Η δημοφιλής ηθοποιός Υρώ Μανέ δίνει τη συνέντευξη της ζωής της

Λίγες μέρες πριν ανέβει ξανά στη σκηνή ως Ερασμία, σε έναν ρόλο που τη στιγμάτισε, συναντήσαμε την Υρώ Μανέ και μας μίλησε για όλους και για όλα

245640811 4380966605356713 5918911801465079964 n
Στις 20 Οκτωβρίου 2010 είχε ξεκινήσει το ταξίδι του ο συναρπαστικός μονόλογος του Νίκου Βασιλειάδη, «Ο συμβολαιογράφος», σε σκηνοθεσία Γιώργου Καραμίχου, με την Υρώ Μανέ στον πιο οριακό ρόλο της καριέρας της: Αυτόν της Ερασμίας, μιας γυναίκας χήρας, εγκλωβισμένης σ’ ένα περίπτερο, που ζητάει ν’ αγαπηθεί και ν’ αγαπήσει μέσα σε μια επαρχιώτικη κοινωνία γεμάτη ταμπού και στερεότυπα. Έντεκα χρόνια μετά, στις 20 Οκτωβρίου του 2021, η παράσταση έρχεται ξανά στην αίθουσα θεάτρου του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης για να συγκινήσει και να προβληματίσει εκ νέου. Συναντήσαμε την πρωταγωνίστρια Υρώ Μανέ ύστερα από ακόμη μία πρόβα της. Μία γυναίκα ισορροπημένη, λαμπρή, όλο χιούμορ, απ’ τη στόφα της μεγάλης ηθοποιού που δοκιμάστηκε επιτυχώς στην κωμωδία και θέλησε κάποια στιγμή να ξανοιχτεί και σ’ άλλα πράγματα, ριψοκίνδυνα ενδεχομένως για τη σχέση της με το κοινό της. Γνώμη μου είναι πως αν και δεν υπήρξε ποτέ ενζενί – το παραδέχεται η ίδια – αυτή ακριβώς η λαϊκή εμφάνιση σε συνδυασμό με το ταλέντο της θα την αναδείκνυε έως και σε μία ατόφια παζολινική ηρωίδα. Από τη Φλώρα στα «Εγκλήματα», τη γυναίκα της διπλανής πόρτας, στην ελευθέρων ηθών «Ρένα» του Αύγουστου Κορτώ και τώρα στη ρημαγμένη ψυχικά Ερασμία του «Συμβολαιογράφου» – κομμάτια όλα που φανερώνουν πως πολλά έγιναν και πολλά ακόμη θα γίνουν μέσα στην πορεία της Υρώς Μανέ..
 
 
Καταρχάς γιατί Υρώ και όχι Ηρώ;
 
Είναι το μισό όνομα, δηλαδή το Αργυρώ κομμένο. Ήθελα να κρατήσω το όνομα της νησιώτισσας Χιώτισσας γιαγιάς μου. Στην αρχή είδα κι έπαθα για να το αποδεχτούν, αφού με περνούσαν για αγράμματη. Θα λέγανε «δεν ξέρει να γράφει τ’ όνομα της αυτή η κοπελίτσα»; (γέλια)
 
Είστε μια οικογένεια, λοιπόν, που τηρείτε τις παραδόσεις. Στην κόρη σας δώσατε όνομα με ρίζες;
 
Καμία σχέση. Η οικογένεια μας τηρούσε τα έθιμα μέχρι που ήρθαμε εμείς, η άλλη γενιά, και πάψαμε να τα τηρούμε. Είναι τόσο απλό, δεν μας άρεσε το όνομα της μάνας μου, ούτε της πεθεράς μου, για να το έπαιρνε η κόρη μου. Δώσαμε μάλιστα το δικαίωμα στο νονό της κόρης μου να αποφασίσει για το ποιο όνομα θα επιλέξει.
 
Ωστόσο κρατάτε επαφές με το νησί. Πηγαίνετε τακτικά.
 
Πολύ! Αγαπώ πάρα πολύ τη Χίο αν και δεν έχω μεγαλώσει εκεί. Πήγαινα τα καλοκαίρια μου, δηλαδή κατά το ωραιότερο κομμάτι της παιδικής ηλικίας. Καλοκαίρια συνυφασμένα με διακοπές, ανεμελιά, πολύ παιχνίδι, θάλασσα και μυρωδιές από μαστίχα, αφού συνήθως τότε τη μάζευαν από τα μαστιχόδεντρα.
 
Η παιδική ηλικία έχει εγγραφεί για τα καλά μέσα σας;
 
Βαθύτατα εγγράφεται η παιδική ηλικία. Είναι το αποκούμπι του καθενός, που αν δεν έχει περάσει καλή παιδική ηλικία, όλος του ο ψυχισμός τυλίγεται και ξετυλίγεται γύρω απ’ αυτό.
 
Ένας πιο μαύρος ψυχισμός.
 
Μαύρος ή γκρίζος, δεν ξέρω, αλλά από κει ξεκινάνε τα πιο βασικά θέματα του ανθρώπου. Το έχω δει δηλαδή στην πορεία μου.
 
Θεωρείτε τον εαυτό σας φωτεινό;
 
Μ’ αρέσει μόνο όταν οι άλλοι εντοπίζουν αυτό το στοιχείο μου. Νομίζω όμως πως βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο, πρόσκειμαι στη θετική πλευρά της ζωής.
 
Προέρχεστε από ένα φιλότεχνο οικογενειακό περιβάλλον;
 
Όχι, δεν είχαν καμία σχέση. Ή, μάλλον, λάθος, το παίρνω πίσω…Αγαπούσαν πάρα πολύ το θέατρο και μάλιστα έχω φωτογραφίες της μαμάς μου, που όταν ήταν μικρή στο χωριό, είχε παίξει τη Γκόλφω. Θέλανε να μαζέψουν χρήματα για την ανέγερση του δημοτικού σχολείου στη Χίο. Ήταν πανέμορφη και, απ’ ότι έμαθα μετά, πολύ ταλαντούχα. Τους είχαν προτείνει να έρθουν και στην Αθήνα να παίξουν, αλλά επειδή τα ήθη και τα έθιμα της εποχής ήταν διαφορετικά, φυσικά και δεν την άφησε η γιαγιά μου. Ο συμπρωταγωνιστής δεν ήταν ο αρραβωνιαστικός της δηλαδή, αλλά κάποιος άλλος, καταλάβατε;
 
Υπήρχε μια φλέβα καλλιτεχνική.
 
Νομίζω ναι και μετά, ψάχνοντας το στα χρόνια, ανακάλυψα ότι το πιο βασικό μας στοιχείο ήταν το χιούμορ, αυτό που καταγράφεται στο DNA των ανθρώπων. Διέθεταν πολύ χιούμορ και οι γονείς μου και οι παππούδες μου. Γενικά οι Χιώτες φέρουν πολύ τον αυτοσαρκασμό και το έβλεπα ακόμη και στα καφενεία τους. Πειράζονταν πάρα πολύ μεταξύ τους. Είναι χωρατατζήδες, που λέμε.
 
