Άννα Φόνσου: «Ζω μόνο για το παρόν, δεν τα έχω καλά με το μέλλον και καθόλου καλά με το παρελθόν»

Η ηθοποιός, αγωνίστρια και διευθύντρια του Σπιτιού του Ηθοποιού, Άννα Φόνσου, σε μία συνέντευξη έξω απ' τα δόντια.

ΦΟΝΣΟΥ 1
Καμιά φορά η ίδια φοράει φακιόλι στο κεφάλι, πέφτει στα πατώματα και τα τρίβει με σφουγγάρια. Μετατρέπεται σε καθαρίστρια αυτή η σικ γυναίκα που παραμένει γοητευτική και ελκυστική. Κι αν μπει κάποιος στο Σπίτι του Ηθοποιού, που θα θέλει κάτι απ’ αυτήν, δεν θα την αναγνωρίσει. «Ανεβείτε με τη σκάλα στον πρώτο όροφο και έρχεται η κυρία Φόνσου» λέει κι αμέσως παίρνει το ασανσέρ, φτιάχνεται στα γρήγορα και φτάνει πρώτη για να συναντήσει τον κόσμο στην πολυθρόνα του γραφείου της. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, παίζει το ρόλο της διευθύντριας ενός ιδρύματος, που θα την ανακήρυσσε έως και Αγία Προστάτιδα των Ελλήνων ηθοποιών. Μόνο θετική ενέργεια έχει να σου δώσει η κοσμαγάπητη Άννα Φόνσου, κάθε φορά που τη συναντάς και συνομιλείς μαζί της. Τι άλλο να πεις για μία καλλιτέχνιδα που θυσίασε κυριολεκτικά την καριέρα και την προσωπική της ζωή για το κοινό όφελος και, εν προκειμένω, για το καλό του σιναφιού της; Δεν λες τίποτα. Την αφήνεις απλά να μιλάει και να αφηγείται όλο χιούμορ και συγκίνηση τα όσα ακολούθησαν από την ίδρυση του Σπιτιού του Ηθοποιού και μετά.
 
Σας άκουσα να μιλάτε στο τηλέφωνο. Σας λέγανε για αρρώστιες και δεν σας άρεσε αυτό.
 
Μα πολλοί το έχουν δει εδώ ιατρικό κέντρο με όλες τις ειδικότητες, τις οποίες επωμίζομαι εγώ κιόλας. Έχω μάθει την ανατομία ολόκληρου του σώματος και το τι γίνεται.
 
Λογικό δεν είναι όταν φιλοξενείτε ανθρώπους κάποιας ηλικίας;
 
Εμείς εδώ δεν έχουμε ανθρώπους «κάποιας ηλικίας», αλλά νέα παιδιά και κάποιους πραγματικά ηλικιωμένους, οι οποίοι όμως είναι πιο υγιείς κι απ’ τα παιδιά. Δηλαδή εδώ ο Γιάννης, ο Βαγγέλης κι ο Κώστας δεν μιλάνε για αρρώστιες. Κάνα ουισκάκι θέλουν, το τσιπουράκι τους, φυσιολογικά πράγματα. Είναι οι ίδιοι που λένε στους άλλους: «Μην της κολλάτε της Άννας συνέχεια να τρέχει στα νοσοκομεία». Ξέρουν ότι είμαστε συμβεβλημένοι με ιατρικά κέντρα και όλους τους προσέχουμε.
 
Γίνεστε κι εσείς, όμως, πιο ανεκτική με τον πόνο των άλλων.
 
Πάντα έτσι ήμουν, γιατί και πάντα πίστευα ότι είμαι και λίγο αθάνατη. Δεν αρρώσταινα κι έλεγα ότι θα πέσω μπαμ και κάτω σαν τον πατέρα μου. Μέσα σε τρεις μήνες τον έχασα τον πατέρα μου, από καρκίνο μεν, αλλά στην πραγματικότητα απ’ το πολύ ξύλο στις εξορίες. Ήταν 60 ετών. Και η μαμά μου έφυγε στα 59 της μέσα σ’ ένα χρόνο. Όταν πέθαινε, μου άφησε ένα σημείωμα: «Δεν θέλω να σε ταλαιπωρήσω εσένα, είσαι μικρή ακόμα», παρόλο που δεν ήμουν τόσο μικρή. Θέλω να πω ότι δεν την έχω νιώσει από κοντά την αρρώστια. Με το χαμό της αδερφής μου, που λάτρευα, και έφυγε νεότατη, πόνεσα πολύ. Είχε πάθει κυστική ίνωση, χωρίς να έχει καπνίσει ποτέ στη ζωή της. Όλοι έλεγαν πως θα ζήσει οχτώ μήνες και τελικά έζησε οχτώ χρόνια με τη δική μου φροντίδα. Και που δεν τρέχαμε, Λονδίνα, Αμερικές…Τι κρίμα, αν ζούσε σήμερα θα θεραπευόταν με μεταμόσχευση! Για μένα η αδερφή μου ήταν η φίλη μου, ο χορηγός μου, η έξυπνη που θα μπορούσα να της εκμυστηρευτώ ένα έγκλημα και να το έπαιρνε στην πλάτη της για να μην πάθω εγώ τίποτα. Πολλές φορές λέω συχνά ότι το κάνω όλο αυτό για την ψυχή της αδερφής μου. Προσπαθώ, αν κατάλαβες, να βρω μια δικαιολογία για να μην πω καμιάν ώρα «Άντε παρατήστε με»! Απ’ την άλλη, όλοι αρρωσταίνουν, κι οι δικηγόροι, κι εσείς οι δημοσιογράφοι, αλλά σκέφτομαι πως οι ηθοποιοί είναι πολύ πιο κοντά στην αρρώστια.
 
