Αλλάζει το κυρίαρχο ευρωπαϊκό αφήγημα;

Η Γερμανία και η Γαλλία ενδιαφέρονται περισσότερο για την συνεργασία τους με Ρωσία και Κίνα παρά για την συμπερίληψη ολόκληρης της Ευρώπης στην ΕΕ. Ποιό είναι λοιπόν το μακροπρόθεσμο σχέδιο;

markus spiske wIUxLHndcLw unsplash

Μέσα στον Οκτώβριο η Γερμανία ανακοίνωσε ότι θα δώσει πρόσβαση στο μελλοντικό 5G δίκτυο της στην Huawei, προκαλώντας τον εκνευρισμό της αμερικανικής κυβέρνησης που βρίσκεται σε πόλεμο με την γιγάντια κινεζική εταιρεία. Σχεδόν ταυτόχρονα ανακοινώθηκε η υποχώρηση της Δανίας στις γερμανικές πιέσεις ώστε να περάσει ο αγωγός Nordstream 2 που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στη Γερμανία από τα Δανέζικα χωρικά ύδατα. Και πάλι είχαμε έντονες αντιδράσεις και απειλές για οικονομικές κυρώσεις από τις ΗΠΑ, αλλά και διαμαρτυρίες από πολλά κράτη της ανατολικής ΕΕ που δυσπιστούν προς τις Ρωσικές προθέσεις και λειτουργούν ως σύμμαχοι της κυβέρνησης Τραμπ μέσα στην ΕΕ.

Το ίδιο διάστημα ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν έβαλε βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και την Βόρεια Μακεδονία, απείλησε με βέτο την τρίμηνη παράταση για το Brexit και προειδοποίησε ότι αυτή θα είναι η τελευταία παράταση, μετέβη στην διεθνή έκθεση της Σαγκάης μαζί με Ευρωπαίους αξιωματούχους με στόχο την περαιτέρω οικονομική συνεργασία Κίνας – ΕΕ ανεξάρτητα από την έκβαση του εμπορικού πολέμου μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ.

Υπάρχει ένα συνδετήριο νήμα ανάμεσα στα διαφορετικά αυτά γεγονότα, μια λογική και ένας προσανατολισμός που φαίνεται σταδιακά να αναδύεται σε Βερολίνο και Παρίσι ταυτόχρονα. Ο προσανατολισμός για μια ΕΕ μικρότερη από αυτήν που είχαμε στις αρχές της δεκαετίας, περισσότερο λειτουργική με μια συγκεκριμένη έννοια και περισσότερο ανεξάρτητη από τις ΗΠΑ – άρα συνδεδεμένη οικονομικά με την Κίνα και τουλάχιστον ενεργειακά με την Ρωσία.

Το οικονομικό φλερτ Γάλλων και Γερμανών με τους γίγαντες της Ευρασίας θυμίζει σε κάποιους την ostpolitik του Βίλλυ Μπραντ. Η ομοιότητα όμως είναι φαινομενική. Τις δεκαετίες του 70 και του 80 ο διάλογος των Ευρωπαίων και κυρίως της Γερμανίας με την τότε ΕΣΣΔ και η αρχή της συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα συνδεόταν άμεσα με την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και την επέκταση της προς τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, περιλαμβανομένου του ανατολικού τμήματος της Γερμανίας. Τελικά βέβαια η κατάρρευση της ΕΣΣΔ επέφερε αυτή την επέκταση και επίσης την γερμανική ενοποίηση ανεξάρτητα από την συνεργασία Βερολίνου – Μόσχας.

Σήμερα τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Γερμανοί εμφανίζονται λιγότερο ενθουσιασμένοι από ποτέ με την ιδέα μιας ΕΕ που διαρκώς διευρύνεται. Στην πραγματικότητα μάλλον προτιμούν μια μικρότερη από σήμερα ΕΕ, καλοδέχονται ας πούμε την Βρετανική αποχώρηση. Ενώ έχουν γίνει και ανυπόμονοι με τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης και τις διαρκείς αποκλίσεις τους από το ευρωπαϊκό κεκτημένο λόγω των ακροδεξιών κυβερνήσεων τους.

Ο εμεργειακός πλούτος της Ρωσίας, τα κεφάλαια που μπορεί να επενδύσει η Κίνα αλλά και η τεράστια εσωτερική αγορά της, η εξισσορόπηση της αμερικανικής γεωπολιτικής παντοκυριαρχίας μέσα από ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα απασχολούν το Παρίσι και το Βερολίνο πολύ περισσότερο από ότι τα προβλήματα της περιφέρειας της ΕΕ, είτε αυτή η περιφέρεια είναι προς ανατολάς και νοτιοανατολάς είτε πέρα από τη Μαγχη.

Όμως για να συνομιλείς με ισοτιμία με την Κίνα, την ισχυρή γεωπολιτικά Ρωσία και τελικά τις ΗΠΑ, απαιτείται ένας μεγαλύτερος βαθμός ενοποίησης της ΕΕ και αρχίζει να φαίνεται ότι στο Παρίσι και στο Βερολίνο το έχουν αντιληφθεί. Το πιθανό πρόβλημα είναι εαν στις δυο πρωτεύουσες επικρατεί πλέον η άποψη ότι αυτή η ενότητα πρέπει να επιτευχθεί σε μια ουσιαστικά μικρότερη ΕΕ. Είτε μέσω και τυπικών αποχωρήσεων όπως η Βρετανική είτε μέσω της ΕΕ των ομόκεντρων κύκλων και των πολλών ταχυτήτων.

Από τεχνικής άποψης μπορεί και να είναι έτσι. Μια πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ενιαία ΕΕ πόσες γλώσσες εργασίας μπορεί νά έχει και πόσα διαφορετικά γεωπολιτικά αφηγήματα μπορεί να συμπεριλάβει παραμένοντας λειτουργική; Όμως όποιος επιθυμεί να παραμείνει στον πυρήνα και έχει σοβαρούς οικονομικούς, πολιτικούς ακόμη και γεωπολιτικούς λόγους να παραμείνει στον πυρήνα της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, πρέπει άμεσα να αναλύσει την νέα κατάσταση και να προσαρμόσει τις πολιτικές του. Ενώ από τη σκοπιά της Αριστεράς κυρίαρχο είναι το ζήτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης και του πολιτικού – κοινωνικού προσανατολισμού του όποιου μορφώματος “πυρήνα” της ΕΕ ενδέχεται να προκύψει στο μέλλον. Θέλουμε μια ισχυρή διεθνώς ΕΕ των λαών και των πολιτών της, όχι άλλη μια μεταμοντέρνα Αυτοκρατορία.

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του koutipandoras.gr