Newsroom

Newsroom

Blade Runner 2049: "Διαπραγμάτευση" για το δυστοπικό μέλλον του ανθρώπου

Η ανα-παράσταση ή η δημιουργία αναμνήσεων -όπως σωστά κατάλαβε ο Denis Villeneuve- απαιτεί εξάσκηση φαντασίας, ειλικρινή διάθεση του δημιουργού να μοιράζεται και σωστή χρήση οπτικών μέσων, αλλά για το ουσιαστικό ξεπέρασμά της, που θα σε κάνει να αναρωτηθείς για την πραγματικότητα, απαιτείται η μαγεία της τέχνης.

59dd0b7a1dc5247d048b4571

Εκείνο το ανώτερο υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένη η ζωή, που μας γεννά τα συνεχή υπαρξιακά ερωτήματα και μας εξαπατά καθημερινά τρώγοντας τον λιγοστό μας χρόνο.

Το “Blade Runner 2049” του Denis Villeneuve remake, ναι περί ρετουσαρισμένης εκδοχής πρόκειται, της ομώνυμης cult ταινίας του Ρίντλει Σκοτ, δεν πήγε πολύ μακρύτερα την αγωνία μας για το δυστοπικό μέλλον που μας επιφυλάσσεται. Το 1982 τα ερωτήματα της πρώτης ταινίας μετέφεραν στο ευρύ κοινό ηθικά ζητήματα που έβαζε την εποχή εκείνη η επιστήμη πάνω στην εξέλιξη του ανθρώπου και των προϊόντων του, την τεχνητή νοημοσύνη, τη δημιουργία βελτιωμένων-ποικίλων εκδοχών μας, την εξαφάνιση του ανθρώπινου είδους όπως μας είναι γνωστό, την αντικατάσταση του από την μηχανή και γενικότερα τον φόβο μας για το άγνωστο μέλλον, για τη ζωή.

Με τις ταινίες ή τα βιβλία αντίστοιχου περιεχομένου δεν απαντάμε στα παραπάνω ερωτήματα αλλά προβληματιζόμαστε και κατά κάποιο τρόπο κατευθύνουμε, χειραγωγούμε, καναλιζάρουμε την κοινή μας θέαση για τον κόσμο για να προετοιμαστούμε για όσα κατά βάθος οι ίδιοι  “μας ετοιμάζουμε”. Άλλωστε o cyberpunk συγγραφέας του “Νευρομάντη” (1984) William Gibson το λέει χρόνια τώρα καθαρά “το μέλλον είναι ήδη εδώ, απλά δεν μας είναι ακόμα ευρέως αντιληπτό”. Ο άνθρωπος έχει αλλάξει, όπως ήταν φυσικό να συμβεί. Πάντα αλλάζαμε, προχωρήσαμε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε.

Θα περιμέναμε λοιπόν από μια καινούργια ταινία του είδους να βάζει ακόμα πιο μεγάλα ερωτήματα, να ξεπερνάει τις σειρές αντίστοιχου ύφους και διάθεσης όπως το Black Mirror ή το εξαιρετικό The Handmaid’s Tale, να ανοίγει και άλλους κύκλους ερωτημάτων για τις πιθανές εκβάσεις της ύπαρξης. Αντί για αυτό έχουμε κάποια καλά εφέ, που όμως δεν αντέχουν στο φως -τις λίγες φορές ομολογουμένως που χρειάζεται να το υπερασπιστούν. Έχουμε εξαιρετική φωτογραφία, μουντή νουαρική αίσθηση του απόκοσμου παράλληλα ρετρό L.A., που θυμίζει όμως από την πρώτη ταινία περισσότερο σε Hong Kong ή Tokyo και τίποτα άλλο. Στην ταινία φαίνεται να έχουν εκκαθαριστεί όσοι δεν είναι λευκοί, ίσως με αυτό να θέλει να κάνει μια σοβαρή κριτική στην άρια μορφή της μελλοντικής trumpικής αμερικής, αλλά κατά κύριο λόγο ο σκηνοθέτης δεν αποφεύγει τα κλισέ στερεότυπα, τον σεξισμό και τα προφανή που μερικές φορές μάλιστα τα επεξηγεί ξανά και ξανά. 

Ο Harrison Ford παίζει ξανά σαν να είναι στις ταινίες του ιντιάνα τζόουνς, μπουνιές, ουίσκι, μαγκιά. Ο Niander Wallace (κατά κόσμο Jared Leto) δημιουργός-θεός των νέων ρέπλικων στην μικρού μήκους που συνόδευε την ταινία ήταν ακόμα καλύτερος. Τέλος η ταινία κόβεται κάπως απότομα είτε γιατί πίστευε ο σκηνοθέτης ότι ο Ρίντλει Σκοτ δεν τελείωσε ακριβώς την ταινία το 1982 (ο ίδιος φυσικά το αρνείται) και αυτό είναι κλειδί επιτυχίας ή θα μας πουλήσει και επόμενη ταινία αν όλα πάνε καλά εισπρακτικά.

Το πρώτο blade runner είχε ένα μικρό κοινό που το αγάπησε πολύ και το πήρε μαζί του μέσα στα χρόνια, το έκανε αναφορά, το δεύτερο θα έχει μεγαλύτερο κοινό (είναι πιο απλοϊκό άλλωστε) αλλά δεν θα πάει τόσο μακριά, θα του λείπει η φροντίδα.

Κείμενο: Ιωάννης Μαργαρίτης