5.000 χλμ. από το Σουδάν στη Σκωτία: Τα τελευταία χρόνια του Badreddin Bosh

H ιστορία του Badreddin, που καταγράφει τη σταδιακή απώλεια του εαυτού του μέχρι το μοιραίο, βίαιο ξέσπασμά του, εκθέτει με κυνισμό αυτό που μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις βαθιάς απελπισίας. Οι κατατρεγμένοι, εάν σταθούν αρκετά τυχεροί ώστε να επιβιώσουν στο ταξίδι, έχουν έναν μεγαλύτερο «Γολγοθά» να αντιμετωπίσουν ύστερα: το ότι είναι πια αόρατοι.

qwfrq 0

Το 2017, ένας νεαρός άνδρας άφησε πίσω το Σουδάν στην αναζήτηση Ευρωπαϊκού ασύλου. Η προσωπική του οδύσσεια ξεκίνησε με αφετηρία την Geneina στο δυτικό Νταρφούρ, όπου εδώ και δεκαετίες μαίνονταν βίαιες συγκρούσεις, δολοφονώντας εκατοντάδες ανθρώπους και εκτοπίζοντας τις ζωές εκατομμυρίων. Τριάμιση χρόνια μετά, έχοντας πια βιώσει την πραγματικότητα των ευρωπαικών συστημάτων ασύλου, θα ευχηθεί να γυρνούσε πίσω να πεθάνει στη γη των προγόνων του.

Ήταν Δευτέρα απόγευμα, Γενάρης του 2017 όταν ο Badreddin πήρε τηλέφωνο τον μεγαλύτερο αδερφό του, τον Adam, να του πει πως σύντομα θα ξεκινούσε απ’ την Geneina το ταξίδι του στην Ευρώπη.

Όταν ο Adam δέχτηκε το τηλεφώνημα, βρισκόταν στο χωριό τους το Shoaib, ανατολικά του Al Quadarif, στο βορειοανατολικό Σουδάν, και έχτιζε με λασπότουβλο τον διαβρωμένο τοίχο της οικογενειακής καλύβας όπου μεγάλωσαν μαζί τα δυο αδέρφια. Την διαδικασία αυτή, μου είπε, χρειάζεται να επαναλάβει κάθε περίπου δυο χρόνια. Με την πάροδο του χρόνου και τις βροχοπτώσεις, οι ύλες με βάση τον πηλό, θα διαβρωθούν ξανά.

Πέραν ωστόσο της οικονομικής λύσης που η πρακτική αυτή παρέχει, εξυπηρετούσε παραδοσιακά και έναν άλλο σκοπό. Εάν ένας αγαπημένος πέθαινε, το σπίτι έπρεπε να εγκαταλειφθεί από την υπόλοιπη οικογένεια για να ξορκίσει το «κακό πνεύμα» που έφερε το θάνατο. Καθώς οι γήινες ύλες που συγκρατούσαν την καλύβα λιώνανε πίσω στο χώμα, επέστρεφαν – μαζί με το κακό πνεύμα – εκεί από όπου προήλθαν.

«Ο Badreddin μιλούσε για το Σουδάν, λέγοντας πως δεν είναι ασφαλές, πως πρέπει να φύγουμε να πάμε στην Ευρώπη να βρούμε ασφάλεια και ανθρώπινα δικαιώματα», εξηγεί ο Adam. *Η επικοινωνία γίνεται από τα αραβικά στα αγγλικά με τη βοήθεια του Chris* – μέλος, της Σουδανικής κοινότητας στη Γλασκώβη, με νομική ειδίκευση σε υποθέσεις αίτησης παροχής ασύλου στη Σκωτία.

«Θέλω να μιλήσω για τον αδερφό μου, και να ρωτήσω τον Αλλάχ, «Τι συνέβη;»», είπε ο Adam. Mε τη βοήθειά του, ενώσαμε κομμάτι-κομμάτι την ιστορία του αδερφού του, αποκαλύπτοντας τη γραμμική πορεία ενός ανθρώπου προς την καταστροφή του.

Shoiab, ανατολικό Σουδάν 1992-2016

Ο Badreddin Abdallah Adam Bosh γεννήθηκε την πρώτη του Γενάρη το 1992 στο Shoaib, έναν παραδοσιακό Σουδανικό οικισμό με σφαιρικές καλύβες και κωνικές αχυροσκεπές. 

Την καλύβα περιέβαλε φράχτης κατασκευασμένος από στρώσεις φύλλων τσίγκου παραγεμισμένα με άχυρο, μαρκάροντας τα σύνορα της ιδιοκτησίας και την ιδιωτική αυλή του σπιτιού. Μεγάλωσαν όλοι μαζί σε μια καλύβα με πέντε δωμάτια. Ο Adam, παιδί οκταμελούς οικογένειας, τώρα στα 41 του, είναι ο μεγαλύτερος από τα υπόλοιπα αδέρφια.

Μεγαλώνοντας στο χωριό, οι πρώτες εικόνες του Badreddin συνθέτουν τον κόσμο μέσα από αυτά που μπορεί να χτίσει, αυτά που μπορεί να καλλιεργήσει και να περισυλλέξει. Σουδανοί-Άραβες και Αφρικανοί της φυλής των Al-Masleet, Al Elbargow, Al Gimer και Al Elbarnow έχουν από καιρό εγκατασταθεί στο χωριό, ο πληθυσμός του οποίου δεν ξεπερνάει σήμερα τους 500 κατοίκους. Οι κάτοικοι διατηρούν την κοινωνικότητά τους σαν προπύργιο απέναντι στο τραχύ περιβάλλον.

Σε καθημερινή βάση, ο Badreddin εργαζόταν στην οικογενειακή φάρμα, καλλιεργώντας κουκιά και καλαμπόκι, σε αντάλλαγμα για «κρέας, κρεμμύδια και άλλα λαχανικά στην τοπική αγορά… μεγαλώνοντας στο Shoaib, o μικρός μου αδερφός τα πήγαινε καλά με όλους», λέει ο Adam. «Όσο για τα σχολικά του χρόνια, ήταν καλός και αρεστός μαθητής, ονειρευόταν να γίνει γιατρός…αν και είναι δύσκολο να κυνηγήσεις έναν τέτοιο στόχο στην επαρχία» προσθέτει. 

Όταν έκλεισε τα 22 του χρόνια, ο Badreddin θέλησε να αφήσει πίσω τη ζωή στο χωριό και να πάει να μείνει στους συγγενείς τους στην Geneina, στο δυτικό Darfur.

Τον καιρό που ο Badreddin καταφτάνει στην Geneina το 2016 – στο δυτικό Darfur μαινόταν από το 2003, διαμάχη μεταξύ του μη-αραβικού γηγενή πληθυσμού και οπλισμένων Αράβων νομάδων που μετακινήθηκαν από βορειότερες περιοχές και υποστηρίζονται από την κυβέρνηση του Σουδάν και τον τότε πρόεδρο, Omar al-Bashir. Η περιοχή έκτοτε, τέθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και κάνουν επίσημα λόγο για γενοκτονία.

Την περίοδο που έζησε ο Baddredin εκεί, δύο θείοι του δολοφονήθηκαν από τις Σουδανικές αρχές. «Έχοντας πλέον δει την κατάσταση που επικρατεί, με το κλίμα φόβου και τη κυβέρνηση να επιτίθεται στους κατοίκους της περιοχής, ο αδερφός μου επηρεάστηκε βαθιά μέσα του», είπε ο Adam. 

Πάνω από 300.000 άνθρωποι έχουν δολοφονηθεί, και τουλάχιστον 2.5 εκατομμύρια έχουν εκτοπιστεί τα τελευταία χρόνια, στη διάρκεια διακοινοτικών συγκρούσεων.

Ο Badreddin ένιωσε να εξαντλούνται οι επιλογές του. «Πρέπει να χτίσουμε το μέλλον μας κάπου αλλού, κάπου καλύτερα» είπε στον Adam. Πίστευε πως αυτό το μέρος ήταν στην Ευρώπη. 
 
Aπό το Σουδάν στη Σκωτία: 2017 – 2020

Λιβύη, Βόρεια Αφρική –  2017

Τον Γενάρη του 2017, Ο Badreddin ξεκίνησε το ταξίδι του με τη βοήθεια διακινητή, έχοντας πάρει τη διαδρομή μέσα από το Chad. Διέσχισε στη συνέχεια τα σύνορα εισχωρώντας στην έρημο της Λιβύης, με προορισμό την ακτογραμμή της Τρίπολης – την βασική πύλη για τη Μεσόγειο.

Η έρημος της Λιβύης ωστόσο, εκτός του ότι αποτελεί το ξηρότερο τμήμα της Σαχάρας, βρίσκεται υπό το καθεστώς ένοπλων ομάδων που ελέγχουν δίκτυα διακινητών και δουλεμπόρων. Φτάνοντας στη Λιβύη, πολλοί πρόσφυγες και μετανάστες πέφτουν θύματα απαγωγής και υποχρεώνονται να κάνουν τηλέφωνα στις οικογένειές τους για να ζητήσουν λύτρα. Εάν δεν πληρώσουν, οι περισσότεροι πουλιούνται στα σκλαβοπάζαρα, σε ιδιωτικές φυλακές ή φάρμες και υποχρεώνονται σε καταναγκαστική εργασία επ’αορίστου χρόνου.

Ο Badreddin αιχμαλωτίστηκε από ένα τέτοιο δίκτυο και εξαναγκάστηκε να εργαστεί σε μια φάρμα στη Λιβύη για πέντε μήνες. «Κάποια στιγμή με πήραν τηλέφωνο», λέει ο Adam «να μου πούνε πως ήθελαν να παραμείνει ο Badreddin εκεί, «είναι καλός εργάτης» είπαν. «Εγώ, τους ζήτησα να τον αφήσουν να φύγει».

