ΓΜ

Γιάννης Μυλόπουλος

Γιατί η αντιμεταρρύθμιση στην Παιδεία θα αποτύχει για μια ακόμη φορά

Κυβερνητικός παράγοντας που υποστήριζε νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, σε παλαιότερη συζήτησή μας, με είχε ρωτήσει γιατί θεωρούσα ότι οι επιχειρούμενες τότε αλλαγές θα αποτύγχαναν.

2184862

Η απάντησή μου ήταν «γιατί το δημόσιο πανεπιστήμιο που στηρίζεται στην αξιοκρατία, στην ακαδημαϊκή αυτοδιοίκηση και στις ακαδημαϊκές ελευθερίες, έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία. Γι’ αυτό και η αντίδραση στην κατάργησή του θα είναι σθεναρή και θα προέλθει ακόμη και μέσα από τα σπλάχνα της Δεξιάς».

Δεν άργησα να επαληθευτώ. Όσο για τον συγκεκριμένο κυβερνητικό παράγοντα, η περιφρόνηση αυτής της πραγματικότητας που του υπέδειξα τότε, κόστισε ακριβά στην πολιτική του καριέρα.

Είναι γεγονός ότι η συμβολή του εκπαιδευτικού συστήματος στη διαμόρφωση της σύγχρονης μεταπολεμικής Ελλάδας υπήρξε καθοριστική.

Η δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση συνέβαλε τα μέγιστα στην κοινωνική κινητικότητα στη μεταπολεμική περίοδο και στην υπέρβαση των μεγάλων οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων που προκάλεσε ο πόλεμος και στη συνέχεια ο εμφύλιος. Σε εποχές δύσκολες και μεγάλης φτώχειας για τον τόπο, παιδιά φτωχών μικροαστικών και αγροτικών οικογενειών κατάφεραν να σπουδάσουν και μέσω των σπουδών τους να αλλάξουν την τύχη τόσο των ίδιων, όσο όμως και του κοινωνικού τους περίγυρου και τελικά και ολόκληρης της πατρίδας τους.

Από την άλλη μεριά τα δημόσια σχολεία και τα δημόσια πανεπιστήμια εμπέδωσαν στην κοινωνία την ιδέα της αξιοκρατίας, εδραιώνοντας μια βαθιά κοινωνική πεποίθηση σύμφωνα με την οποία η επαγγελματική επιτυχία, η οικονομική βελτίωση και η κοινωνική πρόοδος εξαρτώνται άμεσα από τις μορφωτικές ικανότητες και τις πνευματικές επιδόσεις και όχι από το όνομα, την καταγωγή ή από την όποια οικονομική ή κοινωνική αφετηρία.

Οι σπουδές, η εκπαίδευση και η μόρφωση έγιναν για πολλές δεκαετίες συνώνυμα της διεύρυνσης του νου και της εμβάθυνσης των αποθεμάτων της ψυχής, βελτιώνοντας σημαντικά τόσο τα ποσοτικά, όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής προόδου.

Η γνώση της ελληνικής γλώσσας και η επίγνωση της ελληνικής ιστορίας έγιναν για πολλές δεκαετίες διαβατήριο για την επαγγελματική επιτυχία όχι μόνο των αποφοίτων των ανθρωπιστικών σπουδών, αλλά πέραν αυτών και των αποφοίτων των Πολυτεχνικών και των Ιατρικών σχολών. Όπως ο ορθός λόγος και η μαθηματική σκέψη έγιναν δεύτερη φύση όχι μόνον για τους αποφοίτους των σχολών θετικής και εφαρμοσμένης κατεύθυνσης, αλλά και για τους αποφοίτους των σχολών των λεγόμενων θεωρητικών σπουδών.

Το σημερινό πολιτικό και οικονομικό σύστημα έχει πάρα πολλούς αποφοίτους ελληνικών πανεπιστημίων που οφείλουν στη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση τη δική τους ξεχωριστή επαγγελματική διαδρομή και εξέλιξη.
Και αυτό δεν το ξεχνούν είτε είναι δεξιοί, είτε είναι αριστεροί.

