Ηταν Μάιος του 1997 όταν μια περίεργη ιστορία άρχισε να απασχολεί τους παροικούντες την οδό Σοφοκλέους και το συνεχώς διευρυνόμενο την εποχή εκείνη νεοφώτιστο κοινό της. Μια πολύ γνωστή πολυεθνική με μεγάλη παρουσία στην ελληνική αγορά τροφίμων, η Kraft Jacobs Suchard, είχε εξαγοράσει την πασίγνωστη σοκολατοποιία Παυλίδης και είχε δηλώσει την πρόθεσή της να τη βγάλει από το χρηματιστήριο (είναι συνηθισμένη επιλογή στις πολυεθνικές –για τις ελληνικές θυγατρικές τους– επειδή αποφεύγουν ελέγχους από μικρομετόχους, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τις εγχώριες χρηματιστηριακές αρχές).
Για να το επιτύχει αυτό η Kraft έπρεπε να εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη της ενισχυμένης καταστατικής πλειοψηφίας των μετόχων. Και στις μεν κοινές μετοχές είχε αποκτήσει τη συντριπτική πλειοψηφία και η απόφαση ήταν εύκολη.
Ελα όμως που η Παυλίδης ΑΕ είχε και προνομιούχες μετοχές (αυτές που δικαιούνται μέρισμα ακόμη κι όταν η εταιρεία έχει ζημίες) και ο νόμος όριζε ότι χρειάζεται και η συναίνεση της συνέλευσης των προνομιούχων μετόχων για να βγει η μετοχή της από το ταμπλό της Σοφοκλέους… «Κάποιοι» γνωρίζοντας ή… μαντεύοντας εγκαίρως τις προθέσεις της Kraft είχαν συγκεντρώσει, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, ποσοστό προνομιούχων μετοχών ικανό να μπλοκάρει τις προθέσεις της πολυεθνικής. Αλλεπάλληλες συνελεύσεις των προνομιούχων μετόχων χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Για όσους καταλάβαιναν από τέτοιες δουλειές ήταν εμφανές ότι οι κάτοχοι του κρίσιμου πακέτου των προνομιούχων μετοχών «διαπραγματεύονταν» με την Kraft το πακέτο τους σε αστρονομική τιμή. Και αργά ή γρήγορα θα κέρδιζαν διότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να κάνει η ξένη εταιρεία τη δουλειά της.
Η πιάτσα έλεγε ότι τη δουλειά την έκανε μια εταιρεία με το όνομα Marfin, αλλά κανείς δεν ήξερε ποιοι ήταν πίσω από τη βιτρίνα. Για μερικές εβδομάδες μετά τη συμφωνία Kraft – Marfin οι φήμες είχαν κάνει άνω κάτω το χρηματιστήριο. Οποια μετοχή ακουγόταν ότι τη μάζευε ο παίκτης-μυστήριο (η Marfin) εκτοξευόταν… Αν η φήμη διαψευδόταν, η τιμή της μετοχής έπεφτε στα τάρταρα.
O… ΞΙΦΟΜΑΧΟΣ
Πολύ γρήγορα το μυστήριο λύθηκε. Πίσω από τη Marfin –μια offshore με έδρα τις Παρθένες Νήσους– βρισκόταν μια ομάδα εφοπλιστών και άλλων παραγόντων της ναυτιλιακής αγοράς. Καρδιά, συντονιστής και προφανώς εμπνευστής της δημιουργίας της και διαχειριστής των κεφαλαίων της ήταν ένας γνωστός στους επιχειρηματικούς και δη τους ναυτιλιακούς κύκλους δικηγόρος, ο Ανδρέας Βγενόπουλος.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ ΟΜΩΣ Ο ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ;
Γεννημένος στις 4 Ιανουαρίου 1953 στην Αθήνα, μεγάλωσε στους Αμπελοκήπους και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Νεαρός διέπρεψε στην ξιφασκία ως αθλητής του Παναθηναϊκού. Υπήρξε πρωταθλητής Ελλάδος με διακρίσεις σε διεθνείς αγώνες και μέλος της ελληνικής αποστολής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972. Το προσωνύμιο «ξιφομάχος» τον ακολουθούσε πάντως μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική ασχολήθηκε με τη δικηγορία και γρήγορα απέκτησε προσβάσεις στον εφοπλιστικό κόσμο. Το 1983 άνοιξε το δικό του δικηγορικό γραφείο στον Πειραιά και στη συνέχεια στο Κολωνάκι με την επωνυμία Βγενόπουλος και Συνεργάτες. Θεωρούνταν από τους πλέον ειδικευμένους στη δημιουργία offshore εταιρειών που κατά κόρον χρησιμοποιούν οι εφοπλιστές που έχουν ξένη σημαία στα πλοία τους, καθώς κάθε καράβι αποτελεί και ξεχωριστή εταιρεία.
Η ΕΚΤΙΝΑΞΗ
Ομως περιπτώσεις σαν του Παυλίδη ήταν πολύ μικρές για την ακόρεστη όρεξη του Βγενόπουλου. Η επόμενη πρώτη μεγάλη κίνηση ήταν να μαζέψει λεφτά. Πολλά λεφτά. Αγοράζει μια μικρή εταιρεία επενδύσεων εισηγμένη στο χρηματιστήριο, τη Μεσογειακή. Κάνει μια γιγαντιαία αύξηση κεφαλαίου την οποία η παραληρούσα Σοφοκλέους σπεύδει να υπερκαλύψει. Τη μετονομάζει σε Magnum Επενδυτική και μέσω αυτής αγοράζει με σημαντικό discount (έκπτωση ως προς την πραγματική τους αξία) και άλλες εταιρείες επενδύσεων που διαθέτουν αρκετά δισ. δραχμές καθαρό ενεργητικό αλλά οι μετοχές τους διαπραγματεύονται με τεράστιο discount. Στη συνέχεια αγοράζει μια άσχετη με τον χρηματοοικονομικό τομέα εταιρεία, την Επιφάνεια – Ινερτύπ, την οποία μετονομάζει σε Μαρφίν. Στη συνέχεια απορροφά όλες τις επενδυτικές μαζί με τα δισεκατομμύριά τους και τα αναξιοποίητα χαρτοφυλάκιά τους. Εκτοτε –και μέσω πολλών και αμφιλεγόμενων αυξήσεων κεφαλαίου– ο Βγενόπουλος και οι εταιρείες του απογειώνονται. Η είσοδός του στον τραπεζικό τομέα γίνεται το 2001. Τότε θα εξαγοράσει την Πειραιώς Prime Bank την οποία θα μετονομάσει σε Marfin Βank. Είναι στραμμένος κυρίως στην επενδυτική τραπεζική και διαθέτει ελάχιστα καταστήματα λιανικής εμπορικής τραπεζικής.
Το 2005 θα ξεκινήσει την επίθεση στην εισηγμένη στο χρηματιστήριο Εγνατία Τράπεζα, στην οποία το καθοριστικό ποσοστό ήλεγχε ο Ν. Θεοχαράκης, αποκτώντας αρχικά ένα 10% του μετοχικού κεφαλαίου της. Παρά την αρχική σφοδρή αντίδραση της οικογένειας Θεοχαράκη, το ποσοστό του θα φτάσει σε έναν χρόνο το 44,95%. Ετσι αποκτά πρόσβαση στην εμπορική τραπεζική, στις καταθέσεις και περνά σε νέα φάση. Το 2006 ήταν η χρονιά που εισήλθε και στον χώρο της υγείας αποκτώντας το 49% του θεραπευτηρίου Υγεία και τα μαιευτήρια Μητέρα και Λητώ, ενώ προχωρά και σε μια κίνηση που θα έκρινε το μέλλον του: στην εξαγορά πλειοψηφικού ποσοστού στη Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου. Την επόμενη χρονιά θα προχωρήσει στην τριπλή συγχώνευση των τραπεζών Marfin, Εγνατία, Λαϊκή που τελικά κατέληξε, μετά την τραπεζική κρίση στην Ελλάδα και την κατάρρευση Βγενόπουλου, κάτω από την ομπρέλα της Πειραιώς. Αλλά μέχρι τότε μεσολαβεί το διάστημα της απόλυτης «δόξας» του…
Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ
Τον Δεκέμβριο του 2006 ο Βγενόπουλος προχωρά στη δημιουργία της Marfin Popular Bank (MPB) που γίνεται ένας από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ακολουθεί η αμφιλεγόμενη κίνηση της εξαγοράς από τον όμιλο της Λαϊκής ποσοστού 97% της MIG και της μετέπειτα αφομοίωσης των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων της MIG σε επιχειρησιακό επίπεδο. Το μεγάλο κύμα επενδύσεων της MIG –όπως μετονόμασε τη ναυαρχίδα του ο Βγενόπουλος– ξεκινά το 2007, λίγο πριν από την εκδήλωση της κρίσης στην Ελλάδα και συνοδεύεται αμέσως μετά, το 2008, από μια αύξηση κεφαλαίου μαμούθ. Πρώτο βήμα ήταν η απόκτηση της ενοποιημένης τότε Vivartia των Δασκαλόπουλου και Θεοδωρόπουλου που είχε κάτω από την ομπρέλα της: Δέλτα, Chipita, Goody’s, Everest, Μπάρμπα-Στάθη, Floca’s κ.ά.
Την ίδια χρονιά αποκτά την πλειοψηφία των μετοχών του Hilton Κύπρου και της Attica Group από τον Περικλή Παναγόπουλο (Blue Star Ferries, Superfast Ferries). Στη συνέχεια θα έρθει η απόκτηση του 16% των μετοχών του ΟΤΕ που θα πουλήσει στην Deutsche Telekom. Στις 12 Ιουλίου 2007 η MIG ολοκλήρωσε επιτυχώς αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών ύψους 5,19 δισ. ευρώ, με την έκδοση 774.660.278 κοινών μετοχών. H οικονομική κρίση ήταν προ των πυλών, αλλά ο Βγενόπουλος αισθανόταν πολύ ισχυρός καθώς είχε ολοκληρώσει μια τεράστια αύξηση κεφαλαίου – τη μεγαλύτερη στην ιστορία του ελληνικού χρηματιστηρίου. Στα ταμεία της MIG (Marfin Investment Group) είχαν κατατεθεί 5,19 δισεκατομμύρια ευρώ αλλά, όπως θα αποδεικνυόταν μερικά χρόνια μετά, το μεγαλύτερο μέρος από τα κεφάλαια αυτά προερχόταν από δάνεια της Λαϊκής, θυγατρικής της τράπεζας της Marfin Εγνατίας.
Η Πειραιώς που απορρόφησε την τράπεζα μετά τη χρεοκοπία της ακόμη «κυνηγάει» διάφορους μεγαλόσχημους ή μη επενδυτές που είχαν χρηματοδοτηθεί με πολλά εκατομμύρια (σε ορισμένες περιπτώσεις εκατοντάδες), με collateral (εγγύηση) τις μετοχές της MIG που αγόρασαν με τα δανεικά ή στην καλύτερη περίπτωση και με το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο που είχαν στην επενδυτική τράπεζα του ομίλου. Στην αύξηση εμφανίστηκαν να παίρνουν μέρος από Ελληνες εφοπλιστές μέχρι Αραβες σεΐχηδες από το Ντουμπάι. Με την ολοκλήρωση της αύξησης τα κεφάλαια που διέθετε πλέον ο Βγενόπουλος έφτασαν τα 5,33 δισ. ευρώ.
Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι:
• Δάνεια ύψους 1,3 δισ. δόθηκαν σε φίλια φυσικά και νομικά πρόσωπα για αγορές μετοχών, εκ των οποίων 0,8 δισ. για να συμμετάσχουν στην πολυδιαφημισμένη αύξηση κεφαλαίου ύψους 5,2 δισ. της MIG τον Ιούλιο του 2007.
• Δάνεια ύψους 1,8 δισ. δόθηκαν σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις με τη MIG για τη στήριξη των μετοχών εταιρειών του ομίλου MIG ή εταιρειών των μετόχων της MIG.
• Δάνειο ύψους 0,4 δισ. δόθηκε στην Dubai Investment Group, βασικό μέτοχο των εταιρειών MIG, του οποίου η είσοδος στην MIG τον Μάιο του 2006 διαφημίστηκε ως μεγάλη αραβική επένδυση. Αποτέλεσε αντικείμενο ειδικής διερεύνησης κατά πόσο η επένδυση αυτή ήταν εικονική μέσω κεφαλαίων που δάνεισε η ίδια η τράπεζα παραπλανώντας τους επενδυτές.
• Αντίστοιχα δάνεια έχει δώσει και ο κυπριακός όμιλος Marfin Popular Bank (μητρική εταιρεία της Marfin Egnatia Bank).
• Πολλοί γνωστοί εφοπλιστές μπήκαν στη διαδικασία αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Marfin Investment Group με τιμή 6,7 ευρώ. Θεωρούνταν η μεγάλη ευκαιρία της εποχής. Η τιμή της μετοχής ανέβηκε για δυο τρεις μέρες στα επίπεδα των 7,2 ευρώ, αλλά μία εβδομάδα μετά τη διαπραγμάτευσή της υποχώρησε κάτω από τα 6,7 ευρώ και δεν ξανάπιασε αυτά τα επίπεδα. Αποτέλεσμα ήταν να εγκλωβιστούν σχεδόν όλοι οι μέτοχοι, μικροί και μεγάλοι. Η τιμή της κατακρημνίστηκε αργότερα στο 0,2 ευρώ και τα δάνεια που οφείλονταν τότε ήταν 510 εκατ. ευρώ. Οι διασφαλίσεις δεν υπερέβαιναν σε αξία τα 140 εκατ. ευρώ. Τα μετοχοδάνεια αυτά ήταν τριπλάσια των ιδίων κεφαλαίων του ομίλου Marfin και δόθηκαν με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους για τους δανειζόμενους λόγω των στενών δεσμών μεταξύ της MIG και της Marfin.
ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΕΠΙ ΕΞΑΓΟΡΩΝ
Ο Βγενόπουλος προχωρά ταχύτατα σε αλλεπάλληλες εξαγορές και στις αρχές του 2010 στο χαρτοφυλάκιο της MIG περιλαμβάνονται:
• Η Vivartia στον κλάδο γαλακτοκομικών, κατεψυγμένων τροφίμων και υπηρεσιών εστίασης και ψυχαγωγίας ΔΕΛΤΑ, Μπαρμπα-Στάθης, Everest, Flocas κ.λπ. Αρχικά περιλαμβανόταν και η Chipita, αλλά ο ιδιοκτήτης της την επαναγόρασε
• Η Attica Group, κορυφαία εταιρεία της επιβατηγού και οχηματαγωγού ναυτιλίας στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου (Superfast, Blue Star Ferries κ.ά.) • O όμιλος Υγεία (νοσοκομείο και μαιευτήρια Μητέρα και Λητώ)
• H Singular Logic, η μεγαλύτερη εταιρεία στην αγορά ολοκληρωμένων λύσεων πληροφορικής στην Ελλάδα
• H Sunce (Bluesun), ένας από τους μεγαλύτερους ομίλους της βιομηχανίας τουρισμού και αναψυχής στην Κροατία
• H Robne Kuce Beograd (RKB), η μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης εμπορικών ακινήτων στη Σερβία
• H Ολυμπιακή Αεροπορία, η Olympic Air, ήταν το σύμβολο του Βγενόπουλου στην προσπάθειά του να αναβιώσει έστω και για μια μέρα κάτι από τη δόξα του Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος είχε ιδρύσει την αεροπορική εταιρεία τη δεκαετία του 1950. Το 2009, με την κρίση να υφέρπει, ο Αν δρ. Βγενόπουλος αγόρασε την κρατικοποιημένη (επί Κ. Καραμανλή) αεροπορική εταιρεία, που έχανε 1 εκατομμύριο την ημέρα, αντί 18 εκατομμυρίων, αφού το κράτος είχε αποτύχει ήδη τρεις φορές να την πουλήσει. Η συμφωνία προκάλεσε ευφορία καθώς ο ίδιος δεσμεύτηκε να ανανεώσει τον στόλο, να τη μετατρέψει σε κερδοφόρα έως το 2011 και να την κάνει παγκόσμια κλάσης αερομεταφορέα.