Η βόρεια αφρικανική χώρα είναι ένα σημαντικό σημείο εξόδου για τους πρόσφυγες από την Αφρική που προσπαθούν να φύγουν προς την Ευρώπη. Ενώ η ΕΕ καταδίκαζε τη γενοκτονία στο Darfur, έκλεινε παράλληλα συμφωνίες το 2008, με τον λίβυο δικτάτορα Muammar Gaddafi. Εξαγόρασε με αυτό τον τρόπο, μια συμφωνία σιδηράς πυγμής στη διαφύλαξη των συνόρων από τις μεταναστευτικές ροές – συμφωνία ύψους $500 εκατομμυρίων δολαρίων (423 εκατ. ευρώ).

Επιπλέον, ο Gaddafi, μέσα σε μια 20ετή περίοδο, έλαβε και άλλα $5 δισεκατομμύρια: Υιοθετώντας τη γλώσσα της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, εκμεταλλεύτηκε την πολιτική συγκυρία με την «υπόσχεση» ότι χωρίς τη δική του συνδρομή, «οι μεταναστευτικές ροές από Ασία και Αφρική θα…«μαύριζαν» όλο τον – «λευκής υπεροχής» – Ευρωπαϊκό πληθυσμό».

Με τον θάνατο του Gaddafi το 2011 και με φόντο μια περιβαλλοντική και ανθρωπιστική κρίση, ο αριθμός των προσφυγικών ροών αυξήθηκε ραγδαία. Η μεγάλη, αραιοκατοικημένη χώρα ολίσθησε σε βίαιες και χαοτικές καταστάσεις με τις στατιστικές να υπολογίζουν εκατοντάδες νεκρούς που ξεβράζονταν στις ακτές της Μεσογείου. Την ανθρωπιστική αυτή κρίση η ΕΕ – μαζί με την στήριξη της ‘’Frontex’’ – αποφάσισε να διαχειριστεί με τις παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων ή “push-backs”

Έχοντας υπάρξει θύμα δουλεμπορίου στη Λιβύη, με τα γεωπολιτικά παιχνίδια της ΕΕ στο φόντο, και έχοντας διασχίσει θανάσιμες διαδρομές μέσα απ’ την έρημο και τη Μεσόγειο, ο Badreddin κατάφερε να φτάσει ασφαλής στην Ιταλία.

Στην Ιταλία παρέμεινε για περίπου τέσσερις μήνες, όπου το πρόγραμμα μετεγκατάστασης υπάγεται στον κανονισμό του Δουβλίνου. Καθώς λοιπόν η πλειονότητα των αιτούντων ασύλου έχουν ως βασικό προορισμό τη κεντρική και βόρεια Ευρώπη, αποφεύγουν να συμπληρώνουν αιτήσεις στην Ιταλία.

Ο Ashraf*, ένας 30χρονος πρόσφυγας από το βορειοδυτικό Σουδάν, απ’ τους στενότερους φίλους του Badreddin, τον οποίο συνάντησε στη Γερμανία αργότερα το ίδιο έτος, περιγράφει τη διαδρομή που έκανε ο φίλος του επιχειρώντας να διασχίσει τα σύνορα μεταξύ Ιταλίας-Γαλλίας. Η επιχείρηση πρόσβασης, συχνά γίνεται κατά μήκος της Μεσογείου, περνώντας από τη Ventimiglia από την Ιταλική πλευρά, εισχωρώντας στην Menton. Εκεί, πολλοί επιχειρούν να ταξιδέψουν λαθραία με τρένο. Αυτή η «μεταβατική φάση», μπορεί να διαρκέσει μέρες ή εβδομάδες, καθώς εύκολα εντοπίζονται απ’ τις αρχές και μετά πρέπει να προσπαθήσουν ξανά.

Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να ταξιδέψει με το τρένο, ο Badreddin βρήκε εναλλακτικό τρόπο να διασχίσει τα σύνορα. 

Όταν έφτασε στη Γαλλία ήταν Αύγουστος του 2017. Η αίτησή του Βadreddin για παροχή ασύλου σύντομα απορρίφθηκε και κατέληξε να ζει άστεγος στο δρόμο. «Τελικά γνώρισε κάποιους ανθρώπους που ταξίδευαν οδικώς στη Γερμανία, (που ήταν και ο επόμενος προορισμός του) και τον πήραν μαζί του», είπε ο Adam.

Στις 9 Σεπτέμβρη 2017, ο Ashraf, ο οποίος τότε ήταν 26 χρονών, μεταφέρθηκε στο κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης της Κάτω Σαξονίας, γύρω στα 20 χλμ. βόρεια του Osnabrück, στη Γερμανία. Το κέντρο υποδοχής Bramsche, Hesepe (‘’Ankunftszentrum Bramsche arrival camp’’), περιβάλλεται από ψηλό συρματόπλεγμα περίφραξης και σύστημα παρακολούθησης CCTV που εποπτεύει τα κτηριακά συγκροτήματα με δυνατότητα στέγασης έως και 1.200 άτομα.

