Η συµπλήρωση των διακοσίων χρόνων από το ξέσπασµα της Ελληνικής Επανάστασης έχει σταθεί η αφορµή για την έναρξη επιστηµονικών συζητήσεων µέσω των οποίων επανεξετάζεται το παρελθόν προκειµένου να καλλιεργηθεί το έδαφος για την κατανόηση του παρόντος. Σε αυτήν τη συζήτηση ο Γιώργος Μαργαρίτης, καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο τµήµα Πολιτικών Επιστηµών του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, συνεισφέρει µια µελέτη η οποία στόχο έχει να αναλύσει το πλαίσιο στο οποίο ευνοήθηκε η επανάσταση. Στο βιβλίο του «Ενάντια σε φρούρια και τείχη – 1821. Μια µικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση» εξετάζει τον ρόλο των Φαναριωτών στη δηµιουργία των νέων κέντρων του ελληνισµού που αποτέλεσαν το εφαλτήριο της Φιλικής Εταιρείας και ακολουθεί την πορεία που οδήγησε από τη σύλληψη της ιδέας της επανάστασης στην έναρξή της. Επικοινωνήσαµε µαζί του µε αφορµή την κυκλοφορία του βιβλίου του.
Ποια είναι η µεγαλύτερη πρόκληση που αντιµετωπίζει ένας ιστορικός ο οποίος µελετά την Ελληνική Επανάσταση;
Το βάρος των φερτών υλικών, νοµίζω, κάτω από το οποίο έχουν χαθεί τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά της επανάστασης. Όσα συνέβησαν στο χθες, η απελευθερωτική κοσµογονία που αποτελεί την πεµπτουσία µιας ανατροπής, έχουν αναρίθµητες φορές «προσαρµοστεί» στις συγκυριακές ανάγκες του κάθε καιρού και τις επικοινωνιακές ανάγκες της κάθε κυρίαρχης ελίτ. Ο ιστορικός αυτό το έργο έχει. Να βρει και να αναδείξει κάτω από τα ιζήµατα της κάθε εποχής και της κάθε ανάγκης την ουσία της επανάστασης. Αυτό που πραγµατικά ήταν και αυτό που ουσιαστικά µας κληροδότησε.
Ποια ήταν η κοινωνική διαστρωµάτωση κατά την οθωµανική περίοδο στον παλαιοελλαδικό χώρο;
Η τυπική του οθωµανικού κόσµου, στη βαλκανική ειδικά εκδοχή του. Μια αυτοκρατορία στερεωµένη σε ένα καταπληκτικό πλήθος περίπλοκων σχέσεων, υποχρεώσεων και δικαιωµάτων. Κοινωνία πλούσιων και φτωχών, όπου όµως η τοµή δεν απλωνόταν οριζόντια, δεν διακρινόταν µε ευχέρεια. ∆εν ήταν το ίδιο άρχοντας ο χριστιανός και ο µουσουλµάνος άρχοντας. ∆εν ήταν το ίδιο ραγιάς, στην κοινή τους φτώχεια, ο Ρωµιός και ο Τούρκος ραγιάς.
Ποιες ήταν οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες αστικοποιήθηκε ένα µέρος του πληθυσµού πριν από την παλιγγενεσία και ποια ήταν τα κίνητρα για τη συµµετοχή τους στον αγώνα;
Μα η άνθηση του εµπορίου. Ο καταπληκτικός 18ος αιώνας που είχε προηγηθεί. Μέσα από το εµπόριο σε κλίµακα που καµιά εποχή δεν είχε νωρίτερα γνωρίσει συσσωρεύτηκε ο υλικός πλούτος που οδήγησε στη βιοµηχανία και από εκεί στον καπιταλισµό. Ήταν µια εξέλιξη κοινή σε όλα τα µέρη του τότε γνωστού κόσµου. Όχι µε τις ίδιες ταχύτητες και τα ίδια αποτελέσµατα. Ανάµεσα στην πρωταθλήτρια ∆ύση και την ασθµαίνουσα Ανατολή στάθηκε ο οθωµανικός κόσµος. Και µέσα σε αυτόν ο µεγάλος ωφεληµένος των νέων καιρών: ο ελληνισµός. Βλέπετε, βρισκόταν πάνω στους δρόµους του εµπορίου, κοντά στη ∆ύση και κοντά στη θάλασσα.
