«Εγώ και οι υπόλοιπες μανάδες ζητάμε δικαίωση, όχι εκδίκηση»

Αλέκα Ψαράκου, μητέρα της Γαρυφαλλιάς, θύματος γυναικοκτονίας στη Φολέγανδρο: «Εγώ θα μιλήσω στα αγόρια και θα τους πω το πιο απλό πράγμα που λέω και στα δικά μου παιδιά. Να σέβονται τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους, είτε είναι κορίτσι είτε αγόρι. Να σέβονται τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους ανεξαρτήτως χρώματος και φύλου. Τυχαία έχεις γεννηθεί κορίτσι, τυχαία έχεις γεννηθεί αγόρι, τυχαία έχεις γεννηθεί στην Ελλάδα»

5566108

Το 2021 έμοιαζε με ένα σκοτεινό déjà vu. Γυναίκες που δολοφονήθηκαν από το τέρας της πατριαρχίας. Μανάδες ντυμένες στα μαύρα που ζητούν δικαίωση και βάζουν πλάτη η μία για την άλλη. Το κοινό τους πένθος λειτουργεί ως τρόπος επικοινωνίας την ίδια ώρα που το κράτος έχει χάσει κάθε επαφή μαζί τους.

Η μητέρα του Παύλου, του Ζακ, της Ελένης, της Ερατούς, της Γαρυφαλλιάς. Μητέρες που έβλεπαν τα ακατάστατα δωμάτια των παιδιών τους να βρίσκονται πλέον σε τάξη, με την αταξία να τους λείπει. Χαμόγελα κοριτσιών και γυναικών που έσβησαν από κάτι «λεβέντες» που αποφάσισαν με το «έτσι θέλω» να τους κόψουν το νήμα της ζωής.

Η απώλεια μοιάζει με μια μαύρη φωτιά που καίει κομμάτια του εαυτού μας. Αναμνήσεις σκοτεινές που κάποιοι άνθρωποι επιλέγουν να ξεχάσουν. Μια κατάσταση που ποτέ δεν ίσχυε για την Αλέκα Ψαράκου, μητέρα της Γαρυφαλλιάς, που παρότι ζει πλέον χωρίς το αγαπημένο της «λουλούδι», συνεχίζει να πορεύεται με το φως της κόρης της, το οποίο την καθοδηγεί και την εμπνέει να συνεχίσει να ζει.

Στα δικαστήρια ένιωσα πως γινόταν άλλη μία δολοφονία της Γαρυφαλλιάς, άλλη μία δολοφονία του Ζακ, άλλη μία δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη

«Θυμάμαι όταν ήμουνα έγκυος στη Γαρυφαλλιά μου, κυοφορούσα ένα παιδί που το ένιωθα μέσα μου να κλοτσάει, να κουνιέται. Είχα έτσι μια λαχτάρα, μια αγωνία, μια αγάπη να το δω για πρώτη φορά, να δω το πρόσωπό του και να το αγκαλιάσω. Οταν την πήρα στην αγκαλιά μου ήταν τόσο έντονο το συναίσθημα αυτό της μητρότητας, δεν υπάρχει λέξη να το περιγράψει. Η απώλεια τώρα ξέρεις πώς είναι; Σα να κυοφορώ τη Γαρυφαλλιά μέσα μου, παντού, μέσα στο σώμα μου, στο κορμί μου, στα κύτταρά μου, παντού. Είναι σαν να νιώθω την αύρα της παντού και το πνεύμα της. Λαχταρώ τόσο πολύ να τη δω. Είναι ακριβώς το ίδιο συναίσθημα πριν τη γεννήσω, που όμως ξέρω ότι δεν θα τη δω. Κρατάω όλα τα συναισθήματα ζωντανά μέσα μου. Ακόμα και εκείνο το βράδυ που μου είπαν για τη Γαρυφαλλιά. Η δυσκολότερη στιγμή μέσα σε αυτή την απώλεια και στο πένθος ήταν όταν είχα πάει να πάρω το μεταπτυχιακό της. Πήγα στο κοιμητήριο μετά για να πω συγχαρητήρια. Ηταν πάρα πολύ δύσκολο. Ουσιαστικά, ενώ δεν είναι εδώ, προσπαθώ να πω ότι είναι. Της μιλάω και ας μη με ακούει. Σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να ξεχάσω το παραμικρό που έχει να κάνει με τη Γαρυφαλλιά», μας εξηγεί η Αλέκα Ψαράκου, με τα λόγια της να διαπερνούν την οποιαδήποτε απόσταση δημιουργεί μια βιντεοκλήση.