Βίντεο τραβηγμένο από την τοπική συλλογικότητα ‘No Lager Osnabrück’ – δείχνει το εσωτερικό του κέντρου υποδοχής

H συλλογικότητα συμμετέχει ενεργά και – με επιτυχία – σε παρεμβάσεις απέλασης προσφύγων.

Εκεί, ο Ashraf συνάντησε τον Badreddin. Ο Ashraf περιγράφει έναν άνδρα γύρω στο 1,80 εκατοστά ύψος, με μέτριο σκαρί, στρογγυλό πιγούνι, φαρδύ μέτωπο και κοντά μαύρα μαλλιά.

«Όταν συναντηθήκαμε, μου μίλησε για το ταξίδι του, τα μέρη από τα οποία είχε περάσει – Σουδάν, Λιβύη, Ιταλία και Γερμανία». 
«Δεν περίμενα να ναι τόσο δύσκολο», ο Baddredin είχε πει. «Δεν ταξιδέψαμε με την ίδια βάρκα, αλλά ξέραμε πως είναι…υποφέρει πολύ όποιος κάνει αυτή το ταξίδι», εξηγεί ο Αshraf.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, και ενώ είχαν πλέον μπει στη λίστα αναμονής για παροχή ασύλου, οι δυο άνδρες μεταφέρθηκαν σε ένα κτήριο στο Knesebeck. Από το επίδομα που έπαιρνε ο Badreddin – γύρω στα 216 ευρώ το μήνα– έστειλε ένα ποσό στην οικογένειά του στο Σουδάν. Περίπου ένα χρόνο αργότερα, (7 Νοέμβρη του 2018), οι δυο τους μεταφέρθηκαν και πάλι, αυτή τη φορά σε ένα κέντρο φιλοξενίας στο Ehra-Lessien – το διάστημα εκείνο, ο Badreddin πληροφορήθηκε ότι το αίτημα του για παροχή ασύλου είχε απορριφθεί. 

Είχε μπει πλέον Δεκέμβρης του 2019, και ο Badreddin τότε, είπε στον αδερφό του μέσω τηλεφώνου, «Θα πάω στην Ιρλανδία, μου έχουν πει πως εκεί είναι αρκετά πιθανό να πάρεις καθεστώς πρόσφυγα». Τρεις με τέσσερις μέρες μετά, είχε φτάσει Βόρεια Ιρλανδία, στο Μπέλφαστ.

Ο Adam θυμάται να του δίνει μια πρώτη εικόνα της Ιρλανδέζικης ζωής, ως ιδιαίτερα ξένης στον ίδιο. Αμφέβαλε για το αν θα μπορούσε να φέρει όλη την οικογένεια να ζήσει εκεί. Φαίνεται πως η δυσκολία ενσωμάτωσης, η γραφειοκρατία, και ο φόβος της απέλασης ανά πάσα στιγμή, έκαναν σιγά-σιγά ορατά, τα πρώτα σημάδια ψυχικής εξάντλησης. Αυτή η εντύπωση δόθηκε τόσο στον αδερφό του, όσο και σε όποιον τον συνάντησε από εκείνη την περίοδο και ύστερα. 

Ένα χρόνο μετά, ο Badreddin ήταν ακόμη στη λίστα αναμονής για άσυλο και δεν είχε λάβει κάποια θετική απάντηση. Τον Φεβρουάριο του 2020, έφυγε με προορισμό τη Σκωτία. 

Ο τελευταίος σταθμός – Γλασκώβη, 2020

Με το που ολοκληρώνει τη διαδικασία αίτησης ασύλου, πρέπει να έζησε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα σε ένα από τα διαμερίσματα που παρέχονταν τότε από τη “Mears”, μια ιδιωτική εταιρία στέγασης υπό την αιγίδα του Home Office. Λίγο καιρό μετά την άφιξη του Baddredin στη Γλασκώβη, (Φλεβάρης, 2020) η Βρετανία μπήκε στην πρώτη περίοδο καραντίνας λόγω κορονοϊού.

Η Μears αποφάσισε τότε, πως το ιδανικό οικονομικό πλάνο διαχείρισης της πανδημίας – με πρόσχημα την ασφάλεια των προσφύγων – ήταν να μεταφέρει 300 περίπου πρόσφυγες, από τα διαμερίσματα που διέμεναν, σε ξενοδοχεία στο κέντρο των πόλης. Παράλληλα, τους αφαιρέθηκε το εβδομαδιαίο επίδομα των 37.50 λιρών (περίπου 43.69 ευρώ) με την εξήγηση ότι θα τους παρέχονταν τρία γεύματα καθημερινά, εντός του ξενοδοχείου. 