• Αγοράζει το 16% του ΟΤΕ, που αργότερα θα πουλήσει στη γερμανική DeutscheTelekom (σημερινό ιδιοκτήτη του ΟΤΕ) με σημαντικό κέρδος
• Το 2008 αναμειγνύεται στα διοικητικά του Παναθηναϊκού. Ιδρύει την Παναθηναϊκή Ενωτική Κίνηση και αμφισβητεί την κυριαρχία της οικογένειας Βαρδινογιάννη. Μαζί με τον εφοπλιστή Νικόλα Πατέρα αναλαμβάνει τα ηνία της ΠΑΕ και ο ΠΑΟ κερδίζει το πρωτάθλημα Ελλάδας το 2010. Τον επόμενο χρόνο, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, ο Βγενόπουλος εγκατέλειψε τον Παναθηναϊκό.
ΣΤΟ ΑΠΟΓΕΙΟ
Καθώς βασιζόταν στη διαρκή υπερμόχλευση με δανεικά κεφάλαια, ήταν μοιραίο η αυτοκρατορία Βγενόπουλου να αρχίσει να τρίζει με την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και το κραχ στον τραπεζικό τομέα. Είχε προηγηθεί η περίοδος της φρενήρους ανόδου. Ιδού πως περιέγραφε στην έναρξη της κρίσης την πορεία Βγενόπουλου η «Wall Street Journal»: «Πριν από τρία χρόνια ο Ανδρέας Βγενόπουλος, ένας Ελληνας δικηγόρος που έγινε μεγιστάνας, ανέβαινε σε πολύ υψηλά επίπεδα. Με επενδυτικό κεφάλαιο 15 δισ. ευρώ (19,2 δισ. δολάρια), αποτέλεσμα μιας από τις μεγαλύτερες αυξήσεις κεφαλαίου στον ιδιωτικό τομέα, είχε μόλις “αρπάξει” την Olympic Air.
O κ. Βγενόπουλος αντιμετωπίστηκε ως εθνικός ήρωας για τη διάσωση του πολύπαθου εθνικού αερομεταφορέα της Ελλάδας – που γιορτάστηκε με μια μεγάλη βραδιά στο αεροδρόμιο της Αθήνας όπου εμφανίστηκαν ακροβάτες του Cirque du Soleil για τους καλεσμένους. Εν τω μεταξύ, η τριπλή συγχώνευση που σχεδίασε μεταξύ κυπριακών και ελληνικών τραπεζών δημιούργησε το πέμπτο μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στην Ελλάδα και του απέφερε μια μικρή περιουσία ως καθαρό κέρδος». Με την εκδήλωση της τραπεζικής κρίσης και ειδικά μετά το PSI ξεκινά η αποκαθήλωση Βγενόπουλου.
Ηδη αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα με αγωγές εκατοντάδων ιδιωτών –και όχι μόνο– λόγω της… εξάτμισης των κεφαλαίων όσων είχαν επενδύσει στη μεγάλη αύξηση κεφαλαίου της MIG. Η χρεοκοπία των κυπριακών τραπεζών κάνει την κατάσταση εκρηκτική. Οι αρχές της Κύπρου κατηγορούν τον Βγενόπουλο ότι δεν άσκησε χρηστή διοίκηση στη Λαϊκή Τράπεζα. Η κεντρική τράπεζα της χώρας διατάσσει έρευνα. Στις 17 Μαΐου του 2012 η κυβέρνηση Χριστόφια αποφασίζει να προχωρήσει σε ανακεφαλαιοποίηση του ομίλου με το ποσό του 1,8 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο 8% του ΑΕΠ της χώρας. Στα τέλη του 2011, με εντολή του τότε κεντρικού τραπεζίτη Ορφανίδη διορίζεται νέα διοίκηση στη Λαϊκή υπό τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Κύπρου Σαρρή, καθώς ο Βγενόπουλος είχε αφήσει την ηγεσία του ομίλου.
