Newsroom

Newsroom

O Aλέκος Πούλος στο koutipandoras.gr: "Ο αγώνας της θάλασσας, είναι για εμάς και αγώνας της στεριάς

O ποιητής και συγγραφέας Αλέκος Πούλος μας διηγείται πώς η μοναξιά και ο αγώνας του ναυτεργάτη μπορεί να γίνει ποίημα και διήγημα. Ιστορίες για τη ζωή μέσα στη θάλασσα, ιστορίες για τις καθοριστικές απεργίες, για τα κορίτσια στα λιμάνια και για τις αγάπες στη στεριά... Το μεγάλο του μεράκι είναι να αφήνει ελεύθερες τις σκέψεις του στο χαρτί, να μην τις στενεύει σε ρίμες και ομοιοκαταληξίες.

59db9f761dc52407508b487d

Με αφορμή το βιβλίο του “Συνορεύοντας με τη Στεριά” μίλησε στο koutipandoras.gr για τις πίκρες και τις χαρές του, για τα ποιήματα και τα βιβλία του, για τη μοναξιά και τη λαχτάρα μέσα στο καράβι.”Αν κάνεις ένα σπίτι, ένα παλάτι, κάποια στιγμή θα ξεχαστεί. Ένα βιβλίο όμως, ακόμα και σε έναν παλιό πάγκο να το βρεις κάποτε στο Μοναστηράκι, έχει άλλη αξία”, επισημαίνει. Από τις φυλακίσεις για τις κινητοποιήσεις στα καράβια, μέχρι τα γράμματα που έγραφε στους ερωτευμένους συναδέλφους του, οι διηγήσεις του είναι γεμάτες θάλασσα, μεράκι και φαντασία.

Συνέντευξη στην Ηλέκτρα Ζαργάνη

Πείτε μας λίγα για το βιβλίο σας «Συνορεύοντας με τη Στεριά». Με ποιον τρόπο τα ταξίδια, η θάλασσα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τα ποιήματά σας;

Το βιβλίο «Συνορεύοντας με τη Στεριά» περιέχει ποιήματα που τα έγραψα όλα στη θάλασσα, ούτε ένα από αυτά δεν γράφτηκε στη στεριά. Τα ποιήματα περιγράφουν τη ζωή μου μέσα στα καράβια. Το βράδυ καθόμουν στην καμπίνα και έγραφα, κουρασμένος από τις καθημερινές δυσκολίες. Την ημέρα συγκέντρωνα τις σκέψεις μου και το βράδυ που τελείωνα τη δουλειά και πήγαινα στην καμπίνα, έπαιρνα μολύβι και χαρτί και οι σκόρπιες λέξεις γίνονταν ποιήματα και διηγήματα. Ήταν η εκτόνωση της ημέρας. Και η μοναξιά εξάλλου θέλει μια παρηγοριά.

Ποιο είναι το βασικό μοτίβο, το βασικό θέμα που διαπερνά την ποίηση σας;

Η ζωή μου μέσα στα καράβια, η ζωή μέσα στη θάλασσα. Ο αγώνας για να αλλάξει η ζωή του ναυτεργάτη. Πάντοτε έβλεπα τον εαυτό μου σαν εργάτη. Σαν εργάτη που με εκμεταλλεύονται οι εφοπλιστές. Και τον αγώνα μου, εκτός από την απεργία, την καθημερινή δουλειά με τους συναδέλφους, ήθελα να τον κάνω και ποίημα και διήγημα. Το έβλεπα σαν πάλη, σαν διαμάχη ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Το καράβι και τη θάλασσα τα αγαπούσα. Δεν αγαπούσα όμως τον πλούτο που έβγαζαν οι εφοπλιστές από τη δική μας δουλειά. Έγραφα βέβαια και άλλες ιστορίες. Ιστορίες για τα κορίτσια στα λιμάνια, για τις αγάπες μου στη στεριά, ποιηματάκια και στιχάκια που σκάρωνα για τα παιδιά μου. Σε πολλά ποιήματά μου αναφέρω τη σελήνη, τον ήλιο που δεν έμπαινε στα φινιστρίνια μας και δεν μπορούσαμε να τον δούμε. Αλλά δεν ήθελα να γράφω τέτοια περιγραφική ποίηση. Η ποίηση μου ήταν αυτό που ζούσα εγώ, αυτό που έβγαινε μέσα από το μυαλό μου και μέσα από την καρδιά μου. Υπάρχει ακόμα μία ενότητα ποιημάτων γραμμένη για τη Σύρια μάνα, για τη Σομαλή γυναίκα, για τον ποιητή Μπένζαμιν Μολοίζε που αγωνίστηκε ενάντια στο απαρτχάιντ. Μέσα στα καράβια έγραφα πολύ.

