Το 40% του εκλογικού σώματος δηλαδή δεν υπερψήφισε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική που, εν μέσω ενεργειακής κρίσης, άφησε την αγορά αρρύθμιστη και ανεξέλεγκτη στο έλεος των κερδοσκόπων, χωρίς να λάβει κανένα μέτρο αντιμετώπισης της ακρίβειας. Με αποτέλεσμα να φτωχοποιηθεί η μεσαία και χαμηλή τάξη, που εκπαιδεύτηκαν να ζουν με… κουπόνια. Την ίδια ώρα που αποκόμισε αφορολόγητα υπερκέρδη πολλών δις μια μικρή επιχειρηματική ελίτ που αισχροκέρδησε σε βάρος των πολλών.
Ούτε το 40% του εκλογικού σώματος ψήφισε υπέρ μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής που μείωσε την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων κατά 7,5%, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, κάνοντας την Ελλάδα μια από τις φτωχότερες και συγχρόνως και ακριβότερες χώρες της Ενωμένης Ευρώπης.
Ούτε βέβαια το 40% του εκλογικού σώματος υπερψήφισε μια πολιτική που ιδιωτικοποιεί τη δημόσια και δωρεάν Υγεία και Παιδεία, αναγκάζοντας τους πολίτες να πληρώνουν τις εξετάσεις, τη φροντίδα και τα φάρμακα στα δημόσια νοσοκομεία, καθώς και δίδακτρα για τα παιδιά τους στα σχολεία και στα πανεπιστήμια.
Στις εκλογές δηλαδή δεν κέρδισε η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη. Αυτό που συνέβη είναι ότι ηττήθηκε στα σημεία η στρατηγική και η επικοινωνιακή τακτική του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Στο επίπεδο της στρατηγικής, αυτό που ηττήθηκε ήταν η μοναχική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για κυβέρνηση προοδευτικής συνεργασίας. Την οποία δεν συμμερίστηκε κανένα από τα μικρότερα κόμματα της κεντροαριστεράς, τα οποία είχαν κάθε όφελος να υπερασπίζονται την απλή αναλογική.
Έτσι, η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για τη συγκρότηση μετεκλογικά κυβέρνησης συνεργασίας, στο πρότυπο όσων συμβαίνουν σε 23 από τα 27 κράτη της Ευρώπης, εμφανίστηκε σαν ανέφικτη, ανεδαφική και προϊόν λαϊκισμού.
Η πρόταση της αυτοδυναμίας της ΝΔ επιδοκιμάστηκε ως η μόνη ρεαλιστική και εφικτή και συνεπώς και ως η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί την κυβερνητική σταθερότητα.
Γι’ αυτό στις εκλογές της 25ης Ιουνίου και με δεδομένο ότι το εκλογικό σύστημα θα είναι πλέον η ενισχυμένη αναλογική, το πρώτο πράγμα που πρέπει να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είναι ο στρατηγικός του στόχος.
Η νέα στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρέπει να έχει ανυπερθέτως ως στόχο την επίτευξη αυτοδυναμίας και την κατάκτηση της κυβέρνησης.
Όσο κι αν αυτό φαντάζει σήμερα δύσκολο, με δεδομένο το προηγούμενο πολύ αρνητικό, σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, αποτέλεσμα, αυτός πρέπει να είναι ο νέος προεκλογικός του στόχος.
Η κάλπη άλλωστε, όπως όλοι συμφωνούν, θα είναι άδεια το πρωί της 25ης Ιουνίου…
Η στρατηγική της αυτοδυναμίας για τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είναι μονόδρομος γιατί οι ψηφοφόροι στις εκλογές δεν ψηφίζουν αξιωματική αντιπολίτευση. Ψηφίζουν κυβέρνηση.
Που σημαίνει ότι οι ψηφοφόροι δεν θα έρθουν στην κάλπη για να μειώσουν την παντοδυναμία μιας δεδομένης, ήδη πριν από τις εκλογές, κυβέρνησης.
Θα έρθουν για να υπερψηφίσουν το καλύτερο κυβερνητικό πρόγραμμα για τα επόμενα 4 χρόνια. Και μαζί με αυτό και εκείνους που πιστεύουν ότι μπορούν να το εφαρμόσουν καλύτερα.
Στις εκλογές όμως δεν ηττήθηκε μόνο η στρατηγική της απλής αναλογικής του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Ηττήθηκε και η προφανής αδυναμία της επικοινωνιακής του πολιτικής. Η οποία, μπροστά στην επικοινωνιακή λαίλαπα της ΝΔ, με το σύνολο των χρηματοδοτημένων από την ίδια ΜΜΕ να την υποστηρίζουν αναφανδόν, στάθηκε ανήμπορη να αποδείξει το αυτονόητο.
Ότι δηλαδή η νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ απευθύνεται στην ολιγαρχία του πλούτου, ενώ η πολιτική της Δίκαιης Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ευνοεί τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που ανήκουν στη μεσαία και τη χαμηλή οικονομικά τάξη.