Μαζί με 99 άλλους αιτούντες άσυλο, ο Badreddin μεταφέρθηκε στο ξενοδοχείο “Park Inn”, στη γωνία της West George Street και της Renfield Street. Το τεσσάρων αστέρων ξενοδοχείο, διέθετε 91 δωμάτια. Σύμφωνα ωστόσο, με μαρτυρίες, το μοναδικό παράθυρο που διέθετε το δωμάτιο του Badreddin, είχε θέα τον τοίχο του διπλανού κτηρίου. 

Οι καταγγελίες για ανεπάρκειες στις συνθήκες στέγασης σύντομα επιδεινώθηκαν από την ανεπαρκή υγειονομική κάλυψη σε καιρό πανδημίας. 

Τον Ιούνη του 2020, το βρετανικό Κοινοβούλιο παρακολούθησε εισηγήσεις σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στα ξενοδοχεία: εν μέσω πανδημίας, και σε διάστημα καραντίνας, ευπαθείς ομάδες μεταφέρθηκαν μαζικά σε ξενοδοχεία, χωρίς να ληφθούν τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα προστασίας. Επιπρόσθετα, τους αφαίρεσαν κάθε δυνατότητα οικονομικής ανεξαρτησίας ενώ τα γεύματα που τους προσφέρονταν, ήταν μη καταναλώσιμα. Μερίδες ολόκληρες κατέληγαν απευθείας στα σκουπίδια. Πρόσφυγες και εκπρόσωποί τους, μαζί με αλληλέγγυους καταγγέλλανε τόσο την Μears και το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, όσο και τη διεύθυνση στα ξενοδοχεία, για τις παραπάνω συνθήκες.

Οι πρόσφυγες νιώθανε σαν φυλακισμένοι: τους επέτρεπαν να φεύγουν από το ξενοδοχείο για περιορισμένες μόνο ώρες μέσα στη μέρα, και τα παράθυρα στα δωμάτιά τους ήταν ρυθμισμένα να ανοίγουν μόλις λίγα εκατοστά. Η Μears, και το Home  Office, απαντώντας στις παραπάνω καταγγελίες, έπεφταν πάντα σε αντιφατικές δηλώσεις, καταλήγοντας πως έκαναν ό, τι περνούσε από το χέρι τους για να είναι όλα υπό έλεγχο. 

O Sam*, ένας 26χρονος πρόσφυγας από τη Υεμένη, που είχε μεταφερθεί στο ίδιο ξενοδοχείο με τον Badreddin, είπε, «το φαγητό που μας παρείχαν… δεν υπερβάλλω, ήταν πολύ – πολύ κακό και τα παράθυρα στα δωμάτια δεν άνοιγαν καλά-καλά. Θέλω να ξεχάσω αυτό το μέρος».  

Το “Park Inn”

Έχει αποκαλυφθεί, ότι μέσα σε ένα διάστημα έξι μηνών, μεταξύ Σεπτέμβρη 2019 και Μάρτη του 2020, έχασαν τη ζωή τους 16 αιτούντες άσυλο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά τον θάνατο του Adnan Walid Elbi, ενός Σύριου πρόσφυγα που αφαίρεσε τη ζωή του, έπειτα από επανειλλημενες μάταιες προσπάθειες να λάβει κάποια ψυχολογική υπστήριξη, σε ένα άλλο από τα ξενοδοχεία της Mears, τραγικά γεγονότα διαδέχονταν το ένα μετά το άλλο και βάραιναν την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα.

Οι πληροφορίες όσον’ αφορά το τι συνέβη κατά τη διάρκεια παραμονής του Badreddin στο Park Inn, ποικίλλουν και συχνά είναι αντικρουόμενες. 

Σύμφωνα με πηγές, με το που μεταφέρθηκαν όλοι τους στο ξενοδοχείο Park Inn, ο Badreddin είπε πως μάλλον είχε συμπτώματα κορονοϊού. Ως εκ τούτου, του ζητήθηκε να απομονωθεί στο δωμάτιό του και να παραμείνει εκεί. «Αυτοί οι άνθρωποι εδώ δεν νοιάζονται για τίποτα. Τους έχω ζητήσει να μου δώσουν κάτι για τα συμπτώματα , αλλά κανείς δεν έχει έρθει να με βρει», είχε πει ο Βadreddin στον αδερφό του. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Yssif, έναν 33χρονο Σουδανό πρόσφυγα που μιλούσε κατά διαστήματα με τον Badreddin, επί της ουσίας είχε πρόβλημα με το στομάχι του και νόμιζαν- ή το νόμιζε και ο ίδιος- πως ήταν ένδειξη-σύμπτωμα κορονοϊού. «Το φαγητό που μας σερβίριζαν, δεν «συμφωνούσε» με το στομάχι του», είπε ο Yssif. 

