηλεφωνική επικοινωνία όταν έβγαλε τον πρώτο της δίσκο. Ο Χατζιδάκις ήθελε να συμπεριλάμβανε σε δική του παραγωγή στον Σείριο τη «Χαμπανέρα» από την «Κάρμεν» του Bizet με τη φωνή της. «Συναντηθήκαμε δυο φορές γι’ αυτό το λόγο στο σπίτι του στη Ρηγίλλης. Θυμάμαι έναν πανέμορφο σκύλο κόλεϊ που είχε. Ούτε τότε έγινε κάτι. Αρρώστησα, δεν πήγα σ’ ένα ραντεβού, δεν θυμάμαι κιόλας καλά. Πάντα κάτι περίεργα με πιάναν’ τον καιρό εκείνο…Φέρνοντας τα όμως τώρα στη μνήμη μου, νομίζω πως η αιτία ήταν ο θάνατος του Χατζιδάκι. Είχαμε συναντηθεί, άλλωστε, δυο – τρεις μήνες πριν απ’ αυτό το θλιβερό γεγονός».

Λίγο πριν τελειώσουμε τον καφέ μας, τη ρωτάω τι κάνει ο αγαπημένος σκύλος της που αρρώστησε από καλαζάρ και με συγκίνησε με τις αναρτήσεις της στο facebook. Την βλέπω να χαμογελάει και χαίρομαι. «Παίρνει τα φάρμακα του και αυτή τη στιγμή είναι μια χαρά, καλύτερα από ποτέ. Μάλλον θα τό’χε από πριν το πρόβλημα και δεν είχαμε πάρει είδηση». Την ευχαριστώ για το χρόνο της και ανανεώνουμε το ραντεβού μας για τη συναυλία της σε λίγες μέρες. 

* Η Μαρίκα Κλαμπατσέα θα δώσει την παράσταση «La Saradua» το Σάββατο 10 Νοεμβρίου στον Χώρο Τέχνης Ασωμάτων στο Θησείο. Είσοδος: 10 ευρώ

Μητσοτάκης: Σε πανικό στη Βουλή – Αντί για απαντήσεις, επίθεση και «δεν ντρέπεστε» στην αντιπολίτευση (video)

6167665

Μητσοτάκης: Σε πανικό στη Βουλή – Αντί για απαντήσεις, επίθεση και «δεν ντρέπεστε» στην αντιπολίτευση (video)

«Ουδέποτε, δόθηκε καμία εντολή για συγκάλυψη», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κοιτώντας τους συγγενείς των θυμάτων

Βουλή: Ο λόγος για τα άδεια έδρανα του ΚΚΕ και της Νέας Αριστεράς στην ομιλία της Κωνσταντοπούλου

6167422

Βουλή: Ο λόγος για τα άδεια έδρανα του ΚΚΕ και της Νέας Αριστεράς στην ομιλία της Κωνσταντοπούλου

Μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, οι βουλευτές των δύο κομμάτων επέστρεψαν στις…

Μητσοτάκης: Όλο το παρασκήνιο για τις εκκαθαρίσεις Μπρατάκου και Παπασταύρου

InCollage 20240328 205245331

Μητσοτάκης: Όλο το παρασκήνιο για τις εκκαθαρίσεις Μπρατάκου και Παπασταύρου

O Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται πως «παραίτησε» τους δύο στενούς του συνεργάτες προκειμένου να μην απολογηθεί…

«Η ΛΑΡΚΟ ανήκει στους εργάτες» – Μαζικό συλλαλητήριο για τη ΛΑΡΚΟ στο κέντρο της Αθήνας

6167427

«Η ΛΑΡΚΟ ανήκει στους εργάτες» – Μαζικό συλλαλητήριο για τη ΛΑΡΚΟ στο κέντρο της Αθήνας

Στο μαζικό συλλαλητήριο για την ΛΑΡΚΟ συμμετέχουν και άλλα σωματεία, φορείς, συνδικάτα αλλά και φοιτητικοί…