«Δεν μπορούμε να δώσουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο σε μία χώρα που δε σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα», έλεγε χαρακτηριστικά ο Αμπντεσλάμ Ουαντού, σε συνέντευξή του στο Documento τον Μάιο του 2017. O πρώην παίκτης του Ολυμπιακού βίωσε από πρώτο χέρι το απάνθρωπο σύστημα σύγχρονης σκλαβιάς του Εμιράτου, ακόμα και σε χώρους με μεγαλύτερη λάμψη από ό,τι η κατασκευή γηπέδων, όπως το ποδόσφαιρο. Ο Ουαντού ταξίδεψε στο Κατάρ για να παίξει ποδόσφαιρο και βρέθηκε από την Λεκουίγια στην Κατάρ SC κατόπιν άνωθεν εντολής. Όταν του ζητήθηκε από τη δεύτερη ομάδα του να προχωρήσει σε λύση συμβολαίου χωρίς την προβλεπόμενη αποζημίωση, αρνήθηκε. Τότε άρχισαν τα καψόνια.
Τον άφησαν χωρίς ηλεκτρικό και με απλήρωτο ενοίκιο, ενώ τον ανάγκαζαν να κάνει προπονήσεις μόνος του σε ώρες που η θερμοκρασία άγγιζε του 50 βαθμούς Κελσίου. «Και οι παίκτες; Θα δεχθούν να παίξουν σε μια χώρα που υποστηρίζει ακόμα τη δουλεία; Πρέπει να μιλήσουν οι ίδιοι οι ποδοσφαιριστές γι’ αυτό. Θέλουμε να ακούσουμε τον Μέσι και τον Ρονάλντο. Θέλω να ρωτήσω τον Μέσι, αν θα πανηγυρίζει τα γκολ του σε μια χώρα που ο κόσμος πεθαίνει…», έλεγε χαρακτηριστικά, στέλνοντας από τότε το μήνυμα ότι ο ποδοσφαιρικός κόσμος δεν μπορεί να μένει σιωπηλός και να εντυπωσιάζεται από τα υπερσύγχρονα γήπεδα που χτίστηκαν με το αίμα των μεταναστών εργατών.
Το εργασιακό σύστημα «καφάλα», το οποίο καθιστούσε τα αφεντικά των εργατών υπεύθυνα για τη βίζα και το νομικό καθεστώς τους, φαίνεται ότι ξεπεράστηκε με τις μεταρρυθμίσεις του Σεπτεμβρίου του 2020. Βέβαια, κάτι αντίστοιχο υποτίθεται ότι είχε συμβεί και το 2017, κατόπιν ασφυκτικής πίεσης οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όμως τελικά αποδείχθηκε ότι στην ουσία ελάχιστες αλλαγές έγιναν. Πλέον, οι εργαζόμενοι μπορούν να αλλάζουν δουλειά χωρίς την άδεια των εργοδοτών, ενώ θεσπίστηκε και κατώτατος μισθός. Το ένα ευρώ την ώρα, φυσικά, δεν ικανοποίησε τους οργανισμούς για τα δικαιώματα των εργατών. Σε κάθε περίπτωση, οι μεταρρυθμίσεις ήρθαν πολύ καθυστερημένα.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα που δημοσιοποίησε ο Guardian, περισσότεροι από 6.500 μετανάστες εργάτες έχουν χάσει τη ζωή τους στο Κατάρ, από την ημέρα του Δεκεμβρίου του 2010 που η Ντόχα άκουσε τα νέα περί ανάληψης του Μουντιάλ. Τα δεδομένα από την Ινδία, το Μπαγκλαντές, το Νεπάλ και τη Σρι Λάνκα αποκαλύπτουν ότι υπήρξαν περισσότεροι από 5.927 θάνατοι από το 2011 μέχρι το 2020, ενώ από την πρεσβεία του Πακιστάν έχουν καταγραφεί 824 ακόμα θάνατοι. Ο συνολικός απολογισμός είναι ακόμα πιο μεγάλος κι αυτό γιατί χώρες όπως οι Φιλιππίνες και η Κένυα, από τις οποίες παρατηρείται μεγάλη μεταναστευτική ροή εργατών προς το Κατάρ, δε συμπεριλαμβάνονται. Επίσης, στα δεδομένα δεν υπάρχουν καταγραφές από τους τελευταίους μήνες του 2020.