Τις τελευταίες δεκαετίες όμως, η επέλαση της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και η επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών τείνουν να ανατρέψουν το ρόλο της Παιδείας στην κοινωνική πρόοδο και την οικονομική βελτίωση των σύγχρονων κοινωνιών.

Η απόρριψη των ποιοτικών παραμέτρων της ανάπτυξης και των μορφωτικών κατακτήσεων της προόδου και η απομάκρυνση από τις πνευματικές αξίες στις οποίες είχαν οδηγήσει τα δημόσια και δωρεάν συστήματα εκπαίδευσης, έφερε την υιοθέτηση μιας νέας ιδεολογίας που στηρίζεται αποκλειστικά στο κέρδος και επιτυγχάνεται μέσω ποσοτικών παραμέτρων μιας κερδοσκοπικής και υλιστικής οικονομικής ανάπτυξης, ερήμην τόσο των πραγματικών αναγκών της κοινωνίας, όσο και των περιορισμών που θέτει το περιβάλλον.

Οι επιπτώσεις των αλλαγών που έφερε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση αποτιμώνται σήμερα με την εκτεταμένη φτώχεια και τη διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων στον πλανήτη, στην εξάλειψη των οποίων τα δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα του προηγούμενου αιώνα είχαν συμβάλει καθοριστικά.
Η νέα υλιστική πραγματικότητα που έφερε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, δεν θα μπορούσε να γίνει εφικτή χωρίς καίριες αλλαγές στα εκπαιδευτικά συστήματα.

Οι αλλαγές αυτές ξεκίνησαν στην Ευρώπη με τη διαδικασία της Μπολώνια, στο τέλος της δεκαετίας του 1990.
Η απόρριψη των πνευματικών και μορφωτικών χαρακτηριστικών του προηγούμενου προτύπου ανάπτυξης και η υιοθέτηση μιας υλιστικής αντίληψης δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν χωρίς τον αναπροσανατολισμό της εκπαίδευσης σε μια νέα κατεύθυνση επαγγελματικής κατάρτισης που αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση ενός κερδοσκοπικού οικονομικού συστήματος.

Η δημόσια εκπαίδευση έπαψε να θεωρείται ως επένδυση για την ανάπτυξη και την πρόοδο. Αντίθετα, σε μια κερδοσκοπική προοπτική, τα δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα θεωρήθηκαν άχρηστη δαπάνη, βαρίδια και εμπόδια και γι’ αυτό άρχισαν να αναπτύσσονται παντού ταχύρρυθμα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης χαμηλού κόστους.

Η υλιστική μετεξέλιξη και ο κερδοσκοπικός αναπροσανατολισμός των εκπαιδευτικών συστημάτων δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν αυτά δεν ήταν ελεγχόμενα και εξαρτημένα από τα κυρίαρχα οικονομικά κέντρα που επέβαλε η νέα νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα.

Ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας του εκπαιδευτικού συστήματος, όπως και οι ακαδημαϊκές ελευθερίες και η πανεπιστημιακή αυτοδιοίκηση βάσει των οποίων αναπτύχθηκαν και διακρίθηκαν τα ανώτατα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη, βρέθηκαν από νωρίς στο στόχαστρο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.

Η πρώτη σοβαρή και συστηματική προσπάθεια μετεξέλιξης της Παιδείας και προσαρμογής της στα νεοφιλελεύθερα δεδομένα συνέβη στη χώρα μας το 2010 – 2012 από τον περίφημο νόμο Διαμαντοπούλου. Δεν ήταν τυχαίο ότι στα χρόνια των μνημονίων, με δεδομένη τη νεοφιλελεύθερη επίθεση των δανειστών στη χώρα μας, οι νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις» στην Παιδεία έγιναν το… ιερό δισκοπότηρο της νέας δεξιάς και σοσιαλδημοκρατικής συμμαχίας που, με αφορμή το νόμο Διαμαντοπούλου, έκανε δειλά τότε στην Ελλάδα την πρώτη της εμφάνιση, υπερψηφίζοντας από κοινού στη Βουλή το νόμο Διαμαντοπούλου.