Μετά από τόσα ταξίδια, ποιος είναι ο απολογισμός σας; Πώς ήταν η καθημερινή ζωή μέσα σε αυτά;

Οι συνθήκες μέσα στα καράβια ήταν δύσκολες, πολλές φορές ήταν τραγικές. Για παράδειγμα, οι υπερωρίες που δεν γράφονταν, οι εικοσιτέσσερις ώρες συνεχόμενης εργασίας, τα εμβάσματα που δεν έφταναν, οι απειλές από τους καπεταναίους, ακόμα και οι φυλακίσεις. Εμένα με φυλάκισαν τρεις φορές στη ζωή μου. Μία φορά στην Ελλάδα και μία στην Ολλανδία για τις απεργίες που είχαμε οργανώσει και μία φορά στην Αργεντινή, τότε που πήγαμε να συμπαρασταθούμε στους εργάτες που διαδήλωναν ενάντια στη δικτατορία του Φερνάντο ντε λα Ρούα, του προέδρου που τους έβαλε στα μνημόνια και τελικά έφυγε με ελικόπτερο.

Η ζωή μου ήταν δύσκολη και από την πλευρά του εκμεταλλευόμενου. Αυτό προσπάθησα να δείξω μέσα από τα ποιήματα μου και με αυτόν τον τρόπο προσπάθησα να δώσω δύναμη και κουράγιο και στους συναδέλφους μου. Πολλά από τα ποιήματα μου, έχουν δημοσιευτεί και στην εφημερίδα μας τη Ναυτεργατική που κάποτε είχε κυκλοφορία δέκα με δώδεκα χιλιάδες φύλλα. Με ήξεραν ως συνδικαλιστή όλα αυτά τα χρόνια. Οι περισσότεροι ναυτεργάτες όμως με έμαθαν μέσα από την εφημερίδα και τα ποιήματά μου και αυτό φυσικά είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή.

Δεν φαινόταν παράξενο, ασυνήθιστο που ένας ναυτικός ήταν παράλληλα και ποιητής;

Έχω αρκετές ιστορίες να διηγηθώ γύρω από αυτό. Σε ένα καράβι είχα μία μεγάλη κόντρα με τον καπετάνιο για τα χρήματα που μας χρωστούσαν και αργούσαμε να τα πάρουμε. Λίγες μέρες μετά, έγραψαν σε έναν πίνακα στο μηχανοστάσιο ότι απαγορεύεται η συγγραφή ποιημάτων και διηγημάτων. Και προφανώς ήταν μία προειδοποίηση για μένα αυτό, καθώς ήμουν ο μοναδικός Έλληνας και ο μοναδικός συγγραφέας. Παρ’ όλα αυτά, έχω πολύ όμορφες αναμνήσεις και στιγμές. Σε κάποια καράβια οργανώναμε λογοτεχνικές βραδιές κάθε Σάββατο. Σε ένα άλλο καράβι μας κερνούσαν ουίσκι στις γιορτές και με φώναζαν για να διασκεδάσουν (έλα Αλέκο να διαβάσεις ποίηση μου έλεγαν). Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ όμως, ήταν όταν έγραφα γράμματα σε όλους τους ερωτευμένους συναδέλφους μου που έστελναν ερωτικές επιστολές στις αρραβωνιαστικιές και τις φιλενάδες τους. Υπήρχαν και ωραίες, μαγικές στιγμές μέσα στο καράβι. Κάποτε παίζαμε σε ποδοσφαιρική ομάδα στα γήπεδα που πηγαίναμε, ενώ ανεβάσαμε και τη Βάρδια του Καββαδία σε δική μου διασκευή. Κάθε βράδυ με το σχόλασμα, είχαμε αγωνία και λαχτάρα να παίξει ο καθένας τον ρόλο του. Το έργο μας το παρουσιάσαμε στο Νιούκαστλ στην Αυστραλία, αλλά και στη Νορβηγία σε χώρους ασφυκτικά γεμάτους. Τέτοιες ωραίες στιγμές είχαμε.