Αποκαλύπτεται ότι η τράπεζα είχε ελληνικά ομόλογα αξίας άνω των 3 δισ. ευρώ και μετά το PSI δεν άξιζαν ούτε 700 εκατομμύρια. Αποκαλύπτεται επίσης ότι τα golden boys της Λαϊκής αμείβονταν με υπέρογκους μισθούς και εν μέσω κρίσης το 2011 είχαν παραγγείλει πολυτελείς Mercedes.
Η ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ
Οι εξελίξεις στην Κύπρο αλλά και οι τεράστιες ζημίες που έγραφαν οι τράπεζες του ομίλου εξαιτίας των μετοχοδανείων που είχαν εγγύηση μετοχές της MIG οι οποίες στην κυριολεξία κατέρρευσαν μετά τις αποκαλύψεις στην Κύπρο οδήγησαν πολύ γρήγορά σε δικαστικές περιπέτειες. Τα κεφάλαιά του στο νησί πάγωσαν, ενώ Κύπριοι αξιωματούχοι έδωσαν εντολή να διερευνηθεί ο ρόλος του στην κυπριακή κατάρρευση που οδήγησε σε πακέτο διάσωσης 10 δισ. ευρώ για τη χώρα. Κορυφαίοι παράγοντες της Κύπρου υποστήριξαν ότι τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ χάθηκαν εξαιτίας των σχεδίων Βγενόπουλου.
Ο Βγενόπουλος χαρακτήρισε τις κατηγορίες εναντίον του «γελοίες» . Ο ίδιος διεκδικούσε επί πολλά χρόνια αποζημίωση για λογαριασμό του ομίλου άνω των 800 εκατ. ευρώ, εξαιτίας της απαξίωσης της συμμετοχής της MIG στη Marfin Popular Bank, την ίδια στιγμή μάλιστα που η Κυπριακή Δημοκρατία τον κατηγορούσε για καταχρηστική διαχείριση. Ο ξαφνικός θάνατός του από καρδιακή προσβολή στις 5 Νοεμβρίου του 2016 έβαλε τέλος στις δικαστικές εξελίξεις στην Ελλάδα και την Κύπρο. Μέχρι τον θάνατό του η δίωξη δεν είχε σταματήσει, καθώς παρέμεναν σε εξέλιξη οι δύο μεγάλες δικογραφίες που είχαν σχηματιστεί εναντίον του. Ολες οι υποθέσεις όμως μπήκαν στο αρχείο μετά τον θάνατό του.
ΤΙ ΕΧΕΙ ΑΠΟΜΕΙΝΕΙ
Σήμερα τον όμιλο MIG ελέγχει η Τράπεζα Πειραιώς. Απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών της έναντι των χρεών της. Η τράπεζα προχωρά σε προσεκτική ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της MIG. Πριν από λίγο καιρό πουλήθηκε η IBG (Επενδυτική Τράπεζα Ελλάδας) στον όμιλο Βαρδινογιάννη, ενώ πριν από εννιά μήνες πούλησε σε αμερικανικό fund το 70,38% του Διαγνωστικού και Θεραπευτικού Κέντρου Αθηνών Υγεία ΑΕ. Τον Απρίλιο του 2019 προχώρησε στην πώληση του συνόλου των μετοχών που κατέχει η θυγατρική MIG Leisure Ltd στην εταιρεία Cyprus Tourist Development Public Co Ltd (CTDC), ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου Hilton Cyprus.
Υπό τον έλεγχο της τράπεζας –μέσω MIG– εξακολουθούν να παραμένουν ο όμιλος Vivartia και η Attica Group (ακτοπλοΐα), οι δύο τελευταίες σημαντικές επιχειρήσεις από το πάλαι ποτέ κραταιό χαρτοφυλάκιο του Βγενόπουλου και του δημιουργήματός του που έλαμψε και εξαφανίστηκε μέσα σε λίγα χρόνια…
* Περιοδικό Hot Doc #187, «Τα 10 μαύρα κουτιά του ελληνικού επιχειρείν», 8/9/2019