Ελεωνόρα Ζουγανέλη: «Δυστυχώς ο κόσμος δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τα προσωπικά ενός καλλιτέχνη»

Πάνω στην πιο δημιουργική φάση της καλλιτεχνικής της πορείας και παρά τον κορονοϊό που την ταλαιπώρησε πρόσφατα, η Ελεωνόρα Ζουγανέλη μόλις κυκλοφόρησε ένα νέο άλμπουμ επανεκτελέσεων και δίνει μια χαλαρή συνέντευξη για όλους και για όλα

1
Η Ελεονόρα Ζουγανέλη βρίσκεται στο ζενίθ της καριέρας της. Μια καριέρα που κοντεύει να κλείσει εικοσαετία, που ξεκίνησε από το θέατρο για να την κερδίσει αποκλειστικά το τραγούδι, που επεκτάθηκε στην τηλεόραση και που την οδήγησε επίσης σε σημαντικές συνεργασίες. Είναι αλήθεια – και της το είπα στη συνέντευξη μας – πως αυτή τη στιγμή στο διαδίκτυο, πιο πολλά θα διαβάσεις για τον γάμο της ή τα προσωπικά της παρά για την τέχνη που ασκεί. Το τίμημα της δημοσιότητας θα ισχυριζόταν κανείς απ’ τους πολλούς φαν της, οι οποίοι σπεύδουν να την αποθεώσουν όπου εμφανίζεται. Το live, άλλωστε, σύμφωνα και με την ίδια, αποτελεί το πιο δυνατό σημείο της. Ωστόσο, θεραπευμένη από τον κορονοϊό, που την ταλαιπώρησε πριν μερικές εβδομάδες, η Ελεονόρα πήρε τους μουσικούς της, κλείστηκαν στο στούντιο και ως αποτέλεσμα μας λέει τώρα «Πάρ’ το κι αλλιώς», αναφερόμενη φυσικά σε τραγούδια των Κατσιμιχαίων, του Κραουνάκη, του Κορκολή κ.α. που έφερε στα δικά της μέτρα. 
 
 
Μίλησε μου για «την εποχή της μη επικοινωνίας» που αναφέρεις στο κείμενο του νέου σου άλμπουμ.
 
Πέρασα την περίοδο της απόλυτης απογοήτευσης και αγωνίας για το τι θα κάνω και το πώς θα συνεχίσω να ζω. Τώρα είμαι καλύτερα, αφού βρήκα το κουράγιο και μπήκα στη διαδικασία της δημιουργίας, που είναι το Νο 1 ζητούμενο για τη ζωή μου. Αρχίζω να ξαναβρίσκω τα γράδα μου, αλλά έχει σημασία που είμαι καλά και στην προσωπική μου ζωή. Περνάω καλά, είμαι ευτυχισμένη με το γάμο μου και άρα ισορροπημένη σ’ αυτό τον τομέα. Το ότι ξανάρχισα να παίζω με τη μπάντα μου, με έκανε να ξαναθυμηθώ ποια είμαι.
 
Στο ίδιο κείμενο, αναφέρεις και τις στιγμές της μοναξιάς που σε επισκέπτονται.
 
Επειδή εγώ παντρεύτηκα πολύ γρήγορα, την πρώτη καραντίνα την πέρασα μόνη μου. Γνώρισα τον άντρα μου τον περασμένο Ιούνιο και παντρευτήκαμε Οκτώβριο. Πολλοί φίλοι μου, είτε παντρεμένοι, είτε σε σχέση, θα το πέρασαν καλύτερα συγκριτικά με μένα που ήμουν ολομόναχη. Παράλληλα, στερήθηκα τα live, αφού σταματήσαμε πρώτη φορά τον Φλεβάρη και μετά το ίδιο έγινε το καλοκαίρι. Πάνω που πήγαινε κάτι να γίνει, μας ξανακλείνανε.
 
Το live είναι η πιο δυνατή σου συνθήκη σε σχέση με τη δισκογραφία;
 
Αμέτρητα! Θα ήθελα να βρίσκω γοητεία και σ’ άλλα πράγματα γύρω από ένα live μου, όπως π.χ. τις φωτογραφίσεις που μου αρέσουν και περνάω καλά. Το στούντιο είναι, πιστεύω, η πιο μοναχική εκδοχή της εργασίας που κάνω. Όλοι οι άλλοι έχουν τελειώσει κι είσαι μόνη με τον ηχολήπτη. Πραγματικά, όταν κάνω κάτι με έναν μόνο συνθέτη, όπως έγινε με τον Μάτσα, νιώθω καλύτερα. Καλώς ή κακώς, όμως, οι δικοί μου δίσκοι είναι συχνά πολυσυλλεκτικοί, ενώ ντρέπομαι να τραγουδάω μπροστά σε κόσμο. Όταν δεν είναι live, εννοώ.
 
Δεν είσαι δηλαδή απ’ τις τραγουδίστριες που χαρίζουν αφειδώς τη φωνή τους σ’ ένα τραπέζι με φίλους.
 
Ο εφιάλτης μου είναι αυτός! Θα ήθελα, αλλά δεν το μπορώ, ντρέπομαι…Ίσως γι’ αυτό είμαι κι ένας άνθρωπος που δεν κάνω πάρτι μέχρι να βγω απ’ το καμαρίνι, χρειάζομαι όλο το χρόνο για να συγκεντρωθώ σαν μία μορφή ιεροτελεστίας.
 