Η Ερασμία, η ηρωίδα που καλείστε να ξαναπαίξετε επί σκηνής, έχει ένα έντονο τραγικό στοιχείο.
 
Είναι μια ιλαροτραγωδία γραμμένη απ’ τον Νίκο Βασιλειάδη. Έχει πολλά στοιχεία χιούμορ και άλλα τόσα δραματικά. Αν θυμηθώ την εποχή πριν ακριβώς έντεκα χρόνια, που πρωτόκανα πρόβες, ο ρόλος ήταν η απόλυτη πρόκληση. Είχαμε ξεκινήσει απ’ το θεατράκι του Γιώργου Αρμένη, δασκάλου μου στο Τέχνης, με τη σκηνοθεσία του Γιώργου Καραμίχου. Προσέγγιζα σιγά – σιγά το ρόλο με μεγάλη αγάπη, δέος και αγωνία, ακροβατώντας μεταξύ κωμικού και δραματικού. Ήταν και η πρώτη φορά στη ζωή μου που τολμούσα κάτι τέτοιο. Σηματοδότησε κάτι ισχυρό στο πως με έβλεπαν οι άλλοι, το κοινό και οι άνθρωποι του χώρου μου, στο ότι ξεφεύγω απ’ την καθαρόαιμη κωμωδία.
 
Αν πάμε στο 2010 που ξεκίνησαν όλα μ’ αυτό το έργο, σχετικά σε ώριμη ηλικία το τολμήσατε.
 
Μα δεν μπορείς να τολμήσεις πιο νέα μια τέτοια ακροβασία μεταξύ δραματικού και κωμικού. Δεν είναι το ίδιο όπως όταν έχεις έναν μονόλογο εμβόλιμο σ’ ένα έργο μαζί μ’ άλλους. Εννοείται πως δεν θα το τολμούσα παλαιότερα να είμαι με μονόλογο επί σκηνής για 70 λεπτά. Θα έπρεπε να κουβαλάω στις αποσκευές μου μεγάλη σιγουριά για τα εκφραστικά μου μέσα και να μπορώ να δοκιμαστώ σε κάτι, που ελάχιστοι ίσως θα πίστευαν ότι μπορώ να κάνω. Ο κόσμος, ξέρετε, αλλά και το επαγγελματικό περιβάλλον μας καταχωρεί σε κάτι πολύ συγκεκριμένο.
 
Μιλάμε και για ένα βαθιά ανταγωνιστικό περιβάλλον. Το ότι εσείς, όμως, είστε καλή ηθοποιός, το φανερώσατε και μέσα από την κωμωδία. Δεν λένε ότι είναι δύσκολο να’ναι κανείς καλός κωμικός;
 
Όταν ήμουν στο Θέατρο Τέχνης, είχα πολλές δραματικές σκηνές. Ως πιτσιρίκα τριτοετής, έκανα Βασίλισσα Ελισάβετ, «Ριχάρδος Γ’», Σαίξπηρ, δηλαδή κάτι έβλεπαν σε μένα οι δάσκαλοι μου και ο Κάρολος Κουν. Κι αν δεν μας δίδασκε ο Κουν, ήμασταν η τελευταία τάξη που είχε επιλέξει παιδιά για να μας σκηνοθετήσει σε τραγωδίες και κωμωδίες στην Επίδαυρο. Ναι μεν λοιπόν είχα αποσκευές, αλλά πριν έντεκα χρόνια ένιωσα σίγουρη ώστε να δοκιμαστώ σε μονόλογο.
 
 
Μήπως να μην είναι τόσο ταπεινός ένας καλλιτέχνης ειδικά όταν είναι πετυχημένος;
 
Σας ευχαριστώ που το λέτε γιατί η λέξη «ταπεινότητα» εμένα με εκφράζει απόλυτα. Δε χρειάζεται να’σαι αλλιώς, παρά μόνο ταπεινός, όταν κάνεις αυτή τη δουλειά και την αγαπάς βαθιά και ξέρεις γιατί την έχεις επιλέξει. Αν είσαι υπερφίαλος, μπορεί να οδηγηθείς σε ακραίες συμπεριφορές που θα φέρουν σε δυσάρεστη θέση τους άλλους κυρίως.
 
Πολλοί καλλιτέχνες, πάντως, έχουν κάνει σημαία την παραξενιά τους και το άστατο του χαρακτήρα τους.
 
Ναι. Κι έχουν κάνει – αν θέλετε – πορείες μεγάλες. Έχουν δώσει τάχα μου θετικό πρόσημο στα πιο αρνητικά χαρακτηριστικά τους, τα έχουν προτάξει και πολλές φορές τα έχουν κάνει υποτιθέμενη υψηλή τέχνη.
 
Άλλο αυτό, το να κάνεις υψηλή τέχνη τον ίδιο τον κακό χαρακτήρα σου.
 
Ε, γι’ αυτό φτάσαμε εκεί που έχουμε φτάσει στις μέρες μας. Είναι απότοκο και απόρροια όλης αυτής της κατάστασης! Το σύστημα δυστυχώς έχει αποδεχτεί ανθρώπους και προσωπικότητες που θα μπορούσαν σε άλλη περίπτωση να έχρηζαν έως και ψυχιατρικής αγωγής. Το σύστημα θώπευσε, αγκάλιασε και προσέδωσε γοητεία σε ψυχισμούς με πολλά βαθιά θέματα. Άνθρωποι με την επίφαση της γοητείας του «Κακού» ή του «καταραμένου» διέγραψαν μια τρανή πορεία. Ήρθε όμως η ώρα της Θείας Δίκης που είπε: «ΟΚ, μπάστα, τα πράγματα πρέπει να μπουν στη σωστή τους θέση». Είναι παρήγορο για μένα αυτό.
 
Είχα ακούσει κάποτε τον Νίκο Κούνδουρο να λέει σε μία ηθοποιό του πως κάνει το πιο αναξιοπρεπές επάγγελμα του κόσμου. Βαριά κουβέντα. Τι λέτε γι’ αυτό;
 
Δεν θα ήθελα ποτέ από έναν σκηνοθέτη του διαμετρήματος του Κούνδουρου να έχει ειπωθεί κάτι τέτοιο. Θα με στενοχωρούσε πολύ, απ’ την άλλη όμως πιστεύω ότι δεν το είπε έτσι άσκοπα και άσκεπτα. Εμείς έχουμε επιτρέψει να υπάρχει σ’ αυτό το επάγγελμα τεράστια αναξιοπρέπεια. Μπορεί αυτό να είδε ο αείμνηστος Κούνδουρος και να το είπε. Δε με βρίσκει σύμφωνη, βέβαια, το ότι το είπε προκειμένου να εκμαιεύσει κάποια ερμηνεία. Να σας πω και κάτι, επειδή τυχαίνει να έχω υπάρξει και πρόεδρος του ΣΕΗ; Υπάρχει πιο αναξιοπρεπές πράγμα απ’ το να δουλεύουν οι ηθοποιοί απλήρωτοι; Το λέω με πόνο ψυχής! Τι να λέμε από κει και πέρα;
 
Το είπα για να δω πιο πολύ αν σέβεστε τους μεγαλύτερους. Χαρακτηρίσατε τον Κούνδουρο «αείμνηστο». Είναι μια βασική αρχή.
 