Οταν η απώλεια χτύπησε την πόρτα της μητέρας της Γαρυφαλλιάς, εκείνη κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα στο να συνεχίσει να ζει ή να αποσυρθεί. Γνωρίζοντας ότι η κόρη της δεν θα ήθελε ποτέ να τη δει να τα παρατάει, επέλεξε το πρώτο.

«Ο τρόπος που έφυγε η Γαρυφαλλιά με έκανε να έχω ένα πείσμα για να μπορέσω να αντιστρέψω αυτή την αδικία σε πράξη αγάπης και να τη βγάλω στην κοινωνία. Θέλω να σταματήσει το κακό και όχι να κλειστώ στον εαυτό μου, να θρηνώ και να κλαίω απαρηγόρητη σε ένα δωμάτιο. Εχω άλλα τρία παιδιά που αντιμετωπίζουν μια απώλεια που τους έχει έρθει πάρα πολύ νωρίς στη ζωή τους και με χρειάζονται περισσότερο από πριν. Για να τιμήσουμε τη Γαρυφαλλιά πρέπει να προχωρήσουμε ενωμένοι με δύναμη. Αυτό θα είναι το καλύτερο μνημόσυνο για τη Γαρυφαλλιά και νομίζω ότι αυτό θα ήθελε και εκείνη. Τα αδέρφια της να προχωρήσουν στη ζωή όσο γίνεται το δυνατόν καλύτερα και να μην έχει αυτό το γεγονός επιπτώσεις και σε εκείνα. Ηταν δώρο για μένα αυτό το παιδί, με έκανε να ωριμάσω, να σκέφτομαι διαφορετικά. Μου έδινε πάρα πολλή δύναμη, όπως και τα αδέρφια της που ήρθαν μετά στη ζωή. Οταν έφυγε η Γαρυφαλλιά αισθάνθηκα τα χέρια των παιδιών μου να έρχονται να παίρνουν με ζέστη και αγάπη και να μου λένε “Μαμά, πρέπει να προχωρήσουμε, πρέπει να πάμε μπροστά”».

Δεν ήταν μόνο η αγκαλιά των παιδιών της που βοήθησε την Αλέκα Ψαράκου να βρει δύναμη, αλλά και η αγάπη και η συμπαράσταση μιας ολόκληρης κοινωνίας προς το πρόσωπό της.

Μπαίνεις σε μια δικαστική αίθουσα και νομίζεις ότι δικάζεται το παιδί σου, ενώ δικάζεται ένας φονιάς

«Εχω μηνύματα στο κινητό μου που μου λένε “Μαμά Αλεξάνδρα, σ’ αγαπάμε, μας δίνεις πάρα πολλή δύναμη και κουράγιο”. Μου ζητάνε συγγνώμη κάποια αγόρια τα οποία νιώθουν, όπως μου λένε, υπεύθυνοι γι’ αυτό που έχει συμβεί στην κόρη μου, επειδή είναι και εκείνοι κομμάτι της κοινωνίας. Εγώ θα μιλήσω στα αγόρια και θα τους πω το πιο απλό πράγμα που λέω και στα δικά μου παιδιά. Να σέβονται τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους, είτε είναι κορίτσι είτε αγόρι. Να σέβονται τον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους ανεξαρτήτως χρώματος και φύλου. Τυχαία έχεις γεννηθεί κορίτσι, τυχαία έχεις γεννηθεί αγόρι, τυχαία έχεις γεννηθεί στην Ελλάδα».

Η κοινωνία ήταν παρούσα, αλλά το κράτος και η Πολιτεία ήταν απόντες. «Στην Ελλάδα η δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή. Νομίζει πως τυφλός είναι όλος ο υπόλοιπος κόσμος», έγραφε μάλλον προφητικά σε ανάρτησή του ο Ζακ Κωστόπουλος στις 2 Οκτώβρη του 2013. Σχεδόν δέκα χρόνια μετά, βλέπουμε μανάδες στα δικαστήρια να πληγώνονται ξανά, τις αναβολές να διαδέχονται η μία την άλλη και την υπομονή τους να δοκιμάζεται συνεχώς.