Η συσπείρωση όμως της ενωμένης πανεπιστημιακής κοινότητας γύρω από τις αξίες του δημόσιου και ακαδημαϊκού χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης, εμπόδισε τη νεοφιλελεύθερη «μεταρρύθμιση» και οδήγησε την τότε κυβέρνηση της ΝΔ σε αναδίπλωση.

Στο ευρύ μέτωπο που δημιουργήθηκε τότε εναντίον εκείνης της απόπειρας νεοφιλελεύθερου μετασχηματισμού του πανεπιστημίου, συμμετείχαν πανεπιστημιακοί από όλες τις πολιτικές εκφάνσεις, από τη Δεξιά μέχρι την Αριστερά.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη σήμερα, είτε γιατί είναι πιο συνειδητοποιημένη όσον αφορά στη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση της πολιτικής της, είτε και γιατί έκανε την πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση ευκαιρία για τη θεσμοθέτηση αυταρχικής και νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης αλλαγών, εμφανίζεται σήμερα πιο συστηματική σε ό,τι αφορά στην προσέγγιση και πιο παραγωγική σε ό,τι αφορά στα μέχρι τώρα νομοθετήματα.

Ξεκίνησε την κυβερνητική της θητεία με την κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου, επικαλούμενη το γνωστό επιχείρημα της δήθεν μετατροπής των πανεπιστημίων σε χώρους εγκληματικότητας και ανομίας, κάτι που υποτίθεται ότι θα αντιμετωπίζονταν με την ελεύθερη, πλέον, πρόσβαση αστυνομικών δυνάμεων στα πανεπιστήμια.

Περισσότερο από ένα χρόνο μετά, η κυβέρνηση της ΝΔ επανέρχεται στο ίδιο θέμα και επικαλούμενη και πάλι το επιχείρημα της ανομίας, το οποίο υποτίθεται όμως ότι είχε αντιμετωπιστεί με την κατάργηση του ασύλου, θεσμοθετεί επιπλέον και την παγκόσμια πρωτοτυπία της ίδρυσης πανεπιστημιακής αστυνομίας που θα εδρεύει εντός των πανεπιστημίων και θα αναφέρεται στην ΕΛΑΣ. Σε αντίθεση με την τεκμηριωμένη στη διεθνή εμπειρία πρόταση της Συνόδου των Πρυτάνεων, της ΠΟΣΔΕΠ, αλλά και του συνόλου της πανεπιστημιακής κοινότητας, για ίδρυση πανεπιστημιακής φύλαξης που θα αναφέρεται στις διοικήσεις των πανεπιστημίων.

Η εγκατάσταση εντός πανεπιστημίων μόνιμων αστυνομικών δυνάμεων, σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη θεσμοθέτηση ελεγχόμενης και περιορισμένης πλέον εισόδου στα πανεπιστήμια, δίνουν ένα τέλος στην ιδέα του ανοικτού, μη εξαρτημένου από κέντρα εξουσίας, ελεύθερα σκεπτόμενου και αυτοδιοικούμενου πανεπιστημίου που συμβολίζει την ανεξαρτησία της παραγωγής και της μετάδοσης της επιστημονικής γνώσης και υπηρετεί κατά προτεραιότητα κοινωνικές ανάγκες, συμβάλλοντας στη μείωση των ανισοτήτων.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει πλήρη επίγνωση ότι οι αλλαγές που επιδιώκει να φέρει στα πανεπιστήμια, μόνο με τη βία και την καταστολή που θα φέρει η εγκατάσταση ειδικών αστυνομικών δυνάμεων εντός των ιδρυμάτων μπορούν να επιβληθούν.