Το σεβασμό τον κερδίζει κάποιος άνθρωπος, Αντώνη μου. Δε σεβόμαστε κάποιον a priori γιατί είναι υψηλά ιστάμενος στη θέση του. Φυσικά και έχω μεγαλώσει από μια οικογένεια με αρχές, αλλά οφείλω να σέβομαι όσους μου εμπνέουν σεβασμό εξαιτίας του έργου τους και, βασικά, εξαιτίας των πράξεων τους. Αν ένας καλλιτέχνης έχει διαγράψει μία μεγάλη πορεία με αντίθετες όμως πράξεις, εμένα δεν μου λέει τίποτα. Εκεί όχι μόνο δεν έχω σεβασμό, αλλά είναι και εντελώς απέναντι μου.
 
Πως αντιδράτε όταν είναι κάποιος απέναντι σας;
 
Μ’ αρέσει να συμπορεύομαι με τους ανθρώπους, όχι να τους έχω απέναντι μου. Συχνά ακόμη αυτοί που απαιτούν το σεβασμό μας, κατέχουν θέσεις εξουσίας. Το λέω πιο σφαιρικά, βλέπε δάσκαλος – μαθητής, πιστός – παπάς…
 
Ή και εισπράκτορας στο λεωφορείο, που είχε πει ο Μάνος Χατζιδάκις.
 
Αυτό ακριβώς. Οφείλω να σέβομαι τον άλλον ως συνάνθρωπο μου, προσπερνώντας όμως το επιφαινόμενο θα δω αν πρέπει να τον προσπεράσω ή να αδιαφορήσω πλήρως.
 
Ξέρετε τι νομίζω πως έχετε εσείς;
 
(γέλια) Για πείτε μου μήπως δεν τό’χουν δει οι άλλοι.
 
Δεν είστε η ντίβα που μπορεί να’ναι κάτι βασισμένο σε σαθρό οικοδόμημα.
Θα μου ήταν παντελώς αδιάφορο.
 
Έχετε, εννοώ, το ταλέντο και το λαϊκό φυζίκ μιας παζολινικής ηρωίδας. Συμφωνείτε;
 
Ω ναι, σας ευχαριστώ που το λέτε, γιατί η ιδιωτική μου ζωή είναι από κανονική έως αδιάφορη θα έλεγα. Ίσως γι’ αυτό οι ρόλοι της πόρνης του Κορτώ και της Ερασμίας ξανά τώρα, ήρθαν μάλλον στο σωστό τάιμινγκ. Μια και αναφέρατε τον Παζολίνι, σινεμά έχω κάνει ελάχιστο, δυο φορές έχω παίξει μόνο.
 
Λογικό κάπου. Συνήθως οι ηθοποιοί που έγιναν ευρέως γνωστοί από την τηλεόραση, σνομπάρονται από τους κινηματογραφικούς σκηνοθέτες.
 
Αυτά είναι τα στερεότυπα πολλών ανθρώπων του χώρου στην Ελλάδα, στην πατρίδα μας. Δε νομίζω αυτό να συμβαίνει πουθενά αλλού στο εξωτερικό. Με ενοχλεί σαν νοοτροπία και σαν αντιεπαγγελματική στάση. Μου περιορίζει αυτό που οφείλει να κάνει η τέχνη, να διευρύνει τους ορίζοντες. Μου αποδεικνύει πως ο ένας δεν βλέπει την αλήθεια του άλλου, μένει στο φαίνεσθαι, στην επιφάνεια και στο επιδερμικό. Άρα, ένας που μένει εκεί, πόσο σημαντικός καλλιτέχνης είναι τελικά;
 
Και ο Κουν, όμως, στην ακμή του, απαγόρευε στους ηθοποιούς του να παίζουν στον κινηματογράφο.
 
Ναι, γιατί πίστευε πως αν έπαιζες στο σινεμά, θα σου έπαιρνε ενέργεια απ’ αυτό που ο ίδιος θεωρούσε ιερό. Σήμερα όμως που είναι διευρυμένες οι καταστάσεις, το παιχνίδι έχει αλλάξει. Και με ποιον να συγκρίνω τον Κουν ώστε να πω ότι καταλαβαίνω αυτή την απαίτηση; Σ’ ένα άλλο αξιακό σύστημα της εποχής μας, θα οφείλαμε πρωτίστως ως καλλιτέχνες να έχουμε ευρύτητα στον τρόπο σκέψης μας. Δεν μπορούμε να βάζουμε εμείς τρικλοποδιά σε ανθρώπους της τέχνης και του χώρου μας. ΟΚ, λένε για μένα προφανώς: «Έλα, μωρέ, αυτή έχει κάνει τηλεόραση. Τι να την κάνουμε εμείς τώρα στον κινηματογράφο;» Με έχουν ταυτισμένη 100% με την κωμωδία.
 
Έχετε δίκιο. Υπάρχουν ωστόσο και συνάδελφοι σας που καταστράφηκαν από τα κωμικά σήριαλ. Δε μπόρεσαν να κάνουν σχεδόν τίποτα άλλο διαφορετικό μετά.
 
Θεωρώ ότι την πορεία μας τη φτιάχνουμε και μόνοι μας. Πολλές φορές τα «όχι» που λέμε, σηματοδοτούν και το επόμενο βήμα μας. Το που τοποθετούμε τον εαυτό μας, επίσης.
 
 
Βάλε και τις επαναλήψεις των σήριαλ. Και να θες να αγιάσεις…
 
Πιο πολλές επαναλήψεις απ’ τα «Εγκλήματα», δε νομίζω να έχουν υπάρξει. Ακόμη και τη στιγμή που μιλάμε, στον ΑΝΤ1 παίζονται τα «Εγκλήματα»! Το ξέρω πάρα πολύ καλά και από στατιστικής άποψης, οπότε έχει να κάνει και με το τι όρια και όρους βάζεις ο ίδιος στην πορεία σου. Θα μπορούσα τότε που πρωτόκανα τον «Συμβολαιογράφο», να έχω αποδεχτεί μιαν άλλη πρόταση σε άλλο μεγάλο θέατρο και μ’ άλλους συναδέλφους, να έχω δηλαδή πατήσει πάνω στα ήδη κεκτημένα. Προτίμησα, επέλεξα να κάνω αυτό, που ήταν ένα τεράστιο ρίσκο για μένα. Εντάξει, μου βγήκε, ήμουν τυχερή.
 