Γιατί το λέτε αυτό;
 
Καταρχάς, αν δείτε εκπομπές, κανείς δε μιλάει για το επάγγελμα μας που έφυγε. Μιλάνε για το πότε θα ανοίξει η εστίαση, για το πότε θ’ αρχίσει το κυνήγι και το ψάρεμα – δε λέω, καλά κάνουν οι άνθρωποι και διεκδικούν, αλλά εδώ δε βγαίνει ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου να πει «Για ποιο λόγο μας κλείσατε τα θέατρα;» Δεν καταλαβαίνουν πως το θέατρο είναι πνευματική τροφή κι από κει θ’ αντλούσαν δύναμη οι άλλοι για να μπορούν ν’ αντέξουν τα όσα μας συμβαίνουν.
 
Θα βλέπατε μια ρεβανσιστική στάση της πολιτείας απέναντι στην τέχνη;
 
Βασικά ακόμη δεν έχουν αντιληφθεί ότι μόνο απ’ την τέχνη θα σωθούμε! Σε μία χώρα που γέννησε τη δημοκρατία και το θέατρο, παραμέλησαν το θέατρο. Μπορεί να μας ξεγελάνε με επιδόματα 400 ευρώ μία φορά το μήνα ή όποτε άλλοτε, αλλά κι αυτό είναι με προϋποθέσεις: Να μην είσαι αυτό, να μην είσαι τ’ άλλο, τρέχα – γύρευε. Ωστόσο, οφείλω να πω ότι τόσα χρόνια που δεν είχε έρθει ούτε ένας υπουργός Πολιτισμού να δει τι έχω κάνει εδώ, που στο κάτω – κάτω μπορεί και να τον κοροϊδεύω όποτε του ζητάω λεφτά, η Μενδώνη ήρθε εδώ μόνη της ένα πρωί χωρίς να την έχω προσκαλέσει. Ξύπνησαν οι ηθοποιοί οι καημένοι, πλένονταν, έβαζαν τα καλά τους, για να υποδεχτούν την υπουργό. Αυτή ήρθε, είδε και χωρίς πολλές κουβέντες, μου ζήτησε να της στείλω τα έξοδα μας. Της τα στείλαμε κι έτσι τα αντιμετωπίζουμε τώρα μέσω του Υπουργείου Πολιτισμού. Πρέπει να τα λέμε ορισμένα πράγματα, όχι για να κολακέψουμε την υπουργό, αλλά γιατί τα έκανε και, μάλιστα, χωρίς φλυαρίες, συνοδείες κλπ. Γι’ αυτό επίσης λέω ότι το διπλανό κτίριο είναι έτοιμο με λεφτά που μας είχε δώσει η προηγούμενη περιφερειάρχης, η Ρένα Δούρου. Είχε έρθει έξι μήνες πριν τις εκλογές, όχι δηλαδή για ψηφοθηρικούς λόγους. Μιλήσαμε, είδε το κτίριο που κάθεται έτσι για έντεκα χρόνια, γιατί μας τελείωσαν τα λεφτά, έστειλε αρχιτέκτονες, μας υπέγραψε το ποσό αποπεράτωσης του έργου και σήμερα εγώ τραβιέμαι με τον Πατούλη, ο οποίος σημειωτέον ήρθε κι αυτός και το είδε το κτίριο. Μέχρι που του είπα: «Το βαφτίζω Πατούλειον, δεν μ’ ενδιαφέρει, θέλω να τελειώσει το οίκημα επιτέλους».
 
Αυτά τα αιτήματα έφτασαν άραγε μέχρι τον Πρωθυπουργό;
 
Έφτασα εγώ στον Πρωθυπουργό. Πήγα και του είπα: «Αν δεν τελειώσει το κτίριο, η εταιρεία θα το βγάλει σε πλειστηριασμό. Και τα λεφτά θα έχουν χαθεί, που δώσαμε στην αρχή, και δε θα γίνει ότι ονειρευόμαστε, θεατρικό μουσείο και δραματική σχολή». Περιμένουμε πάλι. Πρώτα μας λέγανε ότι λείπει ακόμα ένα χαρτί, τώρα όμως δε λείπει τίποτα. Μου λέγανε ότι δεν είχε βάλει κωδικό η Δούρου. Τι κωδικό να έβαζε; Τα λεφτά που χρειάζονταν, μας τα έδωσε, ήρθαν οι εκλογές κι έτσι ακόμη δεν έχουμε ξεκινήσει.
 
Σας φοβίζει που ο χρόνος περνάει και δεν θα έχετε ολοκληρώσει όσα ονειρεύεστε;
 
Κοιτάξτε, εγώ δεν ονειρεύομαι και πολλά. Ζω μόνο για το παρόν, δεν τα έχω καλά με το μέλλον και καθόλου καλά με το παρελθόν. Με εκνευρίζει το παρελθόν, όποιος με ρωτάει συνέχεια γι’ αυτό, τον λέω παλιάνθρωπο με την έννοια του «παλιού». Ούτε ταινίες μου βλέπω, ούτε πως ήμουν τότε και πως είμαι τώρα. Δεν με νοιάζει. Είμαι πολύ γήινη, αν και γενικά πετάω στα σύννεφα. Ότι κάνουν, ας το κάνουν τώρα, γιατί άμα πεθάνω, τίποτα δεν θα γίνει. Το λέω μπας και μπει στο νου τους κι αυτό.
 
Πολλοί συνάδελφοί σας βγαίνουν σε εκπομπές, αλλά δεν μιλάνε ποτέ σχεδόν για το Σπίτι του Ηθοποιού.
 
Ακριβώς, βγαίνουν και λένε ότι χαρίζουν λεφτά σ’ ένα ίδρυμα και δεν λένε το ίδρυμα το δικό τους! Μπράβο, βέβαια, κι εκεί που τα δίνουν, υπάρχει όμως κι ένα «αλλά» (σ.σ. η παλιά ξύλινη πολυθρόνα που κάθομαι νιώθω να σπάει στην πλάτη) Α, μην ταράζεστε, είναι η πολυθρόνα της Ελένης Ζαφειρίου κι όλο χαλάει (γέλια) Τέλος πάντων, έλεγα ότι μπορούν ν’ αναφερθούν και σ’ ένα ίδρυμα που μοιράζει φαγητό, περιθάλπει ανθρώπους που δε μπορούν να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι. Εμείς και ο Σπύρος Μπιμπίλας με το ΤΑΣΕΗ τρέχουμε, κάνουμε τόσα πράγματα και δεν έχω δει κανέναν να βγαίνει και να το λέει.
 