Σε κάθε περίπτωση, είχε ή δεν είχε τελικά κορονοϊό, το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί στίγμα για τον Badreddin μέσα στην μικρή ξενοδοχειακή κοινότητα προσφύγων. Κάποιοι μάλιστα, είχαν την καχυποψία ότι έπαιζε παιχνίδια για να τραβήξει την προσοχή. Σύμφωνα με μια ανώνυμη πηγή, του είχαν δοθεί οδηγίες από άλλους αιτούντες άσυλο, να παραμείνει στο δωμάτιό του για όσο περισσότερο γίνεται, «για την ασφάλεια όλων». Τελικά απομονώθηκε στο δωμάτιό του για τουλάχιστον 28 ημέρες. Όταν ρώτησα, εάν κατά τη γνώμη τους το παραπάνω γεγονός συνέβαλλε στην αίσθηση απομόνωσης που βίωνε ο Badreddin, απάντησαν πως ήταν ιδιαίτερα πιθανό. 

Σε αυτό το σημείο, ο Badreddin πήρε την απόφαση να εκκινήσει διαδικασία εθελοντικής επιστροφής στο Σουδάν, πράγμα που ανέφερε στη δικηγόρο του. Η δικηγόρος του αρνήθηκε να κάνει κάποιο σχόλιο για το παρόν άρθρο.

Όταν πέρασε ο μήνας της απομόνωσης, ο Badreddin είπε στον Adam ότι ένιωθε καλύτερα. Για τους τρεις μήνες που έζησε στο ξενοδοχείο (Απρίλης- Ιούνης), πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα κλεισμένος στον εαυτό του. Είχε ενημερώσει την οικογένειά του πως υπέβαλλε αίτηση εθελοντικής επιστροφής στο Σουδάν, αλλά ότι – για μία ακόμη φορά – δεν υπήρχε καμία βεβαιότητα ως προς τις εξελίξεις. Το Ηome Office δεν τον κρατούσε ενήμερο για τυχόν εξελίξεις στο αίτημά του. 

Οι περισσότεροι πρόσφυγες που διέμεναν στο Park Inn, κοινωνικοποιούνταν σε «πηγαδάκια» με τους συμπατριώτες τους. Υπήρχε η ομάδα Κούρδων του Ιράκ, Κούρδων της Συρίας, η ομάδα Σουδανών και τέλος ένα γκρουπ συμπατριωτών από τη Σιέρα Λεόνε. Ο υπό κανονικές συνθήκες πολύβουος δρόμος, τον καιρό εκείνο είχε ερημωθεί πλήρως. Ο Sam, από τη Υεμένη, είπε «O καθένας μας καθόταν στο γκρουπ με τα δικά του άτομα. Ο Badreddin δεν καθόταν με τους δικούς του, τους Σουδανούς. Καθόταν μόνος του σε απόσταση από όλους μας».

Το τέλος της διαδρομής – Η γκρίζα ζώνη

Είναι πολυάριθμες οι καταγραφές διαδρομών των ανθρώπων που διέφυγαν από εμπόλεμη ζώνη. Ωστόσο, λιγότερο συχνά θα δούμε να καταγράφεται το πώς, και το αν, καταφέρνουν ύστερα να διαχειριστούν αυτό το εύρος των κοινωνικών – εδαφικών μετατοπίσεων. Πώς, αλήθεια, καταφέρνουν αυτοί οι άνθρωποι να επιβιώσουν στην αβεβαιότητα, χωρίς διαμορφωμένη ταυτότητα;

Το μεσημέρι εκείνο της 26ης Ιούνη, 2020 ο John*, ένας αιτούντας άσυλο του οποίου το δωμάτιο βρισκόταν στον τρίτο όροφο του ξενοδοχείο, άκουσε έναν ανησυχητικό θόρυβο που έμοιαζε να έρχεται από την αίθουσα υποδοχής, κάτω στο ισόγειο. «Όταν έτρεξα κάτω, είδα ότι η αίθουσα υποδοχής, ήταν όλη μέσα’ στα αίματα, το πάτωμα οι τοίχοι, όλα». Ένας υπάλληλος του ξενοδοχείου βρισκόταν βαριά πληγωμένος και αιμορραγούσε στο πάτωμα παλεύοντας να ανασάνει: «Όταν τον είδα, του είπα να μην ανησυχεί και κάλεσα για βοήθεια». Ένας ακόμη υπάλληλος αιμορραγούσε ξαπλωμένος στα σκαλιά της εισόδου. «Φτάνοντας στην είσοδο, είδα δύο αστυνομικούς να προσπαθούν να βοηθήσουν τον άλλο τραυματισμένο υπάλληλο». 