Φοβηθήκατε, μου λέτε, μήπως με κάτι πιο βαρύ, σας γύριζε την πλάτη ο κόσμος;
 
Στην αρχή είχα τεράστια αγωνία. Έβλεπα να’ναι όλοι όρθιοι σε ένα θεατράκι 70 – 80 θέσεων, να χειροκροτάνε και να κλαίνε. Κι εγώ ν’ αναρωτιέμαι «ΟΚ, αλλά γιατί δεν γίνεται και κάτι άλλο;»
 
Τι ακριβώς εννοείτε;
 
Εννοώ πως δεν πήρα κάτι άλλο πέρα απ’ τη χαρά που μου προσδίδει η απόλυτη αποδοχή και αγάπη του κοινού. Ήμουν χορτάτη απ’ αυτό, αν και με είδε ο κόσμος σε μία τελείως διαφορετική συνθήκη επί σκηνής. Δεν είδα, όμως, να μου έρχεται και μία άλλη πρόταση. Εγώ έκανα κάτι άλλο, έκανα το βήμα μου, αλλά δεν είδα κάποιος απ’ το περιβάλλον μου, το χώρο μου, να πει…
 
Να πει τι και ποιος; Το Εθνικό Θέατρο, το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου;
 
Δεν είχα, εννοώ, καμία άλλη πρόταση που να με κάνει να νιώσω πως αυτό το λιθαράκι που έβαλα, με πήγε ένα σκαλί παραπάνω.
 
Ή και πέντε σκαλιά παραπάνω.
 
Όχι, δεν θέλω πολλά, δύο σκαλιά ή ένα σκαλί το πολύ – πολύ. Να αποδεχτούν μερικοί πως ένας άνθρωπος που τόλμησε αυτό το πράγμα, κάτι κάνει στην τελική. Να πουν «Για κάτσε, μήπως να τον δούμε κι αλλιώς;» Θέλει πολύ μεγάλο αγώνα σε έναν χώρο πραγματικά συρρικνωμένο και στενεμένο. Δυστυχώς δεν έχουμε γενναιοδωρία στο πως αντιμετωπίζουμε τον διπλανό μας, είτε είναι ηθοποιός, είτε σκηνοθέτης, είτε οτιδήποτε. Δεν μου αρέσει αυτή η ψυχική στενότητα.
 
Να η καλλιτεχνική φλόγα: Να έχεις την αγάπη του κοινού, να σου μιλάνε όλοι στο δρόμο, αλλά εσύ να θες και το παραπέρα, το παραπάνω.
 
Για όλους ισχύει, όσοι ξέρουν γιατί κάνουν αυτή τη δουλειά και δεν την κάνουν μόνο για τα φράγκα. Έτσι έβαλα κι εγώ τα δύσκολα στον εαυτό μου, κάνοντας τη Ρένα του Κορτώ. Αφού κανείς άλλος δεν μου έδινε μια πρόκληση, είπα να την προκαλέσω εγώ η ίδια. Δική μου ιδέα ήταν. Διάβασα το έργο του Κορτώ και τον προσέγγισα.
 
Ήταν μεγάλη πρόκληση να υποδυθείτε μια πόρνη;
 
Φυσικά και, μάλιστα, μια υπέργηρη πόρνη. Δεν ήταν απλό, ούτε για μένα, ούτε για τον κόσμο. Είναι αυτό που έλεγα, εμείς πρέπει να προκαλούμε τα πράγματα.
 
Κι όμως, θα μπορούσατε στα «Εγκλήματα» να είχατε το ρόλο της Καβογιάννη, μιας πόρνης δηλαδή.
 
Αν οι σεναριογράφοι θεωρούσαν ότι θα έπρεπε να κάνω αυτό το ρόλο, θα το έκανα φυσικά.
 
Και θα ήταν πιο μεγάλη πρόκληση απ’ το να κάνετε τη γκόμενα ενός χασάπη;
 
Όχι, γιατί θεωρούσα πάρα πολύ ωραίο όλο αυτό που συνέβαινε. Και τότε το θεωρούσα επίσης πολύ μεγάλη πρόκληση. Ίσως να θεωρούσα κλισέ να έκανα τότε την πόρνη, σε αντίθεση με τη Φλώρα, που ήταν η γυναίκα της διπλανής πόρτας, κάτι πολύ δύσκολο για να ταυτιστείς. Ο απόλυτα ρεαλιστικός χαρακτήρας του σήριαλ.
 
Μέσα σε ολότελα σουρεαλιστικές καταστάσεις. Από’να σημείο και μετά, το σενάριο ξέφυγε, έγινε κάτι ανορθόδοξο για τα στεγανά ενός κωμικού σήριαλ.
 
Ήταν ένα πολύ καλογραμμένο σήριαλ που έτυχε να γίνει κι από μια ομάδα ανθρώπων που ήμασταν παρέα μεταξύ μας. Ευτυχήσαμε μία περίοδο της ζωής μας να την περάσουμε καλά όλοι μαζί. Μην ξεχνάτε ότι ήταν και η εποχή της «Αποθήκης» τότε, που είχα την τιμή, την τύχη και την έμπνευση να την ξεκινήσω την όλη ιστορία. Είχα από τότε την πετριά να μην περιμένω τα πράγματα να έρχονται εξ ουρανού.
 
Αυτό υπήρχε καθ’ όλη τη ζωή σας;
 
Εννοείται. Ζούσαμε στην Αθήνα, π.χ., πέρασα στη Νομική, την τελείωσα, πήρα πτυχίο, αφού όμως τελείωσα το Τέχνης. Στο οποίο Τέχνης, πάλι μόνη μου πήγα. Εγώ δεν προερχόμουν από ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν ήξερε τον τάδε η οικογένεια μου, που να μπαινόβγαινε στο σπίτι μας. Ήμουν ένα απλό παιδί που μάλλον στενευόταν απ’ το περιβάλλον του και κάτι ονειρευόταν. Έλεγα πολύ ωραία ποιήματα ως παιδούλα, θυμάμαι. Έλεγαν όλοι στους δικούς μου «Αυτό το κοριτσάκι πρέπει να το πάτε κάπου να κάνει κάτι, να γίνει κάτι».
 
Διατηρήθηκε η σχέση σας με την ποίηση;
 
Πάρα πολύ. Το πρώτο βιβλίο το διάβασα από τον μπαμπά μου, που είχε κάνει και ναυτικός, το «Μαραμπού» και «Πούσι» του Καββαδία, οπότε αυτό ήταν το πρώτο ποιητικό μου ανάγνωσμα. Το ήξερα απ’ έξω. Τι θυμήθηκα τώρα συνειρμικά…Σε μία οντισιόν, είχα πει το τραγούδι σε ποίηση Καββαδία «Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό». Πρέπει να ήταν στο «Ήταν ένα μικρό καράβι» του Λαζόπουλου όταν είχε συνεργαστεί με τον άλλο αείμνηστο, τον Θάνο Μικρούτσικο.
 