Που πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
 
Δεν ξέρω, δεν θα πω σ’ αυτό που μου λένε όλοι: «Σε ζηλεύουν». Βέβαια καλά κάνουν και με ζηλεύουν, γιατί δε νομίζω να’χουν τις αντοχές τις δικές μου, ούτε ποτέ να μηδένισαν τον τραπεζικό λογαριασμό τους! Εγώ, επίσης, δεν θα δεχτώ ποτέ να πεθάνω πάνω στη σκηνή. Άσε που τώρα πια δεν έχουν και σανίδι στη σκηνή, αλλά τσιμέντο. Ούτε θα πουν για μένα ποτέ «Δεν είχε να φάει, αλλά έπαιζε στο θέατρο». Πάθαινε κάτι ένας φίλος μου και δεν πήγαινα καν στην παράσταση, που δεν θα ήμουν και καλή κιόλας. Ενδιαφερόμουν πιο πολύ για τον φίλο μου, που πέθαινε, παρά για την παράσταση. Θα ήθελα, ως εκ τούτου, να βάλω κάποιον εδώ πέρα να διοικεί το ίδρυμα κι εγώ να έρχομαι μια – δυο φορές την εβδομάδα.
 
Σκοπεύετε να το κάνετε αυτό;
 
Α, βέβαια, και πολύ γρήγορα. Τον ψάχνω. Εδώ μέσα, ξέρετε, έχουμε έξοδα 15.000 ευρώ το μήνα.
 
Σκεφτήκατε κάποια στιγμή να τα βροντήξετε όλα και να φύγετε;
 
Μόνο στιγμή; Ώρες ολόκληρες! Είχα ένα φίλο, που τα κουβεντιάζουμε ωραία και μου έλεγε «Ήθελες να γίνει το Σπίτι του Ηθοποιού και έγινε! Τώρα θες να γίνει και το δίπλα, ας γίνει κι αυτό και μετά πες ”Γεια σας”». Εγώ, όμως, θέλω να βλέπω αν λειτουργούν όλα ρολόι, αν είναι εντάξει το φαγητό, αν δουλεύει το πλυντήριο…Κανονικά θα έπρεπε να σκηνοθετώ, αφού αυτό μ’ αρέσει να κάνω. Να φεύγω, να μην είμαι στην Αθήνα.
 
Σας έλειψε το θέατρο;
 
Πάρα πολύ! Το εγκατέλειψα πρόωρα, αλλά όχι και ότι ξυπνούσαν όλοι το πρωί και έλεγαν «Να πάρουμε τη Φόνσου για δουλειά». Είχα προτάσεις, αλλά θα προτιμούσα να έπαιζα στο ΚΘΒΕ. Πολλές προτάσεις είχα και για τηλεόραση, αλλά αρνούμαι, δεν παίζω. Δεν ξετρελάθηκα κιόλας με το περιεχόμενο. Ούτε και καθημερινό θα μπορούσα να κάνω, θα με κούραζε και δεν τα μπορώ τα κείμενα τελευταία στιγμή. Εμένα ανέκαθεν το άγχος μου ήταν να μην προδώσω το κείμενο του εκάστοτε συγγραφέα. Στους «Ρακοσυλλέκτες», που είχαμε κάνει με τον Ανδρέα Θωμόπουλο, ήμουν καλή, γιατί ήξερα όλο το κείμενο απ’ έξω. Καθόμουν και το μελετούσα, συζητάγαμε για ώρες με τον Θωμόπουλο, με τον Παράβα, ακόμη και με τον σκηνογράφο.
 
Ωραίο σήριαλ ήταν οι «Ρακοσυλλέκτες», το θυμάμαι.
 
Τώρα κατέθεσα τη συνέχεια τους στην ΕΡΤ, αλλά με έχουν «γραμμένη» κανονικότατα. Κάναμε την πρόταση με τον ίδιο συγγραφέα που είχε γράψει και το πρώτο σήριαλ. Ο Θωμόπουλος δεν ήθελε να σκηνοθετήσει πάλι και βάλαμε τον Βλάχο, καλό σκηνοθέτη επίσης. Εγώ πήγα κι είδα μια φορά τον πρόεδρο της ΕΡΤ, τον Ζούλια. Του έδωσα και μία άλλη πρόταση, το «Θέατρο στην κάμερα», που θα ενημέρωνε τι παίζεται στα μικρά θεατράκια ώστε να βοηθηθούν και οι νέοι άγνωστοι ηθοποιοί. Μέχρι και για την αναβίωση του «Θεάτρου της Δευτέρας» του μίλησα, που θα έδινε την ευκαιρία σε ηθοποιούς να παίξουν μεγάλους κλασικούς ρόλους. Εννοείται πως και σ’ όλα αυτά με «έγραψαν» πάλι…
 
Κι όμως, κυκλοφόρησε μια φήμη ότι το «Θέατρο της Δευτέρας» θα επέστρεφε στην τηλεόραση.
 
Τότε, με μένα, πριν ένα – δυο χρόνια. Ξέρετε ότι κάναμε πρόβες και τελικά μας είπαν: «Α, δε γίνεται, γιατί κοστίζει πολύ;» Είχα μαζέψει εδώ πενήντα ηθοποιούς, τρώγανε, πίνανε καφέδες, κάναμε συνέχεια πρόβες. Αποτέλεσμα: Αφού πρώτα μου είπαν «Να το κάνεις», στο τέλος άκουσα «Δεν γίνεται». Τρελά πράγματα! Δεν είμαι της άποψης ότι πρέπει να επιχορηγούνται συνέχεια, ούτε η τέχνη, αλλά ούτε κι εγώ μ’ αυτά που κάνω. Αυτό μας κάνει να επαναπαυόμαστε, γι’ αυτό κι όταν είχα το «Προσκήνιο» για 14 χρόνια, έπαιζα σε πολλές ταινίες που δεν με εξέφραζαν ώστε να ρίχνω εκεί τα λεφτά όλα. Κι όπως ξέρετε, στο «Προσκήνιο» είχα συνεργάτες τον Αλέξη Σολομό, τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Γιάννη Μόραλη. Μπορείτε να ρωτήσετε στο υπουργείο, ποτέ δεν ζήτησα χρήματα για να επιχορηγηθούν παραστάσεις μου.
 
Αληθεύει ότι κάνατε συνέχεια αιτήσεις για να σας πάρουν ως ηθοποιό στο Εθνικό;
 
Το Εθνικό δεν παίρνει λαϊκούς ηθοποιούς, παρά μόνο όσους έχει φίλους. Δεν γίνεται έτσι, όμως! Ο Λιγνάδης μου ζήτησε να παίξω, κατέθεσα έργα και…τίποτα. Γιατί δεν με παίρνει ένα τηλέφωνο να μου πει: «Άννα, δεν μας ενδιαφέρουν τα έργα σου και δεν σε θέλουμε»; Όχι να κάνω εγώ αιτήσεις, που ήμουν μαθήτρια του Ροντήρη, ξέρω απ’ έξω όλες τις αρχαίες τραγωδίες και δεν μ’ έχουν φωνάξει ούτε στον Χορό να παίξω μια φορά στην Επίδαυρο! Έφτασε στο σημείο ο γραμματέας του Εθνικού να μου πει: «Μην κάνετε άλλες αιτήσεις, κυρία Φόνσου. Τις έχουν δει τις προηγούμενες»! Έτσι, ναύλωσα ένα πουλμανάκι, έβαλα μέσα όλους τους φίλους μου και πήγαμε Επίδαυρο, όπου τους έπαιξα Μήδεια και ότι άλλο θες. Με χειροκρότησαν, αλλά μου φώναζαν «Αργείς;», γιατί έκανε ψοφόκρυο κι είχαν ξυλιάσει οι άνθρωποι (γέλια).
 
Με αφορμή το θάνατο της Τιτίκας Σαριγκούλη, σκεφτόμουν πως η γυναίκα αυτή, στα γεράματα της, έβγαινε στο θέατρο για να παίρνει δέκα ευρώ στο τέλος.
 
Να, αυτά κάνει το κράτος. Τι σύνταξη παίρνουν αυτοί οι άνθρωποι; Ερχόταν εδώ η Τιτίκα, μου έφερνε τα βιβλία της και μου ζήταγε να τα παίξει. «Που να τα παίξουμε, μωρέ Τιτίκα;» της έλεγα…Σημειωτέον, η Τιτίκα είχε ένα σπίτι και το’χε γράψει στο κόμμα, στο ΚΚΕ. Τι πάθος κι αυτό! Κι εγώ ΚΚΕ είμαι, αλλά το σπίτι μου δεν τους το γράφω. Εντάξει, σου γράφουν το σπίτι τους, αλλά φρόντισε κι εσύ να περνάνε καλά οι άνθρωποι όσο ζουν.
 
Κανένα κόμμα δεν το κάνει αυτό.
 
Ναι, αλλά δεν δίνουν εύκολα τα σπίτια τους στα άλλα κόμματα, μόνο στο ΚΚΕ γίνεται αυτό. Μόνο οι κομμουνιστές το κάνουν, γι’ αυτό κι εγώ πιστεύω στη ρίζα του ΚΚΕ, ασχέτως του πατέρα μου που τράβηξε τα πάνδεινα στις εξορίες γιατί δεν υπέγραψε ποτέ δήλωση μετανοίας. Ο πατέρας μου άφησε δύο παιδιά για να πάει στην εξορία. Δεν σκέφτηκε ότι εγώ κοιμόμουν μ’ έναν γάιδαρο ή ότι η αδερφή μου ήταν φυματικιά. Η ιδεολογία του ήταν πάνω κι απ’ τα παιδιά του. Φοβερό!
 
Παρόλα αυτά, πολιτευθήκατε με το ΠΑΣΟΚ.
 
Ο μόνος λόγος που «κατέβηκα» με το ΠΑΣΟΚ ήταν που μου είχε υπογράψει ο Βενιζέλος για το Σπίτι του Ηθοποιού. Για κανέναν άλλο λόγο! Πρέπει να σας πω, όμως, ότι είχα «κατέβει» και με το ΚΚΕ, εξελέγην και μετά μου πήραν την έδρα, γιατί θα χάνανε τη Μυτιλήνη. Συγγνώμη, αλλά τα λέω τώρα και εκνευρίζομαι. Ο Φλωράκης, που αγαπιόμασταν, με είχε πιέσει. Του έλεγα πως είμαι ερασιτέχνις της πολιτικής και επέμενε πως αυτά που μπορώ να προσφέρω εγώ, δεν μπορεί να τα προσφέρει κανείς άλλος. Πολιτεύομαι, βγαίνω και φοράω το ταγεράκι Σανέλ για να πάω να ορκιστώ. Με το που φτάνω, με ζητάνε στο τηλέφωνο. Εγώ είχα ένα γκόμενο τότε που μου έστελνε συνέχεια λουλούδια, τόσα πολλά, ώστε έβγαζα τις κάρτες από πάνω τους, να μη λένε «Τι ψωνάρα είναι αυτή», λες κι είχα πρεμιέρα στο θέατρο. Μου έγραφε «Τώρα που περπατάς, μωρό μου» και «κάνεις εκείνο και τ’ άλλο», αλλά πάει στο τηλέφωνο το μωρό του γιατί νόμιζε πως θα ήταν αυτός για να πει καλή επιτυχία. Τελικά ήταν η Αλέκα Παπαρήγα στο τηλέφωνο, που μου λέει: «Άννα μου, ξέρω ότι είσαι εκεί, αλλά θα σε βρει ένας γραμματέας μας να σου πει κάτι που θέλουμε». Μετά από πέντε λεπτά, ξαναπαίρνει τηλέφωνο ο γραμματέας και μου λέει «Κυρία Φόνσου, πρέπει να παραιτηθείτε»!
 