Οι σκωτσέζικες αρχές έφτασαν μέσα σε δυο λεπτά από τη στιγμή που έλαβαν την επείγουσα κλήση στο 999, στις 12:50 μ.μ. Το τετράγωνο σύντομα μπλόκαραν τουλάχιστον είκοσι περιπολικά και δέκα ασθενοφόρα. Μια ένοπλη ομάδα έξι αστυνομικών κατέλαβε το κτήριο σε αναζήτηση του δράστη. Αυτόπτες μάρτυρες που στέκονταν έξω στο δρόμο τη στιγμή της επίθεσης, κατέθεταν στις αρχές πως είδαν πρώτα τον δράστη – έναν νεαρό άνδρα με «σκούρο δέρμα»- έξω από το ξενοδοχείο (όπου εξαπέλυσε την πρώτη του επίθεση σε έναν νεαρό πρόσφυγα). Στη συνέχεια, τον είδαν να μπαίνει μέσα τρέχοντας. Τα «είχε χαμένα εντελώς» είπαν. Ένοπλη ομάδα όρμησε στους επάνω ορόφους, ακολουθώντας τον δράστη ο οποίος επιχειρούσε να κρυφτεί στο δωμάτιό του. Tον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν.

«Ο άνδρας που έχασε τη ζωή του δεχόμενος αστυνομικά πυρά, σε επεισόδιο που σημειώθηκε στη West George Street, στη Γλασκώβη, ημέρα Παρασκευή, 26 Ιούνη, ονομάζεται Badreddin Abadlla Adam, 28 ετών, Σουδανός», γράφει η επίσημη ανακοίνωση των σκωτσέζικων αστυνομικών αρχών. 

n8TquBgvJb6vAAAAABJRU5ErkJggg==

Badreddin Abadlla Adam, 28, from Sudan, who died after being shot by armed officers. Photograph: Police Scotland/PA

Σύντομα είχαν καταφτάσει τα ΜΜΕ, και οι αρχές επιβεβαίωναν ότι είχαν τραυματιστεί έξι άτομα και μεταφέρονταν με ασθενοφόρο στα νοσοκομεία. Από τους έξι ανθρώπους που τραυματίστηκαν, ανάμεσά τους ήταν και ένας αστυνομικός, με το όνομα David Whyte. Ο 42χρονος αστυνομικός είχε υποστεί σοβαρούς τραυματισμούς στην περιοχή του λαιμού, στην κοιλιακή χώρα και στον μηρό. Το μικρότερο σε ηλικία θύμα ήταν ένας 17χρονος αιτούντας άσυλο, από τη Σιέρα Λεόνε, ο οποίος έφερε τραύμα στην κοιλιακή χώρα έπειτα από πάλη με τον δράστη. Οι άλλοι τραυματίες είχαν ηλικία 18, 20, 38 και 53 ετών. Κανένας από τους έξι δεν τραυματίστηκε μοιραία.

Ξεκίνησε ανεξάρτητη έρευνα πάνω στο θέμα της διαχείρισης της επίθεσης καθώς και στα αίτια που οδήγησαν στο θάνατο του δράστη. Η έρευνα ακόμα συνεχίζεται, ενώ παράλληλα σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC, οι αστυνομικοί είχαν επιχειρήσει πρώτα να χρησιμοποιήσουν “tasers”, αλλά καθώς δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά στο να ακινητοποιήσουν τον Badreddin, χρησιμοποίησαν το όπλο τους.

Ο John David, ένας πολιτικός ακτιβιστής, δήλωσε, «Όλος ο κόσμος είχε μουδιάσει. Μέχρι το 1990 η Γλασκώβη κατείχε σχεδόν ετησίως την πρώτη θέση σε ανάλογες επιθέσεις και δολοφονίες με μαχαιρώματα…αλλά η αστυνομία ποτέ πριν δεν είχε χρησιμοποιήσει όπλο, όχι τόσο άμεσα. Ποτέ. Το γεγονός ότι επρόκειτο για πρόσφυγα και μάλιστα μαύρο, κυριολεκτικά λίγο μετά τη δολοφονία του George Floyd που προκάλεσε κύμα αντιδράσεων σε παγκόσμιο επίπεδο… προφανώς δεν δίνει μία καλή εντύπωση». Παράλληλα, η επίθεση σημειώθηκε με φόντο τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην George Square για τις συνθήκες διαβίωσης στα ξενοδοχεία επί καραντίνας, που είχε οργανωθεί από την ομάδα αλληλεγγύης προσφύγων “Νo Evictions Glasgow” μόλις δεκαέξι μέρες πριν.

«Το σύστημα έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο που δεν είναι βιώσιμο – όπως είναι εμφανές από τα τελευταία μοιραία συμβάντα, με την αυτοκτονία του Αdnan Elbi τον Μάιο, τον πυροβολισμό του Badreddin Abdalla από την αστυνομία τον Ιούνη, και προσφάτως, τον θάνατο της Mercy Baguma τον Αύγουστου του 2020», δήλωσε εκπρόσωπος της οργάνωσης “Migrants Organise for Rights and Empowerment” (M.O.R.E).

Η Μears αρνήθηκε να σχολιάσει, όπως επίσης αρνήθηκε και η διεύθυνση του Park Inn, έπειτα από οδηγίες που τους είχαν δοθεί από τις αρχές να μην μοιραστούν πληροφορίες με τον Τύπο.