Τραγουδάτε κιόλας; Συνήθως οι ηθοποιοί ερμηνευτές είναι και πολύ καλοί τραγουδιστές.
 
Τραγουδάω στις παραστάσεις, όποτε χρειάζεται. Τραγούδησα στον «Συμβολαιογράφο» ένα πολύ ωραίο τραγούδι του εξαιρετικού Κώστα Λειβαδά, όπως τραγούδησα και στη «Ρένα» του Κορτώ. Βέβαια, δεν θεωρώ τον εαυτό μου τραγουδίστρια. Θυμάμαι στη «Ρένα» να μου κάνει μουσική διδασκαλία ο Παναγιώτης Τσεβάς, να μου λέει «Κάτσε εκεί πέρα, βρε χρυσή μου, βρε καλή μου» κι εγώ να του κάνω «Άσε με, μωρέ, τώρα που θα βγω και τραγουδίστρια». Είχε μεγάλη πλάκα, γιατί αφότου τραγούδησα στη «Ρένα» και μετά, είχα προτάσεις να τραγουδήσω ρεμπέτικα σε μαγαζί.
 
Θα το κάνατε αυτό;
 
Ούτε καν! Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο: Η δουλειά μου είναι να’ μαι ηθοποιός.
 
Πολλοί συνάδελφοί σας το κάνουν.
 
Δικαίωμα τους. Τους αρέσει και δεν θα το κρίνω εγώ. Εμένα δεν μ’ αρέσει να το κάνω.
 
 
Όταν μπήκατε στο Τέχνης και γνωρίσατε μυθικά πρόσωπα, πιστέψατε σ’ αυτό που λένε «έχω άστρο»;

Μ’ αρέσει αυτή η ερώτηση, γιατί με πάει πολύ πίσω και πολύ στα βαθιά! Ένιωθα μια ασίγαστη σιγουριά και αισιοδοξία, όπως οι περισσότεροι στο ξεκίνημα τους. Έλεγα πως θα το πετύχω αυτό που θέλω κι ονειρεύομαι. Δεν ήξερα αν είναι άστρο ή τύχη.

 
Θα το λέγατε φιλοδοξία;
 
Μπορεί, αν εννοούμε την επίγνωση πως είμαι στο σωστό δρόμο. Είχα βάλει κι ένα όριο: Αν περάσουν δέκα χρόνια από τότε που θα τελειώσω τη σχολή και δεν έχω πετύχει αυτό που ονειρεύομαι, θα τα παρατήσω και θ’ ασχοληθώ με τις άλλες σπουδές μου. Θα έκανα απλά χρήση του πτυχίου μου.
 
Σας πλήγωνε αυτή η προοπτική;
 
Δεν με πλήγωνε καθόλου, γιατί το’χα σαν ασφαλιστική δικλίδα. Δεν ήμουν και καμιά ενζενί, ήμουν ένας κανονικός τύπος γυναίκας που δεν ήταν και ότι πιο εύκολο για τη δουλειά μας. Τελικά αποδείχτηκε πως άλλα πράγματα έχουν σημασία στη δουλειά αυτή.
 
Έπαιξαν ρόλο όμως και οι παρέες, το είπατε πριν. Σημαντικό το ότι βρεθήκατε στην παρέα της «Αποθήκης».
 
Την έφτιαξα την παρέα, δεν βρέθηκα μέσα σ’ αυτή. Δημιουργήθηκε στη σχολή κι εγώ ήμουν, ας πούμε, η συντονίστρια.
 
Είστε και συγκεντρωτικό στοιχείο.
 
«Συγκεντρωτικό» είναι λέξη παρεξηγήσιμη. Είμαι πολύ συλλογικό, πολύ παρεΐστικο και ομαδικό στοιχείο. Μ’ αρέσει να έχω την αγωνία της δημιουργίας ενός πράγματος.
 
Αρχηγικές τάσεις έχετε;
 
(γελάει) Όχι, γιατί αν είχα…Ξέρετε, θα’χα κάνει και άλλη πορεία. Μου θυμίσατε κάτι: Όταν ήμουν στο ΣΕΗ, ερχόντουσαν συνάδελφοι και με ρωτούσαν «Υρώ, θα πολιτευτείς;» Ήθελαν να ξέρουν αν θα’χουν ένα δικό τους άνθρωπο κάπου.
 
Λογικό όταν προεδρεύετε ενός σωματείου.
 
Ήμουν για δύο χρόνια πρόεδρος στο ΣΕΗ και άλλα δύο χρόνια αντιπρόεδρος. Ασχολήθηκα συνολικά τέσσερα χρόνια με τον συνδικαλισμό, οπότε ήταν το μόνιμο ερώτημα των ανθρώπων εκεί που σχεδόν δεν ήμουν καν γραμμένη στο σωματείο μας. Δεν είχα δώσει τέτοια δείγματα.
 
Θα υπήρξατε, όμως, πολιτικοποιημένη στα φοιτητικά χρόνια.
 
Ανέκαθεν ανήκα στον προοδευτικό χώρο και ήμουν ένα ανήσυχο μυαλό και μία ανήσυχη ψυχή. Ήμουν στη Νομική Αθηνών, που γινόντουσαν τόσες πολιτικές ζυμώσεις, άρα θα ήταν δύσκολο να πω ότι δεν είμαι πολιτικοποιημένη. Δεν θα έπειθα κανέναν αν έλεγα πως ήμουν αδιάφορη για τα πολιτικά. Προσέξτε, όμως: Ποτέ δεν ήμουν κάτω απ’ την ομπρέλα κανενός κόμματος. Ποτέ δεν με έσερνε το κόμμα απ’ το μανίκι. Βάλε τώρα και το ότι το Τέχνης ήταν στα Εξάρχεια: Νομική, Σόλωνος, Εξάρχεια κλπ. τα έφαγα με το κουτάλι, που δεν είχαν και τη σημερινή αύρα. Ήταν ένα άλλο περιβάλλον τότε μες τις πολιτικές και τις καλλιτεχνικές ζυμώσεις. Το Πανεπιστήμιο απ’ τη μία και το θέατρο απ’ την άλλη, με διαμόρφωσαν ασυζητητί. Πολλοί φίλοι από τότε, από τη Νομική και το Πανεπιστήμιο, δεν ασχολήθηκαν με τα νομικά. Όλοι ασχολήθηκαν με την τέχνη στη συνέχεια. Συναντήθηκα με παιδιά στο θεατρικό τμήμα του πανεπιστημίου. Όσοι βρεθήκαμε εκεί, άλλος έγινε ηθοποιός, άλλος σκηνοθέτης, άλλος συγγραφέας κλπ. Κάποια στιγμή ήρθε και με είδε ο Κατσικονούρης στον «Συμβολαιογράφο», με τον οποίο ήμασταν μαζί στη θεατρική ομάδα του πανεπιστημίου. Ξανασμίξαμε κι έπαιξα μετά σε έργο του. Πάρα πολύ συγκινητικό!
 