Η απόλυτα επιτυχής, ως πανίσχυρη, επικοινωνιακή πολιτική της ΝΔ κατάφερε να πείσει όχι ότι η δική της κυβερνητική πρόταση είναι η καλύτερη από των αντιπάλων της, αλλά ότι είναι μονόδρομος. Καθώς με διάφορες επιτυχείς επικοινωνιακές παρεμβάσεις και αξιοποιώντας την αμφισημία, τις
αντιφάσεις και τα λάθη της άλλης πλευράς, έπεισε ότι δεν υπάρχει άλλη εφικτή και ρεαλιστική κυβερνητική πρόταση.
Η ΝΔ δηλαδή κέρδισε γιατί παρουσίασε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ σαν αναξιόπιστη, ανέφικτη και εντέλει σαν προϊόν λαϊκισμού.
Αναξιόπιστη γιατί η ΝΔ έπεισε ότι το κόστος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι υποστηρίζεται από εκείνους που το επεξεργάστηκαν και το προτείνουν.
Ανέφικτη γιατί, εφόσον έπεισε ότι η πρόταση των αντιπάλων της είναι υπερβολικά ακριβή, έπεισε εύκολα και ότι δεν υπάρχουν οι χρηματοδοτικοί πόροι για να τη στηρίξουν.
Και τέλος αποτέλεσμα λαϊκισμού, επειδή η προπαγάνδα της ΝΔ έπεισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ υπόσχεται… φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Η επικοινωνιακή επιτυχία δηλαδή της ΝΔ στις εκλογές, η οποία της έδωσε το μη αναμενόμενο 40% της προτίμησης των ψηφοφόρων, στηρίχθηκε όχι στην ανάδειξη του θετικού προσήμου της δικής της κυβερνητικής πρότασης, αλλά στην αμφισβήτηση της ύπαρξης άλλης εφικτής εναλλακτικής.
Η ανατροπή συνεπώς του εκλογικού αποτελέσματος στις 25 Ιουνίου πρέπει να ξεκινήσει με την υιοθέτηση μιας νέας επικοινωνιακής πολιτικής από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Η οποία πρέπει να υπηρετεί το νέο στρατηγικό στόχο, αυτόν της αυτοδυναμίας.
Πρέπει συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ να παρουσιάσει και να αναδείξει επικοινωνιακά τα θετικά του κυβερνητικού του προγράμματος για κάθε μια επαγγελματική και οικονομική τάξη στην οποία απευθύνεται.
Για να το επιτύχει όμως αυτό, πρέπει να αποδείξει πρώτα ότι το πρόγραμμά του είναι εφικτό, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο.
Αυτό σημαίνει ότι η νέα επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ θα πρέπει να επικεντρωθεί όχι μόνο στην ανάδειξη των θετικών του προγράμματός του, αλλά και στην αποδόμηση της προπαγάνδας που το γκρίζαρε, αναδεικνύοντας σαν μονόδρομο την αντιλαϊκή νεοφιλελεύθερη πρόταση της ΝΔ.
Η ιδέα που πρέπει να εμπεδωθεί επικοινωνιακά είναι ότι, στις σημερινές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, υπάρχουν δύο διακριτές και εξ ίσου εφικτές κυβερνητικές προτάσεις.
Η μια είναι η νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πρόταση της ΝΔ. Που έφερε υπερκέρδη σε λίγες μεγάλες επιχειρήσεις, ευνοώντας αποκλειστικά το μεγάλο κεφάλαιο και το οικονομικό κατεστημένο.
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη έφερε σε δεινή θέση τη μεσαία και τη χαμηλή εισοδηματικά τάξη γιατί, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνητικές πολιτικές, δεν αντιμετώπισε με θεσμικά μέτρα την ακρίβεια στις τιμές του ρεύματος, της βενζίνης και των προϊόντων.
Στη συνέχεια πρέπει να παρουσιαστεί και να αναλυθεί η κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, που κινείται στο ακριβώς αντίθετο άκρο από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της ΝΔ.
Καθώς είναι η πολιτική της Δίκαιης Ανάπτυξης με ίσες ευκαιρίες για όλους.
Η πολιτική της παραγωγικής ανασυγκρότησης με αναπτυξιακές πηγές τα δημόσια αγαθά και τους δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες.
Η πολιτική της ισόρροπης συμμετοχής στην Ανάπτυξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Η πολιτική της δίκαιης αναδιανομής υπέρ ενός κοινωνικού κράτους με δημόσια και δωρεάν Παιδεία και Υγεία.
Η πολιτική της ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων υπέρ των εργαζομένων.
Και τέλος η πολιτική που υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον στην Ενέργεια και τις Μεταφορές.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου πρέπει να καταρριφθούν με επιχειρήματα τα στερεότυπα που χρησιμοποίησε η κυβερνητική προπαγάνδα. Με πρώτο αυτό που θέλει την ακρίβεια μονόδρομο, σαν διεθνή και εισαγόμενη και όχι αποτέλεσμα μιας ανεξέλεγκτης αγοράς την οποία ρυθμίζουν κερδοσκόποι.
