Η αγάπη του σκηνοθέτη – ψυχιάτρου Στέλιου Κρασανάκη για τους αποσυνάγωγους ήρωες του

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης γράφει για την παράσταση «Θα πάντα εκεί...Πεθαίνω σαν χώρα» που είδε στο θέατρο «Σταθμός» 

betty vakalidou xrhstos sapountzis orig

Το θέατρο «Σταθμός» είχε γεμίσει νωρίς από κόσμο, εφόσον χθες, Μεγάλη Πέμπτη, ήταν κάτι σαν επίσημη πρεμιέρα για την παράσταση «Θα πάντα εκεί…Πεθαίνω σαν χώρα» που σκηνοθέτησε ένας άξιος, πρώτα απ’ όλα, άνθρωπος: Ο ψυχίατρος και σκηνοθέτης Στέλιος Κρασανάκης, υπεύθυνος για τη διάδοση της δραματοθεραπείας στην Ελλάδα – μία θεραπευτική μέθοδος που, αν μη τι άλλο, ανακούφισε δια της θεατρικής οδού πολλούς συνανθρώπους μας, οι οποίοι ταλαιπωρούνται από ψυχικά νοσήματα. Ένας λόγος παραπάνω για τον ίδιο που θέλησε να μεταφέρει το συναισθηματικό φορτίο και σε όλους εμάς, τους νεότερους, που δεν είχαμε την ευκαιρία ή και την τύχη να δούμε το πρώτο ανέβασμα του «Πεθαίνω σαν χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη το 1989. Φέτος δηλαδή συμπληρώνονται τριάντα χρόνια από τότε που ο Κρασανάκης είχε την ιδέα να παρουσιάσει σκηνικά το εμβληματικό έργο του Δημητριάδη με παιδιά της Μονάδας Απεξάρτησης 18άνω αρχικά στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής και κατόπιν στο ροκ κλαμπ «ΡΟΔΟΝ»

Ένα από τα τοξικοεξαρτημένα παιδιά εκείνης της παράστασης που βρήκε το δρόμο της ζωής του στο θέατρο ήταν και ο ηθοποιός Χρήστος Σαπουντζής. Σήμερα βγαίνει στη σκηνή του «Σταθμός» οργανώνοντας ένα υποτιθέμενο επετειακό πάρτι με μοναδική του καλεσμένη τη Μπέττυ Βακαλίδου. Γίνεται αντιληπτό πως η τωρινή παράσταση δεν αποτελεί επανάληψη εκείνης του ’89, αλλά λειτουργεί σαν μία αναμόχλευση της μνήμης με απώτερο σκοπό, βέβαια, την ανάδειξη της διαχρονικότητας του κειμένου του Δημητριάδη. Προσωπικά, αναγνωρίζω την τεράστια απήχηση και δύναμη αυτού του έργου, αλλά κατά μία αυστηρά υποκειμενική εκτίμηση θεωρώ ότι ισοπέδωσε κυριολεκτικά μεταγενέστερες εργασίες του συγγραφέα – αγαπημένο μου θεατρικό έργο του Δημητριάδη είναι, ας πούμε, «Η ζάλη των ζώων πριν από τη σφαγή», που έτυχε να πέσει στα χέρια μου πριν μία 20ετία και να με συγκλονίσει! Αναζητήστε ακόμη το βιβλίο του με τίτλο «Λήθη και άλλοι τέσσερις μονόλογοι» από τις εκδόσεις «Άγρα»! Επαναλαμβάνω, όμως, κατά μία αυστηρά υποκειμενική εκτίμηση, διότι αν συνδυάσεις το «Πεθαίνω σαν χώρα» με το εγχείρημα του Κρασανάκη, το κείμενο καθαυτό ξέφυγε από τις σελίδες του και επιχείρησε κανονική επίθεση στο κατεστημένο: Το 1989 έναντι μιας Ελλάδας που ετοιμαζόταν να βυθιστεί στην πιο ρηχή δεκαετία του 20ου αι., αυτή των 90s, και τώρα, το 2019, έναντι μιας χώρας παραδομένης στον απόλυτο εκφασισμό και στα ταπεινότερα των ταπεινότερων ανθρώπινων ενστίκτων