Δίνετε μεγάλη σημασία στις σχέσεις των ανθρώπων.
 
Έχει μεγάλη αξία, αλλά μη νομίζετε πως, μεγαλώνοντας, δεν ξεσκαρτάρουν και τα πράγματα. Να αποφασίζεις με «ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις». Χαίρομαι μ’ αυτό, νιώθω πολύ καλά, γιατί με ένα τρόπο βλέπω και τα λάθη μου. Θέλω, σαν «ψάρι» που είμαι, να θολώνουν τα νερά, να μην βλέπω ξεκάθαρο το τοπίο, γιατί πολλές φορές με πληγώνει η πραγματικότητα και η αλήθεια. Έρχεται η ώρα που λες «Φτάνει το νεφέλωμα, ας δω και το καθαρό νερό». Μέσα απ’ το καθαρό νερό, θα πεις ένα «Ωχ! Τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα έβλεπα. Μου άρεσε να τα βλέπω, αλλά πρέπει ν’ αντικρίσω την αλήθεια των ανθρώπων»! Ε, εγώ την είδα την αλήθεια των ανθρώπων και χρειάστηκε να πληγωθώ και να πενθήσω. Ένιωσα τελικά γενναία και προχώρησα με τα σημαντικά που έχω.
 
Γλαφυρότατη είστε.
 
Έγραφα ωραίες εκθέσεις, γι’ αυτό (γέλια)
 
Η διάλυση μίας φιλίας ισοδυναμεί με μία ερωτική απώλεια;
 
Περισσότερο με πένθος έχει να κάνει η λήξη μίας μεγάλης φιλίας, άλλοτε πιο βαρύ και άλλοτε πιο ήπιο. Ήπιο είναι μόνο όταν αποδεχτείς πως στη ζωή υπάρχει και ο θάνατος.
 
Κάθε απώλεια είναι ένα μικρό πένθος;
 
Όταν είναι σημαντική η απώλεια, ναι, είναι. Από μόνο του γίνεται, Αντώνη. Δεν πενθείς γιατί τελικά δεν ήταν σημαντική η απώλεια. Τότε μόνο καταλαβαίνεις και τη σημαντικότητα της σχέσης που είχες. Έτσι ορίζονται τα πράγματα κατά την ταπεινή μου γνώμη.
 
 
Είστε νέα γυναίκα…
 
(γελάει) Ευχαριστώ πολύ.
 
Μα είστε.
 
Εδώ έχουμε πει τόσα πράγματα, από πότε πρωτοξεκίνησα κλπ. Εντάξει, ΟΚ, είναι πως νιώθεις.
 
Πως βλέπετε, λοιπόν, το μυστήριο παύσης των λειτουργιών μας;
 
Δεν το σκέφτομαι, δεν θέλω να το σκέφτομαι. Προσπαθώ να το απωθώ, επειδή είχα μια πολύ μεγάλη απώλεια, αυτήν του πατέρα μου, πριν από έξι χρόνια. Ξέρω πολύ καλά ότι κι εσείς πολύ πρόσφατα χάσατε τη μητέρα σας. Ας το συζητήσουμε, λοιπόν, αφού επιμένετε: Μου κόστισε πάρα πολύ ο θάνατος του πατέρα μου κι εκεί κατάλαβα τη σημαντικότητα της σχέσης μας. Εκεί είπα «Ώπα, υπάρχει τέλος! Ξύπνα, κοπελιά, δες το»! Όταν πέρασε το μεγάλο πένθος, το πρώτο σκληρό στάδιο, με παρηγόρησε το γεγονός πως πέθανε στα 88 του και έκλεισε απλά ένας κύκλος όλο αγάπη και χωρίς απωθημένα με τον άνθρωπο που έφυγε. Άρχισα να μετράω την απώλεια σαν ένα προηγούμενο δώρο ζωής.
 
Σας μπήκε η σκέψη να συμβεί το ίδιο με εσάς και την κόρη σας;
 
Ακριβώς! Είπα μακάρι ν’ αξιωθώ κι εγώ να έχω μια πλήρη ζωή, με πλήρη επικοινωνία με τους άλλους και ν’ ακολουθήσω την ωραία ροή των πραγμάτων. Έτσι ευχόμαστε να γίνουν τα πράγματα όλοι όσοι έχουμε παιδιά. Θα ήθελα όποτε γίνει αυτό, μακάρι όσο πιο μακριά μπορεί να’ναι, να γίνει όχι για μένα, αλλά για την κόρη μου. Αυτή μ’ ενδιαφέρει περισσότερο. Να χαρεί τη μαμά της δηλαδή όσο περισσότερο γίνεται, γιατί είναι και μοναχοπαίδι. Και τη μάνα της και τον πατέρα της να χαρεί, τους γονείς της δηλαδή. Ταυτίζομαι σαν παιδί με το παιδί μου, θέλω να νιώσει όπως ένιωσα εγώ με το δικό μου μπαμπά. Ναι, θα πεθάνω κάποτε, δεν μ’ αφορά όσο μ’ αφορά το παιδί μου.
 
Είναι φοβερό τελικά το μητρικό φίλτρο. Μια νέα γυναίκα, ξαναλέω, δηλώνει πως δεν ενδιαφέρεται για το τέλος της, όσο το να’ναι καλά το παιδί της. Τα πεπραγμένα σας, όμως, δηλώνουν μια δίψα όλο για ζωή και για δημιουργία.
 
Έτσι όπως το εντοπίζετε και μου το αρθρώνετε τώρα, ναι, αυτό δηλώνω ουσιαστικά. Τελικά αυτή είναι η αλήθεια μου. Μου βγήκε αυθόρμητα και το ότι το εντοπίσατε, μου φαίνεται πολύ όμορφο.
 
Έχετε καταρρεύσει ποτέ υπό το βάρος μιας ερμηνείας;
 
Όχι, έχω ζήσει όμως την κάθαρση. Έχω λυτρωθεί, έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος. Έχω ευτυχήσει μέσα από μία ερμηνεία. Να τα εναποθέτεις εκεί όλα και μετά να’σαι ανάλαφρη. Ο κόσμος να κλαίει κι εσύ μετά να νιώθεις αέρινη. Οι άλλοι να νομίζουν πως έγινες ένα με το χώμα κι εγώ να’μαι στη φάση «Που θα πάμε, παιδιά, να φάμε τώρα; Θα κάνουμε τίποτα;» Μου συνέβη κατά κόρον με τη «Ρένα» και τώρα με την Ερασμία του «Συμβολαιογράφου», κάτι που σημαίνει πως αγάπησα ιδιαίτερα τους συγκεκριμένους ρόλους. Ειδικά για την Ερασμία, πιστεύω πως είναι η εποχή της να ξανανέβει.
 