Τα ευρωπαϊκά παραδείγματα των μέτρων που εφαρμόστηκαν εκεί προκειμένου να μειωθούν οι τιμές, μεταξύ των οποίων η επανακρατικοποίηση των κάποτε δημόσιων επιχειρήσεων ηλεκτρισμού, η επιβολή πλαφόν στις ανατιμήσεις και η μείωση των έμμεσων φόρων, σε συνδυασμό με τη σύγκριση των τιμών του ρεύματος, της βενζίνης και των προϊόντων πρώτης ανάγκης εδώ και εκεί, θα αποδείξουν ότι η ακρίβεια στη χώρα μας είναι το προϊόν και το αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Κι ακόμη, πρέπει να αποδομηθεί η πλάνη ότι οι επιδοτήσεις, τα κουπόνια και τα έξτρα φιλοδωρήματα για τους πληγέντες από την ακρίβεια, δεν είναι ούτε μονόδρομος, ούτε και δείκτης κοινωνικής ευαισθησίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Αφού ούτε η ακρίβεια είναι μονόδρομος αλλά αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, μια και αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά στην Ευρώπη. Ούτε όμως και η επιδοματική πολιτική που κόστισε 60 δις και εξέτρεψε δημοσιονομικά την Ελλάδα, είναι μια πολιτική που ακολουθήθηκε από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη.
Κι ακόμη, πρέπει να γίνει σαφές και να διαδοθεί ότι, αν ήθελε η κυβέρνηση Μητσοτάκη πράγματι να δείξει κοινωνική ευαισθησία, έπρεπε να λάβει μέτρα για τη μείωση των τιμών. Και όχι να τις επιτρέψει να ανέβουν στα ύψη και στη συνέχεια να αποζημιώνει μερικά κάποιους από τους καταναλωτές, με επιδόματα και κουπόνια.
Μια πολιτική που είχε ως συνέπεια αφενός τον υπερπλουτισμό μιας μικρής ελίτ ευνοούμενων από τη ΝΔ μεγάλων ενεργειακών επιχειρήσεων και αφετέρου την, για μια ακόμη φορά με κυβέρνηση ΝΔ, δημοσιονομική εκτροπή της χώρας.
Αφού νομιμοποιηθούν στη συνείδηση των ψηφοφόρων τα μέτρα καταπολέμησης της ακρίβειας, όπως εφαρμόστηκαν στην Ευρώπη και όπως προτείνονται στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, πρέπει η επικοινωνιακή πολιτική να επικεντρωθεί στο κόστος του κυβερνητικού του προγράμματος, με ταυτόχρονη ανάδειξη του οφέλους που αυτό θα έχει στους εργαζόμενους και στις μεσαίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Το τεράστιο κόστος των επιδοτήσεων και των κουπονιών, για παράδειγμα, πρέπει να αφαιρεθεί από το κόστος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Καθώς όταν οι τιμές μειωθούν, οι επιδοτήσεις πλέον δεν θα χρειάζονται.
Κι ακόμη, η αύξηση των αμοιβών και η μείωση των τιμών, θα πρέπει να εξηγηθεί ότι θα έχουν μια σαφή αναπτυξιακή διάσταση που πρέπει να συνεκτιμηθεί σαν όφελος στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Καθώς τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν στο ξεπάγωμα της αγοράς και θα δώσουν νέα ώθηση στην κατανάλωση και άρα και στην παραγωγή νέου πλούτου.
Για να ανατραπεί το εκλογικό αποτέλεσμα, ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρέπει να πείσει με κατάλληλη επικοινωνιακή πολιτική, βασισμένη σε επιχειρήματα και σε τεκμηρίωση από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, ότι η κυβερνητική του πρόταση είναι εφικτή, ρεαλιστική και εφαρμόσιμη.
Και επιπλέον πρέπει να πείσει ότι το δικό του κυβερνητικό πρόγραμμα απευθύνεται στην πλειοψηφία του εκλογικού σώματος και όχι σε μια ολιγαρχία του πλούτου.
Οι ψηφοφόροι των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων, μόνο αν πειστούν με θετικά επιχειρήματα για το όφελος που θα έχουν από την εφαρμογή του προγράμματος που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, θα μπορέσουν να απεγκλωβιστούν από το εκβιαστικό δίλημμα της ΝΔ για σταθερότητα στην ακρίβεια και στη φτώχεια.
Η ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος μπορεί να είναι δύσκολο, αλλά όχι ανέφικτο να επιτευχθεί.
Αρκεί να μη χαθεί χρόνος. Και αρκεί οι αλλαγές στη στρατηγική και την επικοινωνιακή πολιτική να υιοθετηθούν και να εφαρμοστούν ενιαία και ομοιόμορφα από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Πηγή: tvxs
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr