ΜΛ

Ματθαίος Λεωνίδας

Μια βουβή απεικόνιση της «Παρεξήγησης» του Αλμπέρ Καμύ

Ο Ματθαίος Λεωνίδας είδε στο θέατρο «Ροές» την παράσταση «Επιστροφή στο Μπουντεγιόβιτσε» 

03 2

Η θεατρική ομάδα Art Vouveau δημιουργήθηκε το 2013 από τέσσερις ηθοποιούς (Αφροδίτη Κλεοβούλου, Θανάσης Μεγαλόπουλος, Φοίβος Συμεωνίδης, Δανάη Τίκου), με σκοπό να συνενώσουν τις ιδέες τους και να να δουλέψουν πάνω στις ιδιαιτερότητες της αφήγησης του βωβού κινηματογράφου, ιδωμένες υπό το πρίσμα της θεατρικής απόδοσης. Συγκεκριμένα για την παράσταση που παρουσιάζουν αυτό τον καιρό, επιδίδονται κυρίως στη χρήση εκφραστικών μασκών, αναζητώντας με τον τρόπο αυτό έναν καθαρό θεατρικό κώδικα, απαλλαγμένο από τον υποκειμενισμό της σωματικής παρουσίας, θέτοντας ως σημείο αφετηρίας και έμπνευσης τις βωβές ασπρόμαυρες ταινίες των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Με οδηγό το έργο «Η παρεξήγηση» του Γάλλου Αλμπέρ Καμύ, η θεατρική ομάδα Art Vouveau ετοίμασε για άλλη μια φορά μια άφωνη δραματουργική περφόρμανς από την οποία απουσιάζει πλήρως το διαλεκτικό στοιχείο, οπότε και όλα τα θεατρικά συστατικά απόδοσης νοήματος είναι βασισμένα στην κίνηση των ηθοποιών, στην στοχευμένη χρήση του φωτισμού και στην υποβλητική μουσική, η οποία ζωντανά συνοδεύει το έργο σε ένα κρεσέντο μυστηριακών και αστυνομικών όψεων.

Η παράσταση «Επιστροφή στο Μπουντεγιόβιτσε» παρουσιάζεται μετά από αποδοχή του κοινού για δεύτερη χρονιά, αυτή τη φορά στο θέατρο Ροές, στην περιοχή του Γκαζιού. Βασισμένη στο διαχρονικό έργο του Καμύ, η παράσταση τοποθετείται στην τσέχικη πόλη Μπουντεγιόβιτσε, μια ερημωμένη από τους πολέμους πόλη, όπου ένας άνδρας επιστρέφει, μετά από πολλά χρόνια, στον τόπο που μεγάλωσε για να ανταμώσει τη χήρα μητέρα του και την αδερφή του. Οι δύο γυναίκες που διαχειρίζονται το πανδοχείο το οποίο επισκέπτεται ο ήρωας, προσπαθώντας να επιβιώσουν, δολοφονούν και ληστεύουν τους λιγοστούς πελάτες. Όταν δεν θα αναγνωρίσουν τον συγγενή τους, εκείνος θα αποφασίσει να υποδυθεί τον πελάτη που ψάχνει για δωμάτιο. Ένα οικογενειακό έγκλημα θα διαπραχθεί εν αγνοία όλων.

Το έργο του Καμύ πραγματεύεται με έναν σχεδόν σουρεαλιστικό τρόπο το ζήτημα της εξορίας του ατόμου προς έναν εχθρικό κόσμο, στον οποίο δεν βρίσκει αποδοχή. Η κύρια ιδέα είναι πως ο ήρωας επιστρέφει στην οικογένεια και στην πατρίδα του, για να δολοφονηθεί από τη μητέρα του και την αδελφή του που δεν τον αναγνωρίζουν. Αυτή η απώτερη συνέπεια της παρεξήγησης λειτουργεί ως μια αφορμή να αποδοθεί το μοιραίο ως αμετάκλητος υποκινητής της ανθρώπινης εμπειρίας, χωρίς ωστόσο να δημιουργείται στον αναγνώστη η εντύπωση πως ο άνθρωπος οφείλει να υποτάσσεται στη μοίρα. Η μεταβολή της στάσης και της αντιμετώπισης της ζωής ενδέχεται να λειτουργήσει αποτρεπτικά στο κράτος του προορισμού, του πεπρωμένου. Όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, «είναι ένα έργο επαναστατικό, και θα μπορούσε μάλιστα να περιέχει και την ηθική της ειλικρίνειας. Εάν ο άνθρωπος θέλει να αναγνωρίζεται, πρέπει απλά να λέει ποιος είναι. Αν σιωπά ή ψεύδεται, πεθαίνει μόνος και το σύμπαν γύρω του βουλιάζει στη δυστυχία». Συνεπώς το έργο αποτελεί ένα πρόταγμα προς μια ειλικρινή στάση εκ μέρους του ανθρώπου, προς μια πιο ηθική συνέπεια τόσο ως προς τους ανθρώπους γύρω του, όσο και ως προς τον ίδιο του τον εαυτό.

Έχοντας αυτά κατά νου, μένει να αναρωτηθεί κανείς για το αν η θεατρική απόδοση του έργου πετυχαίνει να φέρει σε ισορροπία τη σκοτεινή, συμβολική και μυστηριακή ατμόσφαιρα που αναδίδει το αρχικό έργο. Ενώ η αφήγηση ρέει με σχετική ομαλότητα και ο θεατής δεν συναντά «δυσκολίες» σύλληψης των διαδραματιζομένων κατά την παρακολούθηση σε βασικό επίπεδο, εκείνος ο οποίος δεν είχε πρότερη επαφή με το έργο του Καμύ ενδέχεται να μην αντιλαμβάνεται τη συνοχή μεταξύ των όσων διαδραματίζονται επί σκηνής εκ μέρους των ηρώων. Ενώ δηλαδή φαίνεται στην αρχή να συμβαίνει κάτι συγκεκριμένο (κάποιοι φόνοι στη συγκεκριμένη περίπτωση), η κατανόηση της σχέσης μεταξύ των χαρακτήρων δεν συντελείται παρά μόνο αργότερα. Παράλληλα, καθώς πάνω από τους ηθοποιούς ένας προτζέκτορας προβάλλει κάποιες καίριες προτάσεις από το αυθεντικό έργο, σε μιαν απόπειρα ίσως να βοηθηθεί ή να εμπλουτιστεί η κατανόηση, εκείνες στο τέλος λειτουργούν μάλλον προς μια εσωτερική ταραχή του θεατή, ο οποίος εκτός από το ότι πρέπει να αποκρυπτογραφήσει τις συμβολικές και μελετημένες κινήσεις των χαρακτήρων προκειμένου να ανακαλύψει ποια είναι τελικά τα κίνητρά τους, καλείται ταυτόχρονα να αποσυμβολίσει φιλοσοφικού επιπέδου θεωρήσεις από το έργο του Καμύ, οι οποίες ακόμα και σε μια κατάσταση μη πολυδιεργασίας θα απαιτούσαν περισσότερο χρόνο για να γίνουν κατανοητές. Παρ΄όλα αυτά αυτή η επιλογή των συντελεστών εκτιμάται ως ένας τρόπος να μετατραπεί η παράσταση σε μια πολυτροπική αλληλεπίδραση εικόνας, σώματος και ήχου.

Με τη μουσική να συνοδεύει ζωντανά την παράσταση, η ατμόσφαιρα που αναδίδεται θυμίζει έντονα τις αφηγήσεις των νουάρ ταινιών της δεκαετίας του 1940, όπου ο χαμηλός φωτισμός, οι διαδοχικές αφηγηματικές αναδρομές και η χρήση αρχετύπων όπως τσιγάρα, καπαρντίνες, πιστόλια, ή μοιραίες γυναίκες με δολοφονικές τάσεις προσδίδουν στη βουβή αυτή παράσταση κινηματογραφικές διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένης επίσης και της αφηγηματικής προσέγγισης αυτής καθαυτής, η οποία απηχεί στην υπαρξιστική φιλοσοφία. Αξίζει να αναφερθεί πως η χρήση εκφραστικών μασκών, μια επιλογή που αποτελεί μία από τις επικοινωνιακές τακτικές της παράστασης εν συνόλω, καθίσταται μέσο δημιουργίας ενός προσώπου δίχως ατομικά χαρακτηριστικά, το οποίο θα αποδίδει απλώς ένα χαρακτήρα με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί ο οποιοσδήποτε. Ακριβώς επειδή οι χονδροειδείς και γκροτέσκες μάσκες στο έργο αυτό βοηθούν τους ηθοποιούς να αναπτύξουν –εξαιτίας του περιορισμένου οπτικού πεδίου – τις υπόλοιπες αισθήσεις τους, το συνολικό εγχείρημα έχει ως αποτέλεσμα την παρουσίαση μιας θεατρικής τεχνικής όπου το σώμα, λόγω της απομόνωσης του προσώπου, αποκαλύπτει τις δυσκαμψίες του ηθοποιού, συμβάλλοντας σε μια πιο ειλικρινή ερμηνεία.