Από όλα όσα ζήσατε, ποιο ήταν το πιο μεγάλο “αγκάθι”, η πιο μεγάλη δυσκολία σας μέσα στα καράβια;

Η πιο μεγάλη δυσκολία μέσα στα καράβια ήταν η μοναξιά. Η μοναξιά ήταν αγιάτρευτο πράγμα και δεν μπορούσε κανένας να το αντέξει. Όταν μπάρκαρα εγώ για πρώτη φορά το ’78, τα καράβια ήταν γεμάτα νέα παιδιά. Αργότερα όμως, οι συνθήκες μεταβλήθηκαν και η κατάσταση άλλαξε. Σε ένα καράβι μάλιστα, θυμάμαι ότι ήμουν ο μόνος Έλληνας. Το φαντάζεστε αυτό; Ένα καράβι άδειο. Όλοι κλείνονταν στις καμπίνες τους και το απόγευμα ερήμωναν τα πάντα. Κάποια στιγμή έμενες μόνος σου. Και πως να παλέψεις τη μοναξιά; Έτσι καθόμουν και έγραφα.


Πείτε μία ιστορία από τη ζωή σας στα καράβια που σας σημάδεψε και πάντοτε θα θυμάστε…

Στην Αργεντινή οργάνωσαν κάποτε μία μεγάλη απεργία. Θεώρησα χρέος και καθήκον μου να τους συμπαρασταθώ. Έτσι έφυγα από το καράβι και πήγα κοντά στους λιμενεργάτες, ενώ ο καπετάνιος μου φώναζε να γυρίσω πίσω. Ο Φάμπιο ήταν ο αρχηγός τους. Γνωριστήκαμε και μέχρι πρόσφατα είχαμε επικοινωνία και ανταλλάσσαμε κάρτες στις γιορτές, μετά από όλα όσα ζήσαμε μαζί εκείνη τη μέρα. Στην απεργία τα πράγματα ήταν δύσκολα. Η αστυνομία έκανε συλλήψεις και έριχνε ξύλο και δακρυγόνα. Εμένα μου είχαν φορέσει ένα περιβραχιόνιο και μου είχαν αναθέσει να κρατάω το πανό. Όταν άρχισαν να συλλαμβάνουν κόσμο, έπιασαν και εμένα. Τότε θυμάμαι ότι έφαγα πολύ ξύλο. Ακόμα πιο παράξενος μάλιστα ήταν ο τρόπος που βγήκα από τη φυλακή. Την προηγούμενη μέρα, ήμασταν παρέα με κάποια κορίτσια, σε ένα ελληνικό κέντρο. Τους δώσαμε ραντεβού στο καράβι, αυτές μας έψαξαν και εμένα με βρήκαν στη φυλακή. Έτσι κατάφερα να απελευθερωθώ…

Ποιες ήταν οι στιγμές της προσμονής, της λαχτάρας;

