Στην ίδια έκθεση σημειώνεται πως η επιτάχυνση της ανάπτυξης για το 2017 και το 2018 εξαρτάται από συγκυριακούς και εξωτερικούς παράγοντες, τονίζοντας πως το αδιέξοδο στις συζητήσεις κυβέρνησης – πιστωτών «θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, αν δεν ξεπεραστεί γρήγορα».
«Οι καθυστερήσεις, σε συνδυασμό με τις αρνητικές τάσεις που διαμορφώνονται στο ΔΝΤ για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, απειλούν να ελαχιστοποιήσουν το “ατμοσφαιρικό” και το ευθέως οικονομικό όφελος που αναμένουμε από μια τελική συμφωνία» προειδοποιεί, στο ίδιο πλαίσιο.
Προστίθεται, μάλιστα, πως μόνο η εφαρμογή των δεσμεύσεων του τρέχοντος προγράμματος -χωρίς καθυστερήσεις- μπορεί να ωθήσει τη χώρα στο δρόμο της οικονομικής ανάκαμψης. «Αν το μνημόνιο υλοποιηθεί έως το τέλος, η χώρα θα έχει τη δυνατότητα να ξεφύγει από τα σημερινά αδιέξοδα», ενώ προστίθεται πως «καθυστερήσεις, αδράνειες και αντιφάσεις στο μέτωπο υλοποίησης των δεσμεύσεων του μνημονίου και η χαμηλή εμπιστοσύνη, δεν αφήνουν την ελληνική οικονομία να προχωρήσει».
4ο μνημόνιο
Η κάλυψη χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας για το 2018 μπορεί να συντελεστεί «είτε από τις αγορές, εφόσον έχει καταφέρει να βγει σε αυτές, είτε από τον ESM».
Ως προς το δεύτερο σενάριο – αυτό της παροχής βοήθειας από τον ESM – υπογραμμίζει πως «ένα νέο αίτημα για δάνειο θα συνοδευθεί από ένα νέο, το τέταρτο μνημόνιο», σημειώνοντας βέβαια, ότι «οι δυσκολίες έγκρισής του από τους εταίρους, καθιστά επίφοβους τους όρους που θα το συνοδεύουν».
Μάλιστα, προειδοποιεί ότι εφόσον, η Ελλάδα δεν καταφέρει να διασφαλίσει την αναχρηματοδότηση του χρέους της, τότε κινδυνεύει με στάση πληρωμών προς του δανειστές, χρεοκοπία και έξοδο από την Ευρωζώνη.
Αναθεώρηση κρατικών δαπανών
Σχετικά με την πορεία της οικονομίας, εκτιμά ότι το ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί το 2016 οριακά γύρω από το μηδέν, ενώ κάνοντας ειδική μνεία στην αγορά εργασίας, διαπιστώνει ότι η μείωση της ανεργίας συνοδεύεται από σημαντική εξάπλωση των ελαστικών μορφών απασχόλησης.
Όσον αφορά τη φορολογία, επισημαίνει ότι «το επίπεδο της φορολογικής επιβάρυνσης είναι υψηλό, όχι καθ’ αυτό, αλλά σε συνδυασμό με τις λοιπές διαρθρωτικές υστερήσεις», τονίζοντας βέβαια πως «οι συνεχείς μεταβολές στη φορολογία πρέπει να σταματήσουν».
Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά κάνει στις κρατικές δαπάνες, υποστηρίζοντας ότι πλέον «αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η ριζική επανεξέταση της κατανομής τους» και θέτοντας ως κύριο στόχο την κατά περίπτωση εξοικονόμηση ή τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά τους.
Συμμεριζόμαστε την υπόθεση πολλών – σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση – ότι δεν έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια για στοχευμένες εξοικονομήσεις δαπανών, όπως π.χ. στις δημόσιες προμήθειες, τα δημόσια έργα και τις καταναλωτικές δαπάνες του κράτους, καταλήγει η έκθεση του Γραφείου.