Εντωμεταξύ, η αλλαγή του νόμου Γαβρόγλου για την εξωστρέφεια των ελληνικών πανεπιστημίων, εκείνου του νομοθετήματος που τους έδινε τη δυνατότητα της ίδρυσης ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων με δίδακτρα, προκειμένου να συμπεριληφθούν τώρα στις χώρες προέλευσης των φοιτητών και οι Ευρωπαϊκές χώρες, ανοίγει τον δρόμο, μετά από προσφυγές που οπωσδήποτε θα γίνουν, για τη δυνατότητα παρακολούθησης αυτών των προγραμμάτων τελικά και από Έλληνες φοιτητές. Αφού η εφαρμογή της αρχής της ισότητας των Ελλήνων με τους λοιπούς Ευρωπαίους πολίτες δεν θα επιτρέψει για πολύ να φοιτούν σε αυτά τα προγράμματα μόνο Ευρωπαίοι και όχι και Έλληνες φοιτητές.

Η δημιουργία λοιπόν στα ελληνικά πανεπιστήμια δύο παράλληλων προγραμμάτων προπτυχιακών σπουδών, ενός δημόσιου και δωρεάν, στο οποίο η πρόσβαση απαιτεί υψηλή βαθμολογία στις εισαγωγικές εξετάσεις αφενός και ενός ξενόγλωσσου με δίδακτρα και με ελεύθερη πρόσβαση αφετέρου, εκτός δηλαδή του αξιοκρατικού συστήματος των εισαγωγικών εξετάσεων, είναι ένα σοβαρό βήμα στην κατεύθυνση όχι απλώς της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά πολύ χειρότερα, της ιδιωτικοποίησης των ίδιων των δημόσιων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Η δημιουργία δύο παράλληλων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών στην Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ, η οποία έσπευσε πρώτη να αξιοποιήσει την ευκαιρία της νομοθετικής παρέμβασης της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ενός για φοιτητές που θα εισαχθούν με 18.000 μόρια αφενός και ενός για φοιτητές που θα εισαχθούν επειδή διαθέτουν 12.000 Ευρώ ετησίως αφετέρου, μόνο κακά προοιωνίζεται για τον αξιοκρατικό και ακαδημαϊκό χαρακτήρα της δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης και για τον αναπροσανατολισμό της σε αγοραία και κερδοσκοπική κατεύθυνση.

Τέλος, πριν λίγες μέρες, ο νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός της ανώτατης εκπαίδευσης έκανε ένα ακόμη σημαντικό βήμα. Ψηφίστηκε αιφνιδιαστικά και χωρίς τη συναίνεση της πανεπιστημιακής κοινότητας, η απόλυτη ισοτίμηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχίων των αδιαβάθμητων, εκτός εκπαιδευτικού συστήματος και εκτός διαδικασιών αξιολόγησης, ιδιωτικών κολεγίων που λειτουργούν με το σύστημα της δικαιόχρησης εξ ονόματος ξένων πανεπιστημίων, με τα πτυχία των αναγνωρισμένων και αξιολογημένων δημόσιων πανεπιστημίων.

Συγκεκριμένα τα επαγγελματικά, τα οικονομικά και τα τεχνικά επιμελητήρια, με το νέο νόμο υποχρεούνται να εγγράφουν πλέον ως επαγγελματικά μέλη στους καταλόγους τους με πλήρη δικαιώματα και τους αποφοίτους των αδιαβάθμητων ιδιωτικών κολεγίων.

Κι ακόμη, οι «μεταρρυθμίσεις» που ακούγεται ότι έρχονται από το Υπουργείο Παιδείας στις αρχές της νέας χρονιάς, με την επαναφορά του θεσμού των Συμβουλίων του νόμου Διαμαντοπούλου που θα επιλέγουν και θα διορίζουν τις διοικήσεις των πανεπιστημίων, είναι το κερασάκι στην τούρτα της κατάργησης της ακαδημαϊκής ελευθερίας και αυτοδιοίκησης, ολοκληρώνοντας το νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό.

