“Ναι, αλλά τι συμβαίνει το τόσο τρομερό, το τόσο ενδιαφέρον, όταν είναι κανείς παιδί”;
“Είναι όλα τεράστια”, είπα.
“Και οι διάρκειες είναι ασύλληπτες.
Ξεκινάς να πας στο μπαλκόνι και σταματάς μπροστά από μια πράσινη γυάλινη σφαίρα που περικλείει τρεις φοίνικες.
Είναι ένα αντικείμενο που υπάρχει στο χολ, δίπλα στο τηλέφωνο.
Κάθεσαι και σκέφτεσαι: αν μείνω εδώ για λίγο κοιτάζοντας επίμονα αυτή τη σφαίρα, θα αρχίσει να βρέχει και θα γίνουν μούσκεμα οι πίθηκοι
που κρύβονται μέσα στους φοίνικες.
Έτσι, θα αναγκαστούν να βγουν και να τρέχουν μέσα στο σπίτι κι εγώ θα ξαμοληθώ να τους κυνηγάω.
Ξεχνάς το μπαλκόνι και ξαναγυρίζεις στο δωμάτιό σου, βγάζεις έξω όλα τα στρατιωτάκια και στήνεις παγίδες στους πιθήκους, για την περίπτωση που θα σκάσουν μύτη.
Αυτό σου παίρνει μισή ώρα, που αντιπροσωπεύει έναν αιώνα έντασης, εσωτερικού βουητού.