Αλήθεια, ποιος ο λόγος να επιστρέφετε σταθερά στην Ερασμία εδώ και έντεκα χρόνια;
 
Η Ερασμία είναι στην ουσία μία γυναίκα που έχει κακοποιηθεί, που έχει πονέσει και είναι στο περιθώριο. Είναι «μεταχειρισμένη», έτσι λέει. Οι παραστάσεις αυτές είναι επετειακές επειδή ξεκίνησαν ακριβώς στις 20 Οκτωβρίου του 2010. Θεώρησα πως είναι η μεγάλη στιγμή της Ερασμίας με όλα αυτά που έχουν βγει στο φως τελευταία. Έγινε μέσα μου μία δραματική ανάκληση να ξαναπεί η γυναίκα αυτή την ιστορία της και να ταυτιστεί με τις ιστορίες πολλών κακοποιημένων γυναικών στην εποχή μας. Δεν πίστευα ότι θα συνέβαινε, αλλά να που δυστυχώς συμβαίνει.
 
 
Είπατε πριν πως δεν είδατε να εξελίσσεστε επαγγελματικά μετά από έναν τέτοιο μονόλογο. Μήπως – να το πω χοντρά – λέτε τώρα «Εδώ είμαι, ρε καθίκια, μ’ αυτή τη ρολάρα και πάλι! Φάτε με στη μούρη ως Ερασμία»;
 
Καταλαβαίνω πάρα πολύ καλά πώς το λέτε. Έχουν περάσει έντεκα συναπτά έτη που σημαίνει πως δεν με ενδιαφέρει να το πω αυτό. Έγιναν κι άλλα πράγματα στην πορεία και άλλα έχουν δρομολογηθεί. Η παράσταση αυτή επαναλαμβάνεται μετά από προτροπή πολλών ανθρώπων, συναδέλφων που δεν την είχαν δει τότε, λόγου χάριν. Τα μηνύματα που παίρναμε στα social media όλο τον καιρό εν μέσω πανδημίας, μας έκαναν να κινητοποιηθούμε. Τώρα που το σκέφτομαι, καθόλου δεν ήθελα να την πω σε κανέναν. Την καθαρότητα της ψυχής μου θέλησα μόνο και την επικοινωνία της με τους άλλους.
 
Μα, φαίνεστε καθαρός άνθρωπος, ίσως λίγο φόρα – παρτίδα.
 
Δεν είμαι φόρα – παρτίδα, απλά ότι έχω να πω, θα το πω και με κόστος ενίοτε. Δεν μπορώ να σας πω ότι δεν ξέρω να διαχειριστώ τη ζωή μου μ’ όλες τις δυσκολίες της ή αν χρειαστεί κάποτε να κάνω τους ελιγμούς μου κι εγώ.
 
Όπως τώρα που είστε στο διοικητικό συμβούλιο του Εθνικού.
 
Πράγματι, είμαι στο διοικητικό συμβούλιο του Εθνικού. Θέλει κι εκεί νά’χεις ένα ειδικό βάρος σαν άνθρωπος, να ξέρεις πως θα χειριστείς κάποια πράγματα.
 
Σας έτυχε ποτέ να παίζετε στη σκηνή και να λέτε πως θα ήταν να βλέπατε τον εαυτό σας από κάτω σαν θεατής;
 
Αχ, ναι! Το έχω πάθει και στον «Συμβολαιογράφο» και στη «Ρένα» – βλέπετε ότι εμμένω σ’ αυτούς τους ρόλους. Την έχω πρόσφατη και τη «Ρένα» και δεν θέλω να την απαρνηθώ. Θα γίνει σήριαλ κιόλας, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί. Μου συνέβη, λοιπόν, να αποστασιοποιηθώ απ’ τους ρόλους, να πω «Αχ και να καθόμουν μαζί και με τους άλλους θεατές και να έβλεπα»!
 
Τον εαυτό σας ή αυτές τις δύο γυναίκες;
 
Αυτές! Δεν έβλεπα ότι ήταν ο εαυτός μου εκεί. Τα κορίτσια, τις φιλενάδες μου, την Ερασμία και τη Ρένα ήθελα να δω.
 
Κι αυτό δε σημαίνει πως ξέρατε ότι τις παίζετε καλά;
 
Δεν το είχα σκεφτεί αυτό. Εκ προοιμίου, η Ερασμία είναι ταυτισμένη με μένα. Διόλου τυχαίο που ο συγγραφέας Βασιλειάδης έγραψε στο βιβλίο του: «Αφιερωμένο στην Ερασμία Μανέ». Δεν υπάρχει αυτό! Προφανώς υπήρχε και υπάρχει μέσα μου η ταύτιση με την «Ερασμούλα» μου, όπως μ’ αρέσει να τη λέω.
 
Συμβάδιζαν πάντα η επαγγελματική με την οικογενειακή ισορροπία σας;
 
Το είπα και πριν, έχω μια αδιάφορη οικογενειακή ζωή, δεν έχω αυτά τα χολιγουντιανά. Πολλοί δικοί μας προσποιούνται τους χολιγουντιανούς (γέλια). Θυμάμαι τώρα τον Ματ Ντέιμον και τη Μέριλ Στριπ που επίσης έχουν μια στρωτή ζωή με σύζυγο και παιδιά, μακριά απ’ το life style που τους έχουν κατατάξει. Αν δεν είχα στρωτή ιδιωτική ζωή, δεν θα ήξερα πως θα ήταν η επαγγελματική μου. Θέλω να έχω ισορροπία στην οικογενειακή μου ζωή, να’ναι το λιμάνι μου και η εστία μου, ώστε να μπορώ παράλληλα να πετάω. Μ’ αυτό αισθάνομαι καλά και θεωρώ ακόμη πολύ σπουδαίο η κόρη μου να’χει μεγαλώσει με το να βλέπει τη μητέρα της ευτυχισμένη στη δουλειά της.
 
Σας αρέσει που σας σταματά στο δρόμο ο κόσμος;
 
Ε, ναι, μωρέ, πως να μη σ’ αρέσει; Μου φαίνεται κομπλεξικό και άρρωστο να μη σου αρέσει! Αφού κάνουμε αυτή τη δουλειά για να μας αγαπά ο κόσμος κι εγώ πάντα έλεγα ότι οι ηθοποιοί είναι άνθρωποι με έλλειμμα αγάπης. Και το λέω ως ένα παιδί που πήρα αγάπη απ’ το σπίτι μου. Μπορεί και σε μένα κάτι να υπάρχει στο βάθος, μία ρωγμή. Δεν είμαι τέλεια, ούτε όλα είναι αγγελικά πλασμένα. Βέβαια, δεν μου αρέσει και καθόλου να παραβιάζουν την ιδιωτικότητα μου: Μου έχει συμβεί να με τραβάει ο άλλος με το κινητό του κι εγώ να’μαι με το μπιφτέκι και το μαρούλι στο στόμα. Μου έχουν τραβήξει μέχρι και τα γυαλιά μου για να δουν τα μάτια μου…Κι εκεί τι κάνεις; Χαζογελάς απ’ την αμηχανία σου. Έλεος δηλαδή!
 