Δεν θα χαρακτηριζόταν ως μια εύκολη παράσταση. Η απόλαυση είναι μεγαλύτερη κυρίως για όσους γνωρίζουν εξ αρχής την υπόθεση του έργου του Καμύ∙ οι υπόλοιποι θα αποχωρήσουν με επιφύλαξη. Η σκηνοθεσία του Camilo Bentancor πετυχαίνει ένα αποτέλεσμα αξιοπρεπούς αισθητικής στο τρίπτυχο κίνησης, εικαστικής απεικόνισης και μουσικής, αφήνοντας μια επίγευση σινεματικής θέασης που γοητεύει. Οι μαθηματικές κινήσεις των ηθοποιών ενίοτε παραξενεύουν τον θεατή, πολλές ωστόσο φορές προκαλούν αβάσταχτο ενθουσιασμό. Ένα πρωτότυπο, παρ’όλα αυτά, δημιούργημα που αξίζει, λόγω της διάκρισής του από το συνηθισμένο και του καταφανούς κόπου που κατεβλήθη, να θεαθεί και να κριθεί υποκειμενικά, με το ελαφρυντικό της έλλειψης διαλόγου ως προδιάθεσης για ένα πιο «αντισυμβατικό» είδος θεάτρου.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΠΟΥΝΤΕΓΙΟΒΙΤΣΕ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Συντελεστές

Συντονισμός – Σκηνοθεσία: Camilo Bentancor

Μουσική σύνθεση: Γιάννης Σελέκος

Κοστούμια: Δέσποινα Μακαρούνη

Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Μαργκάς

Κατασκευή Μασκών: Camilo Bentancor, Alfredo Iriarte

Φωτογραφίες/Video: Μαρία Αγγελή, Στάθης Γαλαζούλας

Σχεδιασμός αφίσας – Εικονογράφηση: Μανόλης Αλμπάνης

Δημόσιες Σχέσεις – Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη

Παίζουν οι ηθοποιοί: Αφροδίτη Κλεοβούλου, Θανάσης Μεγαλόπουλος, Φοίβος Συμεωνίδης, Δανάη Τίκου

Στο πιάνο: Γιάννης Σελέκος

Στα κρουστά: Γιώργος Σμακ

Κάθε Πέμπτη στις 21.30

Θέατρο Ροές, Ιάκχου 16, Γκάζι

Eισιτήρια:

12€ κανονικό

8€ μειωμένο

5€ ειδική τιμή για ατέλειες ηθοποιών

Πληροφορίες / Κρατήσεις:

Τηλ.: 21 0347 4312 | www.theatroroes.gr

Δίκη Πισπιρίγκου: Έκλαιγε στην αγκαλιά της η αδερφή της – «Το μωρό ήταν σαν να σύρθηκε στο μαξιλάρι» (Video)

5794007

Δίκη Πισπιρίγκου: Έκλαιγε στην αγκαλιά της η αδερφή της – «Το μωρό ήταν σαν να σύρθηκε στο μαξιλάρι» (Video)

Με καταθέσεις μαρτύρων συνεχίζεται η δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου, που καταδικάστηκε για τον φόνο της…

Μελέτη: Μήπως τα ακραία σχόλια εναντίον της έρχονται από τη ΝΔ; – Οι αναρτήσεις της Λίνας Κλείτου

InCollage 20240419 160043944

Μελέτη: Μήπως τα ακραία σχόλια εναντίον της έρχονται από τη ΝΔ; – Οι αναρτήσεις της Λίνας Κλείτου

«Mε την όψιμη μεταγραφή με τις άλλοτε βαρύνουσες πολιτικές δηλώσεις για το πώς τρώει φαλλούς…