Στις 18 Σεπτεμβρίου 2013, γίναμε μάρτυρες στη δολοφονία ενός ανθρώπου, του Παύλου Φύσσα, μουσικού, αντιφασίστα ακτιβιστή από μέλος της Χρυσής Αυγής.
Ενός ανθρώπου που τον σκότωσαν για τα…οπαδικά, που δεν ήταν οπαδικά αλλά μια απροκάλυπτη δολοφονία από φασίστες και είχε ως αιτία τη δράση του.
Έχουν ειπωθεί και γραφτεί πάρα πολλά για έναν άνθρωπο που έγινε σύμβολο, ένωσε αμέτρητο κόσμο στον αγώνα για την καταδίκη των δολοφόνων και μια μάνα που ξαφνικά απέκτησε χιλιάδες παιδιά, χάνοντας όμως το δικό της.
Η νύχτα που σκοτώθηκε ο Παύλος Φύσσας δεν ήταν ασυνήθιστη, μια συνηθισμένη βραδιά ήταν όπως τόσες άλλες πριν και μετά, σε μια πολυσύχναστη γειτονιά του Πειραιά, όπου οι δρόμοι ήταν γεμάτοι ζωή, φωνές και φώτα.
Κι ανάμεσα στις φωνές και τα φώτα της πόλης, αναδύθηκε μια σιωπή πιο βαθιά και απειλητική από κάθε άλλη, η σιωπή της αδιαφορίας, της ανωνυμίας και της αποξένωσης. Και μια ζωή χάθηκε.
Έτσι, ένα έγκλημα έγινε μπροστά σε μάρτυρες, αλλά η πόλη έμεινε σιωπηλή, αγνοώντας τις άλλες φωνές, αυτές που καλούσαν σε βοήθεια. Οι άνθρωποι πλέον περπατούν δίπλα από τις ζωές των άλλων χωρίς να εμπλέκονται.
«Τι με νοιάζει εμένα;»
Αυτό φάνηκε γραμμένο στα μάτια όσων περνούσαν από κει.
«Τίποτα μετανάστες θα είναι και τσακώνονται»
«Είχε ματς σήμερα και θα χτυπιούνται πάλι»
Με τέτοιες σκέψεις συνέχισαν το δρόμο τους, μπήκαν στα σπίτια τους και άνοιξαν τις τηλεοράσεις. Αυτές που προσπαθούσαν να συντηρήσουν το αφήγημα με τα οπαδικά, πως «τον σκότωσαν για το ποδόσφαιρο», αφήγημα που κατέρρευσε με πάταγο λίγο αργότερα.
Και λίγο αργότερα ήταν ξεκάθαρο, τον σκότωσαν φασίστες. Όχι για το χρώμα το δικό του ή της φανέλας του, αλλά για τα όσα έλεγε.
Η δολοφονία του Παύλου δεν ήταν απλώς το τέλος μιας ζωής· ήταν το σβήσιμο μιας φωνής που προσπαθούσε να ακουστεί μέσα σε έναν κόσμο που φαινομενικά αρνείται να δώσει σημασία στις φωνές που τολμούν να αντισταθούν.
Το αφήγημα κατέρρευσε, οι νοοτροπίες όμως αυτές παρέμειναν και μάλλον έγιναν χειρότερες.
Και το πλήθος, που θα μπορούσε να αντιδράσει, δεν μίλησε, η σιωπή δεν ήταν απλώς μια στιγμή αδράνειας· ήταν ένα σύμπτωμα της αδιαφορίας που διαπερνά τις σύγχρονες πόλεις. Οι άνθρωποι πλέον δεν νιώθουν σύνδεση, δεν βλέπουν τους άλλους ως συμπολίτες τους, αλλά ως άγνωστους περαστικούς. Αυτή η τραγική απουσία ανθρωπιάς φάνηκε ξεκάθαρα εκείνη τη νύχτα.
Μέχρι εκείνο το βράδυ, ο Παύλος δεν έμεινε σιωπηλός, αλλά μπροστά στην πρόκληση και την επιθετικότητα που αντιμετώπισε, δεν έσκυψε το κεφάλι γνωρίζοντας ότι η στάση απέναντι στον φασισμό είχε κόστος, όμως επέλεξε να υψώσει τη φωνή του, να αντισταθεί, θέλοντας να σπάσει το φράγμα της σιωπής σε αυτό το περιβάλλον αδιαφορίας και φόβου, που οι περισσότεροι αποφεύγουν να εμπλακούν ή να πάρουν θέση, ο Παύλος έκανε το αντίθετο· έγινε ο ίδιος η φωνή της αντίστασης.
Τραγική ειρωνεία το ότι αυτή η φωνή σταμάτησε ν’ ακούγεται λόγω της σιωπής… Μια σιωπή που προήλθε από την αποξένωση, τον φόβο, την έλλειψη σύνδεσης ανάμεσα στους ανθρώπους που ζουν δίπλα-δίπλα, αλλά ουσιαστικά είναι αποκομμένοι.