Τι ξενέρωμα!
 
Ναι, την ώρα της ορκωμοσίας μου! Μου εξήγησε πως έπρεπε να παραιτηθώ γιατί έχαναν την έδρα του Κόρακα στη Μυτιλήνη. Ψέλλισα απλά ένα «γιατί» και μου απάντησε: «Ξέρετε, έτσι γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις». Δεν του είπα τίποτα, έκλεισα το τηλέφωνο, βγήκα έξω κι άρχισα να τρέχω στη Βασιλίσσης Σοφίας – πως δεν με πλάκωσε κάνα αυτοκίνητο; Τηλεφωνώ του Φλωράκη: «Χαρίλαε, μου είπαν να παραιτηθώ»! «Κι εσύ είπες ναι;»…«Όχι μόνο είπα ναι, αλλά μου φέρανε χαρτί και το υπέγραψα»…Δηλαδή ηλίθια, διότι τώρα θα έπαιρνα τη σύνταξη του βουλευτή και δεν θα είχαμε κανέναν ανάγκη εδώ μέσα. Τέλος πάντων, γίνομαι έξω φρενών και σε δύο μέρες κάνουν μία δεξίωση προς τιμήν μου επειδή παραιτήθηκα. Ούτε καν μίλησα, δεν άκουσαν καθόλου τη φωνή μου.
 
Και που πήγατε, πολύ ήταν.
 
Πήγαμε μαζί με τον Φλωράκη, γι’ αυτό πήγα. Ο Φλωράκης μίλησε για μένα. Τους είπε ότι έπρεπε να μου έχουν κάνει «φροντιστήριο», όπως κάνουν στους άλλους, και να μ’ είχαν ειδοποιήσει τουλάχιστον τρεις μέρες πριν. Του είπαν «Ναι, αλλά την τελευταία στιγμή χάσαμε την έδρα». Έκτοτε, ορκίστηκα ότι δεν θα ξανακατέβω στις εκλογές με κανέναν! Μια μέρα συναντώ στο «17», στο εστιατόριο που έτρωγα, τον Βενιζέλο όταν ήταν υπουργός Πολιτισμού. Μου είπε να πάω να τον βρω για ότι ήθελα, ούσα και πρόεδρος του ΣΕΗ τότε. Πήγα και τα είχα όλα τεκμηριωμένα για να μην τον πρήζω για πολλή ώρα. Του ζήτησα να γίνει το Σπίτι του Ηθοποιού και να υπαχθεί στο ΥΠΠΟ. Δέχτηκε, μου υπέγραψε και πήραμε την πρώτη προκαταβολή. Έτσι ξεκινήσαμε και θέλω να γραφτεί, γιατί μ’ αρέσει να το λέω όταν βοηθάει κάποιος. Μετά που έπαψε να είναι υπουργός ο Βενιζέλος, κόπηκαν όλα! Κάποια λεφτά ξαναπήραμε επί Γκερέκου, η οποία είχε προτείνει κάτι εκπληκτικό: Να έμπαινε στα εισιτήρια θεάτρου ένα τέλος της τάξης των 50 σεντς που θα πήγαινε στο Σπίτι του Ηθοποιού. Έφυγε η Γκερέκου, πάει κι αυτό…Γκαντέμισσα είμαι εγώ, όποιος μπαίνει, βγαίνει (γέλια).
 
Σε ποιον ανήκει αυτό το κτίριο που βρισκόμαστε τώρα;
 
Σε μένα. Γραφεία της Πετρογκάζ ήταν εδώ. Καλύτερα να ήταν οικόπεδο και να το χτίζαμε απ’ την αρχή, γιατί χρειάστηκαν πολλά λεφτά για να φτιαχτούν τα δωμάτια και οι χώροι του. Να πω εδώ ότι με γέλασε ο δήμαρχος ο Αβραμόπουλος. Μου είχε δώσει ένα άλλο κτίριο και μετά είπε «Δεν συμφωνεί η γειτονιά».
 
Τι ακριβώς εννοείτε;
 
Όταν έβγαινα στις τηλεοράσεις κι έλεγα ότι θέλω να κάνω το Σπίτι του Ηθοποιού, πετάγεται ο Αβραμόπουλος και λέει «Εγώ θα σας δώσω κτίριο». Την άλλη μέρα πάω στο γραφείο του και μου λέει ότι θα μας δώσει ένα κτίριο τέρμα Πατησίων, ιδιοκτησίας του Δήμου Αθηναίων. Το βλέπω και πέφτω ξερή! Κάνουμε μια δεξίωση, γράφουμε με χρυσά γράμματα «Μας το παραχώρησε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος», ήρθαν η Μάρω Κοντού, η Μαίρη Χρονοπούλου, όλοι οι ηθοποιοί. Μας κάνει ο Αβραμόπουλος ένα τετραετές συμβόλαιο ώστε άμα δεν προχωρούσα, να το έπαιρνε πίσω. Βγαίνει τότε ο πατέρας του σημερινού προέδρου του Ιδρύματος Νιάρχος, που δεν ζει πια, και λέει «Εγώ θα δώσω 75 εκατομμύρια για να χτιστεί το Σπίτι του Ηθοποιού». Χαρές εμείς, έλα όμως που μετά από δυο μήνες με παίρνει τηλέφωνο ο Αβραμόπουλος: «Δεν μπορώ να σας δώσω το κτίριο, γιατί διαμαρτύρεται η γειτονιά». Είχε αυτοκτονήσει ο Μαλούχος εκεί και δε θέλανε – υποτίθεται – τους ηθοποιούς γιατί φοβούνταν τα ναρκωτικά κλπ. «Δεν είσαι σοβαρός» του κάνω.
 
