Η υποκρισία της ΝΔ σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα

Η χθεσινή συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup, καθόρισε τα πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία θα είναι υποχρεωμένη να πιάνει η Ελλάδα στο 2% από το 2023 και κατά μέσο όρο περίπου στο 2% έως το 2060. Αν και αυτό είναι παρακινδυνευμένο αφού οικονομική πρόβλεψη σε βάθος τεσσαρακονταετίας δεν μπορεί να είναι απολύτως ακριβής, αποτελεί μια σημαντική δέσμευση καθώς προσδιορίζει το ύψος της απαιτούμενης απομείωσης χρέους, η οποία πλέον μπορεί να υπολογισθεί από αγορές και θεσμούς.

58ac602d1dc524721a8b47f7 1

Όπως επισημαίνουν εξάλλου κυβερνητικά στελέχη με αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα, η Ελλάδα θα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ που θα βρίσκεται σε θετική εξαίρεση από το Σύμφωνο Σταθερότητας, καθώς με βάση αυτό θα υποχρεούνταν να έχει πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2,6% στο μακροπρόθεσμο διάστημα και όχι 2% όπως τελικά συμφωνήθηκε. Κατά τα λοιπά στο χθεσινό Eurogroup η Αθήνα επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της για υψηλά ομολογουμένως πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι και το 2022.

Η συμφωνία δεν είναι σαφώς αυτό ακριβώς που ζητούσε η ελληνική κυβέρνηση αποτελεί όμως, όπως διαπιστώνει σήμερα και ο διεθνής Τύπος ένα βήμα για το τέλος των μνημονίων και την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. Την ίδια στιγμή βέβαια η εγχώρια αντιπολίτευση με πρώτη τη ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι για μια ακόμη φορά υπέγραψε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

«Παρά το ότι ψήφισε ένα σκληρότατο τέταρτο Μνημόνιο, με νέα μέτρα μέχρι το 2022 και πολύ ψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, δεν πήρε καμία ουσιαστική, θετική απόφαση για το χρέος, παρά τις διαβεβαιώσεις του κ. Τσίπρα προς τους βουλευτές του για να το ψηφίσουν» αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή του για το αποτέλεσμα του Eurogroup το Μοσχάτο. Φαίνεται ωστόσο πως στη ΝΔ έχουν ασθενή μνήμη.

Και τούτο γιατί εκείνοι ως κυβέρνηση σε σύμπνοια με το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου είχαν συμφωνήσει το 2014 σε πρωτογενή πλεονάσματα πολύ υψηλότερα απ’ αυτά τα οποία σήμερα εμφανίζουν ως εξωφρενικά. Συγκεκριμένα είχαν συμφωνήσει σε πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ για το 2015, 3,5% για το 2016, ενώ από το 2017 τα νούμερα ήταν δυσθεώρητα, αφού έφταναν το 4,6% του ΑΕΠ (9,423 δισ. ευρώ έναντι στόχου 9,312 δισ. ευρώ ή 4,5% του ΑΕΠ) το 2017 και 5,3% του ΑΕΠ (11,585 δισ. ευρώ έναντι στόχου 9,108 δις. ευρώ ή 4,2% του ΑΕΠ) το 2018.