Ο Kevin Foster, ο Υπουργός Μελλοντικών Συνόρων και Μετανάστευσης δήλωσε, «Παίρνουμε σοβαρά υπόψη την υγεία των ανθρώπων που έχουμε υπό την επίβλεψή μας. Όλοι οι αιτούντες άσυλο στα ξενοδοχεία είχαν λάβει τροφή και στέγαση και ότι άλλο χρειάζονταν. Μετά τα γεγονότα της επίθεσης, η ιδιωτική υπηρεσία που παρέχει στέγη στη Γλασκώβη (Mears) έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να βοηθήσει τους μάρτυρες του επεισοδίου».

Το παράδοξο είναι πως όλα αυτά θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, έστω την τελευταία στιγμή, εάν ένας έστω είχε ενδιαφερθεί. Πάνω σε αυτό το κλίμα διάχυσης ευθυνών δούλεψε μεθοδικά, ο μηχανισμός απαλλοτρίωσης του Badreddin. Ποιός φέρει την ευθύνη;

O Βadreddin είχε προειδοποιήσει για την απελπισία του. Στις 25 Ιούνη, μια μέρα πριν την επίθεση, είχε πει σε δύο ανθρώπους ότι βίωνε την απόλυτη εγκατάλειψη.

«Ένιωθε τρομερά αδικημένος, και ό,τι αίτημα είχε απευθύνει στη διεύθυνση είχε πέσει στο κενό. Ζητούσε κυρίως, να μεταφερθεί σε άλλο δωμάτιο, καθώς οι διπλανοί του δεν τον άφηναν να κοιμηθεί. Μας είπε πως σκόπευε να τραυματίσει τους διπλανούς του, τον ρεσεψιονιστ, και τον υπεύθυνο Στέγασης», εξηγεί ο Yssiff. Ο Yssif, μαζί με τον άλλο άνθρωπο που άκουσαν τις απειλητικές δηλώσεις του Badreddin, αφού πρώτα προσπάθησαν μάταια να τον ηρεμήσουν, ειδοποίησαν την διεύθυνση του ξενοδοχείου, οι οποίοι με τη σειρά τους ειδοποίησαν την Mears. 

Ο Mex Abin, ένας 20χρονος πρόσφυγας από το Ivory Coast και ένας από τα έξι θύματα της επίθεσης, είπε «Δεν το εννοούσε ότι έκανε. Ήταν απλά άρρωστος».

Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρωί της 26ης Ιούνη, ένας ιδιωτικός υπάλληλος της εταιρείας απλώς κουβέντιασε με τον Badreddin, για να «λυθεί» το ζήτημα. Η κουβέντα αυτή έλαβε χώρα μόλις μισή ώρα πριν την επίθεση.

«Μάθαμε για τον θάνατο του Badreddin, για τις επιθέσεις καθώς και τον τρόπο που πέθανε, μέσω ενός φίλου του στην Ιρλανδία που είδε τις ειδήσεις», είπε ο αδερφός του ο Adam. «Νιώσαμε βαθιά θλίψη».

«Τέσσερις μέρες πριν το θάνατό του, ήταν σε επαφή μαζί μου, και ακόμα δεν είχε λάβει κάποια απάντηση στο αίτημα του να επιστρέψει σπίτι. Προσπάθησε να μου το εκφράσει, ότι δεν ένιωθε καλά και ότι κανείς δεν νοιαζόταν για αυτόν. Δεν του είπαν πότε πιθανόν να του έχουν κάποια απάντηση, να έχει κάτι να προσμένει. (Στο ξενδοχείο) δεν του έδωσαν κάποιο φάρμακο που ήταν άρρωστος. Ένιωθε μόνος και φοβισμένος».

«Ήθελε να γυρίσει σπίτι, εδώ μαζί μας… Μακάρι ο Αλλάχ να τον συγχωρέσει», πρόσθεσε.

H ιστορία του Badreddin, που καταγράφει τη σταδιακή απώλεια του εαυτού του μέχρι το μοιραίο, βίαιο ξέσπασμά του, εκθέτει με κυνισμό αυτό που μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις βαθιάς απελπισίας. Οι κατατρεγμένοι, εάν σταθούν αρκετά τυχεροί ώστε να επιβιώσουν στο ταξίδι, έχουν έναν μεγαλύτερο «Γολγοθά» να αντιμετωπίσουν ύστερα: το ότι είναι πια αόρατοι.

Ο Yssiff, ανακαλώντας στη μνήμη του τα τελευταία λόγια που άκουσε απ’ το στόμα του Badreddin, τον θυμάται να απευθύνει την εξής ερώτηση στον εαυτό του: «Γιατί δεν γύρισα στους ανθρώπους μου, να πεθάνω μαζί τους;»

*Τα ονόματα με αστερίσκο έχουν αλλαχθεί για την προστασία προσωπικών δεδομένων.

Η πρωτότυπη εκδοχή του άρθρου δημοσιέυτηκε στα αγγλικά, στο Al Jazeera English.