Του είπατε έτσι ακριβώς;
 
Βέβαια, έτσι μιλάω εγώ. Τον ρωτάω «Τα λεφτά από τον Δρακόπουλο του Νιάρχος θα τα πάρω;», αφού θα έβρισκα ούτως ή άλλως άλλο κτίριο. «Ναι, θα τα πάρεις» μου λέει ο Αβραμόπουλος, «γιατί θα του πούμε ότι δεν χάλασε από σένα η δουλειά». Κάνουμε ραντεβού με τον Δρακόπουλο, πάω με 38 πυρετό και του εξηγώ: «Πρέπει να μου τα δώσετε τα λεφτά. Όχι στο χέρι τώρα, αλλά μόλις βρω νέο κτίριο κι αρχίσουμε να χτίζουμε». Απάντησε πως θα το σκεφτεί. Λίγο μετά, ύστερα από δέκα μέρες για την ακρίβεια, πέθανε…Μου σύστησαν να γράψω στον γιο του στην Αμερική. Το έκανα. Δεν πήρα ποτέ απάντηση. Από τότε, όπως τα λέω σε σας τώρα, τα λέω και στις τηλεοράσεις: «Μη μου λέτε τι κάνει και τι προσφέρει το Ίδρυμα Νιάρχος! Ορίστε τι έκανε σε μας»! Τα έλεγα συνέχεια ώσπου μια μέρα μου τηλεφώνησαν από το Νιάρχος: «Σας παρακαλούμε, πως μιλάτε έτσι για το Ίδρυμα μας;» Τους απαντώ: «Δώστε μου τα λεφτά να μη μιλάω και να λέω μόνο τι καλό Ίδρυμα είσαστε». Τους εξήγησα πως δεν έχω την αντοχή να τους τραβήξω δικαστικά, αλλά θα τους ξεφτιλίζω όπου σταθώ κι όπου βρεθώ. Μου λένε «Μπορείτε να έρθετε αύριο να μιλήσουμε ιδιαιτέρως;» Πάω και το «ιδιαιτέρως» ήταν είκοσι άτομα, οι διευθυντές τους, γύρω από μία τράπεζα κι εγώ μόνη μου! Κάνω: «Συγγνώμη, εσείς είστε οι πλούσιοι, αλλά κι εγώ έχω έναν δικηγόρο, μια γραμματέα και όλα τα τεκμήρια μου. Θα έρθω πάλι μ’ αυτούς μαζί». Ξαναγίνεται το ραντεβού, όπου αυτοί τελικά στέλνουν δικούς τους να ελέγξουν τι έχουμε κάνει. Εντυπωσιάστηκαν, υποτίθεται. Τους ζήτησα να μου φτιάξουν το δίπλα κτίριο. Άρχισαν τα παζάρια, «Να σας κάνουμε δύο ορόφους» κλπ. Συμφώνησα. Είχαμε έτοιμο ένα θεατράκι 70 θέσεων και με ρωτάνε: «Αν δουλέψει το θέατρο αυτό, πόσα λεφτά θα βγάζει το Ίδρυμα Νιάρχος;» Άρχισα να τους εξηγώ πως Σπίτι του Ηθοποιού σημαίνει να δίνεται τσάμπα στους ηθοποιούς το θέατρο και όχι να τους εκμεταλλεύομαι. «Α, έτσι;» μου κάνουν, «Όχι. Το Νιάρχος θέλει να ξέρει τι βγάζετε για να παίρνει το 25%». Ξέρετε πως καταλήξαμε; Να τους λέω «Λοιπόν, επειδή τίποτα δεν θα κάνετε, σταματάμε και αφήστε με εμένα να βγαίνω μια χαρά και να σας ξεφτιλίζω».
 
Έχετε επικοινωνία σήμερα μαζί τους;
 
Ούτε να με δουν! Επειδή όμως είμαι σίγουρη πως αυτά δεν τα ήξερε ο Σπύρος Νιάρχος, του έστειλα ένα γράμμα. Ήξερα πόσο δύσκολα φτάνουν στους ίδιους οι επιστολές. Εδώ δε φτάνουν σε μένα, στο Σπίτι του Ηθοποιού – σιγά τον πολυέλαιο. Πήγα στις Σπέτσες, που μου είπαν, μπας και τον έβρισκα στο ουζερί που σύχναζε τα μεσημέρια. Τελικά δεν ήρθε. Ήπια όλο το ούζο των Σπετσών και με πήρανε σηκωτή. Να, αυτό θέλω να μάθει! Από κει που’χα πάει να τον βρω καλοχτενισμένη, έφυγα παραπατώντας και τρεκλίζοντας (γέλια).
 
 
Γιατί τα κάνετε όλα αυτά, κυρία Φόνσου;
 
Σίγουρα χωρίς κανένα προσωπικό συμφέρον. Ορθώς μου το ρωτάτε αυτό, γιατί αναρωτιέμαι μήπως κάτι μου συμβαίνει, μην είμαι για τον ψυχίατρο. Δηλαδή παράτησα την καριέρα μου, μου τέλειωσαν τα λεφτά, είχα ένα δεσμό που μ’ άφησε και γι’ αυτό το λόγο, γιατί δε μπορούσα να βλεπόμαστε. Έπαψα να έχω προσωπική ζωή κι εκεί είπα «Μήπως να πάω να κοιταχτώ καλύτερα;»
 
Σας λείπει το ερωτικό κομμάτι;
 
Μου λείπει το ερωτικό – συναισθηματικό, γιατί είμαι μια πολύ χορτάτη γυναίκα. Αγάπησα, αγαπήθηκα πολύ, το ξέρω το πάθος από μικρή ηλικία, τα έχω ζήσει όλα αυτά. Ούτε μου λείπει ένας σύντροφος που να πω τι θα γίνω άμα γεράσω κλπ. Καταρχάς θα έπρεπε να τον έχω ήδη (γέλια). Με συμπληρώνει πλέον η Άση, η κόρη μου, με το παιδάκι που’χει κάνει. Πάντα πίστευα ότι ο καθένας γεννιέται και πεθαίνει μοναχός του.
 
