Οι γυναίκες της 4ης Ιουνίου-Έμιλι Ντέιβισον

Μια εμβληματική μορφή του γυναικείου κινήματος

emili nteibison

Μία από τις πρωτοπόρους του μαχόμενου φεμινισμού, που ήταν ριψοκίνδυνος όσο δεν μπορούμε να φανταστούμε σήμερα, ήταν η Εμιλι Ντέιβισον. Το γεγονός ότι οι γυναίκες στη δημόσια ζωή σπανίζουν συχνά αποδίδεται σε έλλειψη αυτοπεποίθησης και σε πολλές περιστάσεις οι σουφραζέτες αναγκάστηκαν να παλέψουν ενάντια στον φόβο του να μιλήσουν ενώπιον ενός εχθρικού κοινού και χρειάστηκε όχι μόνο να βρουν την φωνή τους, αλλά και να την χρησιμοποιήσουν. Η Έμιλι Ντέιβισον ήταν μία αγγλίδα σουφραζέτα που αγωνίστηκε θυσιάζοντας την ζωή της για το δικαίωμα ψήφου των γυναικών στη Βρετανία στις αρχές του εικοστού αιώνα. Μέλος της Κοινωνικής και Πολιτικής Ένωσης Γυναικών (WSPU).

Η Έμιλι Ντέιβισον γεννήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 1872 και σπούδασε φιλολογία στο κολέγιο του St Hugh στην Οξφόρδη, απ’ όπου δεν κατάφερε να πάρει το πτυχίο της παρά τις άριστες επιδόσεις της. Κι αυτό γιατί η Οξφόρδη δεν έδινε πτυχία σε γυναίκες!

Το Νοέμβριο του 1906 εντάχθηκε στην μαχητική οργάνωση WSPU που είχε ιδρύσει το 1903 η Έμιλυ Πάνκχερστ, όπου οι σουφραζέτες πραγματοποιούσαν αρκετές επιθέσεις προκειμένου να γίνουν γνωστά τα αιτήματα τους. Η Ντέιβισον συνελήφθη και φυλακίστηκε εννέα φορές, έκανε απεργία πείνας επτά φορές και εξαναγκάστηκε να λάβει τροφή διά της βίας σαράντα εννέα φορές.

Στις 4 Ιουνίου 1913 όμως ήταν η κορυφαία στιγμή της, καθώς στον γνωστό ιππόδρομο του Έπσομ το Αγγλικό ντέρμπυ, ποδοπατήθηκε σε ιπποδρομία από το άλογο του βασιλιά Γεωργίου Ε’, όταν προσπάθησε να του «φορέσει» τη σημαία των φεμινιστριών (σουφραζέτες: διεκδικήτριες δικαιώματος ψήφου) με τα χρώματα βιολετί (μοβ), λευκό και πράσινο. Τα τελευταία της λόγια ήταν «suffrage», δηλαδή «δικαίωμα ψήφου». Η πράξη της συγκλόνισε της υπόλοιπες συντρόφισσές της που συνελήφθησαν και έκαναν απεργία πείνας, σε μια προσπάθεια να ασκήσουν πίεση στην κυβέρνηση.

 

Ως αντίδραση, η κυβέρνηση θέσπισε τον νόμο «της Γάτας και του Ποντικιού».Σύμφωνα με αυτόν, επιτρεπόταν στις κρατούμενες να προχωρούν σε απεργία πείνας, χωρίς να τους παρέχεται τροφή διά της βίας, αλλά αφήνονταν ελεύθερες όταν η κατάσταση της υγείας τους κρινόταν πλέον επικίνδυνη.

(Με πληροφορίες από tomov.gr, Feminism)