Σεβασμός στο κοινό, επομένως, αλλά μέχρι ενός ορίου.
 
Κι αυτό πάλι πιστεύω πως έχουμε τον τρόπο μας να το δείξουμε στο κοινό. Καταλαβαίνουν οι άνθρωποι, δεν είναι ανόητοι. Βέβαια δεν είμαι κι εγώ η Βουγιουκλάκη ή κάνας ποδοσφαιριστής για να μου σκίζουν τις μπλούζες. Εμείς οφείλουμε να εμπνέουμε τον κόσμο σχετικά με τις αντιδράσεις του απέναντι μας.
 
Έχετε σκεφτεί ποιος θα’ναι ο τελευταίος μεγαλύτερος ρόλος της ζωής σας;
 
Όχι, είμαι δεκτική στο οτιδήποτε έρθει και στο οτιδήποτε θελήσω να κάνω. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να’μαι υγιής και να έχω τη διάθεση της νεότητας ως ίδιον της ψυχής μου.
 
Πάντως, δείγμα νεότητας είναι που μπήκατε μέσα με τον σύζυγο σας και μου τον συστήσατε ως «το αγόρι μου».
 
Μα πως να τον έλεγα; Παθαίνω πάντα αμηχανία με τα «ο άντρας μου» ή «ο σύζυγος μου».
 
Σας φαίνονται μικροαστικά;
 
Ναι, βαριέμαι, δεν τα θέλω.
 
Δίνετε επιλεκτικά πια συνεντεύξεις;
 
Αν ψάξετε, θα δείτε ότι ποτέ δεν έδινα συνεντεύξεις με το ρυθμό τουλάχιστον που θα περίμενε κανείς. Δίνω πάντα όταν έχω να πω κάτι και όταν υπάρχει λόγος. Βρίσκω πολύ πληκτικό να περιφέρεις το σαρκίον σου απ’ εκπομπή σ’ εκπομπή και να επαναλαμβάνεσαι!
 
Πείτε μου μια μυρωδιά ικανή να σας πάει στα πρώτα σας χρόνια.
 
Το γιασεμί και η μαστίχα.
 
Σας επηρεάζει μια τυχαία εικόνα που θα δείτε στο δρόμο;
 
Φυσικά, αλίμονο. Ευαίσθητοι άνθρωποι είμαστε, η παρατηρητικότητα είναι μέρος της δουλειάς μας κι αυτή. Με επηρεάζουν δυσάρεστες εικόνες και δεν μ’ αρέσει να τις κρατάω και να τις κουβαλάω. Θυμάμαι μια εικόνα στη Χίο πριν σκάσει καλά – καλά το προσφυγικό. Ήταν μια οικογένεια Σύρων, όχι απ’ τους θαλασσοδαρμένους, αλλά απ’ αυτούς της πρώτης φουρνιάς, με τα κινητά τους και τον καλό ρουχισμό τους. Κάποιος πρόσφερε ένα μπισκοτάκι σ’ ένα μικρό κοριτσάκι. Εκείνο το κοίταξε, παραξενεμένο που δεν προσφέρθηκε κάτι και στους άλλους, κι έπειτα κοίταξε τους γονείς του αν έπρεπε να το πάρει ή όχι. Ήταν Νοέμβρης του 2015, το θυμάμαι καλά. Είδα τη σκηνή από κει που καθόμουν και με εντυπωσίασε η στάση του παιδιού. Συγκινήθηκα για την περηφάνια του παιδιού που τελικά δεν πήρε το μπισκότο. Ένιωσα αμήχανα κι είπα «Δε θα δώσετε και σε μας ένα μπισκοτάκι;» Έκανα το παιδί να χαλαρώσει και να δεχτεί το γλύκισμα.
 
Υπάρχει μέρα μπροστά σε καθρέφτη που να είπατε «όλα είναι τέλεια» ή «πως είσαι έτσι σήμερα»;
 
Πιστεύετε ότι υπάρχει άνθρωπος στη δουλειά αυτή που κάνω εγώ, που να μην έχει βιώσει αυτό το συναίσθημα; Εκτός κι αν είναι αποκτηνωμένος κανείς.
 
Είναι ψυχοθεραπεία η υποκριτική τέχνη;
 
Νομίζω ναι.
 
Κι όταν έχεις την ασφάλεια και τη σιγουριά της οικογένειας;

Δεν υπάρχει από πίσω καμία ασφάλεια και καμία σιγουριά της οικογένειας. Όλα χτίζονται, στη ζωή αυτή τα περνάς όλα ψιλοβελονιά. Τίποτα δεν χαρίζεται και δεν προσφέρεται. Αν δεν ήμουν ηθοποιός και ήμουν φιλόλογος, ας πούμε, θα κατέφευγα στη θεατρική ομάδα της σχολής, όπως έκανα απ’ την πρώτη στιγμή στο πανεπιστήμιο.

 
Τελειώνοντας, θέλω να «ψήσετε» όχι εμένα, αλλά τον τυχαίο αναγνώστη μας, ώστε να έρθει να δει την παράσταση σας.
Η Ερασμία είναι μία εγκλωβισμένη γυναίκα σε λάθος εποχή, σε λάθος χώρο, που ποθεί να ζήσει και να αγαπηθεί. Κι αυτό είναι το πρόσημο που κρατά κάθε άνθρωπο ζωντανό. Μια πρόταση ρέουσας ζωής. «Είμαι εδώ και θέλω να ζήσω»!
 
 
 
* Η Υρώ Μανέ πρωταγωνιστεί στον μονόλογο «Ο Συμβολαιογράφος» του Νίκου Βασιλειάδη σε σκηνοθεσία Γιώργου Καραμίχου από 20/10/2021 έως 24/10/2021/ Τετάρτη, Σάββατο, Κυριακή 7μμ/ Πέμπτη Παρασκευή 8.30μμ/ Πληροφορίες – κρατήσεις: 2109213310/ Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης Πειραιώς 206,Ταύρος, Τηλ.: 2103418550/ Ευχαριστίες στην Άννα Θεοδόση για την πραγματοποίηση της συνέντευξης με την κα Μανέ και στην κινηματογραφική αίθουσα του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης για τη φιλοξενία
 
** Αποσπάσματα από τη συνέντευξη δημοσιεύθηκαν στο Docville με το Documento της Κυριακής 17/10
 

Κακλαμάνης: «Απαράδεκτος» ο Κυριαζίδης για το ομοφοβικό σχόλιο για Κασσελάκη – «Καρφί» στην κυβέρνηση για το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου (video)

Κακλαμάνης

Κακλαμάνης: «Απαράδεκτος» ο Κυριαζίδης για το ομοφοβικό σχόλιο για Κασσελάκη – «Καρφί» στην κυβέρνηση για το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου (video)

«Δεν πέρασα επιπολαίως το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για την Ελλάδα. Με στενοχώρησε», είπε χαρακτηριστικά ο…