Ευφυές, λοιπόν, το εύρημα του Κρασανάκη να φωνάξει επί σκηνής έναν παλιό συνεργάτη του και ακόμα πιο ευφυές να τον «παντρέψει» με τη Βακαλίδου στους ρόλους δύο αποσυνάγωγων της ζωής: Ο μεν Σαπουντζής είναι ο πρώην ναρκομανής που το φως του θεάτρου τον έβγαλε απ’ το σκοτάδι της πρέζας, η δε Βακαλίδου είναι η χειρουργημένη τρανς γυναίκα, που ακολούθησε απλά την επιλογή του σώματος και της ψυχής της! Αμφότεροι δεν έχουν ίχνος μιζέριας, ούτε μεταδίδουν τον επάρατο μελοδραματισμό στο παίξιμο τους. Είναι ατόφιοι ως χαρακτήρες και αν εξαιρέσεις τα κομμάτια που αποδίδουν από το «Πεθαίνω σαν χώρα», σε όλο το υπόλοιπο έργο αφήνονται ελεύθεροι να συνυπάρξουν στη σκηνή σαν φίλοι, να χαρούν τις disco μουσικές του πάρτι ή και να μας διαβάσουν πάλι αποσπάσματα από το κείμενο του Δημητριάδη, έχοντας από’να βιβλίο στα χέρια τους. Εν ολίγοις, εκεί που ο Κρασανάκης κράτησε το χαρακτήρα του dramatotherapy, η παράσταση έχει κάτι από τη ζουρναλίστικη αμεσότητα ενός «ευγενούς» ριάλιτι, οι ηθοποιοί του συνομιλούν με το κοινό ουσιαστικά, όπως συνομιλούν και μεταξύ τους, την αλήθεια τους καταθέτουν και μόνο αυτή: «Περνάω μπροστά από το κάδρο με την αφίσα της πρώτης παράστασης και δεν νιώθω τίποτα πια, δεν μου προξενεί εσωτερικούς κραδασμούς» ομολογεί ο Χρήστος, «Δεν με κατάπιε το περιθώριο εμένα» εξομολογείται η Μπέττυ, λίγο πριν βάψει τα χέρια της με το αίμα της σφαγής – αναγέννησης της. 

Κάποια προβλήματα ξεκινούν όταν ο Κρασανάκης επιχειρεί να σπάσει τη φόρμα του δραματοθεραπευτικού έργου και να στήσει μία συμβατική θεατρική παράσταση παρά τις αξιοσέβαστες αντισυμβατικές προθέσεις του. Το οπτικοακουστικό υλικό αρχείου από την παράσταση του ’89 σε συνάρτηση με τη σημερινή σκηνική δράση φαίνεται ενδιαφέρον στοιχείο, διαφωνώ όμως με τη χρήση στα όρια της κατάχρησης αποσπασμάτων από όπερες – κλισέ στο θέατρο. Εξαιρείται η εισαγωγή από το κομμάτι «The Cold song» που ακούσαμε χωρίς βέβαια να μπει η φωνή του τεράστιου Klaus Nomi. Μου θύμισε δηλαδή όταν σπούδαζα κινηματογράφο στις αρχές του ’90 και δεν υπήρχε φοιτητική μικρού μήκους ταινία που να μην ακουγόταν το «Bolero» του Ravel και το «The End» των Doors. Θα ήθελα – να το πω αλλιώς – να είχε γραφτεί μια πρωτότυπη ηλεκτρονική μουσική που θα έκανε όλη την παράσταση πιο μέσα στο κλίμα της εποχής που διανύουμε. 