Έτσι η τραγική αυτή κατάληξη φανέρωσε πως ακόμα και μέσα σε αυτή τη σιωπή, υπάρχουν φωνές που μπορούν να ξεσηκώσουν την κοινωνία όταν κάποιοι τις κάνουν να σιωπούν.
Κι όμως τόσα χρόνια μετά η σιωπή εξακολουθεί να γίνεται όλο και πιο απειλητική.
Σιγά μη φοβηθώ
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ξύπνησε την κοινωνία από αυτή τη λήθη: οι δρόμοι που κάποτε ήταν βουβοί, γέμισαν με φωνές αντίστασης και διαμαρτυρίας, οι πολίτες, που μέχρι τότε παρακολουθούσαν από απόσταση τα όσα συνέβαιναν γύρω τους, ξαφνικά βγήκαν στους δρόμους, αναζητώντας δικαιοσύνη κι αλλαγή, ενώ η πόλη, που μέχρι εκείνη τη στιγμή φαινόταν να κινείται μηχανικά, γέμισε με ενέργεια και ανθρώπινη παρουσία, έστω και προσωρινά. Πλέον βουβάθηκε ξανά.
Η πόλη, η κάθε πόλη, η κάθε γειτονιά, για να είναι ζωντανή, χρειάζεται κάτι περισσότερο από απλούς κατοίκους· χρειάζεται ενεργούς πολίτες και η ιστορία του Παύλου δείχνει πώς η σιωπή μπορεί να γίνει επικίνδυνη όταν μένει αδιατάρακτη, δείχνει επίσης πώς το θάρρος ενός ανθρώπου μπορεί να ξυπνήσει το συλλογικό αίσθημα δικαίου και να κινητοποιήσει την κοινωνία, ειδικά σε περιόδους σαν αυτή που διανύουμε, με την αποξένωση και την αδιαφορία να κυριαρχούν. Ας μην το αφήσουμε να κοιμηθεί ξανά.
Ο Παύλος Φύσσας άφησε πίσω του ένα ισχυρό και ηχηρό μήνυμα: η σιωπή μιας πόλης μπορεί να σπάσει μόνο όταν οι άνθρωποι επιλέξουν να δώσουν φωνή στις αξίες τους.
Η δολοφονία του λοιπόν ας μην είναι ένα τέλος, αλλά η αρχή μιας αφύπνισης, μια υπενθύμιση ότι οι πόλεις μπορούν να είναι χώροι σύνδεσης κι αλληλεγγύης, με ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τον διπλανό τους.
Σήμερα όμως, η σιωπή και η αδιαφορία συνεχίζουν να κυριαρχούν στις πόλεις και τις γειτονιές, επιτρέποντας τη διαιώνιση της αδικίας και της βίας, φτάνοντας στο σημείο να θρηνούμε θύματα πραγματικά για το ποδόσφαιρο, στο κέντρο της Αθήνας, από εισαγόμενους φασίστες.
Αυτή η αδιαφορία που συχνά τροφοδοτείται από τον φόβο της εμπλοκής, την ιδέα ότι “δεν είναι δική μου δουλειά”, όπως και την ανησυχία ότι κάθε πράξη παρέμβασης μπορεί να έχει προσωπικό κόστος.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η σιωπή μετατρέπεται σε μια επικίνδυνη μορφή συνενοχής που στοιχειώνει τις πόλεις και τις γειτονιές. Κι ας μένουμε εμείς εκεί.
Ας σταματήσουμε λοιπόν αυτή την αποξένωση, στο ίδιο καζάνι βράζουμε όλοι ούτως ή άλλως, κι ας γεμίσουν οι γειτονιές ξανά από φωνές, ας θυμηθούμε τη συντροφικότητα, ας μιλήσουμε ξανά ο ένας στον άλλον και κυρίως ας αφήσουμε λίγο χώρο για την ανθρωπιά.
Ας προστατεύσουμε τις γειτονιές μας από φασίστες κι από όσους θέλουν να σιωπούμε. Για να πιάσει τόπο το παράδειγμα του Παύλου και να μη φοβάται κανείς.
Ειδήσεις σήμερα:
Πλησιάζει την Αττική η κακοκαιρία: Οι 5 περιοχές με έντονα φαινόμενα – «Προσοχή για κεραυνούς»
Συναγερμός στο φαράγγι Σαμαριάς: Νεκρή τουρίστρια από πτώση βράχου – Δεκάδες πεζοπόροι εγκλωβισμένοι
Σεφερλής: Ο πατέρας του Nemo απαντά πρώτη φορά για το σκετσάκι που προκάλεσε αντιδράσεις (video)
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr