Οι δυτικοί αναλυτές σχολιάζουν ότι όποιος κι αν νικήσει την Κυριακή στο δεύτερο γύρο των τουρκικών προεδρικών εκλογών, υπάρχει ήδη ένας μεγάλος νικητής, και αυτός είναι ο εθνικισμός. Τόσο ο Ερντογάν, όσο και ο Κιλιτσντάρογλου, έχουν υπερθεματίσει σε θέματα που έχουν απήχηση στα συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας και έχουν επιζητήσει συμμαχίες με γνωστούς εθνικιστές πολιτικούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ερντογάν έλαβε την υποστήριξη του υποψηφίου που ήρθε τρίτος στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, τον εθνικιστή Σινάν Ογάν που αποσκίρτησε από το κόμμα του κυβερνητικού εταίρου του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχσελί. Παράλληλα, ο Κιλιτσντάρογλου έκανε συμμαχία με τον Ουμίτ Οζντάγ, γνωστό για τις αντι-προσφυγικές του θέσεις. Παρακάτω είναι τρεις βασικοί άξονες της επιχειρηματολογίας των δύο υποψηφίων, η οποία σε ορισμένα σημεία συμπίπτει, ενώ σε άλλα απέχει αρκετά.
«Έξω οι ξένοι»
Αυτό είναι εν ολίγοις το σύνθημα που σαλπίζουν εδώ και δύο εβδομάδες οι δύο προεδρικοί υποψήφιοι. Από την πλευρά του, ο Ερντογάν έχει απειλήσει ότι θα επιστρέψει το περίπου ένα εκατομμύριο Σύριους πρόσφυγες στην πατρίδα τους, στην ελεγχόμενη από την Τουρκία περιοχή της Βόρειας Συρίας, χωρίς –ωστόσο- να δίνει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Παράλληλα, ο Ερντογάν έχει καταστήσει σαφές ότι θα βελτιώσει τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Συρία, υπό την αιγίδα και τη διαμεσολάβηση της Ρωσίας. Με αυτόν τον τρόπο προσδοκά να ενθαρρύνει τις… «εθελοντικές» αποχωρήσεις των Συρίων που βρίσκονται στη χώρα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Τουρκία 3,4 εκατομμύρια πρόσφυγες.
Από την πλευρά του, η προσέγγιση του Κιλιτσντάρογλου στο προσφυγικό δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη του Ερντογάν. Ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού κόμματος (CHP) έχει ανεβάσει τους τόνους τις τελευταίες εβδομάδες σε σχέση με το προσφυγικό, για ευνόητους λόγους. Ο 74χρονος πρώην εφοριακός έχει υποσχεθεί ότι θα στείλει τους σύριους πρόσφυγες στην πατρίδα τους σε ένα χρόνο. Σε προεκλογικό βίντεό του, έχει πει ότι τη διαδικασία θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από την ΕΕ, εξαιτίας της υπάρχουσας συμφωνίας μεταξύ των δύο μερών.
Απέναντι στο τέρας του πληθωρισμού
Ο Ερντογάν έχει αναφέρει ότι θα συνεχίσει την πολιτική της μέιωσης των επιτοκίων δανεισμού. Η πολιτική αυτή χαρακτηρίζεται από τους οικονομολόγους ως «ανορθόδοξη», καθώς σε περιβάλλον καλπάζοντος πληθωρισμού, το χρήμα υποτίθεται ότι πρέπει να γίνεται «ακριβό», δηλαδή τα δανειακά κεφάλαια σε κυκλοφορία να κοστίζουν περισσότερο ώστε να μειωθεί η ποσότητά τους κι έτσι να αντιστοιχούν λιγότερες νομισματικές μονάδες σε περισσότερες εμπράγματες αξίες. Ο Ερντογάν με το «φθηνό» χρήμα που διαθέτει στην αγορά έχει στόχο να προσελκύσει επενδύσεις από το εξωτερικό ώστε να τονώσει την οικονομία και τα συναλλαγματικά αποθέματα, που τις τελευταίες εβδομάδες είναι στο χαμηλότερο ποσοστό εδώ και δύο χρόνια. Ο Ερντογάν έχει δηλωσει, σύμφωνα με το Al Jazeera, ότι «όσο περισσότερο χαμηλώνεις τα επιτόκια, τόσο χαμηλότερα είναι ο πληθωρισμός», συμπληρώνοντας ότι «το επιτόκιο είναι η αιτία, ο πληθωρισμός το αποτέλεσμα»…
Από την πλευρά του, ο Κιλιτσντάρογλου έχει υποσχεθεί να επιστρέψει σε πιο συμβατικές οικονομικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων των λογικών επιτοκίων δανεισμού, την αντιμετώπιση του υπερπληθωρισμού και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, που το ύψος τους μάλλον κρίνεται φιλόδοξο, αφού θέλει να εισέλθουν κεφάλαια της τάξης των $300 δισ. Επίσης, ο Κιλιτσντάρογλου θέλει να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας, ενισχύοντας τον μεταπρατικό τομέα ώστε να κατασκευάζονται περισσότερα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Τρομοκράτες παντού
Το γνωστό «μάντρα» του τούρκου πρόεδρου μετά την απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016, με το οποίο καταστέλλει οποιαδήποτε αντιπολιτευτική φωνή είναι η επίκληση του τρομοκρατικού κινδύνου για την ανατροπή του καθεστώτος. Έτσι, κρατά ψηλά στην ατζέντα τα θέματα ασφαλείας, για την προσέλκυση εθνικιστικών ψήφων.
Συχνά αναφέρει ότι ο αντίπαλός του υποστηρίζεται από «τρομοκρατικές» ομάδες όπως το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο παλεύει από τη δεκαετία του 1980 για αυτονομία του Κουρδιστάν, και το κίνημα Γκιουλέν, τον πρώην σύμμαχο του Ερντογάν που έγινε εχθρός στον οποίον έπεσε το φταίξιμο για την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016. Σε όλη την εκστρατεία του, ο Ερντογάν είπε ότι η κυβέρνησή του θα συντρίψει αυτές τις ομάδες.
Από την πλευρά του, ο Κιλιτσντάρογλου έχει κάνει την «τρομοκρατία» ένα από τα κορυφαία θέματα του κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας δύο εβδομάδων μεταξύ των δύο εκλογικών διαδικασιών. Έχει καυτηριάσει το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Ερντογάν και η οργάνωση Γκιουλέν ήταν πρώην σύμμαχοι, ενώ η Τουρκία και το PKK έχουν κάνει συνομιλίες στο παρελθόν, με την έγκριση του προέδρου. Στην τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεσμεύτηκε να πολεμήσει όλους τους «τρομοκράτες».
«Η τρομοκρατία θα καταπολεμηθεί, δεν θα γίνει διαπραγμάτευση. Δεν θα επιτραπεί καμία πολιτική και νομική ρύθμιση που να υπονομεύει την εθνική και ενιαία κρατική δομή της Τουρκίας», ανέφερε το πρωτόκολλο της 24ης Μαΐου που υπογράφηκε μεταξύ του Κιλιτσντάρογλου και του Κόμματος της Νίκης του Ουμίτ Οζντάγ, το οποίο ηγήθηκε της εθνικιστικής Συμμαχίας ATA.