Αυτό, πάντως, που θέλησε να μας «πει» ο σκηνοθέτης, το κατάφερε – ίσως κατάφερε και κάτι ακόμη πιο σημαντικό: Με εκκίνηση το έργο του Δημητριάδη, να πάρει ξεκάθαρη πολιτική θέση, όχι μόνο για μια ολόκληρη χώρα, την οποία άλλωστε ο συγγραφέας έκανε με τα κρεμμυδάκια από το 1978 ήδη, αλλά και για τους ανθρώπους που έθεσαν εαυτόν στο περιθώριο της κοινωνίας. Ο Κρασανάκης αγαπάει και φωτίζει το λούμπεν προλεταριάτο, για το οποίο κάποτε έως και η Αριστερά θα έσκιζε τα ιμάτια της, κυνηγώντας το λυσσαλέα. Αν ο Δημήτρης Δημητριάδης περιέγραψε ποιητικά και «στόλισε» μια χώρα με τα χειρότερα επίθετα που θα μπορούσε να φανταστεί, ο Στέλιος Κρασανάκης περιέγραψε εξίσου ποιητικά τους ανθρώπους της που πάλεψαν και νίκησαν τους δαίμονες τους. Με μία διαφορά: Ο Δημητριάδης μισεί την Ελλάδα στο «Πεθαίνω σαν χώρα», γράφει γι’ αυτή εν βρασμώ ψυχής, όπως ένας μανιοκαταθλιπτικός βαράει ολημερίς μπουνιές σε ένα σάκο του μποξ, κατόπιν συμβουλής ψυχιάτρου! Ο Στέλιος Κρασανάκης αγαπάει τους ήρωες του, αυτούς που τους έλαχε να γεννηθούν στην Ελλάδα, όπως ένας ψυχίατρος πάλι, που εν προκειμένω είναι ο ίδιος, καταφέρνει να αποθεραπεύσει τους ασθενείς του! Η αγάπη τελικά είναι το μεγαλύτερο όπλο στα χέρια του συγγραφέα Δημητριάδη, αλλά και του σκηνοθέτη – ψυχιάτρου Κρασανάκη και υπό αυτή την έννοια το «Θα πάντα εκεί…Πεθαίνω σαν χώρα» είναι μία βαθύτατα ουμανιστική παράσταση! 

Μεταξύ άλλων, την παράσταση στο θέατρο «Σταθμός» παρακολούθησαν ο Θανάσης Νιάρχος, ο Άγγελος Παπαδημητρίου, ο Αλμπέρτο Εσκενάζυ, ο Νίκος Μουρατίδης, η Νίκη Σερέτη, η Εύα Κουμαριανού, ο Μάνος Καρατζογιάννης, αλλά και η περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου

* Η παράσταση «Θα πάντα εκεί…Πεθαίνω σαν χώρα» σε κείμενο Δημήτρη Δημητριάδη και σκηνοθεσία Στέλιου Κρασανάκη, με τους Χρήστο Σαπουντζή – Μπέττυ Βακαλίδου, θα παίζεται στο θέατρο «Σταθμός» (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο) τις εξής μέρες: Παρασκευή 10 και Σάββατο 11 Μαΐου (21.00), Κυριακή 12 Μαΐου (18.30) & Παρασκευή 17 και Σάββατο 18 Μαΐου (21.00), Κυριακή 19 Μαΐου (18.30). Πληροφορίες – κρατήσεις: 210-5230267

Ράδιο Αρβύλα: Το «αντίο» του Αντώνη Κανάκη για τη φετινή σεζόν – «Η χρονιά είχε δυο πρόσωπα, δεν ξέρω αν θα ξαναέρθουμε»

Κανάκης 1

Ράδιο Αρβύλα: Το «αντίο» του Αντώνη Κανάκη για τη φετινή σεζόν – «Η χρονιά είχε δυο πρόσωπα, δεν ξέρω αν θα ξαναέρθουμε»

Αυλαία έριξε για φέτος το Ράδιο Αρβύλα, με τον Αντώνη Κανάκη να μιλάει για τη…

Αλαζονικές δηλώσεις από Μητσοτάκη στο ΣΚΑΪ: «Η οικονομία πάει καλά και οι φόροι μειώνονται» (video)

μητσο

Αλαζονικές δηλώσεις από Μητσοτάκη στο ΣΚΑΪ: «Η οικονομία πάει καλά και οι φόροι μειώνονται» (video)

Εκτός τόπου και χρόνου τα όσα είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη του στο ΣΚΑΪ