Ο ρόλος της Φιλικής Εταιρείας ήταν πράγµατι καταλυτικός ή έχει υπερεκτιµηθεί;
Η Φιλική Εταιρεία ήταν ο καταλύτης για το ξέσπασµα της Ελληνικής Επανάστασης. ∆ύο στοιχεία ήταν εκείνα που µετέβαλαν την αόριστη πρόθεση σε πολιτικό σχέδιο και τελικά σε επανάσταση. Το πρώτο ήταν το περί αόρατης αρχής εφεύρηµα. Όχι µόνο κάλυπτε τις περιορισµένες δυνατότητες και την ταπεινή κοινωνική θέση των ιδρυτών και των µελών του κύκλου της Φιλικής αλλά και ενοποιούσε τα διάφορα στοιχεία του ελληνισµού, από τα πλέον ταπεινά στρώµατα έως την αριστοκρατία. Το δεύτερο ήταν η ανάθεση την κατάλληλη στιγµή της ηγεσίας της Φιλικής σε έναν αριστοκράτη, µέλος της ρωσικής αυτοκρατορικής αυλής, υπασπιστή του τσάρου. Ετούτη η ορατή αρχή, που τελικά ξεκίνησε την επανάσταση, δεν διέψευδε τον µυστικισµό και τη µεγάλη υπόσχεση της πρώτης ιδέας. Η πρώτη ιδέα έδωσε το καύσιµο. Η δεύτερη την κίνηση. Σίγουρα δεν ήταν ασήµαντος ο ρόλος της Φιλικής Εταιρείας.
Γιατί τα µέλη της, διαποτισµένα από τις διδαχές του ∆ιαφωτισµού, ανέθεσαν την επανάσταση στους προύχοντες, τους ιερείς και τους πρίγκιπες, σε εκπροσώπους δηλαδή µιας κοινωνικής κατάστασης που οι Φιλικοί ήθελαν να ανατρέψουν;
Ο ∆ιαφωτισµός δεν είναι ένα ενιαίο πνευµατικό και πολιτικό κίνηµα. Τον µεταβάλλουν οι εποχές και τα πολιτικά γεγονότα. Η «βασιλοκτονία» λόγου χάρη του Λουδοβίκου 16ου στη Γαλλική Επανάσταση δεν επιδοκιµάστηκε από όλους τους διαφωτιστές. Το κυρίαρχο πρότυπο των διαφωτιστών ήταν εξάλλου η «φωτισµένη µοναρχία», ο έλλογος δεσποτισµός. Και οπωσδήποτε λίγοι ήταν οι διαφωτιστές που έβλεπαν µια βαθιά κοινωνική ανατροπή πίσω από την εκλογίκευση του κόσµου. Πέρα όµως από αυτό οι καιροί είχαν τους δικούς τους κανόνες. Η Ελληνική Επανάσταση έγινε σε µια εποχή «παλινόρθωσης», όταν δηλαδή είχαν ηττηθεί οι ριζοσπαστικές ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και είχαν αποκατασταθεί στον θρόνο τους βασιλείς και αριστοκράτες. Θα ήταν αφύσικο και µάλλον αδύνατο σε τέτοια εποχή να οργανώσουν µια ριζοσπαστικά ανατρεπτική κίνηση έµποροι, γραµµατιζούµενοι και υπάλληλοι.
Κάτω από ποιες συνθήκες έγινε αίτηµα των πολλών η κατάλυση της παλαιάς εξουσίας;
Η οικονοµική κρίση ήταν το κυρίαρχο στοιχείο στα χρόνια που ακολούθησαν τους πολέµους του Ναπολέοντα. Κρίση που έπληττε το εµπόριο, τη ναυτιλία και οδηγούσε σε κλυδωνισµούς τον οθωµανικό χώρο. Οι αποσχιστικές τάσεις και η γενική αποδιάρθρωση της αυτοκρατορίας συνέτειναν στη γενική δυσπραγία. Ο πόλεµος της Πύλης ενάντια στον Αλή πασά των Ιωαννίνων αύξησε την ανασφάλεια και τα φορολογικά βάρη των γύρω περιοχών. Οι πιέσεις αυτές έθιγαν τους ισχυρούς και τους ανίσχυρους. Πολλοί προσδοκούσαν την ώρα εκείνη που θα απελευθερώνονταν από πιέσεις και βάρη. Από τον αλλόθρησκο ξένο δεσπότη δηλαδή – µαζί πήγαιναν αυτά.