Η έξοδος στα λιμάνια. Υπήρχε μεγάλη αγωνία. Υπήρχε η λαχτάρα να βγεις έξω, να πας να διασκεδάσεις, επειδή ήταν τόσο περιορισμένος ο ελεύθερος χρόνος σου και στη συνέχεια θα έπρεπε να γυρίσεις πίσω στο καράβι. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, όλα σου εντυπώνονται μέσα στο μυαλό πολύ πιο έντονα από τη στεριά. Δεν αγάπησα το λιμάνι, δεν το πόνεσα. Αγάπησα όμως τη λαχτάρα, την αγωνία για αυτές τις πολύτιμες στιγμές ελευθερίας. Και οι γυναίκες στα λιμάνια είναι πονεμένες, είναι κορίτσια που εμείς οι ναυτικοί ζήσαμε μαζί τους για πολλά χρόνια. Είχαμε μία ολόκληρη ζωή στο λιμάνι. Πολλά από αυτά τα κορίτσια γέρασαν και μετά από χρόνια κάθονταν στην πόρτα του λιμανιού και περίμεναν μήπως κάποιος τα θυμηθεί. Πολλές λυπητερές ιστορίες.

Γιατί διαλέξατε αυτόν το τίτλο για το βιβλίο σας;

Συνορεύοντας με τη Στεριά. Τα ποιήματα αυτά γράφτηκαν στη θάλασσα, μέσα στα καράβια. Είναι όμως ο αγώνας μας που συνδέει τη θάλασσα με τη στεριά. Ο αγώνας της θάλασσας, είναι για εμάς και αγώνας της στεριάς.

Έχετε επιρροές από άλλους ποιητές;

Ο πιο “επικίνδυνος” ποιητής για να επηρεαστεί κανείς είναι κατά τη γνώμη μου ο Τάσος Λειβαδίτης. Έχω διαβάσει τα ποιήματά του πάρα πολλές φορές, ωστόσο άμα δω ότι σε κάποιον στίχο τον προσεγγίζω, τότε παίρνω στυλό και τον σβήνω κατευθείαν. Είναι από τους πολύ μεγάλους μας ποιητές. Έχει σημαδέψει την ελληνική ποίηση, άσχετα αν το σύστημα της λογοτεχνίας, αλλά και το πολιτικό σύστημα, δεν φρόντισε να αναδείξει το μέγεθος του. Και κάποιοι άλλοι με το μισό ανάστημα του Λειβαδίτη, έχουν γίνει πολλοί σπουδαίοι.

Ποιους άλλους ποιητές θαυμάζετε;

Θαυμάζω αρκετούς νέους ποιητές της δικιάς μου γενιάς. Είναι όμως έτσι φτιαγμένο το λογοτεχνικό μας σύστημα, με τέτοιο σαθρό τρόπο, που αν δεν σε προωθήσουν οι εκδοτικοί οίκοι, δεν σε γνωρίζει κανένας. Έχω ένα λαμπρό παράδειγμα, την Ηλέκτρα τη Στρατωνίου, η οποία γράφει θαυμάσια ποίηση, μία ποίηση που σε συγκλονίζει. Ποιος την ξέρει; Την ξέρουμε εμείς, τα 300 άτομα που ανήκουμε στην εταιρία ελλήνων λογοτεχνών. Δεν την ξέρει κανένας άλλος και ας γράφει αριστουργήματα. Μου αρέσει επίσης πολύ ως ποιήτρια και μία πολιτική πρόσφυγας που γεννήθηκε στην Τασκένδη. Ονομάζεται Καλαγκιά Ελένη και γράφει υπέροχα. Δεν την ξέρει κανένας όμως. Αυτό είναι το σύστημα των εκδόσεων και της διακίνησης.

Με ποιον τρόπο πιστεύετε ότι το λογοτεχνικό σύστημα μπορεί να υποσκάψει αξιόλογες δουλειές;

Ο καθένας βασίζεται αναγκαστικά στις δικές του δυνάμεις. Ένας συγγραφέας πρέπει να οργανώσει τα πάντα μόνος του. Και τι μπορείς να κάνεις μόνος σου, όταν οι εκδοτικοί οίκοι δεν σε επιλέγουν, δεν σε προωθούν; Ακόμα και όταν συνεργάζεται κάποιος συγγραφέας μαζί τους, υπάρχει μεγάλη εκμετάλλευση. Δυστυχώς, τον λογοτέχνη σήμερα, τον αντιλαμβάνονται και τον αντιμετωπίζουν σαν προϊόν. Για αυτό χαίρομαι που τα ποιήματα μου δεν θα τα πάρει το σύστημα, αλλά θα τα πάρετε εσείς, θα τα πάρει ο συνάδελφος μου και θα τα διαβάσει μέσα στο καράβι.

Ποια είναι η γνώμη σας για τον Νίκο Καββαδία, που θεωρείται ο ποιητής των θαλασσών;

Ο Καββαδίας σημάδεψε με τον τρόπο του την ποίηση των ναυτικών και αυτό διότι όλοι προσπαθούν να του μοιάσουν. Έχει επηρεάσει όσο κανένας άλλος τον έλληνα ναυτεργάτη που γράφει. Όλοι όσοι γράφουν, προσπαθούν να γράψουν στο ρυθμό και στο στυλ του Καββαδία. Ο Καββαδίας ήταν ποιητής. Μπορεί να βιοπορίζονταν ως ναυτικός, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ποιητής. Δεν ήταν όμως ποιητής της ζωής των ναυτεργατών μέσα στα καράβια και ίσως δεν ήθελε και ο ίδιος να γίνει. Ο Καββαδίας ταξίδευε με καράβια που τα βούλιαζαν πολύ εύκολα τότε οι εφοπλιστές για την αποζημίωση. Ας μην ξεχνάμε πως ήταν η περίοδος που στήνονταν εκτελεστικά αποσπάσματα στην Καισαριανή, τότε που είχαμε ακόμα γερμανική κατοχή. Υπήρχαν ναυάγια, μετρούσαμε νεκρούς ναυτεργάτες στον αντιφαστιστικό αγώνα και ζούσαμε πολλά άλλα σημαντικά γεγονότα. Η εποχή του γεννούσε μεγάλους ποιητές. Ο Καββαδίας δεν ήθελε να γράψει για αυτά. Έγραφε άλλα πράγματα. Φυσικά μου αρέσει και εμένα, όπως αρέσει σε όλους. Όταν ακόμα ήμουν στρατιώτης, ένας ανθυποπλοίαρχος που ήξερε ότι έγραφα με ρώτησε αν έχω διαβάσει Καββαδία και μου δάνεισε και τα τρία βιβλία του, από τα οποία φυσικά εντυπωσιάστηκα. Όταν πήγα στα καράβια όμως και έζησα από κοντά τη ζωή του ναυτεργάτη και μελέτησα προσεκτικά την ιστορία του ναυτεργάτη, άλλαξε η οπτική μου σε αρκετά πράγματα. Ο Καββαδίας δεν ήταν ο ναυτεργάτης της εποχής του, όπως προσπαθούν να τον παρουσιάσουν. Ήταν ποιητής. Σημάδεψε τη γενιά του με το στυλ, με το ρυθμό του και μετέφερε μοναδικές εικόνες. Έγραψε ωραία πράγματα. Δεν ήταν όμως ο ποιητής της εποχής του μέσα στα καράβια. Κάποτε κάναμε μία εκδήλωση στην εταιρία ελλήνων λογοτεχνών με τίτλο “έλληνες ναυτεργάτες μετά τον Καββαδία”. Ξέρετε τι πίεση δεχθήκαμε από εφοπλιστές, αρχικαπεταναίους και μηχανικούς να αφαιρέσουμε τη λέξη ναυτεργάτες και να την αντικαταστήσουμε με τη λέξη ναυτικοί; Ο ναυτεργάτης είναι όρος που έχει ταξικό περιεχόμενο, ενώ ο ναυτικός είναι μία αόριστη και αφηρημένη έννοια. Δεχθήκαμε μεγάλη πίεση τότε.