Μεγάλωσες σ’ ένα σπίτι με δύο γονείς καλλιτέχνες: Τον Γιάννη Ζουγανέλη, συνθέτη, μουσικό και περφόρμερ, και την Ισιδώρα Σιδέρη, τραγουδίστρια. Ήταν κι εκείνοι έτσι στις ιδιωτικές τους στιγμές;
 
Όταν είσαι μουσικός και παίζεις κάποιο όργανο, σαν τον πατέρα μου, μπορείς να το γρατζουνάς και λίγο, είναι δηλαδή πιο εύκολο. Τη μαμά μου, ας πούμε, δεν τη θυμάμαι ποτέ να τραγουδάει έτσι, στο ξεκάρφωτο, μες στο σπίτι. Πιθανώς απ’ αυτήν να πήρα τη συστολή που έχω. Μπορεί πάλι να με μπλόκαρε η ενασχόληση μου με το θέατρο: Ανέκαθεν με ξεκούραζε η ιεροτελεστία της θεατρικής πράξης, απ’ το να παρατηρώ τα σκηνικά μέχρι το πως θα στηθώ από τη σκηνοθεσία. Με συγκέντρωνε όλο αυτό και με έκανε να νιώθω καλύτερα.
 
Πάντα μιλάς για το θέατρο σαν να ήθελες κατά βάθος να είσαι ηθοποιός παρά τραγουδίστρια.
 
Όχι, αλλά η αλήθεια είναι πως αγαπώ πάρα πολύ το θέατρο και με δίδαξε πολλά. Ακόμη μαθαίνω από το θέατρο, το οποίο βασικά με έμαθε να μη φοβάμαι καθόλου την αλήθεια πάνω στη σκηνή. Όρισε την κατεύθυνση μου στο τραγούδι, το οποίο τραγούδι το αισθάνομαι πια ως κάτι πιο έντονο μετά από τόση εμπειρία κιόλας. Δεν υπάρχει τίποτα πιο έντονο στη ζωή μου από εκείνη την παράσταση για την Εντίθ Πιάφ, οπότε σίγουρα θα ήμουν αλλιώς αν είχα μπει τελείως μέσα στο θέατρο. Σήμερα θα έλεγα ότι φλερτάρω μαζί του, έχοντας παρακολουθήσει αμέτρητες ερμηνείες.
 
Έχεις ζηλέψει ερμηνείες;
 
Πάρα πολύ! Είμαι φαν πολλών ηθοποιών γυναικών, γιατί στο θέατρο, όπως και στο τραγούδι, έχω μια αδυναμία στις γυναίκες ερμηνεύτριες. Δεν ξέρω το γιατί.
 
Στην Ελλάδα ανέκαθεν είχαμε μεγάλη παραγωγή τραγουδιστριών, γυναικείων φωνών.
 
Ποσοστιαία οι άντρες συνθέτες είναι πολλοί περισσότεροι. Το ίδιο και οι ζωγράφοι και μιλάμε σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενώ, λοιπόν, μαέστρους θα βρεις αποκλειστικά σχεδόν άντρες, στη συγγραφή υπερτερούν οι γυναίκες. Πιστεύω πως επειδή στο θέατρο και στο τραγούδι δουλεύεις πολύ με το συναίσθημα, είναι ένα ταιριαστό επάγγελμα με τη γυναικεία ψυχοσύνθεση. Οι γυναίκες μπορούν πιο εύκολα να ξεχωρίσουν στο τραγούδι παρά στη σύνθεση.
 
Από το ξεκίνημα σου, το 2004, μετράς ήδη 17 χρόνια παρουσίας στο τραγούδι. Πως πέρασαν για σένα;
 
Κύλισαν σαν νεράκι. Δεν αντιμετώπισα θέματα ρατσισμού με το φύλο μου, απλά μπαίνοντας όλο και πιο βαθιά στη δουλειά συνειδητοποίησα πως είναι ένας σκληρός χώρος για τις γυναίκες. Απαιτεί μεγάλο τσαγανό. Δεν έχω ζήσει, να πω την αλήθεια, διαφορετική αντιμετώπιση στα οικονομικά λόγου χάριν. Ξέρω, πάντως, πως για μία γυναίκα με τα ψυχολογικά της σκαμπανεβάσματα, που είναι πιο πολλά από ενός άντρα, χρειάζεται μεγαλύτερη καταβολή δυνάμεων.
 
Γιατί, όμως, ένας άντρας να μην περνάει τα δικά του με τα ψυχολογικά του σκαμπανεβάσματα;
 
Γενικά είναι πιο σταθεροί οι άντρες ως προς την έκφραση των συναισθημάτων τους. Εμάς εδώ, επειδή έχουμε την περίοδο μας, μας λένε τρελές! Η ιδιοσυγκρασία μας είναι διαφορετική συν του ότι κατά βάση επικοινωνούμε με άντρες. Οι μουσικοί μας, οι παραγωγοί, οι ηχολήπτες είναι όλοι άντρες. Και μόνο το ότι γυρίζεις όλη την Ελλάδα με αποκλειστική παρέα αντρών είναι εκ φύσεως λίγο περίεργο.
 
Σου αρέσει, όμως, αυτός ο νομαδικός τρόπος ζωής.
 
Πεθαίνω, όχι απλά μ’ αρέσει! Μέχρι σήμερα πάντα την πρώτη μέρα της περιοδείας τα έχω όλα οργανωμένα, από βελόνα και κλωστή μέχρι το τάδε σαμπουάν. Την τρίτη μέρα, που νιώθω ότι θα καταβληθώ απ’ το να κουβαλάω χίλια μπαγκάζια, αφήνομαι ελεύθερη και το απολαμβάνω.
 
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να κλείσει κάποιος ένα live μαζί σου; Τηλεφωνεί σε σένα την ίδια, μεσολαβεί η μάνατζερ σου;
 
Έχω ένα συγκεκριμένο γραφείο παραγωγής και ανθρώπους γύρω μου, οφείλω να πω όμως ότι προτιμώ να μιλάω εγώ σε περιπτώσεις συνεντεύξεων – καλή ώρα – για να συνεννοούμαι καλύτερα. Το ότι είμαι συγκεντρωτική, με κάνει να τα κάνω όλα στο τέλος μόνη μου και θέλω να τα κάνω. Αναγκαστικά δε μπορώ να κλείνω μόνη μου ένα live, μια και απαιτεί μεγάλη οργάνωση. Θέλω να γνωρίζω τι γίνεται, αλλά δε μ’ αρέσει να μιλάω για τα οικονομικά με ένα σωρό άλλους ανθρώπους. Άμα ασχοληθώ δηλαδή μ’ όλα αυτά δεν θα μπορώ να εστιάσω στη δική μου δουλειά.
 
 
Παρακολουθείς την τρέχουσα δισκογραφία;
 
Ε, ναι (το λέει διστακτικά) Για ποια δισκογραφία βέβαια να μιλάμε σήμερα; Τα ψηφιακά άλμπουμ που βγαίνουν, όσο μπορώ τα παρακολουθώ και τα ακούω για να ξέρω τι γίνεται.
 
Θεωρείσαι μέρος αυτής της παρέας που περιλαμβάνει τη Μποφίλιου, τον Μουζουράκη, τον Μαραβέγια κ.α.;
 
Ξεκινήσαμε μαζί μ’ αυτά τα παιδιά και ήταν κάτι πάρα πολύ ενισχυτικό. Πιστεύω πολύ στο ένας ίσον κανένας, άρα ήταν ευνοϊκό το ότι βγήκαμε και δεν υπήρχε μόνο μία περίπτωση που ξεχώρισε. Υπήρξαν κι άλλοι απ’ άλλους χώρους, γιατί ηλικιακά κοντά μας είναι και ο Αργυρός, σαν να εδραιώθηκε κάτι νέο από πολλές μεριές. Τα παρακολουθώ τα παιδιά επαγγελματικά, ξέρω τι κάνουν, ασχέτως αν με τον Μαραβέγια π.χ. έχουμε έως και χρόνια να βρεθούμε.
 
Θα έλεγες ότι είστε η επόμενη γενιά των τραγουδιστών – τραγουδοποιών του «έντεχνου» από το ’90 και μετά;
 
Έχω την κατάρα να μη θέλω να αυτοπροσδιορίζομαι, αλλά αν πρέπει κάπου να με κατατάξουν θα έλεγα ότι ανήκω σ’ αυτό το χώρο βάσει του ρεπερτορίου μου. Κάποια τραγούδια μου, οι στίχοι, οι συνθέτες που επέλεξα να συνεργαστώ, παραστάσεις που έκανα και, βασικά, οι χώροι που εμφανίζομαι, φέρουν αυτή την αύρα. Βέβαια, επειδή θεωρώ ότι έχει διευρυνθεί το ρεπερτόριο μου, θα έλεγα ότι μου αρέσει η διασκέδαση μέσα σ’ αυτό το πεδίο τραγουδιού.
 
Σε θυμάμαι σε live ντουέτο με την Πάολα, σήμερα διασκευάζεις Βασίλη Καρρά. Το «έχεις» με την απενοχοποίηση του τραγουδιού της πίστας.
 
Μα πολλά απ’ τα τραγούδια αυτών των καλλιτεχνών είναι αριστουργήματα. Ακόμη και σήμερα, σε όλους τους χώρους, γράφονται καλά τραγούδια. Μου αρέσουν τα μη αναμενόμενα προγράμματα της πίστας, όπου ο θεατής μπορεί να συγκινηθεί και να σηκωθεί να χορέψει.
 
Εγώ πάλι θεωρώ ότι αυτή σου η προτίμηση οφείλεται στους γονείς σου. Η μάνα σου, ναι μεν ήταν μία αμιγώς λόγια τραγουδίστρια, ο πατέρας σου όμως, εκτός από τις μελοποιήσεις του στον Ελύτη και τον Βάρναλη, παραμένει ένας δημοφιλής σόουμαν, κωμικός, ηθοποιός κλπ.
 
Συμφωνώ απόλυτα και θα σου πω και κάτι, που προέκυψε τελευταία και μ’ έχει χαροποιήσει: Όταν ξεκίναγα, διάφοροι δημοσιογράφοι και συνάδελφοι σχολίαζαν: «Καλή τραγουδίστρια, αλλά βρε παιδί μου δεν έχει ταυτότητα, δεν ξέρει τι θέλει». Τα προγράμματα μου τότε απαρτίζονταν από πάρα πολλά ετερόκλητα τραγούδια. Φοβήθηκα λίγο και πληγώθηκα όταν κάποια στιγμή γράφτηκε: «Η Ελεονόρα Ζουγανέλη είναι τζουκ μποξ». Σκέψου ότι ήμουν μικρή τότε, στα 23 – 24 μου. Το σκέφτηκα, τα έβαλα κάτω και είπα ότι θα με καταπιέσει το να κάνω κάτι άλλο. Πίστευα πως αυτό που αρέσει σε μένα, θα κατάφερνα να το επιβάλλω μέσα στα χρόνια. Παράλληλα ωρίμαζα και το ετερόκλητο ρεπερτόριο άρχισε να γίνεται πιο κεντραρισμένο. Χαλάρωνα, μου έφευγε και το «θα σας δείξω εγώ» της μετεφηβικής ηλικίας. Χάρηκα, λοιπόν, γιατί τώρα τελευταία, που συνάντησα κάποιους συναδέλφους, μου είπαν ότι έχω δώσει το στίγμα μου. «Κοίτα να δεις» είπα, «που πέτυχα ένα στόχο, για τον οποίο είχα κουραστεί πολύ με το να είμαι συνεπής και με το να επιμένω χρόνο με το χρόνο».
 
Απ’ την άλλη, εσύ δεν είχες μόνιμους συνεργάτες να γράφουν σταθερά για τη φωνή σου.
 
Κοίταξε, εγώ ανήκω εδώ και χρόνια στην EMI και δεν μου αρέσει να μετακινούμαι, να αλλάζω εταιρείες, ακόμη κι αν με χαλάνε κάποια πράγματα. Προτιμώ να ψάχνω πως θα τα βελτιώσω παρά να σηκωθώ να φύγω. Έτσι, δεν μου είναι αδιάφορη η γνώμη των συνεργατών μου, αν τους βάλω ν’ ακούσουν ένα κομμάτι, θ’ ακούσω τις παρατηρήσεις τους. Έχουν καταλάβει κι αυτοί πως αν δεν μ’ αρέσει εμένα ένα κομμάτι, δεν θα μπορέσω και να το υποστηρίξω. Σαφώς και είναι υπέροχο να έχεις δύο ανθρώπους να σε φροντίζουν, όπως νιώθω τη δουλειά του Καραμουρατίδη και του Ευαγγελάτου για τη Μποφίλιου. Είναι πολύ ξεκούραστο, απλώς εμένα μου αρέσει λίγο το τσιλιμπούρδισμα (γέλια). Δεν ξέρω αν θα κατάφερνα να είμαι συνεπής απέναντι σε ανθρώπους που θα μου έγραφαν αποκλειστικά, να πω όμως και ότι μου άρεσε η δουλειά που κάναμε με τον Μάτσα και τη Φωτάκη. Τους λατρεύω και τους υπερευχαριστώ, με τον δε Μίνο θεωρώ ότι χτίσαμε μία ουσιαστική σχέση.
 
 
Θα έλεγες ότι το «Μ’ αγαπούσες κι άνθιζε» είναι η καλύτερη μέχρι σήμερα δουλειά σου;
 
Θα έλεγα ότι τον αγαπώ πολύ αυτό το δίσκο. Έμαθα πάρα πολλά και τίποτα δεν έρχεται από μόνο του. Είναι εξίσου ωραίο το τσιλιμπούρδισμα με τη δέσμευση με μία συγκεκριμένη ομάδα.
 
Είσαι το ίδιο συνεσταλμένη και εκτός σκηνής;
 
Νομίζω πως είμαι.
 
Δεν συγκρούεται μ’ αυτό η υπερέκθεση σου από την τηλεόραση;
 
Πολλοί άνθρωποι ενώ με βλέπουν στη σκηνή επικοινωνιακή και εξωστρεφή, όταν με συναντούν, εισπράττουν ότι είμαι αυστηρή. Όντως φαίνομαι απόμακρη, αλλά κι αυτό από συστολή είναι. Μπορεί να δω έναν άνθρωπο και να μην του μιλήσω. Κόμπλεξ μάλλον είναι αυτό.
 
Δηλαδή αν σε συναντήσω κάπου μετά από ένα χρόνο, μπορεί να μη μου μιλήσεις;
 
Όχι, εντάξει, θα σου μιλήσω, αλλά γενικά δεν είμαι αυτή που θα τρέξει και θα πάει να πει του άλλου «Έι, τι έγινε, που είσαι;» Δεν ξέρω σε τι διάθεση είναι ο καθένας, μπορεί να μη θέλει αυτός να μιλήσει. Έχω τέτοια ανόητα θεματάκια, που όμως οδηγούν σε μια λανθασμένη εικόνα για την προσωπικότητα μου. Προσπαθώ να το φτιάξω αυτό, να γίνομαι πιο διαχυτική. Για να καταλάβεις, εγώ θεωρώ ότι ο Νταλάρας είναι αυτός που με έριξε στα βαθιά. Πιστεύω ότι μέχρι σήμερα δεν έχει καταλάβει πραγματικά ο χριστιανός αν είμαι καλή τραγουδίστρια. Δεν ξέρω δηλαδή αν μετά από παράσταση του, που με ανέβασε και τραγούδησα, είπε ποτέ: «Ναι, της Ελεονόρας της αξίζει αυτό που της συμβαίνει»!
 
Απ’ την άλλη, λες ο Νταλάρας να έκανε ντουέτο με μια τραγουδίστρια που δεν εκτιμά;
 
Μα τό’χει δείξει με χίλιους τρόπους ότι μ’ εκτιμάει, εγώ όμως γιατί δεν μπορώ να πάω και να του πω «Αυτή είμαι και καλά έκανες;» Δεν ξέρω, μόλις τον βλέπω μαζεύομαι, ξαναγίνομαι 15 χρονών. Συνήθως αυτό μου συμβαίνει με κάθε τραγουδιστή του διαμετρήματος του Νταλάρα. Πρέπει ο άλλος να’ναι πάρα πολύ εκδηλωτικός και χαλαρός μαζί μου ώστε να μαλακώσω κι εγώ λίγο. Με τη Γαλάνη, ας πούμε, ένιωσα πιο οικεία. Την πρώτη φορά ήμουν σφιγμένη απέναντι της, τη δεύτερη λιγότερο, την τρίτη τραγουδήσαμε παρέα.
 
Αναφέρεσαι στη διαφήμιση του καφέ με το «Σαν μαγεμένο το μυαλό μου». Ομολογώ ότι παραπαίχτηκε η συγκεκριμένη διαφήμιση σε σημείο πια εκνευρισμού από τη μεριά μου.
 
Όντως παίχτηκε πολύ και για πολύ καιρό. Ήταν όμως και το επετειακό για τα 100 χρόνια του Λουμίδη, εγώ είμαι επίσης φαν του ελληνικού καφέ, οπότε το έκανα με μεγάλη χαρά. Ήταν ένας χρόνος που έκανα πάρα πολλή τηλεόραση με το «The Voice», υπήρχα παντού σχεδόν. Η πρώτη χρονιά μου στην τηλεόραση ήταν τελείως διαφορετική για μένα συγκριτικά με τη δεύτερη. Ερχόμουν φορτσάτη από τα καλοκαιρινά live και είχα τη δύναμη να μπω σ’ ένα καινούργιο χώρο. Το θεώρησα πρόκληση, παρότι είχα απορρίψει κι άλλες προτάσεις για τηλεοπτικά σόου. Πήγα πολύ ψαρωμένη, με βοήθησαν απίστευτα όλα τα παιδιά εκεί και τελικά πέρασα πολύ καλά. Συνέπεια ήταν να ενισχυθεί το εξωστρεφές στοιχείο μου.
 
Αν ότι κάνεις, τελειοποιεί τον χαρακτήρα σου, το μεταφέρεις και στην τέχνη σου;
 
Εκμεταλλεύομαι το τραγούδι για να μπορέσω να πάω λίγο παρακάτω στη ζωή μου. Αν βλέπεις αυτό που κάνεις σαν μαθητεία είναι τεράστια πηγή έμπνευσης και εξέλιξης. Έτσι πέρασα, θα έλεγα, σε μια σχέση αλληλεξάρτησης με το τραγούδι.
 
Σε είχα δει σε live με τη Βελεσιώτου και μ’ είχε εντυπωσιάσει το ότι ενώ χόρευες ασταμάτητα, ήσουν δηλαδή υπερβολική κινησιολογικά, οι ερμηνείες σου δεν είχαν καμία υπερβολή.
 
Ίσως γιατί ένα μέρος της ενέργειας μου φεύγει με την κίνηση, διότι – μην ξεχνάμε – εκλύεται μεγάλη ενέργεια με το που βγαίνεις στη σκηνή. Χαίρομαι μ’ αυτό που λες, αφού και οι ερμηνεύτριες που ανέκαθεν μου άρεσαν, είχαν αυτή τη δωρικότητα στις ερμηνείες τους. Η Μοσχολιού, ας πούμε, που είναι τόσο – όσο, η Χαρούλα, η Πόλυ Πάνου, η Καίτη Γκρέυ, φωνές που μου έβγαζαν μια ηρεμία. Το ίδιο μου αρέσει και στους ηθοποιούς. Θέλω ο εκάστοτε ερμηνευτής να με κάνει να αισθανθώ όπως εγώ θέλω. Δεν αισθάνονται όλοι ίδια τον πόνο που μπορεί να προέρχεται από αλλού.
 
Η προσωπική ζωή ενός καλλιτέχνη αντανακλά την πρωτοτυπία του έργου του;
 
Αν και δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά, εμένα με επηρεάζει. Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες παγκοσμίως που δεν θα έλεγες ζηλευτή τη ζωή τους, αλλά που έχουν σπουδαίο πρωτότυπο έργο. Καλό είναι, επειδή οι γενιές εξελίσσονται, να μη μένουμε στα πρότυπα του παρελθόντος. Δεν είναι ανάγκη να γινόμαστε ρημάδια για να είμαστε μεγάλοι καλλιτέχνες. Μιλάω βάσει της δικής μου οντότητας, αφού δεν θα μπορούσα ποτέ να με φανταστώ ίδιας καλλιτεχνικής φάσης με τον Μάικλ Τζάκσον. Δεν πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι ερχόμαστε με το ίδιο χάρισμα, ούτε έχουμε να παλέψουμε με τους ίδιους δαίμονες. Επειδή, τέλος, αυτή η δουλειά έχει μεγάλη ανασφάλεια, αν έχεις κάτι να σε κρατάει στην προσωπική σου ζωή, σε βοηθά να’σαι πιο δημιουργικός και πιο σταθερός.
 
 
Η Φλέρυ Νταντωνάκη έλεγε πως μέσα από επικίνδυνες περιοχές κατακτιέται η μεγάλη ερμηνεία.
 
Κι εγώ το πιστεύω, αφού καλώς ή κακώς είμαι ένας άνθρωπος που έχω εκθέσει τον εαυτό μου σε κινδύνους. Ήθελα και έζησα τα πάντα, δε νιώθω στερημένη. Έχω πονέσει και πληγωθεί πολύ, επίσης. Για να μην παρεξηγηθώ, ναρκωτικά δεν έχω πάρει ποτέ, ήταν κάτι που δεν με εξίταρε και δεν ξέρω γιατί. Μου έβγαζαν μια μιζέρια, εκεί που με το αλκοόλ έχω σχέση. Πίνω, συνδυασμένο όμως με παρέα, με μπαράκια, όλα τα άλλα με πάνε σε μοναχικές θλιβερές καταστάσεις.
 
Τώρα που το λες, αν σε γκουγκλάρει κανείς, θα του βγουν πιο πολλά ρεπορτάζ για το μπαράκι του σπιτιού σου ή το γάμο σου παρά για την τέχνη που ασκείς. Ερήμην σου ενδεχομένως είσαι πια μέρος του σύγχρονου life style.
 
Η τηλεόραση έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο σ’ αυτό. Μακάρι να μιλάγανε όλοι για τη δουλειά μου αποκλειστικά, για το πόσο καλή ή κακή είμαι. Δυστυχώς ο κόσμος δείχνει να ενδιαφέρεται για τη ζωή ενός καλλιτέχνη και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δημοφιλίας του. Προσπαθώ να προφυλάγομαι από κάποια πράγματα δίχως να γίνομαι δυσάρεστη. Όπου μπορώ, απλά τώρα δεν πανικοβάλλομαι όπως παλιότερα. Κι εγώ δεν θα ήθελα να με ρωτάνε συνέχεια για τον γάμο μου, μια πολύ προσωπική μου στιγμή.
 
Σύμφωνοι, αλλά στη συνέντευξη αυτή, δίχως να σε ρωτήσω, κατευθείαν δήλωσες ευτυχισμένη με το γάμο σου.
 
Ναι, γιατί είμαι και γιατί τελικά παίζει ρόλο. Πάντα μίλαγα ανοιχτά, απλά τώρα έχω οριστικοποιήσει τη ζωή μου και είμαι μ’ ένα σύντροφο.
 
Ήσουν ανέκαθεν μονογαμική στις σχέσεις σου;
 
Έχω περάσει και απ’ τα δύο στάδια, και με σχέση σταθερή και με συχνότερη αλλαγή συντρόφου. Σε φυσιολογικό πλαίσιο πάντα, όπως κάθε κορίτσι της ηλικίας μου.
 
Τι είναι η ύψιστη ανταμοιβή για σένα, η επιτυχία ενός live, η αποδοχή, η αγάπη του κόσμου;
 
Η αγάπη του κόσμου! Μακράν! Μπορεί να έρθουν άνθρωποι σε live μου, που κάποιος άλλος τους έσυρε, και να τους παρασύρω με τη σειρά μου σ’ αυτό που κάνω, με το ρεπερτόριο που υπηρετώ. Το απολαμβάνω τόσο πολύ αυτό! Εκεί λέω «Άι στο καλό, χαλάρωσε, ένα τραγούδι λέμε, δεν κάνουμε και χειρουργείο».
 
Κυκλοφορείς ακόμα με μηχανάκι στο κέντρο της Αθήνας;
 
Συνέχεια. Μάλιστα, επειδή δεν πολυακούω στο μηχανάκι, μπορεί εκεί να τραγουδάω. Ξέρω ότι δεν μ’ ακούνε μες στο βόμβο της πόλης και προβάρω τα τραγούδια μου. Ο κόσμος μ’ αναγνωρίζει, είτε στο μηχανάκι, είτε με τα πόδια, και μ’ αρέσει πολύ. Μ’ αρέσει να ακούω το όνομα μου από αγνώστους, να με φωνάζουν «Ελεονόρα» τυχαία.
 
Έχεις αντιμετωπίσει ποτέ εκδηλώσεις θαυμασμού στα όρια της δυσφορίας;
 
Ναι. Την πρώτη φορά που μου συνέβη, φοβήθηκα, είπα «που μπλέξαμε τώρα;» Υπήρξαν άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, που έφτασαν στο σημείο να με παρακολουθούν. Δεν έκανα τίποτα, ήμουν απλά πιο προσεκτική ώσπου να περάσει η μπόρα. Στην αρχή έλεγα μήπως έκανα κάτι παρεξηγήσιμο, γιατί στα καμαρίνια συνηθίζω να αγκαλιάζω τον κόσμο. Δεν είχα συνειδητοποιήσει το σκάλωμα κάποιων ανθρώπων. Έφτασα στο σημείο να απωθήσω άνθρωπο με το σκεπτικό «με ποιο δικαίωμα έρχεσαι και μ’ ενοχλείς ή ζητάς κάτι άλλο από μένα;» Δεν παίζει ρόλο το φύλο, δεν έχει καθόλου να κάνει μ’ αυτό.
 
Να πούμε εδώ ότι πέρασες κι εσύ πρόσφατα τον κορονοϊό.
 
Ναι, τον πέρασα σχετικά εύκολα. Είχα δέκατα κι έτσι μπήκα στη διαδικασία να κάνω το τεστ, όπου βγήκα θετική. Ακόμη και τώρα, είκοσι μέρες μετά, ένα βήχα μου τον άφησε. Δεν είχα εμπειρία από αρρώστιες, αφού γενικά δεν θυμάμαι να’χω ανεβάσει ποτέ πυρετό από παιδί. Ο άντρας μου, πάλι, το πέρασε λίγο πιο εύκολα από μένα.
 
Να που μέσα στη χειρότερη φάση της πανδημίας, εσύ μας λες «πάρ’ το κι αλλιώς» για παλιά αγαπημένα τραγούδια.
 
Συγκυριακό ήταν, αφού είχαμε ετοιμαστεί για δύο live, τα οποία αναβλήθηκαν. Ζήτησα απ’ τα παιδιά της μπάντας να μη χαθούμε, αφού δε μ’ αρέσει να τραγουδάω μόνη μου στο σπίτι. Εννοείται πως δεν είχα ένα πρωτότυπο δισκογραφικό υλικό να με περιμένει, ούτε ήταν οι καλύτερες συνθήκες. Μπήκαμε για την πλάκα μας στο στούντιο κι αρχίσαμε να δοκιμάζουμε πράγματα που μας «καθόντουσαν». Κάποια έμειναν εκτός, όπως το «Ζηλεύω» της Πίτσας Παπαδοπούλου κι ένα άλλο των Κατσιμιχαίων. Μίλησα στην εταιρεία μου μήπως υπήρχε ενδιαφέρον για την έκδοση ενός άλμπουμ με τη λογική του live. Αγάπησα το στούντιο μ’ αυτή τη δουλειά, γιατί εγώ πηγαίνω στις μίξεις και παρακολουθώ όλες τις λεπτομέρειες, αφού βέβαια έχω τραγουδήσει και μου’χει φύγει όλο το άγχος. Στο άλμπουμ αυτό συμπεριέλαβα πάλι ετερόκλητα κομμάτια, του Καρρά, των Κατσιμιχαίων, του Κορκολή, ένα ντουέτο με την Κωνσταντίνα κι άλλο ένα με τον πατέρα μου κλπ.
 
 
Το ότι έκανες αυτό το άλμπουμ μες στην πανδημία, αποδυναμώνει κι αυτό που λέγεται συνήθως για τη ρεπερτοριακή ένδοια ενός άλμπουμ διασκευών.
 
Θα είμαι ειλικρινής: Το σκέφτηκα. Είχα τη φοβία, είπα «Μεγαλούτσικη είσαι για να κάνεις διασκευές» και όχι μόνο ηλικιακά. Εννοώ πως καλό ήταν να το’χα κάνει στα πρώτα μου βήματα, γι’ αυτό και τώρα έγραψα στο σημείωμα μου πως δεν είναι μία δουλειά που θ’ αλλάξει τον κόσμο. Δεν είχα καινούργια τραγούδια, δεν το’χα ψάξει κιόλας μες στην πανδημία, επομένως όταν είδα και ότι αυτά τα κομμάτια θα’ναι μια ανανέωση για το ρεπερτόριο μου, αποφάσισα να προχωρήσω. Ενδεχομένως να μην το έκανα αν είχαν αλλιώς τα πράγματα, να ηχογραφούσα στη θέση του ένα καλό live που θα έδινα.
 
Τώρα που το λες, είσαι από τις λίγες καλλιτέχνιδες της γενιάς σου που έχεις ήδη δύο live δίσκους.
 
Ναι, ειδικά το concept με τα τραγούδια της Μελίνας, το αγάπησα πάρα πολύ! Μεγάλη εμπειρία, ανάλογη μ’ αυτήν όταν τραγούδησα στο Ηρώδειο το «Ελλάς, η χώρα των ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι μαζί με τα τραγούδια του από το θέατρο.
 
Να μια πρόκληση, το χατζιδακικό ρεπερτόριο.
 
Τεράστια πρόκληση! Ξέχασα παραπάνω απ’ ότι θα έπρεπε ότι ήμουν η Ελεονόρα Ζουγανέλη εκεί. Αυτά που σου έλεγα ότι παθαίνω…
 
Τι ακριβώς εννοείς;
 
Όποτε τραγουδάω ένα στίχο, με παρασύρει και ξεχνιέμαι. Λαχταράω να πω τις λέξεις και κάπου ξεχνάω το βάρος του συναισθήματος μου. Ένα μέρος της έλλειψης υπερβολής οφείλεται στο απόλυτο δόσιμο μου στο στίχο. Στον Χατζιδάκι με συνεπήρε η μαθητεία σ’ ένα τόσο σπουδαίο υλικό, που δεν είχα την πρόσβαση σε καθημερινή βάση. Είναι άλλο να μαθαίνεις τραγούδια που τα ακούς συνέχεια και άλλο να πρέπει να τα τραγουδήσεις, συνειδητοποιώντας σε βάθος το στίχο τους και το μεγαλείο της σύνθεσης τους.
 
Να υποθέσω ότι το «Ελλάς, η χώρα των ονείρων» δεν το ένιωθες κεκτημένο σου έργο.
 
Θα έλεγα ότι το έλιωσα στις πρόβες. Γενικά μ’ αρέσουν πολύ οι πρόβες και η μπάντα μου υποφέρει. Ακόμη όμως και τα θεατρικά του Χατζιδάκι, που τα ήξερα όλα απ’ έξω, ήταν τελείως διαφορετική συνθήκη να πρέπει να τα τραγουδήσω με μια συγκεκριμένη ορχήστρα. Προσπάθησα να φέρω κάτι απ’ το δικό μου κόσμο αν υποτεθεί πως ο ίδιος ο Χατζιδάκις θα με επέλεγε για τα τραγούδια του. Άκουσα τις τραγουδίστριες του, τη Νταντωνάκη, τη Βενετσάνου, τη Φαραντούρη, προσπαθώντας να αποποιηθώ κάποιες ευκολίες δικές μου. Ακόμη και τη Βουγιουκλάκη μελέτησα, η οποία έχει καταφέρει κάτι μοναδικό στις ελληνικές ταινίες που ενδεχομένως μία κανονική τραγουδίστρια να μην το πετύχαινε. Το κέφι της ταίριαξε πολύ με τη μουσική του Χατζιδάκι, γι’ αυτό και δεν συμφωνώ που ο ίδιος ο Χατζιδάκις αποκήρυξε τη συγκεκριμένη εργογραφία του.
 
Και λες να σε επέλεγε ο Χατζιδάκις άμα σε άκουγε να τραγουδάς τη μια Κατσιμιχαίους και την άλλη Βασίλη Καρρά και Πίτσα Παπαδοπούλου;
 
Δεν ξέρω, αν και πιστεύω ότι οι ερμηνευτές του έφτιαχναν έναν παράξενο κόσμο. Μπορεί να με διάλεγε γιατί κι εγώ φέρω έναν δικό μου παράξενο κόσμο ή μπορεί να με διάλεγε για ένα συγκεκριμένο του έργο. Δεν λέω να γινόμουν αποκλειστική τραγουδίστρια του, αλλά να του έκανε κάτι η περσόνα μου σήμερα.
 
Για το «Πάρ’ το κι αλλιώς» εξασφαλίστηκαν εύκολα οι άδειες των δημιουργών;
 
Ναι, εύκολα, αν κι εγώ οι μόνοι που φοβόμουν ήταν οι Κατσιμιχαίοι. Τους λατρεύω και αν και τους συναντούσα από παιδί, δεν θα έλεγα ότι γνωριζόμαστε. Τα τραγούδια τους θα είναι για πάντα επίκαιρα και έφεραν ένα νέο αέρα στο ελληνικό τραγούδι. Συν τοις άλλοις, τους θεωρώ μεγάλους τραγουδιστές, όπως και πρωτοπόρους για τις ενορχηστρώσεις τους στην εποχή τους.
 
Σ’ απασχολούν οι κριτικές για τη δουλειά σου;
 
Παλιά με στενοχωρούσαν οι κακές κριτικές. Τώρα μπορώ να καταλάβω αν γραφτεί κάτι που θα με πάει μπροστά χωρίς εμπάθεια. Δεν κάνω και την τελειότητα, μην τρελαθούμε. Προσπαθώ πάντα να βελτιώνομαι.
 
Ο καλλιτέχνης είναι φύσει και θέσει πολιτικό ον;
 
Είναι, γιατί εκφράζει πράγματα που συμβαίνουν στην κοινωνία και στους ανθρώπους. Πιστεύω, όμως, ότι άλλα χαρακτηριστικά του καλλιτέχνη είναι σημαντικότερα. Ο καλλιτέχνης οφείλει να’χει ανοιχτές προσλαμβάνουσες και να εισπράττει σφαιρικά ερεθίσματα, από παντού. Εγώ θέλω το τραγούδι που λέω να έχει απεύθυνση σε ανθρώπους που αποτελούνται από διαφορετικές προσωπικότητες, ιδεολογίες και κυρίως διαφορετικά βιώματα. Δεν ξέρω κατά πόσο εγώ μπορώ να κρίνω τους ανθρώπους.
 
Τη διαβόητη δήλωση της Νατάσσας Μποφίλιου «Να πεθάνουν οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής», εσύ θα τολμούσες να την κάνεις;
 
Δεν θα είχα μάλλον το θάρρος να είμαι τόσο καταγγελτική. Δεν μου αρέσει καθόλου ο φασισμός, δεν έχουν κανένα χώρο στην καρδιά μου τα φασιστικά σύνδρομα και οι φασιστικές συμπεριφορές, αλλά για τις ζωές των ανθρώπων είναι άλλος υπεύθυνος και όχι εγώ, που πιστεύω στον Θεό. Δεν εύχομαι να πεθάνει κανείς, όπως και δεν μπορώ να κάνω κάποιον να ζήσει. Αν δεν ταυτίζομαι με κάποιον, τον απομακρύνω, δεν του αφήνω χώρο στη ζωή μου. Απ’ την άλλη, είναι άνθρωποι που έχουν δώσει χρόνο σ’ αυτό, στην πολιτική και στις ιδεολογίες της. Εγώ δεν έχω καταναλώσει τόσο χρόνο ώστε να παίρνω μία πιο σθεναρή, αν θες, θέση.
 
Είσαι ειλικρινής κι εδώ είναι η πρώτη φορά που «συγκρούεσαι» με το γονικό στοιχείο, αφού προέρχεσαι από δύο έντονα πολιτικοποιημένους καλλιτέχνες.
 
Μα είμαστε πολιτικοποιημένη οικογένεια, απλά η δική μου πολιτικοποίηση έγκειται στο παιχνίδι της ίδιας της ζωής. Την πολιτική μου θέση θα την κρίνει κάποιος αν με δει πως είμαι σαν εργοδότρια, από το πώς συμπεριφέρομαι στους άλλους, από το που ζω, από το πώς είναι το σπίτι μου, από το ότι οδηγώ ακόμα μηχανάκι και δεν έχω Πόρσε. Η πολιτική είναι στάση ζωής, δεν είναι μόνο το τι δηλώνουμε.
 
Τελευταία ερώτηση: Ποια είναι η ισχυρότερη πίστη που έχεις;
 
Στον Θεό. Δεν το θέτω από άποψη μεταφυσικών ανησυχιών, ούτε καν χριστιανοσύνης. Το να είσαι χριστιανός είναι μια μεγάλη υπόθεση κι εγώ έχω εξίσου πίστη στη φύση, στους αγγέλους και στα δέντρα, στο οτιδήποτε είναι πέρα από τα ανθρώπινα, τα επίγεια. Πιστεύω, προσεύχομαι, με κάνει πιο ενεργή, ας πούμε όμως ότι πιστεύω σε ένα θεϊκό ενωτικό στοιχείο και όχι στον Θεό συγκεκριμένα. Όχι τίποτα άλλο, μα θα με γνωρίσει κάνας χριστιανός και θα πει «τι μας λες τώρα;»
 
 
* Το digital album «Πάρ’το κι αλλιώς» της Ελεωνόρας Ζουγανέλη κυκλοφορεί από την ΕΜΙ σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες.
 
** Ένα μεγάλο μέρος της συνέντευξης κυκλοφόρησε στο Docville με το Documento της Μ. Παρασκευής 30.4.21