Ο Ξυπόλητος περιέγραψε λεπτό προς λεπτό πως εκείνο το βράδυ μια ομάδα, περίπου δέκα ατόμων, επιχείρησαν, όπως είπε, να τους εγκλωβίσουν έξω από την καφετέρια. Σύμφωνα με τον μάρτυρα «φορούσαν κοκάλινα γάντια. Δυο κρατούσαν ξύλα στα χέρια και ήταν κρυμμένοι πίσω από ένα αυτοκίνητο. Νιώσαμε ότι απειλούμαστε».
Ο Μιχάλης Ξυπόλυτος, ανέφερε στη συνέχεια ότι η παρέα τους απομακρύνθηκε προς την οδό Τσαλδάρη, «γιατί δεν θέλαμε να δημιουργηθεί ένταση», ενώ σημείωσε ότι ένα ασημί αυτοκίνητο σταμάτησε στη μέση του δρόμου και «πίσω του ήταν 6 – 8 μηχανές, με δυο άτομα η καθεμία, και όλοι φορούσαν κράνη. Μου έδωσαν την εντύπωση πως ήταν όλοι μαζί, λειτουργούσαν συντεταγμένα».
Αμέσως μετά, σύμφωνα με τον μάρτυρα, τα 10 άτομα έγιναν 40 και άρχισαν να τους κυνηγούν. Ο Ξυπόλητος κατέθεσε πως αυτοί που τους κυνηγούσαν κρατούσαν ρόπαλα, γάντια, και κράνη στα χέρια. «Τα ρόπαλα μέσα είχαν και καρφιά, ήταν ίδια με την επίθεση στο Πέραμα», είπε. «Μας κυνηγούσαν και φώναζαν ‘’Ελάτε εδώ κότες, θα σας σφάξουμε’’», πρόσθεσε ο μάρτυρας.
Μας απειλούσαν και υπήρχε έντονη φασαρία. Ο Φύσσας φώναξε «τρέχουμε – τρέχουμε» και αρχίσαμε να τρέχουμε. Εγώ κρύφτηκα με δύο ακόμη παιδιά σε μια πυλωτή. Ο Νίκος (σ.σ. μέλος της παρέας) κάλεσε την Αστυνομία. Ακούσαμε διάφορες μηχανές να περνάνε και φώναζαν «βγείτε έξω κότες». Εμείς ήμασταν κρυμμένοι. Όταν ήρθε το περιπολικό, μας πέρασαν χειροπέδες. Μας έβαλαν μέσα στο περιπολικό, το οποίο χάλασε, και μετά περιμέναμε να έλθει άλλο. Από τον ασύρματο ακούσαμε πως κάποιος μαχαιρώθηκε στην καρδιά».
Είδαν τον Ρουπακιά στο αστυνομικό τμήμα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν όσα κατέθεσε ο Ξυπόλητος για τον χρόνο που πέρασε στο αστυνομικό τμήμα του Κερατσινίου. Όπως είπε, εκείνος και οι φίλοι του παρέμειναν στο ίδιο δωμάτιο με τον Ρουπακιά, χωρίς ωστόσο, να γνωρίζουν τότε πως ήταν ο άνθρωπος που μαχαίρωσε τον Παύλο Φύσσα.
«Μέσα στο Α.Τ. του Κερατσινίου μας πέρασαν από σωματικό έλεγχο και μας έβαλαν σε ένα δωμάτιο για να περιμένουμε. Στο δωμάτιο ήταν και άλλος ένας άνδρας, που δεν τον είχαμε ξαναδεί» κατέθεσε ο μάρτυρας και συνέχισε: «καθόταν στην πολυθρόνα και εμείς νομίζαμε πως ήταν αστυνομικός. Του ζητήσαμε άδεια να καθίσουμε και να πάρουμε τηλέφωνο και μας την έδωσε. Εκείνος έστελνε συνεχώς μηνύματα. Έδειχνε ότι γνωρίζει πως κάτι έχει γίνει. αλλά ζητούσε να μάθει από εμάς λεπτομέρειες. Μας ρωτούσε να μάθει αν είμαστε πολιτικοποιημένοι. Όταν μας τηλεφώνησαν και μας είπαν ότι ο Παύλος είχε μαχαιρωθεί, επικράτησε ένταση και ο άνδρας ζήτησε να τον πάρουν από το γραφείο. Αργότερα τον κατέβασαν από τον τρίτο όροφο και είδαμε πως αυτός που ομολόγησε, δηλαδή ο Ρουπακιάς, ήταν ο άνδρας που ήταν μαζί μας στο γραφείο».
Διαβάστε επίσης: Βρισιές και ένταση στη δίκη της Χρυσής Αυγής