Από πότε ξεκίνησε η ενασχόληση σας με την ποίηση;

Από παιδί θυμάμαι ότι είχα ανησυχίες και προβληματισμούς. Στο σχολείο μου άρεσε πολύ η λογοτεχνία και ανάμεσα στις πιο ωραίες μου στιγμές ήταν η ανάλυση των ποιημάτων. Μία φορά που είχαμε κατέβει με τον πατέρα μου στην Αθήνα, αγοράσαμε ένα μεγάλο βιβλίο, το έχω ακόμα στο χωριό μου, το οποίο περιείχε πολλές αναλύσεις ποιημάτων. Ποτέ όμως δεν μου άρεσε το έμετρο, δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία μου. Ήθελα να αφήνω ελεύθερες τις σκέψεις μου και να τις βάζω στο χαρτί, να μην τις στενεύω σε ρίμες και ομοιοκαταληξίες. Και έτσι συνέχισα. Το βασικό όμως στοιχείο της ποίησης μου, είναι να αφήνω την καρδιά και την σκέψη μου να γράφει ότι θέλει, ό,τι λαχταρά.

Πόσα ποιήματα έχετε εκδώσει μέχρι τώρα;

Έχω δημοσιεύσει επτά ποιητικές συλλογές, μία συλλογή με διηγήματα και άλλη μία ομαδική έκδοση με διηγήματα. Στο σπίτι μου όμως έχω ακόμα δέκα ανέκδοτες ποιητικές συλλογές και πέντε συλλογές διηγημάτων. Για την ακρίβεια, έχω πάρα πολύ υλικό στη διάθεση μου, το πρόβλημα είναι ότι οι εκδοτικοί οίκοι ζητάνε χρήματα για να εκδοθεί ένα βιβλίο. Μία επιπλέον δυσκολία είναι ότι ο λογοτέχνης πρέπει να τα οργανώσει όλα μόνος του, παρουσιάσεις, εκδηλώσεις, ακόμα και μεταφορά σε κάποια βιβλιοθήκη. Πριν από ένα μήνα, πραγματοποιήθηκε ένα λογοτεχνικό δρώμενο στη γειτονιά μου, στην Καλλιθέα, βασισμένο στο βιβλίο μου. Όλα αυτά όμως είναι πρωτοβουλίες του συγγραφέα. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει από πουθενά στήριξη, ενώ το κράτος και το Υπουργείο Πολιτισμού είναι ανύπαρκτα σε σχέση με το βιβλίο. Δεν μπορεί σήμερα να ζήσει ο λογοτέχνης από τα βιβλία του. Δεν υπάρχει περίπτωση. Είναι έξοδο μεγάλο.

Τα διηγήματα σας είναι αντίστοιχης θεματολογίας;

Τα διηγήματα που έχω εκδώσει είναι όλα ιστορίες από τα καράβια. Για τις απεργίες μας, για τους έρωτες μας, για τις όμορφες ιστορίες μας από τα λιμάνια. Αυτή την περίοδο ετοιμάζω μία συλλογή με τα παραμύθια που μου έλεγε η μάνα μου. Τον πατέρα μου τον είχαν καταταλαιπωρήσει με φυλακές, με εξορίες, με τραυματισμούς. Η μητέρα μου για να μας κοιμίζει και να μας νανουρίζει μας διηγιόταν ιστορίες με αντάρτες, με έμπνευση από τη ζωή του πατέρα μου και την σκληρή πραγματικότητα που ζούσε. Τώρα που μεγάλωσα, τα έφερα όλα ξανά στη μνήμη μου, τα έγραψα και από αυτή τη διαδικασία προέκυψαν γύρω στα 17 διηγήματα με τίτλο “Παραμύθια της Μάνας”. Το επόμενο βιβλίο μου σκέφτομαι να είναι αυτό. Μετά θέλω να συγκεντρώσω τα ποιηματάκια της Αγγελικής και του Νίκου, αυτά που σκάρωνα και έγραφα για τα παιδιά μου μέσα στα καράβια.