Το πιστεύετε στα αλήθεια αυτό;
 
Βέβαια. Δεν μ’ ενδιαφέρει η ασφάλεια μου. Συγκατοικώ επίσης με την Άντα, που τη γηροκομώ. Η καημένη εγχειρίστηκε πρόσφατα στο πόδι και της έχω δύο γυναίκες. Ήταν κοντά στην Αλίκη Βουγιουκλάκη από πέντε ετών και για 28 ολόκληρα χρόνια. Δεν μ’ ενδιαφέρουν πλέον οι σύντροφοι και με νευριάζει η λέξη κιόλας. Οι σύντροφοι είναι για το ΚΚΕ. Θα μου άρεσε, τώρα που το σκέφτομαι, να είμαι με κάποιον, αλλά να μου άρεσε πολύ. Για το δε γάμο, πάντα πίστευα πως είναι καλή κατάσταση, αρκεί να υπάρχει και τρίτο πρόσωπο κατά την ιψενική λογική (γέλια). Πλέον έχω απηυδύσει απ’ τους άνδρες, ενώ όταν ήμουν νέα δεν είχα πολλές απαιτήσεις. Τώρα ένας να βρεθεί που να’ναι 70 ετών και να πετάξει μια βλακεία ή να μην έχει χιούμορ, διότι εγώ μια ζωή με πλάκα και γέλιο έζησα, θα τονε κάνω να πεθάνει γρηγορότερα.
 
Κι αν σας ερωτευόταν κάποιος στην ηλικία μου, στα 45 του;
 
Δεν θα μπορούσα να είμαι με κάποιον στα 45 του. Δεν θα είχαμε τις ίδιες αναφορές, τις ίδιες αναμνήσεις. Τι θα ήξερε αυτός απ’ το Πολυτεχνείο που εγώ το είχα ζήσει, λόγου χάριν; Θα έπρεπε όλα να του τα εξηγώ.
 
Για το Πολυτεχνείο θα λέγατε με τη σχέση σας;
 
Και τι θα λέγαμε; Και για τα πολιτικά, αλλά και για το Πολυτεχνείο. Και για τον Γκοντάρ και για τον Φελίνι.
 
Πως και δεν παίξατε σε κάποια ξένη ταινία;
 
Δεν έπαιξα. Είμαι άνεργη του εξωτερικού. Τώρα θα παίξω σε μία ελληνοκινέζικη συμπαραγωγή που λέγεται «Στον αστερισμό του Ταύρου». Τον Μάρτη θα ξεκινήσουμε από την Κω, που δεν έχει πολλά κρούσματα. Μου έδωσαν βασικό ρόλο, της δημάρχου, αν και θα προτιμούσα γενικά να παίζω μικρά πράγματα από δω και πέρα. Η ταινία θα είναι ένα κοσμοπολίτικο θρίλερ και με την ευκαιρία θα δείχνουν τα τουριστικά αξιοθέατα της Ελλάδας, στην Αθήνα και αλλού. Αυτό, πάντως, που θα ήθελα να κάνω ταινία είναι ένα μεγάλο βιβλίο του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη με πολλούς ρόλους, καθώς πάντα ήθελα να παίζω ανάμεσα σε πολλούς συναδέλφους.
 
Δηλώσατε πριν την επιθυμία να σκηνοθετήσετε και ελάχιστοι γνωρίζουν ότι πήρατε ένα βραβείο σκηνοθεσίας στη Ρουμανία.
 
Ναι, αυτό έγινε πριν λίγα χρόνια. Ανεβάσαμε ένα ελληνικό έργο με τα παιδιά των Ελλήνων της Ρουμανίας, που είναι εκεί γεννημένα. Ετοιμάζουμε ακόμη ένα έργο να παίξουμε στο Βουκουρέστι από του χρόνου, αν το επιτρέψουν οι συνθήκες. Η καλύτερη μου εμένα, όμως, είναι να πηγαίνω στο Ναύπλιο. Ανεβάζουμε τον «Κουνενέ» του Πρετεντέρη με είκοσι παιδιά που τελειώνουν θεατρολογία. Για την ώρα, κάναμε πρόβα από το διαδίκτυο, αλλά τους είπα να το σταματήσουμε, γιατί δεν είναι δυνατόν αυτό. Το θέατρο είναι το ταμείο, το μπαρ, η ταξιθέτρια και αυτό το άψυχο πράγμα με τρελαίνει. Τους είπα: «Αν θέλετε, πάρτε άλλο σκηνοθέτη. Εγώ να σας βλέπω από μία οθόνη, δεν το θεωρώ σοβαρή πρόβα». 
 
Καλός – χρυσός ο Πρετεντέρης, δεν λέω, μα δεν είναι όμως και μία παρωχημένη επιλογή ρεπερτορίου;
 
Τέτοια θέλουνε εκεί, γιατί σπουδάζουν θεατρολογία. Είχαμε σκεφτεί κι άλλους συγγραφείς, σαν τον Μήτσο Ευθυμιάδη. Το καλοκαίρι, π.χ., θα στήσουμε μία παράσταση στο Ηρώδειο με το ΤΑΣΕΗ με καινούργια κείμενα. Πρέπει να καταλάβετε ότι αυτές οι μη επαγγελματικές σκηνές δεν μπορούν με τη μία να μυηθούν στο θέατρο. Δεν μπορώ να πάω να τους πω εγώ να παίξουμε το άλλο του Άλμπι που ερωτεύθηκε την κατσίκα. Δεν γίνεται, θα πάθουν την πλάκα τους οι άνθρωποι (γέλια). Εκεί, ας πούμε, υπάρχει ένας κλόουν που χτυπάει καμπανάκι στην πλατεία του Ναυπλίου και καλεί τον κόσμο στην παράσταση. Μου λένε «Να σας βγάλουμε άδεια να έρθετε έτσι», αλλά εγώ δεν θέλω άμα δεν ανοίξουν τα μπαράκια. Έτσι το’χω συνδυάσει το Ναύπλιο, με δουλειά και μπαρότσαρκες.
 