«Αυτό που ένιωσα στα δικαστήρια ήταν άλλη μία δολοφονία της Γαρυφαλλιάς, άλλη μία δολοφονία του Ζακ, άλλη μία δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη», λέει η Αλέκα Ψαράκου. «Μπαίνεις μέσα σε μια δικαστική αίθουσα και νομίζεις ότι δικάζεται το παιδί σου, ενώ δικάζεται ένας φονιάς. Αυτά πρέπει να γίνονται με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν θα έπρεπε να μπούμε στη διαδικασία να ακούσουμε αυτά τα πράγματα, ούτε έπρεπε αυτόν τον πόνο να τον ζούμε και να τον ξαναζούμε. Κανένα αίσθημα δικαίωσης».

● Και το κράτος, η πολιτεία;

«Δεν είναι πουθενά δίπλα μας ούτε το κράτος ούτε η πολιτεία. Ολοι μου λένε να πάμε σε ψυχολόγο να μας παρακολουθήσει και απαντώ ότι είμαστε πέντε άτομα, είναι ένα μεγάλο ποσό, με ρωτάτε αν έχω; Το κράτος δεν θα έπρεπε να έχει προνοήσει, τουλάχιστον για την ψυχολογική υποστήριξη που είναι το πιο βασικό; Δεν θα έπρεπε ένας ψυχολόγος του κρατικού φορέα να μας χτυπήσει την πόρτα; Αναρωτήθηκαν ποτέ σε τι συνθήκες μεγαλώνουμε τα παιδιά μας και αν μπορούμε να τα στηρίξουμε; Γιατί να πληρώνω εγώ τα δικαστήρια και τα εφετεία των φονιάδων; Δεν θα έπρεπε να απαλλαγώ από αυτά; Δεν θα έπρεπε τα ισόβια να είναι ισόβια; Εχει τιμή η ανθρώπινη ζωή; Πόσο κοστίζει η ζωή της κόρης μου; Δεκαπέντε χρόνια; Αυτή είναι η τιμωρία που δίνει το κράτος για μία ανθρώπινη ζωή που είναι ανεκτίμητη; Δεν βλέπω κανένα κράτος να πηγαίνει μπροστά. Η Καρολάιν είχε ένα παιδί, η Ερατώ επίσης, άραγε αναρωτιέται κανείς αυτά τα παιδιά πού βρίσκονται; Ξέρει πώς μεγαλώνουν;».

Η ώρα της δικαιοσύνης για τη Γαρυφαλλιά πλησιάζει, με την οικογένειά της να ζητάει το αυτονόητο.

«Ζητάμε το δικαστήριο να γίνει στην Αθήνα γιατί είμαστε μία πενταμελής οικογένεια, τα παιδιά μας θα είναι δίπλα μας και πρέπει να πάμε στη Νάξο κάτω από συνθήκες αναβολών. Με αυτά που γίνονται πώς θα πάμε εμείς στη Νάξο πέντε άτομα; Πού είναι οι κοινωνιολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί και όλοι αυτοί να κάνουν ένα πλάνο και να προστατέψουν αυτές τις οικογένειες;»

Μια αλυσίδα μανάδων με δολοφονημένα παιδιά που βαδίζουν προς το δρόμο της δικαίωσης αντλούν δύναμη η μία από την αγκαλιά της άλλης και ψάχνουν μαζί να βρουν την όαση στην έρημο του πένθους.

«Μιλάω με όλες σχεδόν τις μαμάδες και με πολλή αξιοπρέπεια θέλουμε δικαίωση και όχι εκδίκηση. Ζητάμε δικαίωση από την πολιτεία και το κράτος, γιατί είναι τραγικό να ακούμε από τον κόσμο ότι πρέπει να πάρουμε τον νόμο στα χέρια μας. Μας λένε “φέρτε τον σε μας, εδώ στην πλατεία να τον στήσουμε”. Οταν ακούς αυτόν τον αναβρασμό στην κοινωνία, δεν είναι καλό. Σημαίνει ότι γενικά δεν υπάρχει το αίσθημα της δικαίωσης, όχι μόνο σε εμάς. Εχουμε χορτάσει από λόγια και δεν βλέπουμε πράξεις. Η ατιμωρησία που υπάρχει θα φέρει χειρότερους εγκληματίες».

Πηγή: efsyn.gr