Έχουν αλλάξει οι συνθήκες εργασίας και ζωής μέσα στα καράβια;

Έχει γίνει πολύ δύσκολη η ζωή μέσα στα καράβια. Όλα τα παιδιά έχουν πλέον ένα κινητό και ένα κομπιούτερ για να επικοινωνούν όποτε θέλουν με την οικογένεια και τους φίλους τους, ωστόσο αυτό δεν αλλάζει κάτι. Εμείς τότε κάναμε παρέες, σκαρώναμε παιχνίδια, τώρα τα νέα παιδιά δεν αναπτύσσουν εύκολα σχέσεις. Ακόμα και σήμερα κατεβαίνουμε στον Πειραιά και βλέπουμε τους φίλους που είχαμε κάνει στα καράβια από τα νεανικά μας χρόνια. Σήμερα η μοναξιά είναι πιο έντονη. Όλοι κλείνονται μόνοι τους μέσα σε μία καμπίνα. Επίσης, καταργήθηκαν αρκετές ειδικότητες. Δεν υπάρχουν πλέον λιπαντές, ούτε ναύτες.

Εμείς μαζευόμασταν όλοι στον καφέ των δέκα, βάζαμε ταινίες για να δούμε, επικοινωνούσαμε, κουβεντιάζαμε, πειράζαμε ο ένας τον άλλον. Είχαν βουή και ζωντάνια τότε τα καράβια. Εγώ ταξίδευα 23 ολόκληρα χρόνια, έχω όμορφες αναμνήσεις και δεν θέλω να είμαι άδικος. Συνάντησα ενδιαφέροντες και καλούς ανθρώπους. Τώρα μου έχουν απομείνει μόνο οι όμορφες αναμνήσεις, καθώς με το πέρασμα του χρόνου τα πιο δυσάρεστα περιστατικά τα ξεχνάς.

Μία φορά όταν ήμουν πρώτος μηχανικός σε ένα καράβι, με πήγε ένας εφοπλιστής σε μία ταβέρνα στη Νάξο. Με κερνούσε, με πήγαινε βόλτες στο νησί όλη τη νύχτα και κάποια στιγμή, όταν άρχισα να αναρωτιέμαι τι ακριβώς θέλει, μου λέει “θέλεις να αποκτήσεις ένα σπίτι Αλέκο”; Του λέω θέλω. Μου λέει “είσαι να βουλιάξουμε το καράβι”; “Κάτσε καλά του λέω, πως θα βουλιάξουμε το καράβι”; Μου λέει “θα πας να βγάλεις ένα βαλφ από τη θάλασσα, θα πλημμυρίσει η θάλασσα, θα φωνάξεις βοήθεια, θα σταματήσουν οι μηχανές, θα πέσετε στη θάλασσα και θα σωθείτε”. Όταν επέστρεψα, κατήγγειλα ότι ο εφοπλιστής μου ζήτησε να βουλιάξω το καράβι και να μου αγοράσει σπίτι ως αντάλλαγμα. Ξεμπάρκαρα από το καράβι την επόμενη μέρα. Είχαμε και τέτοια. Γίνονταν μεγάλες απάτες. Σε ένα άλλο καράβι, κουβαλούσαμε πετρέλαιο για το εργοστάσιο της ΔΕΗ στα νησιά. Κάποιες φορές, φόρτωναν θάλασσα από τον Ασπρόπυργο, πήγαιναν στον Άη Γιώργη και την άδειαζαν και έτσι έπαιρναν χαρτιά. Κρατούσαν οι εφοπλιστές για τον εαυτό τους το πετρέλαιο και το εμπορεύονταν. Υπήρχαν μεγάλες ατιμίες μέσα στα καράβια και αρκετοί έβγαλαν πολλά χρήματα.