Ανοίγει έτσι ο δρόμος για τον έλεγχο της ανώτατης εκπαίδευσης από εξωπανεπιστημιακά κέντρα εξουσίας και συνακόλουθα και για την υπαγωγή της επιστημονικής γνώσης σε οικονομικά συμφέροντα ξένα προς τον δημόσιο, μορφωτικό, πνευματικό και ακαδημαϊκό χαρακτήρα της Παιδείας.
Η Παιδεία παύει πλέον να αποτελεί κοινωνικό αγαθό, στο οποίο έχουν ισότιμο δικαίωμα πρόσβασης όλοι οι Έλληνες πολίτες, καθώς μετεξελίσσεται σε αγοραίο αγαθό ελεγχόμενο από εξωπανεπιστημιακά κέντρα συμφερόντων.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αξιοποιώντας την εμπειρία των μέχρι τώρα κυβερνήσεων της Δεξιάς και εκμεταλλευόμενη τον φόβο που προκαλεί στην κοινωνία η υγειονομική κρίση, προχωρεί βήμα βήμα σε καίριες «μεταρρυθμίσεις» σε αυταρχική και νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.

Το εγχείρημά της ενέχει δύο αδύναμα σημεία.

Το πρώτο είναι η δυσανεξία μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, ακόμη και δεξιών ψηφοφόρων, στην επιχειρούμενη κατάργηση του δημόσιου, κοινωνικού και αξιοκρατικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης, στην οποία οι περισσότεροι από εμάς οφείλουμε την διαδρομή μας.

Το δεύτερο έχει να κάνει με τη γενικότερη πολιτική συγκυρία, που δεν ευνοεί νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις».

Την ώρα δηλαδή που η παγκόσμια κοινότητα, κτυπημένη από την πανδημία του κορωνοϊού, αμφισβητεί έμπρακτα την απόλυτη κυριαρχία της αγοράς και αναγνωρίζει την προτεραιότητα του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους και την ανάγκη διατήρησης του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των συστημάτων Υγείας και Παιδείας, η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί «μεταρρυθμίσεις» στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.

Η Δεξιά άργησε να επιβάλει το νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό της Παιδείας στην Ελλάδα. Και τώρα είναι γι’ αυτήν πολύ αργά.

Οπισθοδρομική και αντιδραστική όπως πάντα, εναντιώνεται στη βούληση της κοινωνικής πλειοψηφίας και ακολουθεί τις εξελίξεις της ιστορίας, αδυνατώντας να τις παρακολουθήσει σε πραγματικό χρόνο.

Αυτή είναι και η «Αχίλλειος πτέρνα» της κατά τα άλλα καλά οργανωμένης νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης που επιχειρείται σήμερα στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας, εξ αιτίας της οποίας θα αποτύχει για μια ακόμη φορά.

* Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής, πρώην Πρύτανης του ΑΠ Θεσσαλονίκης

Πηγή: tvxs.gr 

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr

Xριστίνα Σούζη: «Πολικός αεροχείμμαρος γιοκ! Πολικές θερμοκρασίες γιοκ!» – H πρόγνωση της για τις επόμενες μέρες (video)

Σούζη

Xριστίνα Σούζη: «Πολικός αεροχείμμαρος γιοκ! Πολικές θερμοκρασίες γιοκ!» – H πρόγνωση της για τις επόμενες μέρες (video)

Η μετεωρολόγος του ΣΚΑΪ δεν συμφωνεί με τις προβλέψεις για πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και για…

Νίσυρος: Περισσότερα από 6 παιδιά κατήγγειλαν κακοποίηση – «Έπεσα σε παγίδα»…λέει ο αρχαιοφύλακας (Video)

2579781

Νίσυρος: Περισσότερα από 6 παιδιά κατήγγειλαν κακοποίηση – «Έπεσα σε παγίδα»…λέει ο αρχαιοφύλακας (Video)

«Ξεπεράστηκαν φόβοι και ντροπές και άρχισαν να μιλάνε» ανέφερε ο διευθυντής του Γυμνασίου – Λυκείου Νισύρου,…