Πως εξηγείτε το ότι μοιάζετε να μην έχετε ηλικία;
 
Έλα ντε! Δεν ξέρω τι DNA κουβαλάω, γιατί κι ο πατέρας μου, όταν τον έχασα στα 60 του, έμοιαζε 40 ετών. Κάτι θα γίνεται με το οικογενειακό ινστιτούτο καλλονής (γέλια). Σ’ όσους φίλους μού απόμειναν, λέω πως δεν τη σκέφτομαι καθόλου την ηλικία. Να φανταστείτε, είχα ένα φίλο που είχε μια γκόμενα και μου μιλούσε όλο γι’ αυτήν. «Πόσων ετών είναι το κορίτσι;» τον ρωτάω και μου απαντάει: «Σαράντα». Του κάνω: «Μα, για την κωλόγρια μου μιλάς τόση ώρα; Άσε, ρε φίλε, κάθομαι και σου δίνω συμβουλές για τη γριά» Ή μου λένε να προσέχω που βουτάω στη θάλασσα μην πάθω κάνα έμφραγμα, κάτι που δεν θα το σκεφτόμουν ποτέ.
 
Όντως, το πόδι πρέπει να μπαίνει αργά – αργά στο νερό, ειδικά το παγωμένο.
 
Σωστά, αλλά δεν τα σκέφτομαι αυτά. Εξετάσεις δεν έχω κάνει ποτέ. Τεστ Παπανικολάου και Χατζηνικολάου, ποτέ επίσης, αν και τώρα δεν χρειάζεται. Αίμα μου πήραν μια φορά πρόσφατα, μου είπαν «Προσέξτε αυτό», αλλά δε θυμάμαι τι ήταν…Έχω ένα θέμα εδώ και 20 χρόνια με κολπική μαρμαρυγή. Όταν μου το πρωτοείπαν, νόμιζα ότι είχα χτυπήσει με τον κόλπο μου σε κάποιο μάρμαρο. Έλεγα, λοιπόν, σ’ όλους: «Να, μωρέ, έχω και μια μαρμαρυγή γιατί χτύπησα». Πριν δυο – τρία χρόνια που ήμουν μ’ ένα γιατρό, του κάνω «Κι εγώ ακούω συχνά την καρδιά μου να πεταρίζει, επειδή χτύπησα σ’ ένα μάρμαρο»…«Τι μάρμαρο;» με ρωτάει…«Να, με τον κόλπο μου χτύπησα»…«Έλα, κομμένα τα αστεία»! Με έτρεξε, κάναμε ένα καρδιογράφημα, αλλά δεν έδειξε τίποτα εκείνη την ώρα. Μου σύστησε, όποτε με ξανάπιανε ταχυκαρδία, να του τηλεφωνήσω. Μετά από ένα εξάμηνο, στενοχωρήθηκα με κάτι εδώ και με έπιασε τρομερή ταχυκαρδία. Πήγα στο νοσοκομείο, μου το βρήκανε και μου είπαν να παίρνω ένα χάπι. Το πίνω κάθε απόγευμα στις έξι, αν κι έχω αλλάξει εκατό ώρες που το παίρνω στάνταρ (γέλια). Τι να πω, βρε παιδί μου, μια φορά πήγα στο νοσοκομείο και μου βρήκανε μαρμαρυγή. Άμα ξαναπάω, θα μου πουν να πάρω άδεια ταφής.
 
Θα καείτε ή θα ταφείτε, τι θα προτιμούσατε;
 
Καύση φυσικά! Το ξέρω κι απ’ τον έρωτα μου, τον Σπύρο Μερκούρη, τον αδερφό της Μελίνας. Μου είχε πει «Αν με αγάπησες, θα μου το κάνεις αυτό, θα με αποτεφρώσεις». Μου είχε βάλει και το ποσόν της διαδικασίας. Πήγαμε τελικά στη Βουλγαρία. Τώρα που έγινε το αποτεφρωτήριο στη Ριτσώνα, του το λέω συνέχεια: «Δεν το καθυστερούσες λίγο, βρε Σπύρο, να μην τρέχαμε στη Βουλγαρία». Λεβέντης ήταν ο Σπύρος, πέθανε στα 93 του. Είχε κάνει μια καταπληκτική πολεοδομική μελέτη για την Ιερά Οδό, που την είδε η Δούρου και τρελάθηκε! 
 
Πείτε μου κάτι άλλο που σκοπεύετε να κάνετε, αφού – ως γνωστόν – ησυχία δεν έχετε.
 
Θέλουμε να κάνουμε ένα δημοτικό κινηματογράφο κι έχουμε ήδη απευθυνθεί στο Δήμο της Αθήνας. Τον φαντάζομαι έναν ανοιχτό κινηματογράφο της γειτονιάς, που είναι απ’ τις πιο υποβαθμισμένες του κέντρου. Αν δεν μας βοηθήσει ο Δήμος, θα το κάνουμε μόνοι μας κι αυτό. Θα παίζει ταινίες κάθε Παρασκευή και Σάββατο, κλασικό γαλλικό σινεμά, Μπέργκμαν, Βισκόντι κλπ. με δωρεάν είσοδο. Άμα το πάρει ο Δήμος, ας κάνει ότι θέλει. Εγώ θέλω απ’ έξω πασατέμπο, το μαλλί της γριάς, τα γιασεμιά, τον Κηλαηδόνη με άλλα λόγια. Θα βάλω κάποιον υπεύθυνο, γιατί δε μπορώ ν’ ασχοληθώ και μ’ αυτό. Έχω 20 χρόνια να πάω διακοπές και να δω το ωραίο σπίτι μου στην Τήνο. Τέλος, μία άλλη επιθυμία μας είναι να μας δώσουν το Ηρώδειο το καλοκαίρι για την παράσταση με το ΤΑΣΕΗ.