Πώς ξεκίνησε η συνδικαλιστική σας δράση στα σωματεία,

Όταν μπάρκαρα πρώτη φορά η ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ ήταν στα χέρια των χουντικών. Των συνδικαλιστών που είχε διορίσει η χούντα και είχαν μείνει στα σωματεία μέχρι τότε. Τι ωραίους αγώνες που κάναμε τότε για να τους διώξουμε από το σωματείο. Είμαι από τα αρχαιότερα μέλη της ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ και έχω ζήσει πολύ μεγάλους αγώνες. Γνώρισα σπουδαίους ανθρώπους.

Τι σημαίνει για εσάς η ποίηση, η δημιουργία; Πώς αποκτάει για εσάς νόημα και αξία η έννοια του δημιουργού;

Τον ποιητή τον πλάθει ο κόσμος, η ίδια η κοινωνία. Δεν μπορώ εγώ να παινεύομαι και να λέω ότι γράφω αριστουργήματα. Το σημαντικό για μένα είναι πως θα αισθανθεί για αυτά που γράφω ο συνάδελφος μου. Γιατί έγραφα φυσικά για μένα, για τη μοναξιά μου, για τις στιγμές μου στα καράβια, γιατί το είχα μεράκι, αλλά έγραφα κυρίως για να με διαβάσει ο συνάδελφος. Να με γνωρίσει, να χαρεί και αυτός μαζί μου, να σκεφτεί όπως σκέφτομαι, να μπει στους αγώνες μας. Δεν είχα λαχτάρα να πάω στην εταιρία και να γίνω λογοτέχνης. Λογοτέχνη αν με κάνει θα με κάνει η κοινωνία, αυτοί που θα διαβάσουν αυτά που γράφω. Τη χαρά όμως την έχω κάθε φορά. Για κάθε έργο που ολοκληρώνω, αισθάνομαι σαν μικρό παιδί. Όταν βλέπεις ένα ποίημα στο χαρτί, με το όνομα σου, αισθάνεσαι σίγουρα ολοκληρωμένος. Αν κάνεις ένα σπίτι, ένα παλάτι, κάποια στιγμή, μετά από καιρό, θα ξεχαστεί. Ένα βιβλίο όμως, ακόμα και σε έναν παλιό πάγκο να το βρεις κάποτε στο Μοναστηράκι, έχει άλλη αξία, αφήνει άλλη παρακαταθήκη. Είναι χαρά.


Στην αντεπίθεση περνά η Καϊλή: «Δεν με υπερασπίστηκαν το ΠΑΣΟΚ και η Ε.Ε., θα μετακομίσω στην Ιταλία»

5754833

Στην αντεπίθεση περνά η Καϊλή: «Δεν με υπερασπίστηκαν το ΠΑΣΟΚ και η Ε.Ε., θα μετακομίσω στην Ιταλία»

Τα παράπονα της προς το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε σε συνέντευξη η Εύα Καϊλή

Ράδιο Αρβύλα: Το «αντίο» του Αντώνη Κανάκη για τη φετινή σεζόν – «Η χρονιά είχε δυο πρόσωπα, δεν ξέρω αν θα ξαναέρθουμε»

Κανάκης 1

Ράδιο Αρβύλα: Το «αντίο» του Αντώνη Κανάκη για τη φετινή σεζόν – «Η χρονιά είχε δυο πρόσωπα, δεν ξέρω αν θα ξαναέρθουμε»

Αυλαία έριξε για φέτος το Ράδιο Αρβύλα, με τον Αντώνη Κανάκη να μιλάει για τη…

Αλαζονικές δηλώσεις από Μητσοτάκη στο ΣΚΑΪ: «Η οικονομία πάει καλά και οι φόροι μειώνονται» (video)

μητσο

Αλαζονικές δηλώσεις από Μητσοτάκη στο ΣΚΑΪ: «Η οικονομία πάει καλά και οι φόροι μειώνονται» (video)

Εκτός τόπου και χρόνου τα όσα είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη του στο ΣΚΑΪ