Ποια ήταν τα κυριότερα εµπόδια στη διαδροµή που ακολούθησε το γένος προς την αποτίναξη του ζυγού;
Πολλά ήταν τα εµπόδια. Η Ελληνική Επανάσταση, σε αντίθεση µε τη γαλλική αντίστοιχη, λόγου χάρη, δεν κληρονόµησε µια οργανωµένη κρατική µηχανή από την προγενέστερη κατάσταση. Τα πάντα εδώ, ακόµη και τα πιο στοιχειώδη και απλά, έπρεπε να δηµιουργηθούν από την αρχή. Ετούτη η δηµιουργία έπρεπε να γίνει µέσα σε σκληρό πόλεµο από οικονοµικές, κοινωνικές, πολιτικές οντότητες που δεν είχαν κοινά συµφέροντα και βλέψεις. Αλλοι οι προύχοντες του Μοριά, άλλοι οι εφοπλιστές των νησιών, άλλοι οι αρµατολοί της Ρούµελης, άλλοι οι Φαναριώτες, άλλοι οι αρχιερείς, άλλοι οι απλοί αγρότες, άλλοι οι ναυτικοί. Ο κοινός παρονοµαστής ήταν η Ελλάδα, η κοινή τους πατρίδα, το γένος τους όπως θα το έλεγαν, το έθνος τους όπως θα το λέγαµε εµείς. Με αυτά τα υλικά η οικοδόµηση κράτους, ανεξάρτητου κράτους, ήταν πραγµατικά πολύ δύσκολη υπόθεση.
Στο βιβλίο σας αναφέρεστε στα µισθοφορικά σώµατα που αποτελούσαν τις στρατιωτικές δυνάµεις των ηγεµόνων. Τι σήµαινε αυτό για την έκβαση της επανάστασης;
Στην Ελληνική Επανάσταση συνολικά, όχι µόνο στις ηγεµονίες, οι πολιτοφυλακές εµφανίστηκαν µόνο στο περιθώριο των γεγονότων. Εκτός από τον Ιερό Λόχο που θυσιάστηκε ηρωικά στο ∆ραγατσάνι, τα ελληνικά στρατεύµατα στον µακρόχρονο αγώνα της ανεξαρτησίας συγκροτήθηκαν βασικά από µισθοφορικά στρατεύµατα. Στις επαναστατικές ανατροπές, όπως παρατηρούµε συνήθως στην Ιστορία, η µορφή του πολέµου επηρεάζει το πολίτευµα, το κράτος, το καθεστώς που θα γεννηθεί µέσα από αυτόν. Προσωπικά έχω την άποψη –την υπόθεση εργασίας– ότι η πολιτική συγκρότηση του ελληνικού κράτους επηρεάστηκε σε µεγάλο βαθµό από τον τρόπο στράτευσης των Ελλήνων στον αγώνα. Η σχέση είναι εµφανής από τα πρώτα βήµατα της επανάστασης όσο και περίπλοκη. Απλώς ελπίζω να έχω να πω κάτι πιο συγκροτηµένο σχετικά σε επόµενο βιβλίο µου.
Η Ελληνική Επανάσταση είναι µαζί µε την κλασική αρχαιότητα οι βάσεις πάνω στις οποίες χτίστηκε η εθνική αυτοµυθολογία. Σήµερα, διακόσια χρόνια µετά το ξέσπασµά της, είµαστε σε θέση ως έθνος να δούµε καθαρά και σχετικά αποστασιοποιηµένα την ιστορική διαδικασία;
∆ύσκολο το ερώτηµά σας. Συνήθως µέσα στο ίδιο και το αυτό έθνος, µέσα στην ίδια και την αυτή κοινωνία, ο τρόπος που αντικρίζουν τα διάφορα στρώµατα ένα ιστορικό γεγονός διαφέρει. Άλλοι βλέπουν σε αυτό τη δικαίωση, τη νοµιµοποίηση της δικής τους κοινωνικά κυρίαρχης θέσης. Άλλοι βλέπουν την ελπίδα µιας δικής τους απελευθέρωσης από δεινά που λίγα κοινά έχουν µε τα αντίστοιχα της επαναστατικής εποχής. Σε ένα µάλιστα κατεξοχήν εθνικό γεγονός άλλοι βλέπουν τη βασανιστική οικοδόµηση µιας πατρίδας που τους άνοιξε τον δρόµο στα οράµατα του καλύτερου κόσµου, της ελευθερίας και της αξιοπρέπειάς τους, άλλοι βλέπουν χαµένες ευκαιρίες για αυτοκρατορίες και για συντριβή άλλων λαών. Αλλά µην πάµε µακριά. Εκεί που η γνωστή επιτροπή για τον εορτασµό των διακοσίων χρόνων βλέπει χαρές και πανηγύρια και εύχεται «να κρατήσουν οι χοροί», άλλοι βλέπουµε µια ευκαιρία να αναλογιστούµε τη µοίρα της πατρίδας µας, να µελετήσουµε το χθες, να φωτιστούµε από αυτό, µε τη σηµασία που οι διαφωτιστές θα έδιναν στον όρο, και, πλούσιοι πλέον, µε τη γνώση του παρελθόντος και την παιδεία που µας κληροδότησε, να οργανώσουµε τον αυριανό µας κόσµο, την αυριανή µας πατρίδα της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Την πατρίδα που αξίζει στους Έλληνες δηλαδή.