Από τη μέρα που ανέλαβε το πρότζεκτ του Μουντιάλ του 2022, το Κατάρ ξεκίνησε μια τεράστια ανοικοδόμηση. Δεν είναι μόνο τα επτά νέα, υπερσύγχρονα γήπεδα που κατασκευάστηκαν για τις ανάγκες του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αλλά και έργα υποδομής όπως το νέο αεροδρόμιο, οι δρόμοι, ξενοδοχεία, μέσα μαζικής μεταφοράς, ακόμα και μια ολόκληρη νέα πόλη. Τα στατιστικά των νεκρών δεν συνοδεύονται από περιγραφή δουλειάς, ωστόσο, όπως τονίζει ο Νικ ΝακΓκίχαν, επικεφαλής της νομικής ομάδας Fair Square που ασχολείται με τα εργασιακά δικαιώματα στον Κόλπο: «Ένα πολύ σημαντικό ποσοστό των εργατών που πέθαναν από το 2011 ήταν στη χώρα επειδή το Κατάρ κέρδισε τη φιλοξενία του Παγκοσμίου Κυπέλλου». Ο ένας νεκρός την ημέρα, όπως υπολογιζόταν από τη Διεθνή Συνομοσπονδία Συνδικάτων, έγινε 12 νεκροί την εβδομάδα. Και οι δυσοίωνες προβλέψεις της Συνομοσπονδίας, που υπολόγιζαν 7.000 νεκρούς μέχρι την πρώτη σέντρα, φαίνεται πως έχουν ήδη ξεπεραστεί.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ο παραπάνω, σοκαριστικός αριθμός, βγαίνει παρά τις ελλείψεις στη διαφάνεια και στην εξαγωγή δεδομένων. Οι χώρες αποστολής των εργατών είναι αρνητικές στο να δώσουν στη δημοσιότητα στατιστικά, πιθανότατα για πολιτικούς λόγους, ενώ συχνά παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις ανάμεσα στις κυβερνητικές υπηρεσίες της ίδιας χώρας. «Υπάρχει πραγματική έλλειψη διαφάνειας σε αυτούς τους θανάτους. Υπάρχει η ανάγκη το Κατάρ να δυναμώσει την υγεία και τα στάνταρ ασφαλείας για τους εργάτες», υποστήριξε η Μέι Ρομάνος, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας. Κατά τις κυβερνητικές αρχές, πάντως, οι θάνατοι οφείλονται σε φυσικά αίτια. Τα αιτήματα για έρευνα σχετικά με τα πολλά καρδιακά επεισόδια και για την αλλαγή του νόμου ώστε να επιτραπούν οι νεκροψίες σε όλες τις περιπτώσεις αιφνίδιων θανάτων, έχουν πέσει σε τοίχο.
Δεν είναι άλλη μια στατιστική. Πίσω από όλες αυτές τις χιλιάδες θανάτων, βρίσκονται προσωπικές ιστορίες, διαλυμένες οικογένειες, παιδιά και σύζυγοι που έμειναν με ένα αναπάντητο «γιατί» να τους βασανίζει σ’ όλη τους τη ζωή. Ο Γκαλ Σινγκ Ράι από το Νεπάλ πλήρωσε περίπου 1.000 ευρώ για να καταφέρει να ταξιδέψει και να δουλέψει ως καθαριστής. Μια βδομάδα μετά την άφιξή του, αυτοκτόνησε. Ο Μοχάμεν Σαχιντ Μιά πέθανε από ηλεκτροπληξία στο χώρο που διέμενε.
Η FIFA έσπευσε να νίψει τας χείρας της, τονίζοντας ότι η συχνότητα των ατυχημάτων στα έργα που αφορούν αποκλειστικά το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι πολύ χαμηλότερη σε σχέση με άλλα έργα σ’ όλο τον κόσμο, χωρίς να παραθέσει αποδείξεις. Σε μια εποχή, πάντως, που οι αθλητές έχουν δείξει ότι έχουν φωνή, θα περίμενε κανείς να απαντήσουν στο εύλογο ερώτημα του Ουαντού…